ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ (Δ’ ΛΟΥΚΑ)

(Τιτ.γ'8-15) ΤΑ ΕΡΓΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΜΑΣ

1. ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ

Ή Εκκλησία μας σήμερα τιμά τη μνήμη των άγιων θεοφόρων Πατέρων της Ζ' εν Νίκαια Οικουμενικής Συνόδου, οι όποιοι όχι μόνο αναστήλωσαν τις άγιες εικόνες, αλλά και καταδίκασαν συνολικώς όλες τις αιρέσεις πού είχαν εμφανισθεί μέχρι τότε.

Στο αποστολικό ανάγνωσμα, πού έχει επιλεγεί προς τιμήν των άγιων αυτών Πα­τέρων, ό απόστολος Παύλος τονίζει στον μαθητή του Τίτο ότι οι αλήθειες της πίστε­ως πού του προανέφερε είναι αδιαμφισ­βήτητες. Και του ζητά να μιλάει στους πι­στούς για τις αλήθειες αυτές με βεβαιό­τητα, για να φροντίζουν όλοι οι πιστοί να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα. «Ταύτα εστί τά καλά και ωφέλιμα τοις άνθρώποις», γράφει. Στη συνέχεια ζητεί από τον άγιο Τίτο να αποφεύγει τις ανόητες συζη­τήσεις και τις γενεαλογίες για τούς μυθικούς θεούς ή τούς προγόνους, όπως και τις φι­λονικίες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια άλλ' είναι μάταιες.

Δύο λοιπόν βασικά στοιχεία ζητεί ό από­στολος Παύλος όχι μόνο από τον μαθη­τή του Τίτο άλλα και από κάθε πιοτό της Εκκλησίας: τα καλά έργα και τα ωφέλιμα λόγια. Έργα και λόγια. Και μάλιστα σε μια εποχή όπως ή σημερινή, πού οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τα πολλά λόγια πού δεν έχουν αντίκρισμα, ή προτροπή του θεί­ου Αποστόλου έχει μεγάλη επικαιρότητα.

Και θέτουν όλους εμάς τούς πιστούς μπροστά στην ευθύνη μας. Διότι κι εμείς δυστυχώς κάποτε επηρεαζόμαστε από το πνεύμα της εποχής, να λέμε λόγια χωρίς να κάνουμε έργα. Να κάνουμε εύκολα κριτι­κές, χωρίς να θέλουμε να κουραστούμε και να εργασθούμε σε έργα αγάπης και διακο­νίας. Ό θεόπνευστος Απόστολος όμως μας ζητεί ακριβώς το αντίθετο: λίγα λόγια και πολλά έργα. Να αφήσουμε τις ατελείωτες συζητήσεις για πράγματα ανούσια ή και α­μαρτωλά, και να πρωτοστατούμε στα καλά έργα. Να τα επιτελούμε όχι αναγκαστικά, αλλά με ζήλο και αυταπάρνηση. Χωρίς να περιμένουμε όσους έχουν ανάγκη, να ζη­τήσουν τη βοήθεια μας. Αλλά να επιζητού­με οι ίδιοι ευκαιρίες αγάπης.

Κάποιοι υποφέρουν, άλλοι πεινούν, κά­ποιοι ανήμποροι θέλουν συμπαράσταση, κάποιοι μοναχικοί την παρηγοριά μας. Άλ­λοι απογοητεύονται στις μακροχρόνιες αρ­ρώστιες τους και άλλοι απελπίζονται από τα βάσανα της ζωής. Αν αρκούμαστε μόνο σε διαπιστώσεις για το κακό της εποχής μας και σε λόγια κριτικά για τούς άλλους, δεν κερδίζουμε τίποτε. Τα λόγια μας δεν έχουν κανένα αντίκρισμα και ή ζωή μας μοιάζει υποκριτική και ψεύτικη. Όλοι μας λοιπόν ας κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα άγάπης. Να ψάξουμε να βρούμε τούς ανθρώπους πού χρειάζονται την αγάπη μας. Έτσι θα πλου­τίσει ή ζωή μας με καρπούς αρετής και θα πλημμυρίσει ή καρδιά μας από ειρήνη και ανάπαυση.

2. ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ TOYΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος καλεί τον μαθητή του Τίτο να προσέχει ιδιαιτέρως τούς αιρετικούς ανθρώπους. Του λέει συγ­κεκριμένα: «Αίρετικόν άνθρωπον μετά μί­αν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Αί­ρετικόν άνθρωπο πού επιμένει να δημι­ουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκ­κλησία, ενώ τον συμβούλευσες για πρώ­τη και για δεύτερη φορά, παράτησε τον και απόφευγε τον. Μάθε ότι ένας τέτοιος άν­θρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει- και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και κα­τακρίνεται από τη συνείδηση του και από τον Ίδιο του τον εαυτό.

Κατόπιν ό απόστολος Παύλος δίνει στον μαθητή του κάποιες πρακτικές οδηγίες. Του λέει: Όταν σού στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νι­κόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα. Τον Ζηνά και τον Άπολλώ κατευόδωσέ τους με επιμελημένη φροντίδα, για να μην τούς λείπει τίποτε στο ταξίδι τους. Ας παίρνουν έτσι μάθημα και οι άλλοι πιστοί να πρωτοστατούν στα καλά έργα και να συντρέχουν τούς αδελφούς στις α­παραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν εγκάρδια όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όλους τούς πιστούς πού μας αγαπούν. Ή χάρις του Θεού να είναι με ό­λους σας.

Ό απόστολος Παύλος λοιπόν ζητά ιδι­αιτέρως από τον μαθητή του να αποφεύ­γει κάθε αιρετικό άνθρωπο. Ή προτροπή του αυτή Ίσως φαίνεται σε μερικούς αν­θρώπους της εποχής μας κάπως υπερβο­λική. Λένε κάποιοι σχετικά: Γιατί να απο­φεύγουμε τούς αιρετικούς; Ή επικοινωνία μας μαζί τους θα τούς βοηθήσει να μετα­νοήσουν. Άλλωστε, λένε, ή Ορθοδοξία, ή μόνη αλήθεια, δεν έχει να φοβηθεί τίποτε και κανένα.

Η Ορθοδοξία πράγματι δεν έχει να φο­βηθεί τίποτε, αλλά εμείς προσωπικά κιν­δυνεύουμε να ζημιωθούμε πολύ όταν συν­αναστρεφόμαστε με αιρετικούς. Διότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν εκτραπεί από τον δρόμο της αλήθειας και μένουν πεισματικά στο ψεύδος τους. Όταν συζητά κανείς μα­ζί τους, όχι μόνο δεν δέχονται ν' ακούσουν την αλήθεια, αλλά δημιουργούν και εντά­σεις και αναστατώσεις, διότι είναι πεισμα­τικά προσκολλημένοι στην πλάνη τους. Γι’ αυτό και οι επανειλημμένες συζητήσεις μαζί τους αποτελούν άσκοπο κόπο. Επι­πλέον, επειδή κάποιοι πιστοί δυστυχώς δεν γνωρίζουν καλά την Ορθόδοξη πίστη μας, επηρεάζονται και γεμίζουν αμφιβο­λίες. Το έργο της επιστροφής των αιρε­τικών άλλωστε το έχουν στην ευθύνη τους οι κληρικοί της Εκκλησίας μας. 'Εμείς ας προσευχόμαστε κι ας περιμένουμε την επι­στροφή κάποιων απ' αυτούς, χωρίς όμως να έχουμε συναναστροφές μαζί τους. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ (Γ' ΛΟΥΚΑ)

(Γαλ. α' 11-19) 1. ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΘΕΟΥ Ό απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα διακηρύσσει ξεκάθαρα και αδιαμφισβήτητα την θεοπνευστία του Ευαγγελίου πού κήρυττε. Λέει λοιπόν: Σας γνωστοποιώ, αδελ­φοί, ότι το Ευαγγέλιο πού σάς κήρυξα, «ούκ έστι κατά άνθρωπον», δεν απο­τελεί ανθρώπινη επινόηση. Διότι όχι μόνο οι άλλοι Απόστολοι αλλά κι εγώ ό ίδιος δεν το παρέλαβα ούτε το διδά­χθηκα από κάποιον άνθρωπο, αλλά το παρέλαβα κατευθείαν με αποκάλυψη του Θεού, ό Όποιος απευθείας μου α­ποκάλυψε τον Κύριο Ιησού. Γιατί όμως το λέει αυτό ό απόστολος Παύλος; Διότι θέλει να καταστήσει σα­φές ότι οι αλήθειες του Ευαγγελίου δεν αποτελούν αποκύημα κάποιων ανθρώ­πινων συλλογισμών αλλά αποκάλυψη του ιδίου του Θεού. Τα όσα κήρυξε ο ίδιος αλλά και οι άλλοι άγιοι Απόστο­λοι, δεν είναι δικά τους λόγια, αλλά θεία διδάγματα που τούς τα αποκάλυψε ό Ίδιος ό Κύριος Ιησούς Χριστός. Βέβαια οι άλλοι Απόστολοι έζησαν τρία χρόνια μαζί με τον Κύριο, άκουσαν τις ουράνιες διδασκαλίες του, είδαν την αναμάρτητη ζωή του και το υπερφυσικά Θαύματα του. Και όλα αυτά τα κατέγραψαν οι ιεροί Ευαγγελιστές ως θεϊκή παρακαταθήκη. Ό απόστολος Παύλος όμως δεν έζησε μαζί με τον Κύριο κατά τα τρία χρόνια της δημοσίας δράσεως του· πώς λοιπόν γνώρισε και κατέγραψε στις Επιστολές του τις αλήθειες της πίστεως; Σ' αυτό ακριβώς το ερώτημα μας άπαντα ό ίδιος. Μας λέει ότι το Ευαγγέλιο πού κηρύττει το παρέλαβε με υπερφυσικές αποκαλύψεις πού του έκανε ό Ίδιος ό Κύριος, ό Όποίος του φανέρωσε τα μυστήρια της πίστεως. Και ό ίδιος τα κατανό­ησε, τα δίδαξε και τα κατέγραψε στις Επιστολές του. Γι΄ αυτό και άλλου λέει στον μαθητή του Τιμόθεο ότι όλη ή Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη. Θέ­λει δηλαδή να του τονίσει ότι δεν είναι απλώς ένα ιερό βιβλίο, αλλά το βι­βλίο μέσα από το οποίο μιλάει ό Ίδιος ό Θεός. Οι Ιεροί συγγραφείς απλώς δάνεισαν τη γραφίδα τους για να μι­λήσει ό Θεός. Το Άγιον Πνεύμα φώ­τιζε το νου τους και κινούσε το χέρι τους. Διαφορετικά δεν εξηγείται πώς τόσοι ιεροί συγγραφείς, οι περισσότεροι αγράμματοι, βρέθηκαν να έχουν μία ανεπανάληπτη σοφία και να παρουσιάζουν αλήθειες πού ποτέ μέχρι τότε δεν είχαν γραφεί πουθενά από κανέναν άλλον. Πώς μπόρεσαν να φθάσουν σ' ένα τέτοιο άφθαστο πνευματικό μεγαλείο εννοιών και διδασκαλιών; Κανένας άλλος άνθρωπος στον κόσμο έκτος απ' αυτούς δεν μπόρεσε να πει τίποτε πιο μεγάλο από αυτά πού εκείνοι κατέγραψαν.

Κάθε φορά λοιπόν πού ανοίγουμε την Αγία Γραφή, θα πρέπει να συναισθανόμαστε με δέος ότι μέσα από αυτήν θα ακούσουμε τη φωνή του Ίδιου του Θεού και τί θέλει αυτός από εμάς, κατανοώντας ότι σε κάθε φράση της υπάρχουν νά­ματα αίωνιότητος και αφθαρσίας πού μάς μεταγγίζουν μακαριότητα. Πού σταλά­ζουν σταγόνα-σταγόνα στην ψυχή μας τη Χάρη του Θεού. Και μάς μεταφέρουν από το σκοτάδι στο φώς, από τη θλίψη στη χαρά, από το θάνατο στη ζωή.

2. Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ

Στη συνεχεία ό απόστολος Παύλος εξηγεί ότι ή θεοπνευστία του Ευαγγελί­ου πού κηρύττει αποδεικνύεται και από το παρελθόν του. Λέει συγκεκριμένα: Ασφαλώς θα έχετε ακούσει για τη διαγωγή πού έδειξα κάποτε, όταν ακολου­θούσα το νόμο των Ιουδαίων. Ακούσατε ότι καταδίωκα με πάθος την Εκκλησία του Θεού και προσπαθούσα να την εξολοθρεύσω. Και έδειχνα για τις παραδό­σεις μας περισσότερο ζήλο από πολλούς άλλους συμπατριώτες μου, Όταν όμως ευαρεστήθηκε ό Θεός - ό Όποιος με διάλεξε από τότε πού ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου, και με κάλεσε χωρίς εγώ να είμαι άξιος για μια τέτοια εκλογή - «διά της χάριτος αυτού άποκαλύψαι τον υίόν αυτού έν έμοί», για να αποκαλύψει στο βάθος της ψυχής μου τον Υίό του, για να Τον κηρύττω στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα κάποιον άνθρωπο. Ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσω τούς άλλους Αποστόλους, αλλά πήγα στην Αραβία και πάλι επέ­στρεψα στη Δαμασκό. Μετά άπα τρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω από κοντά τον Πέτρο, κι έμεινα κοντά του δεκαπέντε ήμερες. Άλλον από τούς Αποστόλους δεν είδα παρά μόνο τον άδελφόθεο Ιάκωβο.

Μέσα από όλα αυτά λοιπόν ό από­στολος Παύλος θέλει να μας πει ότι ή μεταστροφή του δεν μπορεί να εξηγηθεί με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο με τις επανειλημμένες αποκαλύψεις πού δέχθηκε από τον Ίδιο τον Κύριο. Διαφο­ρετικά δεν εξηγείται πώς αυτός ό διώ­κτης του Ευαγγελίου έγινε διαπρύσιος κήρυκας της χριστιανικής αλήθειας και ακούραστος διάκονος της Εκκλη­σίας. Τον ξεχώρισε ό Θεός, διότι ήξερε τις εσωτερικές του διαθέσεις. Και του εμφανίστηκε προσωπικώς. Του απο­καλύφθηκε και εξωτερικά και του φα­νέρωσε και εσωτερικά τα μυστήρια της πίστεως. Μόνος του δεν θα μπορούσε πότε να κατανοήσει τις θείες αλήθειες. Του τις δίδαξε ό Ίδιος ό Θεός.

Τί έχει να πει όμως για μας αυτή ή με­ταστροφή του θείου Παύλου; Ότι καν­έναν άνθρωπο δεν πρέπει να κατακρί­νουμε και να αποδοκιμάζουμε. Μέσα στην Εκκλησία του Χριστού, μέσα στη Χάρη των ιερών Μυστηρίων οι διώκτες γίνονται Απόστολοι, οι βλάσφημοι ά­γιοι, οι εχθροί ζηλωτές διδάσκαλοι της πίστεως. Τα πάντα μπορεί να κάνει ή δεξιά του Ύψιστου. Σε όλους μας. Και σε μάς. Αρκεί να αφεθούμε στη Χάρη του Θεού και να ύπακούουμε στις κλή­σεις του και στις προσταγές του.

ΚΥΡΙΑΚΗ 2 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ: Β' ΛΟΥΚΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Β' Κορ. στ' 1-10

ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ; «Παρακαλούμεν μή εις κενόν την χάριν του Θεού δέξασθαι υμάς».

Το ερώτημα αυτό δεν θα είχε καμιά θέση, γιατί είναι γεγονός ότι ή χάρη του Θεού αλλάζει τον άνθρωπο. Εν τούτοις το ερώτημα τίθεται από πολλούς, γιατί βλέ­πουν αρκετούς Χριστιανούς, τους οποίους ή χάρη του Θεού, δεν τους μεταβάλλει.

Και όμως ή αλλαγή είναι δυ­νατή. Ό κάθε άνθρωπος, ό κάθε Χριστιανός μπορεί με την χάρη του Θεού να επιτύχει την αλλαγή και ανακαίνιση του. Ο απόστολος Παύλος στην σημερινή αποστο­λική περικοπή ασχολείται με το βασικό αυτό θέμα.

Η ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ

Ό Απόστολος ξεκινάει από το γεγονός, ότι ό Θεός δίνει κάθε μέρα ευκαιρίες αλλαγής σε κάθε άνθρωπο. Και γι' αυτό τονίζει: «Ιδού νύν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νύν ήμερα σωτηρίας». Ή κάθε μέρα, ή κάθε ώρα, ή κάθε στιγμή είναι μια ευκαιρία αλλαγής και σωτηρίας, πού του προσφέ­ρει ή χάρη τού Θεού. Εκείνος, πού θα αξιοποιήσει την ευκαιρία αύτη, θα μπορέσει να επιτύχει την αλλαγή τού χαρακτήρα του και την ανακαίνιση της ζωής του. Εάν δεν το κάνει, εάν αδιαφορήσει, εάν αναβάλει, θα χάσει την ευκαιρία της ηθικής αναγεννήσεως. Γι' αυτό και όσοι δεν αλλάζουν ζωή είναι άνθρωποι, πού αφήνουν ανεκμετάλλευτες τις πνευματικές ευκαιρίες πού τούς στέλνει κάθε μέρα ό Θεός.

Θέλεις, λοιπόν, την αλλαγή σου; Κυνήγησε τις ευκαιρίες πού σου παρουσιάζει ό Θεός. Αύτη την στιγμή ακούς ένα κήρυγμα. Είναι αυτό μια ευκαιρία αλλαγής. Βάλε βαθιά στην καρδιά σου τα λόγια τού Θεού. Έχουν την δύναμη να σε γαληνέψουν, να σε φωτίσουν, να σε καθοδηγήσουν. Πάλι θύμω­σες σήμερα, πάλι φάνηκες σκλη­ρός, άδικος, ενοχλητικός. Τώρα όμως νιώθεις κάτι μέσα σου. Κάτι σου λέει μέσα σου ότι έσφαλες, ότι αμάρτησες. Τί είναι αυτό; Είναι ή ευκαιρία, πού σου στέλνει ή χάρη τού Θεού για να διορθωθείς, να αλλάξεις. Πρόσεξε την, λοιπόν, άν θέλεις να καλυτέρευσης τον χαρακτήρα σου. Και ό Θεός πού θέλει την διόρθωση και την αλλαγή σου, θα σου παρουσίαση αναρίθμητες παρόμοιες ευκαιρί­ες. Έχε μόνο ανοικτά τα μάτια της ψυχής σου για να τις βλέπεις. Και άπλωνε τα χέρια σου να τις αρπάζεις. Έτσι ή χάρη τού Θεού θα μπορέσει να εργαστεί το θαύμα της αναγεννήσεως σου.

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΛΛΑΓΗΣ

Ό απόστολος Παύλος, για να εξαλείψει κάθε αμφιβολία για την δυνατότητα αλλαγής τού άνθρω­που από την χάρη τού Θεού, χρη­σιμοποιεί ένα δυνατό επιχείρημα. Προβάλλει τούς Αποστόλους ως παραδείγματα ανακαινισμέ­νων ανθρώπων. Ήταν και αυτοί άνθρωποι αδύνατοι. Ή χάρη όμως του Θεού τούς μεταμόρφωσε, τούς έκαμε αγίους. Το παράδειγμα τους ήταν φωτεινό. Κανείς δεν μπορούσε να τούς κατηγορήσει για το παραμικρό. «Μηδεμίαν έν μηδένί δίδοντες προσκοπήν (άφορμήν σκανδάλου), ίνα μή μωμηθή) (κατηγορηθεί) ή διακονία». Ήταν «έν παντί... Θεού διάκο­νοι». Και ή ζωή τους ήταν μία συ­νεχής έκδαπάνηση και θυσία για την διάδοση τού Ευαγγελίου τού Χριστού* ένα συνεχές μαρτύριο. «Εν υπομονή πολλή, έν θλίψεσιν, έν άνάγκαις, έν στενοχωρίαις, έν πληγαΐς, έν φυλακαΐς»! Έτσι όμως οι άγιοι Απόστολοι έδωσαν και δίδουν μια υπέροχη μαρτυ­ρία για την δυνατότητα ηθικής αλλαγής και ανακαινίσεως του άνθρωπου.

Δεν υπάρχει πια καμιά αμφιβο­λία. Μπορούμε, εάν θέλουμε, με την ανακαινιστική δύναμη της χά­ριτος του Θεού να αλλάξουμε την ζωή μας. Έχουμε ίσως αδυναμίες. Μας τυραννούν ίσως κακές συνή­θειες, φοβερά πάθη. Ή αμαρτία μας έχει ανοίξει βαθιές πληγές. Όμως ή χάρη τού Θεού μας φω­νάζει: Ή κατάσταση σας δεν είναι απελπιστική! Μπορείτε άν θέλετε, να αλλάξετε, να μεταμορφωθείτε. Τόσοι και τόσοι το πέτυχαν. Και σεις επομένως μπορείτε. Δεν υπάρχει καμιά αδύνατη περίπτω­ση στην χάρη μου, μας ψιθυρίζει ό Θεός. Είναι παντοδύναμη. Θυμηθείτε τα τόσα θαύματα αλλαγής, πού έκανε ή χάρη μου. Θυμηθείτε το θαύμα της αλλαγής του Παύ­λου, πού ήταν ένας τρομερός και αδίστακτος διώκτης. Θυμηθείτε... Και δώστε μου την ψυχή σας, όπως είναι. Παραδώστε μου την ζωή σας, όποια κι άν είναι, για να την αλλάξω, να την μεταμορφώσω με την χάρη μου...

ΚΥΡΙΑΚΗ 25 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ: Α' ΛΟΥΚΑ

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ «Ίνα ή υπερβολή της δυνάμεως ή τού Θεού».

Ό μεγάλος Απόστολος των Εθνών, ό Παύλος και ένα πλήθος ανθρώπων είχαν ανακαλύψει το μεγάλο μυστικό. Την «υπερβολή της δυνάμεως τού Θεού». Το ότι δηλαδή κοντά στο Θεό βρήκαν μια υπεράνθρωπη δύναμη, ή οποία γέμιζε την ψυχή τους με ουράνιο φώς και χάριζε στη ζωή τους ακα­τάβλητη αντοχή.

Αυτό σημαίνει πώς κι εμείς μπορούμε με τη δύναμη της χάρι­τος του Θεού να βγούμε

ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΟ ΦΩΣ

Πόσο ευχάριστη είναι ή στι­γμή, πού ανατέλλει ό ήλιος, όταν φεύγει το σκοτάδι της νύχτας και έρχεται το φώς της ημέρας! Όλα αρχίζουν να ζουν, να κινούνται. Οι άνθρωποι να εργάζονται, να δημιουργούν. Το ίδιο συμβαίνει, όταν στην ψυχή του ανθρώπου ανατείλει το φώς της χάριτος τού Θεού, το φώς τού Ευαγγελίου. Ό Απόστολος το τονίζει αυτό ιδιαι­τέρως στο σημερινό ανάγνωσμα: «Ό Θεός ό ειπών έκ σκότους φώς λάμψαι, ός ελαμψεν έν ταΐς καρδίαις ημών». Ό Θεός, όταν δημιουρ­γούσε τον κόσμο, διέταξε με τον παντοδύναμο λόγο του και μέσα στο χάος και το σκοτάδι έλαμψε το φώς του ήλιου. Και άρχισε να σφύζει ή ζωή και ή κίνηση επάνω στον πλανήτη αυτό. Ό Θεός όμως εξακολουθεί να εργάζεται Στον κόσμο της ψυχής τού άνθρωπου, πού βρίσκεται μέσα στο ηθικό και πνευματικό σκοτάδι, φέρνει το γλυκό και λαμπρό φώς της χάριτος του. Στο χάος και τη σύγ­χυση, πού επικρατεί μέσα στην ψυχή τού άνθρωπου, λάμπει το φώς τού Ευαγγελίου της αλήθειας τού Χριστού. Οι άνθρωποι πού ήταν κάποτε «σκότος, νύν (τώρα είναι) φώς έν Κυρίω» (Έφεσ. ε' 8). Αυτοί, πού ήταν «πεπληρωμένοι πάση αδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία, μεστοί φθόνου, έριδος, δόλου, κακοηθείας» (Ρωμ. α' 29), τώρα είναι «συμπαθείς, φιλάδελφοι, εύσπλαγχνοι, φιλόφρονες» (Α' Πέτρ. γ' 8). Δεν κάνουν πια τα έργα τού σκότους, αλλά εργάζονται τα έργα του φωτός. Σε όσους έλαμψε το φώς τού Χριστού, αυτοί συμβάλλουν στην εξυγίανση της κοινωνίας από το ψέμα, την άπατη, την αδικία. Παραστέκουν στους αρρώστους και τους κατα­τρεγμένους. Προστατεύουν ορφα­νά, τρέφουν και ντύνουν φτωχά παιδιά. Πάντοτε βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της αγάπης και των καλών έργων.

Με το μυστικό όπλο της δυνά­μεως τού Θεού μπορούμε ακόμη να περνούμε

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΤΗ ΖΩΗ

Τί θλίψεις, τί δοκιμασίες, τί διωγμούς γνώρισε ό μεγάλος απόστολος Παύλος, οι πρώτοι Χριστιανοί, οι άγιοι της Εκκλη­σίας μας!

Και όμως όλα αυτά δεν τους στε­νοχωρούσαν, δεν τούς έκαμπταν, δεν τούς νικούσαν. Αυτό αναφέρει στη συνέχεια ό θείος Απόστολος: «Έν παντί θλιβόμενοι, άλλ' ού στενοχωρούμενοι». Φθάνουμε σε αδιέξοδο, χωρίς όμως να απελπιζόμαστε, συνεχίζει. Καταδιωκό­μαστε από τούς ανθρώπους. Δεν εγκαταλειπόμαστε όμως από τον Θεό. Φαινόμαστε ηττημένοι, όμως δεν χανόμαστε. Σχεδόν κάθε μέρα κινδυνεύουμε να πεθάνουμε. Και όμως ζούμε! Πώς γίνεται αυτό;

Την εξήγηση ό απόστολος Παύλος την βρίσκει στο μυστικό της δυνάμεως του Θεού. Στην «υπερβολή της δυνάμεως του Θεού». Αυτή, τούς ανθρώπους, τα όστράκινα σκεύη, τούς κά­νει δυνατούς να υπερνικούν τα εμπόδια και να ανατρέπουν τις δυσκολίες. Αύτη νικάει ακόμη και το θάνατο.

Επομένως, καμιά δυσκολία και καμιά θλίψη, πού αντιμετω­πίζουν συχνά οι Χριστιανοί, δεν μπορεί να τούς κάμψη και να τούς νικήσει. Μπορεί να φτάνουν σε πολύ δύσκολες στιγμές. Εμπρός στην καταστροφή και στο θάνα­το. Στις στιγμές αυτές έρχεται ή δύναμη τού Θεού και σηκώνει ένα προστατευτικό φράγμα, πού γλυτώνει και σώζει. «Λίγο ακόμη και θα γνώριζα την οικονομική καταστροφή, λέει ό ένας. Την τελευταία όμως στιγμή ό Θεός με έσωσε». «Είχα φτάσει στα τελευ­ταία μου, λέει ό άλλος. Ή αρρώ­στια μου δεν είχε καμιά θεραπεία. Ό Θεός όμως έκανε το θαύμα του. Με γλύτωσε από τον θάνατο». Τέ­τοια γεγονότα μπορεί ό καθένας να αναφέρει. Γιατί ή δύναμη τού Θεού εξακολουθεί πάντοτε να ενισχύει τον πιστό άνθρωπο, για να υπερνικά τα εμπόδια και τις δυσκολίες

ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Γαλ.β 16-20 «ΖΗ ΕΝ ΕΜΟΙ ΧΡΙΣΤΟΣ»

1. Η IΣXYΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Στο αποστολικό ανάγνωσμα της Κυρια­κής μετά την εορτή της Υψώσεως του Τι­μίου Σταύρου, ό απόστολος Παύλος α­πολογείται απέναντι σε πολλούς Ιουδαί­ους επικριτές του, οι οποίοι τον κατηγο­ρούσαν ότι εγκατέλειψε τον ιουδαϊκό νό­μο. Και λέει:

Επειδή μάθαμε από την προσωπική μας πείρα ότι ό άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί με την τήρηση των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου αλλά μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό, κι εμείς πιστεύσαμε σ' Αυτόν για να σωθούμε από την πίστη στον Χριστό και όχι από τα έργα του νόμου. Διότι, όπως αναφέρεται στους Ψαλμούς, με τα έργα του νόμου δεν θα σωθεί κανέ­νας άνθρωπος. Αλλά εάν υποθέσουμε ότι ή τήρηση του μωσαϊκού νόμου είναι επιβεβλημένη και συνεπώς εμείς πού τον α­φήσαμε αμαρτήσαμε, τότε γεννιέται το ά­τοπο ερώτημα: Άρα ό Χριστός μας οδηγεί στην αμαρτία, αφού μας ώθησε να αφή­σουμε τον νόμο; Μη συμβεί να πούμε μια τέτοια βλασφημία. Διότι, αν εκείνα πού κα­τάργησα ως ανώφελα, αυτά πάλι τα τηρώ ως αναγκαία, αποδεικνύω τον εαυτό μου παραβάτη- διότι βεβαιώνω έμπρακτα ότι έκανα λάθος πού άφησα το νόμο- και α­μάρτησα όταν προτίμησα τη σωτηρία που δίνει ό Χριστός. Όμως δεν αμάρτησα. «Έ­γώ γάρ διά νόμου νόμω άπέθανον, ίνα Θεώ ζήσω». Εγώ με κριτήριο το μωσαϊκό νόμο, πού τιμωρεί με θάνατο κάθε παρα­βάτη του, πέθανα ως προς τον νόμο, για να ζήσω για τη δόξα του Θεού.

Βέβαια εμείς σήμερα δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τί σήμαινε για τον απόστο­λο Παύλο αυτή ή επιλογή του. Ήταν ένας Ιουδαίος, ξακουστός νομοδιδάσκαλος και τη ρητής των ιουδαϊκών παραδόσεων. Και τα εγκατέλειψε όλα αυτά, απαρνήθηκε μια παράδοση αιώνων και μια νοοτροπία συνυφασμένη με τη ζωή του έθνους του. Αυτό όμως ήταν επανάσταση για την επο­χή εκείνη. Και του στοίχισε την ίδια του τη ζωή.

Και στο αποστολικό αυτό ανάγνωσμα τεκμηριώνει την επιλογή του αυτή βασι­σμένος στον ίδιο τον νόμο και κάνοντας κυρίως τον έξης συλλογισμό: Ό νόμος της Παλαιάς Διαθήκης ήταν καλός, αλλά δεν έδινε στους ανθρώπους και τη χάρη και τη δύναμη να τον τηρήσουν. Κι επιπλέ­ον τιμωρούσε με θάνατο κάθε παραβά­τη των εντολών του. Ποιος όμως Ιουδαίος θα μποροΰσε να τηρήσει όλες τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου; Κανείς. Άρα λοιπόν, κανείς δεν μπορούσε να σωθεί τηρώντας τις διατάξεις αυτές, και μάλιστα όπως τις ερμήνευαν οι νομοδιδάσκαλοι. Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του νόμου έπρεπε να θανατωθεί κάθε παραβάτης του. Αφού λοιπόν, λέει ό θείος Παύλος, ούτως ή άλ­λως ήταν χαμένος και καταδικασμένος σε θάνατο ως προς τον νόμο, γιατί να τον α­κολουθεί; Γιατί να τηρεί τις διατάξεις του, αφού δεν θα τον οδηγούσαν στη σωτηρία; Αυτός ήθελε πάνω απ' όλα τη σωτηρία του, για να ζει με τον Θεό αιωνίως.

2. Η ΝΕΑ ΕΝ XΡΙΣΤΩ ZΩH

Ό άγιος Απόστολος στη συνέχεια μας περιγράφει μέσα από την προσωπική του εμπειρία το μυστήριο της νέας εν Χριστώ εσταυρωμένης και αναστημένης ζωής. Λέ­ει λοιπόν: Με το Βάπτισμα έχω σταυρω­θεί κι έχω πεθάνει μαζί με τον Χριστό. Κι αφού είμαι πεθαμένος, δεν έχει πλέον καμία ισχύ για μένα ό νόμος. Έγινα κοι­νωνός του σταυρικού θανάτου του Χρι­στού. «Ζω δε ούκέτι εγώ, ζη δε εν έμοί Χρι­στός». Δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ό Χριστός. Και τη ζωή πού ζω, τη ζω εμπνεόμενος από την πίστη στον Υιό του Θεού, ό Όποιος με αγάπησε και παρέδω­σε τον Εαυτό του σε θάνατο για τη σωτη­ρία μου.

Βέβαια είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσει κανείς μέσα σε λίγες γραμμές το μυστή­ριο της νέας εν Χριστώ ζωής πού ζούσε ό απ. Παύλος. Άς περιγράψουμε έδώ σε γενικές γραμμές κάποια βασικά στοιχεία της. Για να ζήσει ό άνθρωπος τη νέα αυτή ζωή, πρέπει πρώτα να πεθάνει. Αυτός ό θάνατος πραγματοποιείται μυστηριακώς με το άγιο Βάπτισμα. Νεκρώνεται ό παλιός άνθρωπος της αμαρτίας και παίρνει ό πι­στός την απόφαση να ζει μόνο για τον Χριστό και με τον Χριστό. Αποτάσσεται τον σατανά και τα έργα του και συντάσ­σεται με τον Χριστό και τις άγιες εντολές του. Με το ιερό Χρίσμα εφοδιάζεται με τα χαρίσματα και τις δωρεές του Αγίου Πνεύ­ματος. Και εισέρχεται σε μια νέα ζωή. Τώ­ρα πλέον αγωνιζόμενος καθημερινά να ζει κατά το άγιο θέλημα του Θεού, ανανε­ώνεται και μεταμορφώνεται διαρκώς και ζει εμπειρίες πνευματικές και άγιες. Κι επει­δή ως άνθρωπος ρέπει προς την αμαρτία, αγωνίζεται καθημερινά να τηρεί τις υπο­σχέσεις πού έδωσε πριν από το άγιο Βά­πτισμα του. Αγωνίζεται δηλαδή καθημε­ρινά με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και των ιερών Μυστηρίων να νεκρώνει μέσα του την αμαρτία και να ζει μια ζωή πλή­ρους αφοσιώσεως στον Θεό. Σταυρώνεται ως προς τον κόσμο, αλλά ζει για τον Χρι­στό. Τώρα πια μέσα στην ψυχή του δεν ενεργεί ό παλαιός άνθρωπος αλλά ό ίδιος ό Χριστός. Αυτός κυριαρχεί στις σκέψεις του, στις επιθυμίες του, στις αποφάσεις του, στα λόγια του, στις ενέργειες του. Αυ­τός ακτινοβολεί το φως του. Και ό άνθρω­πος προγεύεται από αυτή τη ζωή τον Πα­ράδεισο. Αυτήν την εμπειρία είχαν όλοι οι άγιοι. Αυτό το άγιο βίωμα καλούμαστε να αποκτήσουμε και μείς. Άς ξεκινήσουμε λοι­πόν έναν καθημερινό αγώνα θανάτου και ζωής, νεκρώσεως και αναστάσεως. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ: ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γαλ. ς' 11-18

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ

«Έμοί κόσμος έσταύρωται, κάγώ τω κόσμω».

Ό ουρανοβάμων απόστολος Παύ­λος έφτασε σε ψηλές πνευματικές κορυφές. Ανέβηκε σε ύψη απρόσιτα γιά τούς πολλούς. Ζώντας τη δυνατή αγάπη προς τόν Χριστό, ζώντας τό μεγάλο καύχημα του, τό σταυρικό θάνατο τού Σωτήρος Χρίστου, μπο­ρούσε νά κάνη πραγματικότητα, βίω­μα του. αυτό πού έγραφε: «Γιά μένα εχη σταυρωθή και νεκρωθή ο κόσμος, όπως και εγώ χάρις στον σταυρό του Κυρίου, έχω σταυρωθή και νεκρωθή γιά τόν κόσμο». Ή δόξα, ή ύλη. ή δύναμη δεν τόν επηρέαζαν. Τα θέλ­γητρα και τα φόβητρα, οι υποσχέσεις και οι απειλές του κόσμου δεν τόν άγγιξαν εσωτερικά. Ό κόσμος γιά τόν Παύλο είχε νεκρωθή και ο Παύλος γιά τόν κόσμο.

'Αλλά τι σημαίνει αυτό γιά τόν κάθε Χριστιανό; Πώς ο σύγχρονος Χριστιανός θα βιώση τό νόημα τού αποστολικού λόγου;

Τι σημαίνει κατ' αρχήν ο κόσμος; Κόσμος είναι ο υλικός κόσμος. Ή απέραντη και ωραία δημιουργία τού Θεού. Τό σύμπαν. Όλη αυτή ή υλική δημιουργία ονομάζεται ωραιότατα κόσμος. Δηλαδή κόσμημα, στολίδι.

Υπάρχει όμως και ή άλλη έννοια στη γλώσσα τής Άγιας Γραφής. Κό­σμος, σημαίνει τό κοσμικό, τό αμαρ­τωλό φρόνημα, ό,τι είναι αντίθετο με τό θέλημα και τό λόγο του Θεού. Τό αποτέλεσμα τής πτώσεως. Υπ' αυτήν τήν έννοια κόσμος είναι συνώνυμο τής πονηρίας, τής άμαρτωλότητος. Γι" αυτό θα μάς πή ο ευαγγελιστής Ιωάν­νης «ό κόσμος όλος έν τώ πονηρώ κεί­ται» (Α' Ίωάν. ε' 19). Όλοι οι μα­κράν τού Θεού, οι άνθρωποι τού αμαρ­τωλού κόσμου είναι βυθισμένοι μέσα στην πονηρία και βρίσκονται κάτω από τήν εξουσία του πονηρού. «Πάν το έν τώ κόσμω ή επιθυμία τής σαρκός και ή επιθυμία τών οφθαλμών καί ή αλαζονεία του βίου. ουκ έστιν έκ του πατρός, άλλ' έκ του κόσμου εστί» (Α' Ίωάν. β' 16). Ό,τι λοιπόν είναι αντί­θετο με τό θέλημα του Θεού αποτελεί τόν κόσμο. Εκφράζει τό κοσμικό φρό­νημα. Είτε ως λόγος, ως θέαμα, ως τέχνη, ως ψυχαγωγία, ως επιστήμη εκφράζεται, εφ' όσον αντίκειται στο λόγο του Θεού, αποτελεί τόν κόσμο, τόν κοσμικό τρόπο ζωής.

Ό κόσμος είναι ο μεγάλος μαγνή­της. Μάς τραβάει με τό παραπλανη­τικό, τό ελκυστικό, τό εντυπωσιακό, τό ηδονιστικό. Άλλοτε είναι τό με­γάλο φόβητρο. Υπολογίζουν πολλοί, φοβούνται, τρέμουν στο «τι θα πή ο κόσμος».

Ποιά τώρα ή τοποθέτηση μας απέ­ναντι στον κόσμο, στο αμαρτωλό κο­σμικό φρόνημα; Πολύ προσεκτική. Τό συνιστά και τό προτρέπει ο Ευαγ­γελιστής τής αγάπης. Τι λέει; «Μή αγαπάτε τόν κόσμον, μηδέ τά έν τώ κόσμω έάν τις αγαπά τόν κόσμον, ούκ έστι ή αγάπη του Πατρός έν αύτώ» (Α' Ίωάν. β' 15). Κάτι ανάλογο θα μάς πή και ο άδελφόθεος Ιάκωβος. «Ούκ οίδατε ότι ή φιλία τού κόσμου έχθρα του Θεού εστίν; ός άν ούν βουληθή (θελήση) φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται» (δ' 4). Δύο αγάπες, σε δυο αντίθετες κατα­στάσεις, συγχρόνως δεν μπορούν νά υπάρξουν. Όσο αγαπάμε τόν κόσμο δεν θα αγαπάμε τόν Θεό. Και όσο αγαπάμε τόν Θεό. δεν θα μάς έλκύη ο κόσμος τής αμαρτίας.

