ΑΔΙΚΙΑ

ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΑΔΙΚΟΥΝ

-Είναι αδικία! Δεν μπορώ να το δεχθώ! Πολλές φορές έχουμε ακούσει παρόμοια λόγια. Λόγια ανθρώπων πού τους πνίγει το δίκιο. Ίσως κι εμείς οι ίδιοι να έχουμε γευθεί το πικρό ποτήρι αυτής της δοκιμασίας. Ή αδικία, είτε γί­νεται σε μικρό και ασήμαντα πράγματα είτε σε σπουδαία και καθοριστικό για την πορεία της ζωής μας, δημιουργεί στην ψυχή πόνο και θλίψη, οργή και αγανάκτηση.

Πώς όμως πρέπει να αντιμετωπίζουμε αυτή τη δύσ­κολη ώρα; Την απάντηση θα μας τη δώσει ένα πολύ διδακτικό περιστατικό από τη ζωή τού προφήτου και βασιλέως Δαβίδ πού διαβάζουμε στο Β' βιβλίο των Βασιλειών (κεφ. ις' 5-14).

Ο βασιλιάς Δαβίδ διωκόμενος από τον ίδιο του το γυιό τον Αβεσσαλώμ, ό όποιος επαναστάτησε εναντίον του, κατευθύνεται στην πόλη Βαουρίμ, τέσσερα χιλιόμετρα περίπου έξω από την Ιερουσαλήμ. Τον συνοδεύουν οι σωματοφύλακες του, ό στρατός και ό λαός. Καθώς προχωρούσαν όμως, συν­έβη κάτι απρόσμενο. Ένας συγγενής του Σαούλ, ό Σεμεί, παρουσιάστηκε ενώ­πιον όλων και άρχισε να ξεστομίζει βρι­σιές και κατάρες εναντίον του Δαβίδ:

-Φύγε από δώ, φύγε, άνθρωπε βαμμέ­νε στο αίμα, άνθρωπε παράνομε! Ό Κύ­ριος έριξε πάνω σου όλα τα αίματα των φόνων πού διέπραξες στην οικογένεια του Σαούλ, διότι θέλησες να γίνεις βασι­λιάς στη θέση του. Να, τώρα πού παίρ­νει την εξουσία ό Αβεσσαλώμ, θα πλη­ρώσεις για όσα έκανες!

Ό Σεμεί φώναζε με μανία και ταυτό­χρονα έριχνε πέτρες σημαδεύοντας τον Δαβίδ και τούς υπηρέτες του.

Τί θράσος στ' αλήθεια! Αλλά και τι δο­κιμασία για τον βασιλιά Δαβίδ, πού ενώ είχε τον βαθύ πόνο και την πικρία από την επανάσταση τού γυιού του, τώρα δεχόταν μία τόσο άδικη προσβολή! Δι­ότι αυτά πού έλεγε ό Σεμεί ήταν ψέματα και συκοφαντίες. Ό Δαβίδ όχι μόνο δεν είχε σκοτώσει τον Σαούλ αλλά αντίθετα επανειλημμένως του έδειξε αγάπη και συγχωρητικότητα.

Ωστόσο, παρά την ολοφάνερη αδικία και τη δημόσια προσβολή, ό Δαβίδ πα­ρέμενε ατάραχος. Μάλιστα όταν δύο α­νιψιοί του πού τον συνόδευαν, του ζή­τησαν άδεια να κτυπήσουν τον άδικο υβριστή, ό ταπεινός βασιλιάς δεν τούς το επέτρεψε.

-Αφήστε τον να με βρίζει και να με καταράται όπως θέλει, τούς είπε, «είπως ίδοι Κύριος εν τη ταπεινώσει μου και ε­πιστρέψει μοι αγαθά αντί της κατάρας αυτού τη ήμέρα ταύτη». Αφήστε τον, μή­πως ό Κύριος προσέξει τον εξευτελισμό μου και με λυπηθεί και μου αποδώσει αγαθά και ευλογίες αντί των κακών πού υπέμεινα σήμερα.

Τί μεγαλείο ψυχής! Πολλά έχει να μάς διδάξει ό δίκαιος και ενάρετος βασιλιάς με τον τρόπο πού αντιμετώπισε την άδι­κη επίθεση. Διότι έρχονται και στη δική μας ζωή ανάλογες περιστάσεις. Στις δι­απροσωπικές μας σχέσεις, στον εργα­σιακό χώρο, ακόμα και σε γεγονότα της καθημερινότητας συμβαίνει κάποτε να μάς αδικούν, να μάς υποτιμούν, να μάς προσβάλλουν.

