- Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΩΣ ΜΙΜΗΤΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ (Β' ΜΕΡΟΣ)

τοῦ σεβ. μητροπολίτου Γόρτυνος κ. Ἰερεμία

4. Παρὰ τὴν ταραχὴ ὅμως καὶ τὴν κρίση αὐτὴ ποῦ ἔπασχαν οἱ προφῆτες ἀπὸ τὴν ἐπαφὴ τῶν δύο κόσμων, τοῦ δικοῦ τους κόσμου καὶ τοῦ κόσμου τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων τῆς κοινωνίας, στὴν ὁποία ἔρχονταν νὰ κηρύξουν, αὐτοὶ δὲν ἐγκατέλειπαν τὸ ἔργο τους ποὺ ἄρχισαν, ἀλλὰ συνέχιζαν νὰ ἐργάζονται, ἐλέγχοντες τὴν παρατηρουμένη ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐξαγγέλλοντες τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτούς. Ἔτσι καὶ ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος: Δὲν ἀποδείχθηκε ποτὲ ἀδύνατος καὶ δειλός, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ἔργο του καὶ νὰ τὸ ἀφήσει ἡμιτελές, ἀλλά, παρ᾽ ὅλη τὴν παρουσιαζομένη διαφθορὰ τῆς κοινωνίας, αὐτὸς ἐργαζόταν συνεχῶς σ᾽ αὐτήν, κηρύττοντας ἀκατάπαυστα καὶ μὲ θαυμαστὸ ζῆλο τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ ἔργο τους οἱ προφῆτες στὴν κοινωνία τὸ αἰσθάνονταν διπλό. Ἀρνητικὸ καὶ θετικὸ καὶ μάλιστα ἀρνητικὸ πρῶτα. Δηλαδή, οἱ προφῆτες ἄρχιζαν κατὰ πρῶτον νὰ κατακρημνίζουν ἁμαρτωλοὺς κόσμους καὶ νὰ ἐκριζώνουν εἴδωλα, ποὺ ἦταν βαθιὰ ριζωμένα, γιὰ νὰ φυτέψουν στὴν κοινωνία τὸν δικό τους πνευματικὸ κόσμο. Αὐτὸ τὸ ἐκφράζει ὁ Θεὸς στὸν προφήτη Ἰερεμία ὅταν, ἀποστέλλοντάς τον στὸ κήρυγμα, τοῦ εἶπε: «Ἰδού, σήμερα προφήτη στὰ ἔθνη καὶ στὰ βασίλεια σὲ κατέστησα, νὰ ἐκριζώνεις καὶ νὰ καταστρέφεις, νὰ ἀνοικοδομεῖς καὶ νὰ φυτεύεις» (1,10). Ἔτσι, κατὰ τὴν προφητικὴ αὐτὴ ἀρχή, διπλὸ ἦταν τὸ ἔργο καὶ τοῦ Σεβασμιωτάτου Γέροντος πατρὸς Αὐγουστίνου κατὰ τὴν μακρά του προφητικὴ δράση.

Κατὰ πρῶτο λόγο ἦταν ἔργο ἀρνητικό, γιατὶ ἤθελε νὰ καταστρέψει τὰ κατασκευάσματα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου καὶ νὰ φυτέψει σ᾽ αὐτὸν τὸν δικό του κόσμο, ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν δικός του, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὸν ἐμελέτησε ὁ πολυθρύλητος Γέροντας στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στὰ βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων. Γι᾽ αὐτό, γιὰ τὴν ἐκρίζωση δηλαδὴ τῶν ἁμαρτωλῶν ἐθίμων τῆς ἀποστάτου ἀπὸ τὸν Θεὸ κοινωνίας, ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος φώναζε, φώναζε δυνατὰ διαμαρτυρόμενος γιὰ τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἐλέγχοντας τοὺς ὑπεύθυνους γιὰ τὰ παρατηρούμενα κακά. Στὴν πολεμική του αὐτὴ ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος ἦταν ἀτρόμητος.

