Η δίκη του Κυρίου

Η συνοδεία, με δεμένο τον Ιησού, έφτασε στην Ιερουσαλήμ. Πέρασε κρυφά από τους έρημους δρόμους και σταμάτησε στο Ναό, όπου έμεναν οι αρχιερείς. Πρώτα έφεραν τον Κύριο στον Άννα. Αυτός ήταν αρχιερέας την προηγούμενη χρονιά και πεθερός του τωρινού αρχιερέα Καϊάφα. Ήταν τώρα ο αρχηγός της σπείρας για την εξόντωση του Ιησού. 

Ο Άννας έκανε πρόχειρη ανάκριση, θέλοντας να μάθει τι και πού δίδασκε ο Χριστός. Ο Κύριος του απάντησε:

« Εγώ ποτέ δεν δίδαξα κρυφά. Μιλούσα στο Ναό και στις Συναγωγές, όπου ήταν τόσοι Ιουδαίοι. Αυτούς ρώτησε να μάθεις..» 

Ο Άννας, μια και δεν ήταν πια αρχιερέας, τον έστειλε στον Καϊάφα. Εκείνος άλλωστε δεν έμεινε αργός κατά τη θλιβερή εκείνη νύχτα.

Η καταδίκη του Ιησού ήταν βέβαια αποφασισμένη. Έπρεπε όμως να τηρηθεί το γράμμα του Μωσαϊκού Νόμου, που όριζε να μη γίνονται δίκες τη νύχτα και ότι, για οποιαδήποτε καταδίκη, έπρεπε να βρεθούν δύο μάρτυρες, που να πουν την ίδια ακριβώς κατηγορία. Ο Καϊάφας, λοιπόν, κάλεσε το Ανώτατο Συμβούλιο για το πρωί και στο μεταξύ αυτό έψαξε για ψευδομάρτυρες. 

Πρωί-πρωί όλα τα μέλη του Συνεδρίου είχαν πιάσει τις θέσεις τους, έχοντας στη μέση τον Καϊάφα.

Εξέτασαν τους ψευδομάρτυρες και είπαν αυτά που τους είχαν ορμηνέψει. Ρώτησαν και τον Χριστό χωρίς να πάρουν καμιά απάντηση. Στο τέλος ο Καϊάφας του λέει:

-Σε εξορκίζω στο όνομα του Θεού να μας πεις αν εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού. Κι ο Θεάνθρωπος Κύριος, που νόμισε ότι είχε έρθει η ώρα να αποκαλύψει καθαρά τη μεγάλη αλήθεια ότι είναι Θεός, του απάντησε:

-Την αλήθεια είπες. Είμαι ο Υιός του Θεού.

Τότε ο Καϊάφας ξέσχισε - κατά την ιουδαϊκή συνήθεια - τα ρούχα του για να δείξει την ιερή του τάχα αγανάκτηση, και είπε:

-Ακούσατε τι είπε; Βλαστήμησε τον Θεό, γιατί κάνει τον εαυτό του Υιό του Θεού. Τι μας χρειάζονται πια οι μάρτυρες μια κι ομολόγησε; Ποια τιμωρία, νομίζετε, ότι του αξίζει;

-Είναι ένοχος θανάτου! απάντησαν. 

Και η πιο άδικη δίκη όλων των αιώνων τελείωσε, μέσα σε λίγη ώρα, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής. 


Ο Ιησούς δικάστηκε και καταδικάστηκε.

Σαν κατάδικος πια παραδόθηκε στους «άνομους», για να υποστεί όλα τα μαρτύρια, πριν από το φρικτό του πάθος. Τον έβριζαν και τον έφτυναν στο πρόσωπο. Τον χτυπούσαν και του έλεγαν:

«Προφήτεψε, λοιπόν, Χριστέ, ποιος σε χτύπησε; »  

Κι ο Κύριος υπέφερε όλα αυτά με υπομονή και ανεξικακία. Τέλος τον έκλεισαν στη φυλακή, μέχρι να ξημερώσει για καλά...


Από το Ευαγγέλιο


Απόδοση στα Νεοελληνικά


Κατά Ιωάννην 18: 19-24


19 Ο αρχιερέας τότε ρώτησε τον Ιησού για τους μαθητές του και για τη διδασκαλία του. 

