Στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα ο κόσμος παρουσιάζει όψη εντυπωσιακά διαφορετική από αυτή που εμφάνιζε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όχι μόνο στις γενικότερες συνθήκες και στην ποιότητα της ζωής, αλλά και στον γεωπολιτικό χάρτη. Ο δυτικός πολιτισμός του προτεσταντικού κόσμου των δυτικοευρωπαϊκών χωρών της αγγλοσαξονικής και παγγερμανικής πολυεθνίας (με ηγεμονικό εκπρόσωπο τις ΗΠΑ) εμφανίζεται σήμερα ισχυρά θεμελιωμένος σε μια σειρά από θεσμούς, που δείχνουν ότι του εξασφαλίζουν κυριαρχική θέση στον διεθνή χώρο, η οποία, στα μάτια του απλού παρατηρητή, φαντάζει ακλόνητη. Οι θεσμοί αυτοί είναι:
(1) Ο καπιταλισμός με πατερναλιστικές τάσεις με γνώμονα το ελαχιστοποιημένο κόστος και το κέρδος.
(2) Η επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία.
(3) Η αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική διακυβέρνηση.
(4) Η πλανητική ιμπεριαλιστική εξάπλωση.
(5) Η παγκοσμιοποιημένη αγορά ομοιόμορφων προϊόντων.
(6) Η Χριστιανική Θρησκεία και ειδικότερα ο Προτεσταντισμός, ως ιδεολογικό όπλο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ερώτημα, αν και σε ποιο βαθμό, για τον μονοπολικό μεταψυχροπολεμικό κόσμο με αμερικανική ηγεμόνευση που διαμορφώθηκε από το 1991, μπορούν να δράσουν αποτελεσματικά αντίρροπες δυνάμεις, που θα διασπάσουν την μονοπολικότητα. Στο σημείο αυτό η σκέψη στρέφεται στην θεμελιώδη ιστορική παρατήρηση ότι όλοι οι πολιτισμοί, οσοδήποτε ισχυροί και μεγαλειώδεις και αν εμφανίζονται, μετά τη γέννηση και την ωρίμανσή τους είναι καταδικασμένοι να παρακμάσουν και να εκμηδενιστούν. Η θεωρία αυτή έχει διατυπωθεί με διάφορες μορφές από την εποχή του Πολύβιου του Μεγαλοπολίτη (200 - 118 π.Χ.), ο οποίος πρώτος μίλησε για πολιτική ανακύκλωση από την μοναρχία στην βασιλεία, την τυραννία, την αριστοκρατία, την ολιγαρχία, την δημοκρατία με κατάληξη την οχλοκρατία. Η ιδέα του Πολύβιου αναβίωσε στα χρόνια της Αναγέννησης στα γραπτά των Μακιαβέλι (1469-1527), Μοντεσκιέ (1689-1755) και Τζιανμπατίστα Βίκο (1668-1744), ο οποίος μίλησε για ανακύκλωση από την θεϊκή στην ηρωική και μετά στην ορθολογική φάση που αναστρέφεται και πάλι στην θεϊκή. Για παρακμή των πολιτισμών μίλησαν επίσης ο Χένρυ Μπόλινμπροκ (1678-1751) και ο Άνταμ Σμιθ (1723-1790), ενώ ο Χέγκελ (1770-1831) και ο Μαρξ (1818-1883) διείδαν την διαλεκτική (ιδεαλιστική και υλιστική αντίστοιχα) άποψη της παρακμής ως εμπεριέχουσας τα σπέρματα μιας σύνθεσης ανώτερου επιπέδου. Ο Όσβαλντ Σπένγκλερ (1880-1936) παρομοίασε την ανακύκλωση των πολιτισμών με την εναλλαγή των εποχών από την άνοιξη στο καλοκαίρι, το φθινόπωρο και τον χειμώνα, ενώ ο Ρώσος Πίτριμ Σορόκιν (1889-1968) μίλησε για ανακύκλωση 3 φάσεων (πνευματική, αισθησιακή και ιδεαλιστική) και ο Αμερικανός Κάρολ Κουίγκλεϋ (1910-1977) είδε κύκλο 7 φάσεων (σύλληψη, κυοφορία, ανάπτυξη, ανταγωνισμός, αυτοκρατορία, αποσύνθεση και εισβολή).
Οποιεσδήποτε και οσεσδήποτε και αν είναι οι φάσεις μέχρι την πτώση, και οσοδήποτε σταδιακή και βραδεία ή αιφνίδια και απότομη και αν είναι αυτή, μπορούμε να δεχτούμε ως ισχύον το συμπέρασμα ότι οι πολιτισμοί κάποια στιγμή εκμηδενίζονται, αφού διατρέξουν πρώτα τον κολοφώνα της ακμής και της εξάπλωσής τους. Η πτώση είναι ιστορικά διαπιστωμένη για μια εντυπωσιακή σειρά πολιτισμών, αρχίζοντας από τους Σουμέριους, τους Αιγύπτιους, τους Ασσυροβαβυλώνιους, τους Φοίνικες και περνώντας στους Πέρσες, τους Έλληνες, τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Άραβες, τους Τούρκους και τους Δυτικοευρωπαίους (με κατάληξη σήμερα στους Αμερικανούς). Η αλληλουχία πτώσεων μάλιστα παρουσιάζεται και μέσα στις επιμέρους κατηγορίες, όπως π.χ. στους Έλληνες, όπου η διαδοχή ισχύος πέρασε από τους Ετεοκρήτες στους Αχαιούς, τους Δωριείς, τους Ίωνες, τους Αθηναίους, τους Σπαρτιάτες, τους Θηβαίους και τους Μακεδόνες, καθώς και στους Ευρωπαίους όπου η πολιτική ισχύς μετακινήθηκε από τους Ισπανούς στους Γάλλους και μετά στους Βρετανούς για να φτάσει στους Αμερικανούς.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι διαπιστώσεις αυτές δεν προεξοφλούν ότι νομοτελειακά και αναπόφευκτα η πολιτική ισχύς των ΗΠΑ θα εκπέσει, αφού η συμπεριφορά σύνθετων συστημάτων (με μεγάλο αριθμό αλληλεπιδρώντων και μη συμμετρικά οργανωμένων συστατικών) στο παρελθόν, δεν μπορεί να προδικάσει την εξέλιξη στο μέλλον. Οι ιθύνοντες των ΗΠΑ και οι σχεδιαστές της πολιτικής τους προβαίνουν ήδη από καιρό σε κατάλληλες ρυθμίσεις των σχέσεων της χώρας (όπως π.χ. η αφομοίωση των Αφροαμερικανών νέγρων και η ισότιμη ένταξή τους στο δυναμικό της χώρας, η εξουδετέρωση της ΕΣΣΔ, η φιλελευθεροποίηση της Κίνας και η δημιουργία της ΕΕ), ώστε να εξουδετερώσουν, όσο είναι δυνατό, τον κίνδυνο της πτώσης. Αυτό όμως δεν μπορεί να εμποδίσει σκέψεις σχετικά με την παρουσία δυνάμεων, που θα μπορούσαν να συντελέσουν στην σταδιακή (αν όχι απότομη) αποσύνθεση της πολιτικοοικονομικής δύναμης των ΗΠΑ. Εξετάζοντας τον πολιτικοοικονομικό χάρτη θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς εστίες απειλής της παντοδυναμίας των ΗΠΑ στις ακόλουθες κατευθύνσεις:
(1) Στη ζώνη της Άπω Ανατολής η Ιαπωνία άρχισε να χάνει ην πρωτοκαθεδρία, έναντι των άλλων χωρών της περιοχής, από το 1990, όταν η Κίνα, μετά τη στροφή που σημείωσε από τη σημαδιακή επίσκεψη του Νίξον το 1972, άρχισε ένα πρόγραμμα οικονομικής αναμόρφωσης, χάρη στο οποίο πραγματοποίησε εντυπωσιακή πρόοδο, με αποτέλεσμα το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της (ΑΕΠ) να αυξηθεί από 4% σε 19% του ΑΕΠ των ΗΠΑ και αναμένεται να το υπερβεί μέχρι το 2027, ενώ το μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ ξεπερνάει το 10%. Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα μεγέθη για την «ευρύτερη Κίνα» (περιλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ, της Σιγκαπούρης και της Ταϊβάν), όπου το ΑΕΠ αυξήθηκε από 30% (το 1990) σε 90% (σήμερα, ως ποσοστό του ΑΕΠ των ΗΠΑ), ενώ το μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ είναι 18%, έναντι 19% των ΗΠΑ και 14% της ΕΕ. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με την ολοένα και μεγαλύτερη διείσδυση των κινέζικων προϊόντων στις δυτικότερες αγορές και την παράλληλη ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας, δείχνουν ότι αναμφισβήτητα η «ευρύτερη Κίνα» μπορεί στο μέλλον να αποτελέσει ένα πολιτικοοικονομικό πόλο ικανό να αναμετρηθεί με τις ΗΠΑ, διασπώντας την υφιστάμενη σήμερα μονοπολικότητα. Το ερώτημα είναι αν η Κίνα θα μπορέσει να αντέξει στον νομισματικό πόλεμο των ΗΠΑ, αν θα ξεφύγει από τον κλοιό της αυτόκλειστης πολιτικής που παραδοσιακά την χαρακτηρίζει και αν θα σταθεί στο ύψος κάποιου είδους «συμβίωσης» με τις ΗΠΑ, σε αυτό που ήδη ορισμένοι αποκαλούν «Κιμερική - Chimerica», υπονοώντας τις συνδυασμένες οικονομίες της Κίνας και της Αμερικής.
(2) Η Αφρική αποτελεί σήμερα μια πολυεθνία, που βρίσκεται σε κοινωνικοπολιτική φάση ανάλογη με τις αρχαιοελληνικές πόλεις-κράτη και τα εθνικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης τους δύο προηγούμενους αιώνες. Έχει ήδη διέλθει τη «μεσαιωνική» περίοδο των πολιτικών ανακατατάξεων, έχει προχωρήσει στη δημιουργία των εθνικών κρατών της, σε αντιστοιχία με τις υπάρχουσες τάσεις αυτοδιάθεσης και είναι ήδη μια από τις μεγαλύτερες αγορές του κόσμου, τις περισσότερο προσφερόμενες για αξιοποίηση, όσο και για εκμετάλλευση. Ο δρόμος που έχουν μπροστά τους τα αφρικανικά έθνη, μέχρι να φτάσουν στο ιμπεριαλιστικό στάδιο, στο οποίο θα είναι σε θέση να αντιστρέψουν τους όρους της πορείας εξάρτησης που έχουν ακολουθήσει μέχρι τώρα, είναι ενδεχομένως μακρύς και δύσβατος, αλλά η δυναμική ανάπτυξης της περιοχής είναι τέτοια που αφήνει πολλά περιθώρια για προβλέψεις ανοδικής εξέλιξης στο απώτερο μέλλον.
(3) Οι Ισλαμικές χώρες, από τα χρόνια του Μωάμεθ, στάθηκαν, περισσότερο από όλες τις άλλες, δυναμικά απέναντι στον δυτικό κόσμο (εκπροσωπούμενο αρχικά από τους Βυζαντινούς Έλληνες και στη συνέχεια από τους Δυτικοευρωπαίους). Έφτασαν σε σημαντικό επίπεδο αίγλης στα χρόνια του Χαρούν αλ Ρασίντ 786-809 και δεύτερη φορά στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Σουλεϊμάν Α ο Μεγαλοπρεπής 1521-66). Έκτοτε όμως παρουσίασαν μια συνεχή διαδρομή πολιτικής παρακμής, που τις έχει φέρει σήμερα σε θέση υποδεέστερη σε σχέση με τις χώρες της δύσης. Από την εποχή της κρίσης του Σουέζ (1956) οι χώρες αυτές, με διάφορες εστίες έξαρσης κάθε φορά (διαδοχικά Αίγυπτος, Παλαιστίνη, Λιβύη, Αφγανιστάν, Ιράν, Ιράκ, Συρία), βρίσκονταν στο επίκεντρο των μεταπολεμικών τοπικών πολεμικών επιχειρήσεων. Ο δυναμισμός της αντιπαράθεσης, που υποθάλπεται και από τους θρησκευτικούς συσχετισμούς, συνεχίζεται έντονος μέχρι σήμερα και δημιουργεί την εντύπωση ότι η περιοχή αυτή θα συνεχίσει να απασχολεί τους ιθύνοντες των ΗΠΑ (ενδεχομένως και ως εστία απειλής) για πολύ καιρό ακόμη.
(4) Η Αυστραλία αναπτύχθηκε μέχρι σήμερα, ως πιστός εταίρος, στα πλαίσια της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και του ΣΕΑΤΟ και επομένως θεωρείται ουσιαστικά και πρακτικά τμήμα του δυτικού κόσμου. Η ανάπτυξή της όμως την τελευταία 30ετία και ο πλουτοφόρος ορίζοντάς της, την φέρνουν σήμερα σε θέση που την προβάλλει ως μία από τις περιοχές που μπορούν να αποτελέσουν στο μέλλον ένα από τους ισχυρότερους πολιτικοοικονομικούς πόλους της υφηλίου. Σε ποιο βαθμό ο πόλος αυτός θα συμβιώσει ή θα αντιπαρατεθεί στις ΗΠΑ θα φανεί στην πορεία των γεγονότων.
(5) Τέλος η Ρωσία, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, πέρασε μια σοβαρή περιπέτεια κλονισμού, από την οποία δείχνει ότι έχει αρχίσει να συνέρχεται. Η πορεία της στο μέλλον βασίζεται στην ισχυρή κράση του ρωσικού λαού, που έχει ξεπεράσει πολλές και μεγάλες κρίσεις και στο παρελθόν και εύλογα αναμένεται και πάλι, αξιοποιώντας τον πλούτο της τεράστιας χώρας, να οδηγήσει το κράτος σε θέση διεθνούς ισχύος.
Στον 7πολικό κόσμο που αναμένεται ότι θα διαμορφωθεί, με αυτό τον τρόπο στο μέλλον (ΗΠΑ, ΕΕ, ευρύτερη Κίνα, Αφρική, Ισλάμ, Αυστραλία, Ρωσία) η θέση της Ελλάδας φαίνεται ότι θα είναι εξαρτημένη από την ΕΕ (υπό την ευρύτερη εποπτεία ολιγάριθμων μεγιστάνων του πλούτου, επιχειρηματιών και χρηματιστών). Αυτό σημαίνει ότι:
- Η Ελλάδα θα είναι μια ομόσπονδη πολιτεία, όπως οι πολιτείες στις ΗΠΑ, και επομένως η έννοια του αυτόνομου και ανεξάρτητου κράτους, που ανήκει στον «κυρίαρχο» λαό του, δεν θα ισχύει γι’ αυτήν.
- Η πολιτική ζωή στην ομόσπονδη πολιτεία θα ακολουθεί συγκεκριμένες κατευθύνσεις, χαραγμένες από την κεντρική κυβέρνηση, και επομένως η τοπική πολιτική ζωή θα έχει όλο και περισσότερο δευτερεύουσα σημασία, παρά την προσπάθεια που θα καταβάλλεται για να τονίζονται οι (ανύπαρκτες στην πραγματικότητα) «διαφορές» των κομμάτων (που θα έχουν πλέον μόνο διακοσμητική σπουδαιότητα).
