Εσείς, Εμείς ή Όλοι μαζί; Η ποιότητα των σχέσεων δικαστών και δικηγόρων και η αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης

Ημερομηνία δημοσίευσης: Nov 11, 2013 8:50:49 AM

Τετάρτη, 28 Αυγούστου 2013

Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ενώπιον»,

που εκδίδεται από το Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης,

τεύχος 69, Απρίλιος - Ιούνιος 2013, σελ. 5 επ.

Εσείς, Εμείς ή Όλοι μαζί;

Η ποιότητα των σχέσεων δικαστών και δικηγόρων

και η αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης

Χριστόφορος ΚοσμίδηςΕπιθεωρητής αρεοπαγίτης

            Από τον καιρό, ακόμη, που ήμουν φοιτητής της νομικής, άκουγα επιφυλάξεις ως προς την απονομή της Δικαιοσύνης: κατά κανόνα, δεν ήταν «ταχεία» και, σε κάποιες περιπτώσεις, δεν ήταν ούτε «ορθή». Από τότε πέρασαν 45 χρόνια. Το ζητούμενο ήταν, πάντοτε, πώς η Δικαιοσύνη θα γίνει πιο αποτελεσματική. Και δεν νομίζω ότι αυτό ήταν και παραμένει ένα ερώτημα, που απασχολεί το Λαό και τους νομικούς, μόνο στην Ελλάδα. Έχω ακούσει ότι και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης λειτουργεί ένα θεσμικό όργανο «για την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης». Άρα, και εκεί το ζήτημα τίθεται. Και, ακόμη, γνωρίζω ότι η δικαστική εκπαίδευση, που δεν είναι ελληνική πρωτοτυπία, προωθείται σε διεθνές επίπεδο, ως μέσο για την ενίσχυση του «κράτους δικαίου». Πιστεύω, λοιπόν, ότι ο λόγος για αποτελεσματική Δικαιοσύνη είναι διαχρονικός. Ότι εκφράζει την πανανθρώπινη ανάγκη για «δικαίωση» και δεν είναι, απλώς, πολιτικός: είναι υπαρξιακός!

            Οι διοργανωτές της εκδήλωσης, στα «πρακτικά» της οποίας είναι αφιερωμένο το ανά χείρας τεύχος του «Ενώπιον», διακρίνονται για το ενδιαφέρον τους ως προς την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης! Την ίδια «καλή ανησυχία» επέδειξαν στο παρελθόν και πολλοί άλλοι, που προηγήθηκαν στις θέσεις, τις οποίες οι διοργανωτές κατέχουν σήμερα. Έτσι, μέχρι τώρα, έχουν γίνει πολλές συζητήσεις για την ποιότητα των σχέσεων δικαστών και δικηγόρων, ως συνιστώσα στη βελτίωση απονομής της Δικαιοσύνης. Τις περισσότερες φορές διοργανώθηκαν με τη συνεργασία φορέων, που εκπροσωπούν τις δύο «αντίπαλες» πλευρές. Στα τελευταία 18 χρόνια η θεματική είναι ενταγμένη και στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. Το γεγονός ότι οι συζητήσεις επαναλαμβάνονται, υποδηλώνει ότι ο προβληματισμός για την ποιότητα των σχέσεων παραμένει ενεργός. Γι' αυτό και κάποιοι από τους παρόντες στην εκδήλωση της 24ης Απριλίου εξέφρασαν, εύλογα, τη θλίψη τους για τη μικρή συμμετοχή των νομικών της πράξης της πόλεώς μας, σ' αυτή.

            Κατά την προετοιμασία της εκδήλωσης, διατυπώθηκε μεταξύ των εισηγητών η ευχή να επιχειρηθεί μια συνειδητή προσπάθεια σύγκλισης! Όταν συζητούν άνθρωποι, που ανήκουν σε διαφορετικούς χώρους και έχουν κάποια αρνητική εμπειρία σχέσεων, συμβαίνει συχνά να βγαίνει στην επιφάνεια μια αντιπαλότητα. Τότε, οι συζητητές παρασύρονται στο να εκφράσουν την πίκρα τους. Έτσι, «κολλούν» στα όσα τους χωρίζουν και ξεχνούν εκείνα που μπορούν να τους ενώσουν. Μέσα στη δίνη της καθημερινότητας, την ένταση των ακροατηρίων και το άγχος της επικράτησης στον αγώνα των εντυπώσεων ή της υπεροχής, οι περισσότεροι από εμάς, δικαστές και δικηγόροι, κάνουμε λάθη. Πιστεύω ότι δεν πρέπει να σταματάμε σ' αυτά! Μακάρι, να είμαστε ευέλικτοι στο να συνειδητοποιούμε, γρήγορα, τα ατοπήματά μας, στο να ξαναβρίσκουμε το μέτρο, στο να ερχόμαστε στη θέση του άλλου, στο να χαμογελάμε.

