Η θεραπεία της Χαναναίας 

Κάποτε ο Χριστός βρέθηκε στα σύνορα των δυο φοινικικών πόλεων Τύρου και Σιδώνας. Ήθελε να διδάξει εκεί με την ησυχία του τους μαθητές του. Η φήμη του όμως είχε φτάσει και στα μέρη εκείνα και παρόλο που οι κάτοικοι ήταν ειδωλολάτρες, πολλοί έτρεξαν να τον δουν. 

Πήγε και μια Χαναναία και τον παρακαλούσε να γιατρέψει την κόρη της, που βασανιζόταν από πονηρά δαιμόνια. Ο Ιησούς θέλησε να δοκιμάσει την πίστη της και δεν της απάντησε. 

Η Χαναναία όμως δεν λύγισε από τη φαινομενική αδιαφορία του Ιησού. Πήγε στους μαθητές του και τους παρακάλεσε να μεσιτέψουν στο Δάσκαλό τους για αυτήν. Το έκαναν, λέγοντάς του:

-Κύριε, κάνε κάτι για αυτήν. Μας ενοχλεί διαρκώς.

Και ο Χριστός της είπε:

« Δεν είναι σωστό να παίρνει κανείς ψωμί από το στόμα των παιδιών του και να το δίνει στους σκύλους.»  Ήθελε με τα λόγια αυτά να της θυμίσει πως οι Ιουδαίοι θεωρούσαν τους ειδωλολάτρες ξένους για τον Θεό. Με απέραντη ταπεινοφροσύνη η Χαναναία δέχεται την παρομοίωσή της με σκύλο του σπιτιού και δεν ζητάει από το τραπέζι του Κυρίου παρά λίγα ψίχουλα.

Τα λόγια της συγκίνησαν τον Κύριο. Η γυναίκα αυτή, όσα είδωλα κι αν λάτρευε, έπρεπε να βοηθηθεί. Μήπως κι ο ίδιος δεν ήρθε να σώσει μόνο τους Ισραηλίτες; Δεν ήρθε να δημιουργήσει έναν καινούριο κόσμο πάνω από σύνορα και από έθνη; Και είπε στη Χαναναία:

« Γυναίκα, έχεις μεγάλη πίστη και θα γίνει το θέλημά σου!»  Κι από τη στιγμή εκείνη θεραπεύτηκε η κόρη της.


Από το Ευαγγέλιο


Η θεραπεία της Χαναναίας κόρης περιγράφεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Μάρκου. Παρακάτω παρατίθενται οι σχετικές περικοπές πρώτα στη νεοελληνική απόδοση και μετά στο πρωτότυπο κείμενο:


Νεοελληνική απόδοση


Κατά Ματθαίον 15:21-28


21. Αναχωρώντας από εκεί, ο Ιησούς αποσύρθηκε στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας.

22. Και ιδού, μια Χαναναία γυναίκα από εκείνα τα μέρη βγήκε και φώναξε: «Ελέησέ με, Κύριε, γιε του Δαβίδ! Η κόρη μου κακώς δαιμονίζεται».

23. Αυτός όμως δεν της αποκρίθηκε ούτε λέξη. Και πλησιάζοντας οι μαθητές του τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Απόλυσέ την, γιατί κράζει από πίσω μας».

24. Εκείνος αποκρίθηκε: «Δεν εστάληκα παρά μόνο στα χαμένα πρόβατα του οίκου Ισραήλ».

25. Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκύνησε λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με».

26. Εκείνος απάντησε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια».

27. Εκείνη είπε: «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους».

28. Τότε αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Ω γυναίκα, μεγάλη είναι η πίστη σου! Ας γίνει σε σένα όπως θέλεις». Και θεραπεύτηκε η κόρη της από εκείνη την ώρα.


Κατά Μάρκον 7:24-30


24. Ύστερα σηκώθηκε και αναχώρησε από εκεί στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας. Και μπαίνοντας σε ένα σπίτι, δεν ήθελε κανείς να το ξέρει, αλλά δεν μπόρεσε να μείνει κρυφός.

25. Αμέσως, γιατί μια γυναίκα, της οποίας το κοριτσάκι είχε ακάθαρτο πνεύμα, όταν άκουσε γι’ αυτόν, ήρθε και έπεσε στα πόδια του.

26. Η γυναίκα ήταν Ελληνίδα, Συροφοινίκισσα στο γένος, και τον παρακαλούσε να βγάλει το δαιμόνιο από την κόρη της.

27. Ο Ιησούς της έλεγε: «Άφησε πρώτα να χορτάσουν τα παιδιά, γιατί δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το ρίξει στα σκυλάκια».

28. Εκείνη όμως του απάντησε και του λέει: «Ναι, Κύριε, αλλά και τα σκυλάκια κάτω από το τραπέζι τρώνε από τα ψίχουλα των παιδιών».

29. Και της είπε: «Για αυτόν τον λόγο πήγαινε, το δαιμόνιο βγήκε από την κόρη σου».

30. Και όταν γύρισε στο σπίτι της, βρήκε το παιδί να έχει πλαγιάσει στο κρεβάτι και το δαιμόνιο να έχει βγει.


Πρωτότυπο κείμενο

Κατά Ματθαίον 15:21-28


21. Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος.

22. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἔκραζεν αὐτῷ λέγουσα· Ἐλέησόν με, κύριε, υἱὲ Δαβίδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται.

23. Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν.

24. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ.

25. Ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνει αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι.

26. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις.

27. Ἡ δὲ εἶπεν· Ναί, κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν.

28. Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.


Κατά Μάρκον 7:24-30

24. Καὶ ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἀπῆλθεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος, καὶ εἰσελθὼν εἰς τὴν οἰκίαν οὐδένα ἤθελεν γνῶναι· καὶ οὐκ ἠδυνήθη λαθεῖν·

25. ἀλλ᾿ εὐθὺς ἀκούσασα γυνὴ περὶ αὐτοῦ, ἧς εἶχεν τὸ θυγάτριον αὐτῆς πνεῦμα ἀκάθαρτον, ἐλθοῦσα προσέπεσεν πρὸς τοὺς πόδας αὐτοῦ·

26. ἡ δὲ γυνὴ ἦν Ἑλληνίς, Συροφοινίκισσα τῷ γένει· καὶ ἠρώτα αὐτὸν ἵνα τὸ δαιμόνιον ἐκβάλῃ ἐκ τῆς θυγατρὸς αὐτῆς.

27. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ἄφες πρῶτον χορτασθῆναι τὰ τέκνα· οὐ γάρ ἐστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ τοῖς κυναρίοις βαλεῖν.

28. Ἡ δὲ ἀπεκρίθη καὶ λέγει αὐτῷ· Ναί, κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ὑποκάτω τῆς τραπέζης ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν παιδίων.

29. Καὶ εἶπεν αὐτῇ· Διὰ τοῦτον τὸν λόγον ὕπαγε· ἐξελήλυθεν τὸ δαιμόνιον ἐκ τῆς θυγατρός σου.

30. Καὶ ἀπελθοῦσα εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς εὗρεν τὸ παιδίον βεβλημένον ἐπὶ τὴν κλίνην καὶ τὸ δαιμόνιον ἐξεληλυθός.