Εσφαλμένη και ορθή ερμηνεία του χωρίου: (Ιωάνν. ΙΘ' 10-12)

Ημερομηνία δημοσίευσης: Jun 02, 2010 9:54:51 PM

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

«Λαός παράνομος Χριστέ σε προδούς τω Πιλάτω, σταυρωθήναι κατεδίκασεν, αγνώμων περί τον ευεργέτην φανείς...» ( Αναστ. Αποστιχ. ηχ. Δ')

[Εσφαλμένη και ορθή ερμηνεία του χωρίου: ( Ιωάνν. ΙΘ' 10-12) ]

ΚΕΙΜΕΝΟ: «Λεγει αυτώ ο Πιλάτος· Εμοὶ ου λαλείς; ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω απολύσαί σε; Απεκρίθη Ιησούς· ουκ είχες εξουσίαν ουδεμίαν κατ' εμού ει μη ην σοι δεδομένον άνωθεν· δια τούτο ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει. Εκ τούτου εζήτει ο Πιλάτος απολύσαι αυτόν

ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ: «Λεγει εις Αυτόν ο Πιλάτος· Εις εμέ δεν ομιλείς; Δεν γνωρίζεις ότι έχω εξουσίαν να σε σταυρώσω και έχω εξουσίαν να σε ελευθερώσω; Απήντησεν ο Ιησούς· δεν θα είχες καμμίαν εξουσίαν εις εμέ, εάν δεν σου είχε δοθή άνωθεν. Δι αυτό αυτός που με παρέδωσεν εις εσέ μεγαλυτέραν αμαρτίαν έχει. Εξ αυτού εζήτει (αφορμήν) ο Πιλάτος δια να τον ελευθερώση.»

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Εις το ζήτημα το οποίον εξετάζομεν, ήτοι περί του ποίος μεγαλυτέραν αμαρτίαν είχεν, «ο Πιλάτος, η οι Εβραίοι» θα ηδύνατό τις να αντιτάξη το ερώτημα: «ποίος καλλίτερον επνίγη, ο εις τα 2 μετρα βυθισθείς, η ο εις τα 200 καταποντισθείς»; Διότι, βεβαίως, τόσον ο Πιλάτος, όσον και ο Καϊάφας μετά των συν αυτώ αμετανοήτων Εβραίων εκολάσθησαν. Το να ερευνώμεν εις ποίον βάθος κολάσεως ευρίσκεται ο καθείς ομοιάζει ως προσπάθεια απαντήσεως του β’ ερωτήματος.

Ομως, επειδή το εξεταζόμενον ζήτημα αφορά λόγια του Ευαγγελίου και μάλιστα εκ στόματος του ιδίου του Χριστού τα οποία έχουν ερμηνευθή υπό των Αγ. Πατέρων, είμεθα αναγκασμένοι να αναφέρωμεν τας ερμηνείας αυτάς, αι οποίαι δια το συγκεκριμμένον χωρίον όχι απλώς συμφωνούν, αλλ᾽ ομοφωνούν και συμπίτουσι μεταξύ των πλήρως. Δυστυχώς, η των Πατέρων ερμηνεία είναι αντίθετος από την περιγραφομένην εν τη «ΑΠΟΣΤ. και ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΦΩΝΗ» προ διετίας, υπό τίτλον «ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΧΩΡΙΟΥ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ» (βλ. ακολούθως).

Οι κ.κ. Τρεμπέλας, Κολιτσάρας, κ.λπ. ερμηνευταί, εάν εις αλλα χωρία ερμηνεύωσι κατά την ιδίαν αυτών κρίσιν, σφάλλουσι (δεν υπερασπιζόμεθα αυτούς προσωπικώς). Εις δε το χωρίον τούτο έπονται της ομοφώνου γνώμης των Πατέρων της Εκκλησίας και δια τούτο δεν είναι κατηγορητέοι, αλλά μάλλον επαινετέοι.

Μετά λύπης, εύρωμεν μόνον δύο «ερμηνευτάς» συμφώνους προς την δημοσιευθείσα προ διετίας «εσφαλμένης αποδόσεως», την Ηγουμένην Μαγδαλινήν της Κοζάνης και τον Παπαν Ιωάννην Παύλον Β'. Ο δεύτερος, κατά την εν τη συναγωγή της Ρώμης γνωστήν επίσκεψιν αυτού ...απήλλαξεν τους Εβραίους εκ του αμαρτήματος της σταυρώσεως του Χριστού επιρρίπτων τας ευθύνας τοις Ρωμαίοις (Πιλάτω). Η πρώτη, εις τον μυθιστορηματικώς διασκευασθέντα υπ' αυτής βίον της Αγίας Μαγδαλινής παρεποίησεν λόγους της Αγίας προς τον Αυτοκράτορα προσθέσασα αυθαιρέτως ιδικάς της λέξεις ώστε να παρουσιάζη την Αγίαν να αποδίδη τω Πιλάτω μείζονα αμαρτίαν από την των Ιουδαίων. Οστις επιθυμεί, ας ίδη εν τω Μεγάλω Συναξαριστή ακριβώς τον ίδιον διάλογον άνευ των προσθηκών.

Η «ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ» εγράφη τον Μαϊον του 1996, υπό μορφήν ερωταποκρίσεων. Τωρα προσετέθη μόνον ο πρόλογος και ο επίλογος και το κείμενον αφέθη γενικώς αναλλοίωτον, μετ ἐλαχίστων, φραστικών κυρίως, διορθώσεων. Προτάσσομεν το άρθρον «Εσφαλμένη Απόδοσις...» αυτούσιον. Νομίζομεν ότι το θεμελιώδες σφάλμα αυτού είναι ο καταλογισμός απλής επιθυμίας φόνου εις τους Εβραίους και της πράξεως του φόνου εις τον Πιλάτον. Ως θέλει αποδειχθή εις τας επακολουθούσας ερωταποκρίσεις, οι Αγιοι Απόστολοι και Πατέρες καταλογίζουν ευθύνας πράξεως της σταυρώσεως εις τους Εβραίους, ενώ εις τον Πιλάτον συνέργειαν.

Κάλυμνος, Μάϊος 1998

Ιερομ. Θεοφώτιος

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

Η ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Εσφαλμένη απόδοσις ερμηνείας χωρίου Καινής Διαθήκης (Αδελφότητας Θεολόγων «Ο Σωτήρ» , « Η Ζωή » κ.λπ.)[1]"

Επ ευκαιρία της Μεγάλης Εβδομάδος, διαβάζοντες το κάτωθι χωρίον της Καινής Διαθήκης, εθεωρήσαμε την απόδοσιν της ερμηνείας των Καθηγητών κ.κ. Τρεμπέλα και Κολιτσάρα εσφαλμένην, και δημοσιοποιούμεν την παρούσαν επιστολήν, ώστε αι μεν αδελφότητες «ΖΩΗ» και «ΣΩΤΗΡ» να δώσουν την δέουσαν προσοχήν και εις μελλοντικήν επανέκδοσιν της να προβούν εις την σχετικήν διόρθωσιν, διότι την θεωρούμε επιβεβλημένην λόγω της σοβαρότητος του χωρίου, ως θα εξηγήσωμεν κατωτέρω· ο δε αναγνώστης, εις περίπτωσιν αντιθέτου γνώμης εις την ερμηνείαν την οποίαν θα αποδώσωμεν, να δυνηθή να μας διορθώση παραθέτοντας ισχυρότερα Πατερικά και Θεόπνευστα κείμενα απ᾽ αυτά που ημείς θα παραθέσωμεν.

Ερχόμεθα εις το χωρίον εις το οποίον εδόθη η εσφαλμένη ερμηνεία, υπογραμίζοντες το επίμαχον σημείον:

«Ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε, και εξουσίαν έχω απολύσαί σε; απεκρίθη ο Ιησούς· ουκ είχες ουδεμίαν εξουσίαν κατ᾽ εμού ει μη ην σοι δεδομένον άνωθεν· δια τούτο ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει. Εκ τούτου εζήτει ο Πιλάτος απολύσαι αυτόν·» ( Ιωάνν.ΙΘ' 10-12).

Η ερμηνεία των ανωτέρω υπό των κ.κ. Τρεμπέλα και Κολιτσάρα είναι ως κάτωθι:

«Δεν ηξεύρεις ότι έχω εξουσίαν να σε σταυρώσω και έχω εξουσίαν να σε αφήσω ελεύθερον; Απεκρίθη ο Ιησούς· Δεν θα είχες καμμίαν εξουσίαν εναντίον μου, εάν δεν σου είχε δοθή η εξουσία αυτή απ' επάνω, δηλαδή από τον Θεόν. Η ανοχή του Θεού σε κρατεί άρχοντα επί της δικαστικής έδρας, και επεφύλαξεν εις σε να με δικάσης. Επειδή δε η εξουσία αυτή έχει δοθή εις σε από τον Θεόν, και δεν δύνασαι να αποφύγης το να με δικάσης, δι᾽ αὐτό ο Καϊάφας και το Συνέδριον των Ιουδαίων οι οποίοι με παρέδωκαν εκ φθόνου και μίσους εις σε, και σε πιέζουν να με καταδικάσης, έχουν μεγαλυτέραν αμαρτίαν από σε, ο οποίος εκ φόβου προς αυτούς καταχράσαι τώρα την εξουσίαν σου. Η απάντησις αυτή του Ιησού κατέπληξε και εθορύβησε τον Πιλάτον, και ένεκα τούτου επεδίωκε με μεγαλυτέραν τώρα επιμονήν να ελευθερώση Αυτόν.»

Οφείλομεν να κάνωμε μίαν μικρήν εισαγωγήν πριν έλθωμεν εις την ορθήν απόδοσιν της ερμηνείας του χωρίου.

Φυσικά, οι ερμηνευταί δεν ημπορούσαν, ερμηνεύοντες το «ο παραδιδούς με», να εννοήσουν άλλους εκτός του Καϊάφα και του Συνεδρίου των Ιουδαίων, οι οποίοι παρέδωκαν τον Χριστόν εις τον Πιλάτον, γνωστοί όντες δια το μίσος και τον φθόνον των, προς τον Ιησοῦν, όπως περιγράφεται εις τας πράξεις των Αποστόλων: «ον υμείς παρεδώκατε και ηρνήσασθε αυτόν κατά πρόσωπον Πιλάτου» (Πραξ. Γ'13), ώστε να τούς ονομάση ο Ιησοῦς «γεννήματα εχιδνών», «όφεις» (Ματθ. Γ', 7). και αλλού υιούς του Διαβόλου: «υμείς εκ του πατρός του διαβόλου εστέ και τας επιθυμίας του πατρός υμών θέλετε ποιείν» (Ιωάνν. Η', 44). Οι Σατανάδες αυτοί παρέδωκαν τον Χριστόν εις τον Πιλάτον. Ο Χριστός, όμως, εκείνην την στιγμήν που απειλείται από τα λόγια του Πιλάτου: «Σε μένα δεν ομιλείς; Δεν γνωρίζεις ότι έχω εξουσία να σε σταυρώσω και εξουσία έχω να σε ελευθερώσω;» δεν αναφέρεται εις τούς παραδιδόντες αυτόν, αλλά κάνει σύγκρισι μεγέθους αμαρτίας μεγάλης και μικράς μεταξύ δύο προσώπων: ο Πιλάτος και ο «παραδιδούς με». Ο χαρακτηρισμός ούτος αποδίδεται εις τον Ιούδα και από τούς 4 Ευαγγελιστάς 10 φοράς (ως θα αναφέρομεν κατωτέρω) εις διάφορα χωρία της Κ. Διαθήκης και αποτελεί πλέον το διευκρινιστικόν γνώρισμά του. Αν, λοιπόν, εννέα φοράς «ο παραδιδούς με» αναφέρεται εις τον Ιούδαν, βάσει ποίας λογικής την δεκάτην φοράν να εννοή το Συνέδριον και τον Καϊάφαν; Δεν πρέπει, λοιπόν, να ερμηνευθή «ο παραδιδούς με» ως αναφερόμενον εις τον Καϊάφαν και το Συνέδριον, διότι αν εννοούσε αυτούς ο Χριστός θα έπρεπε να χρησιμοποιήση τον πληθυντικόν «οι παραδιδόντες με», ενώ εδώ χρησιμοποιεί την λέξιν «ο παραδιδούς με» ως τίτλον του Ιούδα (άλλως, αν δεν ήτο τίτλος, θα έλεγεν ο «παραδούς με»).

Απ᾽ αὐτήν την εσφαλμένην τοποθέτησιν προκύπτουν πολλαί αντιθέσεις τας οποίας θα ερευνήσωμεν πριν να εισέλθωμεν εις την ορθήν απόδοσιν της ερμηνείας.

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Α’: Μεγαλυτέραν αμαρτίαν αποδίδουν οι άνωθεν ερμηνευταί εις τον Καϊάφαν και το Συνέδριον (πολλά πρόσωπα), ενώ ο Χριστός αναφέρεται εις ένα πρόσωπον μόνον: «ο παραδιδούς με σοι» (1*).

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Β’: «ο παραδιδούς με» είναι το διευκρινιστικόν γνώρισμα του Ιούδα το οποίον χρησιμοποιούν και οι τέσσαρες Ευαγγελισταί. (βλ. Ματθ. ΚϚ' 25, 46, 48, ΚΖ' 3, Μαρκ. ΙΔ' 42-44, Λουκ. ΚΒ' 48, Ιωάνν. ΙΗ' 2, 5.)

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Γ’: Εις το μίσος και τον φθόνον του Καϊάφα και του Συνεδρίου επιρρίπτουν οι ερμηνευταί τον πρώτον βαθμόν της αμαρτίας και τον δεύτερον εις τον Πιλάτον. Η απόδοσις αυτή έρχεται εις αντίθεσιν με την εν γένει ηθικήν της διδασκαλίας της Εκκλησίας κατά την οποίαν κάθε αμαρτία ευρισκομένη εις το στάδιον της συλλήψεως εν διανοία είναι μικροτέρα της εκτελέσεως «η επιθυμία συλλαβούσα τίκτει αμαρτίαν, η δε αμαρτία αποτελεσθείσα αποκύει τον θάνατον» (Ιακ. Α' 15), επομένως ο Πιλάτος, ο οποίος υπέγραψεν την θανατικήν καταδίκην του Ιησού, ως εκτελεστής, θα πρέπει να έχη μεγαλυτέραν αμαρτίαν από το Συνέδριον και τον Καϊάφαν, οι οποίοι είχον εις την ψυχήν των την επιθυμίαν να Τον σταυρώσουν.

Ο μεν Πιλάτος, λοιπόν, αν και διαπιστώνει την αθωότητα του Ιησοῦ, από φόβον και δειλίαν εκτελεί το έγκλημα, οι δε Ιουδαῖοι, αν και είχαν το πάθος του μίσους και του φθόνου, δεν ημπορούσαν χωρίς την υπογραφήν του Πιλάτου, να διαπράξουν τον φόνον.

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Δ’: Ερχεται, επίσης, η ερμηνεία των ανωτέρω θεολόγων εις αντίθεσιν προς την κατά σειράν αξιολόγησιν των αμαρτημάτων που παραθέτει το κείμενον της Ι. Αποκαλύψεως:

«Τοις δειλοίς και απίστοις και εβδελυγμένοις και φονεύσι και πόρνοις και φαρμακοίς και ειδωλολάτραις και πάσι τοις ψευδέσι, το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη εν πυρί και θείω. Ο εστίν ο θάνατος ο δεύτερος.», Αποκ. ΚΑ' 8). Η σειρά της απαριθμήσεως δεν ημπορεί να θεωρηθή τυχαία. Οπότε η πρώτη σειρά της ευθύνης αποδίδεται εις τον Πιλάτον, καθότι γνωρίζομεν από τα κάτωθι χωρία του Ευαγγελίου ότι από δειλίαν και φόβον παρέδωκε τον Χριστόν εις θάνατον: (Ματθ. κζ’ 24, Μαρκ. ιε’ 15, κ.λπ.).

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Ε’: Ο Πιλάτος προικισμένος από τον Θεόν αφ ἑνός με το αυτεξούσιον της βουλήσεως («ου γαρ έδωκεν υμίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως» (Β' Τιμοθ. α' 7), και αφ᾽ ἑτέρου δε με την κοσμικήν εξουσίαν εις τας χείράς του, θα ημπορούσε να αποτρέψη την αδικίαν. Δια τούτο η απόδοσις της μεγαλυτέρας ευθύνης εις τούς Ιουδαίους εκμηδενίζει το αυτεξούσιον του Πιλάτου. Επομένως, ο Μ. Φωτιος, ερμηνεύων το «ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι᾽ οὗ το σκάνδαλον έρχεται», αποδίδει εις το αυτεξούσιον το παν της ενοχής. Αν και φαινομενικώς υποβάλλεται εις βίαν και πίεσιν, ο Πιλάτος, εκ μέρους των Εβραίων, γίνεται προβολεύς του εγκλήματος, χάνοντας το αρρενωπόν και ανδρείον της ψυχής του. (βλ. ερώτησιν Ε’ « Αμφιλόχια», Migne σελ. 101). « Ο δυνάμενος κωλύσαι και μη κωλύων, αυτός εστί ο ποιών» (Πηδάλιον, ερμηνεία ΚΕ’ κανόνος εν Αγκύρᾳ Συνόδου).

ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ Ϛ’: Οι ερμηνευταί, με την ερμηνείαν αυτήν, παρουσιάζουν τον Χριστόν καθησυχάζοντα τον Πιλάτον, λέγοντάς του: «συ έχεις μικροτέραν αμαρτίαν». Πώς εξηγείται τότε να θορυβείται ο Πιλάτος και να ζητεί να τον απολύση; Θα επερίμενε κανείς, μετά τα απειλητικά λόγια του Πιλάτου προς τον Ιησοῦν, να ακολουθήση μία απάντησις η οποία να συντρίβη την υπερηφάνειάν του. Η ιδική μας ερμηνεία ικανοποιεί την απαίτησιν αυτήν.

Ανατρέξαντες, επίσης εις την ερμηνείαν του Χρυσοστόμου (ομιλία ΠΔ’ εις το κατά Ιωάννην), διεπιστώσαμεν ότι ο Αγιος Πατήρ τονίζη, καθώς και υμείς, την ευθύνην και την αμαρτίαν του Πιλάτου, εφ᾽ ὅσον υπογραμμίζει επανειλημμένως ότι το βαθύτερον νόημα των λόγων του Χριστού, αυτό το οποίον θορυβεί πράγματι την ψυχήν του Πιλάτου, δεν είναι η φαινομενική σχετικοποίησις της ευθύνης του («αμαρτάνεις ολιγότερον»), αλλά ο ισχυρισμός του Χριστού, ότι πράγματι υπάρχει αμαρτία εκ μέρους του, δηλαδή η ενοχοποίησίς του. Οθεν, κατά τον Άγιον Ιωάννην τον Χρυσό-στομον, ενώ ο Χριστός ελαφρύνει την θέσιν του Πιλάτου, κατά βαθος όμως την τονίζει και την στιγματίζει. Αυτό το λεπτό σημείον ημπορεί να διαφύγη από τον επιπόλαιον αναγνώστην, δεν διέφυγεν όμως εκ του ηγεμόνος της Ιουδαίας, ο οποίος λίαν εταράχθη όταν συνειδητοποίησεν ότι μόνον ο Ιούδας είχε μεγαλυτέραν ευθύνην από εκείνον. Η ταραχή του Πιλάτου θα πρέπει να ερμηνευθή με το ότι θα είχε λάβει γνώσιν περί του προσώπου του Ιούδα και ποίον ήτο το τέλος του. Ο Χρυσόστομος, λοιπόν, επιρρίπτει μεν ευθύνας εις τον Καϊάφαν και το Συνέδριον, αποφεύγει όμως να κάνει καμμίαν σύγκρισιν μεταξύ εκείνων και του Πιλάτου σχετικώς με το μέγεθος των αμαρτιών των. Απλῶς υπογραμμίζει ότι υπάρχουν ευθύνες και δια τους μεν και δια τους δε (2*).

Ο δε Μεγας Βασίλειος εις το ερώτημα: «Ποίος έχει την μεγαλυτέραν ευθύνην, ο πιέζων η ο πιεζόμενος», απαντάει ότι την έχει ο πιέζων, στηριζόμενος ακριβώς επί του χωρίου αυτού του Ευαγγελίου και παραθέτων τα λόγια του Χριστού εις τον Πιλάτον: «ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει». Πρέπει όμως να σημειώσωμεν ότι ο Αγιος Βασίλειος δεν ασχολείται εδώ με την βασανισμένην απόδοσιν της ορθής ερμηνείας του χωρίου που μας απασχολεί, απλώς απαντάει εις ερώτησιν ηθικού περιεχομένου.

Κατόπιν των ανωτέρω, η ερμηνεία που θα παραθέσωμεν θα πρέπει να είναι σύμφωνος:

α') Με την σειράν αξιολογήσεως αμαρτημάτων της Αποκαλύψεως, όπου η δειλία κατέχει την πρώτην σειράν εις βαθμόν βαρύτητος.

β') Με τη ηθικήν διδασκαλίαν της Εκκλησίας, δηλαδή ότι η εκτέλεσις της πράξεως είναι μεγαλυτέρα αμαρτία από την επιθυμίαν του εγκλήματος.

γ') Με το κείμενον της Καινής Διαθήκης, το οποίον χρησιμοποιεί τον ενικόν αριθμόν: «ο παραδιδούς με», αλλά και με το σύνολον των κειμένων της Κ. Διαθήκης.

δ') Με την απόδοσιν του χαρακτηρισμού που αποδίδουν όλοι οι Ευαγγελισταί εις τον Ιούδαν ονομάζοντες αυτόν «ο παραδιδούς».

ε') Η ερμηνεία θα πρέπει επίσης να εξηγή ικανοποιητικώς δια ποίον λόγον ο Πιλάτος να θορυβείται τόσον, ώστε να αναζητή τρόπον να τον απολύση.

Ϛ') Τελος, θα πρέπει η ερμηνεία να διευκρινίση το συγκριτικόν μέγεθος της αμαρτίας των δύο προσώπων εις τα οποία ο Χριστός απηύθυνε, εις μεν τον Ιούδα: «συμφέρει να μη έχη γεννηθή ο άνθρωπος ούτος», εις δε τον Πιλάτον: «μείζονα αμαρτίαν έχει ο παραδιδούς με σοι». Η σκόπιμος σύγκρισις μεγέθους αμαρτημάτων που έκανεν ο Χριστός έχει το κάτωθι νόημα: ενώ ο Χριστός παρίσταται κρινόμενος υπό του Πιλάτου, εις την πραγματικότητα όμως, ο Θεάνθρωπος κρίνει και βαθμολογεί δια των λόγων του όλην την ανθρωπίνην δικαιοσύνην, με το να αξιολογήση συγκριτικώς μεγέθη ευθυνών και αμαρτημάτων. Δι αὐτόν τον λόγον η απόδοσις της ορθής ερμηνείας έχει μεγάλην βαρύτητα και πρέπει να αποδοθή σωστά. Η ορθη ερμηνεία, λοιπόν, του επιμάχου χωρίου έχει ως εξής:

«Σ' εμέ δεν ομιλείς; Δεν γνωρίζεις ότι έχω εξουσίαν να σε σταυρώσω, και έχω εξουσίαν να σε αφήσω ελεύθερον; Απεκρίθη ο Ιησούς: δεν θα είχες καμμίαν εξουσίαν εναντίον μου, εάν δεν σου είχε δοθή άνωθεν. Δια τούτο (μόνον) ο παραδιδούς με (Ιούδας) σε σένα, έχει την μεγαλυτέραν αμαρτίαν. Δι' αυτόν τον λόγον εζητούσε ο Πιλάτος να Τον απολύση»

Και η ελευθέρα ερμηνεία έχει ως εξής: «...Δια τούτο, επειδή λέγεις ότι έχεις εξουσίαν εναντίον μου, σου λέγω λοιπόν, ότι μόνον ο παραδιδούς με εις σε, δηλ. ο Ιούδας, υπερέχει εις μέγεθος αμαρτίας από σε Πιλάτε. Εκ τούτου, ο Πιλάτος ακούσας τα λόγια του Ιησοῦ, εθορυβήθη και εζήτει να εύρη, αφορμήν δηλαδή, να τον απολύση.»

Η ερμηνεία που παρεθέσαμε διασφαλίζεται και κατοχυρώνεται εντός των αγιογραφικών και ηθικών πλαισίων που προανεφέρομεν. Είναι, ακόμη, αναγκαία η διόρθωσις της ερμηνείας αυτής δια να μη στηρίζωνται επ αὐτῆς «Καθολικοί» και Προτεστάνται, και άλλοι παρασυρόμενοι Ορθόδοξοι, όπου αθωώνουν τον Πιλάτον, και τον παρουσιάζουν αναβαίνοντα εις τούς ουρανούς επάνω εις μίαν δέσμην φωτός (βλ. το περίφημον έργον του Ρώσου Συγγραφέως Μιχαήλ Μπουλγάκωφ: « Ο Μαστερ και η Μαργαρίτα»).

Το τέλος του Πιλάτου, αντιθέτως από αυτό που παρουσιάζουν οι «Καθολικοί» και οι Προτεστάνται, είναι παρόμοιον με του Ιούδα, κατά την αξιολόγησιν που έκανε ο Χριστός, δηλαδή ότι μετά τον Ιούδα έρχεται εκείνος εις βάρος αμαρτίας. Την επικρατεστέραν εκδοχήν περί του θανάτου του Πιλάτου την δίδει ο Ιστορικός Ευσέβειος εις τον Β' τόμον της Εκκλησιαστικῆς Ιστορίας του, κατά την οποίαν ο Πιλάτος εξωρίσθη εις την Βιέννα της Γαλλίας, όπου «απογνωσθείς αυτεχειριάσθη εν έτει από Χριστού 41», ενώ ο Καϊάφας απέθανεν με φυσικόν θάνατον εις την Κρήτην, κατά την διάρκειαν του ταξιδίου του προς την Ρώμην, όπου έμελλε να δικασθή. Ο θάνατός του, λοιπόν, δεν ανταποκρίνεται εις την βαρύτητα της αμαρτίας την οποίαν του απέδωκαν οι εν λόγω ερμηνευταί.

Η εκ μέρους μας ερμηνεία έχει και κοινωνικόν αντίκτυπον εις τον τομέαν της δικαιοσύνης, καθότι όταν οι δικασταί πιέζονται από διαφόρους πολιτικούς και ισχυρούς παράγοντας, ημπορεί να αποδώσουν αντι δικαιοσύνης αδικίαν, στηριζόμενοι εις την ερμηνείαν των κ.κ. Τρεμπέλα και Κολιτσάρα λέγοντες: «συ ο πιέζων με πολιτικός η άλλος ισχυρός παράγων, έχεις μεγαλυτέραν αμαρτίαν από εμέ που πιέζομαι». Τι λέγει περί τούτου η Ελληνική Δικαιοσύνη; Συμφωνεί;

Παρακαλούμεν όπως τύχωμεν απαντήσεως εκ μέρους των αδελφοτήτων «Σωτήρος» και «Ζωής»[2].

