Οι τροποποιήσεις του ΚΠολΔ με τον Ν. 4055/2012. Δυο βήματα εμπρός και ένα(;) πίσω.

Ημερομηνία δημοσίευσης: Dec 08, 2012 3:19:53 PM

ΔΕΥΤΈΡΑ, 19 ΜΑΡΤΊΟΥ 2012

http://dikastis.blogspot.gr/2012/03/40552012_19.html

Ως γνωστόν πρόσφατα ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή ο ν. 4055/12, με κύριο σκοπό την επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης στην αστική, ποινική και διοικητική δίκη. Πράγματι πολλές από τις διατάξεις κατατείνουν προς την κατεύθυνση αυτή, ιδίως στην ποινική δίκη, πιθανότατα και στη διοικητική (με την οποία δεν είμαστε εξοικειωμένοι). Συνέβη ωστόσο το ίδιο και με την αστική δίκη;

Από μια γρήγορη ανάγνωση του Β΄ κεφαλαίου του Νόμου που αφορούν τις τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι εμφανές ότι για το σκοπό της επιτάχυνσης προκρίνεται η μεταφορά υποθέσεων οικογενειακού δικαίου από το Πολυμελές στο Μονομελές Πρωτοδικείο και αντίστοιχη μεταφορά του μεγάλου μέρους της εκουσίας δικαιοδοσίας από το Μονομελές Πρωτοδικείο στο Ειρηνοδικείο.  Κατ΄ αρχάς αυτό είναι τελολογικά ορθό. Οι πρώτες υποθέσεις κατά κανόνα δεν χρήζουν ιδιαίτερης δυσκολίας, ώστε να πρέπει να υποστούν, στον πρώτο βαθμό τουλάχιστον, τη βάσανο της διάσκεψης και διπλού ελέγχου της υποθέσεως από Εισηγητή και Πρόεδρο. Αλλά και στις δεύτερες προσήκει περισσότερο ο παραδοσιακός ‘συμφιλιωτικός’ χαρακτήρας του Ειρηνοδικείου, ενόψει ότι, κατά κανόνα, στις υποθέσεις αυτές δεν υπάρχει αντιδικία. Συμβάλλει επίσης στη μείωση του κόστους της δίκης για τον διάδικο [με αντίστοιχη πιθανόν ζημία των εσόδων του Δημοσίου, ιδίως αν επιλεγεί, για φορολογικούς λόγους, η «τύποις» αυτοπρόσωπη παράσταση του διαδίκου], αλλά και στην χωροταξική διευκόλυνση του πολίτη, ιδίως στις περιπτώσεις δυσπρόσιτων και νησιώτικων περιοχών. Εξαίρεση, μάλλον ακατανόητη για υποθέσεις χωρίς υποψία αντιδικίας, είναι η διατήρηση των συναινετικών διαζυγίων στην αρμοδιότητα του Μονομελούς [θετικό βέβαια ότι οι η δυο υποθέσεις περιορίζονται σε μία].

Με δεδομένη ωστόσο τη μεγάλη επιβάρυνση των Ειρηνοδικείων, λόγω των πολλών οργανικών κενών θέσεων, της  αύξησης της καθ΄ ύλην αρμοδιότητάς τους [από 12.000 σε 20.000 €] και της εισαγωγής σ΄ αυτά δεκάδων χιλιάδων υποθέσεων των ‘υπερχρεωμένων’ νοικοκυριών, η τροποποίηση αυτή, σε πρώτο τουλάχιστον στάδιο, όχι μόνο δεν θα αποσυμφορήσει, αλλά πιθανότατα θα επιτείνει την ήδη σημαντική καθυστέρηση τόσο στον προσδιορισμό δικασίμου, όσο και στην έκδοση αποφάσεων, λαμβανομένης υπ΄ όψιν και της μη εξοικείωσης των ειρηνοδικών με το αντικείμενο της εκουσίας δικαιοδοσίας. Ευκταίον τουλάχιστον είναι να μην ωθηθεί η Πολιτεία, τραυματίζοντας την αξιοπιστία της, σε άτακτη επανεισαγωγή των υποθέσεων αυτών στο Μονομελές Πρωτοδικείο.