Βέβαια, δεν θα φύγουμε από τόν κόσμο. Μέσα στον κόσμο θα ζήσου­με. Όχι τοπικά, άλλά τροπικά θα απομακρυνθούμε του κόσμου. Κοσμι­κός δεν θα είμαι, κοινωνικός ναι. Ό κοσμικός είναι μέσα σε όλα αδιακρί­τως και στην αμαρτία. Ό κοινωνικός είναι μέσα σε όλα, έκτος όμως αμαρ­τίας. Θα ζή και ο Χριστιανός τόν παλμό του κόσμου, τα προβλήματα και τήν αγωνία τού κόσμου, άλλά συγχρόνως θα είναι μακρυά από τόν τρόπο σκέψεως και ζωής, πού προ­βάλλει ο μακράν του Θεού αμαρτω­λός και παραπαίων κόσμος. Δύσκο­λος βέβαια ο συνδυασμός, άλλά απα­ραίτητος.

Πώς θα κατορθώση νά επιτυχή κάτι τέτοιο ο πιστός Χριστιανός; Όταν εμπνέεται από τόν αιώνιο λόγο τον Θεού ο οποίος τοποθετεί αλη­θινά και ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Όταν καταλάβη τό πρόσκαιρο και μάταιο του κόσμου τούτου. «Ό κό­σμος παράγεται (φεύγει γρήγορα) και ή επιθυμία αυτού· ό δέ ποιών τό θέ­λημα του Θεού μένει είς τόν αιώνα» (Α' Ίωάν. β' 17). Όταν ή καρδιά τού Χριστιανού έλκυσθή από τήν αγάπη προς τόν Θεό, όταν ο σταυρός, ή σταυρική Του θυσία είναι τό καύχη­μα του, και τό καθημερινό έντρύφημά του, όταν ωραίοι και υψηλοί στό­χοι και οραματισμοί φλογίζουν τήν ψυχή του, όταν αγωνίζεται νά ζή τήν «καινή κτίσι», τήν καινούργια δη­μιουργία, τήν όποια ο Χριστός δια της Εκκλησίας Του προσφέρει στον πιστό.

Τότε ο Χριστιανός δεν θα ελκύε­ται από τόν κόσμο. Ό κόσμος θα έχη χάσει γιά τόν Χριστιανό τη δύναμη του, τήν έλξη του, τήν γοητεία του. Ας άγωνιζώμαστε. Κάτι τέτοιο δεν είναι στέρηση, άλλά πραγματική ελευθερία.

15 Αυγούστου Η Κοίμησις Της Υπεραγίας Θεοτόκου

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Φιλιπ. β' 5-11

Η ΤΙΜΙΩΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ

1. Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΤΗΣ

Το αποστολικό ανάγνωσμα της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αναφέρεται στο μέγα μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού Λόγου. Μας εξηγεί ότι ό Κύριος ως άνθρωπος έδειξε ταπείνωση μεγάλη και μοναδική και γι' αυτό έφθασε σ' ένα μεγαλείο ανυπέρβλητο και αιώνιο. Γράφει ό απόστολος Παύλος:

Άς έχουμε κι εμείς μέσα μας το ίδιο φρό­νημα της ταπεινώσεως και της αυταπαρνήσεως πού είχε κι ό Ιησούς Χριστός. Δι­ότι Αυτός αν και είχε την ίδια θεϊκή φύση με τον Θεό Πατέρα του, δεν θεώρησε την ισότητα του αυτή αποτέλεσμα αρπαγής. Γι' αυτό και κένωσε τον Εαυτό του κρύ­βοντας για κάποιο διάστημα τη δόξα και το μεγαλείο της θεότητας του- πήρε μορ­φή δούλου κι έγινε άνθρωπος όμοιος με μας. Κι ενώ εξωτερικά φαινόταν μόνον άνθρωπος, ήταν συγχρόνως και ό τέλειος Θεός. Και ταπείνωσε τον Εαυτό του δείχνοντας τέλεια υπακοή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού, πού εί­ναι ό πλέον οδυνηρός και ατιμωτικός θά­νατος.

Αυτόν όμως ακριβώς τον δρόμο της ταπεινώσεως ακολούθησε ολοκληρωτικά στη ζωή της και ή Ύπεραγία Θεοτόκος. Ή ταπείνωση της αυτή αποκαλύφθηκε ι­διαιτέρως κατά τη συγκλονιστική ώρα του Ευαγγελισμού της. Άκουσε τότε από τον αρχάγγελο Γαβριήλ ότι ήταν ή Κεχαριτωμένη και ή πιο ευλογημένη από όλες τις γυναίκες, και ότι ό Κύριος επέβλεψε σ' αυτήν. Αυτή όμως απάντησε ότι ήταν μό­νο μια ταπεινή δούλη του Κυρίου. Κι ενώ ήταν ή αγιότερη γυναίκα όλων των επο­χών και αξιώθηκε να γίνει ή Μητέρα του Θεού και ή Βασίλισσα όλων των κτισμά­των, ορατών και αοράτων, αισθανόταν ανάξια της τιμής πού της έκανε ό Θεός.

Απέδιδε κάθε αρετή της στον Θεό. Και σ' όλη της τη ζωή διακονούσε το μεγαλύτε­ρο μυστήριο μέσα στην αφάνεια και τη σι­ωπή. Δεν αποκάλυπτε όσα της φανέρωνε ό ουρανός. Ποτέ δεν ήθελε να προβάλει τον εαυτό της, να καυχηθεί για κάτι, έστω για τη μεγαλοσύνη του Υιού της.

Όπως παρατηρεί ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς, ή Θεοτόκος αποκόπηκε από κάθε υλικό δεσμό και με την αδιάλειπτη προσευχή της ζούσε ήδη στον ουρανό. Απέφευγε την ανθρώπινη δόξα για να μη μολυνθεί απ' αυτήν. Ή πρωτοφανής ταπείνωση της, διδάσκει ό άγιος Νικόδη­μος ό Αγιορείτης, δεν έμενε μόνο ριζωμέ­νη στο βάθος της καρδιάς της, άλλ' από εκεί ανέβλυζε και πλημμύριζε όλη της την ύπαρξη, τα έργα της και τα λόγια της. Και μας άφησε έτσι ένα θαυμαστό παράδει­γμα ταπεινώσεως για να το μιμούμαστε και να το βιώνουμε κι εμείς.

2. Η YΨΩΣΗ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος α­ναφέρει ότι για την άπειρη αυτή ταπείνω­ση και την υπακοή πού έδειξε ό Κύριος μας, ό Θεός Πατέρας του Τον υπερύψωσε και ως άνθρωπο και Του χάρισε ένα όνο­μα, το όνομα «Κύριος Ιησούς Χριστός», πού είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα. Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του αυ­τό να γονατίσουν ταπεινά και να προσκυ­νήσουν λατρευτικά εμπρός Του και οι άγ­γελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη, και οι ψυχές των κεκοιμημένων- άλ­λα κι αυτά τα δαιμονικά όντα, πού είναι στα καταχθόνια, να υποκλιθούν με τρόμο μπροστά στο μεγαλείο του. Κι έτσι κάθε δημιούργημα να ομολογήσει φανερά και ξεκάθαρα ότι ό Ιησούς Χριστός είναι Κύ­ριος, και να δοξάζεται έτσι ό Θεός Πα­τήρ.

Ό Θεός όμως υψώνει και κάθε ταπεινό άνθρωπο. Αυτός υπερύψωσε και την Ύπεραγία Θεοτόκο για τη μοναδική ταπείνωση πού έδειξε. Την υπερύψωσε σε άφθαστο μεγαλείο τιμής και δόξας και όσο ζούσε κατείχε τιμητική θέση στη ζωή της πρώτης 'Εκκλησίας. Πολύ δε περισσότερο δοξάζεται μετά την Κοίμηση της. Τότε οι στρατιές των αγγέλων την «υποδέχθηκαν θεοπρεπώς» για να οδηγήσουν τη Βασί­λισσα τους στα ύψη του ουρανού. Και ή Θεοτόκος πορεύεται προς τα άνω βασί­λεια. Υψώνεται μέχρι το θρόνο του ίδιου του Θεού. Εκεί αντικρίζει τον μονάκριβο Υιό της και στέκεται δίπλα Του με μητρική παρρησία. Εκεί δέχεται και ακτινοβολεί το φώς της θεότητος μέσα σε μια δόξα απαστράπτουσα και μοναδική. «Παρί­σταται ή βασίλισσα εκ δεξιών» του Υιού της «έν ίματισμώ διαχρύσω περιβεβλημέ­νη, πεποικιλμένη». Εκεί την υπερύψωσε ό Θεός περισσότερο απ' όλα τα δημιουρ­γήματα του. Την κατέστησε «τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ένδοξοτέραν άσυγκρίτως των Σεραφείμ». Έγινε ή Θεοτόκος το σύνορο μεταξύ του Θεού και της κτίσε­ως. Ή «Υψηλότερα και Πλατυτέρα των Ουρανών». Εκεί στον ουράνιο θρόνο είναι ό εκλεκτότερος εκπρόσωπος όλου του ανθρώπινου γένους. Ή «Ώραιότης» της Εκκλησίας μας! Ό «γλυκασμός» και ή χαρά των Αγγέλων! Των «Χριστιανών ή έλπίς»! «Πάντων ή προστασία» και ή καταφυγή! Τώρα πλέον την μεγαλύνουν όλες οι γενεές. Άγγελοι και άνθρωποι.

Κι αυτή δέεται από το θρόνο της για μας. Νιώθει τούς πόνους μας, τις δυσκο­λίες μας, τούς αγώνες μας. Βλέπει τα δά­κρυα μας, τις αγωνίες μας. Και ασταμά­τητα μεσιτεύει για όλους «προς τον φιλάνθρωπον Θεόν». Και μας καταυγάζει με τη λάμψη του θεομητορικού της φωτός. Αναβλύζει πηγές ιαμάτων και ευλογίες αδιάκοπες. Άς τρέξουμε λοιπόν κι εμείς με ευλάβεια στην ίερή της Κοίμηση για να την παρακαλέσουμε για μας και τούς δικούς μας και να πλημμυρίσουμε με τη χάρη της και το φώς της. □

Κυριακή 28 Αυγούστου (ΙΑ' Ματθαίου)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ α' Κορ. θ' 2-12

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

1. ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΨΗ

Στο αποστολικό αυτό ανάγνωσμα ό απόστολος Παύλος απολογείται σε κάποιους Κορινθίους πού αμφισβητού­σαν το αποστολικό του αξίωμα. Λέει λοι­πόν: Ή σφραγίδα με την οποία πιστο­ποιείται το αποστολικό μου αξίωμα, με τη χάρη του Κυρίου είστε εσείς τούς οποίους οδήγησα στον Χριστό. Αφού λοιπόν είμαι κι εγώ Απόστολος σαν τούς άλλους Αποστόλους, ρωτώ: Δεν έχω κι εγώ και οι συνεργάτες μου το δικαίωμα να τρεφόμαστε απ' αυτά πού μας προσφέρουν οι μαθητές μας; Δεν έχουμε κι εμείς το δικαίωμα να έχουμε μαζί μας στις περιοδείες μας κάποια α­δελφή για να μας διακονεί, όπως κά­νουν και οι υπόλοιποι Απόστολοι; Ή μήπως μόνο εγώ κι ό Βαρνάβας πρέ­πει να εργαζόμαστε βιοποριστικά, για να καλύπτουμε τα έξοδα μας; Είμαστε στρατιώτες του Χριστού, πού αγωνιζό­μαστε για την εξάπλωση της Βασιλείας του. Ποιος παίρνει μέρος σε εκστρα­τείες με δικά του έξοδα; Είμαστε αμπε­λουργοί πού καλλιεργούμε το πνευμα­τικό αμπέλι του Χριστού. Ποιος φυτεύει αμπέλι και δεν τρώει από τον καρπό του; Είμαστε οι ποι­μένες σας, κι εσείς είστε τα λογικά πρόβατα μας. Ποιος φροντίζει ένα κο­πάδι, και δεν πίνει από το γάλα του ποιμνίου αυ­τού;

Γιατί όμως τα γράφει όλα αυτά ό απόστολος Παύλος; Διότι κάποιοι Κορίνθιοι αντί να εκτι­μούν την αυταπάρνηση και την άνιδιοτέλειά του, έψαχναν αφορμή να τον κατηγορήσουν. Κι ισχυ­ρίζονταν ότι αυτός δεν δεχόταν χρήμα­τα και άλλα αγαθά από τούς πιστούς, όπως έκαναν οι άλλοι Απόστολοι, διό­τι δεν αισθανόταν ό ίδιος ίσος με τούς Αποστόλους. Γι' αυτό ό Παύλος αναγ­κάζεται να διακηρύξει τη γνησιότητα του αποστολικού του αξιώματος. Ταυ­τόχρονα όμως μέσα από την απολογία του αυτή φανερώνει εμμέσως την αχα­ριστία και την περιφρόνηση πού αντι­μετώπιζε από εκείνους πού με τόση αυταπάρνηση υπηρέτησε. Αυτός τούς έδωσε τα πάντα, κι αυτοί τον αμφισ­βητούσαν. Αυτός εργάστηκε ανάμεσα τους τόσα χρόνια, χωρίς να τούς ζη­τήσει ούτε ένα κομμάτι ψωμί- κι όμως αυτοί εκμεταλλεύτηκαν κι αυτό ακό­μη το γεγονός για να τον συκοφαντή­σουν.

Άς διδαχθούμε λοιπόν όλοι μας από όλα αυτά. Διότι εάν ό απόστολος Παύ­λος αντιμετώπισε τόση αχαριστία και περιφρόνηση, πόσο μάλλον εμείς είναι πιθανόν να αντιμετωπίσουμε τέτοιου είδους πειρασμούς; Να μας δείξουν δηλαδή αχαριστία, να μας αδικήσουν και να μας απορρίψουν ακόμη και άνθρωποι πού τούς ευεργετή­σαμε- κάποτε και συγγενικά μας πρόσωπα και πολύ α­γαπητά. Είναι βέβαια πο­λύ μεγάλος τέτοιος πει­ρασμός και δύσκολος ό αγώνας. Πρέπει όμως κι εμείς, όπως ό απόστο­λος Παύλος, να μάθουμε να σηκώνουμε τέτοιους μεγάλους σταυρούς, ό­ταν τούς επιτρέψει ό Θε­ός, χωρίς γογγυσμούς και πικρίες άλλα με υπο­μονή και ταπείνωση.

2. ΕΚΟΥΣΙΑ ΠΤΩΧΕΙΑ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος τεκμηριώνει το δικαίωμα των εργατών του Ευαγγελίου να τρέφονται από τις προσφορές των πιστών, με χωρία της Αγίας Γραφής. Λέει λοιπόν: Αυτά πού σας λέω μήπως δεν τα γράφει και ό Νόμος; Είναι γραμμένο στο Μωσαϊκό Νόμο το έξης: Δεν θα κλείσεις με φίμωτρο το στόμα του βοδιού πού αλωνίζει. Και ρωτά: Μήπως για τα βόδια νοιάζε­ται ό Θεός; Για μας τα λέει!

Διότι για μας τούς πνευματικούς ερ­γάτες έχει γραφεί ότι ό γεωργός οφείλει να καλλιεργεί τη γη με την ελπίδα να απολαύσει και τη σοδειά. Κι εκείνος πού αλωνίζει, πρέπει να απολαύσει και τον καρπό πού με ελπίδα περιμένει να αποκτήσει.

Έτσι κι εμείς, συνεχίζει ό θειος Παύ­λος, υπήρξαμε ανάμεσα σας πνευμα­τικοί καλλιεργητές. Εάν λοιπόν εμείς σπείραμε στις καρδιές σας τον πνευ­ματικό σπόρο της αλήθειας και σας μεταδώσαμε πνευματικά χαρίσματα, σας φαίνεται πολύ, αν θερίσουμε κά­ποια υλικά αγαθά σας; Κι αν άλλοι χρησιμοποιούν τα δικαιώματα πού τούς δίνει ό Νόμος, δεν δικαιούμαστε να το κάνουμε αυτό πολύ περισσότερο και εμείς; Ημείς όμως δεν κάναμε χρήση των δικαιωμάτων μας αυτών. Αλλά υ­ποφέρουμε κάθε είδους στερήσεις, για να μη βάλουμε το παραμικρό εμπόδιο στο κήρυγμα του Ευαγγελίου.

Μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση ότι ό απόστολος Παύλος ενώ τεκμηρι­ώνει το δικαίωμα των εργατών του Ευ­αγγελίου να ζουν από τις προσφορές των πιστών, στη συνέχεια τονίζει ότι ό ίδιος δεν έκανε ποτέ χρήση του δικαι­ώματος του. Ενώ είχε κάθε δικαίωμα να δέχεται την τροφή του από τούς πι­στούς πού θα τον φιλοξενούσαν, σύμ­φωνα με την οδηγία του Κυρίου, αυτός για να ωφελήσει περισσότερο τούς πι­στούς δεν επιβάρυνε κανένα, αλλά ερ­γαζόταν με τα ίδια του τα χέρια. Προτί­μησε να ζει μέσα σε στερήσεις και αν­έχεια, και υπέφερε συχνά από πείνα και δίψα και γυμνότητα, προκειμένου να μην επιβαρύνει κανένα.

Με τη στάση του αυτή ό άγιος Από­στολος μας έδωσε ένα πολύ μεγάλο μάθημα: ότι οι εργάτες του Ευαγγελίου αλλά και γενικότερα όλοι οι πιστοί θα πρέπει να ζούμε μια ζωή μετρημένη και φτωχική, συνετή και απλή. Να μην επιδιώκουμε με πλεονεξία τα υλικά α­γαθά, αλλά να ζούμε με λιτότητα, ακό­μη κι όταν μπορούμε να ζήσουμε με ανέσεις και πλούτη. Αυτό είναι το φρό­νημα και το βίωμα όλων των Αγίων της Εκκλησίας μας. Βίωμα ασκήσεως και μετρημένης ζωής. Ας τούς μιμηθούμε λοιπόν κι εμείς. Μια απλή και μετρη­μένη ζωή έχει να προσφέρει μεγάλη πνευματική οικοδομή και ανυπολόγι­στα πνευματικά αγαθά και σε μας και στους γύρω μας. □

ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΙΟΥΛΙΟΥ (ΣΤ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)

ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ

1.ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ

Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ό απόστολος Παύλος μας διδάσκει ότι όλοι οι πιστοί έχουμε «χαρίσματα κατά την χάριν την δοθεΐσαν ήμΐν διάφορα». Έχουμε διάφορα χαρίσματα ανάλογα με τη χάρη του Άγιου Πνεύματος πού μας δόθηκε. Γι’ αυτό ας αρκούμαστε σ' αυτά κι ας μη ζητούμε εγωιστικά εκείνα πού δεν έχουμε. Όποιος δηλαδή έχει το χάρισμα της προφητείας, ας διδάσκει σύμφωνα με το βαθμό τού χαρίσματος, πού τού δόθηκε ανάλογα με την πίστη του. Όποιος έχει χάρισμα διακονίας, ας μένει στο χάρισμα αυτό της διακονί­ας- κι όποιος είναι διδάσκαλος των θεί­ων αληθειών, ας αρκείται να εξηγεί τις αλήθειες πού περιλαμβάνονται στο λόγο τού Θεού. Κι εκείνος πού έχει το χά­ρισμα να προτρέπει στην αρετή και στην εφαρμογή των θείων αληθειών, ας μένει στο έργο της προτροπής. Εκείνος πού έχει κλίση να μοιράζει από τα αγαθά του στους φτωχούς, ας το κάνει αυτό με απλότητα, χωρίς επίδειξη ή άλλα ε­γωιστικά ελατήρια. Εκείνος στον οποίο ανατέθηκε ή φροντίδα και ή επιμέλεια ο­ποιουδήποτε καλού έργου, ας επιστατεί με προθυμία και δραστηριότητα. Κι εκεί­νος πού κάνει ελεημοσύνη, ας ελεεί με χαρά και καταδεκτικότητα.

Μέσα στην Εκκλησία του Χριστού όλοι οι πιστοί έχουμε πολλά και διαφορετικά χαρίσματα. Συχνά όμως παρατηρείται το φαινόμενο κάποιοι πιστοί να κάνουν συγ­κρίσεις, να ζηλεύουν και να γογγύζουν. Γιατί εγώ να έχω λιγότερα χαρίσματα και ό άλλος περισσότερα; Μάς άπαντα λοιπόν ό απόστολος Παύλος ότι ό Θεός δεν έδωσε τυχαία και άδικα στον καθένα μας τα διάφορα χαρίσματα. Αλλά μάς τα έδωσε ανάλογα με τη δεκτικότητα και την πίστη του καθενός μας. Ό καθένας από μάς γίνεται αίτιος να λάβει μεγαλύτερο ή μικρότερο χάρισμα. Διότι τα χαρίσματα μάς τα έδωσε ό Θεός ανάλογα με τη χω­ρητικότητα τού σκεύους πού προσφέ­ρουμε στον Θεό, ανάλογα δηλαδή με τη δεκτικότητα και την πίστη μας.

Αυτό τί έχει να πει για μάς; ότι ό καθένας μας θα πρέπει να αρκείται στα χαρίσμα­τα πού τού δόθηκαν και να τα καλλιεργεί όσο μπορεί περισσότερο, χωρίς να πα­ρασύρεται από τη φιλαυτία και τη ζήλεια. Άλλοι είναι αξιοθαύμαστοι στη διδασκα­λία και άλλοι όχι. Κάποιοι έχουν χάρισμα στην επικοινωνία κι άλλοι είναι ψυχροί και αδέξιοι. Και από την άλλη πλευρά: Κάποιος έχει ανάγκη να διδαχθεί από κάποιο φωτισμένο διδάσκαλο, κάποιος άλλος επιζητεί να παρηγορηθεί από μια θερμή καρδιά. Τα χαρίσματα δεν συγκεν­τρώνονται όλα σ' ένα πρόσωπο, άλλα είναι κατανεμημένα σε διάφορα πρόσω­πα. Έτσι το ποιμαντικό έργο της Εκκλη­σίας επιτελείται καλύτερα με μια σωστή κατανομή του έργου της. Και όλοι απαρ­τίζουμε μια ενότητα, μια οικογένεια, ό­που όλοι είμαστε απαραίτητοι, όλοι πρέ­πει να επιτελούμε το έργο, πού μάς ανέ­θεσε ό Θεός.

2. ΑΓΑΠΗ ΕΜΠΡΑΚΤΗ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος το­νίζει ότι ανεξάρτητα από τα διαφορετικά χαρίσματα πού έχει ό καθένας μας, κοινό χάρισμα και καθήκον όλων μας είναι ή ανυπόκριτη αγάπη. Ή αγάπη μας, λέει, ας είναι ειλικρινής και ελεύθερη από υπο­κρισία. Και στη συνέχεια αναφέρει κά­ποιες πρακτικές συμβουλές εφαρμογής αυτής της αγάπης. Ή αγάπη σας αυτή να μην έχει πονηρία, τονίζει. Να είστε φι­λόστοργοι μεταξύ σας. Να προλαβαίνει ό καθένας τούς άλλους και να τούς απο­δίδει πρώτος την τιμή. Να μην είστε δυσ­κίνητοι στα θεάρεστα έργα άλλα πρό­θυμοι. Οι πνευματικές σας δυνάμεις να είναι γεμάτες αφοσίωση και ζέουσες από την πνευματική φλόγα τού Αγίου Πνεύ­ματος. Και μ' όλα αυτά να υπηρετείτε τον Κύριο ως αφοσιωμένοι δούλοι του. Ή ελπίδα σας στα αιώνια αγαθά να σας γεμίζει χαρά και να σάς ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στις θλίψεις. Να επι­μένετε στην προσευχή, από την όποια θα παίρνετε μεγάλη βοήθεια. Να βοηθά­τε στις ανάγκες των χριστιανών και να επιδιώκετε τη φιλοξενία χωρίς να περιμέ­νετε οι ξενιτεμένοι αδελφοί να σάς τη ζη­τήσουν. Να εύχεστε για εκείνους πού σάς καταδιώκουν- και ποτέ να μην τούς καταριέστε.

'Όπως γίνεται αντιληπτό, κοινό χαρα­κτηριστικό όλων αυτών των προτροπών τού αποστόλου Παύλου είναι ή ανυπό­κριτη αγάπη. Αγάπη όχι πλασματική άλλα ειλικρινής. Αγάπη πού δεν περιο­ρίζεται σε ωραία λόγια χωρίς ουσία. Μια αγάπη θερμή και διάπυρη, αυθόρμητη και εγκάρδια και όχι αναγκαστική. Και αυτή ή αγάπη μας πρέπει να είναι το κύ­ριο έργο μας. Όποια διακονία κι αν κά­νουμε, όταν την κάνουμε με ανυπόκριτη αγάπη, τότε επιδιώκουμε με όλες μας τις δυνάμεις να την κάνουμε άρτια- δεν την επιτελούμε πρόχειρα, με χλιαρότητα και ραθυμία, ούτε δυσκολευόμαστε να θυ­σιάσουμε την άνεση και την ανάπαυση μας. Όταν έχουμε αγάπη ανυπόκριτη, τότε όλα γίνονται με πνευματική θερμό­τητα και ζέση. Με θερμό πόθο προς τον Θεό και τα τού Θεού. Ή θερμότητα της αφοσιώσεώς μας αυτής μάς προσφέρει ασύγκριτη χαρά στη διακονία μας. Αυτή μάς τελειοποιεί και μάς ανοίγει τις πύλες τού Παραδείσου. □

ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΙΟΥΛΙΟΥ(ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ’ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)

1. ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑ

Ή Εκκλησία μας τιμά σήμερα τούς 630 θεοφόρους Πατέρες πού συγκρότησαν το 451 στη Χαλκηδόνα την Τετάρτη Οικουμε­νική Σύνοδο. Ή Σύνοδος αυτή κατεδίκασε τον αιρετικό Ευτυχή, ό όποιος ισχυριζόταν ότι ό Χριστός είχε μόνο μία φύση, τη θεϊκή. Οι άγιοι Πατέρες διεκήρυξαν την ορθόδο­ξη πίστη της Εκκλησίας, ότι ό Χριστός είχε δύο τέλειες φύσεις, τη θεία και την ανθρώ­πινη. Και οι δύο αυτές φύσεις ήταν ενωμέ­νες «άτρέπτως, άσυγχύτως, άναλλοιώτως και αδιαιρέτως» στο ένα πρόσωπο του Υι­ού και Λόγου του Θεού.

Στο αποστολικό ανάγνωσμα πού έχει επιλεγεί για τη μεγάλη αυτή εορτή, ό από­στολος Παύλος τονίζει στο μαθητή του και απόστολο Τίτο δύο βασικά εφόδια πού πρέπει να έχει: τα θεάρεστα έργα και τα ωφέλιμα λόγια. Του λέει λοιπόν: Όλα αυ­τά πού σου είπα, ότι οι πιστοί αναγεννη­θήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώ­νια ζωή, είναι λόγια αξιόπιστα και αλήθεια αδιαμφισβήτητη. Και γι' αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα, για να φρον­τίζουν όσοι έχουν πιστεύσει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έρ­γα. «Ταύτα έστι τα καλά και ωφέλιμα τοΐς άνθρώποις». Αντίθετα να αποφεύγεις τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες, όπως και τις φιλονικίες και τις διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες.

Οι ωφέλιμες λοιπόν συζητήσεις και τα θεάρεστα έργα θα πρέπει να είναι τα δύο βασικά χαρακτηριστικά πού πρέπει να κοσμούν όχι μόνο τούς κληρικούς άλλα κάθε πιστό. Λόγια πού οικοδομούν, και έρ­γα πού ακτινοβολούν αγάπη. Τα δύο αυ­τά στοιχεία τα έχουμε ιδιαιτέρως ανάγκη στην εποχή μας, σε μία εποχή όπου τα έργα είναι ελάχιστα και οι περισσότεροι εί­μαστε εύκολοι να λέμε πολλά λόγια χωρίς να κάνουμε έργα. Είμαστε εύκολοι στο να κάνουμε κριτική, και δυσκίνητοι στο να προσφέρουμε σε έργα αγάπης. Εύκολοι στο να απαιτούμε, και δύσκολοι στο να θυσιαζόμαστε. Ή Εκκλησία μας όμως μας ζητά ακρίβεια λόγων και γνησιότητα έρ­γων. Αυτά είναι δύο απαραίτητα εφόδια για τη σωτηρία μας και βασικά στοιχεία της ορθοδόξου μας Πίστεως. Ορθοδοξία και Όρθοπραξία. Κι ας μη δικαιολογούμαστε ότι δεν έχουμε χρόνο. Διότι πώς έχουμε χρόνο για τόσα άλλα πράγματα και δεν βρίσκουμε λίγη ώρα για να διακονήσουμε στα έργα της Εκκλησίας με το λόγο μας ή τον κόπο μας; Δεν μπορούμε να βρούμε λίγη ώρα να προσφέρουμε στα έργα της κατηχήσεως, της φιλανθρωπίας, της πα­ρηγοριάς των θλιβομένων, της επισκέψε­ως των ασθενών; Πόσα θεάρεστα έργα μπορούμε να κάνουμε, πόση αγάπη μπο­ρούμε να δείξουμε μ' έναν ωφέλιμο λόγο και με λίγη συμπόνια;

2. ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος ανα­φέρεται στη μεγάλη μάστιγα της Εκκλη­σίας, τη μάστιγα των αιρετικών. Και λέει: «Αίρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτοΰ»· αιρετικό άν­θρωπο πού επιμένει να δημιουργεί σκάν­δαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, ενώ τον συμβούλευσες για πρώτη και για δεύ­τερη φορά, παράτησε τον και απόφευγε τον. Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει- και για την αμαρτία του αυτή κατακρίνεται από τη συνείδηση του και από τον ίδιο του τον εαυτό.

Κατόπιν ό απόστολος Παύλος δίνει ορι­σμένες πρακτικές οδηγίες στο μαθητή του. Του λέει: Όταν σου στείλω τον Άρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να πε­ράσω το χειμώνα. Τον Ζηνά το νομοδιδάσκαλο και τον Άπολλώ κατευόδωσέ τους, αφού τούς εφοδιάσεις με τα κατάλληλα ε­φόδια για το ταξίδι τους, για να μην τούς λείπει τίποτε. Ας μαθαίνουν έτσι και οι δικοί μας να πρωτοστατούν στα καλά έργα, για να μη στερούνται πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτη­σε όσους μας αγαπούν. Ή χάρις του Θεού να είναι με όλους σας. Αμήν.

Μας προκαλεί μεγάλη εντύπωση ασφα­λώς ή προτροπή του αποστόλου Παύ­λου προς τον Τίτο να αποφεύγει πλήρως τούς αιρετικούς ανθρώπους. Είναι μία προτροπή πού απευθύνεται σε επίσκοπο και αποτελεί ξεκάθαρη ποιμαντική οδη­γία. Βέβαια ίσως κάποιοι πουν ότι για να προσεγγίσει κανείς τούς αιρετικούς και να τούς βοηθήσει να μετανοήσουν, είναι καλό να έχει κάποιες επαφές μαζί τους, κάποια άγαπητική επικοινωνία. Όμως έδώ ό από­στολος Παύλος λέει ακριβώς το αντίθετο. Κι αυτό πρέπει να το προσέξουμε όλοι μας ιδιαιτέρως και μάλιστα σε μία εποχή όπου οι λαοί αναμειγνύονται και οι συνειδήσεις δυστυχώς αμβλύνονται. Άλλο πράγμα εί­ναι οι επίσημοι διάλογοι της Εκκλησίας με τούς ετεροδόξους αιρετικούς και άλλο ή κατ' ιδίαν επικοινωνία μαζί τους, για να τούς βοηθήσουμε, όπως νομίζουμε, να επι­στρέψουν. Και εξηγούν οι ιεροί ερμηνευ­τές ότι αποτελεί άσκοπο κόπο και επικίν­δυνη ενέργεια να προσπαθεί κανείς να συνετίσει κάποιους αιρετικούς με εκδηλώ­σεις φιλοφροσύνης και διπλωματίας.

Διότι θα κινδυνεύσει ό ίδιος να παρα­συρθεί στην αίρεση. Οι αιρετικοί θα επι­στρέψουν με τη Χάρη του Θεού, κι όταν δουν εμάς τούς Ορθοδόξους να ζούμε γνήσια και ξεκαθαρισμένη πνευματική ζωή. Ζωή μετανοίας και άγιότητος. Ζωή αληθείας και χάριτος.

ΚΥΡΙΑΚΗ 10 ΙΟΥΛΙΟΥ: Δ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ρωμ. στ' 18-23 ΕΩΘΙΝΟΝ: Δ'

ΜΙΑ ΠΟΛΥΚΑΡΠΗ ΔΟΥΛΕΙΑ

«Νυνί έλευθερωθέντες από της αμαρτίας δουλωθέντες δέ τω Θεώ έχετε τον καρπόν υμών εις άγιασμόν, το δέ τέλος ζωήν αίώνιον».

Εξανίσταται ό σύγχρονος άνθρωπος μόλις ακούσει το αποστολικό αυτό κείμενο, πού μι­λάει για απελευθέρωση από την αμαρτία και υποδούλωση στον Θεό. Αντιδρά και με την σκέψη μόνο της φράσεως «δουλωθέντες τω Θεώ».

ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Ό άνθρωπος, πού παρασύ­ρεται από το πνεύμα της εποχής μας, θέλει να είναι αδέσμευτος, ελεύθερος από κάθε νόμο. Δεν θέλει να ύποταχθεί σε εντολές. Δεν θέλει να δεχθεί τις απαγορεύ­σεις του Θείου Νόμου, πού όμως θα τον οδηγήσουν στην αληθινή ελευθερία. Και καταντάει δούλος της αμαρτίας, των παθών. Προτι­μάει τη δουλεία στους ανθρώπους και όχι στον Κύριο και Θεό του. Προτιμάει να ακόλουθη πιστά τα κελεύσματα και συχνά τους εξωφρενισμούς της μόδας και όχι τα κελεύσματα του Ουρανού. Να ζει μέσα στο βούρκο του κακού και όχι στους πάμφωτους κόσμους της αρετής.

Έρχεται όμως, για άλλη μια φορά το Πνεύμα τού Θεού να του ζήτηση να αξιολόγηση τα πράγματα. Να επανεκτίμηση τούς δύο αυτούς δρόμους. Το δρόμο πού οδηγεί στην πραγματική σκλαβιά, στη σκλαβιά του κακού και στον άλλο πού οδηγεί στη δουλεία του Θεού, πού όμως δεν είναι δουλεία, αλλά ελευθερία. Ό άνθρωπος πού αναγνωρίζει τον Κύριο, Κύριο και Θεό του, πού ελεύθερα δέχεται να ύπο­ταχθεί στο θείο Του θέλημα, γίνεται ελεύθερος, ελεύθερη προσωπικότητα. Ό ίδιος ό από­στολος Παύλος τονίζει ότι «έπ' ελευθερία έκλήθητε» και μάς παρακινεί να μείνουμε ακλόνητοι στην ελευθερία πού μάς χάρισε ό Χριστός. Να μην βάζουμε τον εαυτό μας κάτω από κανένα ζυγό δουλείας. Δύο καρπούς της πνευ­ματικής αυτής ελευθερίας μάς υπογραμμίζει σήμερα ό μεγάλος Απόστολος.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ Πρώτος καρπός είναι ό αγια­σμός. Ό άνθρωπος του Θεού αγωνίζεται για να πετύχει τον αγιασμό του. Φέρεται προς την «τελειότητα». Δεν σημαίνει αυτό ότι από τη μια ώρα στην άλλη θα απαλλαγεί από κακίες και πάθη και θα απόκτηση αρετές και καλοσύνες. Για τον δούλο του Θεού κάθε ημέρα, πού προσ­παθεί να κάνει το καθήκον του, να εφαρμόσει στο σπίτι, στη δου­λειά του παντού, το θέλημα του Θεού, είναι κι ένα βήμα προς την αγιότητα. Κάθε φορά πού με αγώνα και προσπάθεια ζητάει να δειχθεί ανεξίκακος στον εχθρό του, δίκαιος στις συναλλαγές του, άνθρωπος αγάπης και θυσίας προς τον πονεμένο, φέρεται προς την τελειότητα.

Στην πνευματική του πορεία θα έχει διακυμάνσεις, ίσως και κάμψεις. Δεν θα εγκαταλείψει όμως την προσπάθεια, άν είναι αληθινός «δούλος τού Θεού».

Ό δεύτερος καρπός της θελη­ματικής αυτής «δουλείας» είναι ή χαρά της αιωνιότητας. Το τέλος αυτής της πορείας είναι ή αιώνια ζωή -ένα έπαθλο μοναδικό- ανυ­πολόγιστης αξίας.

Ένα έπαθλο, πού ό «δούλος της αμαρτίας» το έχει διαγράψει, διότι δεν πιστεύει στην αιωνιό­τητα.

Ό θάνατος γι' αυτόν είναι το τέλος της ζωής πού κατανα­λίσκεται στην ηδονή, στη ζωή της φιλαυτίας, πού ζητάει να κατάκτηση μόνο τον κόσμο αυτό. Θυσιάζει για την αμαρτία αγαθά πολύτιμα και αιώνια. Φαντάζεται ότι ή υποδούλωση στην ποικίλη ανομία θα του δίνει συνέχεια τέρ­ψεις και απολαύσεις. Αλλά όλες αυτές γρήγορα εξαντλούνται. Και όταν ό μάταιος βίος φθάνει στο τέρμα του, όλες οι δήθεν επιτυχίες του, παρουσιάζονται σαν πυκνό νέφος καπνού, πού πνίγουν την καρδιά και οδηγούν στον αιώνιο θάνατο.

Πόσο όμως διαφορετικά είναι τα πράγματα για τον «δούλο του Θεού». Έδώ ο αιώνιος θάνατος αντικαθίσταται με την ατελεύτητη, χαρούμενη ζωή. Ή απελπισία, ή αγωνία δίνει τη θέση της στον αγώνα και στην προσμονή της αίωνιότητος. Ή τελική επιβράβευ­ση της αγωνιστικής πορείας του.

Να οι πνευματικοί καρποί, πού χαρίζει ό Θεός σε όσους ελεύθε­ρα ποθούν και αγωνίζονται να είναι πιστά και αγαπητά παιδιά Του. Ευτυχείς και στη ζωή αυτή και στη μακαριότητα της βασιλεί­ας των ουρανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ 3 ΙΟΥΛΙΟΥ: Γ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ρωμ. ε' 1-10

Η ΓΝΗΣΙΑ ΑΓΑΠΗ «Συνίστησι την εαυτού άγάπην είς ημάς ό Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε».

Στις μέρες μας γίνεται κατά­χρηση της λέξεως αγάπη. Ή λέξη αγάπη φαίνεται να έχει χάσει το υπέροχο και μοναδικό νόημα της. Ή σημερινή όμως αποστολική πε­ρικοπή μας καθοδηγεί να βρούμε το γνήσιο και αληθινό νόημα της αγάπης. Την ουσιαστική της σημασία. Μας φέρνει κοντά στην αιώνια πηγή της γνήσιας αγάπης. Μας μιλά για την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Στην αγάπη αύτη ανακαλύπτουμε τα χαρακτη­ριστικά στοιχεία της πραγματικής αγάπης.

ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ό απόστολος Παύλος τονίζει σήμερα, ότι ό σταυρικός θάνατος του Χρίστου υπήρξε ή μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης του Θεού για μας. Και τούτο, γιατί στο θάνατο του Ιησού Χριστού αποκαλύπτε­ται ή πιο μεγάλη θυσία.

Ό Θεός Πατέρας για τη σω­τηρία του κόσμου θυσιάζει ό,τι πολυτιμότερο είχε, τον μονογενή Υιό του. «Ούτω γαρ ήγάπησεν ό Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υίόν αυτού τον μονογενή έδωκεν», γράφει ό ευαγγελιστής Ιωάννης (Ίωάν. γ' 16).

Καμιά θυσία δεν είναι μεγάλη για την γνήσια αγάπη. Ή θυσία είναι το ασφαλέστερο κριτήριο της αγάπης. Μπορούμε να υπο­λογίσουμε το μέγεθος της αγάπης, όταν δούμε το μέγεθος της θυσίας. Όταν αντικρίζουμε τον σταυρό τού Γολγοθά και όταν γνωρίζουμε ότι ό εσταυρωμένος Ιησούς είναι ό μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, μπορούμε, έστω και λίγο, να νιώσουμε το άπειρο «πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος» της αγάπης τού Θεού (Έφεσ. γ' 18).