Ευχέτης προς Κυριον

† Ο ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 *: Ανατρέχοντες εις την μετάφρασιν της «ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ», υπό των θεολόγων κ.κ. Βελλα, Αρχιμ. Αντωνιάδου, Αλεβιζάτου και Κονιδάρη, την βλέπομεν πλησιεστέραν και ορθοτέραν καθώς διατηρεί τον ενικόν αριθμόν.: «Δια τούτο εκείνος που με παρέδωκεν σ ἐσέ έχει μεγαλυτέραν αμαρτίαν.»

2 *: «Το μεν πταίειν εν τοις υπηκόοις τελούντα δεινόν... όσω γαρ ταις τιμαίς προύχουσι τοσούτω και το γαρ το αυτό είη, αργαλεώτερον αμάρτημα· ει γίνεται, ου τη φύσει, αλλά τη αξία του δράσαντος μετρούμενον.» ( Ισιδ. Πηλουσιώτου, επιστ. ΙΕ'), και αλλού: « Η αμαρτία ουκ αν την αυτήν θυσίαν ανάγεσθαι εθέσπισε· μείζων δε γίνεται, ου τη φύσει αλλά τη αξία του δρώντος· ο γαρ τούς άλλους ρυθμίζων, ει πταίσειε, μείζον από της αξίας αποφαίνει το πταίσμα.» (Του ιδίου, επιστ. ΡΚΑ').

3 *: «Οι δε εν τη κορυφή ταύτη καθήμενοι της τιμής, πρώτον μεν πάσιν εισί κατάδηλοι, έπειτα καν τοις μικροτάτοις σφαλώσι, μεγάλα τα μικρά τοις άλλοις φαίνεται· ου γαρ τω του γεγονότος μεγέθει, αλλά τη του διαμαρτώντος αξία την αμαρτίαν μετρούσιν άπαντες» (Χρυσοστ. λογ. Γ')

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ

Η ΟΡΘΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΟΙΟΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑΝ ΕΙΧΕΝ ΑΜΑΡΤΙΑΝ

Ο ΠΙΛΑΤΟΣ Η ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ

ΕΡΩΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ ΙΒ'.'

Α'.

Ποσαι ερμηνείαι του χωρίου τούτου υπάρχουν;

Δυο. Κατά μεν την πρώτην ο Καϊάφας και το Συνέδριον, οίτινες παρέδωκαν τον Χριστόν εις τον Πιλάτον, έχουσι μεγαλυτέραν αμαρτίαν απ' ότι ο Πιλάτος. Κατά δε την β', ο Πιλάτος έχει μεγαλυτέραν αμαρτίαν από τους Εβραίους, διότι το «ο παραδιδούς με σοι» το εκλαμβάνουσιν ότι αφορά τον Ιούδαν και συνεπώς το «μείζονα αμαρτίαν έχει» αφορά μόνον αυτόν (τον Ιούδαν).

Β'.

Ποία ερείσματα έχει η α' και ποία η β' ερμηνεία;

Η μεν α' άποψις έχει υπέρ αυτής

α) Την σύμφωνον γνώμην πολλών Αγίων και εκκλησιαστικών συγγραφέων (όπως: Μ. Βασιλείου, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ζυγαβηνού, Ι. Αυγουστίνου, Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας) αλλά και ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος εις ολόκληρον την ομιλίαν κατά την οποίαν ησχολήθη με το χωρίον, ουδόλως ανεφέρθη εις το πρόσωπον του Ιούύδα καν μίαν φοράν, ενώ συνεχώς αναφέρεται εις τους Ιουδαίους και τον Πιλάτον. Εις εν σημείον, όπως θα ίδωμεν, γίνεται απολύτως σαφής.

β) Την κοινήν συνείδησιν της Εκκλησίας από την εποχην των Αγ. Αποστόλων μέχρι σήμερον, η οποία το αμάρτημα της Θεοκτονίας το επιρρίπτει εις τους Εβραίους, εξ ου και το επίθετον "Θεοκτόνοι Εβραίοι", ει και οξύμορον το σχήμα και υπερβολικόν (λέγεται το σχήμα τούτο "κατ' αντίδοσιν") παντως εις αυτούς αποδίδεται.

γ) Η λέξις «σοι» εις το «ο παραδιδούς με σοι» η οποία αποκλείει το Ιούδαν, διότι τον Χριστόν δεν τον παρέδωσεν ο Ιούδας εις τον Πιλάτον, αλλ' οι Εβραίοι. Ο Ιούδας Τον είχε παραδώσει εις τους Εβραίους. Αν έλειπεν το «σοι» και ήτο απλώς «ο παραδιδούς με μείζονα αμαρτίαν έχει» θα ηννοείτο ο Ιούδας, ως ο κυρίως αποκαλούμενος «ο παραδιδούς με». Η ύπαρξις του «σοι» ανατρέπει την ερμηνείαν αυτήν όμως.

δ) Ο φθόνος δεν υπάρχει εις την απαρίθμησιν αμαρτη-μάτων του εδαφ. ΚΑ' 8 της Αποκαλύψεως, η οποία αρχίζει από την δειλίαν.

ε) Η δειλία ενυπάρχει λανθανόντως εις κάθε αμαρτάνοντα και ο Μ. Φωτιος αποδεικνύει ακριβώς αυτό.

Η β' άποψις επικαλείται

α) Την πιθανότητα σφάλματος όσων Αγ. Πατέρων ηρμήνευσαν το χωρίον

β) Τον ενικόν αριθμόν της λέξεως «παραδιδούς

γ) Το ότι δια των λέξεων «ο παραδιδούς» τον Ιησούν εις άλλα 9 χωρία της Κ.Δ. εννοείται ο Ιούδας.

δ) Οτι ο Πιλάτος εσταύρωσε τον Χριστόν, οι δε Εβραῖ-οι απλώς το επεθύμουν.

ε) Οτι εις το εδάφιον κα' 8 της Αποκαλύψεως η δειλία (εκ της οποίας ο Πιλάτος διακατείχετο) αναφέρεται πρώτη μεταξύ των λοιπών αμαρτημάτων.

Ϛ) Το ότι ο Πιλάτος είχε την εξουσίαν και την ελευθερίαν να αποφασίση και ώφειλε να το κάμη δικαίως, κατά το ρητον «ο δυνάμενος κωλύσαι και μη κωλύων αυτός εστί ο ποιών.

ζ) Θεωρεί την πρώτην ερμηνείαν ως κολακευτικήν δια τον Πιλάτον και συνεπώς μη δικαιολογούσα την μετά ταύτα σπουδήν του να ελευθερώση τον Χριστόν.

η) Οτι ο Πιλάτος φέρεται ότι ηυτοκτόνησεν εξόριστος ων το 41 μ.Χ., ενώ ο Καϊάφας είχε μάλλον φυσικόν τέλος.

Γ'.

Τι αναφέρουν οι Αγ. Πατέρες περί του θέματος; Ουδείς ερμηνέυει το χωρίον κατά την β' άποψιν;

Ρητώς ουδείς, εξ όσων ηδυνήθημεν να μάθωμεν, ασπάζεται την β' άποψιν. Αντιθέτως πλείστοι εξ αυτών εξέφρασαν την α' ερμηνείαν, όπως:

α) Ο Μ. Βασίλειος εις το ερώτημα (Ασκητικά, Οροι κατ' επιτομήν μϚ'): «Ει ο ετέρου ανεχόμενος εις το ποιήσαι αμαρτίαν ένοχός εστί της αμαρτίας», απαντάει: «Τούτο το ρήμα φανερόν εκ των Κυρίου προς Πιλάτον ρημάτων ειπόντος "ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει." Σαφές γαρ εκ τούτου ότι και ο Πιλάτος ανεχόμενος των παραδεδοκότων αμαρτίαν είχεν ει και ελάττονα. Παρίστησι δε και τούτο ο Αδάμ κ.λπ..»

β) Ο Κυριλλος Αλεξανδρείας: «ο μεν γαρ αρχη τις ώσπερ και θύρα της εις αυτόν δυσσεβείας εγένετο, τολμημάτων δε αλλοτρίων ο δικαστής υπουργός και μεριστής (= μετέχων μέρους) της Ιουδαίων ανοσιότητος εξ ακαίρου δειλίας ανεδείκνυτο.»

γ) Ο Ιερός Αυγουστίνος: (περί του παραδιδόντος) «ούτος πράγματι παρέδωκέ με εις την εξουσίαν σου εκ φθόνου, ενώ συ ασκείς την επ ἐμοῦ εξουσίαν υπό το κράτος του φόβου. Καίτοι, δε, δεν πρέπει τις να φονεύη τον άλλον, και δη τον αθώον υπό το κράτος του φόβου, ουχ ήττον το να πράττη τις τούτο εν επισήμω φθόνω (σ.σ. όπως οι Ιουδαίοι) είναι πολύ βαρύτερον παρά εάν το πράττη υπό το κράτος του φόβου.»