            Αν και σε διαφορετική θέση ο καθένας, όλοι μας μοχθούμε για τη Δικαιοσύνη. Ο στόχος είναι κοινός! Να ερμηνεύσουμε σωστά το νόμο, να βρούμε την αλήθεια, να μοιράσουμε τη διαφορά έτσι, ώστε να πάρει η κάθε πλευρά αυτό που της ανήκει. Τότε, ο καθένας θα μπορεί να πάει στο σπίτι του ήσυχος: ικανοποιημένος για το ότι εκπλήρωσε το μέρος του καθήκοντος, που αναλογούσε στον εαυτό του. Είναι κατανοητός ο υποκειμενισμός κατά την παρουσίαση των αιτημάτων σε ένα δικαστήριο. Αλλά και η διάκριση είναι αρετή, που αντισταθμίζει τον υποκειμενισμό. Αν η εντελής συμμόρφωση προς το «καθήκον αληθείας» ήταν εφικτή, δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Τώρα, υπάρχει, διότι η κάθε πλευρά παρουσιάζει μια αλήθεια, όπως την αντιλαμβάνεται μέσα από το δικό της οπτικό πρίσμα, της σκοπιμότητας ή της συναισθηματικής φόρτισης. Παρά ταύτα, αν ο δικαστής κατορθώσει να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη στους διαδίκους και αν αυτοί νιώσουν σιγουριά μαζί του, οι εντάσεις υποχωρούν και η αντικειμενική αλήθεια, στο βαθμό που υπάρχει, προσεγγίζεται καλύτερα.

            Έλεγα σε κάποιον από τους συντελεστές της εκδήλωσης, λίγες ημέρες πριν τη διεξαγωγή της: «Το μαγαζί είναι δικό μας, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο». Πρόκειται, ασφαλώς, για λογοπαίγνιο! Το «μαγαζί» απονομής της Δικαιοσύνης είναι του Λαού. Σύμφωνα με τη δικονομία, όμως, τη διεύθυνση της διαδικασίας την έχει ο δικαστής. Υπό την έννοια αυτή, ο δικαστής είναι ο «μαγαζάτορας». Συγχρόνως, όμως, έχει και την ευθύνη της καλής εξέλιξης και ολοκλήρωσης της διαδικασίας. Ο «πελάτης», προεχόντως ο διάδικος και, για τις ανάγκες της παρούσας συζήτησης, ο δικηγόρος, ενδέχεται να «βγάζει» δυσκολίες στη συνεργασία. Το «δίκιο» του, όμως, έχει ως περιεχόμενο το ότι στου δικαστή τις υποχρεώσεις εμπίπτει το να πείσει τους ενδιαφερόμενους για την καλή προετοιμασία του ως προς την εκδίκαση της υπόθεσης, για την ικανότητά του να «ακούει», για την εξασφάλιση της «ισότητας των όπλων», για την επιμέλεια και την επιείκειά του, για την απόδοση τιμής ακόμη και στον ελάχιστο. Με δυο λόγια: να πείσει τους πάντες για την αγάπη του!

            Όταν ο δικηγόρος βρίσκεται μπροστά σε μια τέτοια συμπεριφορά, όταν κατανοεί ότι η υπόθεση που «κουράρει» πρόκειται να κριθεί με τέτοιες προϋποθέσεις, δεν έχει λόγο να ανησυχεί. Γίνεται χαλαρός, εύκολος στη διαδικασία, πρόθυμος στις συμβιβαστικές προσεγγίσεις. Αποβάλλει την ενδεχόμενη διάθεση έντασης, επίδειξης ή στρεψοδικίας. Θέλει να δικαστεί. Έλεγε, κάποτε, ένας από τους «δύσκολους» ποινικολόγους μιας επαρχίας: «Μ' αυτόν τον πρόεδρο, μου κόβεται η διάθεση για να κάνω φασαρία». Σε κάποιους, βέβαια, δεν κόβεται. Βλέπετε, σε όλους τους χώρους υπάρχουν και άνθρωποι με έλλειμμα παιδείας ή πνευματικής καλλιέργειας. Αυτοί, όμως, είναι λίγοι!

            Δεν μας βοηθάει η αντιπαράθεση πάνω στη λογική του «εσείς ή εμείς». Αυτό μας χωρίζει. Είμαστε όλοι «επαγγελματίες του δικαίου» (σύμφωνα με την τρέχουσα ευρωπαϊκή ορολογία), έχοντας κάνει τις ίδιες σπουδές και βγάζοντας «μεροκάματο» στον ίδιο χώρο. Όλοι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, οι μεν έμμισθοι, οι δε άμισθοι. Με επίγνωση, λοιπόν, του ότι πάντοτε θα υπάρχουν κάποιοι που δεν τιμούν την ιδιότητά τους, πρέπει να ξεκινάμε με αμοιβαίες, θετικές σκέψεις και με διάθεση καλής συνεργασίας. Να είναι ο καθένας πρόθυμος να δώσει στον άλλο, αυτό που θα ήθελε να πάρει από εκείνον. Την εκτίμηση, το σεβασμό, την κατανόηση. Να μπορεί να παραβλέπει το ελάττωμα. Να μη θίγεται εύκολα. Να ξέρει να συζητάει. Να παραμένει ήπιος και ευγενικός μέχρι το τέλος. Όλα αυτά δεν είναι επινοήσεις δικές μου. Συνάγονται, ευχερώς, από τα νομοθετικά κείμενα και από κάποιες γραπτές διατυπώσεις των αρχών της δικαστικής και δικηγορικής δεοντολογίας. Και, σε κάθε περίπτωση, είναι ένα θετικό κεκτημένο της πανανθρώπινης εμπειρίας, καθοδηγημένης από τη Σοφία του Θεού! Μακάρι, να τα αξιοποιούμε.

            Από άποψη πλήθους συμμετεχόντων, η εκδήλωση δεν «πήγε» καλά. Η συζήτηση, όμως, υπήρξε ζωντανή και γόνιμη! Μια κοινή διαπίστωση ήταν το ότι θα πρέπει να δημιουργούνται διαρκώς ευκαιρίες κοινής επιμόρφωσης δικαστών και δικηγόρων, τόσο σε ζητήματα διαχείρισης των υποθέσεων κατά αντικείμενο (με ποιον τρόπο, δηλαδή, ένα είδος διαφορών θα πρέπει να παρουσιάζεται στο δικαστήριο και να αντιμετωπίζεται από το δικαστή, για να έχουμε μια σωστή απόφαση σε εύλογο χρόνο) όσο και σε θέματα δεοντολογίας και καλής συνεργασίας (τι περιμένει, δηλαδή, ο ένας κλάδος επαγγελματιών από τον άλλο, γιατί δεν το βρίσκει και πώς το έλλειμμα θα μπορέσει να εξαλειφθεί). Τέτοιες ευκαιρίες κοινής επιμόρφωσης, ίσως, θα ήταν εφικτό να διοργανώνονται, επαναλαμβανόμενες, σε επίπεδο εφετειακής περιφέρειας, με σύμπραξη της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και των οικείων δικαστικών και δικηγορικών φορέων, με συγκεκριμένο, μικρό αριθμό επιμορφούμενων, που θα είναι ονομαστικά προκαθορισμένοι ύστερα από συνεννόηση έτσι, ώστε η συμμετοχή πάντων να είναι ενεργητική και γόνιμη. Όταν θα μάθουμε να καθόμαστε γύρω από το ίδιο τραπέζι και να συζητάμε κοινά προβλήματα, με αμοιβαία εμπιστοσύνη, θα γίνει πιο εύκολη και η «συλλειτουργία» μας στα ακροατήρια.

            Ως επίλογο, θα ήθελα να τονίσω: Ούτε εσείς μόνοι ούτε εμείς. Κανένας μας δεν χρειάζεται να διεκδικεί το «πάνω χέρι». Ας γίνει σταθερή μέριμνα του καθενός το πώς θα προλάβει αυτός πρώτος να τιμήσει τον άλλο. Με την πεποίθηση ότι είμαστε, θεσμικά, συνεργάτες και ότι πρέπει, διαρκώς, να αποδεικνύουμε την καλή μας συνεργασία στην πράξη, ας πορευόμαστε όλοι μαζί, για μια Δικαιοσύνη πιο αποτελεσματική!