- Αὐγουστῖνος ὁ ἀνάργυρος (Τρία χρόνια από την κοίμησή του - Προσωπικές εμπειρίες)

τοῦ κ. Γεωργίου Τσακαλίδη δρος Θεολογίας

Στὶς 28 Αὐγούστου συμπληρώνονται τρία χρόνια ἀπὸ τὴν ὁσιακὴ κοίμηση τοῦ μητροπολίτη πρώην Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτη σὲ ἡλικία 104 ἐτῶν. Ἐπειδὴ στὰ φοιτητικά μου χρόνια χρημάτισα συνοδός του, ἐλάχιστες φορὲς καὶ ὑπογραφέας του, καὶ ἔζησα ἀπὸ κοντὰ ὁρισμένα περιστατικὰ τῆς ζωῆς του, θὰ ἤθελα νὰ μεταφέρω στοὺς ἀναγνῶστες ὡς προσωπικὲς ἐμπειρίες ἕξι, ἄγνωστα στοὺς περισσότερους, ἀπὸ τὰ περιστατικὰ αὐτά.

Τὸ πρῶτο ποὺ θέλω νὰ καταγράψω αἰτιολογεῖ τὸν τίτλο τοῦ ἄρθρου «Αὐγουστῖνος ὁ ἀνάργυρος». Ἦταν, ἂν θυμᾶμαι καλά, Ὀκτώβριος τοῦ 1969. Συνεδρίαζε ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας. Συνόδεψα, μαζὶ μὲ τὸν ὁδηγό του Ἀλέκο Φωκᾶ, τὸν μητροπολίτη στὴ Μονὴ Πετράκη, ὅπου γίνονταν οἱ συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας. Γιὰ νὰ ἀξιοποιήσουμε τὸ χρόνο καὶ νὰ μὴ περιμένουμε ἔξω ἀπὸ τὸ Συνοδικὸ Μέγαρο, πήγαμε μὲ τὸν ὁδηγό του σὲ διάφορα βιβλιοπωλεῖα τοῦ κέντρου τῶν Ἀθηνῶν νὰ παραλάβουμε βιβλία γιὰ τὸ βιβλιοπωλεῖο τῆς Ἀδελφότητος «Σταυρός». Θὰ ἐπιστρέφαμε γύρω στὶς 1 μ.μ., ποὺ ὑπολογίζονταν νὰ ὁλοκληρωθοῦν τὸ νωρίτερο οἱ προμεσημβρινὲς ἐργασίες τῆς Συνόδου, γιὰ νὰ τὸν παραλάβουμε. Ἡ ἐνασχόλησή μας μὲ τὶς παραγγελίες τῶν βιβλίων δὲν κράτησε περισσότερο ἀπὸ δύο ὧρες. Ὅταν ἐπιστρέψαμε στὸ Βιβλιοπωλεῖο τοῦ «Σταυροῦ», γιὰ νὰ ἀφήσουμε τὰ βιβλία ποὺ ἀγοράσαμε, εἴδαμε μὲ ἔκπληξη τὸν γέροντα στὸ βιβλιοπωλεῖο, ποὺ μόλις μὲ εἶδε ἄρχισε νὰ διαμαρτύρεται: «Ποῦ ἤσουν, παιδάκι μου; Σὲ ἀναζήτησα καὶ δὲν σὲ βρῆκα! Πάρε ἀμέσως 50 δραχμὲς ἀπὸ τὸ ταμεῖο, νὰ πᾶς στὴ Συνοδο καὶ νὰ τὶς ἐπιστρέψεις στὸν π. Ἀντώνιο». Τί εἶχε συμβεῖ; Ὁ γέροντας διαφώνησε γιὰ τὰ «γλυκανάλατα» θέματα τῆς Ἱεραρχίας, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ καταπιαστεῖ μὲ τὰ πλέον φλέγοντα θέματα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ διαμαρτυρόμενος ἀποχώρησε ἀπὸ τὶς ἐργασίες τῆς Συνόδου. Ποτέ ὅμως δὲν εἶχε χρήματα μαζί του. Μὲ ἀναζήτησε. Δὲν μὲ βρῆκε. Πῆγε στὸ γραφεῖο τοῦ ἱερέως π. Ἀντωνίου. Δανείστηκε 50 δραχμές. Πῆρε ἕνα ταξὶ καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀδελφότητα. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐνῶ εἶχε ὀργανώσει στὴν Ἀθήνα τεράστιο κοινωνικὸ ἔργο, ποὺ ἀπαιτοῦσε πολλὰ χρήματα, ἔθεσε ὡς ἄσκηση στὸ πνευματικό του πρόγραμμα νὰ μὴ πιάσει ποτέ χρήματα στὰ χέρια του. Τὸ μισθό του καὶ ἀργότερα τὴ σύνταξή του τὰ διαχειριζόταν γιὰ τὶς διάφορες ἀνάγκες ὁ π. Ἱερόθεος Κοκονός. Κυκλοφοροῦσε μάλιστα τότε μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς Ἀδελφότητος ἡ ἄποψη ὅτι, ἂν τοῦ ἔδειχναν διάφορα χαρτονομίσματα καὶ ἀπέκρυπταν τὸν ἀριθμὸ ποὺ ἀναγραφόταν ἐπάνω τους, δὲν θὰ ἦταν σὲ θέση νὰ ἀναγνωρίσει γιὰ ποιό χρηματικὸ ποσὸ πρόκειται.