δ) Ζιγαβηνός: «Ουκ απολέλυσαι (Πιλάτε) αμαρτίας, ει και ελάττονος της των παραδιδόντων με σοι.»

ε) Θεοφύλακτος Βουλγαρίας: «δια τούτο είπεν ότι εκείνος όπου με παρέδωκεν εις εσένα, έχει μεγαλυτέραν αμαρτίαν από εσένα. Διότι δείχνει απ'εδώ ότι και ο Πιλάτος έχει αμαρτίαν, πλην ολιγοτέρας από τους Εβραίους οπού τον επρόδωσον (sic) εις τας χείράς σου».

Δ'.

Και ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος τι λέγει περί του χωρίου τούτου;

Ο Ι. Χρυσόστομος ερμηνεύει το χωρίον εις το Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην, ΠΔ' ομιλίαν (5-30), όπου λέγει

«Επεί ουν καθ' εαυτόν την απόφασιν εξήνεγκε (ο Πιλάτος με το να πεί ότι έχει εξουσίαν κ.λπ.) τότε λέγει ο Ιησούς· Μείζονα αμαρτίαν έχει ο παραδιδούς με σοι δεικνύς ότι και αυτός υπεύθυνος αμαρτία εστίν.» Λέγει δηλαδή ότι και ο Πιλάτος έχει αμαρτίαν ασχέτως εάν αυτή είναι μικροτέρα από αυτήν του παραδιδόντος. Ποίον όμως θεωρεί παραδιδόντα; Τον Ιούδαν; Ομως ο Ιούδας ούτε καν άπαξ αναφέρεται εις ολόκληρον την ΠΔ' ομιλίαν του Ι. Χρυσοστόμου. Η πλησιεστέρα αναφορά αυτού εις το πρόσωπον του Ιούδα απέχει πάρα πολλάς σελίδας από το σημείον αυτό, είτε πριν, είτε μετά.

Ομως, ολίγας γραμμάς κατωτέρω τους Ιουδαίους αναφέρει ως μείζονα αμαρτίαν έχοντας απ' ότι ο Πιλάτος. Γράφει εις την αμέσως επομένην παράγραφον:

«Ινα δε μη ακούσας "ει μη ην σοι δεδομένον" νομίση του παντός απαλλαχθήναι εγκλήματος δια τούτο είπεν "μείζονα αμαρτίαν έχει ο παραδιδούς με σοι". Και μην (= πράγματι δε), ει δεδομένον ην ούτε ούτος ούτε εκείνοι υπεύθυνοι εγκλημάτων...». Ιδού διαφαίνεται καθαρώς ότι αντιστοιχεί εις το «παραδιδούς» τους Εβραίους δια της λέξεως «εκείνοι».

Ε'.

Απορώ πάντως πως τόσοι Αγιοι Πατέρες αντιστοίχισαν εις τον ενικόν «παραδιδούς με σοι» τον πληθυντικόν « Εβραίοι»!

Δεν νομίζω ότι όλοι οι προαναφερθέντες Αγιοι Πατέρες δεν είχον διακρίνει τούτο, αλλ' εθεώρησαν αυτό ως σύνηθες σχήμα εν τε τη Γραφή και τη καθομιλουμένη, όπου συχνά μία ομάς πλήθους προσώπων αναφέρεται εξ ονόματος ενός, του αρχηγού των. Και ιδού παραδείγματα:

ΕΝ ΤΗ ΚΑΘΟΜΙΛΟΥΜΕΝΗ

α) «Ο Μ. Αλέξανδρος ενίκησεν τον Δαρείον», αντί ο Μ. Αλέξανδρος και οι Ελληνες ενίκησαν τον Δαρείον και τους Περσας.

β) «Κυρου ανάβασις κάθοδος των Μυρίων» Ο κύρος μετά μυρίων Ελλήνων μισθοφόρων ανέβη προς τα βάθη της Περσίας. Μετά τον θάνατον του αρχηγού Κυρου οι Ελληνες επέστρεψαν μόνοι.

γ) «Ο Αρειος έσχισεν την Εκκλησίαν» αντί ο Αρειος και οι οπαδοί του.

δ) «Ο Μωάμεθ ο Β' κατέλαβεν την Πολιν», ο Μωάμεθ, όχι φυσικά μόνος του αλλά μετά του στρατεύματός του.

ε) «Ο Λούθηρος επολέμησεν τον Παπαν» Ο Λούθηρος και όλοι οι διαμαρτυρόμενοι επολέμησαν τον Παπαν και τους παπικούς.

ΕΝ ΤΗ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

α) «έξεστι δούναι κήνσον Καίσαρι;» (αντί τοις Ρωμαίοις).

Ακόμη, 33 φοράς περίπου αναφέρει η Κ.Δ. το όνομα Σατανάς εις τον ενικόν. Εις πολλά σημεία εξ αυτών αναφέρεται αυτός ως αρχηγός των δαιμόνων, εκπροσωπών και τους λοιπούς και εκλαμβάνεται ως «ο Σατανάς και δαίμονές του», λ.χ.:

β) (Μαρκ. Γ' 26)): «Και ει ο Σατανάς ανέστη αφ' εαυτού και μεμέρισται ου δύναται σταθήναι αλλά τέλος έχει» Αντί του συνόλου των δαιμόνων εδώ ο Χριστός την λεξιν Σατανάς εις τον ενικόν χρησιμοποιεί. Ευνόητον είναι ότι η επανάστασις και η διχοστασία μόνον εις πλήθος ταιριάζει δια να λεχθή. Ομως ο Χριστός ενικόν χρησιμοποιεί.

γ) (Λουκ. ΙΑ' 18): «ει δε και ο Σατανάς ανέστη αφ ἑαυτοῦ διεμερίσθη, πως σταθήσεται η βασιλεία αυτού;» Και εδώ ο Σατανάς εκλαμβάνεται αντι του συνόλου των δαιμόνων.

δ) (Αποκ. Κ'2): «έδησεν αυτόν (τον Σατανάν) χίλια έτη» αντί αυτόν και τους δαίμονας αυτού. δεν νοείται να δεθή ο αρχηγός μόνον των δαιμόνων και τα λοιπά δαιμόνια να μεινουν ελεύθερα.

ε) (Αποκ. Κ'7): «λυθήσεται ο Σατανάς» αντί ο Σατανάς και συν αυτώ δαίμονες κ.λπ. ως θα ίδωμεν κατωτέρω.

Συμπέρασμα:

ΔΥΝΑΤΑΙ να χρησιμοποιηθή ενικός αριθμός δια μίαν ομάδα, εξ ονόματος του αρχηγού αυτής και είναι τούτο σύνηθες τόσον εις τον κοινόν λόγον όσον και εις την Αγ. Γραφήν.

Ϛ'.

Διατί όμως 9 φοράς το «ο παραδιδούς» αναφέρεται δια τον Ιούδαν και την 10ην να αντιστοιχή εις τον Καϊάφαν και το Συνέδριον; Δεν είναι, τρόπον τινά, ως όνομα του Ιούδα το «ο παραδιδούς», όπως λέγομεν νυν « Ιούδας ο προδότης»;

Βεβαίως έχουν συνυφανθεί αι δύο έννοιαι ώστε συχνάκις και ο κάθε προδότης Ιούδας να αποκαλείται. Δεν σημαίνει τούτο ότι όποτε χρησιμοποιείται η λέξις «προδότης» (η «παραδιδούς») εννοείται πάντοτε ο Ιούδας. Και εις την Κ.Δ. παρ' ότι 9 φοράς αποκαλείται «παραδιδούς», η «παραδούς», δια ομοίων επιθετικών προσδιορισμών χαρακτηρίζονται και ο Ηρώδης (Πραξ. ΙΒ' 4) και ο Σαύλος (Πραξ. ΚΔ'4), αλλά και εδώ ο Καϊάφας και το Συνέδριον. Μολονότι και εις τας περιπτώσεις του Σαύλου και του Ηρώδου πολλοί ήσαν οι παραδίδοντες αξιοσημείωτον είναι ότι ο Αγ. Γραφή εις ενικόν αριθμόν το αναφέρει· ο γαρ Σαύλος, δεν εδίωκεν μόνος τους Χριστιανούς αλλ ἡγεῖτο στρατιωτικού αποσπάσματος. Ομοίως και ο Ηρώδης δεν ενήργησεν αυτός μόνος την παράδοσιν του Απ. Πετρου εις τους Φυλακας, αλλ' αυτός αναφέρεται ως κεφαλή. Η λέξις «παραδιδούς» δεν παύει να είναι μία απλή μετοχη ενεστώτος του ρήματος παραδίδωμι. Δι' αυτό ο κάθε παραδίδων κάποιον εις κάποιον άλλον παραδιδούς λέγεται. Οπότε αναλόγως της περιπτώσεως έχομεν τους εξής παραδιδώντες:

α) Ο παραδιδούς τον Χριστόν εις τους Εβραίους είναι ο Ιούδας.

