- Μιὰ ζωὴ θυσιαστικῆς ἀγάπης - Ἡ ζωὴ καὶ οἱ διδαχὲς τοῦ π. Ἰουστίνου Πάρβου (ΜΕΡΟΣ Α΄)

Στὶς 3/16 Ἰουνίου τοῦ 2013 ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ ἕνας ἀπὸ τοὺς τελευταίους Ῥουμάνους γέροντες ποὺ ὑπέφεραν μέσα στὶς κομμουνιστικὲς φυλακές. Γεννημένος στὸ τέλος τοῦ Α΄ παγκοσμίου πολέμου ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἰουστῖνος Πάρβου ἔγινε γιὰ πολλούς, τόσο στὴ Ῥουμανία ὅσο καὶ σ᾿ὅλο τὸν κόσμο, φάρος ποὺ τοὺς ὡδήγησε στὸ Χριστὸ καὶ στὴ βασιλεία Του. Ὑπέμεινε φοβεροὺς διωγμοὺς καὶ ὡμολόγησε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστι μέσα στὶς κομμουνιστικὲς φυλακὲς τῆς Ῥουμανίας. Οἱ ἐμπειρίες του ἀπὸ τὴ μοναχικὴ ζωὴ τοῦ δίδαξαν νὰ πάσχῃ γιὰ τοὺς πάσχοντες, νὰ τοὺς δίνῃ ἐλπίδα καὶ παρηγοριά, καὶ νὰ ζῇ μιὰ θυσιαστικὴ ζωὴ γεμάτη ἀγάπη γιὰ τὸ συνάνθρωπο. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔπραττε ἀκόμη καὶ ὅταν ἦταν μέσα στὶς φυλακές. Ὁ π. Ἰουστῖνος Πάρβου γεννήθηκε στὶς 10 Φεβρουαρίου τοῦ 1919 στὸ χωριὸ Petru Vodă μέσα σὲ μιὰ πολὺ πιστὴ ὀρθόδοξη οἰκογένεια. Ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πέντε παιδιά τους καὶ πῆρε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του τὸ ὄνομα Ἰωσήφ. Οἱ γονεῖς του Γεώργιος καὶ Ἄννα ἦταν πιστοὶ ἄνθρωποι. Ἡ μητέρα του ἔζησε μιὰ ζωὴ μὲ ὑπακοὴ καὶ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό. Αὐτὴ ἦταν ποὺ τοῦ ἐνστάλαξε τὴν πίστι στὸ Χριστό, τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς συνανθρώπους του καὶ τὸ ζῆλο γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ ἴδια ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καὶ ἀντιμετώπιζε ὅλες τὶς δυσκολίες προσευχόμενη μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας. Ὁ π. Ἰουστῖνος λέει· Ἡ μητέρα μου πάντα μὲ φρόντιζε μὲ τὶς προσευχές της καὶ ἰδίως στὰ δύσκολα χρόνια τῆς φυλακίσεως. Ἡ μητρικὴ στοργή, ποὺ βρῆκα στὰ πρόσωπα τῆς Παναγίας καὶ τῆς μητέρας μου, μὲ βοήθησε νὰ ξεπεράσω τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Αὐτὴ εἶνε ἡ Ὀρθόδοξη παράδοσι τοῦ ἔθνους μας. Ἔτσι χτίζεται ἡ ὕπαρξί μας, ὥστε ν᾽ἀντιμετωπίζουμε κάθε κίνδυνο καὶ ἀγῶνα.

Στὴν οἰκογένειά τους, ὅταν τὰ παιδιὰ ἐπέστρεφαν ἀπὸ τὸ σχολεῖο, εἶχαν τὴν εὐλογημένη συνήθεια νὰ προσκυνοῦν τὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ, νὰ λένε τὸ «Πάτερ ἡμῶν» καὶ μετὰ νὰ χαιρετοῦν τοὺς γονεῖς τους.

Ὁ π. Ἰουστῖνος θυμᾶται μὲ νοσταλγία τὴν παιδική του ἡλικία, τότε ποὺ ἡ γέννησι ἑνὸς παιδιοῦ ἦταν χαρὰ καὶ εὐλογία γιὰ τὴν οἰκογένεια καὶ ὄχι ἀσήκωτο βάρος.

