Τα μήλα των Εσπερίδων
Ποιος ήταν αυτά τα μήλα; Πού βρισκόταν;
Ας δούμε ακόμα έναν άθλο του Ηρακλή.
Ποιος ήταν αυτά τα μήλα; Πού βρισκόταν;
Ας δούμε ακόμα έναν άθλο του Ηρακλή.
Τα μήλα των Εσπερίδων
Στην άκρη του κόσμου, εκεί που ο ήλιος βασιλεύει, υπήρχε το ωραιότερο περιβόλι του κόσμου. Μέσα σε αυτό το περιβόλι, φύτρωναν τα πιο όμορφα και σπάνια φυτά. Ωστόσο, το πιο εντυπωσιακό από όλα ήταν μια μηλιά που έκανε χρυσά μήλα.
Όλος ο κόσμος επιθυμούσε αυτά τα μήλα, αλλά το περιβόλι ανήκε στις Εσπερίδες και φυλασσόταν από έναν άγριο δράκο. Κανείς δεν τόλμησε να πλησιάσει, γιατί δεν γνώριζαν ακριβώς πού βρισκόταν.
Ο Ευρυσθέας, όμως, διέταξε τον Ηρακλή να πάει και να φέρει μερικά από αυτά τα χρυσά μήλα.
Ηρακλής και Προμηθέας
Ο ήρωας ξεκίνησε προς τη δύση, ρωτώντας όποιον συνάνταγε. Διασχίζοντας χώρες και χωριά, ρώτησε χιλιάδες ανθρώπους, αλλά δεν μπόρεσε να μάθει τίποτα, γιατί κανένας δεν γνώριζε το μυστικό του περιβολιού.
Κάποτε έφτασε και στον Καύκασο, όπου βρήκε τον Προμηθέα αλυσοδεμένο πάνω σε ένα βράχο και έναν αετό να τον τρώει το συκώτι. Ο Δίας τον είχε τιμωρήσει γιατί είχε κλέψει τη φωτιά από τον Όλυμπο και την είχε δώσει στους ανθρώπους. Ο Ηρακλής σκότωσε τον αετό και απελευθέρωσε τον Προμηθέα. Ο Προμηθέας, ωστόσο, τον έστειλε στον αδελφό του, τον Άτλαντα, γιατί εκείνος ήξερε πού βρίσκονται τα μήλα.
Ηρακλής και Ανταίος
Ο Ηρακλής ξεκίνησε πάλι το ταξίδι του. Ωστόσο, σε ένα σημείο συνάντησε έναν άλλο γίγαντα, τον Ανταίο. Ο Ανταίος, όποτε περνούσε κάποιος από τον τόπο του, τον φώναζε να παλέψουν και τον νικούσε. Μόλις όμως κουραζόταν, έπεφτε στη γη και ανακτούσε νέες δυνάμεις. Ο Ηρακλής, όμως, τον σήκωσε στον αέρα και τον κράτησε εκεί, ώσπου παραδόθηκε.
Ηρακλής και Άτλαντας
Τέλος έφτασε κάποτε και στο μέρος που ήταν ο Άτλαντας. Και τον βρήκε να κρατάει στην πλάτη του τον ουρανό. Του είπε τι θέλει και ο γίγαντας πρόθυμα δέχτηκε να του φέρει τα χρυσά μήλα. Γιατί μόνο αυτός ήξερε να αποκοιμίζει τον δράκο. Του ζήτησε μόνο να κρατήσει αυτός τον ουρανό και ο Ηρακλής τον πήρε στην πλάτη του.
Η ολοκλήρωση του άθλου
Ύστερα από λίγο, γύρισε ο Άτλαντας με τα μήλα. Φαίνεται όμως πως του άρεσε η ζωή χωρίς τον ουρανό στην πλάτη του. Γι’ αυτό είπε στον Ηρακλή ότι θα πάει αυτός τα μήλα στον Ευρυσθέα. Φοβήθηκε ο ήρωας να μη μείνει για πάντα εκεί, αλλά δεν είπε τίποτα. Μόνο, λέει στον Άτλαντα:
— Κράτησε μια στιγμή να βάλω ένα μαξιλάρι στην ώμο που με πονάει.
Τον πίστεψε ο Άτλαντας και ξαναπήρε τον ουρανό στην πλάτη του. Τότε ο Ηρακλής πήρε τα μήλα, τον ευχαρίστησε και του είπε ότι οι θεοί τον είχαν διατάξει να πάει πίσω.
Σαν έφερε τα μήλα στον Ευρυσθέα, δεν τα κράτησε, μα τα χάρισε στον Ηρακλή. Αυτός πάλι τα πρόσφερε στη θεά Αθήνα κι εκείνη τα ξαναπήγε στον κήπο των Εσπερίδων.