- Πρακτικά η λέξη «Ελλάδα» θα έχει έννοια μόνο ως γεωγραφικός όρος της συγκεκριμένης περιοχής.
- Ουσιαστικά δεν θα υπάρχουν σύνορα για την ελληνική πολιτεία (παρά μόνο σύνορα της ΕΕ) και η είσοδος πληθυσμών (ακόμα και όσων μέχρι πρότινος λογίζονταν εχθροί ή υποψήφιοι κατακτητές) θα είναι ελεύθερη.
- Ο πληθυσμός, στα πλαίσια της ενσυνείδητα ακολουθούμενης πολιτικής ανάμιξης των λαών, θα είναι όλο και λιγότερο ελληνικός και όλο και περισσότερο πολυφυλετικός.
- Η εξασφάλιση της πολυπολιτισμικότητας που θα επιτευχθεί με τον τρόπο αυτό, θα είναι εγγύηση για την παγκοσμιοποίηση της αγοράς προϊόντων, που θα παράγονται μόνο από γιγαντοποιημένες διεθνείς επιχειρήσεις.
- Η ελληνική οικονομία θα αναπτύσσεται στο περιθώριο της ΕΕ με κύριο γνώμονα τον τουρισμό και δευτερευόντως τη ναυτιλία και την διατροφική βιομηχανία.
- Η αξιοποίηση των μεγάλων πλουτοφόρων πηγών της ελληνικής γης (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, σπάνια μέταλλα) θα γίνεται από διεθνείς γιγαντιαίες επιχειρήσεις, που θα καρπώνονται τη συντριπτική μερίδα του παραγόμενου πλούτου, με ελαχιστοποιημένο κόστος.
- Οι λαϊκές μάζες θα συντηρούνται στα όρια της επιβίωσης με ελαχιστοποιημένες αμοιβές, που θα καλύπτουν μόνο τις στοιχειώδεις ανάγκες.
- Στις στοιχειώδεις ανάγκες θα περιλαμβάνεται η χρήση διαδικτύου, κινητών τηλεφώνων ολοένα και νεότερης γενιάς και ηλεκτρονικών επινοημάτων (gadgets) κάθε είδους, ικανών να ενθουσιάζουν τους νέους (και δικαιολογημένα αυτό θα προσμετρείται στους δείκτες προόδου και ευημερίας της χώρας).
Η προοπτική μιας τέτοιου είδους ζωής μπορεί να φαίνεται ευχάριστη σε αρκετούς, αλλά θα υπάρχουν κάποιοι που ίσως απορούν για τον βαθμό της υποταγής, στην οποία οδηγήθηκε ο κόσμος και ακόμη λιγότεροι ίσως εξανίστανται και αισθάνονται την ανάγκη να αντιδρούν, με τρόπους, που δεν έχει αποδειχτεί ότι μπορεί να έχουν άλλο αποτέλεσμα, εκτός από την παραγωγή συμβόλων αντίστασης. Οι περισσότεροι όμως θα συμβιβάζονται με την ιδέα ότι η ζωή στις δυτικές χώρες, μετρούμενη με αντικειμενικά κριτήρια (όπως το προσδόκιμο όριο ηλικίας), είναι αισθητά ποιοτικότερη σε σύγκριση με άλλες περιοχές του πλανήτη, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στις οποίες οφείλει να είναι πρώτιστο μέλημα του σύγχρονου πολιτισμού. Και βέβαια, όσο υπάρχουν άνθρωποι, μπορούμε να αισιοδοξούμε ότι η προσπάθειά τους για συνεχή βελτίωση των όρων ύπαρξης τους, που σε τελευταία ανάλυση είναι ο ύστατος κινητήριος μοχλός της ιστορίας, δεν θα είναι άκαρπη, όπως δεν ήταν και μέχρι σήμερα.