Καθώς οι εξεγέρσεις έχουν ήδη αρχίσει ο εφιάλτης της συνήθειας αιωρείται πιο απειλητικός από ποτέ με εντυπωσιακά στιγμιότυπα από μαύρες λιμουζίνες και ξανθιές καλλονές ντυμένες με εκθαμβωτικές τουαλέτες και καλλιτεχνικά δρώμενα με υπερηχητική ενέργεια στις υπόγειες διαβάσεις που κυριαρχούν απόλυτα μπαίνοντας σε ρόλους
κι αποκτώντας άλλο αέρα σχεδόν ιερό που επιβάλλει τη λογική του
προσαρμόζοντας τους κανόνες του χώρου στο τοπίο μέσα από βαθιές σχέσεις πάθους με προσωπική σημασία σε μια προσπάθεια οπτικής καταγραφής των περιπλανήσεων στον κόσμο με συνοπτικές διαδικασίες
και επιθετικές τάσεις σε ένα σπάνιο συνδυασμό ευκινησίας και καθημερινότητας που κρεμιόνται για πούλημα στο απρόσωπο παζάρι μέσα στον παροξυσμό της επιβίωσης που αφήνει τη σφραγίδα του στην πόλη με τους απελπισμένους και τους διαδηλωτές που πιστεύουν στη λύτρωση ενώ ένα φάντασμα πλανιέται στους δρόμους τελώντας ένα μόνιμο μνημόσυνο κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της αστυνομίας
με τους ανιχνευτές μετάλλων σε ημερήσια χρήση μπρος απ’ τις βιτρίνες των καταστημάτων ανάμεσα σε ετοιμοπόλεμους φρουρούς που είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν σ’ οποιαδήποτε παράνομη συγκέντρωση
χωρίς να διαμαρτύρονται για τις απαγορεύσεις στους σταθμούς του μετρό ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι ταξιδεύοντας συνεχώς σε στραβό δρόμο παρασυρμένοι από αυταπάτες και σπεύδοντας να ενταχθούν στο πρόγραμμα πεισματικά και με καχυποψία με στόχο να πετύχουν κατά λάθος κάτι παραπάνω από το μέλλον τους προτού το ρίξουν
μες στους κάδους ανακύκλωσης που καταλήγουν κι αυτοί πάντα
στην πρέσα υπακούοντας στους νόμους της αγοράς και στην ανάγκη για πρώτες ύλες σε μια πολύπλοκη διαδικασία που παρέχει μόνο τον εξοπλισμό αρκεί να προκύπτει αποτέλεσμα με εναλλακτικές προτάσεις που φιλοδοξούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα ορισμένα θέματα
με χρήση ψηφιακής τεχνολογίας σε παντογράφους κι άλλες μικροσυσκευές ανοιχτές στους πειραματισμούς για να έχουν όλοι χώρο με τεράστιο εμπορικό ενδιαφέρον για τον εαυτό τους σε μια ανεκτέλεστη θητεία με δικαιώματα επαναστατών που προσποιούνται ότι αδιαφορούν παγιδευμένοι μες σε αβέβαιες λέξεις και κατεβάζοντας από το διαδίκτυο
αποθηκευμένα αντίγραφα σχεδίων που δεν ταιριάζουν στα ανατρεπτικά τους πρότυπα για μια ακατάπαυστη διονυσιακή κραυγή ως το τέλος.
