Πολιτιστικό πρόγραμμα 1ου ΓΕΛ Αλίμου, Θουκυδίδειου
"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ--ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ"
Υπεύθυνη καθηγήτρια: Παπαϊωάννου Κωνσταντίνα, Φιλόλογος
ΑΝΟΙΞΗ 2015
Εύας Πυρπυρή, "Η μαγική πένα του Βασιλιά"
«Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δωσ΄ της κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν΄ αρχινίσει…».
Μ’ αυτή τη φράση ξεκινούσε πάντα η γιαγιά Μαριώ τις ιστορίες της. Μ’ αυτή τη φράση λοιπόν τους μαζεύει και σήμερα όλους δίπλα της, γύρω απ’ το αναμμένο τζάκι, να τους διηγηθεί ένα νέο παραμύθι: «Μια φορά κι έναν καιρό» αρχίζει η γιαγιά Μαριώ, «ζούσε ένας βασιλιάς τρανός! Γι αυτόν μιλούσαν ήρωες, πρίγκιπες και βασιλιάδες, παραμύθια, τραγούδια, μαντινάδες, πλούσιοι, νέοι, γέροι και φτωχοί! Ήταν ξακουστός σ’ όλες τις χώρες και τις πολιτείες, κι αυτό μονάχα... για ένα μυστικό!... Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, όχι και τόσο μυστικό…»
«Μα βρε γιαγιά, γίνεται ένα μυστικό να μην είναι και τόσο μυστικό;» ρωτάει η μικρή Χριστίνα που δεν πολυκαταλαβαίνει.
«Άκουσε την ιστορία για να δεις τι ήταν αυτό το μυστικό και τι εννοώ, όταν λέω ότι δεν ήταν και τόσο μυστικό… Λοιπόν, που λέτε, αυτός ο βασιλιάς, ο Άντονι, ήταν ο μόνος που κρατούσε ασφαλείς τους υπηκόους του απ’ τον τρομερό δράκο!
Υπήρχε ένας δράκος σε κάθε βασίλειο και καθένας απ’ αυτούς σκορπούσε τον τρόμο στους ανθρώπους του βασιλείου! Φυσούσε και ξεφυσούσε εκτοξεύοντας φωτιές απ’ το στόμα του, καίγοντας ό, τι έβλεπε μπροστά του! Όμως ο δράκος που κατοικούσε στο λόφο πίσω απ’ το κάστρο του βασιλιά Άντονι, δεν πείραζε ποτέ κανέναν… Κατέβαινε που και που προς τα σπίτια μπας και πιάσει καμιά φιλία, μα όλο μόλις τον βλέπανε κρυβόντουσαν σα σπίτια τους!
«Γιατί;» αναρωτιόταν ο δράκος μας, ο Λέων, «γιατί με βλέπουν και τρέχουν; Μπορεί οι συνάδελφοι μου, οι δράκοι να καίνε τα υπάρχοντα τους, αλλά εγώ δεν τρόμαξα ποτέ κανέναν… δε θέλω να τους ενοχλήσω…» Αυτές οι σκέψεις τον Λέοντα τον εξόργιζαν και τότε ρουθούνιζε με θυμό. Τρόμαζαν τότε πιο πολύ οι άνθρωποι κι έμπαιναν ακόμα πιο βαθιά στα σπίτια τους»
«Γιαγιά Μαριώ, αυτός ο δράκος δηλαδή ήτανε καλός και οι άλλοι δράκοι κακοί; Γιατί τόσο μεγάλη διαφορά;»
«Όχι, Κατερίνα μου, όλοι δράκοι καλοί ήτανε» απαντάει η Μαριώ κοιτάζοντας αινιγματικά την Κατερίνα.