Το αξιομίμητο παράδειγμα του Δαβίδ μάς διδάσκει ότι σε κάθε παρόμοιο πει­ρασμό θα πρέπει πρώτον να δείχνου­με πραότητα. Είναι πολύ σημαντικό να διατηρούμε την ψυχραιμία και την ηρε­μία μας, όταν δεχόμαστε κάποια άδικη προσβολή. Ό Δαβίδ δεν απάντησε στις κατηγορίες ούτε ανταπέδωσε τις ύβρεις. Δέχθηκε το λιθοβολισμό χωρίς να προ­χωρήσει σε αντίποινα. Είχε δίπλα του ικανούς πολεμιστές και έμπειρους σω­ματοφύλακες και, αν ήθελε, μπορούσε να δώσει εντολή να τιμωρήσουν τον υ­βριστή ή ακόμη και να τον σκοτώσουν. Αυτό όμως θα δημιουργούσε αιματηρή συμπλοκή με ανεξέλεγκτες συνέπειες. Ή σύνεση του Δαβίδ τον συγκράτησε άπα κάθε έκρηξη δικαιολογημένης οργής και αγανακτήσεως και έτσι αποσοβήθηκε χειρότερο κακό. Παρόμοια κι εμείς όταν δεν φερόμαστε εκδικητικά σε όσους μάς αδικούν αλλά με πραότητα και ανεξι­κακία, τότε συμβάλλουμε ατή διατήρηση της ειρήνης μέσα μας και γύρω μας.

Εκτός όμως από την πραότητα, ό Δα­βίδ μάς διδάσκει και με την ταπείνωση του. Σκέφτηκε πόσες άλλες αμαρτίες εί­χε διαπράξει και γι αυτό δεν αντέδρασε στις άδικες κατηγορίες εναντίον του. Δι­ότι πράγματι ό ίδιος δεν ευθυνόταν για το φόνο του Σαούλ, όπως άδικα τον κα­τηγορούσε ό Σεμεί, ήταν όμως ένοχος για έναν άλλο φόνο, αυτόν του αξιωμα­τικού του Ουρία. Είναι τέτοια λοιπόν ή ταπείνωση και ή συντριβή της ψυχής του, ώστε θεωρεί ότι για τις αμαρτίες του του αξίζει κάθε ατιμία και προσβολή, α­κόμη και άδικη. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει και μ' εμάς; Ένα αρχαίο ρητό λέ­ει: «’Εν άλλοις πταίομεν και εν άλλοις άπολαμβάνομεν». Μπορεί μεν να υπο­φέρουμε για πράγματα πού δεν φταί­με, είμαστε όμως ένοχοι σε τόσα άλλα πράγματα! Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνά­με. Μία τέτοια θεώρηση θα μάς διατηρεί στην ταπείνωση και θα μάς βοηθά να δεχόμαστε πιο εύκολα την αδικία.

Τέλος, ένα σπουδαίο όπλο για την αν­τιμετώπιση της αδικίας είναι ή αρετή της υπομονής, Ό Δαβίδ παρά τις πιέσεις πού δέχθηκε από τούς συνοδούς του δεν βιάστηκε να εκδικηθεί ό ίδιος τον αντίπαλο του. Έδειξε υπομονή και άφη­σε την απόδοση του δικαίου στον δικαιοκρίτη Κύριο. Εκείνος πού βλέπει τα πάντα, ασφαλώς παρακολουθεί την α­δικία, θα ανταποδώσει το δίκαιο και θα ανταμείψει τον πιστό δούλο του για την υπομονή του. Αυτό ζητά κι από εμάς ό Θεός. Υπομονή μέχρι τέλους. «Ό δέ ύπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. Γ 22).

Πραότητα, ταπείνωση, υπομονή. Αυτό είναι το αντίδοτο στη δύσκολη ώρα της αδικίας. Όταν λοιπόν μάς αδικούν, ας θυμόμαστε αυτές τις θεϊκές αρετές πού θαυμάσαμε στο παράδειγμα του Δαβίδ. Πολύ περισσότερο ας φέρνουμε στο νου μας τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, ό όποιος ενώ ήταν τέλειος και αναμάρτητος δέχθηκε τη μεγαλύτερη αδικία όλων των εποχών. Κι όμως «λοιδορούμενος ούκ άντελοιδόρει, πάσχων ούκ ήπείλει» {Α' Πέτρ. β' 23). Τον έσταύρωναν κι Ε­κείνος παρακαλούσε τον Θεό Πατέρα του να τούς συγχωρήσει... Αυτός είναι το αιώνιο και αξεπέραστο Πρότυπο. Αυτόν καλούμαστε κι εμείς να μιμηθούμε!(Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")

ΕΝΑ ΙΠΤΑΜΕΝΟ ΔΡΕΠΑΝΙ


Έχει λεχθεί - και μάλλον είναι αληθινό - ότι οι Έλληνες εί­μαστε στην κορυφή του κατα­λόγου των λαών πού κάνουν μηνύσεις. Για το παραμικρό καταφεύ­γουμε στη Δικαιοσύνη. Χιλιάδες είναι οι υποθέσεις πού τις αναλαμβάνουν κάθε χρόνο οι Δικηγόροι και τα Δικαστήρια.

Όλοι πιστεύουν ότι αδικούνται, τούς πνίγει το δίκιο τους και κάνουν το πάν για να δικαιωθούν. Κανείς δεν ευχαρι­στείται και δεν ανέχεται να τον αδικούν. Και πολύ σωστά. Διότι το αίσθημα της δικαιοσύνης μάς το έχει φυτεύσει βαθιά μέσα στην καρδιά μας ό Πλάστης και Θεός μας.

Εάν επικρατούσε παντού και πάντο­τε δικαιοσύνη, θα ήταν παράδεισος ή γη μας. Ή πραγματικότητα όμως βοά ότι δεν επικρατεί πάντοτε δικαιοσύνη στις σχέσεις μεταξύ μας. Αφότου χά­σαμε τη σχέση μας με τον Θεό και τη χάρη του, εξαιτίας τού προπατορικού αμαρτήματος του Αδάμ και της Εύας, εισόρμησε και ή αδικία με διάφορες μορφές στη ζωή μας.

Αδικούμε με λόγια και έργα. Όταν εκφραζόμαστε υποτιμητικά για τον άλ­λον, για την εργασία του, για την όλη συμπεριφορά του και γινόμαστε αίτια να χάσει κάποτε και την εργασία του και να ταλαιπωρείται και ή οικογένεια του, τί άλλο κάνουμε παρά τον αδικού­με φοβερά; Αδικίες όμως συχνότατα συμβαί­νουν και σε θέματα κληρονομικά, εξαιτί­ας των όποιων συγγενείς αποξενώνον­ται και για «δύο μέτρα γης» καταντούν εχθροί. Δεν είναι άγνωστες και σπάνιες αυτού του είδους οι αδικίες.

Στους καιρούς μας όμως, με τα πλή­θη των οικονομικών μεταναστών, πα­ρουσιάστηκε και άλλη μορφή σκληρής αδικίας. Αρκετοί εργοδότες χρησιμο­ποιούν αλλοδαπούς εργάτες χωρίς α­σφάλιση και στοιχειώδη μέτρα υγιεινής περίθαλψης, πράγμα πού αποτελεί βα­ρύτατη μορφή αδικίας εις βάρος τους. Θα μάκραινε πολύ ό κατάλογος των περιπτώσεων της αδικίας, αν τις κατα­γράφαμε όλες στο άψυχο χαρτί. Άλ­λωστε αυτό πού ενδιαφέρει κυρίως δεν είναι οι διάφορες περιπτώσεις της αδικίας, αλλά τί ορίζει ό Θεός με τον τέ­λειο νόμο του για το θέμα της αδικίας και το όποιο σε τελική ανάλυση συμφέ­ρει όχι μόνο αυτόν πού αδικείται αλλά και αυτόν πού αδικεί.

