Ηλεκτρονική επίδοση εγγράφων στην ποινική δίκη.

Ημερομηνία δημοσίευσης: Aug 05, 2013 4:41:46 PM

Τετάρτη, 26 Ιουνίου 2013

Ενέργειες προς την απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της ποινικής προδικασίας.

Γεώργιος Πλαγάκος

Πρωτοδίκης

Τα τελευταία χρόνια προωθείται τουλάχιστον θεωρητικά η ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων από τους δικηγόρους στη γραμματεία των δικαστηρίων με σκοπό τον εκσυγχρονισμό και την απλοποίηση των διαδικασιών στην απονομή της δικαιοσύνης. Ο γράφων δεν γνωρίζει, εάν και σε ποιό βαθμό έχει αρχίσει να υλοποιείται αυτή η ιδέα, εάν δηλαδή στην πράξη υπάρχουν δικηγόροι που καταθέτουν μέσω του διαδικτύου αγωγές, ανακοπές ή δικόγραφα προτάσεων ή προσθέτων λόγων στη γραμματεία ορισμένου δικαστηρίου.

Κατά τη γνώμη του γράφοντος σημαντικότερο για την εύρυθμη λειτουργία των δικαστικών υπηρεσιών και εξ ίσου εφικτό να υλοποιηθεί ως πρώτο βήμα προς την ανωτέρω κατεύθυνση είναι όχι τόσο η ηλεκτρονική παραλαβή δικογράφων αλλά η ηλεκτρονική επίδοση βουλευμάτων, διατάξεων, κλήσεων και γενικώς η ηλεκτρονική διεκπεραίωση διαδικαστικών πράξεων ιδίως της ποινικής προδικασίας. Όλοι όσοι μετέχουν στη διαδικασία των επιδόσεων ή την παρατηρούν εκ του σύνεγγυς γνωρίζουν ότι η επίδοση κυρίως των βουλευμάτων και δευτερευόντως των κάθε είδους άλλων εγγράφων (κλήσεων για απαγγελία κατηγορίας από τον ανακριτή και απολογία, ανακριτικών διατάξεων, γνωστοποιήσεων του πέρατος της ανάκρισης στους παράγοντες της δίκης, κλήσεων για να εμφανισθούν στο ακροατήριο κλπ.), ως έχει, είναι χρονοβόρα και ενεργοβόρα διαδικασία. Πολυσέλιδα βουλεύματα φωτοτυπούνται σε πολλαπλά αντίγραφα, για να επιδοθούν σε πολλούς διαδίκους. Σε ορισμένες περιπτώσεις φωτοτυπούνται χιλιάδες σελίδες για κάθε υπόθεση και το προσωπικό των δικαστικών υπηρεσιών, συχνότερα των εισαγγελιών, αναλώνει πολύ χρόνο, ο οποίος θα μπορούσε να διατεθεί για την εκτέλεση άλλων εργασιών. Ενίοτε, τα πρόσωπα, στα οποία πρέπει να επιδοθούν τα έγγραφα, κατοικούν ή διαμένουν σε περισσότερους, διαφορετικούς τόπους της επικράτειας και ορισμένες φορές είναι δυσχερής ή αδύνατος ο εντοπισμός τους με συνέπεια την πρόκληση χρονικής καθυστέρησης κατά την επίδοση και ανάλογης επιβάρυνσης των αστυνομικών υπηρεσιών που επιφορτίζονται με τις επιδόσεις. Κάποτε μάλιστα η επιβάρυνση που προκαλείται στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες είναι δυσανάλογα μεγαλύτερη από την πραγματική σημασία των υποθέσεων, όμως οι επιδόσεις πρέπει να γίνουν τόσο για ουσιαστικούς όσο και για τυπικούς λόγους.  

