ΤΙ ΖΗΤΑΣ;-ΕΛΠΙΔΕΣ
TΙ ZHTAΣ ΑΠΟ TON ΘΕΟ;
Η προσευχή μας στον άγιο Θεό περιλαμβάνει βέβαια πρωτίστως τη δοξολογία και τήν ευχαριστία. Τον δοξάζουμε γιά τα μεγαλεία του και Τόν ευχαριστούμε γιά τις δωρεές του. Όμως επειδή είμαστε αδύναμοι άνθρωποι, πού σε κάθε μας βήμα επιβεβαιώνουμε τήν αδυναμία μας, συχνά στην προσευχή μας χρησιμοποιούμε και τη δέηση, τη θερμή παράκληση και ικεσία προς τόν πατέρα Θεό και Τόν παρακαλούμε γιά διάφορα ζητήματα της ζωής μας πού έντονα μάς απασχολούν.
Τι ζητούμε συνήθως από τόν Θεό; Ποιά αιτήματα διατυπώνουμε προς Αυτόν, πού είναι ο χορηγός κάθε αγαθού;
Συνήθως τα αιτήματα τής προσευχής μας στρέφονται στα συνήθη ζητήματα πού είναι φυσικό νά μάς απασχολούν καθημερινά, στα προβλήματα τής οικογενείας μας, στα επαγγελματικά μας ζητήματα, στις δυσκολίες τής υγείας μας, στα θέματα πού απασχολούν τό στενό συγγενικό μας περιβάλλον. Προσθέτουμε επίσης κάποτε και γενικότερα αιτήματα, γιά τήν ειρήνη του τόπου μας, γιά τούς ασθενείς ανθρώπους, γιά τούς πτωχούς και αδικημένους λαούς τής γης γιά τήν κατάπαυση των πολέμων.
Όλα αυτά είναι μέσα στη ζωή μας και φυσικό είναι νά ελκύουν τό ενδιαφέρον μας. Ή Εκκλησία μας έξαλλου στα Εύχολόγιά της, ειδικά βιβλία Ευχών, περιλαμβάνει πολλές προσευχές σχετικές με ζητήματα τής καθημερινής μας ζωής. Ακόμη και στη θεία Λειτουργία, πού δεν είναι απλώς μία προσευχή ή έστω Ακολουθία, άλλά ή πνευματικότατη Λατρεία τού Τρισάγιου Θεού, έχουμε αιτήματα πού σχετίζονται με τα ζητήματα τής πρόσκαιρης και επίγειας ζωής μας. Έχουμε αιτήματα «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας τών καρπών τής γής και καιρών ειρηνικών», έχουμε αιτήματα υπέρ προστασίας των πλεόντων, ιάσεως των νοσούντων, απελευθερώσεως των αιχμαλώτων, όπως επίσης απευθύνουμε δεήσεις γιά τό έθνος μας, τούς άρχοντες μας, τόν στρατό, και παρακαλούμε νά έχουμε ειρήνη, ώστε νά «διάγωμεν ήρεμον και ήσύχιον βίον».
Δεν απαγορεύεται επομένως νά αναφερόμαστε στις προσευχές μας σ' αυτά τα προβλήματα πού αντιμετωπίζουμε στην καθημερινή μας ζωή. Εκείνο όμως πού ζητεί ο Θεός είναι νά μην έχουν τήν πρώτη θέση αυτά τα αιτήματα στις προσευχές μας. Νά μη μάς απασχολούν αποκλειστικά και μόνο τα πρόσκαιρα και υλικά ζητήματα, νά μην απορροφούν αυτά τελείως τό ενδιαφέρον τής ψυχής μας, ώστε νά λησμονούμε τα κύρια και βασικά και νά χάνουμε τελικά τόν προορισμό μας.
«Ζητείτε πρώτον τήν βασιλείαν του Θεού και τήν δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται ύμίν», μας είπε ο Κύριος στην «έπί του όρους ομιλία» του (Ματθ. ς' 33). Πρώτο αίτημα σας νά έχετε τό νά επικρατήσει ή Βασιλεία του Θεού. Και ακόμη τό νά αποκτήσετε τη δικαιοσύνη, τήν αρετή. Τότε και όλα τα αναγκαία επίγεια αγαθά θα σας δοθούν και τίποτε δεν θα στερηθείτε.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κύριος δεν λέει «ζητείτε μόνον τήν βασιλείαν του Θεού...», άλλά «ζητείτε πρώτον». Δεν μάς απαγορεύει νά ζητούμε και τα άλλα, τα πρόσκαιρα και υλικά. Εκείνο πού μάς ζητεί είναι αυτά, τα δεύτερα και τρίτα στη ζωή μας, νά μην πάρουν τη θέση των πρώτων. Και τα πρώτα νά μην υποβιβασθούν και χαθούν τελείως. Διότι τότε ζούμε σαν νά ανήκουμε μόνο σ' αυτόν τόν πρόσκαιρο κόσμο, σαν νά μην έχουμε ουράνιο και αιώνιο προορισμό, σαν νά εγκλωβίζονται ή ζωή μας και τα ενδιαφέροντα μας μόνο στο παρόν και καμία σκέψη γιά τό αιώνιο μέλλον μας νά μη μάς απασχολεί. Γι' αυτό και ο Κύριος προτρέπει: «Ζητείτε πρώτον τήν βασιλείαν του Θεού και τήν δικαιοσύνην αυτού». Πρώτα ή σωτηρία σας, πρώτα ή αρετή. Ή Βασιλεία των ουρανών πρώτα. Όλα τα άλλα είναι δεύτερα. Και αυτά τα δεύτερα θα σάς δοθούν όταν ζητείτε τα πρώτα.
Νά ζητάς λοιπόν τα μέλλοντα, προτρέπει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και θα λάβεις και τα παρόντα. Μη ζητάς αυτά πού βλέπουν τα μάτια σου, και οπωσδήποτε θα τα πάρεις και αυτά. Είναι ανάξιο γιά σένα νά προσέρχεσαι στον Δεσπότη, στον Κύριο και Θεό, γι' αυτά τα ευτελή και εφήμερα. Διότι εσύ πού πρέπει όλη σου τη φροντίδα και τη μέριμνα νά τη στρέφεις σ' εκείνα τα απόρρητα αγαθά, καταντροπιάζεις υπερβολικά τόν εαυτό σου με τό νά δαπανάς όλη τη φροντίδα σου στην επιθυμία των πρόσκαιρων και παροδικών πραγμάτων.
Συμβουλεύει σχετικά και ο Μέγας Βασίλειος: Ζήτησε αυτό πού πρέπει νά ζητήσεις· όχι πλούτο, όχι δόξα επίγεια, όχι υγεία σώματος. Διότι αυτός σε έπλασε και φροντίζει γιά τη σωτηρία σου και γνωρίζει τι συμφέρει στον καθένα, νά είναι υγιής ή νά ασθενεί. Άλλά νά ζητείς, όπως έχεις εντολή, τη Βασιλεία του Θεού . Διότι γιά τις ανάγκες του σώματος σου, όπως προείπα, θα φροντίσει Εκείνος. «Άξιωματικώτατος γάρ έστιν ό βασιλεύς ημών και αγανακτεί, έάν τις αυτόν μικρόν τι αίτηση, έάν τις ημών περί τών ουδέν προσηκόντων αυτόν αίτή». Ό βασιλιάς μας έχει αξιώσεις μεγάλες και αγανακτεί αν κανείς του ζητήσει κάτι μικρό, αν κάποιος από μάς Τόν παρακαλεί γι' αυτά πού καθόλου δεν ταιριάζουν. Μη λοιπόν στην προσευχή σου προκαλέσεις τήν αγανάκτηση του γιά τόν εαυτό σου, άλλά ζήτησε γιά σένα «άξια του βασιλέως Θεού». Όταν δε ζητείς τα άξια του Θεού, μη σταματήσεις τήν προσευχή σου ώσπου νά λάβεις αυτό πού ζητείς.
Ό δικός μας βασιλιάς, αντίθετα με τούς επίγειους άρχοντες, θέλει οι υπήκοοι του νά έχουμε μεγάλα αιτήματα. Μάλιστα δυσανασχετεί όταν περιορίζουμε τις προσευχές μας σε μικρά και ασήμαντα πράγματα, όταν ζητούμε διαρκώς και επίμονα τα υλικά, πρόσκαιρα και επίγεια αγαθά. Είναι πολύ εύκολο νά μάς τα δώσει όλα αυτά. Αν όμως ή καρδιά μας είναι στραμμένη στα ουράνια και αιώνια, αν αυτά βαθιά επιθυμεί και αυτά πρωτίστως ζητεί. Αν γι' αυτά απευθύνει τις πιο θερμές της προσευχές, τότε μόνο μπορεί σωστά νά προσευχηθεί και γιά τα υπόλοιπα. Και ο πανάγαθος Θεός τότε όλες τις προσευχές μας τις ακούει και ή απέραντη αγάπη του όλα τα αγαθά του πλούσια μάς τα χαρίζει.
(Από τον «ΣΩΤΗΡΑ»)
Που ακουμπάμε τις ελπίδες μας;
(Προσέγγιση στο Ψαλτήρι)
Πόσες φορές ή ανθρώπινη καρδιά διαποτίζεται από χίλιους πόνους. Αποτυχίες σε σχέδια και ευγενικές επιδιώξεις αφήνουν μία πικρή γεύση.
Από τη μικρή ηλικία ως τα βαθιά γεράματα ευαίσθητος ο άνθρωπος πληγώνεται από έλλειψη στοργής, αναγνώρισης, εμπιστοσύνης.
Ή εγκατάλειψη τόν απογοητεύει. Η ανάγκη v' αφήσει τήν ιδιαίτερη πατρίδα και τήν οικογενειακή θαλπωρή, μετατρέπει τη νοσταλγία του σε παράπονο και δάκρυα.
'Η κακία, ή αδικία και τό μίσος σαν αγκάθια τρυπούν τήν καρδιά. Ή θλίψη θολώνει τόν ορίζοντα και τα όράματά του.
Σε μία παρόμοια κατάσταση ζούσε και ο προφητάνακτας Δαβίδ, ο όποιος. όπως συμπεραίνεται από τούς Ψαλμούς 41ο και 42ο είχε εγκαταλείψει τήν Ιερουσαλήμ και είχε καταφύγει πέραν του Ίορδάνου στα χρόνια πιθανόν τής αποστασίας του γιου του Άβεσσαλώμ.
Εκεί συνόδευσε τόν Δαβίδ ως «φυγάς» και συνεξόριστος και ο ποιητής των δύο Ψαλμών, πού στην ουσία είναι ένας, επειδή γιά λειτουργικούς λόγους διαιρέθηκε και απαγγελλόταν ξεχωριστά. Ή ίδια επωδός «ίνατί περίλυπος ει ή ψυχή μου, καί ίνατί συνταράσσεις με;» βεβαιώνει απόλυτα τούς μελετητές γιά τό κοινό περιεχόμενο των δύο Ψαλμών, πού είναι απόηχος του πανανθρώπινου πόνου.
Ή επιγραφή «εις σύνεσιν» δηλώνει ότι ο Ψαλμός έχει διδακτικό χαρακτήρα.
Στο α' μέρος, με τόν προσωπικό τόνο εγγίζει όλες τις ψυχές ο πόνος του ποιητή, πού διαφλέγεται από τόν πόθο νά επιστρέψει στην πατρίδα. γιά νά προσκυνήσει στον Άγιο ναό του Θεού, ώστε νά βρει δύναμη και παρηγοριά στις δυσκολίες (στίχ. 2-6).
Στη 2η ενότητα είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ψαλμωδός εκφράζοντας τό βαθύ παράπονο γιά τα δεινά τής εξορίας, κάνει μία αποστροφή στον εσωτερικό του κόσμο διαλέγεται και ενθαρρύνοντας τόν ίδιο τόν εαυτό του ρωτάει «ίνατί περίλυπος ει, ή ψυχή μου, καί ίνατί συνταράσσεις με;» (Ψαλμ. 41.6).
«Έγενήθη τά δάκρυά μου έμοί άρτος ήμέρας καί νυκτός εν τω λέγεσθαί μοι καθ' έχάστην ήμέραν πού έστιν ό θεός σου;» (Ψαλμ. 41.4).
Στο 3ο μέρος τού Ψαλμού καταλήγει με ικετευτική προσευχή, γεμάτη εμπιστοσύνη· «Σωτήριον τού προσώπου μου καί ό Θεός μου».
Οι δύο Ψαλμοί είναι ένα διαχρονικό κείμενο από τα σπάνια πού μιλούν τόσο βαθιά με αμεσότητα στην ανθρώπινη ψυχή, ή όποία πιστεύει στην αγάπη του στοργικού Πατέρα-Δημιουργού.
«Έρώ τώ Θεώ άντιλήπτωρ μου ει διατί μου έπελάθου; καί ίνατί σκυθρωπάζων πορεύομαι εν τω έκθλίβειν τόν έχθρόν μου;» (Ψαλμ. 41. 10-11). Θα πω στον Θεό. Είσαι προστάτης και βοηθός μου. γιατί με λησμόνησες; και γιατί νά περνώ τις ήμέρες μου με σκυθρωπότητα και θλίψη, καθώς με καταπιέζει ο εχθρός μου με ειρωνείες και χλευασμούς;
'Ενώ συντρίβονται οι δυνάμεις του σώματός μου από τήν ταλαιπωρία και τήν έγκατάλειψη, με περιγελούν. Παραλύω, όταν μου λένε: που είναι ο Θεός σου; γιατί σε άφησε αβοήθητο; Στις ώρες τής δοκιμασίας συχνά θολώνουν τήν καρδιά τού πιστού παρόμοιες πειρασμικές φωνές: πού είναι ο Θεός σου; τώρα πού δοκιμάζεις την (αρρώστια, την αδικία, την αποτυχία, τη μοναξιά;
Τότε στον κρυφό διάλογο με τόν εσώτατο κόσμο, ή απορία γίνεται σταθερή απάντηση-προτροπή, ίδια με τού ποιητή τού Ψαλμού: «Ίνατί περίλυπος ει, ή ψυχή μου, καί ίνατί
συνταράσσεις με; Έλπισον έπί τόν Θεόν»!
Σε οποιαδήποτε τρικυμία κι αν βρεθούμε, με όποιους κινδύνους κι αν κυκλωθούμε, έρχεται παρήγορη, καθησυχαστική ή φωνή τού Ψαλμωδού: «ελπισον έπί τόν Θεόν». Στο σκοτισμένο ορίζοντα τής ψυχής ρίχνει γλυκές, φωτεινές ακτίνες ή ελπίδα. Η αόρατη επίσκεψη τής χάριτος τού Θεού σκορπίζει γαλήνη στα βαθύτερα βάθη τού είναι μας.
Γεμίζει «παρ’ έλπίδα» με πλήθος ειρήνης ή καρδιά. Ή προσδοκία γιά θετικές εξελίξεις στα αδιέξοδα δεν τήν εγκαταλείπει. Στηρίζεται μ' εμπιστοσύνη στο θεϊκό σχέδιο γι' αυτή, όσα αναπάντεχα, συγκλονιστικά γεγονότα κι αν αναστατώνουν τήν περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Ή ελπίδα σαν λαμπερή αστραπή φωτίζει τα σκοτάδια. Ό ουρανός μοιάζει ανοικτός. Αναπτερώνονται οι οραματισμοί. Ζει ή ψυχή τήν εν Χριστώ παράκληση. «Έλπισον έπί τόν Θεόν» (Από την «ΔΡΑΣΗ»)