Ό νόμος του Κυρίου είναι σαφέστα­τος: «Ουκ αδικήσεις τον πλησίον» (Λευϊτ. ιθ' 13). Δεν θα αδικήσεις με κανένα τρόπο, ούτε με λόγια ούτε με έργα, τον συνάνθρωπο σου. Ό δίκαι­ος Θεός δεν θέλει την αδικία. Θέλει δί­καιες να είναι οι σχέσεις μας και οι συν­αλλαγές μας. «Ού ποιήσετε άδικον έν κρίσει, έν μέτροις και έν σταθμοίς και έν ζυγοϊς. ζυγόδίκαια και σταθμία δίκαια» {Λευϊτ. ιθ' 35-36). Μέτρα και σταθμά στο εμπόριο, στην αγορά, στα υφάσματα, στα καύσιμα και όπου άλλου ποτέ αδικία, πάντα δικαιοσύνη. Αυτό ζητεί ό Θεός. Ό άνθρωπος όμως νομίζει ότι θα πλουτίσει με τις αδικίες. Και στην αρχή μεν τον βοηθάει ό σατανάς και προο­δεύει. Σύντομα όμως αποκαλύπτονται οι αδικίες του και εξευτελίζεται και χάνει τα πάντα. Ποιος ξαναψωνίζει από έναν άδικο έμπορο;

Ποιος εμπιστεύεται κά­ποιον πού τον εξαπάτησε; Ποιος επο­μένως χάνει και ποιος κερδίζει τελικά; Ό προφήτης Ζαχαρίας είδε κάποτε ένα συγκλονιστικό όραμα. Είδε στον ουρανό να πετά πάνω από τα σπίτια των άσεβων και των κλεπτών και ά­δικων ένα τεράστιο δρεπάνι μήκους εί­κοσι πήχεων {περίπου δέκα - ένδεκα μέτρων) και πλάτους δέκα πήχεων {πε­ρίπου πεντέμισι μέτρων). Το ιπτάμενο αυτό δρεπάνι είναι σύμβολο της τιμω­ρίας του Θεού κατά των άσεβων απέν­αντι Του και των αδίκων προς τούς πλησίον τους (Ζαχ. ε' 1-6).

Είναι τρομερό το όραμα. Φανερώνει πόσο αποστρέφεται την αδικία ό Θεός και πόσο προστατεύει τούς αδικούμε­νους. Απειλώντας όμως ό Θεός με τέ­τοια φοβερή απειλή - τιμωρίας θανά­του - τούς άδικους προστατεύει και αναλαμβάνει κάτω από την παντοδύναμη προστασία του τούς αδύνατους αδικούμενους. Ή απειλή τιμωρίας όμως προς τούς άδικους είναι συγχρόνως και εκδήλωση αγάπης του πολυελέου Θεού απέν­αντι τους και πρόσκληση μετανοίας. Σαν να λέγει προς κάθε άδικο: Σε πε­ριμένει αυτή ή τιμωρία εφόσον βέβαια επιμένεις να αδικείς. 'Αν όμως παύσεις τις αδικίες σου, αλλάζουν τα πράγμα­τα. Το είπε αυτό ό Θεός και με το στό­μα του προφήτου του Ησαίου: «Άπέχου άπό άδικου και ού μή φοβηθήση, και τρόμος ουκ έγγιεί σοι» (Ησ. νδ' 14). Απομακρύνσου δηλαδή από κάθε τι άδικο και δεν θα φοβάσαι πλέον δεν θα τρέμεις ούτε την ανθρώπινη ούτε τη θεία δικαιοσύνη.

Ό αιώνιος και θεόπνευστος προφη­τικός αυτός λόγος αποδεικνύεται διαρ­κώς αληθινός. Ποιοι ανησυχούν διαρ­κώς και τρέμουν μήπως αποκαλυφθούν οι ανομίες τους; Όσοι ζουν με αδικίες, όσοι καταπατούν το δίκαιο των άλλων. Ποιοι αντιθέτως είναι ήρεμοι και ειρη­νικοί; Όσοι αποφεύγουν την αδικία με κάθε της μορφή. Αυτός πού αδικεί φανερώνει ότι έχει μια καρδιά χωρίς αγάπη. Και άνθρω­πος χωρίς αγάπη δεν μπορεί να εισέλ­θει στη Βασιλεία του Θεού, πού είναι Βασιλεία αγάπης. Γι' αυτό το τονίζει ξε­κάθαρα ό θεόπνευστος και αλάθητος Απόστολος: «Άδικοι βασιλείαν Θεού ού κληρονομήσουσι» (Α' Κορ. ς' 9). Ας φροντίσουμε λοιπόν με τη Χάρη της Εκκλησίας μας και μάλιστα του ιερού Μυστηρίου της Μετανοίας και Εξομολογήσεως να διακόψουμε και να σβή­σουμε, να διορθώσουμε κάθε είδους αδικία,για να έχουμε στη ζωή μας την ευλογία τού Θεού και τελικά την ευτυ­χία του Παραδείσου.(Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