Ή μητέρα, πού θυσιάζει την ησυχία της, την άνεση της και είναι έτοιμη και αυτή τη ζωή της να προσφέρει για το παιδί της, αύτη ή μητέ­ρα έχει τη γνήσια αγάπη. Ό νέος, πού θεωρεί χαρά του να προσφέρει τον χρόνο του, τις γνώσεις του, τις ικανότητες του και αυτό ακόμη το αίμα του, άν χρειαστεί, για τους αδελφούς του, για την Πατρίδα του, για την Εκκλησία του Χρι­στού, αυτός έχει τη γνήσια αγάπη. Στο πνεύμα της θυσίας, πού αρχί­ζει από την πιο μικρή προσφορά και φθάνει ως την πιο πολύτιμη, βρίσκεται το αληθινό κριτήριο της γνήσιας αγάπης.

Θα ακούσης πολλές φορές να σού μιλούν για αγάπη. Μη βιαστής να άνοιξης την καρδιά σου. Προσ­πάθησε να διακρίνεις πίσω από τα λόγια την πραγματικότητα. Να διακρίνεις την διάθεση της θυσίας, την ανιδιοτέλεια της προσφοράς. Μια ψυχή πού αγαπά, έχει για χαρακτηριστικό της γνώρισμα τη θυσία. Αυτή την αγάπη έδειξε ό Κύριος και γι' αυτήν είπε τα υπέροχα εκείνα λόγια! «Έγώ ήγάπησα ύμας. Μείζονα ταύτης άγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θή υπέρ των φίλων αυτού» (Ίωάν. ιε' 13).

Ό Κύριος μάς ονομάζει φί­λους. Ή πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική. Κι εδώ ακριβώς αποκαλύπτεται το ύψος και

ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ τού Χριστού. Ό απόστολος Παύλος το τονίζει ιδιαιτέρως. Όχι μόνο φίλοι τού Χριστού δεν είμαστε, αλλά εχθροί του, αντί­παλοι του.Είμαστε αμαρτωλοί. Τίποτα το αξιαγάπητο δεν υπήρχε σε μάς, για να μάς αγαπήσει ό Χριστός. Και όμως «έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε». Ενώ εμείς, στα χρόνια της αγνοίας και της απιστίας, τον υβρίσαμε και τον αρνηθήκαμε και τον μισήσαμε, Εκείνος μάς αγάπησε. Και εάν σήμερα πού τον πιστεύουμε, τον αγαπάμε, δεν το κάνουμε αυτό από δική μας καλοσύνη. Είναι γιατί «Αυτός πρώτος ήγάπησεν ημάς» (Α'Ίωάν.δ'19).

Αυτό το ύψος και το μεγαλείο παίρνει και ή δική μας αγάπη κάθε φορά, πού την δείχνουμε όχι στους φίλους μας, αλλά στους αντιπά­λους μας, στους εχθρούς μας.

Όταν ό γείτονας σου σε εχθρεύεται και συ τον αγαπάς, τότε έχεις τη γνήσια αγάπη. Όταν ό συνά­δελφος σου σε δολιεύεται και συ τον αγαπάς, τότε έχεις τη γνήσια αγάπη. Όταν αγαπάς τον εχθρό σου, βρίσκεσαι στο δρόμο πού οδηγεί στις πηγές της μοναδικής, της γνήσιας αγάπης. Ό Κύριος μας το βεβαίωσε: «Αγαπάτε τούς εχθρούς υμών... και έσεσθε υιοί, υψίστου» (Λουκ. στ' 35).

Διψάμε για αγάπη. Για γνήσια αγάπη. Την γνήσια αγάπη θα την συναντήσουμε, θα την σπουδά­σουμε, θα την χαρούμε και θα την απολαύσουμε μόνο στην αιώνια πηγή της. Στην αγάπη του Θεού. Την μοναδική, την γνήσια αγάπη.

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΟΥΝΙΟΥ: Β' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ρωμ. β' 10-16

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ «Έν ήμερα ότε κρίνει ό Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων».

Οι άνθρωποι έχουν μυστικά. Τα κρατούν κρυμμένα μέσα στο βά­θος της "ψυχής τους. Κανένα ξένο μάτι δεν μπορεί να τα δει, καμιά ανθρώπινη σκέψη δεν μπορεί να τα αποκαλύψει. Έδώ ό άνθρωπος κατορθώνει την απόλυτη απόκρυ­ψη και μυστικότητα.Κάποτε όμως το πέπλο αυτό της μυστικότητος θα αποσυρθεί. Και τα μυστικά θα γίνουν πλέον φανερά. Τα κρυπτά θα δημοσι­ευθούν και θα κριθούν. Θα έλθει ημέρα, λέει ό απόστολος Παύλος, «ότε κρίνει ό Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων». Γι' αυτό ακριβώς πρέ­πει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στη μυστική μας ζωή.

«ΤΑ ΚΡΥΠΤΑ ΤΟΥ ΣΚΟ­ΤΟΥΣ».

Κατά κανόνα ρίχνουμε το πέ­πλο της μυστικότητος, για να κρύψουμε τα αμαρτωλά και άνομα έργα μας. Ή κρυφή, ή ένοχη ζωή μας είναι συνήθως ή ιστορία της αμαρτωλής ζωής μας. 'Ο ένας αδικεί, χωρίς κανείς να τον παίρνει είδηση. Ό άλλος υπονομεύει τη θέση τού συναδέλφου του, χωρίς κανένας ούτε καν να τον υποψιασθεί. Και ό τρίτος κάνει τη φαυλότητα μέσα στο σκοτάδι χωρίς κανένας να τον δει.

Μάταιος κόπος! Ό,τι κι' άν κάνουμε δεν είναι δυνατόν να κρυ­φθούμε. Ή μυστικότητα, πού πετυ­χαίνουμε, είναι προσωρινή. Γιατί ό,τι δεν γνωρίζουν οι άνθρωποι, το γνωρίζει πολύ καλά ό Θεός. Εμπρός του είναι όλα «γυμνά και τετραχηλισμένα» (Έβρ. δ' 13). Κανένα σκοτάδι, κανένα κλειδί, καμιά ερημιά δεν μάς ασφαλίζει από τα μάτια τού Θεού. «Σκότος ού σκοτισθήσεται από σού καί νύξ ώς ήμερα φωτισθήσεται» λέει ό Δαβίδ (Ψαλμ. ρλη' 12). Βλέπεις Κύριε, μέσα στο πυκνό σκοτάδι και ή νύχτα ενώπιον σου είναι σαν ημέρα φωτεινή.

Επομένως τίποτε δεν μπορεί να μείνει κρυμμένο. Όλα θα αποκαλυφθούν. Πολλές φορές αποκαλύπτονται έδώ στη γη. Αμαρτήματα και εγκλήματα, πού έγιναν με όλη την τέχνη και όλη τη μυστικότητα, αποκαλύπτονται μέχρι λεπτομερειών. Θα φανερω­θούν όμως και θα αποκαλυφθούν οπωσδήποτε εκείνη την ήμερα. Το Πνεύμα τού Θεού το διακηρύττει: Ό Κύριος «φωτίσει τα κρυπτά του σκότους και φανερώσει τάς βουλάς των καρδιών» (Α' Κορινθ. δ' 5). Και ό απόστολος Παύλος σήμερα συμπληρώνει: «Ο Θεός κρίνει τα κρυπτά των ανθρώπων». Αυτά, πού οι άνθρωποι έκαναν μυστικά, αυτά «τα κρυπτά της αισχύνης» (Β' Κορινθ. δ' 2) θα δημοσιευθούν και θα κριθούν. Και αυτό δεν είναι μια θεωρία. Είναι λόγος Κυρίου Παντοκράτορος.

Είναι δυνατόν όμως να υπάρ­χουν και ΑΓΙΑ ΜΥΣΤΙΚΑ στην ψυχή μας. Ή μυστικότητα είναι το ιερό πέπλο, πού μάς έδω­σε ό Θεός, για να σκεπάζουμε το άδυτο της ψυχής μας. Και πολλοί το προσέχουν ιδιαίτερα αυτό. Κρατούν μυστικά και κρυμμένα τα έργα της αγάπης και της κα­λοσύνης. Βοηθούν ένα φτωχό και απροστάτευτο ορφανό, ενισχύουν μια πολύτεκνη οικογένεια. Δεν το λένε όμως. Δεν το σαλπίζουν. Γι' αυτό και τα έργα αυτά της αγάπης μένουν συνήθως άγνω­στα στους πολλούς. Γίνονται «έν τω κρύπτω» (Ματθ. στ' 4), όπως παράγγειλε ό Κύριος. Είναι αυτά τα πιο ωραία, τα πιο αγνά μυστικά των ανθρώπων. Έπειτα έρχεται και ή μυστική ζωή της προσευχής. Προσεύχεται ό πιστός, όπως τού υπέδειξε ό Κύριος «εις το ταμιείον του... έν τω κρύπτω» (Ματθ. στ 6). Χωρίς κανείς να τον βλέπει, Χωρίς κανείς να τον ακούει. Ούτε και τα χείλη του πολλές φορές δεν σαλεύουν. Τα μυστικά της προσευχής είναι τα πιο άγια μυστικά των ανθρώπων.

Δεν θα μείνουν βέβαια για πάντα κρυμμένα τα μυστικά αυτά. Και τα άγια μυστικά θα αποκαλυ­φθούν κάποτε, «έν ήμερα ότε κρί­νει ό Θεός τα κρυπτά των ανθρώ­πων». 'Αλλά τα άγια μυστικά θα φανερωθούν, για να βραβευθούν, για να δοξασθούν και να τιμηθούν εκείνοι πού τα κράτησαν στο ιερό άδυτο της ψυχής τους.

Ό Κύριος το βεβαίωσε πολλές φορές και κατηγορηματικά: «Οπατήρ σου ό βλέπων έν τω κρύπτω αποδώσει σοι έν τω φανερω». Και ό Απόστολος στη σημερινή περικοπή δηλώνει, ότι θα δοθεί «δόξα και τιμή και ειρήνη παντί τω έργαξομένω το αγαθόν».

Υπάρχουν ασφαλώς και στη δική μας ψυχή πολλά μυστικά. Ας τα εξετάσουμε με προσοχή. Και άν διαπιστώσουμε, πώς είναι -μερικά ή όλα- «κρυπτά του σκότους και της αισχύνης», ας φροντίσουμε να τα φανερώσουμε στο φώς της μετανοίας και εξομολογήσεως. Πρέπει ό ιερός χώρος της ψυχής να καθαρίσει από ό,τι ακάθαρτο μυστικό υπάρχει. Στα άγια των άγιων της ψυχής μας ας κατοικεί μόνον ό Χριστός.

ΚΥΡΙΑΚΗ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ(ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ)

(Α' Ματθαίου) Των Αγίων Πάντων ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Εβρ. ια' 33 - ιβ' 2

1. ΠΟΣΟ ΑΞΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΠΟΙ

Ή σημερινή Κυριακή είναι αφιερωμέ­νη σ' όλους τούς Αγίους της Πίστεως μας, γνωστούς και άγνωστους, πού αγά­πησαν πολύ τον Θεό και έζησαν σύμ­φωνα με το θέλημα του. Αμέτρητοι μά­λιστα απ' αυτούς έδωσαν ακόμη και τη ζωή τους για την πίστη τους. Στο α­ποστολικό ανάγνωσμα ό θείος Παύλος κάνει μία αναφορά στους Αγίους της Παλαιάς Διαθήκης και εξυμνεί την πί­στη τους. Όλοι αυτοί, λέει, έδειξαν με­γάλη γενναιότητα και πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων πού τούς έδωσε ό Θεός. Έφραξαν τα στό­ματα των λιονταριών, έσβησαν την κα­ταστρεπτική δύναμη της φωτιάς, διέ­φυγαν τον κίνδυνο της σφαγής, πήραν δύναμη και θεραπεύθηκαν από αρρώ­στιες- αναδείχθηκαν ανίκητοι στον πό­λεμο, έτρεψαν σε φυγή τις εχθρικές παρατάξεις και τα πολυπληθή στρατεύ­ματα τους. Με την πίστη στη δύναμη των απεσταλμένων του Θεού Προφη­τών ορισμένες γυναίκες είδαν να ανα­σταίνονται οι νεκροί συγγενείς τους. Άλλοι επίσης βασανίστηκαν σκληρά μέ­χρι θανάτου, επειδή δεν δέχθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους- κι άλλοι δο­κίμασαν σκληρούς πειρασμούς, εμπαι­γμούς, μαστιγώσεις, φυλακίσεις. Λιθοβο­λήθηκαν, πριονίσθηκαν, σφαγιάσθηκαν. Κι άλλοι περιφέρονταν σαν μετανάστες έδώ κι εκεί. Περιπλανιούνταν στις ερη­μιές, στα βουνά και σε σπηλιές της γης. "Έζησαν μέσα σε στερήσεις, υπέφεραν θλίψεις και κακοπάθειες. Όλοι αυτοί έ­χουν ανεκτίμητη αξία. Ολόκληρος ό κό­σμος δεν αξίζει όσο οι άγιοι αυτοί άν­δρες, κι ούτε μπορεί να συγκριθεί μ' αυτούς. Και όλοι αυτοί, ενώ έδειξαν τέ­τοια πίστη μέχρι αυτοθυσίας, δεν πή­ραν ακόμη την αμοιβή τους από τον Θεό, αλλά περιμένουν κι εμάς για να α­πολαύσουν μαζί μας τη δόξα του ουρα­νού. Και να σκεφθεί κάνεις ότι ό από­στολος Παύλος έχει ύπ' όψιν του μόνο τούς Αγίους της Παλαιάς Διαθήκης. Τί θα έλεγε άραγε για τούς Αγίους της Και­νής Διαθήκης; Τί θα έλεγε για την αρετή τους, την αξιοθαύμαστη μαρτυρία και το μαρτύριο τους;

Πόσο λοιπόν αξίζουν οι Άγιοι; Ολό­κληρη ή κτίση μαζί με όλους τούς αν­θρώπους της εάν αντιπαρατεθεί μπρο­στά τους, δεν θα βρεθεί κάτι πού να αξίζει όσο οι Άγιοι. Διότι αυτοί σήκω­σαν επάνω τους την ευθύνη για την πο­ρεία όλου του κόσμου. Απέδειξαν με τη ζωή τους την ύπαρξη του Θεού, δό­ξασαν τον Θεό με τη ζωή τους και την ομολογία τους. Αυτοί έδειξαν στους γύ­ρω τους πόσο ψηλά μπορεί να φθάσει ό άνθρωπος, σε ποιά ύψη αρετής και αυταπαρνήσεως και προσφοράς μπο­ρεί να ανέλθει.

Οι Άγιοι δεν πέθαναν ποτέ. Ζουν ανά­μεσα μας. Τούς αισθανόμαστε ολοζών­τανους να πρεσβεύουν για μας. Να δέονται για τον κόσμο μας. Να μας με­ταγγίζουν τη Χάρη του Θεού. Γι’ αυτούς ό Θεός δεν καταστρέφει τον κόσμο. Γι’ αυτούς δεν εγκαταλείπει και όλους εμάς πού παραβαίνουμε τόσο εύκολα το θέ­λημα του. Ας εκτιμήσουμε λοιπόν την αξία τους. Ας γνωρίσουμε τη ζωή τους κι ας μιμηθούμε το άγιο παράδειγμα τους.

2. ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος μας καλεί να εμπνευστούμε από τούς Αγίους μας. Έχοντας, λέει, κι εμείς τριγύ­ρω μας ένα τόσο μεγάλο σύννεφο μαρ­τύρων της πίστεως, ας πετάξουμε από πάνω μας κάθε φορτίο βιοτικών φρον­τίδων, και πολύ περισσότερο την αμαρ­τία, στην οποία εύκολα κανείς παρασύ­ρεται. Κι ας τρέχουμε με υπομονή στον αγώνα πού προβάλλει εμπρός μας. Και πουθενά άλλου ας μη στρέφουμε τα βλέμματα μας παρά μόνο στον Κύριο μας, πού είναι ό αρχηγός της πίστεως μας και μας τελειοποιεί σ' αυτήν. Αυτός για τη χαρά πού είχε μπροστά του και θα δοκίμαζε, όταν με το πάθημα του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θά­νατο και περιφρόνησε τη ντροπή και την ατίμωση του θανάτου αυτού. Και γι' αυτό και έχει καθίσει τώρα ένδοξος στα δεξιά του θρόνου του Θεού.

Αγώνας δρόμου λοιπόν είναι ή ζωή μας. Σ' αυτόν τον αγώνα, μάς λέει ό α­πόστολος Παύλος, πρέπει να τρέχουμε με υπομονή. Διότι ό αγώνας της ζωής μας έχει φορτία δυσβάστακτα, βάσανα και προβλήματα. Καθημερινά αντιμετω­πίζουμε αρρώστιες, οικονομικές δυσκο­λίες, πειρασμούς- κάποτε και αδικίες και συκοφαντίες πού τραυματίζουν βαθιά την ψυχή μας. Σ' όλες αυτές τις δύσκο­λες ώρες λοιπόν ας στρέφουμε το νου μας στον αρχηγό της πίστεως μας, τον Κύριο Ιησού, πού τόσα υπέφερε για μάς. Πόσο πόνεσε για μάς ό Άγιος των αγίων! Έτρεξε ποτάμι το πανάχραντο αίμα του από τις πληγές πού του άνοι­ξαν οι σταυρωτές του. Με πόση όμως υπομονή υπέμεινε τα τόσο σκληρά Πά­θη του! Κανείς δεν βασανίσθηκε τόσο πολύ όσο ό Χριστός μας. Αλλά και όλοι οι Άγιοι της πίστεως μας ακολούθησαν το παράδειγμα της υπομονής του Κυρί­ου μας. Σήκωσαν βαρύτατο φορτίο πό­νου και δοκιμασιών.

Μήπως λοιπόν εμείς είμαστε καλύτε­ροι απ' αυτούς για να μην έχουμε δοκι­μασίες; Εκείνοι άγιοι, εμείς αμαρτωλοί. Εκείνοι υπέφεραν τα πάντα, κι εμείς ε­λάχιστα. Ας βλέπουμε λοιπόν το δικό τους παράδειγμα, και προπαντός το πα­ράδειγμα του Κυρίου μας, κι ας μάθου­με κι εμείς να αγωνιζόμαστε με υπομο­νή στο δικό μας αγώνα. Να σηκώνουμε αγόγγυστα τις δοκιμασίες μας με προ­θυμία και πίστη, με υπομονή και ελπίδα. Για να καθίσουμε κάποτε κι εμείς μαζί με τον Κύριο στον ένδοξο θεϊκό του θρό­νο πλημμυρισμένοι στο φως και στη δό­ξα του. ::

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΙΟΥΝΙΟΥ: ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ!

ΠΝΟΗ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ

«Έγένετο... ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας... και ώφθησαν αύτοΐς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ώσεί πυρός».

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. β' 1-11

Οι ουρανοί άνοιξαν οριστικά! Τους

άνοιξε ό αναστημένος, ό θριαμβευτής, ό δοξασμένος Ιη­σούς Χριστός, ό όποιος με την Ανάληψη του «έκάθισεν έν δεξιά της μεγαλωσύνης έν ύψηλοίς» (Έβρ. α' 3). Και από τους ανοιγμέ­νους πια ουρανούς την ημέρα της Πεντηκοστής ξεχύθηκε ή δωρεά του άγιου Πνεύματος στις ψυχές των ανθρώπων. Στην περιγραφή τού μεγάλου αυτού γεγονότος, πού ακούσαμε στη σημερινή απο­στολική περικοπή, το Πανάγιο Πνεύμα εικονίζεται με δύο σύμ­βολα. Με την πνοή και τη φωτιά. Ποιο όμως είναι το νόημα των δύο αυτών συμβολισμών;

ΠΝΟΗ Πνοή τού άνεμου είναι ή λεπτή αύρα, πού περνά απαλά ανάμε­σα στα φύλλα των δένδρων και δροσίζει το πρόσωπο. Πνοή όμως τού ανέμου είναι και το δυνατό φύσημα της καταιγίδας, πού ξερι­ζώνει αιωνόβια, δέντρα και βυθίζει πανίσχυρα πλοία. Έτσι και το Πνεύμα του Θεού. Είναι λεπτό, σαν την αύρα και δυνατό σαν τη θύελλα και την καταιγίδα.

Το άγιο Πνεύμα έρχεται ήρε­μα και απαλά στην ψυχή μας και την δροσίζει, την παρηγορεί, την ανακουφίζει. Στον θλιμμένο και απελπισμένο φέρνει την παρη­γοριά και την ελπίδα. Με τα ιερά μυστήρια καθαρίζει και αναγεννά τις ψυχές μας. Στις ώρες των μεγά­λων αποφάσεων της ζωής, έρχεται διακριτικά και δημιουργεί τις όμορφες σκέψεις, τούς ευγενείς οραματισμούς, τις βαθιές συγκι­νήσεις. Μιλάει «ώς φωνή αύρας λεπτής» (Γ. Βασιλ. ιθ' 12).

Υπάρχουν όμως και οι πε­ριπτώσεις, πού το άγιο Πνεύμα έρχεται ως «βιαία πνοή» και δημιουργεί τούς μεγάλους και σωστικούς συγκλονισμούς. H «βιαία» αυτή πνοή τού Πνεύματος τού Θεού με ένα δυνατό κτύπημα, με μια δοκιμασία, με ένα συγκλο­νιστικό γεγονός, συντρίβει τον εγωισμό ενός ώριμου και δυνατού ανθρώπου και τον οδηγεί στην με­τάνοια και την πίστη. Το Πνεύμα τού Θεού ζωοποιεί και ανασταίνει τις νεκρωμένες ψυχές των ανθρώ­πων. 'Αλλ' ακόμη το άγιο Πνεύμα συμβολίζεται στην περικοπή και με τη

ΦΩΤΙΑ Ή φωτιά έχει τρεις ιδιότητες: Φωτίζει, θερμαίνει και καθαρί­ζει. Το άγιο Πνεύμα έρχεται στην ψυχή μας ως φώς. Έρχεται να μάς φωτίσει, να μάς αποκαλύψει το νόημα τού λόγου τού Θεού, να μάς διδάξει τί είναι ό Θεός, να μάς εξηγήσει τη σημασία της ζωής και τού θανάτου τού Ιησού Χριστού.

Το άγιο Πνεύμα έρχεται στην ψυχή μας ως θερμότης. Κάνει τις καρδιές μας να φλογίζωνται από αγάπη προς τον Χριστό. Το άγιο Πνεύμα πυρπολεί τις καρδιές ορι­σμένων ανθρώπων και τις οδηγεί στην ολοκληρωτική αφιέρωση και τη διακονία τού Κυρίου και της Εκκλησίας του. Αυτή την πυρ­καγιά τού Πνεύματος μέσα στις ανθρώπινες καρδιές τους είχαν νιώσει και οι δύο μαθηταί τού Χρι­στού, πού βάδιζαν προς Εμμαούς: «Ουχί ή καρδία ημών καιομένη ήν έν ήμίν;», έλεγαν μεταξύ τους.

Το άγιο Πνεύμα μπαίνει στην ψυχή μας ως φωτιά πού καθαρίζει. Μέσα στην ψυχή μας υπάρχουν ακάθαρτα και γήινα στοιχεία. Υπάρχουν μίση, φθόνοι, ιδιο­τέλειες, πάθη. Έρχεται όμως ή φωτιά τού Πνεύματος και τρώει τις σκουριές και καίει τα ακάθαρτα υλικά. Και ή φωτιά τού Πνεύμα­τος θα συνέχιση το καθαρτικό της έργο σ ολόκληρη τη ζωή μας. Γιατί θέλει να κάνη την αμυχή μας χρυσάφι καθαρό, τόσο καθαρό πού να μπορεί την «ήμερα εκείνη» να τοποθετηθεί στο στέμμα τού Βασιλέως Χριστού καινά ακτινοβολεί από ομορφιά και χάρη στην αιώνια δόξα της Βασιλείας του.

Καλούμεθα και μείς σήμερα να γίνουμε άνθρωποι πνοής και φωτιάς. Άνθρωποι τού άγιου Πνεύματος. Ζωντανοί, αναγεννη­μένοι, φωτεινοί. Το πέρασμα μας ανάμεσα από τούς αδελφούς μας να είναι μια πνοή αύρας λεπτής τού άγιου Πνεύματος, πού θα τούς δροσίζει και θα τούς ξεκουράζει. Ή ζωή μας, το παράδειγμα μας να είναι ένα φώς, πού θα φωτίζει τον δρόμο των συνανθρώπων μας. Σήμερα, τη μεγάλη αυτή ήμερα της Πεντηκοστής, ας ανοίξουμε διάπλατα τις ψυχές μας για να δεχθούν την πνοή και την φωτιά τού Παναγίου Πνεύματος.

ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ: ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ Α' ΣΥΝΟΔΟΥ

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ! «Εισελεύσονται... λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου».

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. κ' 16-18, 28-36

Όπου ποίμνιο, εκεί κ

αι λύκοι. Δεν έλειψαν οι λύκοι και από το ποίμνιο του Χρίστου. Δεν μπό­ρεσαν όμως να το αφανίσουν. Ή σημερινή επέτειος της Α' Οικου­μενικής Συνόδου μαρτυρεί τη νίκη της Εκκλησίας εναντίον των πρώτων φοβερών λύκων, των αιρετικών Άρειανών.Δεν λείπουν οι λύκοι, οι αιρε­τικοί και από τη σημερινή ποίμνη του Χριστού. Έχουν εισβάλει απειλητικοί. Ό κίνδυνος είναι και τώρα σοβαρός. Πώς θ' αντιμετωπιστεί; Τον τρόπο μας τον δείχνει ό απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική περικοπή και μαζί μας δίνει και τα δύο βασικά χαρακτη­ριστικά των αιρετικών.

ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ είναι το πρώτο. «Άναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα»,τονίζει ό μεγάλος Απόστολος. Θα εμφανισθούν άνθρωποι, πού θα διαστρέφουν την αλήθεια και θα διδάσκουν την πλάνη και την αίρεση.

Μήπως το ίδιο δεν κάνουν και οι σημερινοί αιρετικοί; Κοιτάξτε τούς χιλιαστές ή μάρτυρες του Γιεχωβά. Είναι ειδικοί στη διαστροφή της αλήθειας του Ευαγγελίου. Πλαστογραφούν τα ιερά κείμενα και διαστρέφουν τα λόγια της "Αγί­ας Γραφής. Ούτε ίχνος αλήθειας στα λόγια τους. Ψέμα και πλάνη και άπατη οι ιδέες τους. Νοθεύ­ουν και θολώνουν το κρυστάλλινο νερό της διδασκαλίας του Χρίστου και της Εκκλησίας. Είναι οι ίδιοι κακοί και διεστραμμένοι. Ποιά σχέση μπορεί να έχουν αυτοί με την αλήθεια; Μήπως μπορεί ένα «δένδρον σαπρόν καρπούς καλούς ποιείν»; (Ματθ. ζ' 18).

«ΛΥΚΟΙ ΒΑΡΕΙΣ» Ό απόστολος Παύλος προ­χωρεί τώρα στο δεύτερο χαρα­κτηριστικό των αιρετικών. Είναι «λύκοι βαρείς, λέει, μη φυόμενοι του ποιμνίου». Οι λύκοι είναι ύπουλοι, άγριοι, αιμοβόροι και καταστρεπτικοί. Προσπαθούν να αποσπάσουν τα πρόβατα από τον ποιμένα, για να τα κατασπαρά­ξουν. Την ίδια τακτική ακολου­θούν και οι αιρετικοί. Σκοπός τους είναι «του άποσπάν τούς μαθητας οπίσω αυτών», λέει ό Απόστολος. Προσπαθούν να αποσπάσουν τούς Χριστιανούς από τον Κύριο και να τούς κάνουν δικούς τους οπαδούς, δικά τους τυφλά όργανα. Μέσα στη μάντρα της Εκκλησίας, κοντά στον καλό Ποιμένα, τον Χριστό, οι πιστοί είναι ασφαλισμένοι. Το ξέρουν αυτό οι «λύκοι», οι αιρετικοί. Γι' αυτό και βασική τους επιδίωξη είναι να χωρίσουν τούς πιστούς από το σύνολο. Και όταν κατορθώσουν να παρασύ­ρουν μερικούς στην πλάνη τους, τούς κάνουν τυφλά όργανα τους, δυο φορές χειρότερους από τούς εαυτούς τους. Τούς μεταβάλλουν σε ανελεύθερα πλάσματα. Και σε λίγο θα προχωρήσουν στο τελικό τους κτύπημα: Θα δολοφονήσουν την ψυχή των θυμάτων τους.

«ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ» Αλλά να τώρα ό απόστολος Παύλος υποδεικνύει τον αποφα­σιστικό τρόπο για την αντιμετώ­πιση των λύκων: «Γρηγορείτε», φωνάζει προς τούς ποιμένες της Εφέσου. «Γρηγορείτε»! Είναι ό μόνος τρόπος, για να μην περά­σουν οι λύκοι.

Ή κραυγή αυτή του μεγάλου Αποστόλου αντηχεί και στα δικά μας αυτιά, και στις δικές μας καρδιές. «Γρηγορείτε» σεις οι ποιμένες, οι αρχιερείς, οι ιερείς. Σεις, πού έχετε πάρει την εντολή από τον Χριστό να ποιμαίνετε «τα άρνία του». Άγρυπνοι σταθείτε στη μάντρα των λογικών προβάτων, στις επάλξεις της Εκκλησίας. Και οι λύκοι δεν θα περάσουν. «Γρη­γορείτε» και σεις τα λογικά πρό­βατα του Χρίστου, οι Χριστιανοί, ό καθένας από τούς πιστούς. Έχε­τε θησαυρό στην καρδιά σας. Την ορθή πίστη, την αλήθεια τού Χρί­στου. Αυτό τον θησαυρό θέλουν να σάς αρπάξουν οι αιρετικοί. Μη παρασύρεσθε από τα γλυκόλογα, πού θα σάς πουν. Αυτοί είναι «λύ­κοι βαρείς» πού έρχονται κοντά σας με ένδυμα προβάτου. Προ­σοχή στους λύκους, μη πέσετε στα δόντια τους. Μείνετε άγρυπνοι, ακλόνητοι και σταθεροί μέσα στη μάντρα της Εκκλησίας. Πάντα κοντά στον καλό Ποιμένα μας, τον Κύριο Ιησού. Και οι λύκοι δεν θα περάσουν.

ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΜΑΙΟΥ: ΤΥΦΛΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. ιστ' 16-34 Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

«Έγένετο... παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος άπαντήσαι ήμΐν, ήτις έργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αύτης μαντευομένη».

Μέσα στην σύγχρονη κοινωνία, που ή υλιστική νοοτροπία απλώνε­ται ολοένα και πιο πολύ, οι δούλοι του συμφέροντος πολλαπλασι­άζονται. Μια χαρακτηριστική περιγραφή της βρίσκουμε στην σημερινή αποστολική περικοπή. Οι δούλοι του συμφέροντος ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΣΑ πού χρησιμοποιούν προκειμένου να κερδίσουν, να πλουτίσουν. Παρατηρήστε τούς κυρίους της «παιδίσκης». Εκμεταλλεύονται ένα άρρωστο, δυστυχισμένο και βασανισμένο πλάσμα. Αδια­φορούν για την δοκιμασία του κοριτσιού απ την κυριαρχία του πονηρού πνεύματος. Εκείνο που τούς ενδιαφέρει είναι τα χρήματα πού θα καρπωθούν από την κατά­σταση αυτή. Έτσι προτιμούν αντί να ελευθερωθεί, να κυριαρχείται ή παιδίσκη από το δαιμόνιο τού Πύθωνος, γιατί αυτό τούς εξασφα­λίζει πλούσιες εισπράξεις. Τούς παρέχει «έργασίαν πολλήν» διά της μαντευομένης.Πόσοι και πόσοι σύγχρονοι δούλοι τού συμφέροντος δεν ακο­λουθούν την ίδια τακτική. Σκοπός τους, επιδίωξη τους, είναι το συμ­φέρον. Και για την εκπλήρωση τού σκοπού αυτού δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο.

Υπάρχουν έμποροι, παρα­γωγοί, πού πουλούν αλλοιωμένα είδη, τρόφιμα, φάρμακα, χωρίς καν να πολυσκοτίζονται για τον άμεσο κίνδυνο της ζωής των συνανθρώπων τους. Αυτούς ένα πράγμα τούς ενδιαφέρει: Πώς θα κερδίσουν περισσότερα, πώς θα ικανοποιήσουν το πάθος της πλεονεξίας τους. Κοιτάξτε μερικούς δημοσιογράφους, συγ­γραφείς, θεατρικούς και κινημα­τογραφικούς παραγωγούς. Δούλοι τού συμφέροντος, γράφουν, κυ­κλοφορούν και προβάλλουν έργα, τα όποια εξυμνούν το έγκλημα και διαφημίζουν την ανηθικότητα. Το ότι με τα έργα αυτά χιλιάδες νέοι και νέες οδηγούνται στην κατα­στροφή, σπίτια διαλύονται, δεν το λαμβάνουν ύπ' όψιν. ' Αρκεί το ότι αυτοί γεμίζουν τις τσέπες τους με άφθονα χρήματα. Είναι αιχμάλω­τοι και δούλοι τού συμφέροντος.

Υπάρχει όμως και μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά του θέμα­τος. Οι αντιδράσεις των ανθρώ­πων αυτών

ΟΤΑΝ ΘΙΓΕΤΑΙ ΤΟ ΣΥΜ­ΦΕΡΟΝ.Άς παρακολουθήσουμε και πάλι την περικοπή. Το άνομο εμπόριο εις βάρος του κοριτσιού πού μάντευε δεν κράτησε πολύ. Ό άγιος απόστολος Παύλος «έν ονό­ματι Ιησού Χριστού» θεραπεύει και ελευθερώνει το δυστυχισμένο εκείνο κορίτσι από την κυριαρχία τού δαίμονα. Και τότε ξεσπάει ή θύελλα. Οι κύριοι τού κοριτσιού, όταν είδαν ότι «έξήλθεν ή έλπίς της εργασίας αυτών», της άνομης δηλαδή και αμαρτωλής εργασίας τους, έγιναν οι ήρωες τού επει­σοδίου του ραβδισμού και της φυλακίσεως των Αποστόλων. Και έδειξαν εναντίον των μαθητών του Χριστού όλη την μανία και το άγριο πάθος τους, γιατί έτόλμησαν να θίξουν το υλικό συμφέρον τους. Το ίδιο συμβαίνει πάντοτε. Οι δούλοι του συμφέροντος δεν δέχον­ται επεμβάσεις στα άνομα έργα τους. θα επιτεθούν να εξοντώ­σουν οποίον θα τολμήσει να θίξει το συμφέρον τους. θα ζητήσουν να τον εξουδετερώσουν, θα αρχί­σουν τον διωγμό για να βγάλουν από την μέση εκείνον, πού θα θελήσει να διαμαρτυρηθεί για τα όσα αμαρτωλά διαπράττουν.

ΚΥΡΙΑΚΗ 22 ΜΑΙΟΥ: ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πραξ.ια΄19-30 ΑΠΟ ΤΟ ΠΙΚΡΟ ΓΛΥΚΥ

«Διασπαρέντες οί Απόστολοι άπό της θλίψεως της γενομένης έπι Στεφάνω διηλθον έως Φοινίκης καί Κύπρου και Αντιοχείας». Οι θλίψεις και τα εμπόδια πού συναντάμε στη ζωή μας, δεν είναι συχνά χωρίς νόημα. Αύτη τη μεγάλη αλήθεια βλέπουμε ζωντανή μέσα στην αποστολική περικοπή της σημερινής Κυριακής. Θεωρείται πώς δεν υπάρχει πιο μεγάλο δυστύχημα από τόν θάνατο. Ό πρωτομάρτυρας Στέφανος είχε έναν άγριο θάνατο με λιθοβολισμό. Και όμως, ή αφαίρεση της ζωής του έγινε πρόξενος ζωής αιώνιας και δό­ξας μεγάλης γιά τήν Εκκλησία του Χριστού. Ό ήρεμος και ηρωικός του θάνατος, ή προσευχή του γιά τους φο­νιάδες, πού του πετούσαν πέτρες, ήταν ο πρώτος σπόρος της επιστρο­φής του αποστόλου Παύλου.

'Αλλά με τόν διωγμό του αρχιδιακόνου Στεφάνου, πολλοί Χριστιανοί έφυγαν από τήν Ιερουσαλήμ και πή­γαν στη Φοινίκη, στην Κύπρο και στην Αντιόχεια. Αυτή ή διασπορά σε μέρη ειδωλολατρικά ήταν πολύ ευερ­γετική, θα λέγαμε ότι ήταν ή πρώτη εξωτερική Ιεραποστολή τής Εκκλη­σίας. Έτσι τα κανόνισε ή Πρόνοια του Θεού, ώστε με μία μεγάλη δοκι­μασία, νά πρόκυψη μία μεγάλη ωφέ­λεια. Από τό πικρό νά βγει γλυκύ αποτέλεσμα γιά τήν Εκκλησία. Για­τί θυσιάστηκε ένας διάκονος της και ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε σε τόσο κόσμο.

Ακόμα ο λιθοβολισμός τού Στε­φάνου ένωσε τρία μεγάλα πρόσωπα, τούς αποστόλους Βαρνάβα και Παύ­λο και τόν Άγαβο. Ό Βαρνάβας ήταν κλεισμένος στην Ιερουσαλήμ. Ό Σαύ-λος και μετέπειτα Παύλος, στον όποιο τόσα χρωστάμε εμείς οι Έλληνες, ήταν κλεισμένος στην πατρί­δα του τήν Ταρσό. Και ο προφήτης Άγαβος ήταν ένας αφανής Χριστια­νός στην Ιερουσαλήμ. Με τήν διάδο­ση του χριστιανικού μηνύματος στην Αντιόχεια, αποστέλλεται εκεί ο Βαρ­νάβας. «Καί ίδών τήν χάριν τού Θεού έχάρη, καί παρεκάλει πάντας τή προ­θεσει τής καρδίας προσμενειν τω Κυρίω» (Πράξ. ια' 23). Όταν είδε λοιπόν «ο πλήρης Πνεύματος Αγίου και πίστεως» Βαρνάβας τήν χάρη και τήν ευλογία αυτή του Κυρίου στην Αντιόχεια, χάρηκε πολύ, παρακαλού­σε δε και παρακινούσε όλους αυτούς πού είχαν πιστεύσει νά μένουν με όλη τους τήν καρδιά πιστοί και αφοσιω­μένοι στον Κύριο.

Στην Αντιόχεια θυμάται τόν Σαύλο, πού βρίσκεται απομονωμένος στην Ταρσό τής Κιλικίας. Πηγαίνει λοιπόν εκεί και τόν ξεσηκώνει γιά τό κήρυγμα. Έτσι εργάζονται μαζί ιε­ραποστολικά ένα ολόκληρο χρόνο στην Αντιόχεια με πλούσια καρποφορία στον αγρό του Κυρίου.

Εκεί εμφανίζεται και ο προφήτης Άγαβος, πού με τήν προφητεία του γιά τόν λιμό, παρακινεί τούς Χριστια­νούς νά φροντίσουν γιά τους φτωχούς Χριστιανούς τής Ιερουσαλήμ.Τότε έγινε ένας έρανος μεταξύ τους και όλα τα αγαθά πού μαζεύτη­καν, στάλθηκαν στην Ιερουσαλήμ με τα χέρια του Βαρνάβα και τού Παύ­λου.

Τό μαρτύριο, λοιπόν, του διακό­νου Στεφάνου, πόση μεγάλη πνευμα­τική καρποφορία έδωσε στην Εκκλη­σία του Χριστού!

Τα γεγονότα αυτά τής πρώτης Εκκλησίας μας διδάσκουν, ότι ο Θεός μετατρέπει σε αληθινή ευλογία κάτι πού σ' εμάς φαίνεται πραγματική συμφορά. Ό Παντοδύναμος και Πα­νάγαθος Κύριος μας, μπορεί νά βγάλει και γιά μας από τό πικρό γλυκύ.

Οι σημερινές θλίψεις μας δεν εί­ναι διωγμοί, όπως ήταν τότε. Είναι διαφορετικές. Είναι συνήθως αρρώ­στιες, φτώχιες, οικονομικές δυσχέ­ρειες, θάνατοι αγαπημένων προσώ­πων. Αυτά, όμως, σήμερα, όπως οι διωγμοί των πρώτων Χριστιανών, δεν μάς ζημιώνουν τελικά, άλλά μας φέρ­νουν πολλές ωφέλειες.

Οι θλίψεις μάς κάνουν νά κατα­λάβουμε πόσο μάταιος είναι ο κόσμος και πόσο αδύνατοι είναι οι άνθρω­ποι γιά νά μάς βοηθήσουν. Έτσι στρε­φόμαστε πιο πολύ στον Παντοδύνα­μο Κύριο, στην Παναγία Μητέρα Του και ατούς Αγίους μας και ζητάμε παρηγοριά και βοήθεια. Ό καλύτε­ρος κήρυκας τής ματαιότητος των εγκόσμιων είναι ή αρρώστια. Γιατί μάς ξεκολλάει από τήν αμαρτία, τήν απόλαυση των υλικών αγαθών και μάς φέρνει τη μνήμη του θανάτου. Εύκολα τότε ή ψυχή μας πετάει από τα σαρκικά και τα επίγεια, προς τα πνευματικά και επουράνια.

ΚΥΡΙΑΚΗ 15 ΜΑΙΟΥ: ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. θ' 32-42

Η ΥΠΕΡΝΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΦΘΟΡΑΣ «Αίνέα, ίάταί σε Ιησούς Χριστός».

Ή φθορά μια μεγάλη πραγμα­τικότητα της ζωής μας. Ό κατά­κοιτος Αινέας, ή νεκρή Ταβιθά, πού αναφέρει ή αποστολική πε­ρικοπή, καθώς και ό παράλυτος τού σημερινού Ευαγγελίου δεν ήταν τα μόνα θύματα της φθοράς. Μυριάδες και εκατομμύρια τα ανθρώπινα θύματα της.Και από το άλλο μέρος βλέ­πουμε την αγωνία και τον αγώνα του άνθρωπου για την υπερνίκηση της φθοράς. Μάταιος όμως κόπος. Καμιά ανθρώπινη δύναμη, καμιά τεχνική εφεύρεση δεν μπορεί να σταματήσει το ποτάμι της φθοράς. Γι' αυτό και το μήνυμα της ση­μερινής αποστολικής περικοπής είναι εκπληκτικό. Γιατί μάς μιλάει για ένα αντίθετο ρεύμα ζωής, πού ήλθε στην φθαρτή μας γη και άρχισε να νικά την φθορά και τον θάνατο. Είναι το ρεύμα της ζωής του Χριστού, πού θεραπεύει, αφυ­πνίζει, ανασταίνει και θα έλθει ή στιγμή πού θα νικήσει οριστικά την φθορά και θα άφθαρτοποιήσει όλους και όλα.

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ Ό απόστολος Πέτρος, με την ζωοποιό δύναμη τού Χριστού θε­ράπευσε έναν άνθρωπο, πού ήταν οκτώ χρόνια παράλυτος. «Αίνέα, ίαταί σε Ιησούς Χριστός», του είπε. Με την ίδια δύναμη ανέστησε την εκλεκτή Χριστιανή γυναίκα της Ίόππης, την Ταβιθά. Με τον τρόπο αυτό γινόταν φανερό, ότι οι άγιοι Απόστολοι διαχειρίζον­ταν την φιλάνθρωπη και σωτήρια δύναμη τού Ιησού Χριστού, πού νικούσε την φθορά. Ό Κύριος ήταν Εκείνος, πού έφερε και μετέδιδε πρώτος την θεία αύτη δύναμη. Και μετά την Ανάληψη του, ή ίδια δύναμη ξεχύθηκε στους Αποστόλους και στην Εκκλησία του, με το Άγιο Πνεύμα.

Έτσι άρχισε στην γη μια και­νούργια πραγματικότητα. Στην εποχή αύτη, οι άνθρωποι με την ζωοποιό δύναμη τού Χριστού αρχίζουν να κερδίζουν τις πρώτες νίκες εναντίον της φθοράς. Αρχί­ζουν να νικούν τα πρώτα συμπτώ­ματα της φθοράς. Με το φως του λόγου τού Χριστού διαλύουν τα σκοτάδια της πλάνης και ανακαλύ­πτουν την αλήθεια. Με την δύναμη της χάριτος του νικούν τα πάθη, πού ριζώνουν μέσα στην ψυχή και την όλη ύπαρξη τού άνθρωπου. Αμύνονται στις προσβολές του κακού και δεν υποκύπτουν. Αντέ­χουν στα κτυπήματα τού πόνου, στην έλευση της συμφοράς και της καταστροφής. Γιατί μέσα τους κρύβουν το σπέρμα της καινούρ­γιας ζωής τού Χριστού, πού τούς ελευθερώνει, τούς ισχυροποιεί, τούς ζωογονεί. Ή καινούργια ζωή τού Πνεύματος, πού ζουν, είναι μια συμμετοχή στον αγώνα και τη νίκη τού Χριστού εναντίον της φθοράς. Έτσι οι φθαρτοί και γή­ινοι άνθρωποι γίνονται από τώρα «υιοί Θεοί» και κληρονόμοι της δόξης του.

ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ Ή καινούργια όμως αύτη πρα­γματικότητα δεν έχει πλήρως αποκαλυφθεί. Ή νίκη εναντίον της φθοράς δεν έγινε ακόμη οριστι­κή. Και οι άνθρωποι και ή φύση βρίσκονται ακόμη υπό το κράτος της φθοράς και του θανάτου. Ό απόστολος Πέτρος με την δύναμη τού Χριστού ανέστησε την Ταβι­θά. Και ή ανάσταση αυτή ήταν ένα ακόμη «σημείον», μια από­δειξη της καινούργιας εποχής, πού άρχισε με την έλευση τού Κυρίου. Ή ανάσταση όμως αύτη δεν ήταν οριστική. Γιατί ή Ταβιθά πέθανε και πάλι. Ή οριστική υπερνίκηση της φθοράς και τού θανάτου θα γίνει στην Βασιλεία του Χριστού, πού όλοι μας περιμένουμε. Ή οριστική νίκη εναντίον της φθοράς θα σημάνει, όταν θα έλθει και πάλι ό Κύριος Ιησούς ως βασιλιάς και νικητής και θα βασιλεύσει στους αιώνες των αιώνων.

Ή 'Αγία Γραφή μάς περιγρά­φει πολύ έντονα και πολύ καθαρά την οριστική αύτη υπερνίκηση της φθοράς. Μάς λέει ότι όλα τότε θα αλλάξουν. Οι νεκροί θα αναστηθούν άφθαρτοι και θα αποκτήσουν ένα καινούργιο σώμα ντυμένο με ουράνια δόξα. Ή αγω­νία, ό πόνος, ή αθλιότητα του κό­σμου θα εξαφανιστούν. «Καινούς ουρανούς και γήν καινήν κατά το επάγγελμα (την υπόσχεση) αυτού προσδοκώμεν», γράφει ό απόστο­λος Πέτρος (Β' Πέτρ. γ' 13). Και ό ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει ότι «εξαλείψει ό Θεός πάν δάκρυον εκ των οφθαλμών» των ανθρώπων (Άποκ. ζ' 17).

ΚΥΡΙΑΚΗ 8 ΜΑΙΟΥ: ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Α' Ίωάν. α' 1-7

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΘΕΟΛΟΓΕΙ «Ό ήν απ' αρχής... περι του λόγου της ζωής».

Θεολόγο ονόμασε απ' αρχής ή Εκκλησία τον αγαπημένο μα­θητή του Κυρίου, τον ευαγγελιστή Ιωάννη. Θεολόγο δια μέσου των αιώνων εξακολουθεί και θα εξακολουθεί με βαθύ σεβασμό να τον αποκαλεί ό χριστιανικός κόσμος. Θεολόγο στην υμνολογία της τον εξυμνεί ή Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Βεβαίως και οι άλλοι Από­στολοι, και μάλιστα ό απόστολος Παύλος, έθεολόγησαν, έκήρυξαν και έγραψαν περί τού αληθινού Θεού, περί τού Υιού και Λόγου τού Θεού τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Άλλ' ό ευαγγελιστής Ιωάννης έλαβε από τον Θεό πλουσιώτερο αυτό το χάρισμα, αυτή την τιμητική αποστολή, να γράψει περισσότερα περί τού Υιού και Λόγου τού Πατρός.

Εμείς, λέει, οι Απόστολοι αξι­ωθήκαμε μιας μεγάλης τιμής, μο­ναδικής στην ιστορία της άνθρωπότητος. Έγίναμε αυτόπτες και αύτήκοοι μάρτυρες του Ιησού Χριστού. Τον γνωρίσαμε προσω­πικά και συνδεθήκαμε με αυτόν, όσο κανείς άλλος. Τον ακούσαμε με τα ίδια μας τα αυτιά πού δί­δασκε, τον είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια να κάνει θαύματα, να ζει αναμάρτητη και αγία ζωή, να πάσχει για χάρη μας και να προσφέρει τον εαυτό του λυτρωτική θυσία για μας επάνω στον σταυρό. Τον είδα­με πάρα πολλές φορές μετά την Ανάσταση του, όπως επίσης και μετά την ένδοξη Ανάληψη του.

«Έθεασάμεθα αυτόν». Όχι απλώς τον είδαμε άλλα και τον θαυμάσαμε βαθύτατα για το με­γαλείο της θεανθρώπινης προσω­πικότητας του! Κάτι περισσότερο. Τον ψηλαφίσαμε με τα χέρια μας, ώστε όχι μόνο ή ακοή και όραση αλλά και ή αφή να μάς πληροφορεί, ότι αυτός είναι πράγματι ό ένανθρωπήσας Θεός. «Άκηκόαμεν», «έωράκαμεν», «έθεασάμεθα», «αί χείρες ημών έψηλάφησαν», με όλες μας τις αισθήσεις τον γνωρί­σαμε. Ή αγάπη και ή αφοσίωση μας προς Αυτόν, το κήρυγμα και ή διδασκαλία πού σάς προσφέ­ρουμε, δεν είναι απλώς καρπός πίστεως, αλλά προσωπικής μας γνωριμίας με τον Χριστό. Είναι ή απόλυτη βεβαιότητα, την οποία σχηματίσαμε συναναστρεφόμενοι και ζώντες μαζί με αυτόν επί τρία χρόνια.

Και τί έκήρυτταν με τα θεία λόγια τους τότε οι Απόστολοι, και τί κηρύττουν προς όλους τούς διά μέσου των αιώνων Χριστιανούς με τα θεόπνευστα συγγράμματα τους; Να, μερικά, από όσα γράφει ό ευαγγελιστής Ιωάννης στους πρώτους στίχους της Α' Καθολικής επιστολής του.

«Άπαγγέλλομεν, λέει, ύμίν ό ήν απ' αρχής», «περί του Λόγου της ζωής». Κηρύττουμε σε σάς και σάς καθιστούμε γνωστό, ότι ό Υιός και Λόγος τού Θεού, πού έγινε άνθρωπος για μάς, υπήρχε πριν από κάθε πνευματική και υλική δημιουργία. Είναι έξω από κάθε αρχή. Δεν υπάρχει αρχή σ' Αυτόν, όπως δεν θα υπάρξει ποτέ τέλος στην αιωνιότητα του. Είναι άναρχος και προαιώνιος, «συνάναρχος» και «συναΐδιος» με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, Θεός ίσος με Εκείνους, το δεύ­τερο πρόσωπο της ύπεραγίας Τριάδος. Τα ίδια γράφει ό ιερός Ευαγγελιστής και στον πρώτο στίχο τού Ευαγγελίου του. «Έν αρχή ήν ό Λόγος», ό Λόγος υπήρχε πριν και έξω από κάθε αρχή, προαιωνίως ενωμένος με τον Πατέρα, ως Θεός ίσος με αυτόν (Ίωάν. ά 1). Αρχή υπάρξεως έλαβε όλος ό πνευματικός και υλικός κόσμος, όχι όμως ό μονογενής Υιός του Θεού.

Γιατί τα γράφει και τα ξα­ναγράφει αυτά ό ευαγγελιστής Ιωάννης; Γιατί τονίζει την άναρ­χη και ατέρμονη αιωνιότητα τού Χριστού; Διότι προείδε, ότι θα εμφανίζονταν μερικοί αιρετικοί, οι οποίοι σκοτισμένοι εξ αιτίας της άμαρτωλότητός τους, θα διέστρεφαν την αλήθεια περί τού Χριστού και θα κήρυτταν, ότι δεν είναι αυτός άναρχος και αιώνι­ος, άλλ' ότι έλαβε αρχή. Τέτοιος αιρετικός ήταν ό διαβόητος για την νοσηρή φιλοδοξία και εγωπά­θεια του, ό Άρειος. Τέτοιοι είναι σήμερα οι Μάρτυρες τού Γιεχωβά, οι αμείλικτοι αυτοί πολέμιοι τού Χριστού, πού έθεσαν σαν σκοπό τους να σβήσουν και εξαλείψουν τον Χριστιανισμό. Αυτοί, μέσα στο απροσμέτρητο πλήθος των αιρέσεων και ψευδολογιών τους, προπαγανδίζουν και αυτή την αίρεση: ότι ό Χριστός δεν είναι άναρχος.

Αποστομωτικό όμως χτύπημα καταφέρει εναντίον τους ό ευαγ­γελιστής Ιωάννης με το κήρυγμα του ότι «έν αρχή ήν ό Λόγος» και «ο ήν απ' αρχής» «περί του Λόγου της ζωής άπαγγέλλομεν».

ΚΥΡΙΑΚΗ 1 ΜΑΙΟΥ:ΤΟΥ ΘΩΜΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. ε' 12-20

ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΟΣ "Διά χειρών των αποστόλων έγίνετο σημειακοί τέρατα έν τω Λαώ"

Ή σημερινή αποστολική περι­κοπή παρουσιάζει μια ζωντανή εικόνα από τη ζωή και τη δράση της πρώτης Εκκλησίας. Ό ιερός ευαγγελιστής Λουκάς που έγραψε τις «Πράξεις των Αποστόλων», ζωγραφίζει με υπέροχο τρόπο τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρί­σματα της πρώτης Εκκλησίας του Χρίστου. Μια λεπτομερέστερη εξέταση των γνωρισμάτων αυτών πολλά έχει να πει και σε μάς σή­μερα.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΧΕΡΙΑ Ή περικοπή μιλάει πρώτα για την εξαιρετική και θαυματουργό δράση των Αποστόλων. «Δια των χειρών των αποστόλων έγίνετο σημεία και τέρατα έν τω λαω πολλά». Τα αποστολικά χέρια σκορπούσαν πλούσια τις ευλογίες και τις δωρεές του Θεού στον λαό. Από τα άγια αυτά χέρια οι νεοβαπτιζόμενοι Χριστιανοί έπαιρναν τα χαρίσματα του Άγιου Πνεύ­ματος, οι διάκονοι, οι πρεσβύτε­ροι, οι επίσκοποι, το χάρισμα της ίερωσύνης, οι πτωχοί, τα ορφανά, οι χήρες, τροφή και ενδύματα, οι άρρωστοι τη θεραπεία και την υγεία. Και όχι μόνο τα χέρια. Και αύτη ακόμα ή σκιά του αποστόλου Πέτρου θεράπευε τους ασθενείς από όπου περνούσε. Έτσι οι Από­στολοι αποδεικνύονταν γνήσιοι συνεχιστές του έργου του Κυρίου Ιησού όχι μόνο με το κήρυγμα, αλλά και με τα έργα. Εργάζονταν το έργο του Θεού ως πραγματικοί ποιμένες και διδάσκαλοι, όπως ό Κύριος.

Μπροστά στην εικόνα αυτή, ας βάλουν τον εαυτό τους οι σημερι­νοί ποιμένες της Εκκλησίας. Ή σύγκριση αυτή θα τους πει πολλά. Θα τους πει ότι πρέπει να είναι συνεχιστές των Αποστόλων όχι μόνο με τα λόγια, αλλά και με τα έργα τους. Ότι τα χέρια τους πρέ­πει να είναι γνήσια αποστολικά χέρια. Χέρια που δεν θα διστάζουν να θεραπεύουν τις πληγές πού αφήνει ή αμαρτία. Χέρια πού δεν θα σταματούν να δίνουν τη χάρη της αφέσεως στους μετανοούντας και το χάρισμα της ίερωσύνης στους εκλεκτούς του Θεού. Χέρια πού δεν θα κουράζονται σε έργα αγάπης και φιλανθρωπίας. Θα τους πει, ότι ή σκιά της στοργής τους πρέπει να σκεπάζει κάθε κα­τατρεγμένο. Το φώς και ή φλόγα της ψυχής τους να φωτίζει και να θερμαίνει όλους,

ΜΙΑ ΚΑΡΔΙΑ Στη συνέχεια ή περικοπή σημειώνει ένα δεύτερο χαρακτηριστικό της πρώτης Εκκλησίας: «Ήσαν ομοθυμαδόν άπαντες». Μαζεύον­ταν όλοι μαζί και με μια καρδιά σ' ένα μέρος, σε μια "στοά" του Ναού του Σολομώντος. Όλοι μαζί. Οι Απόστολοι, αλλά και οι πιστοί, άνδρες, γυναίκες και παι­διά. Κι αυτό για να ακούσουν το λόγο του Θεού και να λατρεύσουν τον ουράνιο Πατέρα. Και με μια καρδιά: Ενωμένοι, όσοι πίστευαν στον Κύριο Ιησού, με το δεσμό της αγάπης. Είχαν μια καρδιά και μια ψυχή. Ήταν ζωντανά μέλη της νέας κοινωνίας της χριστιανικής, της κοινωνίας της αγάπης.

Ας κάνουμε πάλι τη σύγκριση. Εμείς οι σημερινοί Χριστιανοί, ανήκουμε στην ίδια Εκκλησία. Μάς χαρακτηρίζουν όμως τα δυο αυτά στοιχεία, το «όλοι μαζί» και ή «μια καρδιά»; Μαζευόμαστε με ζήλο και πόθο στο ναό του Θεού για να ακούσουμε το λόγο Του και να λατρεύσουμε το άγιο όνομα Του; Είμαστε όλοι οι πιστοί ενω­μένοι και αγαπημένοι, με μια ψυχή και με μια καρδιά;

ΩΡΑΙΟΙ ΠΟΔΕΣ Υπάρχει όμως και ένα τρίτο χαρακτηριστικό. Το είπε ό άγγελος προς τούς φυλακισμένους Αποστό­λους: «Πορεύεσθε και σταθέντες λαλείτε... τω λαω πάντα τα ρήματα της ζωής ταύτης». Πρόκειται για τη σαφή εντολή του Θεού προς τούς Αποστόλους για το έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου, το έργο της Ιεραποστολής.

Πόση ανάγκη έχει και σήμερα ή Εκκλησία μας απ' αυτό! Για να είναι γνήσια, πρέπει να είναι ευαγγελιζομένη, ιεραποστολική. Να προσφέρει στο σημερινό ταλαιπω­ρημένο και κουρασμένο κόσμο «τα ρήματα της ζωής» του Χρίστου.

ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ

ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

«Έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και έν πάση τρ Ιουδαία και Σαμάρεια και έως έσχατου της γης».

Μέσα στην αναστάσιμη αύτη ατμόσφαιρα έρχεται ή σημερινή αποστολική περικοπή να μας υπενθυμίσει την τελευταία παραγ­γελία του Άναστάντος Λυτρωτή μας προς τους μαθητές του: «"Εσεσθέ μοι μάρτυρες... έως εσχάτου της γης» τους είπε. Ό Κύριος κάλεσε τούς μαθητές του να γίνουν Απόστολοι και Εύαγγελισταί. Να γίνουν κήρυκες και μάρτυρες της ζωής, της διδασκαλίας και της αναστάσεως του σε όλο τον κόσμο. Ή κλήση όμως αυτή των πρώτων μαθητών του Χριστοί είναι κλήση όλων των Χριστιανών. Πώς όμως μπορούμε

ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΜΑΡΤΥΡΕΣ της αναστάσεως του Χριστοί εμείς οι σημερινοί Χριστιανοί; Τον τρόπο μας τον φανερώνει ή αποστολική περικοπή. «Ό Ιη­σούς... παρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά το παθείν αυτόν έν πολλοίς τεκμηρίοις, δι' ήμερων τεσσαράκοντα όπτανόμενος αύτοίς και λέγων τα περί της βασιλείας του Θεού». Ό Κύριος Ιησούς Χριστός ενεφανίσθη στους μαθητές του ζωντανός, ύστερα από το πάθος του. Και με πολλά γεγονότα και αποδείξεις τούς βεβαίωσε, ότι ήταν και πάλι πραγματικά ζωντανός. Σαράντα ολόκληρες ημέρες εμφανιζόταν στους μαθητές του και τούς ανέπτυσσε τις αλήθειες και τα μυστήρια πού αναφέρονται στην βασιλεία του Θεού. Ήταν πια αυτόπτες και αυτήκοοι μάρ­τυρες.

Για να γίνουμε μάρτυρες του Χριστού πρέπει και μείς να δούμε, να ακούσουμε, να συνομιλήσουμε και να συμφάγουμε με τον άναστάντα Κύριο. Διαφορετικά πώς μπορούμε να βεβαιώσουμε τούς άλλους για κάτι, πού εμείς δεν είδαμε και δεν ακούσαμε και δεν γευτήκαμε; Και το σπουδαίο είναι τούτο: Ότι και εμείς οι σημερινοί Χριστιανοί έχουμε πάρα πολλές δυνατότητες επικοινωνίας με τον άναστάντα Κύριο.

Μπορούμε να βλέπουμε τον αναστημένο Ιησού μας κάθε Κυριακή μέσα στο ναό τού Θεού. Μπορούμε να τον ακούμε να μας μιλάει «περί της βασιλείας του Θεού» με τα ιερά αναγνώσματα και το κήρυγμα. Μπορούμε να καθόμαστε στην μυστική τράπεζα του καινά γευόμαστε την ουράνια τροφή, το Σώμα του και το Αίμα του. Και αυτό όχι μόνο για σαράν­τα ήμερες, άλλα σ' ολόκληρη τη ζωή μας.

ΜΕ ΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥ­ΜΑΤΟΣ Στο έργο όμως της μαρτυρίας του Ιησού Χριστού έρχεται να μας βοηθήσει και ένας άλλος υπερφυ­σικός παράγων. Γι' αυτόν ακριβώς μιλάει και ό άναστάς Κύριος προς τούς πρώτους μάρτυρες της Ανα­στάσεως του, τούς Αποστόλους: «Λήψεσθε δύναμιν έπελθόντος του Αγίου Πνεύματος έφ' υμάς και εσεσθαί μοι μάρτυρες...» τούς λέει. Υπόσχεται δηλαδή ό Κύριος να αποστείλει στους μαθητές του την υπερφυσική και θεία δύναμη του 'Αγίου Πνεύματος, ή όποια θα τούς ενίσχυση στο έργο της διαδόσεως του ευαγγελίου του. Και πραγματικά. Με την δύναμη και την «βιαίαν πνοήν» του 'Αγίου Πνεύματος, πού έλαβαν οι μαθητές του Κυρίου την ήμερα της Πε­ντηκοστής, έγιναν οι ζηλωτές και άγιοι Απόστολοι και Μάρτυρες της άναστάσεώς του «έως εσχάτου της γης».

Ή ίδια πνοή και δύναμη του Άγιου Πνεύματος αναδεικνύει πάντοτε τούς μάρτυρες του Χρι­στού. Αναδεικνύει τις εκλεκτές εκείνες ψυχές, τούς ιεραποστό­λους, πού μέσα σε ειδωλολατρικές περιοχές ευαγγελίζονται την ζωή, τον θάνατο και την ανάσταση του υιού του Θεού. Αναδεικνύει όμως και όλους τούς Χριστιανούς και τούς κάνει χριστοφόρους μέσα στο καθημερινό τους περιβάλλον. Γιατί με την δύναμη του άγιου Πνεύματος, πού παίρνει ό κάθε πιστός την ώρα του βαπτίσματος και ανανεώνει με την συμμετο­χή του στα άλλα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας, γίνεται ένας μάρτυρας και ιεραπόστολος του Χριστού. Έτσι ό επαγγελματίας, ό εργάτης, ό εκπαιδευτικός, ό γιατρός, και κάθε επιστήμονας, όλοι οι Χριστιανοί, με τον λόγο τους, με το παράδειγμα τους και την δραστηριότητα τους μπορούν κάθε μέρα να διαδίδουν το μήνυμα της Αναστάσεως του Χρίστου, «την δύναμιν της αναστάσεως» του Χρίστου.

ΚΥΡΙΑΚΗ 17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Φιλιπ. δ' 4-9

ΕΙΡΗΝΗ ΑΛΗΘΙΝΗ ΚΑΙ ΜΟΝΙΜΗ «Ή ειρήνη του Θεού ή υπερέχουσα πάντα νουν φρουρήσει τάς καρδίας υμών»

Από όλες τις υποδοχέ

ς πού έκαναν κατά καιρούς οι άνθρωποι σε άρχοντες και βασιλείς τους, ή πιο ταιριαστή ήταν ή θριαμβευτική υποδοχή του 'Ιησού από τον λαό των Ιεροσολύμων.

Γιατί οι άνθρωποι βασιλείς, πού επέστρεφαν νικητές από τους πολέμους δεν εξασφάλιζαν οριστικά και μόνιμα την ειρήνη για τούς λαούς τους. Ή ειρήνη τους ήταν πάντοτε προσωρινή και ασταθής. Ενώ ή ειρήνη πού ήλθε να δώσει ό βασιλεύς της ειρήνης Ιησούς, ήταν αληθινή και μόνιμη. Τα αναρίθμητα πλήθη του λαού, πού υποδέχονταν τον Κύριο, δεν γνώριζαν βέβαια την αλήθεια αυτή. Όμως ό θριαμβευτικός ύμνος τους «ωσαννά, ευλογημένος ό ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ό βασιλεύς του Ισραήλ», θα αποτελεί την πιο υπέροχη δοξολογία τού βασιλέως 'Ιησού Χριστού, πού έφερε στους ανθρώπους την αληθινή και μόνιμη ειρήνη. Γι' αυτό ακριβώς το μεγάλο και θεϊκό δώρο της ειρήνης κάνει λόγο και ή σημερινή αποστολική περικοπή.

ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ;

Ό απόστολος Παύλος τονίζει προς τούς Φιλιππησίους, ότι «ή ειρήνη του Θεού φρουρήσει τάς καρδίας» τους. Αυτό ακριβώς μάς δίνει το πρώτο χαρακτηριστικό της αληθινής ειρήνης. Είναι ειρήνη του Θεού. Ό Θεός είναι ή πηγή και ή αιτία της ειρήνης. Ή ειρήνη δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα.

Πρόσεξε την οικογενειακή ζωή. Απουσιάζει ό Θεός; Απου­σιάζει ή αγάπη, ή κατανόηση, ή υπομονή; Απουσιάζει και ή ειρή­νη. Ή δυσαρμονία είναι ό μόνιμος κάτοικος του σπιτιού.

Σκύψε ακόμη στην καρδιά σου. Αν και εκεί δεν βρεις τον Θεό, αν δεν βρεις εκεί την αλήθεια και την δικαιοσύνη, αυτό θα είναι μια εξήγηση για την ανησυχία, την αγωνία και τις συγκρούσεις πού νιώθεις μέσα σου.

Γι' αυτό άλλη λύση δεν υπάρχει παρά μόνο αυτή πού υποδεικνύει ό Απόστολος: «Ή ειρήνη του Θεού φρουρήσει τάς καρδίας ημών». Φρουρός της ζωής και της καρδιάς των ανθρώπων από την διαμάχη, την δυσαρμονία και την αγωνία είναι μόνο ή ειρήνη τού Θεού.

ΔΙΩΞΕ ΤΗΝ ΜΕΡΙΜΝΑ!

Πώς όμως είναι δυνατόν να εξασφαλίσει κανείς αυτή την ειρήνη του Θεού; Ό Απόστολος υποδεικνύει σήμερα δύο αποτε­λεσματικούς τρόπους. Ό πρώτος είναι αυτός: «Μηδέν μεριμνάτε, άλλ' έν παντί τη προσευχή και τή δεήσει... τά αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον Θεόν». Με άλλα λόγια την ειρήνη εξασφαλίζει ή απαλλαγή και απελευθέρωση από την αγωνιώδη μέριμνα και ή πλή­ρης εμπιστοσύνη στην πρόνοια τού αγαθού Πατέρα μας του Θεού. Αν ή μέριμνα εξαφανίζει την ειρήνη από την καρδιά του άνθρωπου, ή εμπιστοσύνη στην αγαθή πρόνοια του Θεού την στερεώνει και την μονιμοποιεί.

Διώξε, λοιπόν, την αγωνιώδη μέριμνα από την καρδιά σου, πού σαν σκουλήκι σού κατατρώει το φυτό της ειρήνης σου. Έχεις ανάγ­κες και προβλήματα. Υπάρχει όμως ό ουράνιος Πατέρας, ό Θεός, πού τα γνωρίζει όλα. «Οίδε (γνω­ρίζει καλά) ό Πατήρ υμών ό ουρά­νιος, ότι χρήζετε τούτων απάντων» μάς βεβαίωσε ό Κύριος (Ματθ. στ' 32). Μάθε, λοιπόν, με την εμπιστο­σύνη του παιδιού να αναθέτεις με την ολόθερμη προσευχή όλες τις ανάγκες σου στην πρόνοια και την φροντίδα του Θεού. Αυτό θα σου εξασφαλίζει πλούσια την ειρήνη στην καρδιά σου.

ΚΑΡΠΟΣ ΑΓΑΠΗΣ

Υπάρχει όμως ακόμη και ένας δεύτερος τρόπος για την απόκτηση της ειρήνης. Τον σημειώνει στην συνέχεια ό Απόστολος: «Αδελ­φοί, όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα άγνά... ταύτα πράσσετε· και ό Θεός της ειρήνης έσται μεθ' υμών». Ό αγώνας και ή προσπάθεια για την εξάσκηση των αρετών και την εκτέλεση τού καθήκοντος, έχει ως αποτέλεσμα την ειρήνη τού Θεού. Ή ειρήνη του Θεού, ό Θεός της ειρήνης είναι κοντά και μέσα στην καρδιά εκείνων πού αγωνίζονται στην ζωή τους για την αλήθεια, για την δικαιοσύνη, για την σεμνότητα και αξιοπρέπεια, για την αγνότητα και όλες τις άλλες αρετές πού ζητάει ό νόμος του Θεού.

Είσαι νέος ή νέα; Την ειρήνη τού Θεού θα την εδραίωση στην καρδιά σου ό αγώνας για μια ζωή σεμνότητος, αγνότητος και αξιο­πρέπειας. Είσαι επαγγελματίας; Ή ειρήνη του Θεού θα εγκατασταθεί στο κατάστημα σου, όταν ζητάς «όσα δίκαια». Είσαι οικογε­νειάρχης; Ό Θεός της ειρήνης θα κατοικεί στο σπίτι σου, όταν μέσα σ' αυτό γίνονται «όσα σεμνά, όσα εύφημα». Γιατί είναι νόμος Θεού ή ειρήνη να κερδίζεται με τον αγώνα για την αρετή. Με τα έργα της αρετής και τού καθήκοντος

ΚΥΡΙΑΚΗ 10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: Ε' ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ

«Ό Χριστός παραγενόμενος άρχιερεύς».

Ή ίερωούνη υπήρχε και στην Π. Διαθήκη. Στη ζωή του Ισραήλ. Επρόκειτο νά καταργηθεί, όπως και καταργήθηκε. Ήταν τύπος και προεικόνιση κάποιας άλλης ίερωσύνης, του Ιησού Χρίστου. Ποιά ή άρ­χιερωσύνη τής Π. Διαθήκης και ποιά ή άρχιερωσύνη του μεγάλου 'Αρχιερέως Ιησού Χριστού;

Ή άρχιερωσύνη στη ζωή του Ισ­ραήλ αρχίζει επί των ήμερων του Μωϋσή, με πρώτο Αρχιερέα τόν αδελφό του Ααρών, ο όποιος έλαβε από τόν θεό τήν άρχιερωσύνη.

Ό Ιησούς Χριστός, ο νέος και Μέγας Άρχιερεύς, λαμβάνει και Αυ­τός από τόν Θεό και Πατέρα τήν άρ­χιερωσύνη. Ό ίδιος ο Θεός απευθυ­νόμενος στον Υιό του λέει: «Υίός μου εί σύ, έγώ σήμερον γεγένηκά σε» (Ψαλμ. β' 7). Έτσι ή Άρχιερωσύνη τού Ιησού Χριστού έχει τήν αρχή της κατ' ευθείαν στον Θεό και Πατέρα. Δεν είναι συνέχεια τής Ιουδαϊκής άρχιερωσύνης, ή οποία καταργήθη­κε, ούτε ο Χριστός άνηκε ως άνθρω­πος στη φυλή Λεϋί, από τήν οποία ελαμβάνοντο οι ιερείς και αρχιερείς, άλλά στη φυλή Ιούδα, ούτε ή άρχιε­ρωσύνη του είναι κατά τήν τάξη Αα­ρών, άλλά κατά τήν τάξη Μελχισε-δέκ» (Έβρ. ε' 6). Σπάζει τη συνέχεια και διαδοχή τής Ιουδαϊκής Ίερωσύνης και εγκαινιάζει μία καινούργια ίε­ρωσύνη, όπου Εκείνος θα είναι ο Πρώτος και μέγας 'Αρχιερεύς.

Εκείνοι οι ιερείς και αρχιερείς τής Π. Διαθήκης προσέφεραν στον Θεό, γιά νά εξιλεωθούν, διάφορες θυσίες. Αναίμακτες και αιματηρές θυσίες. Θυσίες διαφόρων ζώων. Ό Χριστός δεν προσέφερε καμιά τέτοια θυσία, άλλά προσέφερε ως θυσία τόν ίδιο τόν εαυτό Του. Τό ίδιο Του τό σώμα, πού δημιουργήθηκε «Έκ Πνεύματος Άγιου και Μαρίας τής Παρθένου». Γι αυτό ο απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα μάς λέει:

«Ό Χριστός, όταν ήλθε ως 'Αρχιερεύς των αγαθών, τα όποια γιά τήν Παλαιά Διαθήκη ήσαν μέλλοντα, ει­σήλθε από τήν μεγαλύτερη και τελειό­τερη σκηνή, πού δεν είχε κατασκευασθεί από ανθρώπινα χέρια, δηλαδή όχι δια μέσου των υλικών κτισμάτων, άλλά με τό άγιο και τίμιο σώμα Του, τό όποιο έγινε από τό Πνεύμα τό Άγιο διά τής άειπαρθένου Μαρίας». Έτσι μπήκε μιά γιά πάντα στα επου­ράνια Άγια και προσφέροντας όχι τό ξένο, άλλά τό δικό Του αίμα, επέτυχε τήν κάθαρση και τη λύτρωση τού γέ­νους των ανθρώπων».

Έτσι, «Αυτός ο Χριστός έγινε, θύμα, Αυτός ιερεύς, Αυτός θυσιαστήριον, Αυτός Θεός, Αυτός άνθρωπος, Αυτός βασιλεύς, Αυτός Αρχιρεύς, Αυτός πρόβατον, Αυτός άρνίον, τά πάντα έν πάσι υπέρ ημών γενόμενος, ίνα ήμίν ζωή κατά πάντα τρόπον γένηται» (άγιος 'Επιφάνιος).

Εκείνοι, οι ιερείς και αρχιερείς τής Π. Διαθήκης ήσαν άνθρωποι αμαρτωλοί, και είχαν ανάγκη, προσ­φέροντας τις διάφορες θυσίες, νά τις προσφέρουν και γιά τις δικές τους αμαρτίες, γιά τόν δικό τους έξιλαομό. Ενώ ο Χριστός, ήταν αναμάρτητος, έκτος αμαρτίας και προσέφερε τήν καθαρή και άγια λυτρωτική Του θυ­σία, μόνο υπέρ του λαού, υπέρ του σύμπαντος κόσμου. «Έλυτρώθητε τίμιο άίματι ώς αμνού άμωμου καί ασπίλου Χριστού» (Α' Πέτρ. α' 19).

Εκείνες οι θυσίες ανθρώπινες και ατελείς, δεν προσέφεραν τήν άφεση των αμαρτιών, δεν καθιστούσαν κα­θαρή τη συνείδηση τού αμαρτωλού άνθρωπου, απλώς του προσέδιδαν κάποια εξωτερική καθαρότητα τού σώματος «πρός τήν τής σαρκός κα­θαρότητα» γιά νά μην αποκλείεται, άλλά νά μπορεί νά τελεί τα προς τόν Θεό καθήκοντα. Ενώ αντίθετα ή θυ­σία τού Μεγάλου 'Αρχιερέως Ιησού Χριστού «καθαριεί τήν συνείδησιν υμών άπό νεκρών έργων εις τό λα­τρεύειν Θεώ ζώντι». Ή θυσία του Χριστού καθαρίζει τήν συνείδηση μας πλήρως και τελείως από τα έργα τής αμαρτίας, πού οδηγούν στον αιώνιο θάνατο και μάς δίνει τη δυνατότητα νά λατρεύουμε με καθαρή καρδιά τόν άναρχο και αιώνιο Θεό.

Και ακόμη εκείνες οι θυσίες, τής παλαιάς ίερωσύνης, ήταν θυσίες επα­ναλαμβανόμενες. Είτε οι αναίμακτες είτε οι αιματηρές. Ή θυσία του μεγά­λου 'Αρχιερέως Ιησού Χριστού μία φορά έγινε: «Εϊσήλθεν εφάπαξ εις τά Άγια, αίωνίαν λύτρωσιν εύράμενος». Με όλη τη ζωή του και κυρίως με τήν σταυρική προσφερθείσα λυτρωτική θυσία Του, λύτρωσε τό ανθρώπινο γένος, προσέφερε τήν «έξ αντικειμέ­νου λύτρωσιν» και ως νικητής και θριαμβευτής, και ως Μέγας 'Αρχιερεύς εισήλθε στα επουράνια άγια σκη­νώματα, γιά νά «αρχιερατεύει» στο θρόνο τής χάριτος του Ουράνιου Πα­τέρα γιά τη σωτηρία του κόσμου, και ενός εκάστου από μάς. Έτσι πέτυχε γιά όλους τους πιστεύοντες ανθρώ­πους, όχι προσωρινή και ατελή λύ­τρωση, άλλά αιώνια και τέλεια.

Ασύγκριτη, λοιπόν, ή διαφορά με­ταξύ των ανθρώπων αρχιερέων τής Π. Διαθήκης, και του Μεγάλου 'Αρχιερέως Χριστού.

ΚΥΡΙΑΚΗ 3 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΛΙΜΑΚΟΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έβρ. στ 13-20

«ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΖΩΗΣ» "Ην ώς άγκυραν έχομεν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν».

Στην ταραγμένη εποχή μας οι άνθρωποι χάνουν, όλο και περισσότερο, το αίσθημα της ασφαλείας. Γι’ αυτό θέλουν κά­που να ακουμπήσουν, κάπου να στηρίξουν την ζωή τους, να ασφαλιστούν. Τα ανθρώπινα μέ­τρα ασφάλειας αποδεικνύονται συνήθως ανίσχυρα. Λοιπόν δεν υπάρχει κανένας τρόπος ασφαλί­σεως της ζωής μας; Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ό απόστο­λος Παύλος υποδεικνύει δύο υπέ­ροχους τρόπους εξασφαλίσεως της ζωής. Ποιοι είναι αυτοί;

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Στον Αβραάμ είχε δώσει ό Θεός μια μεγάλη υπόσχεση, πού ήταν και όρκος μαζί: «ή μην εύλογων ευλογήσω σε και πληθύνων πληθύνω σε». Θα σε γεμίσω με πλούσιες ευλογίες και θα σου χαρίσω αναρίθμητους απογόνους. Με τον τρόπο αυτό ό Κύριος του ουρανού και της γης υπέγραψε ένα συμβόλαιο, το όποιον έτήρησε κατά γράμμα. Γιατί πραγματικά οι απόγονοι τού Αβραάμ έπληθύνθηκαν και έγιναν έθνος μέγα. Έτσι έδειξε ό Θεός «το άμετάθετον της βουλής αυτού». Ότι δηλαδή, ή απόφαση του είναι αμετάκλητη και οριστική. Οι υποσχέσεις του δεν διαψεύδονται ποτέ. Πραγμα­τοποιούνται πάντοτε.

