Στη χώρα των Λωτοφάγων
Δεύτερος σταθμός του ταξιδιού, η χώρα των Λωτοφάγων. Τι λαός ήταν; Και τι είναι οι λωτοί;
Οι περιπέτειες συνεχίζονται
Δεύτερος σταθμός του ταξιδιού, η χώρα των Λωτοφάγων. Τι λαός ήταν; Και τι είναι οι λωτοί;
Οι περιπέτειες συνεχίζονται
Πάλι τρικυμία
Τράβηξαν λοιπόν κατά το νότο. Η θάλασσα ήταν ήσυχη κι ο άνεμος πρίμος. Δεν πρόλαβαν όμως να χαρούν και ξαφνικά άρχισε να φυσάει άγριος θρακιώτης βοριάς και να τους σπρώχνει σαν να ήθελε να τους τσακίσει πάνω στα βουνά. Κι η θάλασσα σήκωνε βουνά από κύματα να τους καταπιεί.
Στην Αφρική
Μερόνυχτα πάλευαν με τη φουρτούνα, ώσπου τους έριξε σε άλλα ακρογιάλια. 'Άλλοι τόποι ετούτοι, ο άνεμος ζεστός, ο ήλιος έκαιγε. Ήταν στην Αφρική τώρα. Βγήκαν στην ακροθαλασσιά να ξεκουραστούν και να βρουν γλυκό νερό. Ήταν σκοτωμένοι από την κούραση και το θαλασσο-πάλεμα τόσες μέρες.
Τρεις σύντροφοι στους Λωτοφάγους
Ο Οδυσσέας έστειλε τρεις συντρόφους του να βρουν νερό, να φέρουν και να δουν τι άνθρωποι ζούσαν σ’ εκείνα τα μέρη. Περίμενε μια ώρα, δυο ώρες, μια μέρα, δυο μέρες, αλλά οι σύντροφοί του δεν ξαναγύρισαν.
Τότε κίνησε μόνος του, με μερικούς συντρόφους, να πάει να τους βρει.
Η επίδραση του Λωτού
Όταν έφτασε σε ένα χωριό, τους είδε που κάθονταν με τους ντόπιους και κουβεντιάζανε. Τους χαιρέτησε, τους μίλησε, αλλά αυτοί δεν τον γνώριζαν. Είχαν φάει λωτό και είχαν ξεχάσει ποιοι είναι και που πάνε. Τους κάλεσε να πάνε μαζί του, αλλά δεν τον ακολούθησαν.
Αποχώρηση από τους Λωτοφάγους
Τότε τούς πήρε με τη βία και τούς πήγε στο καράβι. Εκεί τους έδεσε, γιατί έκλαιγαν κι’ ήθελαν να γυρίσουν πίσω στους Λωτοφάγους και πρόσταζε να σηκώσουν γρήγορα τα πανιά, να φύγουν απ’ την καταραμένη χώρα, τη χώρα τής Λησμονιάς.