Ο διάλογος του Κυρίου και της Σαμαρείτισσας

Οι Ιουδαίοι δεν περνούσαν από τη Σαμάρεια, που βρίσκεται ανάμεσα στη Γαλιλαία και την Ιουδαία. Και αυτό το έκαναν επειδή θεωρούσαν τους Σαμαρείτες ως αμαρτωλούς, μιας και λάτρευαν τον Θεό στο Όρος Γαριζίν και όχι στον Ναό του Σολομώντα όπως αυτοί. Μάλιστα φορούσαν και ρούχα διαφορετικά από τους Σαμαρείτες. Παλιές θρησκευτικές και φυλετικές διαφορές έκαναν τους Ιουδαίους και τους Σαμαρείτες να μισούνται μεταξύ τους.

Ο Ιησούς δεν μπορούσε να τηρήσει αυτή την έχθρα και πέρασε μέσα από τη Σαμάρεια. Κουρασμένος, όπως ήταν, σταμάτησε να ξεκουραστεί κοντά στην πόλη Συχέμ. Εκεί ήταν ένα παλιό πηγάδι του Ιακώβ. Σε αυτό έμεινε ο Ιησούς ενώ οι μαθητές του πήγαν στην πόλη να αγοράσουν τρόφιμα.


Σε λίγο έφτασε μια Σαμαρείτισσα με τη στάμνα στον ώμο. Χωρίς να δώσει σημασία στον Χριστό, που από τα ρούχα τον γνώρισε πως ήταν Ιουδαίος, άρχισε να βγάζει νερό από το πηγάδι.

 

Ο Ιησούς, διψασμένος από την οδοιπορία, την παρακάλεσε να του δώσει λίγο νερό. Εκείνη απόρησε και τον ρώτησε:

 

- Πώς εσύ, ένας Ιουδαίος, ζητάς νερό από μια Σαμαρείτισσα;

Και ο Χριστός της εξήγησε πως αυτός δεν είναι ένας οποιοσδήποτε Ιουδαίος, αλλά ένας που δίνει άλλου είδους νερό

. Ζητά λίγο γήινο νερό για να δώσει «ζωντανό νερό», ικανό να ξεδιψάσει τον άνθρωπο μια για πάντα. Η Σαμαρείτισσα δεν κατάλαβε τη σημασία που είχαν τα λόγια αυτά του Κυρίου. Σκέφτηκε ανθρώπινα και του είπε:

 

- Το πηγάδι είναι βαθύ και εσύ, Κύριε, δεν έχεις κουβά να τραβήξεις το νερό. Πώς, λοιπόν, έχεις το αστείρευτο νερό; Μήπως είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας χάρισε αυτό το πηγάδι; Οι πατέρες μας προσκύνησαν τον Θεό σε τούτο το βουνό. Εσείς πάλι λέτε πως στην Ιερουσαλήμ είναι ο τόπος όπου πρέπει να τον προσκυνούμε...

Ο Ιησούς βρήκε την ευκαιρία να της διδάξει πως ο Θεός είναι πνεύμα και δεν έχει καμιά σημασία αν τον λατρεύουμε στο όρος Γαριζίν ή στον Ναό του Σολομώντα ή οπουδήποτε αλλού. Ο Θεός δεν περιορίζεται σε τόπους. Αφού είναι πνεύμα, θέλει να τον λατρεύουν οι άνθρωποι με τις πνευματικές τους δυνάμεις, με την αληθινή αφοσίωση του νου και της καρδιάς τους προς Αυτόν. Τελικά της φανέρωσε πως είναι ο Μεσσίας. Η Σαμαρείτισσα συγκινήθηκε πολύ. Άφησε τη στάμνα και έτρεξε στην πόλη να πει σε όλους πως ήρθε ο Μεσσίας και βρίσκεται στο πηγάδι του Ιακώβ. Τότε πολλοί έτρεξαν να τον δουν.


Στο μεταξύ γύρισαν και οι μαθητές του με τα τρόφιμα. Όμως ο Κύριος δεν είχε όρεξη για φαγητό. Και τους είπε:

-Τροφή δική μου είναι να κάνω το θέλημα του Ουράνιου Πατέρα μου και να ολοκληρώσω το έργο Του.

Τότε έφτασαν και οι Σαμαρείτες και άρχισε τη διδασκαλία του. Τόσο πολύ έμειναν ευχαριστημένοι, που ο Κύριος έμεινε μαζί τους επί δύο ημέρες να τους διδάσκει.


Από το Ευαγγέλιο



Νεοελληνική Απόδοση


Κατά Ιωάννην 4:1-26


1. Όταν, λοιπόν, ο Ιησούς έμαθε ότι οι Φαρισαίοι άκουσαν ότι ο Ιησούς κάνει περισσότερους μαθητές και βαπτίζει περισσότερους από τον Ιωάννη

2. - αν και ο Ιησούς ο ίδιος δεν βάπτιζε αλλά οι μαθητές του -,

3. άφησε την Ιουδαία και πήγε πάλι στη Γαλιλαία.

4. Έπρεπε όμως να περάσει διαμέσου της Σαμάρειας.

5. Έρχεται, λοιπόν, σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ, κοντά στον αγρό που έδωσε ο Ιακώβ στον Ιωσήφ το γιο του.

6. Ήταν δε εκεί πηγή του Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, κουρασμένος καθώς ήταν από την οδοιπορία, καθόταν έτσι επάνω στην πηγή. Ήταν περίπου η έκτη ώρα.

7. Έρχεται μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να αντλήσει νερό. Της λέει ο Ιησούς: «Δώσε μου να πιω».

8. Γιατί οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη να αγοράσουν τροφές.

9. Του λέει, λοιπόν, η Σαμαρείτισσα γυναίκα: «Πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις από μένα, που είμαι γυναίκα Σαμαρείτισσα;» Γιατί δε συμβαίνουν σχέσεις ανάμεσα σε Ιουδαίους και Σαμαρείτες.

10. Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέει: “Δώσε μου να πιω”, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό».

11. Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, ούτε άντλημα έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού, λοιπόν, έχεις το νερό το ζωντανό;

12. Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό αυτός και οι γιοι του και τα ζώα του;»

13. Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Όποιος πιει από αυτό το νερό θα διψάσει πάλι·

14. όποιος όμως πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του πηγή νερού που αναβλύζει για ζωή αιώνια».

15. Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό, για να μη διψώ και να μην έρχομαι εδώ να αντλώ».

16. Της λέει: «Πήγαινε, φώναξε τον άντρα σου και έλα εδώ».

17. Αποκρίθηκε η γυναίκα και του είπε: «Δεν έχω άντρα». Της λέει ο Ιησούς: «Καλά είπες: “Άντρα δεν έχω”·

18. γιατί πέντε άντρες είχες και αυτός που έχεις τώρα δεν είναι άντρας σου· αυτό αλήθεια είπες».

19. Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης.

20. Οι πατέρες μας προσκύνησαν σ’ αυτό το βουνό και εσείς λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος όπου πρέπει να προσκυνούμε».

21. Της λέει ο Ιησούς: «Πίστεψέ με, γυναίκα, ότι έρχεται ώρα που ούτε σ’ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήσετε τον Πατέρα.

22. Εσείς προσκυνάτε αυτό που δε γνωρίζετε, εμείς προσκυνούμε αυτό που γνωρίζουμε, γιατί η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους.

23. Αλλά έρχεται ώρα, και είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, γιατί ο Πατέρας τέτοιους ζητάει να είναι οι προσκυνητές του.

24. Ο Θεός είναι πνεύμα, και αυτοί που τον προσκυνούν με πνεύμα και αλήθεια πρέπει να προσκυνούν».

25. Του λέει η γυναίκα: «Ξέρω ότι έρχεται Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα».

26. Της λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι, αυτός που σου μιλάει».


Πρωτότυπο Κείμενο



1. Ὡς οὖν ἔγνω ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἤκουσαν οἱ Φαρισαῖοι ὅτι Ἰησοῦς πλείους μαθητὰς ποιεῖ καὶ βαπτίζει ἢ Ἰωάννης

2. (καίτοιγε Ἰησοῦς αὐτὸς οὐκ ἐβάπτιζεν, ἀλλ' οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ),

3. ἀφῆκεν τὴν Ἰουδαίαν καὶ ἀπῆλθεν πάλιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν.

4. Ἔδει δὲ αὐτὸν διέρχεσθαι διὰ τῆς Σαμαρείας.

5. Ἔρχεται οὖν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ·

6. ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡς ἕκτη.

7. Ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· δός μοι πεῖν·

8. (οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν, ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσιν).

9. λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ' ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς γυναικὸς Σαμαρείτιδος οὔσης; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις.

10. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ, καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν.

11. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν;

12. μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιεν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ;

13. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν·

14. ὃς δ' ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος, οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσει εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ, ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον.

15. λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν.

16. λέγει αὐτῇ· ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε.

17. ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω·

18. πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας.

19. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ.

20. οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου προσκυνεῖν δεῖ.

21. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί.

22. ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε· ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν, ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν.

23. ἀλλ' ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν.

24. πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν.

25. λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται (ὁ λεγόμενος Χριστός)· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν ἅπαντα.

26. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι.