- «ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΑΙΡΕΣΗ»

πορίσματα - ψήφισμα τῆς Ἡμερίδος τῆς 15-2-2012 στὸ Σ.Ε.Φ. Πειραιῶς γιὰ τὴν μεταπατερικὴ αἵρεση

Σήμερα Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012 καί ὥρα 4.00 μ.μ. στόν Πειραιᾶ, στό Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας μέ πρωτοβουλία τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς συνεκλήθη Θεολογική-Ἐπιστημονική Ἡμερίδα μέ θέμα «Πατερική Θεολογία καί Μεταπατερική Αἵρεση», τήν ὁποία ἐτίμησαν μέ τήν παρουσία των Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς, Καθηγούμενοι καί Γερόντισσες Ἱερῶν Μονῶν, Θεολόγοι καί γύρω στούς χίλιους πεντακόσιους πιστούς.

Τό γενικό θέμα τῆς Ἡμερίδος ἀναπτύχθηκε σέ δύο συνεδρίες ἀπό τούς εἰσηγητές: τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεο, τούς πανεπιστημιακούς καθηγητές π. Γεώργιο Μεταλληνό, π. Θεόδωρο Ζήση, Δημήτριο Τσελεγγίδη, Λάμπρο Σιάσο, Ἰωάννη Κουρεμπελέ καί τόν ἐρευνητή Ἰωάννη Μαρκᾶ.

Ἀπό τίς εἰσηγήσεις καί τήν ἐπακολουθήσασα συζήτηση προέκυψε καί ἐγκρίθηκε ὁμοφώνως τό παρακάτω Ψήφισμα-Πόρισμα:

Ὁ νεοφανής, γιά τά ἑλληνικά δεδομένα, ὅρος μεταπατερική ἤ συναφειακή θεολογία εἶναι δανεισμένος ἀπό τόν Προτεσταντισμό, ὅπου χρησιμοποιεῖται ἐδῶ καί πάνω ἀπό σαράντα χρόνια, γιά νά δηλώσει τήν κατ᾽ αὐτούς ἀνάγκη τό βάρος νά δίδεται στή μαρτυρία τῶν «ἐκκλησιῶν» σέ κοινωνικά θέματα καί ὄχι σέ θέματα πίστεως, διότι «τά δόγματα χωρίζουν».

Τό σύνθημα τῶν μεταπατερικῶν γιά «ὑπέρβαση τῶν Πατέρων» εἶναι ἐξ ἐπόψεως Ὀρθοδόξου ἄστοχο, ἄν ὄχι καί βλάσφημο, διότι Θεολογία χωρίς ἄσκηση καί Ἐκκλησία χωρίς Πατέρες, δηλαδή χωρίς ἁγίους, δέν νοεῖται. Ἐκκλησία χωρίς Πατέρες θά ἦταν ἕνα «ψευδεπίγραφο χριστιανικό προτεσταντικό μόρφωμα», τό ὁποῖο δέν θά εἶχε καμμία σχέση μέ τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, πού ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Τό καταστρεπτικότερο ἔργο στή δογματική συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν γίνεται ἀπό τόν Οἰκουμενισμό, ἐπειδή αὐτός σχετικοποιεῖ, ἀλλά καί ἀκυρώνει στήν πράξη τό διαχρονικό κῦρος τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων. Στό πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐντάσσεται ὀργανικά καί τό νεόκοπο κίνημα τῶν «μετα-πατερικῶν» θεολόγων. Οἱ θεολόγοι αὐτοί ἐμφανίζονται στά κείμενά τους νά ἀγνοοῦν, ὅτι Ὀρθόδοξη καί ἀπλανῆ θεολογία παράγουν πρωτογενῶς μόνον ὅσοι καθαρίσθηκαν ἀπό τά πάθη τους καί φωτίσθηκαν ἀπό τό ἄκτιστο φῶς τῆς θείας Χάριτος, καί ὅτι κατ᾽ ἐξοχήν κριτήριο τοῦ ἀπλανοῦς χαρακτήρα τῆς ἐκκλησιαστι­κῆς θεολογίας εἶναι ἡ ἁγιότητα τῶν θεοφόρων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τήν διετύπωσαν.

Ὅταν ἀγνοεῖται καί παραμερίζεται ἡ ἁγιότητα ἤ ἔστω ἡ Ὀρθόδοξη θεολογική μεθοδολογία τοῦ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσιν», εἶναι ἀναπόφευκτη ἡ υἱοθέτηση τοῦ «ἐλεύθερου» στοχασμοῦ καί τῆς θεολογικῆς πιθανολογίας. Τοῦτο ὅμως ὁδηγεῖ σέ μία «νεο-βαρλααμική» θεολογία, πού εἶναι ἀν­θρωποκεντρική καί ὡς κριτήριο ἔχει τήν αὐτονομημένη λογική.

Ἡ «μεταπατερική» θεολογία, σύμφωνα μέ τά κριτήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀπόδειξη ἐπηρμένης διανοίας. Γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀδύνατη ἡ ἐκκλησιαστική νομιμοποίησή της.

Ἡ Ὀρθόδοξη ἐπιστημονική-ἀκαδημαϊκή θεολογία δέν καλεῖται νά ὑποκαταστήσει τήν ἁγιοπατερική-χαρισματική θεολογία, οὔτε ὅμως δικαιοῦται νά παρουσιάσει ἄλλην, ἐκτός ἀπό τήν αὐθεντική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.

Οἱ ἐπίδοξοι «μεταπατερικοί» θεολόγοι ἀρνοῦνται τά σαφῆ ὅρια, τά ὁποῖα ἡ πατερική Θεολογία θέτει μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως, μέ ἀποτέλεσμα νά υἱοθετοῦν ἕνα μᾶλλον συγκρητιστικό μοντέλο.

Ἡ «μεταπατερική» θεολογία ἀποκλίνει σαφῶς ἀπό τήν παραδοσιακή θεολογία, τόσο ὡς πρός τόν τρόπο, τίς προϋποθέσεις καί τά κριτήρια τοῦ ὀρθοδόξως καί ἀπλανῶς θεολογεῖν, ὅσον καί ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἁγιοπατερικῆς θεολογίας.

Οἱ «μεταπατερικοί» θεολόγοι ἀποδεικνύονται «μή ἀνεκτικοί ἀπέναντι στό διαφορετικό», κατηγορώντας γιά «πατερικό φονταμενταλισμό» ὅσους δέν συμφωνοῦν μαζί τους καί ἀσκοῦν κριτική στίς καινοφανεῖς θεωρίες τους.

Εἶναι μεγάλη εὐθύνη τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγεσιῶν γιά τήν ἀποφυγή ἀλλοίωσεως τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, Θεολογίας καί μαρτυρίας σήμερα.

Ἡ λεγομένη μεταπατερική θεολογία κινεῖται σέ φιλοσοφική καί στοχαστική προοπτική, καί ὁδηγεῖ κατ᾽ εὐθείαν στόν Προτεσταντισμό.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον Ἀποστολική, ἀλλὰ καὶ Πατερική, καί ἀποτελεῖ περιφανῆ νίκη τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὅτι οἱ «μεταπατερικοὶ» θεολόγοι δὲν μποροῦν νὰ διαλεχθοῦν καὶ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν διδασκαλία τους καὶ ἀλλάζουν δρόμο διαγράφοντάς τους.

Οἱ τῆς Ἐκκλησίας θὰ συνεχίσουμε νὰ ἀκολουθοῦμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες, «ἑπόμενοι τοῖς θείοις Πατράσι», νὰ μὴ μετακινοῦμε ἢ ὑπερβαίνουμε τὰ ὅρια ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐκεῖνοι ἔθεσαν.

Προτρέπουμε στήν ἀφύπνιση τῆς πατερικῆς συνειδήσεως ὅλων σέ συνδυασμό μέ τήν ἐπιβαλλομένη ἐπαγρύπνηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ποιμένων γιά νά συμβάλλουμε ἀποφασιστικά στήν ἀποτροπή τῆς ἐπιχειρουμένης μέ ὕπουλο τρόπο ἀλλοιώσεως.

Ἅπαντες οἱ συμμετέχοντες στήν Θεολογική ἡμερίδα