Ο Άπιστος Θωμάς

Το απόγευμα της Ανάστασης που ο Χριστός παρουσιάστηκε στους μαθητές, όπως είπαμε, ο Θωμάς έλειπε. Όταν ήρθε, χαρούμενοι οι άλλοι μαθητές του είπαν: « Είδαμε τον Κύριο! Είδαμε τον Κύριο! » 

Εκείνος όμως δεν πίστεψε. Ήθελε να τον δει ο ίδιος με τα μάτια του. Να τον ψηλαφίσει μόνος του και, αφού βάλει το δάχτυλό του στα σημάδια που άφησαν τα καρφιά στα χέρια Του, να πιστέψει.

Μετά οχτώ μέρες, ενώ οι μαθητές μαζί με τον Θωμά τώρα ήταν συγκεντρωμένοι στο ίδιο σπίτι και ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, παρουσιάστηκε ξαφνικά και πάλι στη μέση ο Χριστός και τους είπε: « Ειρήνη υμίν (σε σας). » 

Κατόπιν είπε στον Θωμά:« Έλα, Θωμά, θέσε το δάχτυλό σου στα σημάδια των καρφιών μου. Βάλε και το χέρι σου στην πλευρά μου. Και μη γίνεσαι άπιστος!» 

Ο Θωμάς τότε, γεμάτος χαρά και συγκίνηση, φώναξε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου. »

Και ο Κύριος του είπε πάλι:

« Επειδή με είδες, πίστεψες. Ευτυχισμένοι θα είναι όσοι πιστέψουν δίχως να με δουν. »

Η εμφάνιση του Κυρίου στον Θωμά γιορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά το Πάσχα και λέγεται Κυριακή του Θωμά.


Από το Ευαγγέλιο


Νεοελληνική Απόδοση


Κατά Ιωάννην 20:19-29

 

19. Το βράδυ εκείνης της ημέρας, της πρώτης της εβδομάδας, ενώ οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι και οι πόρτες ήταν κλειστές λόγω του φόβου των Ιουδαίων, ήρθε ο Ιησούς και στάθηκε στο μέσο και τους είπε: «Ειρήνη σε σας». 

20. Και αφού το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν όταν είδαν τον Κύριο. 

21. Τους είπε πάλι ο Ιησούς: «Ειρήνη σε σας· όπως με έστειλε ο Πατέρας, κι εγώ στέλνω εσάς». 

22. Και αφού το είπε αυτό, φύσηξε και τους είπε: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο· 

23. όποιων συγχωρέσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρεμένες· όποιων τις κρατήσετε, θα είναι κρατημένες».

24. Ο Θωμάς, ένας από τους δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. 

25. Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο!» Αυτός όμως τους είπε: «Αν δεν δω στα χέρια του το σημάδι από τα καρφιά και δεν βάλω το δάχτυλό μου στον τόπο από τα καρφιά και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω». 

26. Και μετά από οκτώ ημέρες, οι μαθητές του ήταν πάλι μέσα στο σπίτι και ο Θωμάς μαζί τους. Έρχεται ο Ιησούς, ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, και στάθηκε στο μέσο και είπε: «Ειρήνη σε σας». 

27. Έπειτα λέει στον Θωμά: «Φέρε το δάχτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου, και φέρε το χέρι σου και βάλε το στην πλευρά μου· και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός». 

28. Αποκρίθηκε ο Θωμάς και είπε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου!» 

29. Του λέει ο Ιησούς: «Επειδή με είδες, Θωμά, πίστεψες· μακάριοι εκείνοι που δεν είδαν και πίστεψαν».

 

 

Κατά Ματθαίον 28:16-20

 

16. Οι έντεκα μαθητές πήγαν στη Γαλιλαία, στο βουνό όπου τους είχε ορίσει ο Ιησούς. 

17. Τον είδαν και τον προσκύνησαν, αλλά μερικοί δίστασαν. 

18. Ο Ιησούς πλησίασε και τους μίλησε, λέγοντας: «Μου δόθηκε όλη η εξουσία στον ουρανό και στη γη. 

19. Πηγαίνετε λοιπόν και κάντε μαθητές όλα τα έθνη, βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, 

20. διδάσκοντάς τους να τηρούν όλα όσα σας διέταξα. Και να, εγώ είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες, μέχρι τη συντέλεια του αιώνος. Αμήν».

 

Κατά Μάρκον 16:14-18

 

14. Αργότερα εμφανίστηκε στους έντεκα καθώς ήταν στο τραπέζι, και τους επιτίμησε για την απιστία και τη σκληροκαρδία τους, επειδή δεν πίστεψαν εκείνους που τον είχαν δει αναστημένο. 

15. Και τους είπε: «Πηγαίνετε σε όλο τον κόσμο και κηρύξτε το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση. 