Να, λοιπόν, ό πρώτος τρόπος πραγματικής και οριστικής εξα­σφαλίσεως της ζωής μας: Ή πιστότης του Θεού στην εκπλήρωση των υποσχέσεων του. «Το άμετάθετον της βουλής τού Θεού» είναι το σταθερό και αμετακίνητο έδαφος, επάνω στο όποιο μπορούμε με απόλυτη ασφάλεια να στηρίζουμε το οικοδόμημα της ζωής μας.

Έχουμε απόλυτη ανάγκη προ­στασίας. Σε ποιόν θα καταφύγου­με; Σε ποιόν άλλο παρά σ' Εκείνον, πού μας υπόσχεται: «ού μη σε άνω ούδ' ού μη σε έγκαταλίπω»;

Θα καταφύγουμε στον Θεό μας, τού όποιου ό λόγος είναι συμβόλαιο και τηρεί οπωσδή­ποτε την υπογραφή του. Μας πιέζουν οικονομικές δυσκολίες, μας απειλεί ή αδικία και το ψέμα των ανθρώπων; Μην αργούμε. Ας κτυπήσουμε την πόρτα τού ουράνιου Πατέρα πού μας υπο­σχέθηκε: «αιτείτε και δοθήσεται ύμίν, ζητείτε και εύρήσετε, κρού­ετε και άνοιγήσεται ύμίν» (Ματθ. ζ' 7). Δεν μπορεί να μη τηρήση την υπόσχεση του. «Αδύνατον ψεύσασθαι Θεόν», μας τονίζει σήμερα ό Απόστολος. Γύρω μας μπορεί τα πάντα να καταρρέουν, να έξαφανίζωνται, να γίνωνται καπνός και στάχτη. Ένα μόνο μένει σταθερό και αμετακίνητο. Ή υπόσχεση τού Θεού. Όλοι γύρω μας μπορεί να μας γεμίζουν με «υποσχέσεις» και στο τέλος να τούς βλέπουμε να χάνωνται, να λησμονούν, να αρνούνται ό,τι υποσχέθηκαν. Ένας μόνο δεν πρόκειται ποτέ να λησμονήση, να αρνηθή. Είναι ό Θεός μας. Αυτός ήταν, είναι και θα είναι πιστός στις υποσχέσεις του.

Η ΑΓΚΥΡΑ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ

Ό απόστολος Παύλος προ­χωρεί και σε ένα δεύτερο τρόπο ασφαλίσεως της ζωής. Και αυτόν τον βρίσκει σε μια λέξη, πού φα­νερώνει μια βασική χριστιανική αρετή, στην ελπίδα. Οι άνθρωποι, πού πιστεύουν στον Θεό έχουν την ελπίδα «ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν». Πώς ασφαλίζεται το πλοίο από τούς κλυδωνισμούς; Ρίχνει την άγκυρα του στον βυθό, πού είναι σταθερός και αμετακίνητος. Όσο και αν το κτυπούν οι άνεμοι δεν πρόκειται να το μετακινήσουν.

Το ίδιο συμβαίνει και με την χριστιανική ελπίδα. Ή ζωή τού Χριστιανού μπορεί να είναι τρι­κυμισμένη, να την κτυπούν οι άνεμοι των δοκιμασιών και τα κύματα των δυσκολιών. Στον ουρανό όμως, στην αιωνιότητα, εκεί πού βρίσκεται ό Σωτήρας και Λυτρωτής μας, ό Θεός μας, εκεί επικρατεί ή γαλήνη και ή ηρεμία και ή σταθερότητα. Και ή ελπίδα, ή άγκυρα αυτή της ψυχής, εισέρ­χεται στον ουράνιο κόσμο, «όπου πρόδρομος υπέρ ημών είσήλθεν Ιησούς» και εξασφαλίζει στον πιστό την γαλήνη.

Δεν έχουμε παρά να δοκιμά­σουμε την μέθοδο αυτή. Τα μικρά κύματα, αλλά και οι μεγάλες τρικυμίες δεν λείπουν από το πέ­λαγος της ζωής. Μια απροσδόκητη οικονομική δυσκολία, μια ξαφνική αρρώστια, μια συκοφαντία, ένας θάνατος και τόσα άλλα μικρά ή μεγάλα κύματα κτυπούν συχνά το σκάφος της ζωής μας. Στις πε­ριπτώσεις αυτές μην τα χάνουμε. Μην άπελπιζώμαστε. Ας μάθου­με να ρίχνουμε την άγκυρα της ελπίδος μας στον ουρανό. Είναι ό μόνος τρόπος να εξασφαλίσουμε την ειρήνη της ψυχής μας. «'Έλπισον επί τον Θεόν» παραγγέλλει ό λόγος τού Θεού. Γιατί αυτός είναι ή μόνη σωτηρία και ασφάλεια μας (Ψαλμ. μα 12).

ΚΥΡΙΑΚΗ 7 ΜΑΡΤΙΟΥ (Γ' Νηστειών) Της Σταυροπροσκυνήσεως

αποστολοσ Έβρ.δ' 14-ε'6 Ο ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ ΤΟΥ ΕΛΕΟΥΣ

1.ΜΑΣ ΚΑΤΑΝΟΕΙ

Σήμερα Κυριακή της Σταυροπροσκυ­νήσεως ή αγία μας Εκκλησία προβάλ­λει εμπρός μας τον Τίμιο Σταυρό, πάνω στον όποιο ό Κύριος μας πρόσφερε τη μοναδική και ατίμητη θυσία, που μας άνοιξε το δρόμο προς τον ουρανό. Εκεί στο Γολγοθά ό Χριστός προσφέροντας τη φοβερή εκείνη θυσία του, αποκα­λύφθηκε σε μας ως ό μόνος αληθινός άρχιερεύς. Γι' αυτό και το αποστολικό Ανάγνωσμα αναφέρεται στο μεγάλο αυτό μυστήριο της άρχιερωσύνης του σταυρωθέντος Κυρίου μας. Έχουμε μεγάλο Αρχιερέα, μας λέει ό απόστολος Παύλος. Αυτός μετά τη σταυ­ρική του θυσία, τον θάνατο, την Ανά­σταση και την Ανάληψη του, έχει πλέον εισέλθει στους ουρανούς κι έφθασε στο θρόνο του Θεού. Εκεί μας περιμένει. Διό­τι δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά είναι ό Υιός του Θεού. Γι' αυτό ας κρατάμε γερά την πίστη μας σ' Αυτόν κι ας την ομολογούμε πάντοτε. Και μην περάσει ποτέ από το νου μας ότι, αφού Αυτός είναι τώρα στους ουρανούς, δεν θα δεί­ξει ενδιαφέρον για μας. Διότι δεν έχουμε αρχιερέα πού δείχνει άσυμπάθεια στις αδυναμίες μας. Αντίθετα, ενώ υψώθηκε τόσο πολύ ως άνθρωπος, δεν αδιαφο­ρεί για μάς, αλλά γνωρίζει όλα όσα μας συμβαίνουν. Άλλωστε και ό Ίδιος ως άν­θρωπος έδώ στη Γή αντιμετώπισε κάθε είδους πειρασμό. Έχει δοκιμασθεί με κάθε τρόπο, χωρίς όμως να διαπράξει καμία αμαρτία. Γι' αυτό μάς παροτρύνει ό απόστολος Παύλος να πλησιάζουμε με θάρρος και εμπιστοσύνη στο βασι­λικό θρόνο της Χάριτος του για να λά­βουμε συγχώρηση για τις αμαρτίες μας και να βρούμε έλεος και χάρη και άμεση βοήθεια σε κάθε κρίσιμη ώρα του πει­ρασμού.

Από το θρόνο του ό εσταυρωμένος Κύ­ριος θα μάς δωρίσει πλούσιο το έλεος του. Διότι και ό Ίδιος έχει δεχθεί κάθε δοκιμασία, είναι «πεπειρασμένος κατά πάντα». Σ' όλη του τη ζωή πόσες δοκιμασίες, περιφρονήσεις και κατατρεγμούς δεν πέρασε! Ιδιαιτέρως όμως όταν πρόσ­φερε την αρχιερατική του θυσία επάνω στο Σταυρό, δέχθηκε όλα εκείνα τα φρι­κτά μαρτύρια. Εκείνη τη φοβερή ώρα πρόσφερε καταπληγωμένος τη θυσία του υποφέροντας μεγάλους πόνους όχι μόνο από το μαρτύριο αλλά ασυγκρίτως περισσότερο από τις αμαρτίες των παιδιών του, πού βάσταζε σαν να ήταν κακούργος.

Γνωρίζει λοιπόν ό Κύριος από δοκιμα­σίες, γνωρίζει τί θα πει πόνος. Ό αναμάρτητος δέχθηκε τόσους πειρασμούς. Γι’ αυ­τό δείχνει κατανόηση στις αδυναμίες μας, τούς πειρασμούς μας και τις δοκιμασίες μας. Μάς καταλαβαίνει, μάς συμπονά, μάς αγαπά. Και μάς περιμένει στο θρόνο της Χάριτος του, στον Τίμιο Σταυρό του, να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας, πού μάς τσακίζουν και μάς απογοητεύουν. Μάς περιμένει στο Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως να μάς ξεκουράσει και να μάς ειρηνεύσει. Μάς περιμένει στην Άγια Τράπεζα να μάς μεταγγίσει ζωή και σωτηρία.

2. ΘΑ ΜΑΣ ΔΟΞΑΣΕΙ

Στη συνέχεια ό άγιος Απόστολος μάς λέει ότι κάθε αρχιερέας στην ίερωσύνη των Ιουδαίων επιτελεί το ιερό αυτό έργο του για την ωφέλεια των ανθρώπων στην τέλεση της λατρείας· για να προσφέρει θυσίες για τη συγχώρηση των αμαρτιών του λαού. Και μπορεί να δείχνει συμπά­θεια σ' όσους αμαρτάνουν, επειδή κι αυτός ως άνθρωπος έχει ανθρώπινες αδυναμίες. Και γι' αυτό ό Νόμος του επι­βάλλει να προσφέρει θυσία όχι μόνο για τις αμαρτίες του λαού του, αλλά και μία ακόμη θυσία για τις δικές του αμαρτίες.

Και συνεχίζει ό Απόστολος λέγοντας ότι κανείς δεν παίρνει μόνος του την υ­ψηλή τιμή της άρχιερωσύνης, αλλά όταν τον καλέσει ό Θεός, όπως κάλεσε στο αξίωμα αυτό και τον Ααρών. Έτσι και ό Χριστός «ούχ εαυτόν έδόξασε γενηθήναι αρχιερέα, άλλ' ό λαλήσας προς αυτόν», δεν δόξασε μόνος του τον Εαυτό του με το να γίνει Άρχιερεύς, αλλά Τον δόξασε ό Θεός Πατήρ, ό Όποιος Του είπε: Εσύ είσαι ό Υιός μου· εγώ Σε γέννησα σή­μερα, όταν Σου έδωσα την ανθρώπινη φύση και την δόξασα με την Ανάσταση και την ενθρόνιση σου εκ δεξιών μου. Και σ' άλλο μέρος της Αγίας Γραφής λέει: Εσύ είσαι ιερέας αιώνιος, πού Σε προτύπωνε ό Μελχισεδέκ.

Ό Κύριος μας λοιπόν δοξάστηκε και ως άνθρωπος με θεϊκή δόξα από τον Θεό Πατέρα του. Αυτός πού τόσο πολύ τα­πεινώθηκε ως άνθρωπος, πολύ περισ­σότερο υψώθηκε. Επειδή ακριβώς έδειξε υπακοή μέχρι θανάτου. Γι’ αυτό ακριβώς ό Θεός Πατήρ στεφάνωσε τον Κύριο μας ως άνθρωπο με θεϊκή δόξα και τιμή. Και Του έδωσε εξουσία στα επουράνια, τα επίγεια και τα καταχθόνια. Ώστε όλα τα λογικά όντα να αναγνωρίσουν ότι Αυτός είναι ό Κύριος του ουρανού και της γης.

Αυτός ό δρόμος από τη θυσία στην ύ­ψωση, από την ταπείνωση στη δόξα εί­ναι και ό δρόμος όλων των πιστών. Στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά βρίσκε­ται ή αληθινή ύψωση. Στο δρόμο της θυ­σίας και της ταπεινώσεως. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε. Όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, αδικίες. Ό­ταν μένουμε στο περιθώριο. Όταν υπο­μένουμε δίπλα μας ανθρώπους δύσκο­λους και μένουμε ειρηνικοί απέναντι τους. Όταν όσους μας αδικούν ή μάς αν­τιπαθούν, τούς συγχωρούμε, τούς δεί­χνουμε αγάπη. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο. Με τη βοήθεια όμως του Θε­ού είναι κατορθωτό. 'Ας πάρουμε λοιπόν κι εμείς με προθυμία τον ανηφορικό δρό­μο του Γολγοθά. Για να οδηγηθούμε από την ταπείνωση στη δόξα, την αληθινή και αιώνια. □

ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΜΑΡΤΙΟΥ: Β' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έβρ. α' 10 - β' 3

ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ; «Δια τούτο δει περισσοτέρως ημάς προσέχειν τοις άκουσθεΐσι, μή ποτέ παραρρυώμεν».

Ό συλλογισμός είναι ατράν­ταχτος και, αν τον προσέξουμε όσο αξίζει, πρέπει να μας συγκλονίση. Ό Απόστολος ατενί­ζει την ασύγκριτη υπεροχή του Ιησού Χριστού έναντι όλων των προφητών και των αγγέλων, πού κατά καιρούς μίλησαν στους ανθρώπους. Μένει εκστατικός εμπρός στο ασύγκριτο μεγαλείο τού Κυρίου και καταλήγει: Αφού λοιπόν ό Χριστός είναι πάνω από όλους και από όλα, αφού αυτός «έθεμελίωσε την γήν και έργα των χειρών» του «είσίν οί ουρανοί», ας προσέξουμε πολύ, σε ό,τι μας είπε, σε όσα δια των Αποστόλων του μας παραγγέλλει, για να μην παρασυρόμαστε εδώ και εκεί από τα διάφορα ρεύματα. «Δια τούτο δεί περισσοτέρως ημάς προσέχειν τοις άκουσθεΐσι, μήποτε παραρ­ρυώμεν».

Άς έλθουμε χωρίς καθυστέρη­ση στην εξέταση, όχι των άλλων, αλλά τού εαυτού μας.

ΠΡΟΣΕΧΟΥΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟ­ΤΕΡΩΣ στα όσα ό Κύριος είπε; Πιστεύ­ουμε ότι ό Ιησούς Χριστός είναι ή ασύγκριτη αυθεντία μέσα στην ζωή; Υπολογίζουμε την εντολή του, το παράδειγμα του περισσό­τερο από κάθε τι άλλο; Και για να μην μένουμε σε γενικότητες, ας αναλογισθούμε για μια στιγμή την καθημερινή μας, οικογενειακή και επαγγελματική ζωή. Προσέ­χουμε σε διάφορα πράγματα, σε διάφορους ανθρώπους. Μελετάμε ίσως την φιλοσοφία, την ιστορία. Προσέχουμε όμως «περισσοτέρως» στην σοφία τού Θεού, στους δρόμους και τους τρόπους πού εκείνη υποδεικνύει; Παραδε­χόμαστε στ αλήθεια τον δρόμο της άπλότητος, της ανεξικακίας, της θυσίας πού ό Κύριος από την Βηθλεέμ έως τον Γολγοθά μας δείχνει; Ανοίγουμε ολοπρόθυμα τα αυτιά μας, για να ακούσουμε τι νεώτερο συμβουλεύει ή επιστήμη, πώς πάει ή κατάκτηση τού διαστή­ματος. Και σωστά κάνουμε. Αλλόμως εντείνουμε «περισσοτέρως» την προσοχή μας, για να δούμε, τί ακριβώς μας συμβουλεύει ό Κύρι­ος, τού όποιου «έργα των χειρών είσίν οί ουρανοί», τί μας λέει για τη ζωή μας αυτός, πού μας έφερε στην ύπαρξη, πού γνωρίζει τούς μυστικούς νόμους της όσο κανείς άλλος; Πού μας αγάπησε όσο κάνεις άλλος; Δυστυχώς πολλές φορές δεν το κάνουμε.

Όμως καιρός να προσέξουμε πολύ. Όλοι και όλα, πού τώρα φαντάζουν, είναι σκιές. «Πάντες ώς ίμάτιον παλαιωθήσονται». Πα­λιώνουν σαν τα ρούχα. Ακόμη και αυτή ή γη, πού την βλέπουμε τόσο στέρεη κάτω από τα πόδια μας. Όχι, λοιπόν, τις σκιές από τον ζώντα Λόγο τού θεού, τον Ιησού Χριστό, πού «διαμένει», πού μένει «ό αυτός», πού είναι «το Α και το Ω, ό πρώτος και ό έσχατος, αρχή και τέλος» των πάντων.

ΣΕ ΟΛΑ ΟΣΑ ΕΙΠΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ Πολλοί συνηθίζουν εύκολα να αθωώνουν τον εαυτό τους, εάν κάποτε τον εξετάσουν. Ή μέθοδος είναι απλή: Σκέπτονται μόνο όσες εντολές τήρησαν. Όσες παρέβη­σαν τις παραβλέπουν. Γενικώτερα υπάρχει μία τάση να προσέχουμε όχι «τοις άκουσθεΐσι», όχι σε όσα έχουν λεχθή από τον Κύριο αλλά σε όσα ηχούν πιο ευχάριστα στα αυτιά μας. Τελικώς κάνουμε μια επιλογή, παραμερίζουμε τα δυσκολώτερα -κατά κανόνα τα σοβαρώτερα- και προσέχουμε όσα μας ταιριάζουν, όσα μας αρέσουν. Παραδεχόμαστε π.χ. την προσευ­χή, εφ’ όσον μας εξασφαλίζει «την άνωθεν βοήθειαν». Δεν θέλουμε όμως να ακούμε για το «καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς», το «ός εάν θέλη γενέσθαι πρώτος έν ήμΐν, έσται πάντων δούλος».

Ας διαβάσουμε με τη δέουσα προσοχή, σήμερα-όχι αύριο, γιατί έτσι συνήθως λέμε και συνεχώς αναβάλλουμε-την επί τού όρους ομιλία τού Κυρίου (Ματθ. ε'- ζ'). Ας την μελετήσουμε με πνεύμα μετανοίας και ταπεινώσεως και ας μετρήσουμε: πόσα προσέχου­με στην καθημερινή μας ζωή και πόσα παραβαίνουμε, θα διαπι­στώσουμε ότι ουσιαστικά έχουμε σε χρήση μια άλλη, μια περίεργη έκδοση τού Ευαγγελίου, από την όποια λείπει το μεγαλύτερο μέρος των εντολών τού Χριστού. Έτσι τελικώς ξεγελάμε τον εαυτό μας. Ζούμε σε μια αυταπάτη.

Και κατόπιν απορούμε γιατί λείπει ή γαλήνη από τη ζωή μας. Εφαρμόζουμε δικό μας «ευαγ­γέλιο». Και υπάρχει κίνδυνος να αστοχήσουμε εάν δεν προσέξουμε «περισσοτέρως τοις άκουσθεΐσι». Σε ΟΛΑ όσα είπε ό «Κύριος», ό «ων και ό ήν και ό ερχόμενος, ό παντοκράτωρ».

ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΜΑΡΤΙΟΥ: Α' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έβρ. ια' 24-26, 32-40

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ «Οι δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, είργάσαντο δικαιοσύνην, έπέτυχον επαγγελιών».

Ή σημερινή Κυριακή είναι αφι­ερωμένη στη νίκη και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, πού κερδήθηκε με την αναστήλωση των άγιων και ιερών εικόνων. Μαζί όμως με το γεγονός αυτό ή Εκκλησία θυμάται σήμερα όλους τους αγώνες, πού έγιναν από τούς φλογερούς άγωνιστάς και όμολογητάς της, για να διαφυλαχθή και επικράτηση ή άγια ορθόδοξη πίστη και παράδοση. Γι’ αυτό προβάλλει εμπρός μας όλους αυτούς πού αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου με την πίστη και για την πί­στη. Από την άποψη αυτή έγιναν οι συνεχιστές των άγιων της Παλαιάς Διαθήκης, πού κι αυτοί αγωνίστη­καν μέχρι θανάτου με την πίστη και για την πίστη προς τον ζωντανό και αληθινό Θεό, όπως περιγράφει και ή σημερινή αποστολική περικοπή.ΑΓΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ

Άγιες και μεγάλες μορφές της Π. Διαθήκης, αναφέρει ό Απόστολος σήμερα: Τον Μωυσή, τον Γεδεών, τον Βαράκ, τον Σαμψών και Ίεφθάε, τον Δαυίδ, τον Σαμουήλ και τούς Προφήτες. Όλοι αυτοί με την δύναμη της πίστεως στον μόνο αληθινό Θεό πέτυχαν μεγάλα και υπέροχα κατορθώματα: Πολέμησαν και νίκησαν ολόκληρα βασίλεια, έζησαν με δικαιοσύνη και αρετή, πέτυχαν την εκπλήρωση των υπο­σχέσεων πού τούς έδωσε ό Θεός και τόσα άλλα, πού με πολλή συγκί­νηση διαβάζουμε στην συνέχεια της αποστολικής περικοπής. Και χάρη στους αγώνες αυτούς ό εβραϊκός λαός κρατήθηκε στη ν ορθή πίστη των πατέρων του, μέσα στους σκο­τεινούς και δύσκολους εκείνους χρόνους της ειδωλολατρίας.

Το ίδιο συνεχίσθηκε και στην εποχή της Καινής Διαθήκης με τούς αγώνες των άγιων και θεοφόρων Πατέρων της Ορθοδοξίας. Δεν υπήρχε βέβαια τώρα ό κίνδυνος της ειδωλολατρίας. Υπήρχε άλλος, ίσως μεγαλύτερος κίνδυνος. Ή αίρεση και ή κακοδοξία, ή παρα­ποίηση και κακοποίηση της πίστε­ως προς τον Ιησού Χριστό. Και ό κίνδυνος αυτός δεν ήταν μικρός. Έφθασε στιγμή πού ένα πολύ μεγά­λο μέρος της χριστιανικής ανατολής είχε τυλιχθή μέσα στα πλοκάμια της κακοδοξίας και της πλάνης του αιρετικού Αρείου.

Ή πλάνη όμως και ή αίρεση δεν επεκράτησαν. Σιγά-σιγά, με την μεγάλη φωτιά της ορθής πί­στεως, πού έβγαινε από τον λόγο, τα συγγράμματα των Πατέρων, τις Οικουμενικές Συνόδους και τις προσευχές των Πατέρων της Εκκλησίας μας, κάηκαν τα άχυρα και οι σκουριές της κακοδοξίας και έμεινε το καθαρό και γνήσιο χρυ­σάφι της ορθοδόξου πίστεως. Έτσι διαφυλάχθηκε ό ιερός θησαυρός της Ορθοδοξίας, ώστε σήμερα οι ορθόδοξοι Χριστιανοί να πιστεύουν καινά διακηρύττουν: «οι προφήται ώς είδον, οι Απόστολοι ώς έδίδαξαν, ή Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως έδογμάτισαν... ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν».

ΝΑ ΛΑΜΨΗ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Ή ιερή κληρονομιά της ορθής πίστεως, πού είναι ζυμωμένη με το αίμα και το δάκρυ των πατέρων μας, μας υποχρέωνει να εγκαταλείψουμε την στάση της αδιαφορίας εμπρός στον θησαυρό της Ορθοδοξίας και να αγωνιστούμε με κάθε τρόπο για την λάμψη και ακτινοβολία του.

Πρέπει να λάμψη ή Ορθοδοξία στα δικά μας τα μάτια και στις δικές μας ψυχές πρώτα. Ή συνήθεια και ή άγνοια έχουν δημιουργήσει ένα παχύ στρώμα σκόνης πού σκεπάζει το καθαρό χρυσάφι της πίστεως μας. Γι' αυτό πολλοί από μας μικροί και μεγάλοι δεν εκτιμούμε την πα­ράδοση μας, δεν γνωρίζουμε την πίστη μας, δεν αγαπάμε την Εκκλη­σία μας. Το εικονοστάσι του σπιτιού έχει καταργηθή σε πολλά σπίτια και σε άλλα, πού υπάρχει, έχει γίνει μια σκονισμένη και παραμελημένη γωνιά, χωρίς να την προσεχή πια κανείς. Χτυπούν οι καμπάνες για την θεία Λειτουργία και υπάρχουν Ορθόδοξοι πού μένουν ξαπλωμέ­νοι στο κρεβάτι ή κάθονται στις καρέκλες των καφενείων. Άλλοι, Ορθόδοξοι κι αυτοί, έχουν χρόνια να εξομολογηθούν και να κοινωνή­σουν. Και υπάρχουν ακόμη οικο­γένειες ορθόδοξες χωρίς να έχουν και να μελετούν την 'Αγία Γραφή, χωρίς να διαβάζουν ένα ορθόδοξο χριστιανικό βιβλίο.

Τί θα γίνη λοιπόν; Τα πάντα πρέ­πει να γίνουν, για να ξαναλάμψη ή Ορθοδοξία. Ή ορθή πίστη να γίνη φρόνημα και ζωή όλων των ορθο­δόξων. Αδιαπραγμάτευτη, χωρίς υποχωρήσεις, παραχωρήσεις και ένοχους συμβιβασμούς.

ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΜΑΡΤΙΟΥ: ΤΥΡΙΝΗΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ρωμ. ιγ' 11 - ιδ' 4

Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ «Μη κρινέτω».

Ή προτροπή αύτη του αποστό­λου Παύλου «μή κρινέτω» μας φέρνει στο νου την άλλη παραγ­γελία του θείου Διδασκάλου, πού έλεγε: «Μή κρίνετε». Καλό όμως είναι να κάνουμε εξ αρχής μια δι­ευκρίνηση στην έννοια της λέξεως, για να μη θεωρηθεί αυτός ό λόγος προσβλητικός για τον λογικό άνθρωπο. Άς θυμηθούμε λοιπόν τα λόγια παλαιού έρμηνευτού της αγίας Γραφής πού γράφει: «Κρίσιν ένταύθα την κατάκρισιν νόησον» (Ζιγαβηνός). Ώστε ό Απόστολος τού Θεού μας προτρέπει να απο­φεύγουμε την κρίση εκείνη πού είναι και άδικη και άσπλαχνη και προέρχεται από εγωισμό. Γι’ αυτή την κακολογία λοιπόν κι εμείς σήμερα θα μιλήσουμε, αφού απο­τελεί παράβαση τού θείου νόμου και είναι μεγάλο κακό.

ΠΩΣ ΧΥΝΕΤΑΙ ΤΟ ΔΗΛΗ­ΤΗΡΙΟ

Όπως όλα τα αμαρτήματα, έτσι και το αμάρτημα της κακο­λογίας αρχίζει από την ώρα πού βάζει ό άνθρωπος το κακό στο νου του. Ακόμη και αν είναι αληθινό το σφάλμα τού αδελφού μας και αν τα ίδια μας τα μάτια το βεβαίω­σαν, αφού δεν λυπηθήκαμε για το αμάρτημα του, δείχνει πόσο κακή είναι ή ποιότητα τού χαρακτήρα μας. Ή αγάπη «πάντα στέγει», λέει ό Παύλος. Όταν όμως λείπει από μέσα μας ό Θεός πού είναι αγάπη, τότε αρχίζει το σπερμολόγημα. Μόλις άνοιξη το στόμα ό κακολόγος άνθρωπος, αρχίζει να πέφτει το δηλητήριο σταγόνα, σταγόνα. «Λένε!... άκουσα!... Τί κρίμα!... Τα μάθατε; κλπ». Έπειτα ό τόνος της φωνής, οι χειρονομίες, το ύψωμα των ώμων ή το ατάραχο μειδίαμα, πού συνοδεύουν αυτή την κακολογία, συμπληρώνουν τα υπονοούμενα και χρωματί­ζουν την λάσπη πού εκτοξεύτηκε. Μετά σας ορκίζουν κιόλας να μην πείτε τίποτα. Και όπως σημειώ­νει ό ιερός Χρυσόστομος: «Με τον τρόπο αυτό φανερώνουν ότι έκαμαν κάτι άξιο κατηγορίας. Γιατί αφού παρακαλείς εκείνον να μην το πει σε άλλον κανένα, πολύ περισσότερο έπρεπε συ πρωτύτερα να μην του το είχες πει». Έδώ παρατηρούμε ότι το δη­λητήριο είναι συνδυασμένο με την κακολογία και ή κακολογία είναι συνδυασμένη με την ανανδρία. Ό σπερμολόγος ροκανίζει τις ρίζες τού ψηλού δέντρου δειλά-δειλά, αφού αλλιώς δεν μπορεί να το ρίξει κάτω. Βλέπετε κάνει το κακούργημα του με πονηρία και θρασύτητα, με πανουργία και ευτέλεια. Έτσι το αμάρτημα αυτό της κακολογίας, τις περισσότερες φορές δεν το πιάνει ό ποινικός νόμος, δεν μπορεί όμως να ξεφύγει τον ηθικό καταλογισμό.

Ο ΚΡΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΚΡΙΤΗΣ

Το πρώτο πού θα πει ό Θεός στον άνθρωπο πού κατακρίνει είναι: «Σύ τις εί ό κρίνων άλλό­τριον οικέτην;» Ποιος είσαι σύ άνθρωπε, πού γίνεσαι επιτιμητής αυστηρός και βλοσυρός δικαστής τού ξένου δούλου; Υφαρπάζεις δικαιώματα πού ανήκουν στον μόνο Κριτή τού κόσμου; Είσαι όμως αρμόδιος για να κάνεις ένα τέτοιο έργο;

Πράγματι, μόνον ό Θεός είναι εκείνος πού έρευνα τα βάθη τού άνθρωπου και επομένως μπορεί να βγάλει την δίκαιη κρίση. Εμείς οι άνθρωποι κρίνουμε «κατ΄ όψιν», εξωτερικά, ό,τι είδαμε και ό,τι ακούσαμε. Πόσες φορές όμως δεν πέσαμε έξω; Κανείς λοιπόν δεν μας έβαλε κριτές των συναν­θρώπων μας. Πολύ περισσότερο επικριτές τους και τιμητές τους. Έργο δικό μας είναι να βοηθή­σουμε αυτόν, πού δεν βαδίζει τον ίδιο δρόμο, να άνοιξη τα μάτια της ψυχής του και να αντιληφθεί την αλήθεια και το Φως το αληθινό. Δεν έχουμε όμως το δικαίωμα να διαλαλήσουμε την άμαρτωλότητά του. Ή κακολογία μας τον κάνει χειρότερο. Το κουτσομπολιό γκρε­μίζει τον κακό, τον παρεκτρεπόμενο, τον κάνει χειρότερο. «Έμενα με πήρε πια το ποτάμι» λέει απελ­πισμένος ό άνθρωπος εκείνος, πού διασύρεται. Έτσι σκληρύνεται περισσότερο, επιταχύνεται ό ψυ­χικός θάνατος τού αδελφού «υπέρ ού Χρίστος απέθανε». Αυτό όμως μας δημιουργεί ευθύνη. Επισύρει την οργή τού Θεού. Το αμάρτημα της κατακρίσεως είναι σοβαρότατο. Με τον τρόπο αυτό δείχνουμε ότι στερούμεθα και στοιχειώδους αγάπης απέ­ναντι των αδελφών μας. Ή κα­τάκριση μας αποξενώνει από τον Θεό. Ό άνθρωπος πού κακολογεί τούς άλλους, πού κατακρίνει και είναι δικαστής των πάντων, δη­μιουργεί σοβαρά ζητήματα στους συνανθρώπους του. Προκαλεί οικογενειακά δράματα. Κηλι­δώνει υπολήψεις, τραυματίζει, πληγώνει ψυχές. Αναστάτωση και εξέγερση δημιουργεί όπου κι αν βρεθεί. Φαρμακώνει την ζωή των αδελφών του.

ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΑΠΟΚΡΕΩ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Α' Κορ. η' 8 - θ' 2

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ Ο,ΤΙ ΠΙΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟ «Και άπολεΐται ό ασθενών αδελφός επί τη ση γνώσει, δι' όν Χριστός άπέθανεν».

Στην εποχή μας πολλά πράγμα­τα έγιναν πολύτιμα: Το χρήμα, ή άνετη ζωή, οι υλικές απολαύσεις, ή επιστήμη. Αυτά θεωρούν πολύ­τιμα. Κι όμως λησμονούν το πιο πολύτιμο: τον άνθρωπο! Είναι γιαυτούς «αντικείμενο άνευ αξίας». Ένα νούμερο. Κι' εδώ βρίσκεται ή μεγάλη τους πλάνη. Γιατί ό άνθρωπος, με την ελεύθερη προ­σωπικότητα του, τον αιώνιο προο­ρισμό του, είναι ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει στον κόσμο αυτό. Αυτό το σάλπισμα ακούγεται από το σημε­ρινό αποστολικό ανάγνωσμα.

Η ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ

Στην αρχαία Εκκλησία της Κορίνθου είχε παρουσιαστή ένα ζήτημα: Επιτρέπεται στους Χρι­στιανούς να τρώνε κρέας από ζώα, πού είχαν προσφερθεί θυσία σε ειδωλολατρικούς θεούς; Πολλοί Χριστιανοί είχαν δώσει την ορθή λύση. Βέβαια επιτρέπεται. Γιατί τα είδωλα, στα όποια προσέφε­ραν οι ειδωλολάτρες τα ζώα σαν θυσία, δεν ήταν πραγματικοί θεοί. Ένας είναι ό αληθινός Θεός. Επομένως, τα ζώα πού είχαν προσφερθεί θυσία σε ανύπαρκτους θεούς, δεν είχαν κανένα μολυσμό. Οι Χριστιανοί μπορούσαν άφοβα να τρώνε το κρέας τους.

Υπήρχαν όμως και μερικοί Χριστιανοί, «ασθενείς αδελφοί», πού δεν μπορούσαν ακόμη να το καταλάβουν αυτό. Το να τρώνε από τα είδωλόθυτα το θεωρούσαν αμαρτία. Τί έπρεπε να γίνει; Με ποιο κριτήριο έπρεπε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό; Ό απόστολος Παύλος άπαντα: Το κριτήριο θα είναι ό άνθρωπος, «ό ασθενών αδελφός» και όχι το «βρώμα», το φαγητό. Το να φάμε ή όχι δεν έχει καμιά πνευματική σημασία. Ό αδελφός μας όμως ό Χριστιανός έχει πολύτιμη άξια. Γιατί γι αυτόν και την σωτηρία του «ό Χριστός άπέθανεν». Αυτός, επομένως, για τον όποιο ό Θεάν­θρωπος Κύριος έχυσε το πολύτιμο αίμα του, πρέπει να είναι και για μας πολύτιμος.

Το συμπέρασμα αυτό τού άγι­ου Αποστόλου είναι βασικό και βοηθά στην ανακάλυψη της άξιας τού άνθρωπου. Είσαι πατέρας και μητέρα; Σκεφτείτε πώς το πολυ­τιμότερο πράγμα, πού έχετε στο σπίτι σας είναι τα παιδιά σας. Μη παρασύρεσθε από το υλιστικό και κοσμικό περιβάλλον. Τίποτε: Ούτε το καλό φαγητό ούτε τα ταξίδια ούτε ή κοσμική ζωή έχουν καμιά άξια μπρος στα παιδιά σας. Γιατί αυτά είναι εικόνες τού Θεού, παιδιά τού Θεού. Ό Χριστός τα αγάπησε και τα ευλόγησε. Είναι κληρονόμοι της βασιλείας του.

Ό υπάλληλος σου, ή βοηθός σου, ό εργάτης σου, ό φτωχός γείτονας σου, ό οδοκαθαριστής σου δεν είναι άνθρωποι «κατω­τέρας» τάξεως. Δεν υπάρχουν, άλλωστε, άνθρωποι «ανωτέρας» και «κατωτέρας» τάξεως. Όλοι οι άνθρωποι κλείνουν μέσα τους αθάνατη ψυχή. Έχουν προσωπι­κότητα και αξιοπρέπεια. Έχουν αιώνιο προορισμό. Δεν μπορείς να τούς περιφρόνησης, να τούς αγνόησης. Θα σεβαστής απόλυτα την προσωπικότητα τους. Θα τούς τίμησης ως εικόνες τού Θεού. Θα τούς αγαπήσεις ως αδελφούς τού Χριστού. Υπάρχει πιο πολύτιμο πράγμα στον κόσμο από τούς αδελφούς τού Χριστού;

ΤΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΚΑΘΕ ΘΥΣΙΑ

Μάλιστα. Ό άνθρωπος έχει ανεκτίμητη άξια. Εκείνος όμως, πού θα κάνει την αναγνώριση αυτή, πρέπει να προχωρήσει και σε κάτι άλλο. Να μη διστάσει να θυσιάσει κάτι από τον εαυτό του, προκειμένου να ωφελήσει τον συνάνθρωπο του. Αυτό αρχίζει να αναπτύσσει στην συνέχεια ό θείος Απόστολος. Παράδειγμα φέρνει τον εαυτό του. Ώς Απόστολος τού Χριστού είχε ασφαλώς πολλά δικαιώματα. Τί έκανε όμως; Τα θυσίαζε όλα, για να κερδίσει και σώσει όσο το δυνατόν περισσότε­ρους ανθρώπους.

Αυτή πρέπει να είναι ή τακτική τού πιστού Χριστιανού. Εφ' όσον ό ίδιος ό Κύριος Ιησούς έχυσε το τίμιο αίμα του για την αγάπη του άνθρωπου, οφείλει και κάθε μαθητής Του να αρνείται και να θυσιάζει κάτι από τα δικαιώματα του χάριν των αδελφών του.

Στο παγκόσμιο δικαστήριο της δευτέρας Παρουσίας ό θείος Κριτής διεκήρυξε: «Έφ' όσον έποιήσατε ένί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, έμοί έποιή­σατε». Τί άλλο θέλουμε, για να καταλάβουμε, πώς ό άνθρωπος είναι ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει στον κόσμο αυτό;

ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΑΣΩΤΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ A' Κορ. or 12-20

Η ΦΥΓΗ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ «Φεύγετε την πορνείαν».

Γενική είναι ή διαπίστωση σή­μερα, ότι η ατμόσφαιρα πού ανα­πνέουμε είναι ατμόσφαιρα αποσυνθέσεως. Σε όλα τα στρώματα της σημερινής κοινωνίας τα ήθη έχουν πάρει δρόμο κατηφορικό. Και ό μεγάλος αναμορφωτής του κόσμου ό απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρει τους λόγους για τους όποιους πρέπει να είναι μισητή ή ανηθικότητα στον Χριστιανό. Ας τον παρακολουθήσουμε:

ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ ΘΑ ΑΝΑΣΤΗΘΗ

Από τότε πού ό αρχηγός της πίστεως μας, ό Ιησούς Χριστός, αναστήθηκε, από τότε, το σώμα μας δεν εξαφανίζεται, άλλα γί­νεται άφθαρτο. Άς διαλύεται ή σάρκα μας μέσα στον τάφο, ας διασκορπίζονται τα μέλη μας μέσα στα πελάγη και τούς ωκεανούς ή τις κορυφές των βουνών και τα πε­δία των μαχών. Θα αναστηθεί και πάλι και θα ενωθεί με την ψυχή. Εκείνο πού καταργεί ό πολυεύσπλαχνος Κύριος είναι, όπως ανα­φέρει ό θείος Παύλος, ή «κοιλία». Ή επιθυμία δηλαδή των φαγητών και των ποτών δεν θα υπάρχει την ήμερα της Δευτέρας Παρουσίας, γιατί ό Θεός «και ταύτην και ταύτα καταργήσει». Το σώμα μας λοιπόν πρέπει να παρουσιαστεί ενώπιον τού Θεού, ελεύθερο από κάθε δεσμό και υποδούλωση. Ό Χριστός ήλθε και ελευθέρωσε τον όλο, τον «ένιαιον άνθρωπον». Πώς λοιπόν να υποκύψουμε στην ακαθαρσία και στα δεσμά πού μας εξευτελίζουν; Δεν είναι ντροπή να φορέσουμε χειροπέδες; Και αν είναι αιχμαλωσία ή κοιλιοδουλία, μπορεί να αντιληφθεί ό καθένας μας, τί εξευτελισμός είναι ή παράδοση του στα δεσμά της άνηθικότητος, τα όποια δένουν και την ψυχή.

