Δωροθέα Ρεσναλῆ (1925–2011) Μέχρι θανάτου…

Ἐπὶ τῷ 40ημέρῳ μνημοσύνῳ

τοῦ κ. Δημ. Παπαδοπούλου

Στίς 3 Αὐγούστου, ἡ πολυσέβαστη Δωροθέα ῾Ρεσναλῆ, ἱεραποστολικὴ μορφὴ ἀφιερωμένη στὴ μεγάληὑπόθεσι τοῦ Εὐαγγελίου, ἔκλεισε τὰ μάτια της σ’ αὐτὸν τὸ μάταιο κόσμο, γιὰ νὰ τὰ ἀνοίξῃ στὴν ἀτελεύτητηΒασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἤδη προγεύεται τὴ θέα Ἐκείνου ποὺ ἀγάπησε περισσότερο ἀπὸ κάθε τι, τοῦΝυμφίου Χριστοῦ.Ὅλοι ὅσοι τὴ γνωρίσαμε σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μας, δοξάζουμε τὸ Θεὸ γιὰ τὴν εὐεργεσία νὰ στείλῃ στὸδρόμο μας ἕνα τόσο πιστὸ ἐργάτη του. Γιατὶ ἡ Δωροθέα ὑπῆρξε πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἐργάτης –κι ἔτσι τὴθυμόμαστε ὅλοι, μὲ τὴ στολὴ τῆς ἐργασίας νὰ μοχθῇ στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Διαθέτοντας σπάνια αἴσθησικαθήκοντος δὲν ἐπέτρεψε ποτέ στὸν ἑαυτό της τήν παραμικρὴ ἄνεσι, τὴν ἐλάχιστη χαλάρωσι, ἀκόμη κ᾽ ἐκεῖποὺ θὰ ἦταν δικαιολογημένη λίγη ἀνάπαυσι. Ποιός θὰ εἶχε τὴν ἀπαίτησι ἀπὸ τὸ Δάσκαλο τοῦ χωριοῦ (διακόνησε στὸ Ἀμμοχώρι σχεδὸν δύο δεκαετίες) νὰ εἶναι ὅλο τὸ ἔτος "ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων", δουλεύονταςμέσα κ᾽ ἔξω ἀπὸ τὸ Σχολεῖο, διδάσκοντας, νουθετώντας, στηρίζοντας μικροὺς καὶ μεγάλους, σὲ κάθεπερίστασι; Ποιός θὰ εἶχε τὴν ἀπαίτησι ἀπὸ τὸν ὑπεύθυνο βιβλιοπωλείου νὰ μὴ βάζῃ βιβλίο στὰ ῥάφια τουπρὶν τὸ μελετήσῃ πρῶτα ὁ ἴδιος;

Αὐτά, τὰ σχεδὸν «σκανδαλώδη» γιὰ τὴν ἐποχή μας, ἦταν καθημερινὰ γιὰ τὴν ἀφωσιωμένη διάκονο τοῦΘεοῦ. Δὲν μποροῦσε νὰ γίνῃ ἀλλιῶς, καθὼς εἶχε μαθητεύσει παρὰ τοὺς πόδας τοῦ π. Αὐγουστίνου, καὶμάλιστα σὲ περιόδους δύσκολες (κατοχή, πείνα, ἀνταρτοπόλεμος). Ἀπὸ τότε εἶχε φανῆ πὼς ἡ ψυχή τηςσυγκινοῦνταν ἀπὸ τὶς κορυφές. Ὁ «πατὴρ» γιὰ τὴ σεβαστὴ Δωροθέα, ὅπως καὶ τόσους συνεργάτες τουἐκείνης τῆς ἐποχῆς, δὲν ὑπῆρξε ὁ διδάσκαλος ποὺ προσέφερε σὲ ὅσους συνδέονταν μαζί του ἕναἀπάνεμο –πνευματικό, ἔστω– λιμάνι ἤ, ἁπλῶς, μιὰ διέξοδο.

Τὸ μόνο ποὺ μποροῦσε νὰ τοὺς ἐγγυηθῇ ὁ ἀσυμβίβαστος ἱερωμένος ἦταν ὁ σταυρός, ἡ κακοπάθεια, ὁδιωγμὸς στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ οἱ ἐκλεκτὲς ψυχές, ἀνάμεσα σ᾽ αὐτὲς οἱ τρεῖς ἀδελφὲς ῾Ρεσναλῆ, ἀνταποκρίθηκαν στὴν κλῆσι νὰ ἄρουν τὸ σταυρό τους καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸ δύσβατο δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ.

Ἡ γνήσια ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστὸ καὶ ὁ βαθὺς πόθος νὰ ἔλθῃ ἡ βασιλεία Του σὲ ὅλη τὴ γῆ, ἐξασφάλισαν στὴν ἀείμνηστη Δασκάλα τὴ δύναμι νὰ ἐπιτελέσῃ ἔργοθαυμαστὸ – σέ βαθμὸ πού δυσκολεύονται νὰ περιγράψουν οἱ παλαιότεροι (ποὺ τὸ γνώρισαν ἀπὸ κοντά) καὶ νὰ πιστέψουν οἱ νεώτεροι (ποὺ ἀκοῦν μόνο γι’ αὐτό).

Μὰ περισσότερο κι ἀπ’ αὐτὸ τὸ ἔργο της, θαυμαστὴ ἡ ταπείνωσί της. Αὐτὴ ἡ ταπείνωσι ποὺ τὴν ἔκανε, ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα, νὰ ἀποσυρθῇ σιωπηρὰ ἀπὸ τὸ προσκήνιο.

Γιατὶ τὸ ἔργο της δὲν ὑπῆρξε ποτέ προσωποκεντρικό, καθὼς ἐφάρμοζε πιστὰ αὐτὸ ποὺ πολλὲς φορὲς εἶχε ἀκούσει ἀπὸ τὸν π. Αὐγουστῖνο· ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι ἁπλῶς νυμφαγωγός· Νυμφίος εἶναι μόνο Ἕνας, ὁ Χριστός.

Καὶ ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα τῆς ἐκδημίας της, ἔφυγε τὸ ἴδιο διακριτικά. Ἄνθρωποι ποὺ τὴν ἀγάπησαν (ἀνάμεσα σ’ αὐτὲς ἡ τρίτη ἀπὸ τὶς εὐλογημένες ἀδελφὲς ῾Ρεσναλῆ, ἡ Εὐαγγελία) βρέθηκαν δίπλα της, γιὰ νὰ τὴν προπέμψουν ἐκεῖ ὅπου τὴν περίμενε ἡ Πολεμίδα (θρυλικὸ ὄνομα, ποὺ προφέρεται ἀκόμη μέ δέος στὴ Φλώρινα), ὁ «πατήρ», ποὺ τὴν ἐνέπνευσε στὴν ἱεραποστολική της πορεία, μαζὶ μὲ τόσους ἄλλους συνεργάτες, καί, βεβαίως, ὁ ἀγωνοθέτης Κύριος, ποὺ ἔδειξε τὸ μέτρο καὶ τὸ τέλος τοῦ ἀγώνα κάθε πιστοῦ· «Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς».

Ἔτσι ἀκριβῶς· «μέχρι θανάτου», ὅπως τόσο ἐκφραστικὰ ἐπαναλάμβανε μὲ τὰ χείλη της καὶ πιστοποιοῦσε μὲ τὴ ζωή της. «Μέχρι θανάτου» καὶ πέρα ἀπ’ αὐτόν, τίποτε δὲ στάθηκε ἱκανὸ νὰ τὴ χωρίσῃ «ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μορφή της, βγαλμένη ἀπὸ τὸν εὐλογημένο (ὅσο καὶ συκοφαντημένο) χῶρο τῶν ἱεραποστολικῶν ἀδελφοτήτων, ἀποτελεῖ πρότυπο γιὰ γονεῖς, δασκάλους, κατηχητές, ποιμένες. Στὸν αἰώνα τῆς ἀποστασίας, ὅπου οἱ γονεῖς παραιτοῦνται ἀπὸ τὶς εὐθῦνες τους, οἱ δάσκαλοι μετατρέπονται σέ ἐπαγγελματίες ἐκπαιδευτὲς καὶ οἱ ποιμένες (εὐτυχῶς ἀκόμη λίγοι) σὲ «μισθωτούς», ἡ ἐμφάνισι τέτοιων μεγεθῶν ἀποτελεῖ κάτι περισσότερο ἀπὸ ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη...

Στὶς ἐκδημίες ἀνθρώπων ποὺ ἔδωσαν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἡ θλῖψι ποὺ νιώθουμε δὲν εἶναι τόσο γι᾽ αὐτοὺς ποὺ φεύγουν. Ἴσως εἶναι ἡ αἴσθησι πὼς ὠρφανεύουμε... Ἴσως εἶναι ὁ κρυφὸς καημὸς (φοβοῦμαι νὰ πῶ «ἐνοχή») πὼς ἀξιωθήκαμε νὰ ζήσουμε κοντὰ σὲ τέτοιους ἀνθρώπους κι ὅμως παραμένουμε πνευματικὰ σχεδὸν στάσιμοι...

Τί μᾶς κρατᾶ ἀκόμη στὴν πορεία καὶ δὲ μᾶς ἀφήνει νὰ ξεπέσουμε στὴν ἀπόγνωσι; Τὸ ζωντανὸ παράδειγμα μορφῶν ὅπως ἡ μακαριστὴ Δωροθέα, ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι ὁ δρόμος πρὸς τὸ κενὸ μνῆμα τοῦ «ἀγαπήσαντος ἡμᾶς» εἶναι ἀκόμη ἀνοιχτὸς καὶ βατὸς γιὰ ὅλους...

Σεβαστή μας Μητέρα, Πέρασαν πολλὰ χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ἤμασταν μαθητές σου. Κάναμε οἰκογένειες, ἔχουμε παιδιά, κάποιοι ἔχουμε καὶ μαθητές... Κι ὅμως, καὶ μόνο μὲ τὴ σκέψι σου, ξαναγινόμαστε τὰ μικρὰ παιδιὰ ποὺ ἀκούμπαγαν πάνω σου. Θὰ σὲ θυμώμαστε πάντοτε μὲ εὐγνωμοσύνη, ὅπως σὲ ζήσαμε· ἀκούραστη στὸν καθημερινὸ μόχθο νὰ μᾶς μάθῃς κάτι παραπάνω ἀπὸ γράμματα, αὐστηρὴ καὶ συνάμα στοργική, μὲ τὸ πρόσωπο νὰ λάμπῃ καὶ τὴ φωνὴ νὰ δονῆται ὅταν μιλοῦσες γιὰ τὸ Χριστό. Στεκόμαστε εὐλαβικὰ στὴ μνήμη σου, καὶ ζητᾶμε τὴν εὐχή σου, γιὰ νὰ μείνουμε ὅπως μᾶς δίδαξες· πιστοὶ μέχρι θανάτου.

Δημήτρης Παπαδόπουλος

ἐλάχιστος μαθητὴς