Προσπαθώντας να βελτιώσουν τη στάση και το ύφος τους σε αιματηρά επεισόδια έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για το εποχικό φαινόμενο που ξαναχτυπά καθώς τα χειρότερα μόλις ξεκίνησαν να έρχονται
σταματώντας την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης αν και οι περισσότεροι δεν έχουν καταφέρει να αφυπνίσουν τον κόσμο
ανάμεσα στους ταλαίπωρους εξαρτημένους και τους άφραγκους μετανάστες που παραπατάνε στις υποβαθμισμένες περιοχές
σε ένα πρωτότυπο σκηνικό που κινδυνεύει να κλείσει με τη γοητεία
της μετατόπισης που είναι ταυτισμένη κάπως αθώα και ευάλωτα με την ατμόσφαιρα του τόπου αδιατάρακτη από τις αντιδράσεις του περιβάλλοντος, χωρίς συνέχεια, εναλλακτικούς δρόμους και δίκτυο υποστήριξης σε άμεση επαφή με τη στωικότητα των διαδηλωτών
που, θέλοντας και μη, παραμερίζουν με τις γνωστές εκρηκτικές συνέπειες
και μια αλλαγή ταχύτητας υψηλών οκτανίων με κολοσσιαία ιπποδύναμη
εμφανώς πειραγμένη από τα στερεότυπα ανταγωνιστικότητας
που ερμηνεύονται ως αδυναμία σε ρόλους ροκ που ξεφεύγουν από τον απόλυτο έλεγχο σε μία σχέση καθημερινή με αρκετές εντάσεις
και συγκρούσεις για γρήγορα ανακλαστικά χωρίς ηττημένους
όταν το απαιτούν οι επιμέρους χειρισμοί και υπάρχουν αντιδράσεις
που μεταμορφώνονται χωρίς να χάνουν το περιεχόμενό τους, βγαλμένες απ’ το γκρίζο παρελθόν με οπτική μεταφορά που δεν σταμάτησε
να αφηγείται με συμπάθεια ιστορίες ανθρώπων στα όρια της υστερίας που έγιναν τα θύματα των εξελίξεων εγκλωβισμένοι σ’ ένα εξοντωτικό σύστημα συμβόλων που ξεφυτρώνουν με κλειστό σύστημα σ’ όλη την επικράτεια κάνοντας το σκοτάδι να λάμπει για ν’ αποκολληθούν οι θεατές από τον μαγικό κόσμο των παραμυθιών ανακαλύπτοντας ο καθένας το δικό του τρόπο να ζωντανέψει μέσα σ’ ένα ταξίδι όπου
δεν χρειάζεται να τρέχεις ούτε να προλαβαίνεις τίποτε αλλά μόνο ν’ αγγίζεις τα πράγματα αναγνωρίζοντας το σχήμα τους με αδημονία χωρίς στολίδια και υπερβολές έτσι που τελικά να πάψει να φαντάζει προοιωνίζοντας την έκπληξη εκτός των τειχών από όπου αρχίζει
το ταξίδι της φαντασίας γύρω από το οποίο περιστρέφεται η ζωή μας
προειδοποιώντας για την παρουσία της με μια σειρά από οπτικές ενδείξεις στο πρόγραμμα υψηλής ταχύτητας με ασταμάτητη ροή
χωρίς διορθώσεις μόλις ξεχωρίζοντας απ’ τους άλλους θορύβους.
Για να υλοποιήσουν τη δική τους εκδοχή του ερωτικού ονείρου
οι ακόρεστοι νεαροί λύκοι των χρηματιστηρίων αναμετριούνται με τα δευτερόλεπτα στα παζάρια του αιώνα ξεκουράζοντας τα πιστόλια τους και βάζοντας τον αισθησιασμό με σωστό φωτισμό στη διατίμηση για να υπάρχει πάντα προσφορά νυχτερινής ζωής με αυθεντικούς κώδικες
και απαλές κινήσεις κάπως μελαγχολικές αλλά και ζωντανές ταυτόχρονα
που σε κάνουν να σκέφτεσαι ότι δεν έχασες άσκοπα τον καιρό σου
μέσα στις φωνές και στη φασαρία με δαιδαλώδεις συλλογισμούς και ανάλαφρες στιγμές σα να έχεις τον κόσμο στα πόδια σου με φτερωτά πέλματα και βιοκαύσιμα συνεχούς πλεύσης σε μια γιορτή που κρατάει
τελετουργικά τα αποτυπώματα της φύσης θυσιάζοντας ανεξίτηλα
τις στιγμές της ενέργειας σε αναζητήσεις με μια απροσδιόριστη ανησυχία που σπέρνει πανικό θυμίζοντας εξέγερση χωρίς σοβαροφάνεια ακόμα και με θαυμασμό και συχνά ξεσπάσματα πυρηνικής βίας μες στην κραιπάλη της ανάληψης με ψυχολογία φυγάδα που ακολουθεί φανταστικές διαδρομές αυτοεπιβεβαίωσης καταρρίπτοντας μύθους και αλήθειες
στο πεδίο της μάχης που κρύβει παραμελημένα τοπία εμπνευσμένα από ψυχεδελικά μοτίβα στο παιχνίδι της δύναμης που παραμένει σύμβολο
του παρελθόντος με μια ξεχωριστή συλλογή από αναμνηστικά στιγμιότυπα με πολύ έντονα χρώματα και ιδιαίτερες λεπτομέρειες,
καινοτομίες και παρεμβάσεις επηρεασμένες από διακριτικές αναφορές
σε ιδέες ενός χώρου που χρονολογείται από τα γεγονότα οικοδομώντας το αναπάντεχο και δοκιμάζοντας τις δυνάμεις του σε πάμπολλες νέες προκλήσεις από γυαλί και μέταλλο που δίνουν έμφαση στη φωτεινότητα
που ταυτίζεται με την τόλμη σε κάτι τόσο αρχετυπικά διαφορετικό
στη δομή και στη φόρμα επιχειρώντας ένα ταξιδιωτικό έπος χωρίς αφετηρία και τέρμα σε απροσπέλαστους δρόμους με ανοιχτές αγκαλιές
που σπαράζονται από τη φτώχεια και τους πολέμους μένοντας συνεχώς έξω απ’ τις απολήξεις του κόσμου με αργές σχέσεις ανάβασης
και συνθέσεις από κοκάλινους σκελετούς και τσαλακωμένο δέρμα
με μοναδική προσωπικότητα που δεν καταρρέει από το βάρος που περισσεύει πλοηγώντας δημόσια τους μύστες να αποκαλύψουν προσωπικά δεδομένα ενός εαυτού παθιασμένου με τους θαλάσσιους όγκους που ξεβράζει το κύμα και γίνονται μέρος της φυγής των πραγμάτων.
Ενώ οι πόλεις έχουν γεμίσει με πρόσφυγες και οι επιδημίες περιμένουν
ο μόνος λόγος για να απολαύσει κανείς το θέαμα από κοντά
είναι να ξεφύγει από την τελετή της αποξένωσης κάνοντας λίγο προς τα πίσω για να μην απογοητευθεί από τη νέα κατάσταση δίνοντας ερεθίσματα στο χώρο που κατοικείται απ’ την αιωνιότητα εκ δεξιών του θεού στο χάος που έπεται επιτόπου χωρίς έξωθεν έναυσμα για αστραπιαία αντίσταση στην εισβολή με μαθηματικές καμπύλες
εκτονώνοντας τις χιλιάδες αποχρώσεις του τοπίου πριν την έκρηξη
χρωμάτων και σχημάτων για μεγαλύτερες προσδοκίες στον επικείμενο κίνδυνο με χαρακτηριστικά καταστροφής στις πολιτικές συγκεντρώσεις
που δίνουν την εντύπωση ενός ισχυρού εγώ με πολλές άμυνες
και κλινικά συμπτώματα προσωπικής ευτυχίας με ένα υποδόριο συναίσθημα αναμονής που συλλαμβάνει τους νεκρούς χρόνους
στις εμπόλεμες ζώνες του εσωτερικού κόσμου κάθε ανθρώπου επεμβαίνοντας χωρίς αποτέλεσμα στη ροή των γεγονότων στους εμφύλιους πολέμους απέναντι σε θηρία κάπου στη ζώνη του λυκόφωτος
όπου όλοι δοκιμάζουν την τύχη τους αποενοχοποιημένοι
αφήνοντας ελεύθερο χώρο και σχεδιάζοντας ουτοπίες με ρευστά σχήματα για κάθε αντίπαλο που καταλήγουν ερείπια του παρελθόντος