Το σώμα έχει πλασθεί, όχι για να ζει άσώτως, όχι για να είναι σπήλαιο παθών, όργανο ικανοποι­ήσεως κατωτέρων επιθυμιών, αλλά για να είναι ναός τού Θεού.

ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

Ή αλήθεια αυτή δημιουργεί μια διπλή υποχρέωση. Αφ' ενός μεν οφείλουμε να φροντίζουμε και περιποιούμαστε το σώμα μας, όπως φροντίζουμε κάθε ναό τού Κυρίου και αφ' ετέρου να μην λησμονούμε, ότι δεν μας ανήκει το σώμα μας, αλλά είναι κτήμα τού Ιησού Χριστού. Από την ημέρα πού βαπτιστήκαμε στην αγία Κολυμβήθρα, από τότε πού γίναμε Χριστιανοί και λυτρωθήκαμε από την αμαρτία, από τότε είμαστε κτήμα τού Σωτήρα μας. Μας εξα­γόρασε ό Ιησούς «εκ της κατάρας τον νόμου τω τιμίω τον αίματι». Γι΄ αυτό και λέει σήμερα ό απόστολος Παύλος «ουκ έστέ εαυτών. Ήγοράσθητε γαρ τιμής».

Δεν είμαστε λοιπόν μέλη τού εαυτού μας. Είμαστε μέλη τού Ιη­σού Χριστού. Και βγάζει ό Από­στολος τού Κυρίου το τρομερό συ­μπέρασμα: Θα προτιμήσω λοιπόν, εγώ ό Χριστιανός το σώμα μου να γίνει δούλο της ακαθαρσίας και να μην είναι μέλος τού Χριστού; Θα περιφρονήσω Εκείνον που τόσο με τίμησε, ώστε να χύσει το αίμα του για μένα και να κάνη το σώμα μου άφθαρτο, για να παραδοθώ στην αγκαλιά της αμαρτίας; Μη γένοιτο ποτέ να το κάνω αυτό. Και όμως αυτό κάνουν όσοι ζουν άσώτως. Τρομάζουν όταν τους πεις: Να πάρε αύτη την εικόνα τού Χριστού και πέταξε τη στον βόρβορο. Πώς να το κάνω αυτό; σας λένε έκπληκτοι. Άπιστος δεν είμαι.

Και όμως κάτι τέτοιο κάνουν όταν τον εαυτό τους, πού είναι ζωντανή εικόνα τού Θεού, τον μολύνουν και τον εξαχρειώνουν. Οι άγιοι τού Θεού, οι πραγματικοί Χριστιανοί, ξέρουν ότι το σώμα τους είναι εκκλησία, ναός, μέλος τού Χριστού, γι αυτό προσέχουν πού θα πάνε και πού θα σταθούν, όπως θα πρόσεχαν πού θα τοποθε­τούσαν ένα άγιο δισκοπότηρο, μια άγια εικόνα ή κάτι παρόμοιο.

Τα αμαρτήματα της άνηθικότη­τος ήταν και είναι πληγή της κοι­νωνίας, ανατίναξη εθνών, διάλυση οικογενειών, αποχωρισμός της ψυχής από τον Θεό, δηλαδή με μια λέξη, θάνατος πολύπλευρος και αιώνιος. Γιαυτό ή προτροπή τού Αποστόλου: «Φεύγετε την πορ­νείαν» είναι ανάγκη να προσεχθεί πολύ. Σήμερα πού υπάρχουν τόσες παγίδες με επιδεξιότητα στημένες, το «φεύγετε» τού Παύλου σημαί­νει «μετά σπονδής ποιείσθε την άπαλλαγήν του κακού» (Χρυσό­στομος). Ή αμαρτία έχει θέλγη­τρα, γι’ αυτό αγρυπνείτε. Ή φυγή εδώ σώζει.

ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Β' Τιμ. γ' 10-15

ΑΚΛΟΝΗΤΟΙ ΣΤΟ ΔΙΩΓΜΟ «Πάντες οι θέλοντες εύσεβώς ζην έν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται».

Οι Χριστιανοί στα λιοντάρια! Με το σύνθημα αυτό ξεσπούσαν οι φοβεροί διωγμοί εναντίον των πρώτων Χριστιανών. Από το Κολοσσαίο αμφιθέατρο της Ρώμης, όπου έριχναν τους Χριστιανούς στα πεινασμένα θηρία, οι διωγμοί απλώνονταν σε ολόκληρη την ρω­μαϊκή αυτοκρατορία. Οι πιστοί του Εσταυρωμένου Χρίστου έβαφαν με το αίμα τους τα αμφιθέατρα, τα δικαστήρια, τις αγορές, τους δρόμους. Ό απόστολος Παύλος θυμάται κι αυτός τους διωγμούς του και γράφει στον Τιμόθεο: Τι φοβερούς διωγμούς υπέφερα και όμως από όλους με γλύτωσε ό Κύριος! Και κατόπιν καταλήγει σ' ένα συγκλονιστικό συμπέρασμα: «Και πάντες οι θέλοντες εύσεβώς ζην διωχθήσονται»! Ή ομολογία αυτή του θείου Αποστόλου ισχύει άραγε και για τούς σημερινούς Χριστιανούς; Διώκονται και σή­μερα οι Χριστιανοί;

ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ

Δεν σταμάτησαν οι διωγμοί των Χριστιανών ούτε στιγμή. Πότε στην πατρίδα μας, πότε σ' άλλες χώρες της Ανατολής, χύθηκε άφθονο το χριστιανικό αίμα. Στις μέρες μας ό διωγμός των Χριστιανών είχε απλωθεί στην Κίνα, στην ' Αλβανία, πού τόσοι αδελφοί μας Έλληνες δοκιμάσθηκαν, στη Ρωσία κλπ. Στις χώρες αυτές είχε ξεσπάσει ένας αμείλικτος αντιχριστιανικός πόλεμος, πού συνεχίσθηκε χωρίς ανάπαυλα με μεγαλύτερη και σα­τανικότερη ορμή. Οι Χριστιανοί αδελφοί μας στις περιοχές αυτές έγραψαν με το αίμα τους τη σύγ­χρονη ιστορία της πίστεως.

Και όχι μόνο εκεί. Οι Χρι­στιανοί διώκονται παντού. Δεν ρίχνονται βέβαια στις φυλακές και στα θηρία, όπως την αρχαία εποχή. Γνωρίζουν όμως ένα καθη­μερινό και ασταμάτητο μαρτύριο χλευασμού, περιφρονήσεως και αντιδράσεως. Και αυτός είναι σχεδόν ό κανών και για την δική μας κοινωνία.

Πού θα εμφανισθεί ένας αλη­θινός Χριστιανός; Στο κατάστημα, στο σχολείο, στο εργοστάσιο, στον στρατό, στο σπίτι; Δεν απο­κλείεται να συνασπιστούν όλοι οι άλλοι εναντίον του. Και θα αρχίσει ό πόλεμος, θα αρχίσουν οι ειρωνείες, τα πικρόχολα σχόλια, ή φανερή ή ή κρυφή αντίδραση. Ακόμα και γονείς δεν αποκλεί­εται από άγνοια να αντιδράσουν στην χριστιανική ζωή των παιδιών τους. Γιατί ή ευσέβεια, ή άγνότης, ή δικαιοσύνη, θεωρούνται σήμερα από μερικούς αναχρονισμός και ανοησία. 'Άλλοι τούς Χριστιανούς τούς φοβούνται, γιατί στέκονται εμπόδιο στα άνομα έργα τους.

Αυτός είναι ό κλήρος των Χρι­στιανών: ό παντοτινός διωγμός. Ό απόστολος Παύλος στο σημερινό ανάγνωσμα το τόνισε: «πάντες οι θέλοντες εύσεβώς ζην έν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται».

ΚΑΜΙΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ

Ό δέσμιος όμως Απόστολος τού Χριστού δεν αρκείται μόνο στην διαπίστωση αυτή. Προχωρεί σε μια υπέροχη προτροπή προς τον Τιμόθεο. Τού λέει: «Συ μένε, έν οίς έμαθες και έπιστώθης». Στάσου, παιδί μου, ακλόνητος και σταθερός σε όσα έμαθες και βε­βαιώθηκες, ότι είναι αληθινά από την προσωπική σου πείρα. Μέσα σ’ ένα κόσμο, πού οι άνθρωποι θα είναι «πλανώντες και πλανώμενοι», σύ κράτησε γερά την αλήθεια τού Χριστού. Μη λησμονείς ποιος σε δίδαξε την αλήθεια αύτη (έδώ ό Απόστολος εννοεί τον εαυτό του) και ότι έχεις για αλάνθαστο οδηγό «τα ιερά γράμματα», την Αγία Γραφή.

Μέσα σ’ ένα κόσμο, που εξα­κολουθεί να διώκει και να χλευάζει την πίστη και τους Χριστιανούς, ή προτροπή του θείου Αποστόλου παίρνει ξεχωριστή σημασία και για τούς σημερινούς πιστούς: «Σύ μένε, έν οίςέμαθες». Το ωραιό­τερο χαρακτηριστικό τού πιστού είναι να μένη σταθερός και ακλό­νητος στις αρχές του, μέσα στους σεισμούς των χλευασμών και των διωγμών. Να μη τον παρασύρει το ρεύμα τού κακού. Να μη τού σβήνει το φώς της αλήθειας ό άνεμος της ψευτιάς. Να μη υποχωρεί ούτε μια σπιθαμή, εγκαταλείποντας τις θέσεις της τιμιότητος και της δι­καιοσύνης. Γιατί μόνον έτσι υπάρ­χει ελπίδα να επικράτηση στην κοινωνία ή αγνή, ή χριστιανική ζωή. Γι’ αυτό, όσοι έχουν την τιμή να διώκονται για τις χριστιανικές τους αρχές, πρέπει να νιώθουν και ιδιαίτερη την υποχρέωση να αγωνίζονται με κάθε τρόπο για να τις κρατούν ψηλά.

Σ' έναν από τούς μακαρισμούς του ό Κύριος λέει: «Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών έστιν ή βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε' 10). Όσοι γνώρισαν και γνωρίζουν τον δι­ωγμό και την περιφρόνηση, γιατί θέλουν να ζουν την ζωή τού Θεού είναι μακάριοι. Οι πληγές, τα αίματα, τα δόντια των θηρίων, οι χλευασμοί θα γίνουν μαργαριτά­ρια, πού θα στολίσουν το άφθαρτο στεφάνι της δόξης τους στην βασι­λεία των ουρανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΙΖ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Β' Κορ. στ' 16 – ζ’ 1

ΤΟ ΣΩΜΑ: ΝΑΟΣ TOY ΘΕΟΥ «Υμείς γαρ ναός Θεού έστε ζώντος».

Το σώμα στην εποχή μας έχει γί­νει ένα σύγχρονο είδωλο, στο όποιο πολλοί άνθρωποι προσφέρουν την λατρεία τους. Ή θεοποίηση και ή λατρεία του σώματος οδηγεί στις διάφορες «μανίες» της εποχής μας, όπου ή δύναμη και ή ωραιότητα του σώματος θεωρούνται ο! ύψι­στες αξίες στην ζωή του ανθρώπου. Ή ίδια ακόμη νοοτροπία οδηγεί ένα πλήθος ανθρώπων σε μια ζωή άσωτη και διεφθαρμένη, όπου πλέον ό άνθρωπος χάνει κάθε ανθρώπινο χαρακτηριστικό και γίνεται «σαρξ».Μέσα στην σύγχρονη αυτή ειδω­λολατρία του σώματος ακούγεται ως διαμαρτυρία, άλλα και ως φωνή καθοδηγητική, το σύνθημα του Αποστόλου: «Υμείς ναός Θεού έστε ζώντος». Άς προσέξουμε δύο πλευρές του μηνύματος αυτοί:

ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΩΜΑ Με πόσο σεβασμό και ιερό δέος αντιμετωπίζουμε τον ναό του Θεού! Ένα μεγαλοπρεπή ναό, άλλα και ένα ταπεινό και φτωχό εξωκκλήσι. Έναν ακέραιο ναό, άλλα και έναν γκρεμισμένο, από τον όποιο έχουν περισωθεί μόνο μερικά ερείπια. Σεβόμαστε ιδιαί­τερα τον ναό του Θεού, τον τόπο όπου σκηνώνει ή δόξα του.

Με παρόμοιο σεβασμό οφεί­λουμε να αντιμετωπίζουμε το σώμα του άνθρωπου, τον ναό αυτό του ' Αγίου Πνεύματος. Το σώμα μας, το σώμα των άλλων ανθρώπων, είναι κατοικητήριο του Θεού, μας βεβαιώνει ο Απόστο­λος. Ό ίδιος ό Θεός το δήλωσε: «Ενοικήσω έν αύτοίς και έμπεριπατήσω». Υπάρχουν βέβαια πολλοί, οι όποιοι έχουν χάσει κάθε συναίσθηση της ιερότητος του σώματος τους. Ή αμαρτία εδώ έχει μεταβάλλει τον ναό του σώμα­τος σε ερείπια... Υπάρχουν ακόμη και εκείνοι, πού έχουν ανάπηρο, ασθενικό ή παραμορφωμένο σώμα. Έδώ ή φυσική φθορά και ό πόνος έχουν φθείρει τον ναό του Θεού! Άς μη λησμονούμε όμως, ότι και στις περιπτώσεις αυτές βρισκόμαστε ενώπιον ενός ναού και του οφείλουμε τον σεβασμό, έστω και αν είναι ερειπωμένος. Το σώμα του άνθρωπου, πού ζει μια σαρκική και αμαρτωλή ζωή, ήταν κάποτε ναός του Θεού. Κά­ποτε έδώ κατοικούσε το πνεύμα του Θεού. Τώρα βέβαια δεν κατοικεί. Έχει φύγει. Διότι «ού μη καταμείνη το πνεύμα μου έν τοις άνθρώποις τούτοις εις τον αιώνα δια το είναι αυτούς σάρκας» (Γένεσ. στ' 3), λέει ό Θεός. Ποιος ξέρει όμως! Το Πνεύμα του Θεού «επιφέρεται» ίσως επάνω από τα ερείπια αυτά, για να αναστηλώσει τον ναό του, όταν έλθει ή κατάλλη­λη στιγμή! Το σώμα, πού είναι κα­χεκτικό και δύσμορφο, το σώμα, πού υποφέρει από την αρρώστια, το σώμα αυτό είναι ένας ραγι­σμένος ναός του Θεού, προς τον όποιο οφείλουμε τον απεριόριστο σεβασμό μας! Οι γέροντες γονείς μας, πού πάσχουν από χρόνιες πα­θήσεις, οι ασθενείς, οι κατάκοιτοι των νοσοκομείων και των άσυλων, είναι και αυτοί ναοί τού Θεού, τούς όποιους πρέπει να σεβώμαστε και να διακονούμε.

ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή να διακονεί κανείς στο ναό του Θεού. Να φροντίζει για την ανέγερση και τον εξωραϊσμό τού ναού. Να περιποιείται το ναό, να τον καθαρίζει. Να αναστηλώνει τον ερειπω­μένο ναό και να τον αποδίδει και πάλι στην λατρεία του Θεού! Ή Εκκλησία ιδιαίτερα τιμά αυτούς πού διακονούν το ναό: “Αγίασον, Κύριε, τους αγαπώντας την εύπρέπειαν του οίκον σου”, εύχεται.Όταν ασχολούμαστε με την δι­ατροφή, την συντήρηση, την αγω­γή, την θεραπεία και νοσηλεία τού σώματος, ας μη λησμονούμε ότι διακονούμε τον ναό του Θεού.

Ή μητέρα και ό πατέρας πού φροντίζουν για την διατροφή και την συντήρηση των παιδιών τους -ας μη το λησμονούν- δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά διακονούν τους έμψυχους ναούς τού Θεού. Και ή σκέψη αυτή θα μεταμορφώνει τον καθημερινό αγώνα και την φρον­τίδα για τα παιδιά. Θα κάνει την προσφορά των υπηρεσιών τους προς τα παιδιά πιο ήρεμη.

Ό γιατρός ακόμη, πού σκύβει καθημερινά πάνω στους ασθενείς του, διακονεί και αυτός τον ναό τού Αγίου Πνεύματος, το σώμα του άνθρωπου. Αυτός έχει πάρει την κλήση και την αποστολή από τον Θεό να αναστηλώνει τούς ερει­πωμένους ναούς του. Όταν ήταν ό Κύριος έδώ στην γη, το έργο αυτό το έκανε ό ίδιος, με τόση προθυ­μία. Ήταν ό μεγάλος ιατρός και αναστηλωτής των ερειπωμένων ναών του Θεού. Σήμερα ό Κύριος έχει αναθέσει το ιερό αυτό έργο ατά επιδέξια χέρια τού γιατρού.

Και ή αδελφή νοσοκόμος, πού έταξε τον εαυτό της στην υπηρεσία του ασθενούς, είναι και αυτή μια διακόνισσα στο ναό του Θεού, στο ανθρώπινο σώμα. Ή σκέψη αυτή είναι πολύ αποτελεσματική για την ορθή αντιμετώπιση του σώματος μας, καθώς και τού σώματος των άλλων ανθρώπων.

ΚΥΡΙΑΚΗ 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: IE' ΛΟΥΚΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έβρ. ιγ' 7-16

ΜΕ ΟΠΛΟ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ «Μνημονεύετε των ηγουμένων υμών... ών αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν»1. Ή παραγγελία του μεγάλου Αποστόλου άφορα όλους τούς πιστούς κάθε εποχής. Στον κα­θένα μας απευθύνεται και μας τονίζει την ανάγκη να θυμώμαστε τούς Αποστόλους και μεγάλους διδασκάλους μας, τούς ήρωες και μάρτυρες της πίστεως. Καινά τούς τιμάμε, μιμούμενοι την πίστη τους, πού ήταν τόσο φλογερή.

Σήμερα τιμάμε τούς «τρεις μέγιστους φωστήρας», «τα σεπτά δοχεία τον Πνεύματος, τους στερ­ρούς της πίστεως προμάχους, τούς στύλους της Εκκλησίας, πιστών στήριγμα» «τούς κήρυκας της Ορθοδοξίας... ποιμένας χριστομιμήτους...» Ασυνθηκολόγητοι με οποιαδήποτε σκοπιμότητα ήσαν έτοιμοι να θυσιάσουν και τη ζωή τους για την αλήθεια και την πίστη. Αλύγιστοι στρατιώτες έμειναν σ' όλη τους την ζωή.Τί υπέροχος ρόλος! Για την αλήθεια αγωνίστηκαν εναντίον των αιρετικών. Αυτήν ζήτησαν να κρατήσουν αλώβητη. Και την κράτησαν από τόσες και τόσες αντιδράσεις.

2. Αυτών των μεγάλων αγω­νιστών την πίστη μάς προτείνει ό θείος-Απόστολος να μιμηθούμε. «Αναθεωρούντες την έκβασιν της ανάστροφης μιμείσθε την πίστιν».

Μα εμείς, οι τόσο αδύνατοι μπο­ρούμε να μιμηθούμε την φλογερή πίστη εκείνων των ηρώων και των μαρτύρων; Εμείς συχνά ζούμε με­ταξύ αμφιβολίας και ολιγοπιστίας. Εμείς μόλις συναντήσουμε μια μικρή δυσκολία, ένα εμπόδιο, μια θλίψη, μια δοκιμασία, λυγίζουμε, τα χάνουμε.

Σήμερα μάλιστα, πού φουσκώ­νει το κύμα της απιστίας, σήμερα πού ό άνθρωπος αμφιβάλλει για κάθε τι το υπερφυσικό, σήμερα και εμείς οι πιστοί, πού εκκλησι­αζόμαστε, πού μελετάμε την Αγία Γραφή, με όσα ακούμε γύρω μας, με της απιστίας τα συνθήματα, συχνά ταραζόμαστε.

3. Και όμως και σε τέτοιες εποχές ξανακούγεται ή θεία φωνή του Αποστόλου πού μάς τονίζει ότι αναθεωρούντες την ζωή και τα έργα των άγιων της πίστεως, πρέπει και μπορούμε και στις πιο δύσκολες στιγμές μας να ξαναζων­τανέψουμε μέσα μας την πίστη. Και θα το πετύχουμε αν κατορ­θώσουμε να αναπλάσουμε την εποχή πού έζησαν, τούς εχθρούς πού αντιμετώπισαν: Βασιλείς, κληρικούς πού είχαν συνωμοτή­σει εναντίον τους. Όμως έμειναν ακλόνητοι. Θυσίασαν τα πάντα για την πίστη τους.

Σήμερα -πού σε μερικά σημεία μοιάζει ή εποχή μας με την εποχή τους- ό Θεός πάλι μάς ζητάει να κρατήσουμε ψηλά τη σημαία της πίστεως. Αυτό μάς ζητάει. Να μι­μηθούμε την πίστη τους στην κάθε δυσκολία μας, στον πόνο μας, στις αντιξοότητες της ζωής. Να μιμηθούμε την πίστη τους και όταν γύρω μας άκούγωνται συνθήματα απιστίας και πολλοί ζουν μέσα στην ολιγοπιστία. Μα και όλοι να κλονισθούν εμείς πρέπει να μείνουμε εδραίοι, αμετακίνητοι, ακλόνητοι στην πίστη των πατέρων μας πού και σήμερα έχουμε τόσο ανάγκη. Ξένη ή πίστη μας από κοσμικές επιδράσεις και ένοχες επιρροές. Δεν προσαρμόζεται ή ορθόδοξη πίστη στις απαιτήσεις του εκσυγχρονισμού. Ή πίστη μας είναι Αποστολική, Πατερική, Οικουμενική, έφθασε μέχρι τις ήμερες μας μέσα από διωγμούς και μαρτύρια, γι' αυτό και είναι αδιαπραγμάτευτη.

Ή τεχνική πρόοδος, ή ευμά­ρεια, ή επιστήμη δεν καταργούν την πίστη. Συχνά στα κατάβαθα της ψυχής μας αναδεύουν τα θεία της φτερά. Σε στιγμές συμφορών και εκείνος πού παριστάνει τον άπιστο, γονατίζει και προσεύχε­ται. Και όταν βρίσκεται εμπρός στο πρόβλημα του θανάτου, και τότε νιώθει πόση ανάγκη έχει την βακτηρία πού λέγεται πίστη.

4. Αυτή την τόσο αναγκαία πίστη, έρχονται οι άγιοι και οι μάρτυρες, με τη ζωή και τον θά­νατο τους, να μάς την τονώσουν. Διότι και σήμερα υπάρχουν άγιοι και μάρτυρες. Μια ματιά στο νέο Μαρτυρολόγιο των τετρακοσίων χρόνων της τουρκοκρατίας ή στο μαρτυρολόγιο της ρωσικής Ορθοδοξίας μάς πείθει ότι και σήμερα μπορεί να έφαρμοσθεί ό λόγος του μεγάλου Αποστόλου: «Μνημονεύετε» των σύγχρονων ηρώων και μαρτύρων της πίστεως «ών αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν».

ΚΥΡΙΑΚΗ 23 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: ΙΔ' ΛΟΥΚΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Α' Τιμ. α' 15-17

ΕΙΝΑΙ ΔΕΙΓΜΑ ΥΓΕΙΑΣ «Χριστός Ίησοΰς ήλθεν εις τόν κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ών πρώτος είμι εγώ».

Πολύ εύστοχα ονόμασαν τον αιώνα μας όχι μόνο «αιώνα του ατόμου» άλλα και «αιώνα του ατομισμού» και της εγωπάθειας. Την αλήθεια αύτη την ζούμε κα­θημερινά σ' όλες τις μορφές της σύγχρονης ζωής. Στο γραφείο και στο κατάστημα, στην γειτο­νιά αλλά ακόμη και μέσα στην οικογένεια, το εγώ έχει στήσει την τυραννία του και ταλαιπωρεί τον σύγχρονο άνθρωπο. Μέσα, λοιπόν, σ' αύτη την πνιγηρή ατμό­σφαιρα της εγωπάθειας, παρόμοι­ες διακηρύξεις με την σημερινή, πού κάνει ό απόστολος Παύλος, μάς φαίνονται παράδοξες. Τί λέει ή γιγαντιαία αυτή φυσιογνωμία; «Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος είμι εγώ». Δηλαδή, εγώ ό Παύλος είμαι ό πιο αμαρτωλός άνθρωπος τού κόσμου! Το πράγμα είναι ομολογουμένως εκπληκτικό. Ή διακήρυξη ηρωική, αξίζει να την μελετήσουμε.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ

Τί ήταν εκείνος, πού έγραφε στον μαθητή του Τιμόθεο, πώς είναι ό άμαρτωλότερος των ανθρώ­πων; «Το σκεύος της εκλογής», ό φλογερός κήρυκας τού Ευαγγελί­ου, ό πρωταθλητής της αγάπης, ό συνεχώς θυσιαζόμενος για τούς πιστούς, ό άγιος πού έφθασε μέχρι τρίτου ουρανού, το καύχημα της Εκκλησίας, ό πρώτος μετά τον Ένα, τον Κύριο Ιησού. Και όμως δείχνει τόσο μεγάλη ταπεινοφρο­σύνη! Και δεν είναι ή μοναδική φορά, πού ό αετός της θεολογίας μιλάει τόσο ταπεινά.

Δεν έχανε καμιά ευκαιρία να διακήρυξη αυτό πού αισθανόταν. Άλλοτε ονομάζει τον εαυτό του «δούλον Ιησού Χριστού» και άλλο­τε «έσχατον ιτάντων και ελάχιστον των αποστόλων». Στην προς Έφεσίους επιστολή του γράφει πώς είναι ό έλαχιστότερος από όλους τούς Χριστιανούς και σήμερα μάς λέει αυτό το καταπληκτικό, «είμαι ό άμαρτωλότερος του κόσμου». Είχε δίκιο ό ιερός Θεοφύλακτος, να γράφει γεμάτος θαυμασμό: «Το να φανερώνει και διακηρύσσει ό Παύλος τον εαυτόν τον, ως τον πρώτον από τους αμαρτωλούς, αυτό πλέον υπερβαίνει κάθε όριον ταπεινοφροσύνης». Και όλα αυτά πού έγραφε ό Απόστολος τού Θεού, δεν ήταν σχήματα λόγου, αλλά έκφραση της βαθύτατης και ακλόνητης πίστεως του για την δική του αναξιότητα και για το μεγάλο έλεος τού Θεού.

Αυτός ό γίγαντας της πνευμα­τικής ζωής, ό επουράνιος άνθρω­πος και επίγειος άγγελος, έγραφε στους Κορινθίους: «Εδόθη μοι σκόλοψ τή σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μή ύπεραίρωμαι» (Β' Κορ. ιβ' 7). Μού δόθηκε ισχυρή σωματική δοκιμασία με σκοπό να μην υπερηφανεύομαι. «Για να προληφθεί ό κακοήθης όγκος της υπερηφάνειας και επάρσεως, πού μπορούσε να εκμηδένιση και άπόστολον τού αναστήματος τού Παύλου» παρα­τηρεί ό αείμνηστος π. Σεραφείμ Παπακώστας.

ΕΜΕΙΣ ΤΟΝ ΜΙΜΟΥΜΕΘΑ;

Είναι αλήθεια ότι πολλοί συν­άνθρωποι μας λένε κάτι παρό­μοιες φράσεις. Συχνά ακούμε τον ένα να διακηρύττει πώς είναι αμαρτωλός ή ανάξιος κλπ. Παρου­σιάζουν όμως αυτοί οι Χριστιανοί μια αντινομία. Μόλις τούς φερθεί κανείς όχι σαν να είναι πολύ αμαρτωλοί ή πολύ ανάξιοι, αλλά απλώς μόλις σταματήσει να τούς προσέχει, δυσανασχετούν. Αλλά­ζουν όψη. Εξανίστανται. Δηλαδή αποδεικνύουν με την ζωή και τα έργα τους, ότι δεν είχαν ιδέα περί ταπεινοφροσύνης. Ότι όλα ήταν μια ταπεινοσχημία μόνο, λόγια χωρίς αντίκρισμα εσωτερικό. Τα χείλη έλεγαν αλλά ή καρδιά ήταν ξένη προς τα λεγόμενα. Παρουσι­άζουν δηλαδή υψηλό φρόνημα και ταπεινό σχήμα.

Έτσι δεν μπορούν να ξεφύγουν τις απλωμένες παγίδες τού Διαβό­λου να νικήσουν τον πειρασμό και να λάβουν τον στέφανο της δόξης, όπως τον έλαβε ό απόστολος Παύλος. Γι' αυτό χρειάζεται να ακουστή άλλη μια φορά ή φωνή τού ουρανού πού λέει: «Στώμεν καλώς· στώμεν μετά φόβου». Αύτη την φωνή, την οποία ό αρχάγ­γελος Μιχαήλ σάλπισε την ώρα πού ό Εωσφόρος έπεφτε από τον ουρανό και συντριβόταν λόγω της υπερηφάνειας του, ας την ακού­σουμε κι εμείς. Ευτυχείς και μακά­ριοι είναι μόνο οι ταπεινοί. Γι αυτό μόνο ή ταπεινοφροσύνη μπορεί να είναι «ή άνάπαυσις τού πνεύματος μας» (άγιος Μακάριος). Αυτή μάς κάνει πλούσιους, γιατί «ή ταπεινοφροσύνη είναι αρετή των πλουσίων σε αρετή». Χωρίς την ταπεινοφροσύνη, ή συνεργασία, ή οικογένεια διαλύεται.

Αλήθεια πόσα ναυάγια οικο­γενειακά δεν οφείλονται στους σκληρούς βράχους τού εγώ, πάνω στους οποίους συντρίβεται το πλοίο της οικογενείας; Και πόσα σπίτια δεν σώθηκαν, την τελευταία στιγμή, όταν πιάστηκε κάποιος από τούς συζύγους στο σωσίβιο της ταπεινώσεως;

ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: IB' ΛΟΥΚΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Κολασ. γ' 4-11

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΡΩΤΟΙ «Άπόθεσθε... βλασφημίαν».

Ο απόστολος του Θεού σή­μερα μας τοποθετεί μπροστά στο αμάρτημα της βλασφημίας. Δυστυχώς είναι γεμάτος ό αέρας της πατρίδος μας από ύβρεις και βλασφημίες. Στόματα Ελ­λήνων Χριστιανών, πού έπρεπε να υμνούν και να δοξάζουν τον Κύριο, αφήνουν την δυσοσμία της ψυχής τους να μολύνει την γη της πατρίδος μας. Αναγκαίο λοιπόν είναι να προσέξουμε σήμερα την παραγγελία του Αποστόλου ό όποιος μας λέει: «άπόθεσθε... βλασφημίαν», πετάξτε από πάνω σας την βλασφημία.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ;

Απαραίτητη προϋπόθεση για να καταπολεμηθεί μια αρρώστια είναι ή διάγνωση της και ή κατα­νόηση της σοβαρότητας της. Ό άνθρωπος που βλασφημεί πρέπει να συνειδητοποιήσει την ασθένεια του. Ή βλασφημία δεν είναι αμαρ­τία μικρή. Είναι φοβερή, φρικτή! Φανερώνει εξέγερση και επανά­σταση εναντίον του Θεού.

Όποιος έχει διαβάσει, έστω και λίγο την Άγια Γραφή, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι ή βλασφημία αποτελεί παράβαση και παρακοή του νόμου του Θεού. Εκείνος, διά του Μωυσή έθέσπισε στο Δεκάλο­γο «ού λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω». Δηλαδή απαγόρευσε στους ανθρώπους και το να αναφέρουν απλώς και χωρίς λόγο το όνομα του Θεού. Ό βλάσφημος όμως τί κάνει; Όχι απλώς παραβαίνει αυτή την εντολή, αλλά και προχωρεί σε κάτι πολύ πιο φρικτό. Υβρίζει το ύπεράγιο όνομα του Θεού.

Δεν είναι όμως μόνο παράβαση του θείου νόμου ή βλασφημία. Είναι συγχρόνως και αχαριστία. Τί δεν έχουμε από τον Θεό; «Τί έχεις ό ουκ έλαβες;». Τα πάντα Εκείνος μάς τα προσφέρει. Και ζωή και υγεία και ψυχή αθάνατη και «παν δώρημα τέλειον». Αντί λοιπόν να τον ευγνωμονούμε και τον ευλογούμε, εμείς τον βρίζου­με. Θα μπορούσε ό Κύριος να πει και σε μάς «λαός μου τί έποίησά σοι και τί μοι άνταπέδωκας;». Ή βλασφημία όμως είναι και απι­στία. «Ό πιστεύων, λέει ό άγιος Μάξιμος ό όμολογητής, (φοβείται τον Θεόν». Ό βλάσφημος όμως είναι αθεόφοβος και αντίθεος, περιφρονητής του Βασιλέως του σύμπαντος, θα μπορούσαμε ακό­μη να πούμε ότι ή βλασφημία είναι και ανοησία. Πράγματι είναι ανό­ητο και ακατανόητο το σκουλήκι της γης να τα βάζει με τον Παντο­κράτορα Θεό. «Σκληρόν σοι πρός κέντρα λακτίζειν», βλάσφημε. Κάνεις κάτι, πού ούτε ό Διάβο­λος τολμά να κάνη. Και αυτοί οι δαίμονες «φρίττουν καί τρέμουν» στο άκουσμα του ονόματος του άγιου Θεού. 'Από καθαρή δε κο­σμική και πολιτιστική πλευρά, ή βλασφημία είναι κάτι το αγενές, το χυδαίο, το βάρβαρο.

Μεγάλη λοιπόν αμαρτία είναι ή βλασφημία. Όχι μόνον εκεί­νη, πού στρέφεται εναντίον του Θεού και των άγιων, αλλά και οιαδήποτε βλασφημία. Μάς λέει ή 'Αγία Γραφή πώς ό αρχάγγελος Μιχαήλ ούτε αυτόν τον Διάβολο τόλμησε να βλασφημήσει (Ιούδα 9). Ακριβώς διότι ή βλασφημία είναι τόσο μεγάλη αμαρτία, γι' αυτό και

ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ

Εάν «πάσα παράβασις και παρακοή ελαβεν ενδικον μισθαποδοσίαν» πόσο μάλλον θα πρέπει να τιμωρείται ή βλασφημία; Γιατί, όπως τονίζει και ό Μ. Βασίλειος, «ό μεν άμαρτάνων παραβαίνει νόμον, ό δε βλασφημών εις αυτήν ασεβεί την Θεότητα. Ει ούν ό παραβάτης τον νόμου κατά νόμον κολάζεται, πόσω μάλλον ό βλάσφημος ό τον νομοθέτην έξυβρίσας;» Ή Αγία Γραφή αναφέρει τρομερές τιμω­ρίες για τους βλάσφημους. Στην Π. Διαθήκη ό άνθρωπος, πού θα τολμούσε να βλασφημήσει, έτιμωρείτο με θάνατο. Ό προφήτης Μωυσής διέταξε, κατ εντολή του Θεού, να λιθοβολήσει τον βλάσφη­μο όλη ή συναγωγή (Λευιτ. κδ' 16). Στην Κ. Διαθήκη πάλι διαβάζουμε, πόσο φρικτή θα είναι ή τιμωρία αυτών των δυστυχισμένοι ανθρώ­πων. Γράφει ή Αποκάλυψη «και έμασώντο τάς γλώσσας αυτών εκ του πόνου, και έβλασφήμησαν τον Θεόν του ουρανού εκ των πόνων αυτών και έκ των ελκών αυτών, και ου μετενόησαν έκ των έργων αυτών» (ιστ' 10-11). Πολυάριθμα είναι και τα σύγχρονα παραδεί­γματα τιμωρίας των βλάσφημων. Σε κάθε περιοχή αναφέρονται παραδειγματικές τιμωρίες, πού συνέβησαν σε βλάσφημους. Εάν όμως ή μακροθυμία του Θεού αφήνει πολλές φορές «παραπορευομένους να βλασφημούν αυτόν κινούντες τάς κεφάλας αυτών», αυτό δεν σημαίνει ότι θα γίνεται συνεχώς. Ό Κύριος «ουκ αθωώσει βλάσφημον». Οργή Θεού συσσω­ρεύουν επάνω τους.

ΚΥΡΙΑΚΗ 9 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έφεσ. δ' 7-13

ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΘΑΥΜΑ «Ό καταβάς αυτός έστι και ό άναβάς».

Ό Κύριος Ιησούς, ό Υιός του Θεού, πού κατέβηκε με την ένανθρώπισή του στη γη μας, είναι αυτός ό ίδιος, πού με την Ανά­ληψη του ανέβηκε στα ύψη του ουρανού, στα δεξιά του θρόνου του ουρανίου Πατέρα.

ΚΑΤΕΒΗΚΕ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ

Ό Ιησούς, ό Λυτρωτής μας «εκλινεν ουρανούς και κατέβη» (Ψαλμ. ιζ' 10). Γεμάτος αγάπη ήλθε κοντά μας ως διδάσκαλος, ως αδελφός και ως γιατρός.Μας μίλησε μ' ένα γνήσιο ενδιαφέρον και μας πρόσφερε την αλήθεια. Μας έδειξε ποιος είναι ό πνευματικός κόσμος, τί σημαίνει ζωή, τί σημαίνει θάνα­τος. Όπως ό πατέρας με πολλή αγάπη διδάσκει και καθοδηγεί το παιδί του, έτσι και ό Θεάνθρωπος Κύριος μας μας μίλησε με τόνο γλυκό και με γλώσσα αγνή φανε­ρώνοντας μας ακριβώς αυτές τις αλήθειες, πού λαχταράει ή ψυχή μας και έχει απόλυτη ανάγκη ή ύπαρξη μας.

Ταυτόχρονα μας παραστάθηκε ως αδελφός. Πόνεσε, όταν είδε παραλυτικούς και τυφλούς και άλλους αρρώστους πολλούς και «έθεράπευσεν αυτούς» (Ματθ. δ' 24). Συμμερίστηκε τον πόνο της χήρας, πού βάδιζε βαριά θλιμμένη, πίσω από το φέρετρο του μονάκριβου παιδιού της και «έσπλαγχνίσθη επ’ αύτη» (Λουκ. ζ' 13) και ανέστη σε το νεκρό παιδί της. Δάκρυσε, όταν σταμάτησε μπροστά στο μνήμα του νεκρού Λαζάρου και «φωνή μεγάλη έκραύγασε- Λάζαρε, δεύρο έξω» (στ' 43). Πρόσφερε σε πολλούς ανθρώπους την θεραπεία. Γέμισε την γη μας με θαύματα αγάπης.

Και το τρίτο, το πιο μεγάλο: Ό Κύριος Ιησούς, μας παραστά­θηκε και ως γιατρός των ψυχών μας. Έπλυνε και θεράπευσε όχι μονάχα τα τραύματα του σώμα­τος, άλλα και τα βαθιά τραύματα της ψυχής μας. Το σκεπτόμεθα; Ό Κύριος για να θεραπεύση τα τραύματα της ψυχής μας, δεν χρησιμοποίησε βότανα και φάρ­μακα. Πρόσφερε το ίδιο το αίμα του. Με αυτό το θείο και ατίμητο φάρμακο μας καθάρισε από κάθε αμαρτία. Ό εκλεκτός μαθητής του, ό απόστολος Πέτρος, μας τονίζει: «ού φθαρτοΐς, άργυρίω η χρυσίω, έλυτρώθητε έκ της ματαίας υμών αναστροφής πατροπαράδοτου, άλλα τιμίω αΐματι ως αμνού άμω­μου και ασπίλου Χριστού» (Α' Πέτρ, α' 18,19). Είναι ό μοναδικός γιατρός, πού έδωσε τον ίδιο τον εαυτό του για την άρρωστη και αμαρτωλή ανθρωπότητα.

ΙΔΙΟΣ ΣΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ

Ό Κύριος Ιησούς, πού κατέ­βηκε στη γη, είναι ό ίδιος, πού ζή αιώνια στον ουρανό.Έτσι, ό Λυτρωτής μας, ό διδά­σκαλος μας, εξακολουθεί να μας διδάσκη με το Άγιο Πνεύμα, πού βρίσκεται ανάμεσα μας και ζή στην Εκκλησία μας και μας «οδηγεί εις πάσαν την άλήθειαν» (Ίωάν. ιστ' 13). Ό ίδιος μας βεβαίωσε, ότι το Πνεύμα το 'Άγιο δεν θα διδάξη κάτι το ξεχωριστό και ξένο προς την δική του διδασκαλία, αλλά θα φανέρωση πληρέστερα το δικό του θέλημα. «Ού γαρ λαλήσει άφ' εαυ­τού... έκ του εμού λήψεται και άναγγελεΐ ύμίν» (Τωάν. ιστ' 13,15)._

Ακόμη, εξακολουθεί να είναι ό μεγάλος μας αδελφός, πού ξέρει τούς πόνους μας και τούς βλέπει και αναλαμβάνει να μεσιτεύση για μας και να ικετεύση στο θρόνο του ουράνιου και αιώνιου Πατέ­ρα. Ό απόστολος Παύλος μας το τονίζει ιδιαίτερα αυτό: «Ού γαρ εχομεν αρχιερέα μή δυνάμενον συ­μπαθήσαι ταις άσθενείαις ημών». Δεν έχουμε ως εκπρόσωπο μας αρχιερέα, πού αγνοεί τις αδυνα­μίες μας και τις δυσκολίες μας. Ό δικός μας μεσίτης μάς ξέρει πολύ καλά, γιατί έζησε ανάμεσα μας. Είναι «πεπειραμένος κατά πάντα καθ' ομοιότητα χωρίς αμαρ­τίας» (Έβρ. δ' 15). Επειδή μάς ξέρει, γι’ αυτό και μπορεί να μάς κατανόηση και να μάς βοηθηση. Και ικετεύει ακατάπαυστα στον θρόνο της χάριτος για μάς τούς αδύνατους ανθρώπους.

Όμως όχι μόνο ως αδελφός, αλλά και ως γιατρός εξακολουθεί να μάς προσφέρεται. Εκεί στον ουράνιο θρόνο του βρίσκεται με την ιδιότητα τού άρνίου και στέκε­ται «ως έσφαγμένον» (Άποκάλ. ε' 6). Φέρνει τα ίχνη της αιματηρής προσφοράς του. Και το αίμα του αυτό το παρουσιάζει στον Πατέ­ρα «ιλασμον υπέρ των αμαρτιών ημών» (Α' Ίωάν. β' 2). Και στη γη χύνει το αίμα του, στο άγιο Ποτήριο της θείας Ευχαριστίας, και από κει στις ψυχές μας για να τις αναγέννηση και να τις τονώση στην καινούργια ζωή της μετανοί­ας και τού αγιασμού.

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ)

ΜΕΤΑ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γαλ.α’ 11-19

Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ

Την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα ή Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του άγιου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Γι αυτό και το αποστολικό ανάγνωσμα τελειώνει με μία αναφορά στον μεγάλο αυτό Άγιο.Λέει ό απόστολος Παύλος: Μάθετε, αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο πού σας κή­ρυξα, δεν αποτελεί ανθρώπινη επινό­ηση. Διότι όχι μόνο οι υπόλοιποι Από­στολοι αλλά κι εγώ ό ίδιος δεν το παρέ­λαβα ούτε το διδάχθηκα από κάποιον άνθρωπο- αλλά το παρέλαβα κατευ­θείαν με αποκάλυψη του Θεού, ό Όποι­ος απευθείας μου φανέρωσε και μου αποκάλυψε τον Κύριο Ιησού. Κι αυτό αποδεικνύεται και από τη δράση μου στο παρελθόν. Διότι ασφαλώς έχετε ακούσει για τη διαγωγή πού έδειξα κά­ποτε, όταν ακολουθούσα το νόμο και τα έθιμα των Ιουδαίων. Ακούσατε δη­λαδή ότι καταδίωκα υπερβολικά την Εκκλησία τουΘεού και προσπαθού­σα να την καταστρέψω. Και προόδευα στον Ιουδαϊσμό περισσότερο από πολ­λούς συνομήλικους συμπατριώτες μου και έδειχνα περισσότερο ζήλο απ' αυ­τούς για τις παραδόσεις πού κληρονο­μήσαμε από τούς πατέρες μας. Όταν όμως ευαρεστήθηκε ό Θεός, ό Όποιος με ξεχώρισε και με διάλε­ξε από τον καιρό ακόμη πού ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου, χωρίς να είμαι άξιος για μία τέτοια εκλογή, για να αποκαλύψει στο βάθος της ψυχής μου τον Υιό του, για να Τον κηρύττω στα έθνη, αμέσως δεν συμβουλεύθηκα κάποιον άνθρωπο. Ούτε ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσω τούς Αποστόλους, πού είχαν κληθεί πριν από μένα στο αποστολικό αξίωμα, αλλά πήγα στην Αραβία και πάλι επέστρε­ψα στη Δαμασκό. Έπειτα, μετά απότρία χρόνια, ανέβηκα στα Ιεροσόλυμα για να γνωρίσω από κοντά τον Πέτρο, κι έμεινα κοντά του δεκαπέντε ήμερες. Άλλον όμως από τούς Αποστόλους δενείδα, παρά μόνο τον Ιάκωβο τον α­δελφό του Κυρίου.

Ποιος όμως ήταν αυτός ό Ιάκωβος ό αδελφός του Κυρίου;

Ήταν στύλος της πρώτης αποστο­λικής Εκκλησίας και πρώτος επίσκο­πος των Ιεροσολύμων. Δεν άνηκε στους δώδεκα μαθητές του Κυρίου. Είναι ό συγγραφέας της Καθολικής Ε­πιστολής πού φέρει το όνομα του. Γιατί όμως ονομάστηκε Άδελφόθεος; Διότι ήταν γυιός του Ιωσήφ του μνήστορος της Παρθένου, από τη σύζυγο πού είχε πριν μνηστευθεί την Αειπάρθενο Μαρι­άμ.

Πριν από την Ανάσταση του Κυρίου μας βέβαια, βλέποντας την ταπεινή αναστροφή του Κυρίου, δεν είχε πιστέ­ψει στη θεία καταγωγή και αποστολή του. Όταν όμως είδε τον Κύριο ανα­στημένο, όχι απλώς πίστεψε σ' Αυτόν ως θεό και Μεσσία, αλλά και εργά­σθηκε με ζήλο για την πίστη του Ευαγ­γελίου. Και είχε τόσο μεγάλη αρετή και αγιότητα, ώστε να αποκτήσει σύν­τομα καθοριστικό ρόλο στην πρώτη Εκκλησία. Έτσι εξηγείται το ότι ό από­στολος Παύλος, όπως ομολογεί στο αποστολικό αυτό ανάγνωσμα, όταν επέστρεψε στον Χριστό και επισκέ­φθηκε για πρώτη φορά τα Ιεροσόλυ­μα μετά από τρία χρόνια απουσίας στην έρημο της Αραβίας, επιδίωξε να συναντήσει έκτος από τον απόστο­λο Πέτρο, και τον Ιάκωβο. Αυτό ακρι­βώς υποδηλώνει την εξέχουσα θέση πού είχε ό Ιάκωβος στην πρώτη Εκ­κλησία. Αλλά και αργότερα, όταν ό απόστολος Παύλος επέστρεψε από μία ιεραποστολική του περιοδεία, συν­άντησε και πάλι τον Ιάκωβο μαζί με τον Πέτρο και τον Ιωάννη, για να τούς εκθέσει το Ευαγγέλιο πού δίδασκε, δι­ότι οι τρείς αυτοί άνδρες θεωρούνταν στύλοι της Εκκλησίας. Και αργότερα, στην Αποστολική Σύνοδο των Ιεροσο­λύμων, δεν προήδρευσε ό απόστολος Πέτρος ή ό Ιωάννης, αλλά ό Ιάκωβος, ως Άδελφόθεος, ό όποιος επισφράγι­σε τα όσα αποφασίστηκαν.

Ως επίσκοπος Ιεροσολύμων ό άγιος Ιάκωβος διακρίθηκε για τη μεγάλη του αγιότητα και τη δικαιοσύνη, και γι' αυτό ονομαζόταν δίκαιος. Ήταν επίσης άν­θρωπος ασκήσεως και πολλής προσ­ευχής. Τα γόνατα του είχαν σκληρυν­θεί πάρα πολύ, διότι προσευχόταν διαρκώς γονατιστός ζητώντας το έλεος του Θεού για το λαό του. Μέσα από τη θεόπνευστη Επιστολή του άλλωσ­τε αποκαλύπτεται ή αγιότητα και ή πνευματικότητα του και αναβλύζουν νάματα θείας σοφίας, τα οποία αξίζει να μελετούμε και να εφαρμόζουμε.

Ή απαστράπτουσα όμως αγιότητα και ή όλη ακτινοβολία του προκάλεσε τη μανία των Ιουδαίων. Αυτοί, λίγο πριν από την άλωση των Ιεροσολύμων, τον ανέβασαν στο πτερύγιο του Ναού του Σολομώντος και του ζήτησαν να μι­λήσει υβριστικά εναντίον του Ιησού Χριστού. Εκείνος όμως άνεφώνησε: «Αυτός είναι ό υιός του άνθρωπου και κάθεται στον ουρανό εκ δεξιών της με­γάλης δυνάμεως1. Αυτός θα έλθει και πάλι επί των νεφελών του ουρανού». Αυτή ή διακήρυξη του εξαγρίωσε τα μανιασμένα πλήθη, τα όποια τον έρι­ξαν από το πτερύγιο κάτω και άρχι­σαν να τον λιθοβολούν. Κάποια στι­γμή ένας «γναφεύς» (τεχνίτης πού κα­τεργάζεται μάλλινα υφάσματα) του έ­δωσε ένα ισχυρό τελειωτικό πλήγμα με ξύλο πάνω στην τιμία του κεφαλή. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Κύριε, Θεέ, Πάτερ, άφες αύτοίς- ού γάρ οίδασι τί ποιούσι».

Ας μαθητεύσουμε λοιπόν στην αγια­σμένη βιοτή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου και ας τον μιμηθούμε στην άσκητικότητά του, στην προσευχή του, στην αρετή του, στην αφοσίωση του. Για να γίνουμε κι εμείς άδελφόθεοι κατά χάριν, φίλοι και αδελφοί του Κυ­ρίου μας Ιησού Χριστού. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ)

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Εβρ. ια' 9-10, 32-40

Η ΠΡΟΣΜΟΝΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ

1. Ο ΑΒΡΑΑΜ

Την Κυριακή πριν από τα Χριστού­γεννα στο αποστολικό ανάγνωσμα παρουσιάζονται μεγάλες μορφές της Παλαιάς Διαθήκης, πατριάρχες, κριτές, βασιλείς, προφήτες, προπάτορες. Όλοι αυτοί ζούσαν μέρα και νύχτα με το ό­ραμα του Μεσσία- ποθούσαν με λα­χτάρα να Τον δουν, μα δεν αξιώθηκαν να ζήσουν στα χρόνια του. Αρχικά εγ­κωμιάζεται ή πίστη του Αβραάμ. Χάρη στην πίστη του ό Αβραάμ, μας λέει ό απόστολος Παύλος, έμεινε ως ξένος στη γη πού του υποσχέθηκε ό Θεός, και τη θεωρούσε ξένη χώρα. Και ζούσε μέσα σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, πού ήταν συγκληρονόμοι της ίδιας υποσχέσεως του Θεού. Ζούσε ως ξένος και μετανάστης στη «γη της επαγγελίας», διότι περίμενε με πόθο να κατοικήσει στην επουράνια πόλη, ή όποια έχει τα αληθινά και αδιάσειστα θεμέλια και τεχνίτη και κτίστη τον ίδιο τον Θεό.

Τί μπορούμε να καταλά­βουμε εμείς άραγε από τη ζωή αυτή του Αβραάμ;

Ενώ ήταν τόσο πλούσιος-είχε πολλούς υπηρέτες και ζώα - δεν απέκτησε ούτε ένα μέ­τρο γης. Ή μοναδική ακίνητη περιουσία πού απέκτησε ήταν ό τάφος ό δικός του και της γυναίκας του. Τίποτε άλλο. Δεν ήθελε να επιστρέψει στη γη από την οποία ξεκίνησε, ούτε τον συγκινούσε ή γη αυτή. Ζούσε μέσα σε σκηνές, για να θυμάται πώς είναι προσωρινός ένοι­κος στη γη αυτή. Για να έχει στραμμέ­νο διαρκώς το νου του στην ουράνια πατρίδα μας. Διότι είχε άλλα οράμα­τα, τον ουρανό και τη βασιλεία του Θε­ού.

Αυτό ήταν το όραμα του, αυτό πρέ­πει να είναι και το όραμα κάθε πιστού. Διότι δεν είμαστε μόνιμοι σ' αυτή τη γη. Κάποτε θα την εγκαταλείψουμε α­ναγκαστικά για πάντα. Θα αφήσουμε πίσω μας όλα αυτά στα όποια κόλ­λησε ή καρδιά μας. Μην ξεχνιόμαστε λοιπόν. Ή ζωή μας δεν είναι στο έδώ και στο τώρα, αλλά στον ουρανό και στην αιωνιότητα. Μη μας απορροφούν οι ηδονές και οι μέριμνες της ζωής, τα οικονομικά ή άλλα προβλήματα, και ξεχνούμε τον προορισμό μας. Δεν ανήκουμε στη γη. Δεν πλασθή­καμε για λίγα χρόνια ζωής. Η ζωή μας δεν σταματά στον τάφο. Έχουμε μέσα μας ψυχή αθάνατη. Στα ουράνια ας έχουμε τις καρδιές μας. Διότι για να γίνουμε κάτοικοι του ουρανού θα πρέπει να τον ποθήσουμε από τώρα και να τον προγευόμαστε. Να ανεβαίνουμε καθημερινά τη θεία κλίμακα, όπως λέ­ει ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς, της οποίας το τελευταίο σκαλί είναι αθέατο ατά ανθρώπινα μάτια. Αυτή ή πορεία θα μας ξεκουράζει, θα μας πλημμυρί­ζει με τη χάρη του Θεού. Όταν μάς γο­ητεύσει ό ουρανός και ό ασύλληπτος θησαυρός μας, ό Χριστός, θα χάσει πλέον τη γοητεία του ό κόσμος. Τότε θα περιφρονούμε τα μάταια, θα ποθού­με τα αιώνια.

2. ΟΙ ΠΡΟΠΑΤΟΡΕΣ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος απαριθμεί μια σειρά ηρώων της πί­στεως της Παλαιάς Διαθήκης, προπάτορες του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αλλά και άλλους δικαίους, κριτές και προφήτες. Λέει ότι δεν θα του έφθανε ό χρόνος να διηγείται για τον Γεδεών και τον Βαράκ και τον Σαμψών και τον Ίεφθάε και για τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τούς προφήτες. Όλοι αυ­τοί, λέει, οι άγιοι άνδρες έδειξαν μεγά­λη γενναιότητα και πέτυχαν την πρα­γματοποίηση των υποσχέσεων πού τους έδωσε ό Θεός. Έφραξαν τα στό­ματα των λιονταριών, έσβησαν την κα­ταστρεπτική δύναμη της φωτιάς, διέφυ­γαν τον κίνδυνο της σφαγής, ενδυναμώθηκαν και θεραπεύτηκαν από αρ­ρώστιες- αναδείχθηκαν ανίκητοι στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή τις εχθρικές παρατάξεις. Με τη δύναμη της πίστε­ως γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης ξαναπήραν πίσω ζωντανά τα νεκρά παιδιά τους πού αναστήθηκαν. 'Άλλοι βασανίστηκαν σκληρά μέχρι θανάτου, επειδή δεν δέχθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους- κι άλλοι δοκίμασαν σκληρούς πειρασμούς, εμπαιγμούς, μαστιγώσεις, φυλακίσεις. Λιθοβολήθη­καν, πριονίστηκαν, σφαγιάστηκαν. Κι άλλοι περιφέρονταν σαν μετανάστες έδώ κι εκεί, στις ερημιές, στα βουνά και σε σπηλιές της γης. Έζησαν μέσα σε στερήσεις, υπέφεραν θλίψεις και κακοπάθειες. Κι όλοι αυτοί έχουν αν­εκτίμητη αξία. "Ολόκληρος ό κόσμος δεν αξίζει όσο οι άγιοι αυτοί άνθρωποι. Παρ' όλα αυτά όμως «ούκ έκομίσαντο την έπαγγελίαν», δεν απόλαυσαν την υπόσχεση πού τούς έδωσε ό θεός. Διότι ό Θεός προέβλεψε για μας κάτι καλύτερο, ώστε αυτοί να μη λάβουν σε βαθμό τέλειο τη σωτηρία τους χω­ρίς εμάς- αλλά να τη λάβουμε όλοι μαζί.

'Όλοι αυτοί λοιπόν οι πιστοί άνθρω­ποι της Παλαιάς Διαθήκης ζούσαν με το όραμα του Μεσσία. Εκεί ήταν ή καρ­διά τους. Περίμεναν τον ερχομό του, περίμεναν τη λύτρωση του, την παρου­σία του. Περίμεναν τη Γέννηση του. Και ετοίμαζαν τις ψυχές τους, για να Τον υποδεχθούν, να Τον δουν, να γεμίσει ή ψυχή τους με αγαλλίαση.

Αλήθεια εμείς έχουμε αυτήν την προσμονή των πιστών της Παλαιάς Δι­αθήκης; Καθώς πλησιάζουν Χριστού­γεννα, ας μαθητεύσουμε στον πόθο και τη λαχτάρα τους, ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την προσμονή τους κι ας λαχταρήσουμε με τη δική τους αγάπη τον ερχομό τού Μεσσία. Για να γίνουν τα Χριστούγεννα σταθμός στη ζωή μας, σταθμός μετανοίας και επιστροφής, χάριτος και αγώνος. Για να γεννηθεί ό Χριστός και στις δικές μας καρδιές και να μείνει μόνιμος ένοικος της καρδιάς μας. □

Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η 12 Δ Ε Κ Ε Μ Β Ρ Ι Ο Υ (Ι Α’ Λ Ο Υ Κ Α)

Ο Α Γ Ι Ο Σ Σ Π Υ Ρ Ι Δ Ω Ν

1.Μ Ε Σ Α Σ Τ Ο Φ Ω Σ Τ Ο Υ Θ Ε Ο Υ

Το αποστολικό αυτό ανάγνωσμα έχει επιλεγεί προς τιμήν του αγίου Σπυρίδω­νος, τη μνήμη του όποιου τιμά σήμερα ή Εκκλησία μας. Ό απόστολος Παύλος σ' αυτό περιγράφει πώς πρέπει να ζουν όλοι οι αγιασμένοι πιστοί. Λέει λοιπόν: «ώς τέ­κνα φωτός περιπατείτε». Να συμπεριφέ­ρεστε σαν παιδιά του φωτός. Διότι ό καρ­πός πού παράγει το 'Άγιον Πνεύμα στις ψυχές, φαίνεται εξωτερικά με εκδηλώσεις καλοσύνης, δικαιοσύνης και αλήθειας. Να εξετάζετε, συνεχίζει, να μάθετε τί είναι ευάρεστο στον Κύριο. Και να μη γίνεστε με την ανοχή σας συνένοχοι στα σκοτεινά έργα, πού δεν φέρνουν κανένα καρπό. Αντί να τα άνέχεσθε, να τα ελέγχετε. Διότι τα έργα πού κάνουν κρυφά οι άνθρωποι αυτοί, είναι τόσο αισχρά, ώστε και μόνο το να μιλά κανείς γι' αυτά φέρνει ντροπή. Με τον έλεγχο όμως τα έργα αυτά πού γί­νονται κρυφά, φανερώνονται. Διότι καθετί πού δεν φοβάται τον έλεγχο και δεν δυσ­κολεύεται να φανερωθεί είναι φώς. Γι' αυτό το 'Άγιον Πνεύμα φωνάζει σε κάθε αμαρτωλό με το στόμα των προφητών της Καινής Διαθήκης: Σήκω επάνω εσύ πού κοιμάσαι τον ύπνο της αμαρτίας και αναστήσου από τον πνευματικό θάνατο. Και θα σε φωτίσει ό Χριστός.

Αυτές τις οδηγίες πού έδωσε ό θεόπνευστος Απόστολος στους Έφεσίους, τις τή­ρησε στη ζωή του και ό άγιος Σπυρίδων. Διότι ό ίδιος ακτινοβολούσε το φώς του Χρίστου, ήταν λουσμένος στο φώς του. Γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Κύπρο μέσα σε μία οικογένεια ποιμενική, σε πε­ριβάλλον άγνότητος και ευσέβειας. Καθη­μερινά εργαζόταν τον αγιασμό της ψυχής του. Δοκιμάστηκε πολύ μέσα στο καμίνι πολλών θλίψεων και άστραψε σαν χρυ­σός ή αρετή του. Ό πόνος εξάγνισε την ψυχή του και την πλούτισε με φώς χάρι­τος και άγιότητος.

Κάποια στιγμή ό Θεός τον κάλεσε να γί­νει ποιμένας λογικών προβάτων. Κι αυτός είχε όλα εκείνα τα πνευματικά χαρίσματα για τη μεγάλη αυτή αποστολή. Ήταν πρά­ος, συνετός, ανδρείος. Όλοι αναγνώριζαν την αρετή του. Γι' αυτό και όταν ήλθε ή ώρα, τον προέτρεψαν να δεχθεί την υψηλή αποστολή της ίερωσύνης, στην οποία τον καλούσε ό Θεός. Και αργότερα όταν χήρευσε ή επισκοπή Τριμυθούντος, κλήρος και λαός ζητούσαν επίμονα να ανέλθει στο θρόνο ό Σπυρίδων. Τώρα ό λύχνος τίθεται «έπί την λυχνίαν». Τώρα φωτίζει ακόμη περισσότερο. Τώρα αρχίζει νέα ζωή, νέα δράση, νέοι αγώνες. Ό άγιος ιεράρχης συμπεριφέρεται σε όλους με απλότητα, είναι ό παρήγορος των θλιβομένων, ό προστάτης των πτωχών, ό ιατρός των α­σθενών. Το φωτιστικό του έργο είναι με­γάλο και ακτινοβολεί με το λόγο του, τη ζωή του, τα θαύματα του.

2.. Μ Ε Σ Ο Φ Ι Α

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος το­νίζει ότι οι πιστοί πρέπει να συμπεριφέ­ρονται με σοφία και σύνεση. Λέει συγκε­κριμένα: «Βλέπετε πώς ακριβώς περιπα­τείτε, μη ώς άσοφοι, άλλ' ώς σοφοί». Να προσέχετε πώς συμπεριφέρεστε, όχι σαν άσοφοι, άλλ' ως σοφοί. Να αξιοποιείτε κά­θε πνευματική ευκαιρία για να ωφελείσθε πνευματικά. Διότι εξαιτίας του κακού πού επικρατεί, οι ήμερες είναι γεμάτες σκάν­δαλα. Γι’ αυτό προσέχετε να μη γίνεστε ανόητοι, αλλά να εξετάζετε σε κάθε περί­πτωση ποιό είναι το θέλημα του Κυρίου. Και μη μεθάτε με κρασί, διότι στη μέθη υπάρχει ασωτία. Αλλά να γεμίζετε μέσα σας με Άγιον Πνεύμα. Καιτότε ό θείος εν­θουσιασμός πού θα γεμίζει τις καρδιές σας, θα εξωτερικεύεται. Κι έτσι θα ψάλλετε ψαλμούς και ύμνους και ωδές πνευματι­κές τραγουδώντας και ψάλλοντας ύμνους στον Κύριο με την καρδιά σας.

Μέσα στο ιερό αυτό κείμενο ό άγιος απόστολος Παύλος ζητεί κυρίως από τούς πιστούς να συμπεριφέρονται με σοφία και σύνεση. Αυτήν ακριβώς τη σοφία είχε και ό άγιος Σπυρίδων. Ενώ ήταν αγράμμα­τος, ενώ δεν είχε σπουδάσει σε κανένα πανεπιστήμιο, διέθετε την άνωθεν σοφία, τη σοφία τού Θεού. Και αυτήν ακτινοβο­λούσε σ' όλη του τη ζωή. Ένας αγράμ­ματος δίδασκε, νουθετούσε, συνέτιζε. Με­τέδιδε το φώς του Χριστού. Ήθελε να σω­θούν όλοι οι άνθρωποι της επαρχίας του. Γι' αυτό διαρκώς οδοιπορούσε, περιό­δευε, δίδασκε τη χριστιανική αλήθεια με ζήλο και χάρη Θεού. Κι όταν τον κάλεσε ό Θεός στην Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, έγινε ό φρουρός της χριστιανικής αλήθειας και πίστεως. Αυτός ό αγράμμα­τος σοφός έδογμάτισε ανάμεσα στους πιο μορφωμένους επισκόπους όλης της τότε οικουμένης. Με θεόπνευστα επιχειρήμα­τα και με ένα εντυπωσιακό θαύμα διεκήρυξε περίτρανα ότι ό Θεός είναι ένας στη φύση του και συνάμα τρία πρόσωπα. Ή δική του παρέμβαση και το θαύμα πού έ­κανε, είχαν καταλυτικό ρόλο στις αποφά­σεις της Συνόδου αυτής.

Αλλά και σ' όλη την υπόλοιπη ζωή του ό Άγιος δίδασκε διαρκώς το ποίμνιο του με σοφία, ώσπου στις 12 Δεκεμβρίου τού έτους 350 τον κάλεσε ό Κύριος κοντά του. Με πόνο ψυχής το ποίμνιο του τον εντα­φίασε και με ευλάβεια πολλή διαφύλαξε το άφθορο λείψανο του, το οποίο παραμένει θαυματουργικά ακέραιο μέχρι σήμερα και φυλάσσεται στην Κέρκυρα. Ό άγιος Σπυ­ρίδων με την αγία ζωή του, το φώς και τη σοφία του διδάσκει και σήμερα όλους μας. Και μάς καλεί να τον ακολουθήσουμε και να τον μιμηθούμε. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (Ι' ΛΟΥΚΑ)

Ο ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

1. Ο ΠΝΕΥΜΑΤΟΦΟΡΟΣ

Το αποστολικό αυτό ανάγνωσμα έχει επιλεγεί προς τιμήν του όσιου Σάββα του ήγιασμένου, πού εορτάζει σήμερα. Αναφέρεται στους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, τούς οποίους είχε και ό με­γάλος αυτός ασκητής του Θεού. Λέει ό απόστολος Παύλος συγκεκριμένα: «Ό καρπός τού Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, άγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκρά­τεια». Ό καρπός πού παράγει το 'Αγιον Πνεύμα είναι ή αγάπη, ή χαρά, ή ειρήνη, ή ανεκτικότητα στις αδικίες, ή καλοσύ­νη, ή ευεργετική διάθεση, ή πίστη, ή πραότητα, ή εγκράτεια. Απέναντι στους ανθρώπους πού έχουν τις αρετές αυτές, δεν ισχύει ό νόμος. Κι όσοι ανήκουν πραγματικά στον Χριστό, έχουν νεκρώ­σει τον σαρκικό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του. Εάν λοιπόν ζούμε σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Άγιου Πνεύματος, ας συμπεριφερόμαστε και σύμφωνα με τις επιταγές του. Αυτό ακριβώς εφάρμοσε στη ζωή του ό άγιος Σάββας ό ήγιασμένος. Ήταν πλημμυρισμένος με όλα αυτά τα χαρί­σματα του Αγίου Πνεύματος από τα παιδικά του χρόνια. Γεννήθηκε στην Καππαδοκία το 439 μ.Χ. από γονείς ευσεβείς οι όποιοι τού μετέδωσαν την αγάπη για τον Θεό. Από μικρό παιδί τού άρεσε να καταφεύγει συχνά στο ναό της πόλης του- εκεί με την καθοδήγηση ενός ευλαβούς ιερέως διακονούσε στο ναό του Θεού, προσευχόταν και μετείχε στις ιερές Ακολουθίες. Και πραγματικά το 'Άγιον Πνεύμα καθοδηγούσε τη ζωή του. Έτσι ό Σάββας δεκαπέντε ετών οδη­γήθηκε στους Αγίους Τόπους, σε μία εποχή πού το μοναστικό και ιεραποστολικό έργο του μεγά­λου ασκητού της έρημου, του οσίου Ευθυμίου, βρισκόταν στη μεγαλύτερη του ακμή. Ό όσιος Ευθύμιος διέκρινε στο πρόσωπο του ευσεβούς νέου τον πνευματικό εκείνον άνθρωπο πού θα καλούσε ό Θεός να γίνει μέγας ασκητής, πλήρης Πνεύματος και σοφίας. Εκεί στη ζωή της έρημου ό Σάββας έδειξε μοναδικό ζήλο και αφοσίωση. Ώς νέος μοναχός ήταν πρόθυμος, ταπεινός και υπάκουος· σαν διψασμένο ελάφι άκουγε τις διδα­σκαλίες του οσίου Ευθυμίου και θησαύριζε μέσα του μεγάλους πνευματικούς θησαυρούς. Και μετά το θάνατο του οσίου Ευθυμίου, με την καθοδήγη­ση του Αγίου Πνεύματος οδηγήθηκε στον τόπο πού θα έμενε μόνιμα ως ιδρυτής και ηγούμενος της νέας μεγάλης ιστορικής μονής του. Δίπλα του συγκεντρώθηκαν πολλοί μοναχοί. Και ό πνευματέμφορος αυτός ασκητής σε ηλικία 53 ετών χει­ροτονήθηκε ιερέας. Και ως ηγούμενος εφάρμοσε όλες τις πνευματικές υποθήκες πού είχε λάβει α­πό τον όσιο Ευθύμιο. Ή μονή προόδευε πνευματικά και ό ίδιος έγινε «λύχνος άσβεστος και φωστήρ διαυγέστατος». Με την αγιότητα του ένέπνεε την πνευματι­κή ζωή στους μοναχούς αλλά και σε όλους τούς πιστούς της περιοχής.

2. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος τονίζει τις αρετές πού πρέπει να έχουμε στις σχέσεις μας με τούς άλλους ανθρώπους. Λέει λοιπόν: 'Ας μη γινόμαστε μαται­όδοξοι, προκαλώντας ό ένας τον άλλο σε φιλονικίες και φθονώντας ό ένας τον άλλο. «'Εάν και προληφθή άνθρωπος εν τινι παραπτώματι, υμείς οι πνευματικοί καταρτίζετε τον τοιούτον». Εάν δηλαδή από αδυναμία πέσει κανείς σε κάποιο αμάρτημα, εσείς πού είστε πνευματικά ισχυροί, να διορθώνετε και να παιδαγωγείτε έναν τέτοιον άνθρωπο με πνεύμα πραότητος. Εσύ μάλιστα πού διορθώνεις τον άλλον, πρόσεχε μην πέσεις κι εσύ στον πειρασμό. Γι' αυτό να υπομένετε ό ένας τις ενοχλήσεις του άλλου- και έτσι εκπληρώστε τελείως το νόμο του Χριστού, δηλαδή την εντολή της αγάπης.Οι νουθεσίες αυτές του θεοπνεύστου Αποστόλου αναφέρονται στους πιστούς εκείνους πού παρασύρονται από άλλους ανθρώπους και παρουσιάζουν πτώσεις από αδυναμία. Τούς πιστούς αυτούς, λέει ό απόστολος Παύλος, πρέπει να τούς καταρτίζουν οι πνευματικοί άνθρωποι με αγάπη.

Αυτό ακριβώς έκανε και ό άγιος Σάβ­βας. Ήταν εποχή πού οι αλαζόνες αι­ρετικοί μονοφυσίτες πολεμούσαν τούς Ορθοδόξους, είχαν παρασύρει ακόμη και τον αυτοκράτορα Αναστάσιο και φυ­λάκιζαν πλήθος κληρικών. Στην κρίσι­μη αυτή στιγμή ό άγιος Σάββας ανέλα­βε να προστατεύσει τούς Ορθόδοξους πιστούς από την πλάνη της αιρέσεως με κάθε τρόπο. Νουθετούσε τούς καλοδιάθετους, δίδασκε τούς σταθερούς, παιδαγωγούσε όσους είχαν παρασυρ­θεί. Έτρεχε παντού. Διαφώτιζε, στήριζε, βοηθούσε. Άγγελος στηριγμού έγινε. Σε κάποια κρίσιμη στιγμή, όταν ό αιρε­τικός επίσκοπος Αντιοχείας Σεβήρος μαζί με πολλούς άλλους οπαδούς του είχαν πάει στα Ιεροσόλυμα για να πα­ρασύρουν τούς Ορθοδόξους, ό Σάββας άφησε την ερημία της Μονής και με α­ποφασιστικότητα και ηρωισμό, μαζί με άλλους μοναχούς ήλθε στην Αγία Πόλη για να στηρίξει τούς πιστούς και να τούς διδάξει την Ορθόδοξη πίστη. Όταν ό λαός αντίκρισε τον ζηλωτή Όσιο και άκουσε από το στόμα του την Ορθόδο­ξη αλήθεια, στερεώθηκε και αντέδρασε στους αιρετικούς, οι όποιοι νικημένοι αναγκάσθηκαν να φύγουν. Και στη συν­έχεια άρχισε να περιοδεύει σ' όλη τη γύρω περιοχή για να ενισχύσει τούς πι­στούς.

Σε ηλικία 93 ετών, στις 5 Δεκεμβρίου του έτους 532 παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο, τον Όποιο υπηρέτησε με τόση αφοσίωση. Έζησε μία ζωή άγιότητος και προσφοράς, ασκήσεως και στηριγμού. Και από τα ουράνια σκηνώ­ματα καλεί όλους εμάς να μένουμε στα­θεροί στην Ορθόδοξη πίστη, ζώντας μέ­σα στη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ (ΙΓ’ ΛΟΥΚΑ)

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

1. ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ

Ό απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής αναφέ­ρεται στο σκληρό πνευματικό πόλεμο πού έχουμε όλοι οι πιστοί με το μισάνθρωπο εχθρό μας, το διάβολο. Και μάς προτρέ­πει να προβάλλουμε έντονη αντίσταση α­πέναντι του. Μας λέει: Να ενισχύεσθε με τη δύναμη πού σας δίνει ή κοινωνία σας με τον Κύριο και πηγάζει από την πανίσχυ­ρη δύναμη του. Να φορέσετε ολόκληρο τον οπλισμό με τον οποίο οπλίζει ό Θεός τούς στρατιώτες του, για να μπορείτε να αντιστέκεστε στα πανούργα τεχνάσματα του διαβόλου. Διότι δεν έχουμε να παλέ­ψουμε με αντιπάλους ίδιους με μας, με αί­μα και σάρκα σαν τη δική μας. Αλλά ή πάλη και ό πόλεμος μας είναι με τις αρχές, με τις εξουσίες, με τα διαβολικά αυτά τάγμα­τα, με τούς κοσμοκράτορες πού εξουσιά­ζουν το πλήθος των ανθρώπων πού είναι βυθισμένοι στο ηθικό σκοτάδι πού επι­κρατεί στον αιώνα αυτό. Καλούμαστε να παλέψουμε με τα πνευματικά όντα πού είναι γεμάτα πονηριά και κατοικούν ανά­μεσα στη γη και στον ουρανό.

Όλοι οι πιστοί λοιπόν καθημερινά βρι­σκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση. Διεξά­γουμε διαρκώς έναν αόρατο πόλεμο, λυσ­σώδη και εξοντωτικό. Έχουμε να αντιμε­τωπίσουμε τον χειρότερο εχθρό, τον ανθρωποκτόνο διάβολο, ό όποιος δεν παύ­ει να μάς πολεμά. Επειδή έχασε τη μάχη στον ουρανό και μισεί τον Θεό, θέλει να εξοντώσει εμάς, τα επίγεια δημιουργήματα του. Σαν λιοντάρι πού βρυχάται και ωρύεται, επιχειρεί διαρκώς να μάς καταπιεί και να μάς οδηγήσει στην αιώνια κόλα­ση. Και μάς κυνηγά ασταμάτητα, μάς πο­λιορκεί αδίστακτα, θέλει την καταστροφή μας. Εκτοξεύει τα πεπυρωμένα βέλη του και περιμένει να υποκύψουμε, να συμβι­βαστούμε μαζί του- άλλοτε με τα θέλγη­τρα του κόσμου και άλλοτε με τα φόβητρα και το διωγμό. Άλλοτε κρύβεται για να ε­φησυχάσουμε, και μάς αιφνιδιάζει αμέρι­μνους. Κάποτε μάς παρακινεί στην ανα­βολή, στην αμέλεια, σε μικρουποχωρήσεις- κι άλλοτε συκοφαντεί την αρετή, για να μάς οδηγήσει τελικά στην πτώση, στην απόγνωση, στο θάνατο. Μην ξεγελιόμα­στε λοιπόν. Έχουμε πόλεμο. Πόλεμο διαρ­κή. Να το συνειδητοποιήσουμε. Και να κα­ταλάβουμε ότι ό διάβολος δεν έχει τίποτε καλό να μάς δώσει. Θέλει μόνο το κακό μας, την καταστροφή μας, την επίγεια και την αιώνια.

2. Η ΠΑΝΟΠΛΙΑ TOY ΘΕΟΥ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος μάς συνιστά να οπλιστούμε με την πανοπλία πού μάς χαρίζει ό Θεός. Λέει συγκεκριμέ­να; Επειδή ό αγώνας αυτός είναι φοβε­ρός, γι' αυτό πάρτε πάνω σας και φορέ­στε την πανοπλία πού δίνει ό Θεός, για να μπορέσετε να αντισταθείτε την ήμερα πού ό πειρασμός θα σας προσβάλει με δύνα­μη. Κι αφού επιτελέσετε με ακρίβεια όλα τα καθήκοντα σας, να σταθείτε στη θέση σας και να την κρατήσετε καλά. Σταθείτε λοι­πόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωστείτε την αλήθεια ως ζώνη, ώστε ό φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύ­ναμη και ευκινησία. Βάλτε ως θώρακα τη δικαιοσύνη, ώστε να είστε απλήγωτοι από κάθε βέλος αδικίας και να μην παρασύρεσθε σε κανένα άδικο έργο εναντίον των ανθρώπων γύρω σας. Φορέστε στα πόδια σας ως υποδήματα πού διευκολύνουν να περπατάτε ελεύθερα, την ετοιμότητα πού δίνει στην ψυχή ή τήρηση του Ευαγγελίου της ειρήνης. Μαζί με όλα αυτά να πάρετε πάνω σας και να φορέσετε ως θυρεό την πίστη, με την όποια θα μπορέσετε να σβή­σετε όλους τούς καυστικούς πειρασμούς του πονηρού, πού μοιάζουν με πύρινα βέλη. Και να δεχθείτε ως περικεφαλαία την ελπίδα της σωτηρίας, ώστε ό νους σας να περιφρουρείται από αγαθούς λο­γισμούς, τούς οποίους εμπνέει ή χριστια­νική ελπίδα. Πάρτε και το μαχαίρι πού δί­νει το 'Άγιον Πνεύμα και το όποιο είναι ά λόγος τού Θεού.

Στο δεύτερο αυτό τμήμα τού αποστολι­κού αναγνώσματος ό θεόπνευστος από­στολος μάς προτρέπει να οπλιστούμε με την πανοπλία τού Θεού. Μάς αναφέρει τα πνευματικά όπλα πού μάς χαρίζει ό Θεός, ώστε να μπορέσουμε να αντισταθούμε στις μεθοδείες του διαβόλου. Τα όπλα μας αυτά είναι ή αλήθεια, ή δικαιοσύνη, ή ετοι­μότητα, ή πίστη, ή ελπίδα της σωτηρίας, ό λόγος του Θεού. Μέσα σε λίγες γραμμές βέβαια δεν είναι δυνατόν να τα αναπτύ­ξουμε ένα προς ένα. Αυτό όμως πού πρέ­πει οπωσδήποτε να κατανοήσουμε όλοι μας είναι ότι πρέπει να τα χρησιμοποιούμε διαρκώς και μ' αυτά να αντιστεκόμαστε στο διάβολο. Και ταυτόχρονα να αποφεύγου­με τις αφορμές των πειρασμών. Ξέρει ό κα­θένας μας πότε, πού και πώς μάς πολεμά ό διάβολος. Άς αποφεύγουμε λοιπόν τις αίτιες πού μάς οδηγούν στην αμαρτία. Και ιδιαιτέρως ας προσέξουμε τα αδύνατα σημεία μας. Σ' αυτά μάς πολεμά περισσό­τερο ό διάβολος. Γι αυτό ας πάρουμε τα μέτρα μας. Όχι διάλογο με τον πειρασμό. Αλλά με γενναίο φρόνημα, με εγρήγορση, ετοιμότητα και άμεση αντίδραση να απο­κρούουμε τα πεπυρωμένα βέλη του. Και το σπουδαιότερο, να χρησιμοποιούμε τα άγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας, τα ιε­ρά Μυστήρια, την προσευχή, τη νηστεία, τη μετάνοια. Και ό παντοδύναμος Θεός θα συντρίψει το διάβολο κάτω από τα πό­δια μας πολύ γρήγορα. Αρκεί εμείς να αν­τιστεκόμαστε και να αγωνιζόμαστε.

ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ(Η ΕΝ ΤΩ ΝΑΩ ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ)

1. Η ΣKHΝH ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Στο αποστολικό ανάγνωσμα των Εισοδίων της Ύπεραγίας Θεοτόκου περι­γράφεται ή «σκηνή του μαρτυρίου», ό πρώτος δηλαδή ναός της Παλαιάς Δι­αθήκης τον όποιο είχε κατασκευάσει ό Μωυσής σύμφωνα με τις οδηγίες πού του είχε δώσει ό ίδιος ό Θεός. Μάς λέει λοιπόν ό θείος Απόστολος ότι όταν Παλαιά Διαθήκη υπήρχε ένα μοναδικό θυσιαστήριο, το όποιο λεγόταν «Σκηνή του μαρτυρίου». Ήταν μία σκηνή, ένας μεταφερόμενος Ναός για να εξυπηρετεί τις λατρευτικές ανάγκες των Ιουδαίων μέσα στην έρημο. Την ώρα της λατρεί­ας ό λαός στεκόταν έξω στον περίβολο του Ναού αυτού για να προσφέρει από εκεί τις θυσίες στον Θεό. Εσωτερικά το πρώτο διαμέρισμα της σκηνής λεγόταν Άγια. Μέσα σ' αυτό υπήρχε ή Λυχνία και ή Τράπεζα της προθέσεως, όπου κάθε Σάββατο τοποθετούνταν δώδεκα άρτοι, τούς όποιους πρόσφεραν στον Θεό οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Τέ­λος υπήρχε το ιερότερο διαμέρισμα του Ναού, τα «Άγια των Αγίων», το όποιο χωριζόταν από τα «Άγια» με ένα με­γάλο βαρύτιμο ύφασμα πού λεγόταν «καταπέτασμα». Στα «Άγια των Αγίων» υπήρχε το χρυσό θυμιατήριο και ή «κι­βωτός της διαθήκης», πού ήταν καλυμ­μένη με χρυσάφι απ' όλες τις πλευρές της. Πάνω στην Κιβωτό υπήρχε ή χρυ­σή στάμνα με το μάννα πού είχε στείλει ό Θεός στην έρημο. Υπήρχε ακόμη και ή ράβδος του Ααρών πού είχε βλαστή­σει θαυματουργικά, και οι θεοχάρακτες πλάκες με τις δέκα εντολές. Πάνω από την Κιβωτό υπήρχαν δύο χρυσά Χερου­βείμ- και ανάμεσα σ' αυτά εμφανιζόταν και μιλούσε ό Θεός. Αυτά σκέπαζαν με τα φτερά τους το χρυσό κάλυμμα της κιβωτού, πού ονομαζόταν Ίλαστήριο.Αργότερα βέβαια ό βασιλεύς Σολομών έχτισε μόνιμο Ναό, περίλαμπρο και με­γαλοπρεπή. Σ' αυτόν τον Ναό αξιώθηκε να λατρεύσει τον Θεό και ή Ύπεραγία Θεοτόκος. Αλλά αυτή ή μοναδική κόρη της Ναζαρέτ, ή Παρθένος Μαριάμ, ανα­δείχθηκε ασυγκρίτως ανώτερη από τον επίγειο ναό της Ιερουσαλήμ. Διότι ή Ύ­περαγία Θεοτόκος αξιώθηκε να γίνει το αγιότερο σκεύος, πού έφερε μέσα της τον Ίδιο τον Θεό. Στον επίγειο Ναό υ­πήρχε ή επτάφωτος Λυχνία· ή Παναγία μας όμως έγινε ή «φωτοδόχος λαμπά­δα» πού έβάστασε Εκείνον πού είναι το φως του κόσμου και μέσα στα σκοτάδια του κόσμου ακτινοβόλησε με την άγια ζωή της το φως του Θεού. Έγινε επίσης το «χρυσό θυμιατήριο», το «θυμίαμα τα εύοσμον», πού πλημμύρισε όλο τον κόσμο με την ευωδία των αρετών της. Στο Ναό του Σολομώντος υπήρχε ή ρά­βδος του Ααρών πού θαυματουργικά βλάστησε. Ή Ύπεραγία Θεοτόκος όμως έγινε «ή ράβδος ή μυστική» από την ό­ποια άνθισε ό Θεάνθρωπος, «το άνθος το άμάραντον». Πάνω στην Κιβωτό της Διαθήκης υπήρχαν οι πλάκες με τις δέ­κα εντολές. Ή Παναγία μας έφερε μέσα της τον ίδιο το Νομοθέτη· έφερε μέσα της όχι το μάννα της έρημου αλλά τον «άρτον της ζωής», πού κατέβηκε από τον ουρανό και τρέφει και μεταγγίζει ζωή σε όλους μας. Έγινε «ή έμψυχος τράπεζα», το «ίλαστήριον του κόσμου» πού δέεται για μας στον ουράνιο θρόνο. Πόσα άραγε από όλα αυτά μπορούμε να κατανοήσουμε; Τουλάχιστον ας στε­κόμαστε με δέος μπροστά στο μεγαλείο της άχραντου Παρθένου και ας αγω­νιζόμαστε να την μιμούμαστε στις αρε­τές της, στην αγιότητα της.

2. ΕΜΨΥΧΟΙ ΝΑΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ό απόστολος Παύλος στη συνέχεια σημειώνει ότι μέσα στο Ναό του Θεού μπορούσαν να εισέλθουν μόνο οι ιερείς και οι αρχιερείς. Ό λαός του Θεού δεν μπορούσε να μπει μέσα σ' αυτόν, αλλά λάτρευε τον Θεό έξω στην αυλή. Διότι έτσι είχε σχεδιασθεί και κατασκευασθεί ή σκηνή, ώστε στο πρώτο διαμέρισμα της, δηλαδή στα Άγια, να μπαίνουν οι Ιερείς και να τελούν τις ιεροτελεστίες. Στο δεύτερο διαμέρισμα, δηλαδή στα Άγια των Αγίων, έμπαινε μόνο ό Αρχιερεύς, κι αυτός μόνο μία φορά το χρόνο, την ήμερα του Εξιλασμού. Κρατούσε στα χέ­ρια του ένα δοχείο με το αίμα των ζώων πού είχε θυσιάσει έξω στο θυσιαστήριο και το πρόσφερε ως εξιλαστήρια θυσία για τον εαυτό του και για τις αμαρτίες πού από άγνοια είχε διαπράξει ό λαός.

Στο Ναό της Παλαιάς Διαθήκης λοι­πόν τελούνταν θυσίες ζώων. Και με το αίμα των ζώων αυτών ραντιζόταν ό Να­ός για να εξιλεωθούν οι άνθρωποι για τα ανομήματα τους. Όμως το αίμα αυτά δεν μπορούσε να συγχωρήσει τις αμαρ­τίες τους. Το μόνο πού έκανε ήταν να τούς δίνει τη δυνατότητα να συμμετέ­χουν στη λατρεία του Θεού. Όλα αυτά όμως ήταν μία προτύπωση των μεγά­λων και ασύλληπτων πραγματικοτήτων πού θα συνέβαιναν στην Καινή Διαθή­κη. Διότι από τότε πού τελέσθηκε πάνω στο Γολγοθά ή μία και ανεπανάληπτη θυσία του Κυρίου μας, οι σκιές και το σύμβολα παραμερίσθηκαν. Τώρα πλέ­ον δεν έχουμε ένα μοναδικό Ναό αλλά αμέτρητους Ναούς ασυγκρίτως ιερό­τερους από το Ναό του Σολομώντος. Στους Ναούς μας αυτούς δεν έχουμε θυσίες ζώων αλλά τη μοναδική θυσία του Γολγοθά, τη θυσία του άμωμου και άσπιλου Χριστού. Δεν έχουμε πλέον προτυπώσεις αλλά τον ίδιο τον Κύριο, ό Όποιος θυσιάζεται και προσφέρει το σώμα του και το αίμα του για την άφεση των αμαρτιών μας. Μυριάδες αγγέλων, Άγιοι και άνθρωποι, ιερείς και λαός κυ­κλώνουμε το ιερό Θυσιαστήριο με φόβο και δέος. Ανάμεσα μας κατέρχεται και πορεύεται ό βασιλεύς της δόξης. Κι εμείς αξιωνόμαστε να γινόμαστε έμψυχοι ναοί του Θεού, να φέρουμε μέσα μας τον Ίδιο τον Κύριο.

Αλήθεια, τα νιώθουμε, τα ζούμε εμείς όλα αυτά τα μεγάλα και φοβερά κάθε φορά πού εισερχόμαστε στο Ναό του Θεού; Χωρίς τη Χάρη του Θεού βέβαια τίποτε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να κα­τανοήσουμε. Γι' αυτό ας παρακαλούμε τον άγιο Θεό να μάς φωτίζει και να μάς αξιώνει να γινόμαστε κι εμείς έμψυχοι ναοί του Θεού, ακολουθώντας την ά­για πορεία πού είχε ή Ύπεραγία Θεο­τόκος. ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 14 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ (Η΄ΛΟΥΚΑ)

Α΄Κορ.δ΄9-16 Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

1. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ

Το αποστολικό αυτό ανάγνωσμα έχει επιλεγεί προς τιμήν του άγιου αποστόλου Φιλίππου, τη μνήμη του όποιου τιμά σή­μερα ή Εκκλησία μας. Σ' αυτό ό απόστο­λος Παύλος περιγράφει τις δοκιμασίες και τις κακουχίες των άγιων Αποστόλων. «Ό Θεός ημάς τούς αποστόλους έσχατους άπέδειξεν, ώς επιθανάτιους», λέει* μας παρουσίασε μπροστά στα μάτια του κό­σμου ως τελευταίους και ως μελλοθάνα­τους. Γίναμε θέαμα σ' όλο τον κόσμο, και στους αγγέλους και στους ανθρώπους. Από τη μία μάς θαυμάζουν οι καλοπρο­αίρετοι άνθρωποι, ενώ από την άλλη μάς περιφρονούν και μάς χλευάζουν οι άλλοι. Θεωρούμαστε από τούς άπιστους ηλίθιοι και ανόητοι για το όνομα του Χρίστου. Ε­σείς όμως είστε συνετοί εν Χριστώ. Εμείς είμαστε ασθενείς και καταδιωκόμαστε από τούς ανθρώπους· εσείς όμως είστε ισχυ­ροί, διότι δεν σας βρήκε κάποιος πειρα­σμός. Εσείς είστε ένδοξοι, εμείς όμως είμα­στε άτιμοι και περιφρονημένοι. Μέχρι την ώρα αυτή και πεινούμε και υποφέρουμε από δίψα στις περιοδείες μας και δεν έ­χουμε αρκετά ρούχα, όταν στη μέση των ταξιδιών μας μάς πιάνει ξαφνικά ό χει­μώνας· και δεχόμαστε χτυπήματα και κα­κομεταχειρίσεις και δεν παραμένουμε μό­νιμα πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγουμε έδώ κι εκεί. Και κοπιάζουμε δουλεύοντας με τα ίδια μας τα χέρια. Την ώρα πού μάς βρίζουν όσοι απιστούν στο Ευαγγέλιο και μάς περιγελούν, εμείς ευχόμαστε το καλό τους. Ενώ μάς καταδιώκουν, δείχνουμε ανοχή στους διώκτες μας. Ενώ μάς συκοφαντούν, απαντούμε με λόγια παρηγορη­τικά. Σαν καθάρματα και σκουπίδια του κόσμου γίναμε, αποβράσματα ακάθαρτα της κοινωνίας στα μάτια όλων.

Ό απόστολος Παύλος λέει στη συνέχεια: Δεν θέλω μ' αυτά πού σας γράφω να σας ντροπιάσω, αλλά σαν παιδιά μου αγαπη­τά σας συμβουλεύω. Σάς συμβουλεύω με πατρική λαχτάρα και στοργή. «Εάν γάρ μύριους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, άλλ' ού πολλούς πατέρας»· διότι εάν έχετε πάρα πολλούς παιδαγωγούς και διδασκά­λους εν Χριστώ, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρες. Έναν και μόνο πνευματικό πα­τέρα έχετε, έμενα. Διότι εγώ σάς γέννησα πνευματικά με τη χάρη πού μου έδωσε ή κοινωνία και ή σχέση μου με τον Χριστό, και με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Αφού λοιπόν είμαι πατέρας σας, σάς παρακαλώ να γίνετε μιμητές μου.

2. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

Όλα αυτά τα λόγια θα μπορούσε ασφα­λώς να τα επαναλάβει και ό Απόστολος Φίλιππος πού εορτάζει σήμερα. Αυτός ή­ταν ένας από τούς δώδεκα Αποστόλους και έζησε όλες αυτές τις κακουχίες και τούς πειρασμούς πού είχαν και όλοι οι άλλοι Απόστολοι. Καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, την πόλη των αποστόλων Ανδρέα και Πέτρου. Από μικρό παιδί φλό­γιζε την ψυχή του ή λαχτάρα τού Μεσσία. Κι όταν ήρθε εκείνη ή μοναδική ώρα πού τον κάλεσε ό Κύριος να γίνει μαθητής του. ό Φίλιππος χωρίς κανένα ενδοιασμό αλλά με ενθουσιασμό και αυταπάρνηση ά­φησε τα πάντα και τον ακολούθησε. Κι έτρεξε αμέσως να βρει τον φίλο του Να­θαναήλ (πού λεγόταν και Βαρθολομαίος), να τον κάνει κοινωνό της χαράς του. Έ­λα κι εσύ να δεις τον Μεσσία, του είπε με χαρά μοναδική.

Τρία χρόνια έζησε ό Φίλιππος μαζί με τον Κύριο. Τρία χρόνια σαγηνευόταν από τη διδασκαλία του, έμενε εκστατικός μπρο­στά στα εκπληκτικά θαύματα του. Και μετά την επιφοίτηση του Άγιου Πνεύματος ξεκίνησε να μεταφέρει το μήνυμα της σω­τηρίας όπου ό Θεός τον καλούσε. Με πίστη και ζήλο συνοδευόμενος πάντα από τον φίλο του Βαρθολομαίο και την αδελφή του Μαριάμνη άρχισε να κηρύττει το Ευαγγέ­λιο τού Χριστού σε διάφορες πόλεις της Λυδίας, της Μυσίας και της Παρθίας. Παρά τις αφάνταστες δυσκολίες πού συναντού­σε, τούς κινδύνους, τούς διωγμούς, τις κα­κουχίες, προχωρούσε ακάθεκτος στο έρ­γο του. Με το φλογερό του κήρυγμα, την αγία ζωή του και τα πολλά του θαύματα, μέρα με την ήμερα κατακτούσε αμέτρητες ψυχές. Περιόδευε διαρκώς από τόπο σε τόπο, αντιμετωπίζοντας στερήσεις και κα­κουχίες, διωγμούς και καταδιώξεις.

Κάποτε όμως ήλθε και γι' αυτόν ή ώρα να αντιμετωπίσει και το μαρτύριο. Κάποια μέρα πού δίδασκε στην Ίεράπολη της Φρυ­γίας, μερικοί φανατικοί ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν σκληρά και τον οδήγησαν στους άρχοντες. Κι αυτοί αποφάσισαν το θάνατο του. Τότε οι δή­μιοι άρπαξαν τον απόστολο Φίλιππο, του έδεσαν τούς αστραγάλους και τον κρέμα­σαν σ' ένα δένδρο με το κεφάλι προς τα κάτω. Έπειτα τον σταύρωσαν. Την ώρα εκείνη έγινε ένας μεγάλος σεισμός και ό μάρτυρας του Κυρίου πάνω από το σταυ­ρό μέσα από τα βάθη της ψυχής του άρ­χισε να διδάσκει τα πλήθη πού ήταν γύρω του και τα προέτρεπε να μετανοήσουν. Έ­τσι άφησε την αγία του ψυχή να πετάξει στον ουρανό, στη χώρα της αιωνιότητας. Ό απόστολος Βαρθολομαίος και ή Μαρι­άμνη πήραν το τίμιο λείψανο του και το έθαψαν με ευλάβεια.

Σήμερα ήμερα της ιερής του μνήμης, ό­λοι οι πιστοί ας εμπνευσθούμε από τον φλογερό αυτόν Απόστολο του Κυρίου και με ευλάβεια ας τον παρακαλέσουμε να δέεται για μάς, ώστε να μετανοήσουμε και να γίνουμε κι εμείς μιμητές του στο ζήλο του και την αγάπη του, στην αρετή του και την αγιότητα του, ■

ΚΥΡΙΑΚΗ 7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ (Ζ΄ ΛΟΥΚΑ)

Εφες.β΄ 14-22 Ο ΧΡΙΣΤΟΣ Η ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΣ

1. Η ΕΙΡΗΝΕΥΣΗ

Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ό απόστολος Παύλος εξηγεί γιατί ό Χριστός είναι ή ειρήνη μας. «Αυτός γάρ εστίν ή ειρήνη ημών», λέει. Αυτός έκανε τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους, τον Ιουδαϊσμό και τον Εθνισμό, ένα λαό. Γκρέμισε τον τοίχο πού δημιουργούσε ό φραγμός του νόμου, πού ορθωνόταν ανάμεσα στους δύο λαούς. Δηλαδή κατέλυσε την έχθρα των δύο λαών, αφού κατήργησε με το αίμα του το νόμο των εντολών πού ενώ περιείχε επιβλητικές προσταγές, δεν έδινε όμως και τη χάρη για την εφαρμογή και την τήρηση των προσταγμάτων αυτών. Και ενώνοντας τούς δύο λαούς με τον Εαυτό του δημιούργησε μια νέα ανθρωπότητα, κι έτσι έφερε ειρήνη μεταξύ τους. Και με το σταυρικό του θάνατο ένωσε σ' ένα σώμα τούς δύο λαούς και τούς συμφιλίωσε και με τον Θεό, αφού προηγουμένως θανάτω­σε την έχθρα με το θάνατο του. Κι αφού ήλθε ό Χριστός στη γη, κήρυξε χαρμόσυ­νο μήνυμα ειρήνης σε σάς τούς εθνικούς, πού ήσασταν μακριά από τον Θεό, και σε μάς τούς Ιουδαίους, πού ήμασταν κοντά του. Διότι ό Χριστός μάς έφερε και τούς δύο λαούς διά του ενός Αγίου Πνεύματος κοντά στον Πατέρα. Διά του Ιησού Χριστού έγινε ή προσέγγιση μας αυτή με τον Θεό.

Επιγραμματικά λοιπόν ό απόστολος Παύλος μάς εξηγεί πώς ό Θεός ένωσε τούς δύο αντιμαχόμενους κόσμους, τούς Ιου­δαίους και τούς ειδωλολάτρες. Υπήρχε, λέει, μία μεσοτοιχία ανάμεσα στους δύο λαούς, υπήρχε μεγάλη εχθρότητα ανά­μεσα τους. Την έχθρα αυτή την κατήργησε ό Κύριος όχι μόνο με τη διδασκαλία του άλλα κυρίως και προπαντός με τη θυσία του. Δεν ανέμειξε τούς δύο λαούς, αλλά και τούς δύο τούς ανύψωσε σε μια υψηλότερη πνευματική κατάσταση. Ό Ιησούς Χρίστος έφερε τούς δύο λαούς κοντά στον Πατέρα του και έτσι τούς ένωσε και μεταξύ τους. Και από τούς δύο λαούς προήλθε ένας νέος λαός, ή Εκκλησία, μια νέα κοινωνία πιστών πού λατρεύει τον ίδιο Θεό, και έχει τον ίδιο Σωτήρα. Σώθηκε από την ίδια θυ­σία, ελπίζει στην ίδια ελπίδα, αποβλέπει στον ίδιο ουρανό,

Ό Χριστός λοιπόν δεν έγινε μόνο ό ειρηνοποιός όλων των πιστών αλλά και ό δεσμός της ειρήνης τους, ή ιδία ή ειρήνη τους. Τί έχει να πει όμως αυτό για μάς σήμερα; Ότι ό μοναδικός τρόπος για να ειρηνεύσουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας είναι το να ενωθούμε με τον Κύριο. Όταν οι άνθρωποι πλησιάζουμε τον Χριστό και ζούμε μέσα στην αγάπη του, πλησιάζου­με και μεταξύ μας. Όσο περισσότερο αγα­πούμε τον Κύριο, τόσο περισσότερο αγα­πούμε και τούς συνανθρώπους μας και συνδεόμαστε στενότερα μαζί τους. Φεύγει κάθε αποξένωση και ψυχρότητα. Μέσα στην άγια μας Εκκλησία γινόμαστε όλοι ένα σώμα.

2. ΛΙΘΟΙ ZΩNTANOΙ

Ό απόστολος Παύλος στη συνέχεια το­νίζει συμπερασματικά: Δεν είστε λοιπόν πλέον ξένοι και προσωρινοί κάτοικοι στη Βασιλεία του Θεού, αλλά είστε συμπολί­τες των αγίων και μέλη της οικογένειας του Θεού. Μέσα στο πνευματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας είστε ζωντανοί λίθοι πού κτισθήκατε πάνω στα θεμέλια των Απο­στόλων και των Προφητών. Και ό ακρο­γωνιαίος λίθος - το γωνιακό αγκωνάρι πού πιάνει και δένει τούς δύο τοίχους - και στηρίζει όλο το οικοδόμημα είναι ό Ίδιος ό Χριστός. Έτσι όλη ή οικοδομή της Εκκλησίας ενώνεται αρμονικά και στερεά και αυξάνει, ώστε να γίνεται ναός άγιος. Με την ένωση σας λοιπόν με τον Κύριο «και υμείς συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον τού Θεού», κι εσείς οικοδομείσθε μαζί με τούς άλλους πιστούς για να γίνετε ναός στον όποιο κατοικεί ό Θεός,

Στο ιερό αυτό κείμενο ό άγιος Απόστο­λος παρουσιάζει την Εκκλησία ως ένα πνευματικό οικοδόμημα πού το έκτισε ό ίδιος ό Κύριος μας. Θεμέλιο στο οικοδόμη­μα αυτό και ακρογωνιαίο λίθο έθεσε τον ίδιο τον Εαυτό του. Πρώτοι λίθοι στα θε­μέλια του τέθηκαν οι άγιοι Απόστολοι και οι Προφήτες. Αυτοί αποτελούν το πνευμα­τικό υπόβαθρο της Εκκλησίας μας. Και όλοι οι πιστοί είμαστε οι λίθοι πού κτίζον­ται πάνω στο πνευματικό αυτό θεμέλιο. Ό Ιησούς Χριστός ως ακρογωνιαίος λί­θος συγκρατεί και δένει τούς τοίχους και τα θεμέλια. Ενώνει όλους μας. Αυτή ή οικοδόμηση συνεχίζεται ακόμη. Καθένας πιστός προστίθεται στην οικοδομή αυτή. Και όλοι μαζί ενωνόμαστε υπερφυσικά και αδιάσπαστα σε μία στέρεη ενότητα. Καθώς ενωνόμαστε με τον Χριστό και με­ταξύ μας με τη Χάρη των Μυστηρίων της Εκκλησίας μας και με μία αγάπη πνευμα­τική, αποτελούμε ένα ναό άγιο, μέσα στον όποιο ό Θεός έχει αδιάκοπη κοινωνία με το λαό του. Μέσα στο ναό αυτό οι πιστοί λατρεύουμε τον Θεό και ό Θεός φανερώ­νεται μέσα μας και επιδαψιλεύει σε μάς τις ευλογίες του και τις δωρεές του. Πόσο άγιοι πρέπει να είμαστε μέσα στο ναό αυτό! Σε ποια αγνότητα και καθαρότητα να διατηρούμε τον εαυτό μας, ώστε να ενοικεί μέσα μας το Άγιον Πνεύμα! Πόσο αγιασμένη καρδιά πρέπει να έχουμε! Και πόσο θα πρέπει να αγωνιζόμαστε, ώστε να μη διώχνουμε το ‘Αγιον Πνεύμα από μέσα μας! Γι’ αυτό ας προσέχουμε πολύ. Και όλα αυτά τα μεγάλα και ιερά ας τα σκε­πτόμαστε και ας τα ζούμε. Με συναίσθηση και δέος. Με πίστη και αγιασμό. ■

Κυριακή 31 Οκτωβρίου (Ε’ Λουκά)

(Εφ.β' 4-10) Π Ο Σ Ο Μ Α Σ Α Γ Α Π Η Σ Ε Ο Θ Ε Ο Σ !

1. Η ANΥΨΩΣH

Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ό απόστολος Παύλος μέσα σε λίγες γραμ­μές μάς παρουσιάζει το θαυμαστό σχέδιο της θείας οικονομίας. Μάς περιγράφει δη­λαδή τι έκανε ό Θεός για μάς τους αμαρ­τωλούς και αποστάτες ανθρώπους, σε ποιό ύψος ανέβασε εμάς πού ήμασταν νεκροί πνευματικώς. Ό Θεός, λέει, πού είναι πλούσιος σε έλεος, εξαιτίας της πολ­λής του αγάπης με την όποια μάς αγά­πησε, κι όταν ακόμη ήμασταν πνευματι­κά νεκροί εξαιτίας των παραβάσεων μας, μάς ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό. Έχουμε σωθεί με τη Χάρη του Θεού και όχι με τα δικά μας κατορθώμα­τα. Διότι ό Θεός μάς ανέστησε μαζί με τον Χριστό και μάς έβαλε να καθίσουμε μαζί του στα επουράνια. Και ή ανάσταση και η ανύψωση μας αυτή έγινε με την ένωση μας με τον Ιησού Χριστό.

Μέσα σε τρείς λέξεις μάς εξηγεί ό θεί­ος Απόστολος πόσο μάς αγάπησε ό Θε­ός. «Συνεζωοποίησε τω Χριστώ... και συνήγειρε και συνεκάθισεν έν τοις έπουρανίοις». Ό Θεός μάς ζωοποίησε, μάς ανέστησε, μάς ενθρόνισε. Τί όμως σημαί­νουν αυτές οί τρεις λέξεις;

Οι άνθρωποι ήμασταν όλοι νεκροί με την αποστασία μας και την εξαχρείωση της θεϊκής μας εικόνος. Ό Θεός λοιπόν δεν μάς εγκατέλειψε στην καταστροφική μας πορεία. Αλλά μάς ζωοποίησε. Μάς έσωσε από τον θάνατο της αμαρτίας με τον θάνατο του Υιού του. Και φύτεψε μέσα μας τα σπέρματα νέας και ουράνιας πνευματικής ζωής. Με τον θάνατο του Κυ­ρίου νέκρωσε μέσα μας την αμαρτία, φώ­τισε το νου μας, ζωοποίησε τις νεκρωμέ­νες πνευματικές μας αισθήσεις. Και με τη δική του Ανάσταση ανέστησε και όλους εμάς σε μια νέα ζωή. Όταν οι πιστοί είμα­στε ενωμένοι με τον αναστημένο Κύριο, μόνο τότε ζούμε κι εμείς πραγματικά, δι­ότι ή ζωή μας προέρχεται από τον Χρι­στό. Επειδή Εκείνος ζει, και εμείς ζούμε. Και επειδή ό Κύριος με την Ανάληψη του ανήλθε στον ουράνιο θρόνο και έκάθισε και ως άνθρωπος εκ δεξιών του Πα­τρός, μας έδωσε ήδη τη δυνατότητα με τη δική του ενθρόνιση να γίνουμε και εμείς σύνθρονοί του, να συνδοξασθούμε μαζί του και να γίνουμε πρίγκιπες του ουρανού.

Σ' αυτήν ακριβώς την κατάσταση έχουν ήδη εισέλθει οι Άγιοι τής Εκκλησίας μας. Αυτοί με τη Χάρη του Θεού ήδη από την επίγεια ζωή τους ανυψώθηκαν από τον αισθητό κόσμο και αναστρέφονταν με τον ουράνιο. Ζούσαν με τη σταθερή προσδοκία του ουρανού. Γι' αυτό έχουν συνανυψωθεί και συμβασιλεύουν μαζί του. Κάθονται μαζί του στο θρόνο του. Και περιμένουν όλους εμάς να αναγεν­νηθούμε, να αναστηθούμε και να ένθρονισθούμε κι εμείς μαζί τους στον θρόνο του Θεού. Μπορούμε άραγε να τα αντι­ληφθούμε όλα αυτά, μπορούμε να κατα­νοήσουμε τί έχει ετοιμάσει ό Θεός για όλους όσους Τον αγαπούν;

2. Η ΣΩTHPΙA MAΣ

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος μάς εξηγεί ότι ή σωτηρία μας δεν είναι δικό μας κατόρθωμα αλλά δώρο ουράνιο. Λέει λοιπόν: Μάς ευεργέτησε τόσο πολύ ό Θεός, για να δείξει ατούς ατελεύτητους αιώνες της αίωνιότητος τον υπερβολικό πλούτο της Χάριτος του. Διότι «τη χάριτι εστέ σεσωσμένοι», με τη Χάρη του έχου­με σωθεί. Και ή σωτηρία μας αυτή δεν προήλθε από μας΄ δώρο Θεού είναι αυ­τό. Δεν σωθήκαμε με τα δικό μας έργα, για να μην έχει κανείς το δικαίωμα να καυχηθεί. Διότι δικό του δημιούργημα εί­μαστε, για να μένουμε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό και να κάνουμε καλά έργα, για τα όποια μάς προετοίμασε ό Θεός, ώστε μ' αυτά να πορευθούμε στην υπό­λοιπη ζωή μας.

Αυτό λοιπόν πού τονίζει ιδιαιτέρως ό απόστολος Παύλος είναι ότι οι πιστοί δεν σωθήκαμε με τη δική μας προσπάθεια. Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να το κατορ­θώσουμε αυτά μόνοι μας, διότι ήμασταν νεκροί. Τη σωτηρία μάς τη χάρισε ό ίδιος ό Κύριος, Μάς προκαλεί όμως εντύπωση ότι ό απόστολος Παύλος παρουσιάζει τη σωτηρία μας αυτή ως τετελεσμένη, ενώ εμείς είμαστε ακόμη στη γη και παλεύ­ουμε. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι ή σω­τηρία μας ως δυνατότητα είναι ήδη μία πραγματικότητα. Ό Χριστός έκανε όλα όσα χρειαζόμασταν εμείς για να σωθού­με. Έτσι ή δυνατότητα της σωτηρίας μας είναι βέβαιη και δεδομένη. Όμως ό καθένας μας ξεχωριστά θα πρέπει να αγωνισθεί για να κατακτήσει τη σωτηρία της ψυχής του. ΟΊ ιεροί ερμηνευτές πα­ρουσιάζουν τη μεγάλη αυτή αλήθεια με μία εικόνα. Λένε ότι ό Χριστός μας έσωσε από το ναυάγιο, όμως εμείς δεν έχουμε φτάσει ακόμη στο λιμάνι. Είμαστε σωσμέ­νοι, αλλά ή τρικυμία εξακολουθεί και το πλοίο μας ακόμη κλυδωνίζεται, Π' αυτό λοιπόν θα πρέπει να παλέψουμε σκληρά με τα κύματα, να αγωνιστούμε πολύ, να προσφέρουμε τον κόπο μας και τη διά­θεση μας. Και να αξιοποιήσουμε όλα τα μέσα πού μάς προσφέρει ό Χριστός για να φτάσουμε στο ουράνιο λιμάνι. Μέσα στη Χάρη των ιερών Μυστηρίων να πο­ρευόμαστε, έχοντας διαρκώς στραμμένο το νου και την καρδιά μας στην ουράνια πατρίδα μας. 'Εκεί μάς περιμένει ό Κύρι­ος για να μάς δώσει το στεφάνι της νίκης και να μάς καταστήσει μετόχους της Βα­σιλείας του.

ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ (ΣΤ' ΛΟΥΚΑ)

(Γαλ.ς΄ 11-18) Ν Ε Κ Ρ Ω Σ Η Κ Α Ι Ζ Ω Η

1. ΝΕΚΡΟΙ ΠΑ TON KOΣMO Ό απόστολος Παύλος στο αποστολι­κό αυτό ανάγνωσμα μιλάει με πόνο στους Γαλάτες για κάποιους διδασκά­λους οι όποιοι κινούμενοι από άνθρωπαρέσκεια παρέσυραν πολλούς πι­στούς. Προσέξτε, λέει, με πόσο μεγάλα γράμματα σας έγραψα με το ίδιο μου το χέρι. Όσοι θέλουν να αρέσουν στους ανθρώπους, αυτοί σας παρακινούν να περιτέμνεσθε, μόνο και μόνο για να μη καταδιώκονται απ' τούς Ιουδαίους για το κήρυγμα του Σταυρού του Χριστού.

Όμως ούτε κι αυτοί πού έχουν περιτμηθεί τηρούν τις τελετουργικές διατά­ξεις του νόμου, τις καθάρσεις και τις ζωοθυσίες. Αλλά θέλουν να περιτέμνεσθε εσείς, για να καυχηθούν αυτοί ότι σας έπεισαν να δεχθείτε την περιτομή. Εγώ όμως δεν κινούμαι από τέτοια άνθρωπάρεσκα ελατήρια. Ποτέ να μη συμβεί εγώ να καυχηθώ για τίποτε άλλο πα­ρά μόνο για το ότι ό Ιησούς Χριστός για χάρη μου πήρε μορφή δούλου και σταυρώθηκε για τη σωτηρία μου. Και με την πίστη στο σταυρικό του αυτά θά­νατο «έμοί κόσμος έσταύρωται κάγώ τω κόσμω», έχει νεκρωθεί κι έχει χάσει τη δύναμη του ό κόσμος για μένα. Αλλά κι εγώ έχω νεκρωθεί για τον κόσμο.

Πόσο λοιπόν κατανοούσε ό απόστολος Παύλος την αγάπη του Χριστού! Και με πόση ευγνωμοσύνη το διεκήρυττε: Ό Χριστός για μένα πήρε μορφή δούλου κι έγινε άνθρωπος και υπέστη φρικτό μαρτύριο και σταυρικό θάνατο- για μένα τον πρώην διώκτη, τον υβριστή, τον αγνώμονα. Τόσο πολύ με αγάπησε, ώστε να παραδώσει τη ζωή του στο θάνατο. Αυτή ακριβώς ή συναίσθηση της αγάπης του Χριστού τον έκανε να περιφρονήσει τον κόσμο και τις απολαύσεις του και να αφοσιωθεί στον σταυρωθέντα Κύριο. Όλα τα μάταια του κόσμου χάθηκαν γι' αυτόν, νεκρώθηκαν, κι αυτός πέ­θανε για εκείνα. Ούτε μπορούσαν να τον κυριεύσουν, ούτε κι εκείνος τα επιθυμούσε. Έμενε αδιάφορος στα θέλγητρα και τις απειλές του κόσμου.

Ή διάθεση αυτή της καρδιάς του και ή νέκρωση του ως προς τον κόσμο θα πρέπει να μας προβληματίσει και να γίνει κτήμα όλων μας. Ιδιαιτέρως σήμερα πού τόσο εύκολα παρασυ­ρόμαστε από τη ματαιότητα και τούς πειρασμούς της εποχής μας, θα πρέ­πει να συνειδητοποιήσουμε ότι μόνον όταν κατανοήσουμε το μέγεθος της αγάπης του Κυρίου μας, θα νεκρωθεί μέσα μας ή έλξη και ή επιρροή του κόσμου. Μόνον όταν αγαπήσουμε αληθινά τον σταυρωθέντα Κύριο, δεν θα μας ελκύει ό κόσμος και οι ηδονές του. Όσο περισσότερο σκεφτόμαστε και μελετούμε βαθύτερα το σταυρικό πάθος του Κυρίου, τόσο λιγότερο θα μας ελκύει ό κόσμος. Ή καρδιά μας θα στρέφεται προς τα ουράνια. Και θα ζούμε μόνο για τον Χριστό και τον ουρανό.

Στη συνέχεια ό απόστολος Παύλος τονίζει: «Έν γάρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει ούτε άκροβυστία, άλλά καινή κτίσις»- μέσα στην Εκκλησία του Χριστού δεν έχει καμία άξια ούτε ή περιτομή ούτε ή ακροβυστία, αλλά ισχύει μια νέα κτίση. Διότι κάθε πιστός άναγεννάται με τη σταυρική θυσία τού Κυρίου και ζει μια νέα ζωή. Κι όσοι θέλουν να ζουν αυτή τη νέα ζωή, ας έχουν επάνω τους την ειρήνη και το έλεος του Θεού. Στο έξης, συνεχίζει ό απόστολος Παύλος, κανείς ας μη μου δημιουργεί ενοχλήσεις, ζητώντας από μένα να απολογούμαι για όσα κάνω. Διότι εγώ βαστάζω στο σώμα μου τα σημάδια των πληγών πού δέχθη­κα για τον Κύριο. Και οι πληγές μου αυτές είναι ή απολογία μου. Σάς εύχομαι, καταλήγει, ή Χάρις του Κυρίου μας να σάς ενδυναμώνει, ώστε να διατηρείτε πάντοτε τον αγιασμό πού σας έδωσε το 'Αγιον Πνεύμα.

Ποιά όμως είναι αυτή ή καινή κτίση, ή νέα ζωή, για την όποια μιλάει ό από­στολος Παύλος; 'Ας αναφέρουμε επι­γραμματικά κάποια στοιχεία της. Όλοι οι πιστοί με το άγιο Βάπτισμα μας εισήλθαμε στην Εκκλησία τού Χριστού. Δεν οδηγηθήκαμε από την ανυπαρξία στη ζωή, αλλά από την κατάσταση της φθοράς στην αναγέννηση. Ή ψυχή μας ανακαινίσθηκε. Πλουτίσαμε με τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Έχουμε πλέον τη δυνατότητα, με την άσκηση, τον αγώνα εναντίον των παθών και των πειρασμών, και με τη μετοχή μας στα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας να ζούμε μία νέα ζωή, ζωή αφοσιώσεως και αυταπαρνήσεως, ζωή πνευματική και ουράνια. Γινόμαστε νέοι άνθρωποι. Σιγά-σιγά ή καρδιά μας ανακαινίζεται, ό νους μας μεταβάλλεται. Αποκτούμε «νούν Χριστού». Οι επιθυμίες μας, τα κίνητρα μας, οι πόθοι μας, όλα κατευθύ­νονται από τον Κύριο. Έτσι ειρηνεύουμε με τον Θεό, με τον εαυτό μας και με τούς συνανθρώπους μας. Δεν ζούμε πλέον με το φόβο της κολάσεως, αλλά προγευόμαστε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτήν ακριβώς την κατάσταση τη ζουν ιδιαιτέρως οι άγιοι πού είναι κατάφορτοι με τα στίγματα του Χριστού, τα οποία πιστοποιούν την εμπειρία της νέας αυ­τής ζωής. Ας ποθήσουμε κι εμείς λοι­πόν αυτήν την καινή κτίση, τη ζωή των άγιων, τη ζωή των ανθρώπων της Χά­ριτος. Κι ας ξεκινήσουμε έναν αγώνα καθημερινό, για να αλλάξει ή ζωή μας και να πλημμυρίσει ό νους και ή καρδιά μας με τα φώς του Χριστού.