Στο νησί των Σειρήνων
Ποιες είναι οι Σειρήνες;
Και γιατί οι σύντροφοι του Οδυσσέα βούλωσαν τα αυτιά τους με κερί ενώ αυτόν τον έδεσαν στο κατάρτι του πλοίου;
Ποιες είναι οι Σειρήνες;
Και γιατί οι σύντροφοι του Οδυσσέα βούλωσαν τα αυτιά τους με κερί ενώ αυτόν τον έδεσαν στο κατάρτι του πλοίου;
Πλησιάζουν στο νησί των Σειρήνων
Ταξίδευαν πάλι με το ζέφυρο να φουσκώνει τα πανιά τους, γεμάτοι λαχτάρα πότε να φτάσουν στη γλυκιά πατρίδα. Την άλλη μέρα, άκουσαν από πολύ μακριά να έρχεται ένα απαλό και γλυκό τραγούδι και σε λίγο ξεχώρισαν ένα νησί. Ο Οδυσσέας κατάλαβε ότι ήταν το νησί των Σειρήνων.
Ο Οδυσσέας παίρνει προφυλάξεις
Πήρε αμέσως κερί και βούλωσε τ’ αυτιά των συντρόφων του καλά κι αυτόν πρόσταξε να τον δέσουν γερά στο καράβι. Τους είπε ακόμα, όσο και να τους παρακαλεί, να μην τον λύσουν με κανένα τρόπο.
Οι Σειρήνες
Μα γιατί τα έκανε όλα αυτά; Γιατί ο Τειρεσίας τον είχε προειδοποιήσει για το νησί αυτό. Εκεί έμεναν μερικές πεντάμορφες κοπέλες που κάθονταν στην ακρογιαλιά και τραγουδούσαν τόσο ωραία, που οι ναύτες έπεφταν στη θάλασσα, έβγαιναν στην ακρογιαλιά κι έμεναν εκεί για πάντα.
Οδυσσέας και Σειρήνες
Τα ήξερε όλα αυτά ο Οδυσσέας, και γι’ αυτό πήρε τα μέτρα του. Φτάσανε λοιπόν στο νησί των Σειρήνων, μα δεν σταμάτησαν. Όλες ήταν στην ακρογιαλιά και τραγουδούσαν τόσο γλυκά, που ο Οδυσσέας υπέφερε κι έκλαιγε και φώναζε να τον λύσουν
Οι σύντροφοί του όμως δεν άκουγαν τίποτα κι αντί να τον λύσουν, τον έδεσαν πιο σφιχτά να μη χτυπιέται. Και το καράβι έσκιζε τα νερά, χωρίς να σταματήσει καθόλου. Οι Σειρήνες τραγουδούσαν όσο μπορούσαν πιο γλυκά, μα ποιος τις άκουγε;
Έτσι γλύτωσαν κι απ’ αυτόν τον πειρασμό. Και σαν ξεμάκρυναν αρκετά, τότε έλυσαν τον Οδυσσέα, που τους ευχαρίστησε, και ξεβούλωσαν τ’ αυτιά τους, αφού κίνδυνος δεν υπήρχε πια.