β) Ο παραδιδούς τον Χριστόν εις τον Πιλάτον είναι ο Καϊάφας και το συνέδριον.

γ) Ο παραδιδούς τον Πετρον εις τέσσαρσι τετραδίοις στρατιωτών είναι ο Ηρώδης.

δ) Ο παραδιδούς τους Χριστιανούς εις φυλακάς ήτο ο Σαύλος.

Ζ'.

Εν τέλει ποίος εσταύρωσεν τον Χριστόν, ο Πιλάτος η οι Εβραίοι;

Ας ίδωμεν τι περί τούτου αναφέρει η Αγ. Γραφή:

α) Λεγει ο Κλεόπας: «Τα περί Ιησού του Ναζωραίου..., όπως τε παρέδωκαν αυτόν οι Αρχιερείς και οι άρχοντες ημών εις κρίμα θανάτου και ΕΣΤΑΥΡΩΣΑΝ αυτόν.» ( Εωθ. Ε').

β) Λεγει ο Απ. Πετρος προς τους Ιουδαίους: «τον δε αρχηγόν της ζωής απεκτείνατε» (Πραξ. Γ' 15). Ενώ ολίγον ενωρίτερον ανεφέρθη εις τον Πιλάτον ουδέν λέγει κατ αυτού, μάλλον συγκρίνων την στάσιν αυτού την κρίνει καλυτέραν της των Εβραίων: «ον (τον Χριστόν) υμείς μεν παρεδώκατε και ηρνήσασθε κατά πρόσωπον Πιλάτου, κρίναντος εκείνου απολύειν·»

γ) (Παλιν ο Απ. Πετρος): «Αρχοντες του λαού και πρεσβύτεροι του Ισραήλ... γνωστόν έστω πάσιν υμίν και παντί τω λαώ Ισραήλ ότι εν τω ονόματι Ιησοῦ Χριστού του Ναζωραίου ον υμείς εσταυρώσατε...» (Πραξ. Δ' 10) και ουχί ον Πιλάτος εσταύρωσεν!

δ) Το πλέον χαρακτηριστικόν παράδειγμα είναι το ακόλουθον: Οι Αρχιερεῖς προσπαθούν να αποποιηθούν της ευθύνης της σταυρώσεως του Χριστού και λέγουν προς τους Απο-στόλους: (Πραξ. Ε' 28) «Ου παραγγελία παρηγγείλαμεν υμίν μη διδάσκειν εν τω ονόματι τούτω (του Χριστού); Και Ιδού πεπληρώκατε την Ιερουσαλήμ της διδαχής υμών και βούλεσθε επαγαγείν εφ ' ημάς το αίμα του ανθρώπου τούτου (του Χριστού). Αποκριθής δε Πετρος και οι Απόστολοι είπον· πειθαρχειν δει Θεώ μάλλον η ανθρώποις. Ο Θεός των πατέρων ημών ήγειρεν Ιησούν, ον υμείς διεχειρίσασθε κρεμάσαντες επί ξυλου». Υμεῖς, λέγει ο Απ. Πετρος, ουχ ο Πιλάτος, και χρησιμοποιεί το ρήμα διαχειριώ ωσάν να εθανάτωσαν ιδιοχείρως τον Χριστόν

Εκ των ανωτέρω φαίνεται πως κύριοι ένοχοι της σταυρώσεως θεωρούνται από τους Αποστόλους οι Εβραίοι, ενώ ο Πιλάτος συνεργός. Τό αυτό εφρόνουν και οι Αγιοι Πατέρες. Οπως αναφέρεται εις τα πατερικά χωρία της αποκρ. Γ':

α) Μ. Βασίλειος: Οι Εβραίοι ποιούν το κακόν και ο Πιλάτος ανέχεται αυτό.

β) Αγ. Κυριλλος: της ανοσιότητος των Εβραίων ο Πιλάτος υπουργός και μεριστής (= μέτοχος μεριδίου) εγένετο.

γ) Ι. Αυγουστίνος: Οι Εβραίοι έπραξαν φόνον εν φθονω, ενώ ο Πιλάτος επραξεν φόνον από φόβον, και κρίνει το πρώτον βαρύτερον. κ.λπ..

Και η υμνολογία της Εκκλησίας, εις όλα σχεδόν τα τροπάρια των Παθών, εξαιρέτως εις τα εγκώμια, αλλά και εις την παρακλητικήν οι Εβραίοι κατακρίνονται ως οι ένοχοι της σταυρώσεως του Χριστού. ενδεικτικώς εκ του πλήθους αναφέρομεν:

«Λαός παράνομος Χριστέ σε προδούς τω Πιλάτω σταυρωθήναι κατεδίκασεν, αγνώμων περί τον ευεργέτην φανείς...» (Αναστάσιμον εκ των αποστίχων του Εσπερινού, ήχου Δ'.)

Οπως βλέπωμεν, εδώ δια του ενικού «προδούς», το οποίον είναι ταυτόσημον προς το «παραδούς» (προδίδω = παραδίδω), εννοείται ο παράνομος λαός των Εβραίων, όστις θεωρείται ο ένοχος της σταυρικής καταδίκης του Χριστού. «Τι χρείαν έχομεν», λοιπόν, «έτι μαρτύρων;» Αυτό μόνον το τροπάριον ήρκει δια να πεισθή ο κάθε καλοπροαίρετος αναγνώστης περί της αληθούς ερμηνείας του σχετικού χωρίου.

Ακόμη, εκ της υμνολογίας των Παθών:

«...αντί αγαθών ων εποίησας Χριστέ, τω γένει των Εβραίων σταυρωθήναι σε κατεδίκασαν».

«Λαός μου τι εποίησά σοι και τι μοι ανταπέδοτε... σταυρώ με προσηλώσατε». «Λαός δυσσεβής και παράνομος...» «῎Ηδη βάπτεται κάλαμος αποφάσεως παρά κριτών αδίκων» κ.λπ. αναρίθμητα παραδείγματα εις τα τροπάρια της Μ. Εβδομάδος τα οποία κατηγορημάτικώς αναφέρουν ότι οι Εβραίοι εσταύρωσαν τον Χριστόν και την καταδικαστικήν απόφασιν εκείνοι την εξέδωκαν. Απορίας άξιον· διατί ο Πιλάτος σχεδόν ουδαμώς αναφέρεται, η και όποτε σπανιότατα αναφέρεται η αναφορά κατά του προσώπου του να είναι υποτονική; Η μόνη λογική εξήγησις είναι διότι ο Πιλάτος υπήρξεν συνεργός εις το έγκλημα των Εβραίων· αλλά το έγκλημα ήτο των Εβραίων.

Ο Πιλάτος επέτρεψεν εις τους Εβραίους να κάμουν το έγκλημα· προσυπέγραψεν και επεκύρωσεν την ήδη ληφθείσαν υπό του συνεδρίου καταδικαστικήν απόφασιν. Το ότι ηδύναντο οι Εβραίοι να εκδίδουν (αλλά και να εκτελούν) θανατικάς καταδίκας, μαρτυρεί ο Πρωτομάρτυς. Αλλά και ο Χρυσορρήμων ερμηνεύων το «υμίν ουκ έξεστι αποκτείναι ουδένα» λέγει:

«Ει δε λέγουσιν· ουκ έξεστιν υμίν αποκτείναι ουδένα, κατά τον καιρόν εκείνον φασί. Επεί ότι γε ανήρουν (εθανάτωναν) και άλλω τρόπω ανήρουν, δείκνυσι ο Στέφανος λινθαζόμενος· αλλά σταυρώσαι Αυτόν επεθύμουν ίνα και τον τρόπον της τελευτής εκπομπεύσωσι».

Δηλαδή οι Εβραίοι ημπορούσαν κάλλιστα να Τον θανατώσουν, δεν ημπορούσαν, όμως, να Τον σταυρώσουν. (Μαλιστα δις εις το παρελθόν εδοκίμασαν να Τον θανατώσουν δια λιθοβολισμού και δια κατακρημνισμού αλλ' απέτυχον.) Ο Πιλάτος συνήργησεν εις τον τρόπον της θανατώσεως.

Συμπέρασμα:

Δεν είχον οι Εβραίοι απλήν επιθυμίαν σταυρώσεως του Χριστού. Η επιθυμία του κακού είναι πράγματι μικροτέρα της πράξεως μόνον όμως αν παραμείνη επιθυμία. Οταν η επιθυμία υλοποιηθή, είτε ιδιοχείρως, είτε μέσω άλλου προσώπου (χρηματιζομένου η εκβιαζομένου να πράξη τούτο) τότε παύει να είναι επιθυμία και είναι πλέον ΠΡΑΞΙΣ.

Το ρητόν «ο δυνάμενος κωλύσαι και μη κωλύων αυτός εστίν ο ποιών» δεν σημαίνει ότι το κακόν το ποιεί ο ανεχόμενος τούτο και άρα δε το ποιεί ο όντως ποιών! Αλλ' ότι την αυτήν κατάκρισιν μετά του ποιούντος έχει και ο ανεχόμενος το κακόν.