Θα ήταν αποτελεσματικότερο να θεσπισθεί νομικά η υποχρέωση του ανακριτή, του εισαγγελέα και των αρμοδίων κάθε φορά ανακριτικών υπαλλήλων να ζητούν από τα πρόσωπα που εμφανίζονται ενώπιον τους να δηλώνουν κατά την προδικασία (προκαταρκτική εξέταση, προανάκριση ή κύρια ανάκριση) ορισμένη ηλεκτρονική διεύθυνση, ομοίως και ο συνήγορός τους, εφ’ όσον παρίστανται με συνήγορο. Αυτό είναι δυνατό να γίνει με την ανάλογη τροποποίηση των άρθρων 154 επ. ΚΠΔ, τα οποία ορίζουν τα σχετικά με τις επιδόσεις, και ιδίως του άρθρου 159 ΚΠΔ, ώστε να επιτρέπεται η επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Σχετικές προσθήκες πρέπει να γίνουν και στο άρθρο 273 παρ.1α΄ και γ΄ ΚΠΔ, ώστε ο κατηγορούμενος με την εμφάνισή του ενώπιον των οριζομένων στο άρθρο αυτό προσώπων να δηλώνει: α) πλέον των λοιπών στοιχείων του και την ηλεκτρονική διεύθυνσή του, στην οποία θα γίνονται οι επιδόσεις και β) τις τυχόν μεταβολές αυτής στον αρμόδιο εισαγγελέα, όπως συμβαίνει με την πραγματική διεύθυνσή του.

Η τεχνική διεκπεραίωση της επίδοσης, δηλαδή το εάν τα κείμενα αποστέλλονται σε μορφή word ή σε άλλη μορφή εγγράφου, π.χ. pdf, ώστε να διασφαλίζεται η πιστότητα του περιεχομένου τους, είναι ζήτημα που αντιμετωπίζεται ευχερώς, εφ’ όσον υπάρχει η βούληση καθιέρωσης της ηλεκτρονικής επίδοσης των προαναφερόμενων εγγράφων. Επίσης, απολύτως δυνατή είναι η απόκτηση αποδεικτικού επιδόσεως. Αυτό μπορεί να γίνει με την εκτύπωση της ένδειξης από την οθόνη του υπολογιστή ότι το μήνυμα απεστάλη και την επισύναψη της σχετικής εκτύπωσης στο φάκελο της δικογραφίας. Εάν μάλιστα υπάρξει ιδιαίτερο δίκτυο (intranet) και ενιαίο λογισμικό για τις επιδόσεις, τα οποία θα χρησιμοποιούνται από όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες, αυτά και άλλα παρόμοια ζητήματα σχετιζόμενα με την εν γένει ασφάλεια των επιδόσεων θα αντιμετωπιστούν με την προσθήκη των σχετικών δυνατοτήτων στο λογισμικό και οι σχετικές ενέργειες θα τυποποιηθούν.

Βεβαίως, η ηλεκτρονική επίδοση των βουλευμάτων, διατάξεων και κάθε είδους κλήσεων και άλλων εγγράφων δεν μπορεί να εφαρμοστεί υποχρεωτικά ως αποκλειστική διαδικασία υποκαθιστώντας την επίδοση των εγγράφων, όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι νομικός: η κατοχή ηλεκτρονικής διεύθυνσης προϋποθέτει σύνδεση με το διαδίκτυο, η οποία δεν είναι δυνατό να επιβληθεί νομικά στους πολίτες. Ο δεύτερος λόγος είναι πραγματικός: Παρά την εντυπωσιακή εξάπλωση της χρήσης του διαδικτύου, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού και συνεπώς των διαδίκων δεν είναι εξοικειωμένο με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και συνεπώς ούτε με το διαδίκτυο και δεν διαθέτει ηλεκτρονική διεύθυνση. Αυτή η διαπίστωση αποδυναμώνει μεν σε ορισμένο βαθμό αλλά δεν ματαιώνει την υλοποίηση της προτεινόμενης ιδέας. Η εφαρμογή της μπορεί να προχωρήσει παράλληλα με την ύπαρξη των παραδοσιακών επιδόσεων σε όσους διαδίκους (κατηγορούμενους και πολιτικώς ενάγοντες) διαθέτουν ηλεκτρονική διεύθυνση και τη γνωστοποιούν στους ανακριτικούς υπαλλήλους. Ασφαλώς, όταν πρόκειται για επίδοση στον αντίκλητο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μπορεί να διεκπεραιωθεί ηλεκτρονικά, εφ’ όσον πλέον όλοι οι δικηγόροι διαθέτουν ηλεκτρονική διεύθυνση, που αναγράφεται στον κατάλογο μελών του οικείου δικηγορικού συλλόγου.  

Η δυνατότητα της ηλεκτρονικής επίδοσης των παραπάνω εγγράφων βρίσκει εκτεταμένο έδαφος εφαρμογής στις επιδόσεις προς πρόσωπα που κρατούνται στις φυλακές, στα κέντρα κράτησης μεταναστών και γενικώς στους χώρους κράτησης, όποια ονομασία και αν φέρουν κατά καιρούς (άρθρο 155 παρ.3 ΚΠΔ). Οι υπηρεσίες κράτησης διαθέτουν πλέον ηλεκτρονική διεύθυνση, όπως όλες οι δημόσιες υπηρεσίες. Αντί να αποστέλλονται τα προς επίδοση έγγραφα από τις δικαστικές υπηρεσίες προς τις φυλακές και τα κέντρα κράτησης και ενίοτε να επιστρέφουν ανεπίδοτα λόγω απόλυσης του προς ον η επίδοση κρατουμένου ή μεταγωγής του σε άλλο κατάστημα κράτησης με αποτέλεσμα να αναζητούν οι γραμματείς των δικαστικών υπηρεσιών το νέο προορισμό του εγγράφου και να επαναλαμβάνουν τη διαδικασία, θα ήταν προσφορότερο να αποστέλλουν το προς επίδοση έγγραφο διαδικτυακώς στο κατάστημα κράτησης, όπου ο αρμόδιος υπάλληλος θα το εκτυπώσει και θα το επιδώσει αμέσως στον κρατούμενο. Στις περιπτώσεις αυτές η ύπαρξη ηλεκτρονικής διεύθυνσης του καταστήματος κράτησης αναπληρώνει την πιθανή έλλειψη ηλεκτρονικής διεύθυνσης του κρατουμένου και την αδυναμία πρόσβασής του σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η παρεμβολή τρίτων προσώπων στην επίδοση δεν πρέπει να ξενίζει, διότι και με τον ισχύοντα τρόπο επίδοσης ορίζεται ότι σε ολόκληρες κατηγορίες διαδίκων το έγγραφο επιδίδεται άλλοτε υποχρεωτικά και άλλοτε δυνητικά μέσω τρίτων προσώπων (άρθρα 155, 157 και 158 ΚΠΔ).

Η επίδοση των εγγράφων της ποινικής προδικασίας μέσω του διαδικτύου δεν θα επιταχύνει απλώς τη διαδικασία των επιδόσεων αλλά θα απαλλάξει σε μεγάλο βαθμό το προσωπικό της γραμματείας των δικαστηρίων και των αστυνομικών υπηρεσιών από εργασίες, οι οποίες εκτελούνται ακόμη και σήμερα με τρόπο πεπαλαιωμένο και χρονοβόρο και θα επιτρέψει στο προσωπικό αυτό να αφοσιωθεί στα υπόλοιπα υπηρεσιακά καθήκοντά του. Ο αριθμός των δικαστικών γραμματέων μειώνεται συνεχώς, ιδίως στις δικαστικές υπηρεσίες του πρώτου βαθμού. Αυτό κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θα έχει επιπτώσεις στην ποιότητα και την αξιοπιστία της εργασίας τους. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποσυμφόρηση και η συνέχιση της αξιόπιστης λειτουργίας της γραμματείας των δικαστικών υπηρεσιών, πρέπει να οργανωθεί ορθολογικά η εργασία τους, δηλαδή μεταξύ άλλων να απλοποιηθούν οι διαδικασίες και να χρησιμοποιηθεί η πληροφορική για τη διεκπεραίωσή τους.