Πρέπει νὰ ποῦμε ὅμως, καὶ μάλιστα νὰ τονίσουμε, ὅτι ἡ πολεμικὴ αὐτὴ τοῦ πατρὸς Αὐγουστίνου, ὅπως βεβαίως καὶ τῶν προφητῶν, δὲν προερχόταν ἀπὸ ἐχθρότητα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη του στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ γκρεμιστοῦν ἀπὸ αὐτὴν τὰ τείχη τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ φυτευτοῦν σ᾽ αὐτὴν οἱ λαμπροὶ πύργοι τῆς ἀρετῆς. Μάλιστα, ὅπως τὸ λέγει ὁ μακαριστὸς Καθηγητὴς Βασίλειος Βέλλας, «ὅσο ἡ πίστις τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ ὑπ᾽ αὐτοῦ πρεσβευομένου κόσμου εἶναι βαθυτέρα, τόσον καὶ ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ ψευδοῦς κόσμου εἶναι βιαιότερος» (στὸ βιβλίο του Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος κατὰ τοὺς Προφήτας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, Ἀθῆναι 1959, σ. 28). Ἄρα, κατὰ τὸν ἀδαμάντινο λόγο αὐτὸν τοῦ μακαριστοῦ διδασκάλου, τὰ δυνατὰ ἐλεγκτικὰ κηρύγματα τοῦ πατρὸς Αὐγουστίνου προέρχονται ἀπὸ τὴν βαθειά του πίστη στὸν Θεὸ καὶ στὸν ἅγιό Του λόγο.

5. Ὁ πόλεμος αὐτὸς τῶν προφητῶν, ὁ ὁποῖος ἔθιγε ὑψηλὰ πρόσωπα τῆς κοινωνίας, θρησκευτικὰ καὶ πολιτικὰ πρόσωπα, ἀλλὰ καὶ αὐτὸν τὸν λαό, ἐγέννησε, ὅπως ἦταν φυσικό, καὶ τὴν σφοδρὴ ἀντίδραση τοῦ κόσμου κατὰ τῶν προφητῶν. Ἡ ἀντίδραση αὐτὴ ἐκφραζόταν στὴν ἀρχὴ μὲ μία ψυχρὴ ἀδιαφορία πρὸς τὸ κήρυγμά τους, ἀλλὰ μετὰ ἡ ἀδιαφορία αὐτὴ γινόταν εἰρωνεία καὶ ὕβρις καὶ πολεμικὴ ἐναντίον τους. Τὸν προφήτη Ὠσηέ, γιὰ παράδειγμα, οἱ σύγχρονοί του τὸν ἀποκαλοῦσαν τρελλό. Ἔλεγαν: «Ἀνόητος εἶναι ὁ προφήτης, τρελλὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος» (Ὠσ. 9,7). Καὶ ὄχι μόνον αὐτὸ ἀλλά: «Ὁ Ἐφραὶμ παραμένει παρὰ τὴν σκηνὴν τοῦ προφήτου, παγίδες στήνει σὲ ὅλους τοὺς δρόμους του» (Ὠσ. 9,8 ἐξ.). Ἡ μεγαλύτερη ὅμως πολεμική, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ κείμενά μας, ἔγινε κατὰ τοῦ προφήτου Ἰερεμίου. Ὁ προφήτης ἔγινε «ὁ ἄνθρωπος τῆς ἔριδος καὶ τῆς διαμάχης σὲ ὅλη τὴν χώρα» (Ἰερ. 15,16). Τὸ κήρυγμά του γινόταν ἀντικείμενο γέλωτος καὶ ὀνειδισμοῦ (Ἰερ. 15,15). Ὅλοι τὸν καταρῶνται, ὅλοι τὸν ἔχουν ἐγκαταλείψει (Ἰερ. 15,10.11.17). Καὶ ἀκόμη περισσότερο, αὐτοὶ οἱ πατριῶτες του εἶχαν ἀποφασίσει τὸν θάνατό του καὶ ἔκαναν μάλιστα δολοφονικὴ ἀπόπειρα ἐναντίον του (βλ. Ἰερ. 18,12-22. 17,18. 11,18-19).