Στὴν οἰκογένεια τοῦ π. Ἰουστίνου ὑπῆρχε βαθειὰ ῥιζωμένο καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ μοναχισμοῦ, ἐπειδὴ τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς μεγάλες ἑορτὲς ὅλη ἡ οἰκογένεια πήγαινε στὰ κοντινὰ μοναστήρια διανύοντας μιὰ ἀπόστασι 9 μιλίων, ἀλλὰ καὶ οἱ μοναχοὶ ἐπισκέπτονταν τὸ σπίτι τους πολλὲς φορές. Ἔτσι ὁ π. Ἰουστῖνος μεγάλωσε μὲ βαθειὰ πίστι μέσα σὲ μιὰ ὀρθόδοξη οἰκογένεια ποὺ βίωνε τὴν ἀρετὴ καὶ τὸ σεβασμὸ στὴν ἱερὰ παράδοσι.

Τὸ σχολεῖο δὲν ἦταν κάτι ποὺ τὸν ἐνθουσίαζε, ἀλλὰ ἔμαθε πολλὰ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἑξαετοῦς φοιτήσεώς του στὸ σχολεῖο τοῦ χωριοῦ, προσέχοντας πάντα ὅταν οἱ δάσκαλοί του παρέδιδαν τὸ μάθημα. Ἐπὶ πλέον, ἐπειδὴ τὸ σχολεῖο ἦταν πολὺ αὐστηρὸ καὶ οἱ ποινὲς καὶ οἱ τιμωρίες ἦταν μεγάλες, αὐτὸ τὸν βοήθησε νὰ προετοιμαστῇ γιὰ τὰ μελλοντικὰ ἀσκητικά του παλαίσματα.

Ὁ π. Ἰουστῖνος ἔλεγε· Τὰ σημερινὰ σχολεῖα ἔχουν μετατραπῆ σὲ τόπους ἀθεΐας. Τὰ παιδιὰ δὲν διδάσκονται τίποτε γιὰ τὸ Θεό, καὶ μόνο ἡ οἰκογένεια πλέον μπορεῖ νὰ ἐμφυσήσῃ τὴν πίστι στὰ σημερινὰ παιδιά.

Μεγαλώνοντας μέσα στὴ φύσι, μακριὰ ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς πόλεως, ὁ π. Ἰουστῖνος σκληραγωγήθηκε· καὶ αὐτὸ τὸν βοήθησε μετέπειτα, ὅταν ἦταν φυλακισμένος. Ὁ ἴδιος ἔλεγε ἀργότερα·

Παρατήρησα στὶς φυλακὲς πὼς αὐτοὶ ποὺ εἶχαν μεγαλώσει στὴν ἐπαρχία, καὶ ἰδιαίτερα στὶς ὀρεινὲς περιοχές, ἄντεξαν πιὸ πολὺ στὰ βασανιστήρια τῶν φυλακῶν. Αὐτοὶ ποὺ μεγάλωσαν στὶς πόλεις, γρήγορα κατέρρευσαν καὶ κοιμήθηκαν.

Προσπαθοῦσε νὰ νηστεύῃ Δευτέρα, Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀκόμη καὶ ὅταν ἔβοσκε τὰ πρόβατα τῆς οἰκογένειάς του· κι ἂν καμμιὰ φορὰ κατέλυε τὴ νηστεία, περίμενε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ἄρῃ τὴν προστασία Του καὶ νὰ τὸν τιμωρήσῃ γιὰ τὴν παράβασι τῆς ἐντολῆς τῆς νηστείας.

Εἴσοδος στὸν μοναχισμὸ

Ἡ ἐπιθυμία τοῦ π. Ἰουστίνου νὰ γίνῃ μοναχὸς ὑπῆρχε ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς νεότητός του. Ἀγαποῦσε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἤθελε ν᾽ἀκολουθήσῃ τὸ μοναχικὸ βίο, γιὰ νὰ βρίσκεται πιὸ κοντὰ στὸ Χριστό. Ἔλεγε ὁ π. Ἰουστῖνος·

Ὁ καθένας, τὸ δῶρο ποὺ τοῦ χαρίζει ὁ Θεός, ἢ τὸ καλλιεργεῖ ἢ τὸ παραμελεῖ. Ἀλλὰ εἶνε ἐπίσης σημαντικὸ καὶ τὸ περιβάλλον, μέσα στὸ ὁποῖο μεγαλώνει κανείς. Ἰδιαίτερα ὁ ῥόλος τῆς μητέρας εἶνε καθοριστικὸς στὴ ζωὴ μιᾶς οἰκογένειας καὶ μιᾶς κοινωνίας ἀλλὰ καὶ ἑνὸς ὁλόκληρου λαοῦ.

