Utilización de los casos - Χρήσεις πτώσεων
Ονομαστική (Nominativo): Se utiliza para contestar a la pregunta ¿quién?, ¿qué? (ποιος; τι;)
- Ως υποκείμενο ( sujeto): Η Μαρία πηγαίνει στο σχολείο
- Ως κατηγορούμενο (atributo): ο καιρός σήμερα είναι καλός / βροχερός. / Είμαι γιατρός. / Ο Γιάννης θα γίνει γιατρός.
- Ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός (determinante en el mismo caso):
o Παράθεση (aposición especificativa): Ο Κώστας, ο γείτονας, είναι καλός άνθρωπος
o Επεξήγηση (aposición explicativa): ο φίλος μου, ο Μιχάλης, παντρεύεται
o Επιθετικός προσδιορισμός (adjetivo calificativo en posición atributiva. Adjetivo especificativo): Οι αρχαίοι Έλληνες αγαπούσαν την άθληση
o Κατηγορηματικός προσδιορισμός (adjetivo calificativo en posición predicativa, adjetivo explicativo): Ολόκληρη η πεδιάδα καλυπτόταν από χιόνι.
- Ως επιρρηματικός προσδιορισμός ( complemento adverbializado, complementos circunstanciales), σπανίως:
o Τόπου (de lugar): Λάρισα, 12 Μαρτίου 2012 / Κάτω Πορόια, Σερρών
o Χρόνου (del tiempo): θα συναντηθούμε κατά τις 12 η ώρα
- Επιφωνηματικά (exclamación): Ο Χριστός και η Παναγία, αλήθεια μου λες;
- Σε επιγραφές (rótulos), τίτλους (títulos) ή υπογραφές (firmas):
o Καφενείο «Η συνάντηση»
o Ομήρου «Οδύσσεια»
o Με εκτίμηση, Ο Δήμαρχος
- Με το μόριο (partícula) να: Να η Μαρία και ο Κώστας!
Κλητική (Vocativo): Se utiliza para llamar o dirigirnos a alguien
- Ως προσφώνηση και αναφώνηση:
o Σε προσφωνήσεις (saludos): Αγαπητέ κύριε, σας ζητώ συγνώμη. / Μητέρα, μου δίνεις την ομπρέλα, σε παρακαλώ. / Αδελφέ Αναστάσιε, τι γίνεται; / Μαρία, έλα εδώ.
o Αναφωνήσεις (apelaciones): Και σε αυτό το σημείο θα ήθελα, συνάδελφοι, να σας πω δυο πράγματα.
- Σε επικλήσεις (invocaciones): Κύριε, εισάκουσέ μας
Γενική (Genitivo): Se utiliza para contestar a la pregunta ¿de quién?(ποιανού; τίνος;)
- Ως αντικείμενο έμμεσο ή άμεσο (complemento indirecto y directo):
o έμμεσο (indirecto): Μου έδωσαν τα βιβλία.
o άμεσο (directo): το κείμενο βρίθει σφαλμάτων
- Ως κατηγορούμενο (atributo): το φαγητό εδώ είναι της ώρας.
- Ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός (determinante en el mismo caso):
o Παράθεση (aposición especificativa): Αυτό είναι το σπίτι της Αναστασίας, της φίλης μου
o Επεξήγηση (aposición explicativa): πού είναι η τσάντα του γιατρού, του Σπύρου
o Επιθετικός προσδιορισμός (complemento adjetivo, en español: complemento del nombre): οι κάτοικοι της μικρής πόλης ζούσαν ελεύθερα
o Κατηγορηματικός προσδιορισμός ( complemento predicativo. En español: complemento del nombre): τα κύματα της μανιασμένης θάλασσας ήταν μεγάλα.
- Ως ετερόπτωτος προσδιορισμός ( determinante en distinto caso):
o Κτητική ( posesión): το περίπτερο του Θανάση είναι κλειστό σήμερα.
o Υποκειμενική ( complemento subjetivo ): ο χτύπος της καρδιάς.
o Αντικειμενική ( complemento objetivo): η διόρθωση της έκθεσης από τον καθηγητή.
- Στη σύγκριση ( comparativo, segundo término de la comparación): είναι δέκα χρονών νεότερή σου.
- Ως γενική προσωπική ( dativo ético): μου είναι δύσκολο να το κάνω. / να μου φιλήσεις τα παιδιά. / μου διόρθωσαν τα λάθη. / μου κάηκε το φαγητό.
- Ως επιρρηματικός προσδιορισμός ( complemento adverbializado, complementos circustanciales):
o Τόπου (de lugar): κοιμήθηκε στης θείας του
o Χρόνου (del tiempo): θα τα πούμε του χρόνου
o Τρόπου ( de modo): όλη μέρα δούλευα του σκοτωμού
o Αιτίας ( de causa): πεθαίνει της πείνας
o Σκοπού( de finalidad): πάρε καλού κακού τηλέφωνο στην μητέρα σου
o Αναφοράς ( de referencia): αυτά για φέτος, του χρόνου βλέπουμε
o Αποτελέσματος ( de resultado): αρρώστησε του θανατά.
- Σε λόγιες εκφράσεις (en expresiones cultas), μετά από προθέσεις:
o Εκστρατεία κατά του καρκίνου
o Περί ανέμων και υδάτων
Αιτιατική (Acusativo): Se utiliza para contestar a la pregunta ¿a quien?, ¿qué? (ποιον; τι;)
- Ως αντικείμενο έμμεσο ή άμεσο (complemento indirecto o directo):
o έμμεσο (indirecto, en griego antiguo, construcción de doble acusativo: objeto directo de persona y de cosa): Διδάσκω τα παιδιά γραμματική.
o άμεσο (directo): Βλέπω τον πίνακα. / Ο Κώστας χτύπησε ευγενικά την πόρτα
- Ως ομοιόπτωτος προσδιορισμός (determinante en el mismo caso):
o Παράθεση ( aposición especificativa): Τηλεφώνησα στον Πέτρο, τον δικηγόρο.
o Επεξήγηση (aposición explicativa): το έδωσα στον τεχνίτη, τον Αντρέα.
o Επιθετικός προσδιορισμός (complemento adjetivo): Κοιτούσε τις απότομες πλαγιές του βουνού.
o Κατηγορηματικός προσδιορισμός (complemento predicativo): Απορούσε για την έξαλλη κατάστασή του.
- Ως ετερόπτωτος προσδιορισμός (determinante en distinto caso): Αγόρασα από τον μανάβη δύο κιλά πατάτες.
- Ως επιρρηματικός προσδιορισμός ( complemento adverbializado, complementos circunstanciales):
o Τόπου (de lugar): χθες πήγα γυμναστήριο
o Χρόνου (del tiempo): την άνοιξη θα μετακομίσουμε. / Την άλλη εβδομάδα θα πάω βόλτα.
o Τρόπου (de modo): πήγε ευθεία στο γραφείο του
o Ποσού (de cantidad): αγόρασε ένα σπίτι ολόκληρη περιουσία.
o Αιτίας ( de causa): τι τον φοβόταν
o Σκοπού( de finalidad): πήγαν ταξίδι στην επαρχία
o Αναφοράς (acusativo de relación): τι φταίει το παιδί τώρα;
- Ως επιφώνηση (exclamativo):
o Τον αλήτη, μας την έκανε!
o Μα τον Θεό!
o Ανάθεμα την ώρα!