Ἐδῶ πιὰ ὁ μακαριστὸς διδάσκαλος ἐπίσκοπος πατὴρ Αὐγουστῖνος ἀποδεικνύεται κατὰ πολὺ γνήσιος μιμητὴς τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στὰ ὁρμητικὰ ἐλεγκτικά του κηρύγματα οἱ ἀρνητὲς ἀπαντοῦσαν μὲ ὕβρεις καὶ εἰρωνεῖες καί, ἀκριβῶς - ἀκριβέστατα, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ προφήτου Ὠσηέ, τὸν ἀποκαλοῦσαν καὶ αὐτὸν τρελλό. Σὲ κάποια παλαιά του Σπίθα, θυμᾶμαι, ὁ ἴδιος ἀνέφερε ὅτι ἐλάμβανε γράμματα στὰ ὁποῖα τὸν ἀποκαλοῦσαν «τρελλλλλὸ» (μὲ 5 λάμδα). Θυμούμεθα καλῶς καὶ τὸν ἐρχομὸ ἐδῶ στὴν Φλώρινα ἰατρῶν, ἀπεσταλμένων ἀπὸ τὴν δικτατορία, μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὸν χαρακτηρίσουν, μετὰ ἀπὸ ἐξέταση, ὡς τρελλό, γιὰ νὰ τὸν ἐκτοπίσουν ἀπὸ τὸν θρόνο Του. Ἀλλὰ εὐφυέστατος ὁ «τρελλός» τους δὲν δέχτηκε τὴν ἐμπαικτικὴ αὐτὴ ἐξέταση! Ἄγευστοι τῶν προφητικῶν κειμένων καὶ τῶν ἀγώνων καὶ τῶν ἀγωνιῶν τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πολλοὶ ἔκριναν τὶς φωνὲς τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος ὡς νευρικότητες, ὡς ξεσπάσματα ταραγμένης ψυχικῆς καταστάσεως. Ἀλλὰ ἐδώσαμε ἤδη τὴν ἑρμηνεία αὐτῶν. Εἶναι ὁ κρότος ἀπὸ τὴν σύγκρουση τῶν δύο ἄκρως ἀντιθέτων κόσμων, τοῦ πνευματικοῦ κόσμου τοῦ προφήτου καὶ τοῦ κόσμου τῶν ἀσεβῶν. Ἐπαναλαμβάνω τὸν μονόλογο τοῦ προφήτου Ἰερεμίου, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τὴν κρίση αὐτή: «Εἶμαι σὰν ἕνας μεθυσμένος, ἀπὸ τὸ κρασὶ κυριευμένος πρὸ τοῦ Γιαχβέ, πρὸ τῶν ἁγίων λόγων Του» (Ἰερ. 23,9-10). Καὶ ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος, ἐνθυμοῦμαι, σὲ κάποια του τέτοια προφητικὴ κρίση εἶπε σὲ κήρυγμα: «Ζαλίζομαι, ζαλίζομαι. Τί ἔπαθα; Τρελλάθηκα; Ποῦ ζῶ; Ποῦ βρίσκομαι;». Πλήρης ταύτιση μὲ τὶς κρίσεις τῶν προφητῶν καὶ κατ᾽ ἔκφραση!

6. Ἡ πολεμικὴ τοῦ κόσμου ἀπέβαινε γιὰ τοὺς προφῆτες καὶ γιὰ τὸν πατέρα Αὐγουστῖνο ὁμοίως ἕνα ἀληθινὸ μαρτύριο. Δυνατοὶ ὅμως στὴν πίστη οἱ προφῆτες δὲν κλονίζονταν ἀπὸ τὴν πολεμικὴ τοῦ κόσμου, δὲν ἀποδεικνύονταν δειλοί, ἀλλὰ παρέμεναν πιστοὶ στὴν ἀποστολή τους καὶ συνέχιζαν τὸ ἔργο τους. Εἶναι ὡραῖος ὁ λόγος τοῦ προφήτου Μιχαία, ὁ ὁποῖος, ἀπαντώντας στοὺς πολεμοῦντες τὸ προφητικό του ἔργο, ἔλεγε: «Τουναντίον ἐγὼ εἶμαι πλήρης δυνάμεως, γιὰ νὰ ἐξαγγέλλω τὴν ἀσέβεια τοῦ Ἰακὼβ καὶ τὴν ἁμαρτία τοῦ Ἰσραήλ» (Μίχ. 3,8). Τέτοιους παρομοίους λόγους ἔχουμε ἀκούσει πολλοὺς ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ πατρὸς Αὐγουστίνου. Ἐνῶ ἐμαίνετο ὁ κατ᾽ αὐτοῦ πόλεμος, μὲ ἀρχηγέτες ἐκκλησιαστικοὺς καὶ πολιτικοὺς ἄρχοντες, αὐτὸς παρέμενε σταθερὸς στὶς θέσεις του, ἀκλόνητος στὶς ἀρχές του. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ ἐνέτεινε περισσότερο τὸν ἔλεγχό του κατὰ τοῦ κακοῦ καὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων.

