Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου 

 

Μια μέρα ανέβηκαν στο Ναό δυο άνθρωποι για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. 

Ο Φαρισαίος, ως νομοδιδάσκαλος του ιουδαϊκού λαού, αλλά υποκριτής και βουτηγμένος στην αμαρτία, στάθηκε στη μέση του Ναού για να τον βλέπουν όλοι. Με περηφάνια σήκωσε τα χέρια προς τον ουρανό και είπε: 

-Σ' ευχαριστώ Θεέ μου, που δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους. Γιατί αυτοί είναι κλέφτες, άδικοι και αισχροί. Ούτε φορτωμένος στην αμαρτία σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Νηστεύω δυο φορές τη βδομάδα κι απ’ όσα κερδίζω, δίνω το ένα δέκατο στους φτωχούς. Κι αφού πρόσθεσε στις άλλες αμαρτίες του τη μεγαλύτερη, την αλαζονεία, έφυγε ευχαριστημένος. 

Ο Τελώνης στάθηκε μακριά από το θυσιαστήριο. Έχοντας συνείδηση των αμαρτιών του, δεν τολμά να σηκώσει το βλέμμα του προς τα ύψη, όπου δεσπόζει ο Κύριος. Κοιτάζει κάτω τη γη, με την οποία είναι δεμένες όλες οι πράξεις του. Ξέρει πως οι ευχαριστίες προς το Θεό δε γίνονται με λόγια αλλά με έργα. Γι' αυτό, χτυπώντας το στήθος του, κάνει την προσευχή του μια παράκληση: 

-Θεέ μου, λυπήσου με τον αμαρτωλό και συγχώρα με! Και με την ειλικρινή του αυτή μετάνοια, ένιωσε την ψυχή του ξαλαφρωμένη. 

Κι ο Χριστός εξήγησε:

-Σας βεβαιώνω, ότι από τους δυο αυτούς συγχωρέθηκε από το Θεό ο Τελώνης κι όχι ο Φαρισαίος. Διότι όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί. Κι όποιος τον ταπεινώνει, θα υψωθεί και θα τιμηθεί από τον Θεό...

Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου είναι μία από τις πιο γνωστές παραβολές του Ιησού και περιέχεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά (18:9-14). Η παραβολή έχει ως στόχο να διδάξει για την ταπείνωση, τη μετάνοια και την αληθινή δικαιοσύνη. 

Ερμηνεία

Η παραβολή αυτή μπορεί να ερμηνευτεί με διάφορους τρόπους:


Από το Ευαγγέλιο


 Νεοελληνική Απόδοση


Κατά Λουκάν 18:9-14 


9. Είπε δε και προς κάποιους που είχαν πεποίθηση στον εαυτό τους ότι ήταν δίκαιοι και περιφρονούσαν τους άλλους, αυτή την παραβολή:

10. «Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στον ναό για να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης.

11. Ο Φαρισαίος στάθηκε και προσευχόταν μέσα του ως εξής: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ ότι δεν είμαι όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή ακόμη και όπως αυτός ο τελώνης.

12. Νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω το δέκατο από όλα όσα αποκτώ.”

13. Ο δε τελώνης, που στεκόταν μακριά, ούτε τα μάτια του δεν ήθελε να σηκώσει στον ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του λέγοντας: “Θεέ μου, ελέησέ με τον αμαρτωλό.”

14. Σας λέω, αυτός κατέβηκε στο σπίτι του δικαιωμένος παρά εκείνος, γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, και όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί.»


 Πρωτότυπο Κείμενο


9. Εἶπε δὲ καὶ πρὸς τινὰς τοὺς πεποιθότας ἐφ' ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην·

10. Δύο ἄνθρωποι ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης.

11. Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς ταῦτα πρὸς ἑαυτὸν προσηύχετο· Ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὡς οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης·

12. νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι.

13. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλὰ ἔτυπτεν τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.

14. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.