Η παραβολή του άφρονα πλουσίου 

Ένας πλούσιος είχε πολλά χωράφια. Τα καλλιεργούσε με μεγάλη φροντίδα κι είχε πάντα καλή σοδειά. Μια χρονιά όμως η καρποφορία ήταν ανέλπιστη! Κι αυτή η αφθονία, αντί να γεννήσει στην ψυχή του τη χαρά, τον έριξε σε μεγάλες σκέψεις. Κι έλεγε: 

-Τι να κάνω, που οι αποθήκες μου δε χωρούν άλλο καρπό; Πού να βάλω την τόση σοδειά μου; Έμεινε άγρυπνος και βασάνιζε το μυαλό του να βρει κάποια λύση, γιατί νοιαζόταν μονάχα για την καλοπέρασή του. Δεν έβλεπε γύρω του φτωχούς να τους μοιράσει τα περισσεύματα, ούτε πεινασμένους να τους χορτάσει. 

Γι’ αυτό πήρε την κακή απόφαση:

-Να, τι θα κάνω: Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα χτίσω άλλες μεγαλύτερες. Μέσα σ' αυτές θα μαζέψω την πλούσια σοδειά μου και τότε θα πω: «Ψυχή μου, έχεις τόσα πολλά αγαθά, που σου φτάνουν να περάσεις μ’ αυτά χρόνια πολλά. Ξεκουράσου, λοιπόν, φάε, πιες, γλέντα...»

Με όλα αυτά τα σχέδια έπεσε να κοιμηθεί ξένοιαστος! Μα ο Θεός, που ορίζει τη ζωή του κάθε ανθρώπου, του είπε:

-Άμυαλε κι ανόητε άνθρωπε, αυτή τη νύχτα πεθαίνεις. Κι αυτά, που ετοιμάζεις, τι θ' απογίνουν;


Στο τέλος της παραβολής ο Χριστός είπε στα πλήθη:

-Τα ίδια θα πάθει, κι αυτό το τέλος θα έχει, κι ο καθένας που θησαυρίζει για τον εαυτό του από τα αγαθά της γης κι όχι από καλά έργα, που αρέσουν στο Θεό...


Η παραβολή του άφρονα πλουσίου περιγράφεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά (12:16-21) και έχει βαθιά ηθικά και πνευματικά μηνύματα. 

Ερμηνεία της παραβολής του άφρονα πλουσίου

Από το Ευαγγέλιο


Νεοελληνική Απόδοση


Κατά Λουκάν 12:16-21 


16. Είπε τότε μια παραβολή: «Η γη ενός πλουσίου ανθρώπου έδωσε άφθονα προϊόντα.

17. Και σκεφτόταν μέσα του, λέγοντας: “Τι να κάνω; Δεν έχω που να μαζέψω τα προϊόντα μου”.

18. Και είπε: “Αυτό θα κάνω: Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες, και εκεί θα μαζέψω όλα τα προϊόντα και τα αγαθά μου.

19. Και θα πω στην ψυχή μου: Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά αποθηκευμένα για πολλά χρόνια· αναπαύσου, φάε, πιες, ευφραίνου”.

20. Αλλά ο Θεός του είπε: “Άφρονα! Αυτή τη νύχτα θα απαιτήσουν την ψυχή σου από σένα. Όσα λοιπόν ετοίμασες, τίνος θα είναι;”

21. Έτσι συμβαίνει με όποιον θησαυρίζει για τον εαυτό του και δεν είναι πλούσιος προς τον Θεό».


Πρωτότυπο Κείμενο


16. Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα.

17. καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· Τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου;

18. καὶ εἶπε· Τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου.

19. καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου.

20. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· Ἄφρων, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται;

21. οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.