Con doble singular o plural - Ουσιαστικά με διπλό  ενικό ή πληθυντικό (Ουσιαστικά διπλόκλιτα)

ο γονιός / γονέας

η μάνα

ο πατέρας

το πέλαγος

οι γονιοί / οι γονείς

οι μάνες / οι μανάδες

οι πατέρες / πατεράδες

τα πελάγη / τα πέλαγα

ο αδερφός

ο βράχος

ο χρόνος

οι αδερφοί / τα αδέλφια

οι βράχοι / τα βράχια

οι χρόνοι / τα χρόνια

ο λόγος

ο καπνός

οι λόγοι / τα λόγια (las razones / las palabras)

οι καπνοί / τα καπνά (los humos / la plantación del tabaco)

ο πλούτος

τα πλούτη