Τὸ δεύτερο περιστατικό. Στὶς 15 Νοεμβρίου 1972 συνέβη τὸ τραγικὸ ναυτικὸ ἀτύχημα κοντὰ στὸ Φάληρο, κατὰ τὸ ὁποῖο γιὰ ἐντελῶς ἀνεξήγητους λόγους τὸ ὑπερδεξαμενόπλοιο «WORLD HERO» τοῦ Σταύρου Νιάρχου ἐμβόλισε τὸ ὀχηματαγωγὸ τοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ «ΜΕΡΛΙΝ». Ἀκολούθησε ἡ ἐντὸς ἐλαχίστου χρόνου βύθιση τοῦ ὀχηματαγωγοῦ, ποὺ παρέσυρε στὸ θάνατο 44 ἄνδρες τοῦ Πολεμικοῦ μας Ναυτικοῦ. 44 οἰκογένειες βυθίστηκαν στὸ πένθος. Καὶ ἡ ὀδύνη τους ἔγινε μεγαλύτερη, ὅταν διαπιστώθηκε ὅτι ἦταν ἀδύνατη ἡ ἀνέλκυση τοῦ ὀχηματαγωγοῦ, λόγῳ τοῦ βάθους τῆς θάλασσας στὸ σημεῖο ἐκεῖνο. Οἱ οἰκογένειες τῶν θυμάτων, πέρα ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τῶν προσφιλῶν τους νεκρῶν, δὲν θὰ μποροῦσαν οὔτε νὰ τοὺς θάψουν καὶ νὰ ἀποδώσουν σ’ αὐτοὺς τὶς νεκρικὲς τιμές. Ἐπειδὴ συνέπεσε νὰ συνεδριάζει τὴν περίοδο ἐκείνη ἡ Ἱεραρχία, ἔγινε στὴ Μητρόπολη Ἀθηνῶν μνημόσυνο, στὸ ὁποῖο συμμετεῖχαν ὅλοι οἱ Ἱεράρχες, τὰ μέλη τῆς δικτατορικῆς Κυβέρνησης καὶ οἱ συγγενεῖς τῶν θυμάτων. Συνόδευα καὶ πάλι τὸν γέροντα στὴ Μητρόπολη. Δὲν χοροστάτησε στὸ μνημόσυνο, ἀλλὰ ἔμεινε στὸ μέρος τῶν συγγενῶν τῶν θυμάτων. Τὰ πνεύματα τῶν συγγενῶν ἦσαν πολὺ ὀξυμμένα. Ἀκούγονταν δυνατὰ μέσα στὸ ναὸ κατάρες γιὰ τοὺς ὑπεύθυνους καὶ τὴν κρατικὴ ἐξουσία, ἀλλὰ καὶ ἀπαιτήσεις γιὰ συνταξιοδότηση τῶν συγγενῶν τῶν θυμάτων. Μία γριούλα, γιαγιὰ ἑνὸς τῶν θυμάτων, ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητη ἐκφράζοντας τὸ παράπονό της ὅτι τὸν ἐγγονό της θὰ τὸν ἔτρωγαν τὰ ψάρια. Ὁ γέροντας, ποὺ εἶχε εὐαίσθητη νησιώτικη καρδιά, τὴ συμπόνεσε. Τὴν πλησίασε καὶ ἄρχισε νὰ τὴν παρηγορεῖ μὲ λόγους ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν αἰώνια ζωή, συμπληρώνοντας ὅτι «Ὁ τρόπος θανάτου δὲν παίζει ἀπολύτως κανένα ρόλο• ἐξάλλου δὲν θὰ ἦταν καλύτερα ἂν πέθαινε φυσιολογικὸ θάνατο καὶ τὸν ἔτρωγαν τὰ σκουλήκια!». Καὶ ἐνῶ φάνηκε ὁ λόγος του νὰ ἄγγιξε τὴν πονεμένη γιαγιά, πετάχτηκε ἄλλος συγγενής(;), ἄσχετος πρὸς τὴ γριούλα, μὲ ἄγριες διαθέσεις καὶ ἐπιτέθηκε λεκτικὰ στὸν γέροντα μὲ τὰ λόγια «Πάψτε τὰ παραμύθια σας». Ὁ γέροντας τοῦ ἀπήντησε «Δὲν εἶναι παραμύθια» καὶ ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀνοίξει ἀπολογητικὸ διάλογο μαζί του. Τὸν πλησίασα ἀμέσως φοβούμενος τὴν ἀγριότητα τοῦ διαμαρτυρομένου καὶ τερμάτισα ἀπότομα τὴν ἐπαπειλούμενη διένεξη. Λίγο ἀργότερα μὲ ρώτησε: «Φοβήθηκες, Γιῶργο; Πρέπει νὰ εἴμαστε πάντοτε ἕτοιμοι εἰς ἀπολογίαν».

