Η επιστροφή
Οι Αργοναύτες πήραν το χρυσόμαλλο δέρας. Θα γυρίσουν εύκολα στην Ιωλκό;
Οι Αργοναύτες πήραν το χρυσόμαλλο δέρας. Θα γυρίσουν εύκολα στην Ιωλκό;
Οι Αργοναύτες φεύγουν από την Κολχίδα
Το πρωί, όταν ο Αιήτης έμαθε για την αρπαγή και τη φυγή των Αργοναυτών, κατέβηκε στην ακρογιαλιά, τρελός από το θυμό του και πρόσταξε να τους κυνηγήσουν και να τους πιάσουν, διαφορετικά να μην γυρίσουν. Η Αργώ, όπως τραβούσαν τα κουπιά τα ξακουσμένα παλληκάρια, έκανε φτερά. Γρήγορα απομακρύνθηκαν από την Κολχίδα, ανοίχτηκαν στη Μαύρη Μάλασσα και αρμένιζαν.
Η άρνηση του βασιλιά
Οι Κόλχοι, όμως, τους ακολουθούσαν με τα καράβια τους. Στο δρόμο τους βρήκε μεγάλη τρικυμία που τους έριξε στο νησί των Φαιάκων, τη σημερινή Κέρκυρα. Εκεί, οι Κόλχοι τους πρόλαβαν και ζήτησαν από τον Αλκίνοο, τον βασιλιά των Φαιάκων, να τους παραδώσει τουλάχιστον τη Μήδεια. Ο Αλκίνοος, όμως, αρνήθηκε. Και έτσι, αφού φοβόντουσαν να ξαναγυρίσουν στην Κολχίδα, έμειναν για πάντα στην Κέρκυρα
Γάμος Ιάσονα - Μήδειας
Η Ήρα, που συμπαθούσε τον Ιάσονα, έστειλε τη Φήμη να διαλαλήσει παντού στη χώρα πως θα γινόταν ο γάμος. Έτρεξαν πολλοί στην πόλη κι άλλος έφερνε κριάρι απ’ το κοπάδι του, άλλος δαμάλα, άλλος κρασί κι ανέβαινε ψηλά ο καπνός της θυσίας. Όλοι θαύμαζαν τους ήρωες που ήταν καλεσμένοι στους γάμους, αλλά και το νέο ζευγάρι. Και οι Νύμφες τραγουδούσαν τον υμέναιο, το τραγούδι του γάμου. Ο Αλκίνοος τους πάντρεψε κι έδωσε στη Μήδεια δώδεκα υπηρέτριες να τη βοηθούν...
Ας δούμε και άλλες περιπέτειες..
Συμπληγάδες Πέτρες
Για άλλη μια φορά, οι Αργοναύτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις τρομακτικές Συμπληγάδες Πέτρες, που άνοιγαν και έκλειναν σαν στόματα έτοιμες να τους καταπιούν. Χάρη στην βοήθεια των Νηρηίδων, που γνώριζαν τον μυστικό δρόμο, και με την καθοδήγηση της σοφής Αθηνάς, κατάφεραν να περάσουν σώοι, χάνοντας μόνο την άκρη του πηδαλίου τους.
Σκύλλα και Χάρυβδη
Στα στενά της Μεσσήνης, δύο τρομακτικά τέρατα περίμεναν τους ταξιδιώτες. Η Σκύλλα, με έξι κεφάλια και δόντια σαν μαχαίρια, άρπαζε ναύτες από τη μία πλευρά του πλοίου, ενώ η Χάρυβδη, μια τεράστια δίνη, καταβρόχθιζε όσους έπεφταν από την άλλη. Ακολουθώντας τις οδηγίες της μάγισσας Κίρκης, οι Αργοναύτες πέρασαν κοντά από τη Σκύλλα, θυσιάζοντας μερικούς άνδρες, και απέφυγαν τα δόντια της Χάρυβδης.
Τρινακρία
Στο νησί του Ήλιου, οι Αργοναύτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα ιερά βόδια του θεού. Ο δυνατός Ηρακλής, όντας τιμωρημένος, αναγκάστηκε να τα κλέψει, φέρνοντας την οργή του Ήλιου. Μία καταιγίδα κούνησε το πλοίο για μέρες, μέχρι που ο Ιάσονας, ο αρχηγός τους, προσευχήθηκε στον Απόλλωνα, τον γιο του Ήλιου, και η οργή του θεού καταλάγησε.