Η'.

Το ρητόν αυτό δεν έρχεται εις αντίθεσιν μετά της απαντήσεως του Μ. Βασιλείου ότι ο ανεχόμενος το κακόν έχει μικροτέραν αμαρτίαν του ποιούντος αυτό;

Το ρητόν «ο δυνάμενος κωλύσαι και μη κωλύων αυτός εστίν ο ποιών» το αναφέρει ο Αγ. Νικόδημος εις την ερμηνείαν του ΚΕ' της εν Αγκύρα, παραπέμπει δε τον αναγνώστην εις τον ΟΑ' του Μ. Βασιλείου. Ας ερμηνεύση, λοιπόν, ο Μ. Βασίλειος τον Μ. Βασίλειον: εις τον ΜϚ' όρον κατ' επιτομήν, ο Μ. Βασίλειος απεφάνθη περί της βαρύτητος των δύο αμαρτημάτων και είπεν ότι ο ανεχόμενος το κακόν έχει μικροτέραν αμαρτίαν του ποιούντος αυτό. Εις τον ΟΑ' κανόνα του λέγει ότι ο ανεχόμενος το κακόν (άσχέτως αν έχει μικροτέραν αμαρτίαν του ποιούντος αυτό) να λαμβάνη το ίδιον επιτίμιον μετά του ποιούντος, όταν δεν το ομολογήση αυτοπροαιρέτως, αλλά εξελεγχόμενος το παραδεχθή.

Το να επικαλούμεθα όμως την παροιμίαν (ούτως αποκαλεί ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης το ρητόν τούτο) «ο δυνάμενος κωλύσαι και μη κωλύων αυτός εστίν ο ποιών» δια να αποδείξωμεν ότι ποιητής του κακού δεν είναι ο όντως ποιών αλλ' ο ανεχόμενος τούτο, αυτό τουλάχιστον δεν είναι λογικόν.

Θ'.

Και πως ερμηνεύεται το ότι η δειλία αναφέρεται πρώτη εις την σειράν των απαριθμουμένων αμαρτημάτων εις το εδάφιον Αποκ. κα' 8;

Η Αποκάλυψις αναφέρει: «τοις τε δειλοίς, και απίστοις, και πόρνοις, και φαρμακοίς, και ειδωλολάτραις, και πάσι τοις ψευδέσι το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη.» Ο κατάλογος, ως είναι εμφανές, δεν είναι πλήρης, διότι λείπουν πολλαί κατηγορίαι αμαρτωλών όπως οι έχοντες: αίρεσιν, υπερυφάνειαν, βλασφημίαν, απόγνωσιν, φθόνον κ.λπ.. Ειδικότερον δε, το μείζον αμάρτημα κατά το αψευδές στόμα του Κυρίου είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Εστω, λοιπόν, ότι είναι μείζον το αμάρτημα της δειλίας, πάντως μεταξύ των αναφερομένων αμαρτημάτων. Δεν δύναται να είναι μείζον και από τα απόντα. Μεταξύ δε των απόντων είναι και ο φθόνος, τον οποίον ο ι. Αυγουστίνος εχαρακτήρισεν βαρύτερον του φόβου, όπως προανεφέρθη. Εις άλλας σειράς απαριθμήσεως αμαρτημάτων τα πρωτεία κατέχει ο φθόνος, η και άλλα αμαρτήματα:

α) «πεπληρωμένους πάση αδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία, μεστούς ΦΘΟΝΟΥ, φόνου, έριδος, δόλου, κακοηθίας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγείς υβριστάς,...» κ.λπ. όπου ο φθόνος προηγείται 16 άλλων αμαρτημάτων. (Ρωμ. Α' 29)

β) «μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια,...» κ.λπ. συνολικώς 17 αμαρτήματα εν μέσω των οποίων ουδεμίαν σχέσιν έχει η δειλία. (Γαλ. Ϛ'21)

γ) «εξ ων γίνεται ΦΘΟΝΟΣ, έρις, βλασφημίαι, υπόνοιαι πονηραί, παραδιατριβαί...»κ.λπ. όπου εις την απαρίθμησιν πρωτην θέσιν έχει ο φθόνος. (Α' Τιμοθ. Ϛ' 4)

Συμπέρασμα:

Εκ του εδαφ. κα' 8 της Αποκαλύψεως ουδόλως αποδεικνύεται ότι η δειλία είναι μείζων και του φθόνου. Το να θεωρηθή εξ αυτού ότι η δειλία είναι μείζων όλων ανεξαιρέτως των αμαρτημάτων είναι τουλάχιστον αυθαίρετον συμπέρασμα. Επιπλέον αντιτίθεται εις τον λόγον του Κυρίου ότι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος είναι η μεγαλυτέρα.

Ι'.

Το σχετικόν περί δειλίας χωρίον του Μ. Φωτίου πως ερμηνεύεται;

Το χωρίον αυτό ως εμηνεύεται εις το δημοσιευθέν άρθρον αποτελεί χαρακτηριστικήν περίπτωσιν αντιστροφής του νοήματος! Ο Μ. Φωτιος εις το ερώτημα τι σημαίνει το «ανάγκη ελθείν τα σκάνδαλα· ουαί δε τω ανθρώπω εκείνω δι' ου τα σκάνδαλα έρχεται», λέγει ότι σκάνδαλον είναι κάθε προσκομμα προς την πορείαν δια την ουράνιον βασιλείαν. Δηλαδή κάθε αμάρτημα και πτώσις του ανθρώπου (μοιχεία, πορνεία, φθόνος, φόβος κ.λπ.). Αίτιος του κακού αυτού (των πτώσεών μας, δηλ. των σκανδάλων) δεν είναι ο Θεός, ούτε ο διάβολος, αλλ' ο ίδιος ο αμαρτάνων και πίπτων. Διότι διάβολος ενσπείρει την ιδέαν της αμαρτίας εις ημάς. Ημείς ως αυτεξούσιοι δυνάμεθα να αποκρούσωμεν μετά γενναιότητος την ιδέαν του κακού. Αν όμως απωλέσωμεν το «αρρενωπόν και ανδρείον» της αυτεξουσίου μας ψυχής, τότε υποτασσόμεθα εις το θέλημα του διαβόλου και τότε κατ' ανάγκην γίνονται τα σκάνδαλα (δηλαδή αι πτώσεις μας), όπως κατ' ανάγκην ο γεωργός θα θερίση ό,τι ο ίδιος προηγουμένως έχει σπείρει. (Βλ. «Αμφιλόχια» Μ. Φωτίου ερώτημα ε').

Αυτό εφαρμοζόμενον όχι μόνον εις τον Πιλάτον αλλά και εις τους Εβραίους, αποδεικνύει μείζονα την δειλίαν των Εβραίων· διότι οι Εβραίοι, εις το θέλημα του Διαβόλου να σταυρώσουν τον Χριστόν ούτε καν αντεστάθησαν, αλλ' ευθύς παρεδόθησαν εις τον πειρασμόν. Και ο Πιλάτος υπεχώρησεν εν τέλει, αφού όμως αντεστάθη ολίγον κατ' αρχάς.

Κατά ποίαν λογικήν, λοιπόν, οι Εβραίοι εφάνησαν γενναιότεροι του Πιλάτου;

ΙΑ'.

Διατί ο Πιλάτος εζήτη να απολύση τον Χριστόν, παρ ὅτι ήκουσεν ότι οι Εβραίοι μείζονα αμαρτίαν είχον;

Και μήπως ο Χριστός του είπεν ότι ουδόλως είχεν αμαρτίαν δια να μη ανησυχήση; Απεναντίας· επειδή ο Πιλάτος εγνώριζεν ήδη την κακίαν των Εβραίων (ότι δια φθόνον ήθελον να Τον σταυρώσουν), είχον ήδη εκπέσει εις την συνείδησιν αυτού. Ομως, αν και ουδένα ενδοιασμόν είχεν δια την αμαρτίαν των Εβραίων, τον εαυτόν του εθεώρει αμέτοχον ευθύνης και ανεξέλεγκτον εις την έκδοσιν της τελικής αποφάσεως, εις τούτο τον διορθώνει η απάντησις του Χριστού· να μη νομίζη ότι ουδένα έχει υπεράνω αυτού και ως εκ τούτου να θεωρή εαυτόν ανεξέλεγκτον. Διότι του εδόθη το αξίωμα του κριτού, αλλά και αυτός θα κριθή, και εάν δεν ενεργήση καθηκόντως θα κατακριθή και αυτός και ουχί μόνον οι Εβραίοι, ως εκείνος ενομιζεν.

Δεν ήτο λοιπόν κολακία, αλλά δίκαιος έλεγχος υπο του δικαιοκρίτου Χριστού, και κατ' αυτόν τον τρόπον εκλαμβάνουν οι Αγιοι Πατέρες τα λόγια του Χριστού. Ουδείς εξ αυτών θεωρεί τούτα ως έπαινον η φιλοφρόνησιν, παρ' ότι όλοι συμφωνούν ότι μικροτέραν από την των Εβραίων αμαρτίαν είχεν ο Πιλάτος.

Το γεγονός ότι δεν απήντησεν όπως εις κοινός άνθρωπος «ώστε να συντρίβη την υπερυφάνειαν του Πιλάτου», αλλά ελέγχων μεν δικαίως δε, αναδεικνύει το μεγαλείον του Θεανθρώπου. Βεβαίως εις ημάς οι οποίοι συνηθίζομεν να ανταποδίδωμεν "οφθαλμούς αντι οφθαλμού και οδόντας αντι οδόντος", μας ξενίζη η μετά πραότητος και δικαιοκρισίας απάντησις του Χριστού. Αυτό ακριβώς, όμως το ξένον μεγαλείον έκαμε τον Πιλάτον να φοβηθή και να ζητή να Τον ελευθερώση. Εις το σημείον τούτο ευστοχεί η εν τω δημοσιεύματι «εσφαλμένη απόδοσις...» αναφερομένη άποψις: «ενώ ο Χριστός παρίσταται κρινόμενος υπό του Πιλάτου, εις την πραγματικότητα όμως, ο Θεάνθρωπος κρίνει και βαθμολογεί δια των λόγων του όλην την ανθρωπίνην δικαιοσύνην, με το να αξιολογήση συγκρι-τικώς μεγέθη ευθυνών και αμαρτημάτων». Μετά μόνης της διαφοράς ότι ο Χριστός απονέμει εις τον Πιλάτον ακριβώς το μέγεθος της ευθύνης αυτού, δίχως να το μεγαλοποιή χάριν φοβέρας· αυτό εθορύβησεν τον Πιλάτον.

ΙΒ'.

Εαν, λοιπόν, οι Εβραῖοι είχον μείζονα αμαρτίαν απ' ότι ο Πιλάτος, πώς εξηγείται το οικτρόν τέλος του τελευταίου, έναντι του φυσικού τέλους του Καϊάφα;

Εστω ότι πράγματι ο Πιλάτος ηυτοκτόνησεν· μήπως τούτο αποδεικνύει ότι η αμαρτία του ήτο μεγαλυτέρα των Εβραίων; Αντισταθμίζει μήπως, η τυχόν αυτοκτονία του Πιλάτου, τας επί 20 αιώνας βασάνους των Εβραίων (όσων δεν μετενόησαν και εβαπίσθησαν). Αξίζει, μόνον, να σημειωθή ενδεικτικώς ότι ολίγα έτη μετά την σταύρωσιν του Χριστού (70 μ.Χ.) οι Ρωμαίοι πολιώρκησαν την Ιερουσαλήμ και τότε εκ της πείνης έφαγον αι μητέρες τα τέκνα των! Και τότε οι Ρωμαίοι κατέστεψαν εκ θεμελίων το Ναόν, την πόλιν ηρήμωσαν και αναριθμήτους Εβραίους έσφαξαν και εδούλωσαν. Και εάν πράγματι ο Αρχιερέας Καϊάφας είχεν τέλος φυσικόν, πόσοι και πόσοι εχθροί του Χριστού, εγκληματίαι, κ.λπ. δεν έχουν φυσικον τέλος; Απεναντίας, πόσοι και πόσοι Αγιοι είχον φρικτόν τέλος γενόμενοι μεγαλομάρτυρες. Μηπως είπεν κανείς εις ημάς να βλέπωμεν το κατά κόσμον τέλος κάποιου και να εξάγωμεν συμπεράσματα δια την κατάστασιν αυτού μετά θάνατον; Και αν ο Αρχιερέας Καϊάφας έτυχεν φυσικού τέλους, μήπως γνωρίζει κανείς αν τούτο έγινεν δια να του αποδοθή μετά θάνατον εις το ακέραιον η κόλασις η οποία του αξίζει και η οποία εάν αυτός εκολάζετο ολίγον επιγείως, θα ήτο μικροτέρα εν τω Αδη; Λεγει και ο Σολομών: «Φυλάσσεται ο ασεβής εν ημέρα κακή"» (Παροιμ. ΙϚ'4).

Τελος, υποβάλομεν και υμείς εις τον καθένα εν ερώτημα: Ποίος εκ των εις τον αυτόν φόνον ενεχομένων έχει μεγαλυτέραν αμαρτίαν ο εκπρόσωπος του Καίσαρος, η ο εκπρόσωπος του Θεού;

ΗΘΙΚΟΝ ΔΙΔΑΓΜΑ

Ουδείς δικαιούται να απαλάσση εαυτόν της ευθύνης είτε ο ενεργών το κακόν, είτε ο ανεχόμενος τούτο. Αμφότεροι είναι συνεργοί της ιδίας αμαρτίας, ασχέτως εάν ο ανεχόμενος το κακόν, κατά τι ελάχιστον μετέχει ολιγότερον της ενοχής (αναλόγως του βαθμού συνεργείας και αν συνήργησεν ενεργητικώς, παθητικώς, εκβιαζόμενος η χρηματιζόμενος).

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ταύτα Πατέρες Αγιοι μαρτυρούσι και φρόνημά εστι της καθολικής Ορθοδόξου εκκλησίας ανέκαθεν στερεόν και πάσης άλλης βεβιασμένης τροπολογίας υπέρτερον.

Εάν είναι ακίνδυνον να μεταστρέφωμεν (αντιστρέφομεν) το νόημα των λόγων του ιδίου του Χριστού προσθέτοντες λέξεις («μόνον», «ο Ιούδας») και να «διορθώνωμεν» ακόμη και τους λόγους του Θεού Λογου, υμείς κρίνατε. Και αν τούτο παραβλέψη κανείς, λέγων ότι δια λόγους ερμηνευτικούς μόνον προσθέτει τας λέξεις, και ότι η πρότασις είναι ελλειπής, ημείς αντιτάσσομεν ότι δεν λέγεται ελλειπής μία φράσις εκ της οποίας εξάγεται αυτοτελές νόημα· Και εκ της εν λόγω προτάσεως εξάγεται πλήρες νόημα, ότι ο παράνομος λαός των Ιουδαίων όστις παρέδωσεν τον Χριστόν εις τον Πιλάτον έχει μεγαλυτέραν αμαρτίαν απ' ότι ο Πιλάτος. Ούτως ηρμήνευσαν το χωρίον ΑΠΑΝΤΕΣ οι Αγιοι Πατέρες οι οποίοι ησχολήθησαν. Και δεν είναι ακίνδυνον ούτε αυτό, το να αθετώμεν τας των Πατέρων ερμηνείας χάριν ιδικών μας εμπνεύσεων. Διότι γράφει ο 19ος της Ϛ' Οικουμενικής Συνόδου δια τους Επισκόπους κυρίως και δια τους Πρεσβυτέρους δευτερευόντως (εκ της του ι. Πηδαλίου ερμηνείας):

«...Και αν καμμίαν φορά ομιλήσωσι λόγον της Γραφής, κατ' άλλον τρόπον να μην τον εξηγούσι, πάρεξ καθως τον εξήγησαν εις τα συγγράμματά των οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι· και περισσότερον να σπουδάζουν να ευδοκιμούν εις το να διδάσκουν τα των θ. Πατέρων, η εις το να συνθέτουν λόγους εδικούς των, μήπως μεταχειριζόμενοι νοήματα εδικά των και μη δυνάμενοι μερικαίς φοραις να τα νοούν καλώς, εκπέσωσι από το πρέπον και την αλήθειαν....»

«Δει τους των Εκκλησιών Προεστώτας, εν πάση μεν ημέρα, εξαιρέτως δε εν ταις Κυριακαίς πάντα τον κλήρον, και τον λαόν εκδιδάσκειν τους της ευσεβείας λόγους εκ της Θείας Γραφής αναλεγομένους τα της αληθείας νοηματά τε και κρίματα, και παρεκβαίνοντας τους ήδη τεθέντας όρους, η την εκ των Θεοφόρων Πατέρων παράδοσιν, αλλά και ει γραφικός ανακινηθείη λόγος, μη άλλως τούτον ερμηνευέτωσαν, ή, ως αν οι της Εκκλησίας φωστήρες και διδάσκαλοι δια των οικείων συγγραμμάτων παρέθεντο, και μάλλον εν τούτοις ευδοκιμείτωσαν, η λόγους οικείους συντάττοντες, ίνα μη, έστιν ότε, προς τούτο απόρως έχοντες, αποπίπτοιεν του προσήκοντος.»

Κανών ΙΘ' της Ϛ' Οικουμ. Συνόδου

[1] Τίτλος του άρθρου που δημοσιεύθηκε στην σελ. 1 του περιοδικού «ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΦΩΝΗ», αριθμ τεύχους 10 (30) Φεβρουάριος Απρίλιος 1996. Στην πραγματικότητα, αυτή που θεωρεί ο συντάκτης του άρθρου εσφαλμένη είναι η ορθή ερμηνεία σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρας. Συντάκτης του άρθρου ήταν ο τότε Μητροπολίτης Γ.ΟΧ. Δωδεκανήσου κ. Καλλίνικος. Οι επισημάνσεις με έντονα στοιχεία έγιναν από εμάς

[2] Ουδείς απήντησε