Εφτά νέοι κι εφτά νέες
Τι νέες περιπέτειες περιμένουν τον ήρωά μας;
Και για πού προορίζονται οι εφτά νέοι και οι εφτά νέες;
Τι νέες περιπέτειες περιμένουν τον ήρωά μας;
Και για πού προορίζονται οι εφτά νέοι και οι εφτά νέες;
Μια παλιά ιστορία
Πολύ πριν από τον ερχομό του Θησέα, οι Αθηναίοι είχαν παλιά συνήθεια, να τιμούν με γιορτές την Αθηνά, τη θεά που προστάτευε την πόλη τους. Στις γιορτές αυτές γίνονταν και αγώνες κι έρχονταν αθλητές από όλη την Ελλάδα. Μια χρονιά λοιπόν έλαβε μέρος στους αγώνες και ο γιος του Μίνωα, του δυνατού βασιλιά της Κρήτης με τα πολλά καράβια. Το βασιλόπουλο αυτό, ο Ανδρόγεως, αγωνίστηκε πολύ καλά κι ήρθε πρώτος σε όλα τα αγωνίσματα. Οι άλλοι αθλητές όμως, αντί να τον συγχαρούν, όπως έπρεπε, φθόνησαν τη δόξα του και τον σκότωσαν.
Η εκδίκηση του Μίνωα
Πικράθηκε ο Μίνωας για τον χαμό του γιου του κι αποφάσισε να πάρει εκδίκηση. Ναυπήγησε κι άλλα γερά και γρήγορα πλοία κι έφερε τον στρατό του στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι κλείστηκαν μέσα στην πόλη. Οι πόλεις εκείνα τα χρόνια είχαν γύρω γύρω τείχη. Ο Μίνωας όμως πολιόρκησε την Αθήνα και την κυρίευσε. Σκότωσε πολλούς Αθηναίους, πήρε αρκετούς για δούλους κι ανάγκασε τους άλλους να πληρώνουν φόρο.
Μινώταυρος
Το χειρότερο όμως ήταν που ο Μίνωας εξανάγκασε τους Αθηναίους να του στέλνουν κάθε χρόνο επτά νέους και επτά νέες είκοσι χρονών, για να τα τρώει ο Μινώταυρος. Αυτό θα γινόταν συνέχεια εννιά χρόνια. Ο Μινώταυρος ήταν ένα απαίσιο τέρας με κεφάλι ταύρου. Ο Μίνωας τον είχε κλεισμένο κάτω από το παλάτι του, σ' ένα σκοτεινό υπόγειο, το Λαβύρινθο. Το Λαβύρινθο τον είχε φτιάξει ο Αθηναίος τεχνίτης Δαίδαλος κι είχε τόσους διαδρόμους, που όποιος έμπαινε μέσα, ήταν αδύνατο να ξαναβγεί.
Θρήνος στην πόλη
Δεν πέρασε μήνας από τότε που ήρθε ο Θησέας στην Αθήνα, και μια μέρα μαζεύτηκαν, για τρίτη χρονιά, στην αγορά τα αγόρια και τα κορίτσια, που είχαν γίνει είκοσι χρονών. Μπροστά στο λαό και το βασιλιά θα έβαζαν κλήρο, να βγουν οι δεκατέσσερις νέοι και νέες για το Μινώταυρο. Στην παραλία ήταν έτοιμο το καράβι με τα μαύρα πανιά. Όλος ο κόσμος ήταν δακρυσμένος.
Η ηρωική στάση του Θησέα
Προτού αρχίσει η κλήρωση, βγήκε μπροστά ο Θησέας και είπε:
— Αθηναίοι, μεγάλη αδικία γίνεται στη χώρα μας. Ζητώ την άδειά σας να πάω στην Κρήτη, για να σκοτώσω το Μινώταυρο.
— Παιδί μου, εσύ είσαι διάδοχος του θρόνου. Αν σκοτωθείς θα μείνει η Αθήνα χωρίς βασιλιά, τού είπε ο Αιγέας.
— Βασιλιά Αιγέα, καλύτερα να σκοτωθώ, παρά να γίνω βασιλιάς και να στέλνω τα παιδιά της Αθήνας στο Μινώταυρο.
Ύστερα είπε σε κείνους που τραβούσαν τους κλήρους:
— Ο πρώτος κλήρος είναι δικός μου. Να κληρωθούν άλλοι έξι.
Ο Αιγέας θαύμασε την παλικαριά του γιου του και συγκινημένος είπε:
— Παιδιά μου, να πάτε στο καλό. Κι αν γυρίσετε ζωντανά, μην ξεχάσετε να βάλετε στο πλοίο άσπρα πανιά.
Ώστε λοιπόν θα πήγαινε εκείνη τη χρονιά στην Κρήτη κι ο ήρωας Θησέας! Τα δάκρυα του κόσμου σταμάτησαν. Στις ψυχές τους, σαν άσπρο περιστέρι, φώλιασε η ελπίδα.