20 Αποκρίθηκε σ' αυτόν ο Ιησούς: «Εγώ φανερά μίλησα στον κόσμο. Πάντοτε δίδασκα στη συναγωγή και στο ναό, όπου όλοι οι Ιουδαίοι συναθροίζονται, και κρυφά δεν είπα τίποτα. 

21 Γιατί με ρωτάς; Ρώτησε αυτούς που έχουν ακούσει τι τους είπα. Δες, αυτοί ξέρουν τι εγώ είπα». 

22 Και όταν τα είπε αυτά, ένας από τους υπηρέτες που παρευρισκόταν έδωσε ράπισμα στον Ιησού, λέγοντας: «Έτσι αποκρίνεσαι στον αρχιερέα;» 

23 Αποκρίθηκε σ' αυτόν ο Ιησούς: «Αν κακώς μίλησα, μαρτύρησε για το κακό· αν όμως καλά, γιατί με δέρνεις;» 

24 Τον έστειλε τότε ο Άννας δεμένο στον αρχιερέα Καϊάφα.



Κατά Ματθαίον 26:57-68


57 Εκείνοι που συνέλαβαν τον Ιησού τον πήγαν στον Καϊάφα, τον αρχιερέα, όπου είχαν μαζευτεί οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι.

58 Ο Πέτρος τον ακολούθησε από μακριά μέχρι την αυλή του αρχιερέα. Μπήκε μέσα και κάθισε με τους υπηρέτες για να δει το τέλος.

59 Οι αρχιερείς και όλο το συνέδριο ζητούσαν ψευδομαρτυρία εναντίον του Ιησού για να τον θανατώσουν.

60 Αλλά δεν έβρισκαν, αν και πολλοί ψευδομάρτυρες προσήλθαν. Τελικά ήρθαν δύο

61 και είπαν: «Αυτός είπε: "Μπορώ να καταστρέψω το ναό του Θεού και σε τρεις μέρες να τον οικοδομήσω".»

62 Τότε ο αρχιερέας σηκώθηκε και του είπε: «Τίποτα δεν απαντάς; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;»

63 Ο Ιησούς όμως σιωπούσε. Και ο αρχιερέας του είπε: «Σε εξορκίζω στον ζωντανό Θεό να μας πεις αν είσαι εσύ ο Χριστός, ο Υιός του Θεού.»

64 Του λέει ο Ιησούς: «Εσύ το είπες. Αλλά σας λέω ότι από τώρα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά της Δύναμης και να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού.»

65 Τότε ο αρχιερέας έσχισε τα ρούχα του λέγοντας: «Βλασφήμησε! Τι ανάγκη έχουμε πια από μάρτυρες; Ιδού, τώρα ακούσατε τη βλασφημία του.

66 Τι νομίζετε;» Εκείνοι αποκρίθηκαν: «Είναι ένοχος θανάτου.»

67 Τότε τον έφτυσαν στο πρόσωπο και τον χαστούκισαν. Άλλοι τον χτύπησαν με τις γροθιές

68 και είπαν: «Προφήτευσε σε μας, Χριστέ, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;»


Κατά Μάρκον 14:53-65


53 Έφεραν λοιπόν τον Ιησού στον αρχιερέα, και μαζεύονται μαζί του όλοι οι αρχιερείς, οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς.

54 Ο Πέτρος τον ακολούθησε από μακριά, μέχρι μέσα στην αυλή του αρχιερέα, και καθόταν μαζί με τους υπηρέτες και ζεσταινόταν στη φωτιά.

55 Οι αρχιερείς και όλο το συνέδριο ζητούσαν μαρτυρία κατά του Ιησού για να τον θανατώσουν, αλλά δεν έβρισκαν.

56 Γιατί πολλοί μαρτυρούσαν ψευδώς εναντίον του, αλλά οι μαρτυρίες τους δεν συμφωνούσαν.

57 Τότε κάποιοι σηκώθηκαν και έδωσαν ψευδή μαρτυρία εναντίον του, λέγοντας:

58 «Εμείς τον ακούσαμε να λέει: "Θα καταστρέψω αυτόν τον ναό τον φτιαγμένο με χέρια και σε τρεις μέρες θα οικοδομήσω άλλον χωρίς χέρια."»

59 Αλλά ούτε έτσι συμφωνούσε η μαρτυρία τους.

60 Σηκώθηκε τότε ο αρχιερέας στο μέσο και ρώτησε τον Ιησού: «Δεν απαντάς τίποτα; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;»

61 Εκείνος όμως σιωπούσε και δεν απαντούσε τίποτα. Ξαναρώτησε τότε ο αρχιερέας και του λέει: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Ευλογητού;»

62 Και ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι. Και θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά της Δύναμης και να έρχεται με τις νεφέλες του ουρανού.»

63 Τότε ο αρχιερέας έσχισε τα ρούχα του και είπε: «Τι ανάγκη έχουμε ακόμα από μάρτυρες;

64 Ακούσατε τη βλασφημία. Τι σας φαίνεται;» Εκείνοι όλοι τον καταδίκασαν ότι είναι ένοχος θανάτου.

65 Τότε άρχισαν να τον φτύνουν και να του καλύπτουν το πρόσωπο και να τον χαστουκίζουν και να του λένε: «Προφήτευσε!» Και οι υπηρέτες τον έδερναν με τις γροθιές.


Κατά Λουκάν 22:66-71


66 Μόλις ξημέρωσε, μαζεύτηκε το πρεσβυτέριο του λαού, οι αρχιερείς και οι γραμματείς, και τον έφεραν στο συνέδριό τους,

67 λέγοντας: «Αν εσύ είσαι ο Χριστός, πες μας.» Εκείνος τους είπε: «Αν σας πω, δεν θα το πιστέψετε,

68 και αν σας ρωτήσω, δεν θα μου απαντήσετε ούτε θα με αφήσετε.

69 Από τώρα όμως ο Υιός του Ανθρώπου θα κάθεται στα δεξιά της δύναμης του Θεού.»

70 Τότε όλοι είπαν: «Εσύ λοιπόν είσαι ο Υιός του Θεού;» Εκείνος τους είπε: «Εσείς λέτε ότι εγώ είμαι.»

71 Εκείνοι τότε είπαν: «Τι ανάγκη έχουμε ακόμα από μαρτυρία; Αφού εμείς οι ίδιοι ακούσαμε από το στόμα του.»



Πρωτότυπο Κείμενο


Κατά Ιωάννην 18: 19-24


19. Ὁ οὖν ἀρχιερεὺς ἠρώτησεν τὸν Ἰησοῦν περὶ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ περὶ τῆς διδαχῆς αὐτοῦ.

20. Ἀπεκρίθη αὐτῷ Ἰησοῦς, Ἐγὼ παρρησίᾳ λελάληκα τῷ κόσμῳ: ἐγὼ πάντοτε ἐδίδαξα ἐν συναγωγῇ καὶ ἐν τῷ ἱερῷ, ὅπου πάντοτε οἱ Ἰουδαῖοι συνέρχονται, καὶ ἐν κρυπτῷ ἐλάλησα οὐδέν.

21. Τί με ἐρωτᾷς; Ἐρώτησον τοὺς ἀκηκοότας τί ἐλάλησα αὐτοῖς: ἴδε οὗτοι οἴδασιν ἃ εἶπον ἐγώ.

22. Ταῦτα δὲ αὐτοῦ εἰπόντος εἷς τῶν ὑπηρετῶν παρεστηκὼς ἔδωκε ῥάπισμα τῷ Ἰησοῦ εἰπών, Οὕτως ἀποκρίνῃ τῷ ἀρχιερεῖ;

23. Ἀπεκρίθη αὐτῷ Ἰησοῦς, Εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ: εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις;

24. Ἀπέστειλεν οὖν αὐτὸν ὁ Ἄννας δεδεμένον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα.


Κατά Ματθαίον 26:57-68


57 Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν.

58 ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει αὐτῷ ἀπὸ μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως, καὶ εἰσελθὼν ἔσω ἐκάθητο μετὰ τῶν ὑπηρετῶν, ἰδεῖν τὸ τέλος.

59 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὅπως αὐτὸν θανατώσωσιν,

60 καὶ οὐχ εὕρισκον, καίτοι πολλῶν ψευδομαρτύρων προσελθόντων. Ὕστερον δὲ προσελθόντες δύο

61 εἶπον· Οὗτος ἔφη· Δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν οἰκοδομῆσαι αὐτόν.

62 Καὶ ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· Οὐδὲν ἀποκρίνῃ; Τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν;

63 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· Ἐξορκίζω σε κατὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

64 Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Σὺ εἶπας· πλὴν λέγω ὑμῖν· Ἀπ' ἄρτι ὄψεσθε τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου καθήμενον 


ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ.

65 Τότε ὁ ἀρχιερεὺς διέρρηξεν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ λέγων ὅτι Ἐβλασφήμησεν· τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων; Ἰδοὺ νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ·

66 τί ὑμῖν δοκεῖ; Οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· Ἔνοχος θανάτου ἐστίν.

67 Τότε ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐράπισαν,

68 λέγοντες· Προφήτευσον ἡμῖν, Χριστέ· τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;


Κατά Μάρκον 14:53-65


53 Καὶ ἀπήγαγον τὸν Ἰησοῦν πρὸς τὸν ἀρχιερέα· καὶ συνέρχονται πρὸς αὐτὸν πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ γραμματεῖς.

54 καὶ ὁ Πέτρος ἀπὸ μακρόθεν ἠκολούθησεν αὐτῷ ἕως ἔσω εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ἀρχιερέως, καὶ ἦν συγκαθήμενος μετὰ τῶν ὑπηρετῶν καὶ θερμαινόμενος πρὸς τὸ φῶς.

55 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ ὅλον τὸ συνέδριον ἐζήτουν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ μαρτυρίαν εἰς τὸ θανατῶσαι αὐτόν, καὶ οὐχ εὕρισκον·

56 πολλοὶ γὰρ ἐψευδομαρτύρουν κατ' αὐτοῦ, καὶ ἴσαι αἱ μαρτυρίαι οὐκ ἦσαν.

57 Καὶ τινὲς ἀναστάντες ἐψευδομαρτύρουν κατ' αὐτοῦ λέγοντες

58 ὅτι Ἡμεῖς ἠκούσαμεν αὐτοῦ λέγοντος ὅτι Ἐγὼ καταλύσω τὸν ναὸν τοῦτον τὸν χειροποίητον καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν ἄλλον ἀχειροποίητον οἰκοδομήσω.

59 καὶ οὐδὲ οὕτως ἴση ἦν ἡ μαρτυρία αὐτῶν.

60 Καὶ ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς εἰς μέσον ἐπηρώτησε τὸν Ἰησοῦν λέγων· Οὐκ ἀποκρίνῃ οὐδέν; τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν;

61 ὁ δὲ ἐσιώπα καὶ οὐκ ἀπεκρίνατο οὐδέν. πάλιν ὁ ἀρχιερεὺς ἐπηρώτα αὐτὸν καὶ λέγει αὐτῷ· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ εὐλογητοῦ;

62 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἐγώ εἰμι, καὶ ὄψεσθε τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ δεξιῶν καθήμενον τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ.

63 Ὁ δὲ ἀρχιερεὺς διαρρήξας τοὺς χιτῶνας αὐτοῦ λέγει· Τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων;

64 ἠκούσατε τῆς βλασφημίας· τί ὑμῖν φαίνεται; οἱ δὲ πάντες κατέκριναν αὐτὸν ἔνοχον εἶναι θανάτου.

65 καὶ ἤρξαντό τινες ἐμπτύειν αὐτῷ καὶ περικαλύπτειν αὐτοῦ τὸ πρόσωπον καὶ κολαφίζειν αὐτὸν καὶ λέγειν αὐτῷ· Προφήτευσον. καὶ οἱ ὑπηρέται ῥαπίσμασιν αὐτὸν ἔλαβον.


Κατά Λουκάν 22:66-71


66 Καὶ ὡς ἐγένετο ἡμέρα, συνήχθη τὸ πρεσβυτέριον τοῦ λαοῦ, ἀρχιερεῖς τε καὶ γραμματεῖς, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ συνέδριον ἑαυτῶν

67 λέγοντες· Εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, εἰπὲ ἡμῖν. εἶπεν δὲ αὐτοῖς· Ἐὰν ὑμῖν εἴπω, οὐ μὴ πιστεύσητε·

68 ἐὰν δὲ ἐρωτήσω, οὐ μὴ ἀποκριθῆτε μοι ἢ ἀπολύσητε.

69 Ἀπὸ τοῦ νῦν ἔσται ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καθήμενος ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ.

70 Εἶπον δὲ πάντες· Σὺ οὖν εἶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ; ὁ δὲ πρὸς αὐτοὺς ἔφη· Ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐγώ εἰμι.

71 Οἱ δὲ εἶπον· Τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτυρίας; αὐτοὶ γὰρ ἠκούσαμεν ἀπὸ τοῦ στόματος αὐτοῦ.