«Μα πώς, αφού ο Λέων δεν πείραζε ούτε μύγα, άρα ήτανε καλός, αλλά οι άλλοι που καίγανε τον τόπο πώς ήτανε κι αυτοί καλοί;» επιμένει η Κατερίνα
Παίρνει το λόγο η Αντιγόνη, που είναι πιο μεγάλη κι εξηγεί: «Μπορεί Κατερίνα μου ο Λέων μας να είναι καλός δράκος, όμως στους άλλους δράκους, για να φέρονται σκληρά, κάποιος ή κατι θα τους λείπει. Φέρομαι σκληρά σημαίνει πονάω, όχι είμαι κακός.»
Κανένας δε μίλησε. Όλοι είχαν πέσει σε περισυλλογή. Σκέφτονταν αυτά, που τους είπε η Αντιγόνη. Και τί θα μπορούσε να τους λείπει τόσο πολύ, ώστε να φτάνουν σε τέτοιες ακρότητες;
«Ωραία όλα αυτά βρε γιαγιά αλλά το μυστικό; Ποιο είναι το μυστικό και τι σχέση έχει μ’ αυτά που λέτε;» πετάγεται κι ο Γιάννης.
«Τώρα, Γιάννη, θα το μάθεις και το μυστικό, κάνε υπομονή… Πού είχαμε μείνει; Ααα ναι. Όταν ο δράκος μας, ο Λέων, γύρναγε στο λόφο του, έβγαιναν οι κάτοικοι κι κάθε φορά αντίκρυζαν το ίδιο θέαμα! Τον βασιλιά να συζητάει με το δράκο! Παραξενεύονταν πάααρα πολύ, όπως ήταν φυσικό. Είχαν στείλει γι αυτό το λόγο έναν αντιπρόσωπο, ένα παιδί, να ρωτήσει μπας και μάθει την αλήθεια. Ο βασιλιάς Άντονι μ’ όλο που είχε όλη την καλή διάθεση να εξηγήσει, θέλετε από τον προβληματισμό, που τον βασάνιζε εκείνη τη μέρα, θέλετε επειδή προτιμούσε να προκαλέσει το παιδί να σκεφτεί ακούγοντας και την καρδιά του, είπε μόνο: «Η μαγική πένα παιδί μου, η μαγική πένα». Φυσικά κανείς δεν κατάλαβε, μα κανείς δεν τόλμησε να ξαναρωτήσει. Όταν ένα παιδί ρώταγε το γονιό του «Γιατί ο δράκος μας δε μας επιτίθεται μπαμπά;» ή «Τι κάνει εκεί πάνω ο βασιλιάς με τον δράκο, πώς και δεν τον καίει;» εκείνος επαναλάμβανε: «Η μαγική πένα παιδί μου, η μαγική πένα».
Έτσι με τον καιρό ο λαός του Άντονι έπλασε ιστορίες, συνέθεσε τραγούδια, που τον τιμούσαν, γιατί είχε λέει μια μαγική πένα που ημέρευε το δράκο! Και ήταν η μοναδική μαγική σε όλο τον πλανήτη! Την είχε φτιάξει ο ίδιος ο βασιλιάς με τη σοφία του, γι αυτό και ήταν τόσο ξακουστός!»
«Ααα!» θαύμασε η Χριστίνα και ύστερα ενθουσιάστηκε γιατί κατάλαβε το μυστικό και γιατί αυτό το μυστικό δεν ήταν και τόσο μυστικό! Γιατί το είχαν μάθει όλοι! Και το είπε στη γιαγιά της.
«Ναι, Χριστίνα μου, γι αυτό δεν ήταν και τόσο μυστικό, αλλά όχι μόνο! Αυτός είναι ο πρώτος λόγος. Άκου και το υπόλοιπο παραμύθι να καταλάβεις και τον δεύτερο που είναι ο πιο σημαντικός… Ο βασιλιάς, όταν άκουσε τις δοξασίες, βάλθηκε να λύσει αμέσως την παρεξήγηση. Είχε στεναχωρηθεί που είχαν μπερδευτεί όλα τόσο, ενώ στην πραγματικότητα ήταν πολύ απλά. Ούτε μαγείες ούτε τίποτα! Μάζεψε λοιπόν ολόκληρο το λαό στο κάστρο του και άρχισε να εξηγεί: «Πιστοί μου υπήκοοι, δεν θέλω ούτε τους ύμνους σας, ούτε τα τραγούδια σας και ξέρετε γιατί; Έχει γίνει ένα φρικτό λάθος!» Μα πριν προλάβει να αποτελειώσει τη φράση του, άρχισαν όλοι να ζητωκραυγάζουν! «Δείξε μας τη μαγική πένα βασιλιά Άντονι! Εσύ που με τόση σοφία την έφτιαξες, δείξ’ τη μας να την θαυμάσουμε!»