ηττημένα και σε πλήρη σύγχυση στοχεύοντας τον ουρανό με τα χιλιάδες πρόσωπα που έχουν γίνει το τοπίο της πόλης επιλέγοντας αυθαίρετα να ανάβουν ή να σβήνουν σε κάθε περίπτωση με ηλιακά βοηθήματα και με μια θριαμβευτική επαναφορά στο προσκήνιο μυστικών που επηρεάζονται ελάχιστα από τις εποχές σε ένα οδοιπορικό χωρίς πέρασμα πείσματος και ανταμοιβής με ελαστικές ιδιότητες και φτωχή ποιότητα εικόνας που φιλοδοξεί να θυμίσει κάτι από την ξεχασμένη αίγλη ψάχνοντας τους δρόμους με τις μεταβαλλόμενες ταυτότητες με κραυγαλέα εκδηλωτικότητα και συνεχίζοντας την περιοδεία με φτερά νυχτερίδας τη στιγμή που πιάνονται στο δόκανο κάτω από το άπλετο φως του ιωδίου συμπληρωματικό της εκδήλωσης στις πέντε εποχές κάτω από το ουράνιο τόξο με αντικατοπτρισμούς και δεύτερες αλήθειες με καρτεσιανή γεωμετρία και επίγευση ελαιόλαδου και ένα σύννεφο στη θέση των ανθρώπων που δε γίνεται να υπάρξουν αλλά θα συνεχίσουν να υπάρχουν με ένα αέρα αυτοπεποίθησης για πάντα σε άλλο επίπεδο ασύλληπτης ευκρίνειας, εφηβικοί, φωτόπλαστοι κι ερωτικοί όπως πάντα.
Καταβλημένοι από το αναπάντεχο μένος των μαχών αναμετριούνται
με σκιές σώμα με σώμα σε ένα άλλο στίβο δίχως λάμψη και χορηγούς όπου όλα παίζονται με ελάχιστη αντίσταση επικοινωνώντας με τον ήλιο
γλιστρώντας ένας ένας σε κάθετη απόσταση μέχρι να χαθούν σαν τα κύματα χωρίς χρώμα στην πιο αέναη στιγμή του χρόνου που έκαναν τα πάντα για να την εξαφανίσουν με το βλέμμα στο αύριο δίχως δισταγμό σαν μολυβένια στρατιωτάκια που συνεχίζουν τη μίζερη ζωή τους
επιβιώνοντας όπως όπως σε υπαίθρια ράντζα όπου δεν υπάρχει ζωτικός χώρος μες στην αιθαλομίχλη απελπιστικά στάσιμη σ’ ένα κόκκινο πλανήτη σε ακραίες συνθήκες μειωμένης βαρύτητας με κρυφές υπερφυσικές δυνάμεις που απειλούν την ισορροπία του κόσμου
πιστεύοντας στη μοίρα που τους φέρνει στα όρια της εξάντλησης
με πολύ δύσκολες αλλά επιθυμητές προκλήσεις καταιγιστικής δράσης
σε συνηθισμένες διαδρομές την επαύριον της σύλληψή τους που πια έχει γίνει μέρος μιας τουριστικής ξενάγησης με ρεκόρ πωλήσεων στην πανικόβλητη τηλεόραση έχοντας εξασφαλίσει απόλυτη ελευθερία κινήσεων και συνεχίζοντας να κάνουν το ίδιο πολύ πιο δυνατά από πριν
εξοικειωμένοι με τη βία μέσα σε μια χαοτική κατάσταση που κάποιοι έχουν δημιουργήσει με τις πράξεις τους πάντοτε όμως με χολιγουντιανό
σκηνικό τειχών μιας πόλης μες στην πόλη με χιλιάδες λαβυρίνθους και μικροκαταστήματα, επαύλεις και μνημεία που το κάνουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αξιοθέατα στην περιοχή απότομα προσγειωμένη στο παρόν
καθώς μέσα σ’ αυτό το απέραντο μελίσσι η ζωή κυλάει απρόσκοπτα
σαν σε φωτεινό θάλαμο με τους δικούς της ρυθμούς συνεχίζοντας μια πορεία αιώνων σ’ ένα ανατρεπτικό ονειρικό παραμύθι που διεγείρει και στιγματίζει όταν δεν φοβίζει κλέβοντας ψυχές κι εκθειάζοντας την καθημερινή εποποιία της αμερικανικής ακμής με τις μεγάλες ευκαιρίες για ανάδειξη σε μιαν ανατομία ζωής και θανάτου των σύγχρονων καιρών με εκφραστική μαγεία και δύναμη κρούσης που δονεί τα πάντα γύρω τους από τα έγχρωμα πανηγύρια μέχρι τον ασπρόμαυρο εθισμό σε στάση εμβρύου και με μια στάλα μακάβριου αλλά πάντα ερωτικού που ήδη σκοτεινιάζει τη μορφή τους καθώς όλοι έμπλεοι αγάπης, πάθους κι αθωότητας ύστερα από αλλεπάλληλους υποδειγματικά θαρραλέους πολέμους με τον άλλο εαυτό τους κερδίζουν πάλι τη διελκυστίνδα
αυτής της σχέσης με τα ασύνορα ορφικά πνευστά των κόσμων.
Περπατάνε στις στρατιωτικές βάσεις δίπλα στα φτωχόσπιτα και τις φαβέλες μέσα σε πλατείες σπαρμένες με κατασχεμένα άνθη που προκαλούν άλλοτε θλίψη κι άλλοτε χαρά από εφιάλτες που αλλάζουν τις εντυπώσεις καταφέροντας μεγάλο πλήγμα στις αισθήσεις ανάμεσα σε γυμνές γυναίκες που αποκαλύπτουν το υπερθέαμα του μεγαλείου των καμπυλών τους σ’ ένα περίτεχνο χαλί όπου έχουν χάσει την ανωνυμία τους υπογράφοντας καθημερινά με τη φωτογραφία τους τις συγκρούσεις των συμμοριών και των κομάντος με τους άρχοντες των λόφων που ξεθωριάζουν και μαραίνονται με τα χρυσά κορδόνια τους μπερδεμένα μες στις οάσεις των απομεσήμερων που φαίνονται παλιότερα ανακυκλωμένα με κάθε τρόπο στις επιδρομές των νέων επιβατών που ασφυκτιούν από υπερκινητικότητα σαν τορπίλη μέσα στη μαγεία της αποθέωσης ενώ ο κόσμος γύρω είναι πάντα φωτεινός με τις δικές του διαστημικές δυνάμεις κι έναν σωματότυπο που δεν είχε εμφανιστεί ποτέ στο παρελθόν βάζοντας φραγμό στα ίδια του τα σύνορα και μένοντας φυσιολογικά σ’ ένα απυρόβλητο υψηλής τεχνολογίας με την ίδια διάθεση για καινοτομία μέσα σ’ ένα δικό τους θέατρο που βγήκε απ’ τη γυάλα των στυλιζαρισμένων εικόνων και ισορροπεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και το υπερβατικό οδηγώντας με εκρήξεις συναισθήματος σ’ ένα τσίρκο κενού κι απόγνωσης με διαβολικές πόζες
μετρώντας τώρα τον ακριβή αριθμό των θυμάτων σε στρατιωτικούς στόχους όπου παίχτηκαν χιλιάδες δράματα δημιουργώντας ένα τοπίο χάους από άμαχους και πληγωμένους σε μυστική αποστολή πρωτόπλαστων με υψωμένα χέρια που δεν αλλάζουνε το πρόγραμμά τους
επιβάλλοντας ράθυμους ρυθμούς και διαλέκτους με αντίστροφη μέτρηση σ’ ένα παραμύθι με δικούς του δράκους και ζαχαρωτούς τόνους με οργιαστικές αρχέγονες δονήσεις σε υψηλές θερμοκρασίες ταξιδεύοντας στις πρώιμες εποχές της ιστορίας για να εξορκίσουν τους κινούμενους στόχους που κυριεύουν τις ψυχές με τα συνθήματα των εξεγερμένων
και τις μνήμες του ξεσηκωμού τους ξεπερνώντας τελικά όλα τα εμπόδια
σ’ ένα σπουδαίο αγώνα που καλύπτει το κενό των κόσμων καθώς αρχίζει πάλι αυτή η αργή γυμναστική χωρίς ελπίδα επιστροφής με τους ιδιότυπους χορευτικούς τριγμούς που υπολογίζει πάντα νοερά τις δυνατότητες των αντιπάλων ξεγελώντας τους όλους που έτσι πια αυτοεξορίζονται για πάντα κατατρυχόμενοι απ’ τις ίδιες έμμονες ιδέες.
Αναστενάζοντας μέσα στους εμπαιγμούς των εκατόνταρχων καθώς βαδίζουν στο γκρεμό σ’ άνυδρους δρόμους εναποθέτουν τις ελπίδες τους
στις επερχόμενες πομπές προσκυνητών που φαίνεται πως διασκεδάζουνε πολύ σ’ αυτούς τους αγώνες με το ουράνιο κρασί μες στα μεγάλα βράδια του καλοκαιριού όπου όλα πια μπορούν να γίνουν στα ηλιακά ρολόγια με τα νυχτερινά φώτα γεμάτα γοητευτικές θεότητες που αμφισβητούν την παρακμή σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα από τότε που αφέθηκαν στην ευχαρίστηση σα να βγήκαν από τη χώρα των θαυμάτων μέσα στην κάμαρα με τα μυστικά και τα μολυβένια στρατιωτάκια που δεν παραδίνονται ποτέ και που θα μπορούσαν να λατρεύονται κι εκείνα ως ηγεμόνες της ασφάλειας συντηρημένα στη φορμόλη μαζί μ’ ένα κομμάτι της ιστορίας που δεν θα μάθουνε ποτέ ολόκληρη αφού έχει διαψευσθεί πολλές φορές στοιχειώνοντας τα όνειρά τους με αόρατες πτυχές και θέα το γαλάζιο μέσα από μια σειρά περίτεχνων μονοπατιών κάτω από ηφαίστεια που οδηγούν σε τόπους μαγικούς λαξευμένους μέσα σε βράχια που τους κάνουν να νομίζουν πως μπορούν ν’ αγγίξουν αν απλώσουνε το χέρι τους σα να ’θελαν να ζωγραφίσουνε πάνω στα κύματα τον Ποσειδώνα σε ένα είδος απελευθέρωσης εκείνων που τα δέχονται όλα δίχως όρια το ίδιο θαρραλέα μπρος στα θαύματα ακόμα και την ίδια τους τη ζωή χωρίς αυτούς και χωρίς όλα τα πρόσωπα του παραμυθιού που πρέπει να ερμηνεύσουν μέχρι την τελευταία τους ρανίδα εκφράζοντας ετεροχρονισμένα τα πολλαπλά πεδία μιας αισθησιακής πραγματικότητας
με την οποία μπορεί να διαφωνούν έχοντας πάρει απόφαση ότι πια
δεν τους είναι αναγκαία και δεν σκοπεύουν να είναι πια πιστοί σ’ αυτή
ξοδεύοντας την ομορφιά τους δίχως ένστικτο επιβίωσης μες σ’ ένα κόσμο με χιλιάδες επιζώντες που κατάφεραν να λύσουν το γόρδιο δεσμό στην πιο ακραία του μορφή κάνοντας πάντα κάτι αναίτια την κατάλληλη στιγμή χωρίς κανένα αίσθημα ενοχής ή εξασθένισης της μνήμης
παίρνοντας πάντα ασυναίσθητα μια βαθιά ανάσα πολύ πριν να τελειώσει ο αέρας απ’ το σκάφανδρο και βρίσκοντας έτσι ένα νέο ρόλο ανταμοιβής κάπως σαν αερικά σε εξωτικά μουσεία συλλογικής αισθητικής
έχοντας μόνο αντίπαλο τον εαυτό τους χωρίς ανώφελη έπαρση
αλλά με πάμπολλα αινιγματικά παιχνίδια πρόγνωσης και πειραματισμών
που διατηρούν ανέπαφο τον πιο περιζήτητο και εκρηκτικό πηλό
του ηφαιστειακού πρωτόπλαστου σιβυλλικού υλικού τους.