16. Όποιος πιστέψει και βαπτιστεί θα σωθεί· όποιος όμως δεν πιστέψει θα κατακριθεί. 

17. Αυτά τα σημεία θα συνοδεύουν εκείνους που θα πιστέψουν: Στο όνομά μου θα διώχνουν δαιμόνια, θα μιλούν νέες γλώσσες, 

18. θα πιάνουν φίδια, και αν πιουν κάτι θανάσιμο δεν θα τους βλάψει· θα βάζουν τα χέρια τους πάνω στους αρρώστους και αυτοί θα θεραπεύονται».

 

Κατά Λουκάν 24:36-49

 

36. Ενώ μιλούσαν αυτά, στάθηκε ο Ιησούς στο μέσο τους και τους είπε: «Ειρήνη σε σας». 

37. Αυτοί όμως τρομοκρατήθηκαν και φοβήθηκαν, νομίζοντας ότι έβλεπαν πνεύμα. 

38. Και τους είπε: «Γιατί είστε ταραγμένοι και γιατί ανεβαίνουν αμφιβολίες στις καρδιές σας; 

39. Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, ότι εγώ είμαι αυτός· ψηλαφήστε με και δείτε, γιατί ένα πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω». 

40. Και αφού το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. 

41. Επειδή αυτοί ακόμα δεν πίστευαν από τη χαρά και απορούσαν, τους είπε: «Έχετε κάτι εδώ να φάω;» 

42. Του έδωσαν ένα κομμάτι ψητό ψάρι και από κηρήθρα μελιού. 

43. Και το πήρε και έφαγε μπροστά τους. 

44. Και τους είπε: «Αυτά είναι τα λόγια που σας είπα όταν ήμουν ακόμα μαζί σας, ότι όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στον νόμο του Μωυσή, στους προφήτες και στους ψαλμούς πρέπει να εκπληρωθούν». 

45. Τότε άνοιξε τη διάνοιά τους για να καταλάβουν τις γραφές, 

46. και τους είπε: «Έτσι είναι γραμμένο και έτσι έπρεπε να πάθει ο Χριστός και να αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα, 

47. και να κηρυχθεί στο όνομά του μετάνοια και άφεση αμαρτιών σε όλα τα έθνη, αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ. 

48. Εσείς είστε μάρτυρες αυτών των πραγμάτων. 

49. Και να, εγώ αποστέλλω την υπόσχεση του Πατέρα μου πάνω σας· αλλά εσείς μείνετε στην πόλη Ιερουσαλήμ μέχρι να ενδυθείτε δύναμη από ψηλά».

 

 

Πρωτότυπο Κείμενο

 

Κατά Ιωάννην 20:19-23

 

19. Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 

20. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. 

21. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς πάλιν ὁ Ἰησοῦς· Εἰρήνη ὑμῖν· καθὼς ἀπέσταλκέν με ὁ Πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. 

22. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησεν καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε πνεῦμα ἅγιον· 

23. ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφέωνται αὐτοῖς· ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.

24. Θωμᾶς δέ, εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ' αὐτῶν ὅτε ἦλθεν Ἰησοῦς. 

25. ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ βάλω μου τὴν χεῖρα εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. 

26. Καὶ μεθ' ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ' αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. 

27. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. 

28. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. 

29. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες.

 

 

Κατά Ματθαίον 28:16-20

 

16. Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς. 

17. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ· οἱ δὲ ἐδίστασαν. 

18. Καὶ προσελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. 

19. Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, 

20. διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν.

 

Κατά Μάρκον 16:14-18

 

14. Ὕστερον δὲ ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν. 

15. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. 

16. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται· ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται. 

17. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασιν ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσιν, γλώσσαις λαλήσουσιν καιναῖς, 

18. καὶ ἐν ταῖς χερσὶν ὄφεις ἀροῦσιν, κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψῃ· ἐπὶ ἀρρώστους χεῖρας ἐπιθήσουσιν, καὶ καλῶς ἕξουσιν.

 

Κατά Λουκάν 24:36-49

 

36. Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων ἔστη Ἰησοῦς ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 

37. Πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν. 

38. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατί διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 

39. Ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι ἐγώ εἰμι αὐτός· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει, καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. 

40. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. 

41. Ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων εἶπεν αὐτοῖς· Ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; 

42. Οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ μέρος ἰχθύος ὀπτοῦ καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου. 

43. Καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγεν. 

44. Εἶπεν δὲ αὐτοῖς· Οὗτοι οἱ λόγοι οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ. 

45. Τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, 

46. καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι οὕτως γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστόν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, 

47. καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἰερουσαλήμ. 

48. Ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων. 

49. Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἰερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους.