- Ἦταν μοναδικὸς

ραγε ποῖος ἠμπορεῖ,ὅσο κι ἂν προσπαθήσῃ,σὲ τόσο ὕψος ν᾽ ἀνεβῇ,τὸ ὄρος νὰ προσεγγίσῃ; γέροντας γιὰ τὸ Χριστὸἀρνήθηκε τὰ ἐγκόσμια•οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸτοῦ πλέκουνε τὰ ἐγκώμια.Αὐθάδεια μὴ μοῦ λογιστῇ,ἦρθα κερὶ νὰ ἀνάψω,γιὰ τὴ δική μου ψυχὴστὸ τάφο του νὰ κλάψω.

Λίγα λουλούδια φτωχικά,

κυκλάμινα τοῦ Νότου

ἀπὸ τ᾽ ἀπόδημα παιδιὰ

γιὰ τὸ μνημόσυνό του•

στὸν ποιμενάρχη τὸν καλό,

ποὺ σφράγισε τὸν αἰώνα

καὶ ἔδωσε γιὰ τὸ Χριστὸ

ψυχὴ καρδιὰ καὶ σῶμα.

γωνιστὴς μοναδικὸς

καὶ καθαρὸς σὰν οἶνος

μ᾽ ἕνα παράσημο, «τρελλός»,

ὁ πάτερ Αὐγουστῖνος.

ρθε σὲ δύσκολη ἐποχή,

μᾶς σήκωσε στὴν πλάτη•

ἡ Φλώρινά μας ἡ φτωχή,

ἐπάλευε μονάχη.

σπόγγισε τὸ δάκρυ μας,

χόρτασε τὰ φτωχά μας•

ἔχτισε τόσα ἱδρύματα

γιὰ τὰ ὀρφανὰ παιδιά μας.

ταν ἀστείρευτη πηγὴ

μὲ γάργαρο νεράκι,

καὶ καρποφόρησε ἡ γῆ

καὶ τὸ ξερὸ κλαδάκι.

Τοὺς Ἀθιγγάνους βάφτισε,

τοὺς ἔχτισε συνοικία

καὶ σὰν τὸν Παῦλο κήρυξε

σ᾽ ὅλους Ὀρθοδοξία.

γωνιζότανε σκληρὰ

νὰ λάμψῃ ἡ Ἐκκλησία.

Δάκρυζε στὰ κηρύγματα

γιὰ τὴ Μακεδονία.

Καλλιέργησε πνευματικὰ

τῆς Φλώρινας τὰ ἐδάφη,

κι αὐτὴ τὸν τίμησε θερμὰ

μὲ ὅλη της τὴν ἀγάπη.

Γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ πέρασε

μὲ πόνο ψυχῆς μιλοῦσε

κ᾽ ἡ γῆ της τὸν ἐσκέπασε

ποὺ τόσο ἀγαποῦσε.

Τρία χρόνια περάσανε

ἀπὸ τὴν κοίμησή του

καὶ τὸ κενὸ μεγάλωσε,

μᾶς λείπει ἡ μορφή του.

κόσμος τώρα στὴν Μονὴ

πάει κερὶ νὰ ἀνάψῃ,

στὸ μνῆμα δίπλα νὰ σταθῇ

κάποιο καημὸ νὰ κλάψῃ.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΒΟΓΔΑΝΗ