- Ἐπιστροφὴ στὸ χωριὸ

πιστροφὴ στὴν φύσι, στὸν καθαρὸ ἀέρα, στὴν πολυπόθητη ἡσυχία• στοὺς λόφους μὲ τὰ μονοπάτια ποὺ περνοῦν τὰ κατσίκια• στὰ βοσκοτόπια ποὺ βόσκουν τὰ πρόβατα. Στὸ πατρικό μας σπίτι μὲ τὴ μεγάλη αὐλή, ποὺ παίζαμε ξένοιαστοι ὅταν ἤμασταν παιδιὰ καὶ ποὺ τὸ ἐγκαταλείψαμε, πρὶν μερικὲς δεκαετίες καὶ ἐγκατασταθήκαμε στὴν πόλι. Ἐπιστροφὴ στὴν ἁπλῆ ζωή. Στὸν τόπο ποὺ γεννηθήκαμε καὶ βαπτιστήκαμε. Στὶς καλές μας παραδόσεις. Στὶς ῥίζες τῆς φυλῆς μας. Στὴν οἰκογενειακὴ θαλπωρή. Τὸ οἰκογενειακὸ τραπέζι μὲ τὸν παπποῦ καὶ τὴ γιαγιά. Ἐκεῖ νὰ ἀναβαπτιστοῦμε. Στὸ χωριό μας, μὲ τὰ πολλὰ ξωκκλήσια καὶ τὰ πολλὰ δένδρα.

Ἐκεῖ, ποὺ ὅλοι εἶναι γνωστοὶ καὶ οἱ πόρτες τῶν σπιτιῶν εἶναι ἀκόμη ἀνοιχτὲς καὶ κανένας δὲν αἰσθάνεται μόνος. Διότι εὔκολα μπορεῖ νὰ ἐπισκεφθῆ, τὸν γείτονα, τὸν συγγενῆ.Σὲ κάποιο, μάλιστα, χωριὸ τῆς πατρίδος μας, συνηθίζουν ὅσοι ἐπιθυμοῦν, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Ἱεροῦ Σαρανταλείτουργου τῶν Χριστουγέννων, νὰ ἀνοίγουν τὴν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ πρωί - πρωὶ στὶς 5 π.μ., πρὶν ἔρθη ὁ ἱερέας, καὶ ν᾿ ἀνάβουν τὰ καντήλια(*). Τὸ θεωροῦν ἰδιαίτερη εὐλογία. Ὅταν τελειώνει ἡ θεία Λειτουργία, στὶς 7:15΄ π.μ., περνοῦν ὅποιοι θέλουν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια ποὺ ἄνοιξε τὴν ἐκκλησία, νὰ πιοῦν τὸ καφφέ τους καὶ νὰ ἐπικοινωνήσουν. Πόσο ὡραία συνήθεια, ποὺ τοὺς ἑνώνει μεταξύ τους καὶ συσφίγγει τοὺς δεσμούς τους!Ἐνῶ, ἀντιθέτως, στὶς πόλεις, πόση παγωνιὰ ἐπικρατεῖ στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων! Τί ἀπομόνωσι καὶ κλείσιμο στὸν ἑαυτό τους! Πόσο ἑρμητικὰ εἶναι οἱ πόρτες κλειστές! Στὴν ἴδια περίοδο, δύο φορὲς τὴν μέρα, στὶς 5 π.μ. καὶ στὶς 5 μ.μ. (ὄρθρος καὶ ἑσπερινός), ἀνάβουν τὰ κεράκια τους γιὰ ὅλη τὴν οἰκογένεια. Ὅσοι ἐργάζονται καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν, ἀναλαμβάνουν ἄλλοι, ἀντὶ αὐτῶν.Ὅταν συμβῆ κάποιος νὰ ἔχη τὴν ὀνομαστική του ἑορτή, τί χαρά, τί πανηγύρι σ᾿ ἐκεῖνο τὸ σπίτι! Ὁ κάθε χωριανὸς μπορεῖ νὰ περάση ἀπὸ ἐκεῖ, ἐλεύθερα. Μὲ ἁπλότητα. Νὰ εὐχηθῆ τὸν ἑορτάζοντα. Ἢ στὴν ἀσθένειά του, νὰ τὸν συμπαρασταθῆ ποικιλοτρόπως.

Στὴν ἐποχὴ αὐτὴ τῆς κρίσης ποὺ διανύουμε, εἶναι πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ σκέπτονται νὰ ἐπιστρέψουν στὸ χωριό. Εἴτε συνταξιοδοτούμενοι, εἴτε ἀπολυόμενοι ἀπὸ τὴν ἐργασία τους – κάτι, ἄλλωστε, πολὺ συνηθισμένο στὶς μέρες μας. Συνάνθρωποί μας διερωτῶνται• Τί μᾶς περιμένει, ἆραγε, στὸ μέλλον; Ἂν μείνουμε χωρὶς ἐργασία καὶ χωρὶς σύνταξι; Τί θὰ κάνουμε στὴν πόλι; Τὰ ἔξοδα πολλά. Δύσκολες οἱ συνθῆκες διαβιώσεως• τὰ καυσαέρια, ἡ μολυσμένη ἀτμόσφαιρα, οἱ θόρυβοι, ἡ ἀνεργία, ὅλα μᾶς ἀναγκάζουν νὰ στραφοῦμε στὴν ὕπαιθρο.

