Εκατοντάδες ατίθασοι πιστοί σπεύδουν να επιδείξουν τα έργα τους με έμπνευση και κόπο κάνοντας σλάλομ διπλής κατευθύνσεως με μεγάλη αδημονία μες στα παραμύθια μέχρι την επόμενη φυγή σε μια τυχαία αίθουσα με απρόβλεπτες διαστάσεις κι εξωφρενική αρχιτεκτονική που δεν θέλει κανείς πραγματικά ν’ αλλάξει γιατί αυτή είναι η μεγάλη αξία της σε μια παλιά ιστορία με τους δικούς τους ήρωες που την απολαμβάνουν όλοι γιατί ποτέ δεν παίρνει οριστική τρισδιάστατη μορφή πριν απ’ τον αγιασμό χωρίς περιορισμούς αφού το μέλλον τώρα είναι εικονικό και άβατο γι’ αυτούς που συναντιόνται μόνο σε πραγματικό χρόνο αυτοπαρουσιάζοντας τον κόσμο τους όπου όλοι θα μπορούν να είναι ευνοϊκά παρόντες με ειδικό λογισμικό και πολυμέσα που εκμεταλλεύονται την ψηφιακή τεχνολογία για να καταργήσουν όλα τα εμπόδια για όσους διεκδικούν με ευφάνταστους τρόπους απίστευτα αξιώματα σπάζοντας με γροθιές αγκυλωτούς σταυρούς και προτρέποντας τους φίλους τους να συνεχίσουν τα όνειρά τους, αβάσταχτα κυνικά, ισοπεδωτικά, φορτωμένα με φωτιές από άλλες διαδρομές που βγαίνουν τώρα απ’ την αφάνεια με εγγύηση αναλογικά συμπυκνωμένες σαν να μην πρόκειται να συμβούν ποτέ γιατί θα σήμαιναν παραδοχή της ήττας όσων περιμένουν απέξω διακαώς νιώθοντας παράνομοι για την αίσια έκβαση και τούτης της θυσίας νομοτελειακά και κάθε φορά πολλαπλασιάζοντας τις δυνατότητες για ανώνυμους διαπιστευμένους χρήστες που διατηρούν στατιστικά τις θέσεις τους χωρίς να ανταγωνίζονται τους εαυτούς τους
για να προσθέσουν κι άλλο ζωντανό υλικό στον αρχικό πυρήνα των ερεθισμάτων που έχουν λάβει αμφίδρομα συμμετέχοντας διαλεκτικά σε διαδικτυακές κοινότητες εξατομικευμένης πρόσβασης με τρόπο αναπάντεχο πολύ προτού αποκτήσουν ακριβώς τον έλεγχο κι αυτής της περιπέτειας πάλι με δικά τους έξοδα ξέροντας τι περιμένουν όλοι απ’ αυτούς νομιμοποιώντας συνειδήσεις άλλων που απαιτούν συμμετοχή στην ουτοπία τους μόνο με τη δύναμη της αναπνοής και των χρωμάτων
αφήνοντας μια θέση για όλους σ’ ένα κρυστάλλινο παλάτι εξοπλισμένο με τη λάμψη μιας μεγάλης εποχής που διατηρεί απαιτητικά τις ίδιες σχέσεις ανεξάντλητα επικές μέσα από σωτήρια περάσματα που συναντάνε μυστικά πολύτιμα ορυκτά φτιαγμένα για τους τολμηρούς
που ακολουθούν αφοσιωμένα ένα μοναδικό σκοπό σ’ ένα χώρο ανεξιχνίαστα «Άδειο» με ενοίκους προμηθεϊκά ακατάβλητα όντα.
Περιμένοντας στωικά στα σκοτεινά νερά κάποιας κρυφής γωνιάς ενός κόσμου ανταγωνιστικά και εφιαλτικά των άλλων αναζητούν την άσπιλη ομορφιά της περιπέτειας με όλους τους αναβάτες στον αέρα συνεχίζοντας ηρωικά το παιχνίδι με τη φωτιά που παίζεται ολόιδιο στα γενέθλια μέρη εσαεί πολύ απειλητικά μπρος στ’ άθλια αγάλματα ανάμεσα στους ίσκιους και τα περιγράμματα των εαυτών τους διεκδικώντας επεισοδιακά τη σωτηρία τους με νέες τεχνητές αισθήσεις και ρομποτικά συστήματα αρθρωμένα στο διαδίκτυο με μικροτσίπ κι έξτρα σκληρό δίσκο για ν’ αντέχουν τα χτυπήματα αντλώντας έμπνευση από κοσμικούς νευρώνες που κινούνται με συγκεκριμένο τρόπο μέσω χιλιάδων βολτ κι ενός κοκτέιλ χημικών ουσιών για να αισθάνονται τα σώματά τους όπου βρίσκονται χαρτογραφημένα με ένα νέο δαιδαλώδη τρόπο ανοιχτό σ’ όλες τις πτυχές κι όλες τις πιθανότητες με αρκετό χώρο γύρω τους σε απίθανα σχήματα απ’ τα πέρατα της οικουμένης που οδηγούν απευθείας στη σύγκρουση με αέναους σταυροφόρους σε μια παράσταση ασυνάρτητη κι εξουθενωτική με κύρια πρόθεση την πρόκληση κηρύσσοντας πολλούς ανεπιθύμητους με τη βιομηχανία της αυθαίρετης εικόνας που δεν γνωρίζει την απάντηση και που ποτέ δε θα την μάθει στο κέντρο μιας αιματηρής διαμάχης που διαφημίζεται ως επικείμενη διαρκώς στο παρασκήνιο το ίδιο όμως σκοτεινή κι απρόσμενη
καθώς τα διεθνή τσακάλια συνεχίζουνε την καταδίωξη τελικά τραβώντας τη σκανδάλη με σεξουαλικό αισθησιασμό πολύ πριν ακουστεί η ετυμηγορία των αρχών σε μια ύστατη μάχη όπου σημασία έχει η αντίσταση στη σκοτεινή πικρή στιγμή της προδοσίας που πλέον δεν είναι ούτε γνώρισμα ούτε δεδομένο προνόμιο ή διακοσμητικό στοιχείο της πραγματικότητας αλλά ευκαιρία να συνδυαστεί η ψυχεδελική πλευρά της εποχής με την εξωτική αφαίρεση των πρωταγωνιστών της ιστορίας όπου οι συμπράξεις είναι καθοριστικές για την πορεία των πραγμάτων προσφέροντας πεδίο για καταλυτικές παρεκτροπές πάντοτε υπό τους αλλόκοτους ήχους των βομβαρδισμών σε ένα διαδραστικό βιομηχανικό τρισδιάστατο έκθεσμο διαγωνισμό με σύνθημα «αλωθήτω» και τελικό σκοπό έναν ικετήριο αγυρμό κριτών για την εμφάνιση των θρύλων
εκείνων που δεσμώτες διάλεξαν να κάνουν έξοδο με φλογοβόλα μάτια
και δρεπανηφόρα βλέμματα εκ γενετής ανίκητοι στις μάχες.
Όσο ο κόσμος καίγεται όλοι μιλάνε για μια νέα σφοδρή κρίση στις κεφαλαιαγορές με επιπτώσεις ντόμινο χωρίς εγκαύματα στην παγκόσμια οικονομία και τίποτε δεν μένει ήσυχο στο χώρο του στις εκδηλώσεις όπου συγκεντρώνονται οι πιστοί με τα λάπτοπ κατά τη διάρκεια της θυσίας κάνοντας τάματα στη δική τους θρησκεία και διαφέροντας μόνο στο ντεκόρ μέσα σε μια βοή σε άγρια κατάσταση με μια νότα σύγκρουσης σα να ’ρχεται το τέλος του κόσμου στις γιγαντοοθόνες έτσι που κανείς πια να μην μπορεί να καταλάβει τη διαφορά μέσα σ’ αυτή τη μηχανή του χρόνου που οι παράμετροί του φτάνουν μέχρι το μηδέν σαν να μην έχει τίποτε οδηγηθεί εκτός ταμπλό κονιορτοποιώντας κατά τον μεγαλειωδέστερο τρόπο όλα τα συστήματα ασφαλείας, καταρρίπτοντας όλα τα ρεκόρ και μένοντας πάντα απέναντι στις γιορτές με φαντασία πουλιού ως την εκτόξευση με ιδανικές συνθήκες για μια θεαματική επιστροφή στις ρίζες που είναι πια εντελώς αδύνατο να βρεις στους χάρτες δίχως κινητήρια δύναμη και δίχως ενοχές αφού αυτή είναι η ζωή τους, αυτή είναι η ιστορία τους κι αυτή η συγκομιδή τους στα πιο σπουδαία λιμάνια μεταφόρτωσης της μνήμης από τις δικές τους μηχανές σε άλλα κανάλια με δική τους θεματική ενότητα που τους δίνει μια ακόμη ευκαιρία να γυρίσουν πίσω ακολουθώντας όλα τα στάδια της δουλειάς σ’ αυτό το μεγάλο και θαυμαστό ταξίδι που βασίζεται σε σχέσεις αιχμαλώτων που αντιστέκονται στις ίδιες τους τις σκέψεις χωρίς να ξεπουλούν τη γη τους στην εποχή των έξυπνων μηχανών που αξιολογούν αλλιώς τα πράγματα σε μια αυταπάτη που συνεχίζεται με επιμονή αλλά χωρίς ελπίδα και χωρίς υποκατάστατο με στόχο τη δραπέτευση με αναστολή απ’ αυτή την ανεξήγητη μαγεία που μόνο εκείνοι πια κατανοούν μες σ’ ένα φόντο περιπετειών και μυστηρίου μεθυσμένοι όπως την πρώτη μέρα από μια αρχέγονη ευωδιά που αλλιώς δε θα τη γνώριζαν ποτέ αντιμετωπίζοντας αναρίθμητους κινδύνους μέχρι τον επόμενο προορισμό χωρίς να νιώθουν τρόμο και χωρίς ποτέ τους να τα παρατούν στους δύσκολους καιρούς, παραμένοντας όμως πάντοτε απαιτητικοί κι ανήσυχοι στις αλλαγές, βλάσφημοι και γεμάτοι γρίφους
στην πλοκή των μύθων που απαντούν στα αινίγματα με εκπλήξεις κι επιδόσεις ανυπέρβλητες χωρίς διαχωριστικές γραμμές και χωρίς κανένα ίχνος αυτοπροσδιορισμού στο δρόμο αυτό που δεν υπάρχει δικαιολογία να μην διασχίζει κάποιος από την αντίθετη μεριά και θαρραλέα.