Ἕξι ὁλόκληρους μῆνες ἔκανε προσπάθειες νὰ πείσῃ τὴ μητέρα του νὰ τοῦ δώσῃ τὴν εὐχή της νὰ γίνῃ μοναχός. Οὔτε ἡ αὐστηρὴ ἄρνησι τοῦ πατέρα του δὲν τοῦ ἔκαμψε τὸν πόθο. Ἔτσι τὸ 1936, ὅταν ὁ Ἰωσὴφ ἦταν 17 χρονῶν, ὁ πατέρας του τὸν πῆγε τελικὰ στὸ μοναστήρι τοῦ Durău, ὅπου τὸν παρέδωσε στὰ χέρια τοῦ γέροντος Διονυσίου. Ὅταν ἀποχαιρετίστηκαν, ὁ πατέρας του ἔκλαιγε σὰν μικρὸ παιδί. Ἀπὸ τότε δὲν ξανασυναντήθηκαν, γιατὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ οἱ κομμουνιστὲς συνέλαβαν τὸν πατέρα κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο.

Στὸ μοναστήρι ὁ Ἰωσὴφ αἰσθανόταν ὅτι ζῇ οὐράνιες καταστάσεις. Ἦταν γιὰ᾽κεῖνον ἕνα πνευματικὸ σχολεῖο κ᾽ἔμαθε νὰ ζῇ δίπλα σὲ πατέρες μὲ ἀσκητικὸ φρόνημα καὶ οὐράνιο ζῆλο. Διάβαζε πολλὰ πατερικὰ βιβλία καὶ βίους ἁγίων, τὰ ὁποῖα τὸν ἐπηρέασαν στὴ διαμόρφωσι τῆς πνευματικῆς του παιδείας. Ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς ἑνάμισυ χρόνο ἀργότερα τὸν ἔστειλε νὰ σπουδάσῃ στὸ θεολογικὸ σεμινάριο στὴν Cernica γιὰ τέσσερα χρόνια. Τὸ 1939 κατὰ τὴ διάρκεια τῶν σπουδῶν του ἔγινε μοναχὸς καὶ τὸ 1941 ἱερέας. Τὸ 1942 ὑπηρέτησε ὡς στρατιωτικὸς ἱερέας, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ β΄ παγκοσμίου πολέμου, μέχρι τὸν Αὔγουστο τοῦ 1944 ὁπότε καὶ ἐπέστρεψε στὸ μοναστήρι. Τὸ 1946 συνέχισε τὶς σπουδές του στὴν πόλι Roman ἀπ᾿ὅπου καὶ ἀπεφοίτησε ὁλοκληρώνοντας 8 χρόνια σπουδῶν.

Ἔρχονται δύσκολες ἡμέρες

Ὅταν ὁ κομμουνιστικὸς στρατὸς εἰσέβαλε στὴ Ῥουμανία, οἱ ὀρθόδοξοι πολῖτες της ἄρχισαν νὰ ζοῦν στιγμὲς τρόμου καὶ ἀγωνίας. Ἡ νεολαία τῆς Ῥουμανίας, στὴν προσπάθειά τους νὰ διατηρήσουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ νὰ σώσουν τὸ ἔθνος ἀπὸ τὸν ἐπερχόμενο κίνδυνο, ἐπαναστάτησαν ἐναντίον τῶν μπολσεβίκων. Σύντομα ξεκίνησαν συλλήψεις καὶ ἀνακρίσεις. Τὸ 1947 ἦταν μιὰ χρονιὰ ποὺ ὁ π. Ἰουστῖνος πάλευε μὲ τὴν κατάθλιψι.

Ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος, ὅτι γιὰ δύο μῆνες δὲν εἶχε καμμιά ἐπιθυμία νὰ ζήσῃ ἄλλο· οὔτε νὰ σπουδάσῃ, νὰ μελετήσῃ ἢ νὰ προσευχηθῇ. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐπισκεφθῇ τὸ διορατικὸ γέροντα Γερβάσιο, ὁ ὁποῖος καὶ τοῦ προεῖπε ὅτι θὰ ἔρθῃ ἀντιμέτωπος μὲ στιγμὲς ζωῆς καὶ θανάτου καὶ μετὰ θὰ δικαστῇ.

Ἐπιστρέφοντας στὸ μοναστήρι, τὸ γυαλὶ ποὺ κάλυπτε τὴν θαυματουργικὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Durău ἔσπασε ξαφνικὰ καὶ χωρὶς λόγο· καὶ ὁ ἡγούμενός του εἶπε, ὅτι αὐτὸ ἴσως νὰ ἦταν ἕνα σημεῖο ἀπὸ τὸ Θεό. Πράγματι, δύο ἑβδομάδες ἀργότερα, συλλαμβάνεται καὶ δὲν θὰ ξαναεπιστρέψῃ στὸ μοναστήρι γιὰ 17 ὁλόκληρα χρόνια.

[ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Orthodox Word,

τ. 292/Σεπτ.-Ὀκτ. 2013,

μετάφρασις ἱ. μονὴ Ἁγίου Αὐγουστίνου Φλωρίνης]