Ἔτσι ἄρχισαν σταδιακά. Ἀπὸ τὸ καλοκαίρι μὲ τὴν ἄδειά τους. Νὰ περιποιοῦνται, νὰ συντηροῦν τὸ σπίτι τους. Νὰ ἐξασκοῦνται.

Ἄλλοι, πάλι, νοικιάζουν σ᾿ ἕνα κοντινὸ μὲ τὴν πόλι χωριό, διότι τὰ ἐνοίκια εἶναι πιὸ φθηνὰ καὶ συγχρόνως ἐργάζονται στὴν πόλι. Τοὺς κούρασε ἡ πόλι. Θέλουν μία διέξοδο ἔστω καὶ μόνο Σαββατοκύριακο.

Ἀναζητοῦν κλειστὰ σπίτια καὶ ἀναλαμβάνουν νὰ τὰ καθαρίσουν, νὰ τὰ συντηρήσουν. Καλλιεργοῦν τὸν περιβάλλοντα χῶρο, τὸ χωραφάκι. Στρέφονται στὴν ἀγροτικὴ ζωή.

Ἡ χειρωνακτικὴ ἐργασία εἶναι πολλὴ ὠφέλιμη καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχὴ ὅταν ὁ ἐργαζόμενος τὴν ἀσκεῖ, λέγοντας τὴν εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Καὶ φυσικὰ μὲ μέτρο• «πᾶν μέτρον ἄριστον».

Ἄλλοι τὴν ἐπιδιώκουν, διότι γνωρίζουν ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τῆς ἐργασίας ξεκουράζει τὸ πνεῦμα. Π.χ. κάποιοι γιατροί, φεύγοντας ἀπὸ τὸ νοσοκομεῖο ἢ τὴν κλινικὴ ὅπου ἐργάζονται, ἀσχολοῦνται μὲ τὸ περιβόλι, μὲ τὸν κῆπο, μὲ τὰ δέντρα τους.

Εἶναι πλέον γνωστὸ ὅτι τὰ διάφορα τρόφιμα καὶ προϊόντα ποὺ κυκλοφοροῦν στὴν ἀγορὰ εἶναι ἐμποτισμένα ἢ μπολιασμένα μὲ διάφορες οὐσίες καὶ φάρμακα, χημικὰ ποὺ βλάπτουν σοβαρὰ τὴν ὑγεία μας.

Μὲ δεδομένο αὐτό, θέλουν νὰ καλλιεργοῦν τὸν δικό τους λαχανόκηπο, τὰ δικά τους καρποφόρα δένδρα, τὶς ἐλιές, τὶς συκιές, τὶς κυδωνιές τους κ.ἄ., χωρὶς τὰ βλαβερὰ φυτοφάρμακα• παρὰ μόνο μὲ φυσικά, οἰκολογικά• π.χ. τσουκνίδα ἢ ρηγανέλαιο κ.ἄ.. Ἔτσι ἔχουν μία βιολογικὴ καλλιέργεια, χωρὶς τὰ βλαβερὰ φυτοφάρμακα. Κάποιοι ἔχουν τὸ δικό τους κομπόστ (σὰν λίπασμα).

Ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἱκανοποίησί τους εἶναι ἀπέραντη, ὅταν ἀπολαμβάνουν τοὺς καρποὺς τῶν κόπων τους. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ εἶναι πολλὴ μεγάλη καὶ προσφέρουν πλουσιοπάροχα ὡς ἐλεημοσύνη στοὺς μὴ ἔχοντας.

«Τὰ ἀγαθὰ κόποις κτῶνται». Καὶ βέβαια ὅποιος ἔχει ἐξασκηθῆ καὶ ἔχει ἀγαπήσει τὴν ἐργασία, μπορεῖ νὰ τὸ κάνη. Τὸ καθῆκον, ἑπομένως, τῶν γονέων καὶ τῶν ἐκπαιδευτικῶν εἶναι σαφές. Νὰ διδάξουν μὲ τὸ παράδειγμά τους τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν ἐργασία, ἀλλὰ καὶ τὴν λιτότητα, τὴν ἐπάρκεια στ᾿ ἀγαθά —ὄχι τὴν σπατάλη— τὰ παιδιά τους.

Διότι «οἱ καιροὶ οὐ μενετοί».

Ἀντωνία Α.Χ.

―――――――

(*) Τὸ κείμενο ἐγράφη ἔχοντας ὑπ᾽ ὄψι συγκεκριμένο χωριό, τὴ Ῥάχη τοῦ νομοῦ Πιερίας.