Σειρήνες
Στο νησί των Σειρήνων, γοητευτικές φωνές ακούγονταν από τα βράχια. Οι ναύτες, μαγεμένοι, έσπευδαν προς αυτές, μόνο για να καταλήξουν στα αιχμηρά βράχια. Ο Ορφέας, ο μουσικός των Αργοναυτών, με την μαγευτική του λύρα, έπαιζε μια μελωδία τόσο όμορφη που οι φωνές των Σειρήνων χαρώθηκαν και οι Αργοναύτες σώθηκαν.
Οι Αργοναύτες σηκώνουν στους ώμους την Αργώ
Όταν η Αργώ έφτασε στις ακτές της Λιβύης, δεν μπορούσε πια να προχωρήσει. Τότε οι Αργοναύτες, με συμβουλή της Θέτιδας, της θαλασσινής νεράιδας, σήκωσαν το καράβι στους δυνατούς τους ώμους και περπάτησαν μέσα στην καυτή άμμο δώδεκα μέρες και δώδεκα νύχτες. Ύστερα έφτασαν στη λίμνη Τριτωνίδα, όπου έριξαν την Αργώ και μπήκαν και οι ίδιοι μέσα. Τα στόματά τους τα έκαιγε η δίψα κι έκαναν σαν τρελοί να βρουν μια πηγή για να πιουν.
Τάλως
Πέρασαν κι απ’ την Κρήτη. Το νησί της Κρήτης όµως το φύλαγε ο χάλκινος γίγαντας Τάλως, που έκανε τρεις φορές τη µέρα το γύρο του νησιού κι εµπόδιζε τα ξένα πλοία να πλησιάσουν στην ακτή.
Ο Τάλως είχε µόνο µια φλέβα µε αίμα που ξεκινούσε απ’ το λαιμό κι έφτανε στον αστράγαλό του κι έκλεινε εκεί µ’ ένα χάλκινο καρφί. Όταν είδε την Αργώ να πλησιάζει, άρχισε να της πετά τεράστιους βράχους. Η Μήδεια όµως, µε το µαγικό της βλέμμα και µε τα ξόρκια της, τον έπεισε να τους αφήσει να πλησιάσουν, τάχα για να του βγάλει το χάλκινο καρφί, κι έτσι να γίνει αθάνατος. Ο Τάλως την πίστεψε. Όταν όµως η Μήδεια τράβηξε το χάλκινο καρφί από το πόδι του, το αίμα του όλο χύθηκε κι ο Τάλως έπεσε νεκρός.
Στη συνέχεια συνάντησαν τον Πρωτέα, τον θαλάσσιο θεό που μπορούσε να αλλάζει μορφή. Για να πάρουν τις απαραίτητες πληροφορίες για το ταξίδι τους, οι ήρωες έπρεπε να αιχμαλωτίσουν τον Πρωτέα, παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις του. Με επιμονή και εξυπνάδα, κατάφεραν να τον αιχμαλωτίσουν και να μάθουν τις πολύτιμες συμβουλές του.
Τέλος, οι Αργοναύτες έφτασαν στους Δελφούς, το ιερό μαντείο του Απόλλωνα. Εκεί, ευχαρίστησαν τους θεούς για την προστασία τους και άκουσαν τους χρησμούς που τους βοήθησαν να ολοκληρώσουν το ταξίδι τους με επιτυχία και να επιστρέψουν στις πατρίδες τους γεμάτοι δόξα και εμπειρίες.
Ο Πελίας δεν κρατά την υπόσχεσή του
Ύστερα από αυτές τις περιπλανήσεις έφτασαν επιτέλους στην Ιωλκό. Ο Ιάσονας παρουσιάστηκε στον Πελία και του παρέδωσε το χρυσόμαλλο δέρμα. Μα εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του. Ο Ιάσονας και η Μήδεια πήγαν µαζί στην Κόρινθο. Αφιέρωσαν την Αργώ στον Ποσειδώνα, και, για να θυµούνται όλοι την Αργοναυτική εκστρατεία, όρισαν να γίνονται εκεί αγώνες προς τιµήν του Ποσειδώνα. Έζησε πολλά χρόνια ευτυχισμένος. Ώσπου κάποτε η Μήδεια χάθηκε και πήγε, όπως λένε, σε μια χώρα της Ασίας, τη Μηδία, όπου οι κάτοικοί της ονομάστηκαν Μήδοι.
Το τέλος του Ιάσονα
Ο Ιάσονας, γέρος πια, λένε, πώς σκοτώθηκε από ένα δοκάρι της Αργώς. Πήγαινε δηλαδή καμιά φορά στην Κόρινθο, όπου ήταν το καράβι, να το βλέπει και να θυμάται τα νιάτα του. Με αυτό είχε σαπίσει πια και κάποτε ένα δοκάρι έπεσε, τον χτύπησε στο κεφάλι και πέθανε.