Ὁ π. Αὐγουστῖνος μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, τὴν ἡμέρα τῆς ἐκλογῆς του σὲ μητροπολίτη Φλώρινας,

ἀμέσως μετὰ τὸ μικρὸ μήνυμα. Διασχίζουν τὴν ὁδὸ Ἁγ. Φιλοθέης καὶ κατευθύνονται πρὸς τὴν ἀρχιεπισκοπή.

Στὰ χέρια του ὁ π. Αὐγουστῖνος κρατᾶ ἀντὶ ἐπισκοπικῆς ράβδου ὀμπρέλλα.

Δεξιὰ τοῦ Ἱερωνύμου εἶναι ὁ γράφων καὶ ἀριστερὰ τοῦ π. Αὐγουστίνου

ὁ Γιάννης Ἀσλανίδης, ὁ κατοπινὸς –μακαριστὸς ἤδη– ἱεραπόστολος τοῦ Κονγκὸ ἱερομ. Κοσμᾶς Γρηγοριάτης.

Τὸ τρίτο περιστατικό. Πάλι Σύνοδος Ἱεραρχίας καὶ ὁ λόγος μέσα στὸ αὐτοκίνητο γιὰ ἐκλογὲς ἱεραρχῶν. Τέθηκε καὶ θέμα πιθανότητας ἐκλογῆς συγκεκριμένων ὑποψηφίων. Ὁ γέροντας ἔκανε λόγο γιὰ τὴν ἀνειλικρίνεια ἀρκετῶν ἱεραρχῶν. Μοῦ ἀνέφερε δὲ συγκεκριμένο περιστατικὸ ποὺ τὸν ἀφοροῦσε. «Οὐδέποτε», εἶπε, «ἐτέθη σοβαρὰ θέμα δικῆς μου ἐκλογῆς, ὅταν ἤμουν ἀρχιμανδρίτης. Δὲν ἤμουν ἀρεστὸς σχεδὸν σὲ κανένα. Σὲ κάποιες ἐκλογὲς ὅμως ἔλαβα μία καὶ μοναδικὴ ψῆφο. Ἔ, τοὐλάχιστον δέκα ἀρχιερεῖς μοῦ τηλεφώνησαν ὅτι ἡ μία αὐτὴ ψῆφος ἦταν ἡ …δική τους»!

Τὸ τέταρτο περιστατικό, ἐπαναλαμβανόμενο αὐτό. Ἦταν ἐποχὴ τῆς δικτατορίας. Οἱ τέως πολιτικοὶ εἶχαν λουφάξει. Δὲν ὑπῆρχε δημόσιος ἀντίλογος. Οἱ δημοσιογράφοι ὅμως ζοῦν ἀπὸ τὸν ἀντίλογο καὶ τὴ διαφωνία. Μόνο ὁ Νίκος Ψαρουδάκης ἀσκοῦσε τότε αὐστηρὴ κριτικὴ στοὺς κρατοῦντες, πρᾶγμα ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ αὐξηθεῖ ὑπέρμετρα ἡ κυκλοφορία τῆς ἐφημερίδας του «Χριστιανικὴ Δημοκρατία» καὶ νὰ φτάσει, πρὶν τὴν κλείσουν, τὰ 200.000 φύλλα. Στὸν ἐκκλησιαστικὸ τομέα παρατηροῦνταν παρόμοια σιωπή. Τεράστιο δημοσιογραφικὸ ἐνδιαφέρον παρουσίαζαν οἱ θέσεις ποὺ ἐξέφραζε ὁ π. Αὐγουστῖνος μὲ τὴν κριτικὴ ποὺ ἀσκοῦσε τότε στὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο Κοτσώνη, ἀλλὰ καὶ στὴ δικτατορία, ἡ ὁποία ἔφτασε στὸ σημεῖο –μέσῳ Πατίλη ὑπουργοῦ Βορείου Ἑλλάδος– νὰ στείλει τρεῖς ψυχιάτρους στὴ Φλώρινα γιὰ νὰ τὸν βγάλουν τρελλὸ καὶ νὰ τὸν ἐκθρονίσουν. Στὰ γραφεῖα τοῦ «Σταυροῦ» κατέφθαναν πολλοὶ δημοσιογράφοι καὶ ζητοῦσαν δηλώσεις ἢ συνέντευξη τοῦ μητροπολίτη Φλωρίνης. Στὸν γράφοντα εἶχε ἀναθέσει ὁ π. Αὐγουστῖνος τὸ ρόλο τοῦ διανομέα τῶν δηλώσεών του στὶς ἐφημερίδες. Ἐπειδὴ τότε ὅλες οἱ ἐφημερίδες εἶχαν τὴν ἕδρα τους στὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν, προλάβαινα μέσα σὲ μισὴ ὥρα νὰ διανείμω σὲ ὅλες τὶς ἐφημερίδες τὶς δηλώσεις του. Ἀπὸ ἐκεῖνες τὶς πολὺ γρήγορες διανομές, μοῦ εἶχε δώσει ὁ γέροντας τὴν προσωνυμία «ὁ Ἑρμῆς».

Τὸ πέμπτο περιστατικό. Πάσχα τοῦ 1972. Συμπληρώνονται 50 χρόνια ἀπὸ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφή (1922). Οἱ φοιτητὲς τοῦ οἰκοτροφείου τῶν Ἀθηνῶν ἑτοίμασαν εἰδικὴ ἐκδήλωση γιὰ τὰ 50 χρόνια μνήμης. Τὴν παρουσιάζουν στὴν αἴθουσα τοῦ Ἐπισκοπείου Πτολεμαΐδας. Ὁ γράφων εἶχε τὸ ρόλο τοῦ παρουσιαστῆ τῆς ἐκδήλωσης. Ἔφερε ὅμως μαζί του καὶ τὸν πατέρα του, ποὺ ἦταν λυράρης, προκειμένου νὰ συνοδεύει μουσικὰ τὶς διάφορες ἀφηγήσεις. Ὁ π. Αὐγουστῖνος εἶχε ζήσει στὰ νιᾶτα του τὸ δρᾶμα τῶν προσφύγων, ποὺ ἔφταναν καὶ στὸ νησί του, τὴν Πάρο. Γι’ αὐτὸ καὶ συγκινοῦνταν ἀπὸ τὴν ἱστορία τοῦ Πόντου καὶ τῆς Μ. Ἀσίας. Μνημόνευε δὲ πάντοτε μετὰ δακρύων στὴ Μεγάλη Εἴσοδο μεταξὺ ἄλλων «καὶ τῶν ἐν Μ. Ἀσίᾳ, Πόντῳ, καὶ Θράκῃ πεσόντων πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν». Μόλις τελείωσε ἡ ἐκδήλωση ἀνέβηκε στὴ σκηνὴ καὶ ἐξέφρασε τὴν συγκίνησή του ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐκδήλωση, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ λυράρης εἶχε ζήσει ὁ ἴδιος τὰ θλιβερὰ ἐκεῖνα γεγονότα, ἀλλὰ ἦταν καὶ ὑπερ-πολύτεκνος πατέρας 12 παιδιῶν. Ἡ πολυτεκνία ἦταν ἄλλο ἕνα θέμα ποὺ συγκινοῦσε ἰδιαίτερα τὸν γέροντα. «Βλέπετε τὸν Πόντιο λυράρη», εἶπε. «Ἔφερε στὸν κόσμο 12 παιδιά. Ὄχι ἕνα ἢ δύο ποὺ γεννοῦν οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες». Τότε εἶδα καὶ τὸν πατέρα μου γιὰ πρώτη φορὰ νὰ καμαρώνει γιὰ τὰ πολλὰ παιδιά του ἐπαινούμενος ἀσυνήθιστα ἀπὸ ἕναν ἐπίσκοπο.

Τὸ ἕκτο περιστατικό. Ἀφορᾶ στὴν ἐξομολόγηση. Ὁ γέροντας εἶχε τὴ φήμη ἑνὸς αὐστηροῦ ἱεροκήρυκα, ἐλεγκτοῦ τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ, ὅπου κι ἂν αὐτὸ παρετηρεῖτο. Στὴν ἐξομολόγηση ὅμως δὲν ὑπῆρχε γλυκύτερος πνευματικὸς ὅ,τι κι ἂν βάραινε τὴν ψυχή σου. Εἶχε καθιερώσει τὸ «τετράδιο» ἐξομολόγησης γιὰ διευκόλυνση τῶν ἐξομολογουμένων. Ἔγραφες τὰ ἁμαρτήματά σου στὸ τετράδιο. Ἐκεῖνος τὰ διάβαζε, καὶ ἀπὸ κάτω σημείωνε μὲ τὰ ὡραῖα του γράμματα τὶς νουθεσίες καὶ παρηγορίες του. Στὴ συνέχεια μιλοῦσε πάντοτε ἐνθαρρυντικὰ γιὰ τὴ θυσία τοῦ Κυρίου καὶ τὸν ὠκεανὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ καλύπτει καὶ τὰ Ἱμαλάϊα ἀκόμη τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἦταν θεϊκὲς ἐμπειρίες οἱ ἐξομολογήσεις ἐκεῖνες στὸν γέροντα. Δυστυχῶς, ὅταν ἔγινε ἐπίσκοπος, δὲν ἦσαν πλέον τόσο συχνὲς ὅσο στὰ χρόνια ποὺ ἦταν ἀρχιμανδρίτης. Κάποτε πῆγα στὸ γραφεῖο του νὰ ἐξομολογηθῶ καὶ ἦταν πολὺ ἀπασχολημένος καὶ κουρασμένος. Μὲ παρακάλεσε νὰ ἀναβάλουμε γιὰ εὐθετότερο χρόνο τὴν ἐξομολόγηση. Κλείδωσα τὴν πόρτα τοῦ γραφείου καὶ πῆρα τὸ κλειδί. «Πάτερ», τοῦ εἶπα, «δὲν φεύγω ἀπὸ ἐδῶ ἂν δὲν μὲ ἐξομολογήσεις». Κ᾽ ἐκεῖνος ὑπάκουσε καὶ μ’ ἐξομολόγησε παρὰ τὴν κούραση καὶ παρὰ τὶς τόσες ἀσχολίες του. Τόσο γλυκὺς ἐξομολόγος ἦταν.

Ὁ Θεὸς νὰ τοῦ χαρίζει τὴν αἰώνια ἀνάπαυση καὶ νὰ στείλει ἀντάξιό του στὴν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία, ποὺ τόση ἀνάγκη ἔχει σήμερα ἀπὸ αὐγουστίνεια ἀναστήματα.