Με φαντασμαγορικές εκδηλώσεις και εικαστικά δρώμενα δίνουν απάντηση στα σχέδια σωτηρίας που καταρρέουν φεύγοντας γι’ αλλού μέσα από τα συρματοπλέγματα της φυλακής τους σε διαρκή καταστολή και βαθιά κατάθλιψη με ελευθερία υπό όρους σκλαβιάς κάτω από έναν ήλιο σκέτο ερωτιδέα δίχως στέγη που έχει γίνει πια φετίχ απλό κι απέριττο κρύβοντας μυστικά και μύθους με μια τελειότητα μορφής ανάμεσα στο βέβηλο και το ιερό κι εκμεταλλεύονται εν τω μεταξύ σεξουαλικά όλες τις ευκαιρίες σαν να ’ναι πλανόδιοι ηγέτες κάποιας αίρεσης στο σημείο μηδέν, έκθεμα κι άθυρμα μαζί, εξοπλισμένοι με τη λογική της εικόνας αλλά με τρόπο πιο ελαφρύ, απρόσωποι κι αποπροσανατολισμένοι, φορώντας αντί για μάσκες παρωπίδες, ειδικευμένοι σε ειδικές σταυροφορίες των μουτζαχεντίν με φόντο εκατοντάδες εσταυρωμένους δεύτερης κατηγορίας μες στα σκλαβοπάζαρα της νόμιμης πορνείας σε μια καλοδουλεμένη ευαγγελική επιχείρηση με προαγωγούς τους ίδιους τους εαυτούς τους ταυτισμένους ανεπιστρεπτί με τον υπόκοσμο μη ξέροντας τι ακριβώς να σταματήσουνε και πώς σ’ αυτή την ξένη χώρα όπου οι πελάτες είναι οι τυχεροί γιατί περνάνε από την άλλη πόρτα κι αποφεύγουν το κυνήγι με αυτοκόλλητα σημειώματα επίσημης σατανικής εν μέρει περισσότερο ιαματικής μετατρέποντας τη γειτονιά σε λούνα παρκ στο πουθενά των προαστίων
καταφθάνοντας εκστασιασμένοι με ασθενοφόρα κι απευθείας συνδέσεις απ’ όλες τις γωνιές για να κάνουν επιτέλους τη διαφορά με πυροβολισμούς χωρίς να προκαλούν σημειολογικά τον κόσμο αφού είναι στην αναμονή έπειτα από χιλιάδες χρόνια πάθους κι αλητείας που έρχονται να προστεθούν στο ζωντανό υλικό που τελικά θα το κρατήσουν όλοι για τον εαυτό τους χωρίς να το διεκδικούν για το φινάλε της αφαίμαξης , καθώς ξεχύνονται ανακουφισμένοι έτη φωτός μακριά προς τις εσχατιές χιλιάδων μεγακόσμων όπου εν χορώ μονοπωλούν και πάλι το ενδιαφέρον με σκηνές πρωτομαγιάς που ενσωματώνουν μαγικά όσα συμβαίνουν γύρω μας αγγίζοντας τερματικά σημεία του ορίζοντα πίσω από τις κουρτίνες του φωτός κάτω από τα ραντάρ ουράνιων μουσικών
σ’ ένα άλλο χρόνο με μοναδικές αισθήσεις απίστευτης αντίθεσης
όπου μπορούν ν’ ακούν φωνές κι από άλλους θεούς που συνεχώς λογομαχούν με λέξεις που σημαίνουν πάθος μέχρι πρόβλεψη, πάσχοντας δίχως τύψεις και χωρίς ανταμοιβή κι εκείνοι από ανίατη ζωηφρένεια.
Ξέροντας πως η δύναμη κρύβεται στο ομαδικό παιχνίδι με τη φονική ουσία έπρεπε να φύγουν ακολουθώντας εθελοντικά διαφορετικές συνταγές χωρίς να πολυνοιάζονται αφού έχουν μια πολύ καλύτερη ιδέα που δεν προβλέπεται στους χάρτες για να σχηματίσουν ένα τέλειο σχέδιο
αναγκαστικά αποδεκτό χωρίς ανεκπλήρωτους κανόνες παγιδευμένοι στο κλίμα βίας που προκάλεσαν, κυνηγημένοι από στρατιώτες κι αστυνομικούς με εκατοντάδες τραυματίες που μες στην αναστάτωση ζητάνε να τους σώσουν για να επιδοθούνε στη συνέχεια σ’ ένα πρωτότυπο κουίζ για να αγγίξουν το βάθος των πραγμάτων με φόρμες πιο παλιές παίζοντας σαν ζογκλέρ σε σημεία που δεν μπορούνε πια να παρακολουθούν στα τουρνουά καθώς όλοι σκάβουν συνεχώς για νέους θησαυρούς σύμφωνα με τους μύθους με αισθητική καρναβαλιών στο τελευταίο σκαλί των κόσμων που κατά μία έννοια αποτελούν ένα τρόπο άμυνας ενάντια στους υπονομευτές χωρίς αιτία παραδομένους στη δική τους μοναξιά εκ πεποιθήσεως αναξιόπιστους αλλά με τεράστια αποθέματα δαιμονικού μυστικισμού με στόχο να είναι οι πρωταγωνιστές σε μια πρωτόγονη ιστορία με τύπους που δεν μπορούν να ηρεμήσουν εκτός κι αν δεν βρίσκονται πουθενά έχοντας παραβιάσει όλα τα όρια ταχύτητας σε μια χώρα νομάδων και περιπλανώμενων ναϊτών που απεχθάνονται όλα τα ερωτήματα για να συγκαλύψουν τα στοιχεία και να αφεθούν ελεύθεροι ως μόνοι αυτόπτες μάρτυρες μιας μαζικής αυτοκτονίας που δεν δικαιολογείται από κανένα σεμινάριο αυτοΐασης κι υπερευαισθησίας χωρίς φιάλες οξυγόνου, καθώς υπάρχουνε ακόμα εκατοντάδες διχασμένοι με έμβλημα το «εν τούτω νίκα» και χιλιάδες ερμηνείες για τούτη τη μεγάλη έκρηξη με μυστικές συνδιαλλαγές χωρίς θυσίες και κέρδη αλλά με υβριδικά κοσμοπολίτικα μορφώματα πολιτικώς ορθά ενός ελάχιστου λυόμενου μικρόκοσμου μετέωρου στο χρόνο δίχως έπαρση, με τους δικούς τους όρους, απαλλαγμένους απ’ το σταθερό ρυθμό της καθημερινότητας μέχρι να φύγουνε για πάντα τα αδηφάγα πνεύματα και ν’ ανοίξουν οι πόρτες για τη νέα πίστη που εκμηδενίζει κάθε απόσταση σε ένα άλλο περιβάλλον όπου κάθε κίνηση εκδηλώνεται ανεξέλεγκτα με αναγνωρίσιμο τρόπο χωρίς καμιά υποχρέωση τόσο γρήγορα που λίγοι προλαβαίνουν να παραμείνουν στην ατμόσφαιρα άλλοι πρόσφυγες άλλοι μετανάστες άλλοι εντελώς παράνομοι και πάντα με την ίδια θέληση με μια άστρινη βροχή να είναι οδηγοί στα μεσημέρια.
Προσπαθώντας μες στη φουρτούνα με νύχια και με δόντια να σωθούν από τα κοφτερά βράχια βρίσκονται ξαφνικά εξουθενωμένοι από έναν άλλο πόλεμο κάπου ανάμεσα στην κόλαση και τον παράδεισο επιστρέφοντας στις ρίζες ως μέρος της φύσης πάντα στον ίδιο πόλεμο σε εποχές αναγεννήσεων και ασφαλούς Διαδικτύου νοιώθοντας πιεστικά πως είναι ατομική ευθύνη τους να κρατήσουν αυτή την τεράστια μηχανή σε λειτουργία αποβάλλοντας με θυσίες και με αυξημένη επισφάλεια τα τοξικά προϊόντα με νέους τρόπους ολοένα και πιο βιτριολικούς με απίστευτες γκριμάτσες σε περίοπτη θέση μπρος στην άβυσσο που κατά διαβολική σύμπτωση τους χωρίζει απ’ την πραγματικότητα που αυτοκαταστρέφεται καμουφλαρισμένη για άλλη μια φορά μέσα στη συγκυρία των πανηγυριών του μάρκετινγκ με ανύποπτους εκθέτες και χιλιάδες αγνοούμενους αναρχικούς σε μια διαρκή διαδικασία ταυτοποίησης εξαιρετικά δύσκολη όπου επικρατεί οριστικά η βούληση των δημίων μιας Αντιγόνης που διεκδικεί και πάλι το δικαίωμα να χαιρετίσει ακόμη μια φορά τον ίδιο της τον εαυτό παρόλη τη φρικιαστική προοπτική οι τουρίστες γύρω να απαθανατίζουνε την ύβρη αναζητώντας ένα σύμβολο ικανό να συνεγείρει με σήμα κατατεθέν το ψυχορράγημα του ανθρώπου που επιλέγει ένα μεσσία απρόσβλητο απ’ τους ανταγωνισμούς κι αναγνωρίσιμο απ’ το αυτοστήρικτο DNA του με στο ύφος της ανατολής πριν καν κανείς τον πλησιάσει χωρίς ποτέ να χάνουν την επαφή τους με τους άλλους και την ανάγκη τους να ταξιδεύουνε
με ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία σε κάθε τους εξόρμηση, πολιορκημένοι από το χάος του βάρους όπου φυλακίστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες
χωρίς συγκεκριμένο στόχο πριν από την κατεδάφιση που τους δίνει την αίσθηση πως αιωρούνται σε ένα άναρχο κι ασύμμετρο παρόν που αλλάζει άρδην καθώς βομβαρδίζεται απ’ τα φλογοβόλα αποζητώντας θέμα μακριά απ’ τα καθεστωτικά συστήματα των ιδιωτικών ρομπότ
που μπορούν να επαναπρογραμματιστούν μέχρι να συνηθίσουν σε μια ελευθερία επίπλαστη όσο το τεχνητό οξυγόνο που παράγεται απ’ τα συνθεσάιζερ στο πίσω μέρος του θερμοκηπίου που θα χαθεί για πάντα
με μεθοδικότητα κι επιμονή σ’ ένα παιχνίδι εξαερισμού όπου τα μπιτ και οι χρήστες δεν είναι παρά απλοί επισκέπτες ενός άυλου κόσμου που πρέπει να ξαναχτιστεί για τους μυημένους με άλλη χρονολογική σειρά για να ’χει αντίθετο αποτέλεσμα κι άλλου είδους μέθεξη στο χωροχρόνο.
Έξαλλοι από έναν αναίτιο ενθουσιασμό, ανίδεοι για τον κίνδυνο δίχως το φυσικό τους καμουφλάζ, γνωρίζοντας απέξω κάθε μονοπάτι, βαδίζουν προς τα σκότη του πρώτιστου εαυτού τους νοιώθοντας τυχεροί που ζουν σε άβατους κόσμους, ξεκινώντας πάλι από την ίδια Ιθάκη -- κάτι σαν τιμωρία που εκτίεται με μύθους κι εμμονές με μόνη έγνοια την ελεύθερη κυκλοφορία μπροστά απ’ το φως σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας πριν απ’ την πτώση με οδηγό το ένστικτο με όλες του τις αντιφάσεις, σ’ ένα μαρτύριο αδιάφορο αλλά και άκαρπο που μοιάζει πια με ανώδυνο εθισμό χωρίς άμεσα θύματα που μοιάζουν κλειδωμένα σε μικρά κελιά στην ίδια πάντα μεγαλούπολη με τα εκατομμύρια πίξελ καθημερινών πνιγμών από ένα παλιρροϊκό κύμα που γυρίζει στον κόσμο με ρυθμό εορταστικό, κουρδισμένο από χιλιάδες φωτεινές λαμπίδες που ανασυνθέτουν ένα εθιμικό παρόν που δεν υλοποιήθηκε ποτέ κι όμως διασώθηκε χωρίς αντάλλαγμα μεγεθυσμένο εκατομμύρια φορές κι αλλοιωμένο από την ένταση στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών με μια αόρατη παλέτα που αυτοορίζεται στη γεωγραφία των ψευδαισθήσεων μπροστά στον εκτυφλωτικό καθρέφτη με ένα ακόμα αποχαιρετιστήριο φιλί, παίζοντας πάντα με τα χρώματα, σ’ έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό προσωρινής κράτησης κι αιχμαλωσίας σε περιοδεία χωρίς δακρυγόνα κι αποκλεισμούς, σε μια πόλη με απουσίες, βουτηγμένη στη σιωπή πέρα απ’ τα όρια με όρους σύγκρουσης για να κρατάν τις αποστάσεις μετασχηματισμένοι απροκάλυπτα σε ανθρώπους με φυσικά συστατικά και φλογερό ταμπεραμέντο, βαπτισμένοι με το όνομα των ρόδων πολλοστής γενιάς, καθένας στο δικό του δρόμο που φλέγεται μπροστά στα οδοφράγματα, αποφασισμένοι να πάρουν εκδίκηση για όλα, νομίζοντας πως έφτασε το τέλος κι οι πόρτες είναι πια ανοιχτές παρακάμπτοντας τον ανήφορο των Ζαπατίστας και των αναχωρητών, παρατηρώντας όμως πάντοτε προσεκτικά τις φωτεινές ενδείξεις που αναδεικνύουν και πάλι θηλυκές πρωτόγνωρες ιερατικές Δημητριακές θεές συνώνυμες του πάθους και του ενδότερου οργασμού, αχαλίνωτα ερωτικές κι επαναστατικά προκλητικές, με πυρηνικές κεφαλές και συστοιχίες πυραύλων στις άκρες των ματιών, που συνεπαίρνουν με χρυσές ρομφαίες τους φανατισμένους τους ψυχοπομπούς, ανάμεσα ουρανού και γης, για την εμπειρία του έρωτα αλλά και για μιαν ακόμη επιστροφή με Οδυσσειακή μανία και παραφορά που προκαλούνε ρίγη.
Πολιορκημένοι από τσιμεντένια απόρθητα πολυβολεία, έτοιμοι να σταθούν και πάλι μπρος στα άρματα μάχης των πραιτοριανών κρατώντας πέτρες και λουλούδια στα χέρια τους που σιγοκαίνε, περιμένουν για αντίποινα ένα σφύριγμα απ’ τον ουρανό όπου δεν υπάρχει πλέον τίποτε εκτός από τα όπλα που τους σημαδεύουν και το λογισμικό αναγνώρισης ψυχών στην άκρη ενός λοστού που ανοίγει τα κεφάλια με λιωμένο μολύβι που συνεχώς εξοστρακίζεται στις εξόδους κινδύνου, σπάζοντας μόνοι τους το εμπάργκο σε συνθήκες ελεγχόμενης έκρηξης όπου όλοι πλέον πολεμούν πανικόβλητοι και κάθιδροι και προσεύχονται μπροστά στα κατεχόμενα για να τους φοβηθούν οι άλλοι και να τους ακολουθήσουν σκαρφαλώνοντας κι αυτοί στο πιο ψηλό κοντάρι της σημαίας χωρίς κανόνες εμπλοκής, χωρίς συγκεκριμένα πολεμικά μέτωπα και χωρίς στρατόπεδα, μ’ ένα περίεργο αγιογραφικό χαμόγελο με τρισδιάστατη ανάλυση ως άλλοθι στα χείλια, νοιώθοντας και λίγο αποκλεισμένοι, παγιδευμένοι από τα ίδια δόκανα, καταρρέοντας με την πρώτη δόνηση από την πρώτη οβίδα, με μια σφαίρα τεχνολογικά προηγμένη σφηνωμένη στο σώμα τους με πλαστή ταυτότητα κι αυτοί, ανάμεσα στους οδυρμούς για τους εσταυρωμένους, ελεύθεροι στο μεγάλο αίθριο όπως κι οι άλλοι να επιβιώσουν μόνοι τους χωρίς τονωτικές ενέσεις μέσα στο μακελειό, καταζητούμενοι και μεταμφιεσμένοι έχοντας παραβιάσει όλους τους κωδικούς ασφαλείας με τα μπερδεμένα μηνύματα και τα πραγματικά πυρά που εκπέμπουν μέσα σ’ ένα σκοτάδι αληθινά ανεξερεύνητο και μάλλον υπερτιμημένο, αναζητώντας στις αρχές της άνοιξης μερικά από τα πρώτα επαναφορτιζόμενα σωματίδια των θεών που συνυπάρχουν πάντα ειρηνικά στα σώματά τους ποτίζοντας με το στίγμα τους όλες τις πιθανές πτυχές του βιβλικού τους έρωτα σε μιαν ακόμη εφέσια αρτεμική
γιορτή όπου στο τέλος πολυνίκης ο εαυτός τους θα φανεί πραγματικά απογυμνωμένος απ’ το DNA του, παρατημένος απ’ το μέλλον του, χωρίς παραισθησιογόνα, αλλά και δίχως αλεξίπτωτο ή δίχτυ ασφαλείας σε τούτη την παράνομα ασυνήθιστη, αναίτια κι ανεξέλεγκτη, αλλά εξίσου συναρπαστική, βουτιά κοινής ερωτικής αποδοχής, που, μολονότι διαρκεί όσο ένα ψυχορράγημα, αποδεικνύει ότι για εκείνους δεν υπάρχουν αδιέξοδα και μαύρες ζώνες στις βασιλικές οδούς που οδηγούν στην πιο μεγάλη, την καλύτερή τους νίκη.
Αυτό είναι μόνο η αρχή ενός καθοδηγούμενου πολέμου εναντίον αμάχων που ψάχνουν για την τύχη τους με χοντρές αλυσίδες στο λαιμό παρατημένοι έξω απ’ τα σπίτια τους σαν τεράστια γλυπτά που βρίσκονται σε εξέλιξη σφυροκοπώντας απονευρωμένοι κραυγαλέα το τοπίο μ’ ένα αμυντήριο σάλπισμα μπρος στη θυμέλη, που είναι αυτή η λωρίδα γης, φτάνοντας πάντα εγκαίρως άμωμοι εν οδώ για να μη χάσουν το δικαίωμα να δικάζουν με τις βόμβες και τα τανκς μες στη γενικότερη πλαστικοποιημένη εξέγερση με τα σελοτέιπ και τα κολάν με διαφορετικές υφές, εύκολο μήκος και φόντο τις βιτρίνες, χρησιμοποιώντας απρόσμενα όπλα αντίστασης με τη δύναμη χιλιάδων συνθημάτων, υποφέροντας από τον ολοκληρωτικό αποκλεισμό σε μια ασφυκτική φυλακή από λαμαρίνες συγκολλημένες σε μηχανουργεία και φορτωμένες με πρόχειρα εκρηκτικά που δημιουργούν ένα τερατώδες σύστημα κατοχής με εκατοντάδες όμηρους και εκατόμβες θυμάτων από την πρώτη μέρα ενός ανεξιχνίαστου εγκλήματος, πέρα απ’ τα σύνορα με τα ναρκοπέδια, στο εδώλιο χωρίς τον βασικό κατηγορούμενο που πάτησε τη σκανδάλη, σε μια θεαματική δίκη χωρίς αυτόπτες μάρτυρες κι ανθρώπινες ασπίδες, φτιαγμένες στο ίδιο μήκος κύματος από τους δηλωμένους Ιππότες της Νέμεσης που διέφυγαν κι αρνούνται να καταταγούν χωρίς προειδοποίηση στην ψεύτικη επανάπαυση με ύφος γοτθικό, ενίοτε με δόσεις πανκ, μέσα στη θύελλα της αέναης εφηβείας του πανικού θεού τους, πίνοντας λίγο από το μαγικό νερό των Ωκεανίδων που κατεβαίνουν και πάλι θαυματουργά επί σκηνής μαζί με τους πετώντες έρωτες και τις προσπλέουσες Ώρες, περισσότερο θηλυκές από ποτέ, με μήλινες κι αερικές αποχρώσεις και ρομποτικές κινήσεις χορευτριών του φλαμένκο που τις κάνουν αμέσως επίκεντρο της προσοχής σε μια κοινωνία που δεν ξέρει πώς να τις αγκαλιάσει μέσα από τις αλλαγές χωρίς ισορροπία κι ελαστικότητα, διψασμένες για τα τέσσερα στοιχεία της φύσης που αντιμάχονται διαρκώς μες στους συμπαντικούς τους χείμαρρους, αναζητώντας ακατάπαυστα με την πυράγρα του Ήφαιστου το στέφανο της Αριάδνης και το περιδέραιο της Αρμονίας, μέχρι που οι ερωτιδείς τους συνοδοί με την ανόσια μορφή κάποιου Ενδυμίωνα, φτάνοντας στις πολύσπερμες πηγές του ερωτικού τους πύθιου ποταμού, να διεισδύσουν με ίμερο και δείμο ως τα παλίμψηστα άγραφα του Όρους της Πασινίκης.
Εν μέσω αντεγκλήσεων για το ποιος είναι ο θύτης και ποιος το θύμα, αιωρούμενοι κι αθέατοι επιστρέφουν χωρίς καμία βοήθεια, με απροσδόκητα όργανα από τις άκρες του πλανήτη πάλι στην Ιθάκη, μια ανθρώπινη μάζα που δεν είναι πλέον στην επικαιρότητα καταδικασμένη να ζει σε ερείπια και με σκληρά μέτρα ασφαλείας, φανατικά ανεξάρτητοι κι ανάρμοστοι μες στην πολυρρυθμία της χώρας των σφετεριστών, στην άκρη του γκρεμού πολλές δεκαετίες μετά τον στεγανό εγκλεισμό στο βάθος του εαυτού τους, ξεβράζοντας ήδη τα πρώτα πτώματα από τις συμπλοκές συμμοριών που συμμετέχουν στην εξέγερση ακολουθώντας τη βαρύτητα με άψυχα εργαλεία κατεβασμάτων και με δαιμονισμένη ταχύτητα που επιτρέπει κάθε πείραμα, έχοντας εξασφαλίσει ελεύθερη είσοδο στα μυστικά της μνήμης δίχως παραμόρφωση κι εξαρθρωμένα μέλη σε περίπτωση σύγκρουσης, μόλις η απόσταση μειωθεί υπερβολικά, με αφορμή τον έρωτα στην κρυφή πόλη που φαίνεται απρόσιτη και απομονωμένη μες στις σκηνές αλλοφροσύνης του πλήθους που παλεύει ακόμη με φαντάσματα, δημιουργώντας συνθήκες πανικού, με αφόρητη ένταση για τη νομή της λείας, μες στις ανάκατες εικόνες που δε βγάζουν νόημα, χωρίς κανόνες και χωρίς αρχές μέσα στη δυσπιστία των ντόπιων ικετών που είναι απρόθυμοι να μοιραστούν την ολονύκτια αναμονή για την αντίπερα όχθη, με τη χαμένη ισορροπία των κυνηγημένων στα άσυλα, που πια είναι τα μοναδικά σημεία όπου μπορεί κανείς να είναι παντοτινά παράνομος χωρίς όρους στην κόλαση με ηλεκτροφόρα σύρματα για τους δραπέτες που παραβλέπουν τους κινδύνους ζώντας και χωρίς αυτά προσεγγίζοντας μια αόρατη πραγματικότητα που όλοι πλέον έχουν συνηθίσει γυρνώντας με χάρτες στα χέρια και σημειώσεις για να εντοπίσουνε το φως μέσα στο μαύρο, γράφοντας με τη λάμψη του αυτό που ελπίζουν, αυτό που θέλουν αυτό που σκέπτονται στους δυσοίωνους καιρούς των μεταλλαγμένων που η δουλειά τους είναι το μοναδικό τους χρώμα και το χρώμα η μόνη τους δουλειά που μοιάζει με παιχνίδι σε μια καθημερινή διαδρομή στο κέντρο της ζωής που είναι πανταχού παρούσα κι όλα τα υπόλοιπα απλώς συμπληρωματικά σε τρισδιάστατες εγκαταστάσεις βασισμένες στην ιδέα της επανάληψης με θέμα πάλι τη γυναίκα σε ιδιαίτερη επιθετική εκδοχή αναπάντεχης φρεσκάδας
που για μια φορά ακόμη αποθεώνεται με τον ενθουσιασμό της δύναμης που δεν έχει ορισμό κι όμως τα αλλάζει όλα.
Αναβιώνοντας με ένα αίσθημα ασφυξίας όλες τις παραδόσεις στις χώρες των ραβδούχων, σα να μην ξέρουν ότι κάτι τελικά κινείται, αποδεικνύουν επικά και με δηλητηριώδη αθωότητα τη δύναμή τους σε συναυλίες που δηλώνουν την ταυτότητά τους, σκορπισμένη και δυσνόητη, με κρυφά νοήματα και αλαλαγμούς χαράς, απαθανατίζοντας με πολλές τεχνικές για πάντα λεπτομέρειες πολέμων με απρόβλεπτους εχθρούς στα θεμέλια όλων των τειχών στην πρώτη εκδοχή τους που ταιριάζει στους εξαρτημένους, χωρίς μέτρο, περνώντας μονομιάς στον ακραίο παραλογισμό της ανυπακοής με τρόπο που φαίνεται σα ζωντανή συνομιλία σε μια καταιγιστική ομοβροντία ονείρων που μαγνητοσκοπούνται αποσπασματικά με όλα τα απαραίτητα οπτικά εφέ κατευθείαν από τον τόπο των γεγονότων και μάλιστα όχι εντελώς ακούσια, σαν ηθική αυτουργία σε μυθεύματα κι αυτή σε αναστολή, που απαιτεί υπεράνθρωπη προσπάθεια για να επαναλαμβάνεται αδιάκοπα σε συνθήκες ομηρίας, χωρίς αλλαγές χρωμάτων και υλικού με πληρωμή τοις μετρητοίς για αναίτιους ελέγχους που εισχωρούν μέχρι το έσχατο βάθος της απελπισίας, σ’ ένα χώρο κενό, με τετραπύρηνο επεξεργαστή, ανάμεσα στους κόσμους, με φόντο τον τόπο των ονείρων τους, που κυριαρχείται, έστω και ψηφιακά, από τη λογική της επανέναρξης εξαγνισμένη με τόνους χημικών για τη συνεχιζόμενη κατοχή στις βρώμικες αλέες, με μοναδικό πρωταγωνιστή ένα πολύχρωμο ουρανό, που ταξιδεύει με μια κάψουλα του χρόνου ανθοφορώντας με ασαφή κριτήρια χρωμοσωμάτων που τους υποχρεώνουν να γίνουν πειρατές για τον έρωτα της Αριάδνης, πιο βαθύ και πιο μυστηριώδη από το αίσθημα της συνέχειας του τυφώνα που επαναλαμβάνεται σαν ένα αδίκημα τελείως ιδιώνυμο, με μια υφέρπουσα απειλή σαν σχέδιο εξόντωσης χωρίς ακρωτηριασμό, πυροδοτώντας με εύθραυστα υλικά το μένος των δαιμόνων που περνούν στην αντεπίθεση με άνισες συγκρούσεις, σε καθεστώς ημιπαρανομίας, ξυπνώντας από τη χειμέρια νάρκη τους με νέες υποστάσεις χωρίς αναστολή σε ηλεκτρικές καρέκλες, με μια ζογκλερική ικανότητα να εναντιώνονται μετατρέποντας τα κύματα σε ιστότοπο προορισμού αδάμαστων νομάδων, εκεί όπου όλα πια έχουν νόημα αποθέωσης και όπου μια γυμνόστηθη αλία θεά Αθηνά και Θάλασσα μαζί για πρώτη αλλά παντοτινή φορά περιπαθώς τους σφίγγει μες στην αγκαλιά της.
Έτοιμοι να ξεπεράσουν ένα ακόμη όριο δυσκολότερο από ποτέ δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους με ανόθευτα υλικά σαν τα σφυριά, σηκώνοντας σημαίες, με ενθουσιασμό, πιστεύοντας πως έχουν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία, απορροφημένοι σ’ ένα στατικό χορό με ασκήσεις αυτοάμυνας για ραψωδούς, κάνοντας γήινα όνειρα θεραπευτών χωρίς ανταμοιβή, γεμάτα πρόσωπα και μύθους χωρίς γενετικά αποτυπώματα στις τελευταίες στιγμές της τρέλας τους με πολλούς αντίπαλους νεοσύλλεκτους που έγιναν θρύλος για τις τέχνες τους, ηλεκτρισμένοι οριστικά με κάτι μαγικό από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ακολουθώντας με ιδιαίτερα βάναυσο τρόπο εωθινές διαδρομές για μια συνωμοσία θερινή μέσα από οάσεις παραδομένες στη χρήση με κάλυψη όγκου για πολλούς αγώνες, μόνοι στο ημίφως με τη λογική της κατασκήνωσης χωρίς αντίλαλο σε απρόσμενες γωνίες με πρωτότυπες τεχνικές που αποτυπώνουνε την κίνηση όλων των ζωτικών κυττάρων τους πάνω απ’ το κύμα στα στρατόπεδα ενός πολυετούς πολέμου δίχως φυσικά οχυρά, όπου πολλοί αντιστέκονται σθεναρά με πολλαπλές εφόδους για καινούργιες κατακτήσεις μέχρι το μεγάλο μπλόκο από πολύτιμα ορυκτά και βότανα πακτωμένα στο βυθό σαν φανοστάτες, σ’ ένα μακρύ ταξίδι αποταμίευσης για αιώνιους εραστές με την ακρίβεια χειρουργού και τελική κατάληξη το θρίαμβο με χρώμα ελληνικό και με πειράματα μαγνήτη για καλλωπισμό κι απίστευτες πορείες ως τις πόλεις του πυρός στα κάστρα της κοιλάδας στα χρόνια της μεγάλης κρίσης και του αφύσικου κι όμως εξωτικού τίποτα, όπου φιλοξενούνται τα κομμάτια από δαντέλες με διάτρητες κατασκευές που αντανακλούν ανήσυχα το φως σε γιγαντοοθόνες με εκτυφλωτικούς σχηματισμούς πλασμάτων που ονειρεύονται το αταίριαστο, ευνοώντας για άλλη μια φορά εκείνη τη διάσταση που παροτρύνει τους πολιτοφύλακες, αντεραστές των ζέφυρων, και τους συμπαίκτες των ναμάτων να ενσωματώσουν όλα τους τα αφροδίσια αγάλματα, σμιλεύοντας τα βράχια με αιολική αμμοβολή μέχρι να σμίξουν πάλι στ’ Απολλώνια σπήλαια αρμονικά με την κυκλαδική Σπειώ ή τη θαλασσίτρα Παναγιά, γητεύτρα μάγισσα, με φίλτρα σαπφικά βγαλμένα απ’ τις φωτιές του Κυριαυγούστου, ταμένα σε κιβώρια μυστικά σε κατακόμβες και φυλακωπές σημαδεμένες απ’ τα ανάγλυφα των άπω αιώνων σ’ αυτό το ασίγαστο συλλείτουργο της θάλασσας και των ανέμων.