Νευρίασε τότε ο Άντονι. «έχουν τυφλωθεί» σκέφτηκε. «Δεν υπάρχει μαγική πένα!» Όλοι κοκάλωσαν. Μα τι λέει; Είναι δυνατόν; Μα αφού τους το είχε πει! Ήταν ψέματα; Και οι ύμνοι, οι δοξασίες;
«Δεν υπάρχει μαγική πένα» επανέλαβε ο βασιλιάς. «Δηλαδή υπάρχει, υπήρχε και πάντα θα υπάρχει αλλά όχι έτσι όπως την εννοείτε εσείς! Η μαγική μου πένα είναι η πένα, που γράφει στην καρδιά. Είναι αυτή που ηρεμεί το δράκο. Δε σας πείραξε ποτέ γιατί του είπα ότι εσείς, όλοι ανεξαιρέτως έχετε μια μαγική πένα σαν και τη δική μου. Κάθε φορά λοιπόν που κατέβαινε στο χωριό, τις αποζητούσε. Μα εσείς κρυβόσασταν. Και γύρναγε λυπημένος. Δεν έχουν μαγικές πένες σαν κι εσένα βασιλιά μου, μου έλεγε, δε με αγαπούν… Ναι πιστοί μου άνθρωποι, γιατί όπως καταλάβατε, η μαγική μου πένα είναι η αγάπη. Το χάδι μάλλον. Ένα χάδι γεμάτο αγάπη! Ένα τέτοιο χάδι ημερεύει το δράκο! Αγάπη χρειάζεται κι αυτός, όπως όλοι μας! Κι εσείς τον φοβάστε… Τον φοβάστε, γιατί όλοι οι άλλοι δράκοι καταστρέφουν ό, τι βρουν στο διάβα τους. Μα κι αυτοί αγάπη θέλουν. Τους λείπει. Δεν έχουν μάθει να αγαπιούνται άρα και να αγαπούν. Όμως αυτός ο δράκος με υπομονή και μπόλικα χάδια εκ μέρους μου, έμαθε να αγαπάει και να ζητάει την αγάπη. Λοιπόν! Δώστε του κι εσείς τη μαγική σας πένα, το χάδι σας και γράψτε στην καρδιά του το δικό του παραμύθι! Κι ύστερα θα γυρίσουμε και τα γύρω βασίλεια να το διαδώσουμε, να μάθουν όλοι ν’ αγαπούν τους δράκους τους, γιατί ακόμα νομίζουν πως ξέρουν το μυστικό μου, όμως δεν είναι και τόσο μυστικό τελικά ε; Η αγάπη δεν πρέπει να είναι ένα μυστικό… Πρέπει να δίνεται απλόχερα ακόμα και στον πιο φοβερό δράκο!»
Και ξαφνικά, όλη η γη άρχισε να πάλλεται απ’ τις κραυγές ενθουσιασμού κι ευγνωμοσύνης! Γράφτηκαν τότε νέα παραμύθια, που άρχιζαν κάπως έτσι: «Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς τρανός! Γι αυτόν μιλούσαν ήρωες, πρίγκιπες και βασιλιάδες, παραμύθια, τραγούδια, μαντινάδες, πλούσιοι, νέοι, γέροι και φτωχοί! Ήταν ξακουστός σ’ όλες τις χώρες και τις πολιτείες κι αυτό μονάχα για ένα μυστικό…!»