 Το ζήτημα ωστόσο που πρωτίστως τίθεται είναι αν είναι πράγματι αναγκαία η διατήρηση υποθέσεων χωρίς αντιδικία  στη δικαστηριακή ύλη, σε μια εποχή που αφενός το ζήτημα της επιτάχυνσης απονομής δικαιοσύνης τίθεται συνεχώς επιτακτικότερα, αφετέρου η έλλειψη πόρων καθίστα απαγορευτική την έως τώρα παραδοσιακή τακτική, δηλαδή αυτής της πρόσληψης νέου προσωπικού για την ταχύτερη διεκπεραίωση της. Η τροποποίηση του ΚΠολΔ (που δυστυχώς πλέον γίνεται σε ετήσια βάση), είναι ένα μέσο που μπορεί να συμβάλει σ΄ αυτήν την κατεύθυνση. Όσες όμως αλλαγές και να γίνουν στον ΚΠολΔ και όσες ‘επιτακτικές’ προθεσμίες και να τεθούν ως προς τον χρόνο προσδιορισμού δικασίμου και έκδοσης αποφάσεων, αν δεν μειωθεί το πεδίο εμπλοκής των δικαστηρίων στην καθημερινή  ζωή, το πόνημα θα καθίσταται αντίστοιχο με αυτό του Σισύφου. Το βάρος της διεκπεραίωσης των υποθέσεων θα φτάνει μεν στην κορυφή της μιας πλευράς, για να κατρακυλήσει όμως εν συνεχεία στην άλλη πλευρά υπό το βάρος των νέων υποθέσεων που με αυξητική τάση προστίθενται.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια η Πολιτεία εξωθεί τον πολίτη στα πολιτικά δικαστήρια, ακόμη και αν αυτός δεν το επιθυμεί. Π.χ. για την εγγραφή (συναινετικής) υποθήκης σε ακίνητο για οφειλή  100.000 Ευρώ απαιτούνται έξοδα και τέλη ύψους 6.500 Ευρώ (1% +23% ΦΠΑ δικαιώματα συμ/φου, 3,6% χαρτόσημο + 1,3%  πόρος υπέρ ΤΝ),ενώ για την εγγραφή αντίστοιχης προσημείωσης λιγότερο από 800 Ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για μια συμβολαιογραφική αναγνώριση δικαιώματος διατροφής, που θα αποτελούσε εκτελεστό τίτλο. Η «διέξοδος» λοιπόν προς τα δικαστήρια είναι αναπόφευκτη. Επιλέγεται η «συναινετική» προσημείωση προς μείωση των τελών και εξόδων, με «δημιουργική αξιοποίηση» των διατάξεων του ΚΠολΔ για την κατ΄ αντιδικίαν εγγραφή προσημείωσης ή η «συνομολογημένη» δίκη διατροφής. Αυτό όμως έχει και το αντίτιμο. Αντίστοιχη επιβάρυνση του Δημοσίου [απασχόληση προσωπικού, τήρηση αρχείου κλπ], επιβάρυνση των πινακίων, αλλά και  ταλαιπωρία του πολίτη, ο οποίος, χωρίς να γνωρίζει τα ακριβή αιτία, στρέφεται κατά της Δικαιοσύνης, αδίκως στην συγκεκριμένη περίπτωση. Και δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι εκτός όμως από την μάλλον μικρή εν προκειμένω επιβάρυνση του δικαστή, υπάρχει και η απασχόληση της Γραμματείας, που είναι ίδια, είτε πρόκειται για απλή είτε για δύσκολη υπόθεση, αλλά και η κτηριακή επιβάρυνση (τήρηση Αρχείου, αιθουσών συζήτησης κλπ).

Τελικώς παρά τις αρχικές προσδοκίες και τα αρχικώς εξαγγελθέντα η Πολιτεία δεν θέλησε ή φοβήθηκε την εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε άλλους φορείς και κυρίως προς τους συμβολαιογράφους ή τους Δικηγορικούς Συλλόγους. Εκ πρώτης τουλάχιστον όψεως αυτό ηχεί παράλογο. Π.χ. αφού ο συμβολαιογράφος μπορεί να εγγράψει υποθήκη, γιατί να μην μπορεί να εγγράψει την προσημείωση (ήτοι το έλασσον); Γιατί δεν μπορεί να διεκπεραιώσει τα συναινετικά διαζύγια; ¨Η τα «εξ αδιαθέτου» κληρονομητήρια; Η΄ τις υπό δημοσίευση διαθήκες; Η' γιατί τις ένορκες βεβαιώσεις που τώρα γίνονται και από τα δικαστήρια (ειρηνοδικεία) και από συμβολαιογράφους, να μην τις κάνουν μόνον οι τελευταίοι; Η΄ τις διαταγές πληρωμής, ιδίως από αξιόγραφα, να μην τις εκδίδουν (και)  οι συμβολαιογράφοι, οι οποίοι εξάλλου μπορούν να εκδίδουν εκτελεστούς τίτλους και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας;  Ούτως ή άλλως κατά του οποιουδήποτε εκτελεστού τίτλου ο φερόμενος ως οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή, αμφισβητώντας το νομότυπο της εκδόσεως του ή και την ίδια οφειλή του. Σήμερα στο Πρωτοδικείο Αθηνών μια διαταγή πληρωμής μπορεί να καθυστερήσει έως και 6 μήνες κι ένα κληρονομητήριο πάνω από ένα έτος. Αν φοβάται η Πολιτεία τον κίνδυνο εμπλοκής ενός ασυνειδήτου συμβ/φου σε παράνομες πράξεις, μπορεί να εξεύρει τρόπους έλεγχου, π.χ. με την έγκριση του εξ αδιαθέτου κληρονομητήριου από τον Πρόεδρο του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου ή (αν ο Συμ/φος βρίσκεται μακριά από τον έδρα του Συλλόγου) από τον Πρόεδρο του τοπικού Δ.Σ. ή έστω από τον τοπικό Ειρηνοδίκη.

Για το θέμα αυτό υπάρχουν οι γνωστές αντιδράσεις από το δικηγορικό σώμα, που οφείλονται κυρίως στον φόβο ότι θα απολεσθεί η σχετική «προείσπραξη», η οποία τις περισσότερες φορές είναι χρήσιμη και αναγκαία όχι μόνο  για τους ίδιους, αλλά και  για την ίδια την Πολιτεία. Αν όμως διασφαλιστεί η «προείσπραξη», τότε πρώτοι εκείνοι θα ωφεληθούν, εξοικονομώντας χρόνο. Δυστυχώς το  πρόβλημα υποτιμάται και από τους ορισμένους συναδέλφους, λόγω της σχετικά μικρής επιβάρυνσης που προκαλούν τέτοιου είδους υποθέσεις στους δικαστές, αλλά και ενός μάλλον ‘ενστικτώδους’ φόβου ότι η απώλεια μέρους της δικαστικής ύλης θα έχει ως επακόλουθο τη μείωση και του αριθμού των δικαστών.

Εάν όμως έως πρόσφατα οι εντάσεις αυτές θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη διατήρηση ενός status quo, σήμερα τέτοια δικαιολογία δεν υπάρχει.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΚΡΟΥΔΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