7. Ἀλλὰ εἶναι καὶ τὸ ἄλλο: Ἔχουμε περιπτώσεις, στὶς ὁποῖες οἱ προφῆτες αἰσθάνονται κουρασμένοι ἀπὸ τὴν πολεμικὴ τοῦ κόσμου• ὁ δὲ πολυπαθὴς Ἰερεμίας κλαυθμυρίζει καὶ παραπονεῖται ἀκόμη καὶ κατὰ τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἰερ. 15,10 ἑξ. 20,7-18), γιατὶ σὰν νὰ μὴ βλέπει τὴν συμπαράστασή Του. Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἀνθρώπινη αὐτὴ κρίση οἱ προφῆτες ἐμφανίζονται καὶ πάλι δυνατοὶ καὶ προσκολλημένοι στὴν προφητική τους ἀποστολή. Αὐτὸ συνέβαινε γιατὶ ἀγαποῦσαν δυνατὰ τὸ κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶχαν ταυτιστεῖ μὲ τὸ ἔργο τους αὐτό. Καὶ ὅταν ἀναπηδοῦσε ἀπὸ μέσα τους ἡ ἀπογοητευτικὴ σκέψη νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ κήρυγμα, μιὰ δύναμη ἀναπηδοῦσε ἀπὸ τὴν ψυχή τους, ποὺ τοὺς καθήλωνε στὸ ἔργο τους, γιατὶ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ βάλουν μὲ αὐτὸ ποὺ ἐρωτεύτηκαν! Τὴν δύναμη αὐτὴ ὁ προφήτης Ἰερεμίας τὴν παριστάνει ὡς καυστικὴ φωτιά. Λέγει σὲ κάποιον ὡραῖο του μονόλογο: «Ὁσάκις σκέφτομαι νὰ μὴν θυμηθῶ τὸν Θεό, νὰ μὴ μιλήσω πλέον στὸ ὄνομά Του, τότε νιώθω μέσα μου μία καυστικὴ φωτιά, μιὰ φλόγα στὰ κόκκαλά μου. Προσπαθῶ νὰ ὑποφέρω (αὐτὸ τὸ πῦρ), ἀλλὰ δὲν μπορῶ» (Ἰερ. 20,8). Ὁ πατὴρ Αὐγουστῖνος, τοῦ ὁποίου ὁ ἔπαινος εἶναι λαμπρὸς στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶχε ἐρωτευθεῖ τὸ κήρυγμα. Δὲν μποροῦσε νὰ ζήσει χωρὶς τὸ κήρυγμα. Ἐνθυμοῦμαι, μόλις κατὰ τὴν ἔξοδό του ἀπὸ τὸ Νοσοκομεῖο Εὐαγγελισμός, ὅπου εἶχε νοσηλευθεῖ γιὰ ἐπικίνδυνη ἀσθένεια, ἀσθένεια πρὸς θάνατον, εἶπε στὸν γιατρό του: «Δηλαδὴ τώρα μπορῶ νὰ κηρύττω»! Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὁ λόγος του αὐτὸς σὲ μένα τὸν νεαρὸ τότε, γιατὶ διέγνωσα ἀπὸ αὐτὸν τὴν θερμὴ ἀγάπη του στὸ κήρυγμα. Ἂν καὶ εἶχε κάνει χιλιάδες-χιλιάδες κηρύγματα μέχρι τότε, ἂν καὶ παρ᾽ ὀλίγον νὰ πέθαινε στὸ Νοσοκομεῖο καὶ ἂν καὶ τόσο ὑπέφερε ἀπὸ τὴν πολεμικὴ τοῦ κόσμου γιὰ τὰ κηρύγματά του, ὅμως ἡ καρδιά του ἦταν στὸ κήρυγμα.

(Ὁμιλία εἰς Φλώρινα τὴν 24η Αὐγούστου εἰς Ἑσπερίδα ἀφιερωμένη στὴν

σεπτὴ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης πατρὸς Αὐγουστίνου)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ Α' ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΕΔΩ