Φυσικοί Πόροι

            Γενικά μέ τόν όρο φυσικοί πόροι χαρακτηρίζονται διάφορες φυσικές ουσίες που είναι χρήσιμες στόν άνθρωπο καλύπτοντας "ως έχουν" ανάγκες του. Συνεπώς πρόκειται γιά φυσικά αγαθά.

 

Προϋποθέσεις

Προκειμένου όμως, κάποια απ΄ αυτά, νά χαρακτηριστούν φυσικοί πόροι θα πρέπει νά καλύπτουν τρείς βασικές προϋποθέσεις:

Νά ικανοποιούν ανθρώπινη ανάγκη, χωρίς καμία μετατροπή ή νά είναι εύκολα σχετικά προσαρμόσιμα στίς ανάγκες του.

Τά συγκεκριμένα αγαθά νά είναι εύκολα διαθέσιμα, ή έστω μέ κάποια λογική δαπάνη ενέργειας ή ανταλλαγής.

Ο άνθρωπος νά βρίσκεται σέ ανάλογο πολιτισμικό επίπεδο ώστε μέ τίς ικανότητές του νά μπορεί νά χρησιμοποιήσει αυτά.

Ορισμός

Συνεπώς φυσικοί πόροι είναι κυρίως φυσικά αγαθά εύκολα προσβάσιμα καί διαθέσιμα τά οποία ο άνθρωπος έχει τήν ικανότητα νά τά χρησιμοποιήσει γιά κάλυψη αναγκών του.

Οι φυσικοί πόροι μίας χώρας ή άλλης γεωπολιτικής ενότητας αναφέρονται συνήθως στίς οικονομικά αξιοποιήσιμες άμεσες (πρωτογενείς) ύλες, κάποιες από τίς οποίες χαρακτηρίζονται πηγές ενέργειας που μας προσφέρει η βιόσφαιρα, τό έδαφος, τό υπέδαφος, τό νερό, η ατμόσφαιρα , ως καί τό φώς τού ήλιου που επιδρά στήν περιοχή αναφοράς.

Ταξινόμηση

Η ταξινόμηση τών ειδών τών φυσικών πόρων γίνεται μέ πολλούς τρόπους, οι κυριότεροι από τούς οποίους είναι οι ακόλουθοι:

Κατά υπάρχουσα ποσότητα

Ανανεώσιμοι φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που ανανεώνονται μέ φυσικές ή τεχνικές διεργασίες. Π.χ. τά δέντρα ,, που μπορούν νά δώσουν ξυλεία. Κόβονται γιά νά ληφθεί η πρώτη ύλη (ξυλεία) αλλά μπορούν νά αντικατασταθούν μέ φυσική ή τεχνητή αναδάσωση.

Μή ανανεώσιμοι φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που δέν ανανεώνονται μέ φυσικές ή τεχνικές διεργασίες (τουλάχιστον στό ορατό μέλλον), αλλά απλά υπάρχουν σέ κοιτάσματα (φυσικά αποθέματα) που καταναλώνονται καί εξαντλούνται κάποτε. Π.χ. τό πετρέλαιο. Μερικές φορές τά προϊόντα τους μπορούν νά ανακυκλωθούν γιά νά καθυστερήσουν τήν επικείμενη εξάντληση τών κοιτασμάτων τους (π.χ. τά μέταλλα) ή νά συντεθούν μέ τεχνητό τρόπο από άλλες φυσικές πρώτες ύλες (π.χ. τό πετρέλαιο)., αλλά αυτό δέν τά καθιστά ανανεώσιμα.

Κατά τήν φύση τους

Βιοτικοί φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που παράγονται από τούς ζωντανούς οργανισμούς τής χώρας (που ζουν σ’ αυτήν ή περιοδικά τήν διασχίζουν). Π.χ. τά δέντρα τών δασών, που μπορούν νά δώσουν ξυλεία, ρετσίνι καί άλλα πρωτογενή προϊόντα.

Αβιοτικοί φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που δέν παράγονται από τούς ζωντανούς οργανισμούς τής χώρας. Π.χ. διάφορα ορυκτά που διαθέτει μία χώρα.

Κατά τήν χρήση τους

Ενεργοί φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που ήδη χρησιμοποιούνται γιά τήν παραγωγή οικονομικού εισοδήματος τής χώρας. Π.χ. τά ορυκτά που εκμεταλλεύονται ήδη εγκατεστημένα ορυχεία που λειτουργούν.

Εν δυνάμει φυσικοί πόροι ονομάζονται αυτοί που θα μπορούσαν νά χρησιμοποιηθούν γιά τήν παραγωγή οικονομικού εισοδήματος τής χώρας καί που είναι πιθανό νά χρησιμοποιηθούν στό ορατό μέλλον. Π.χ. κοιτάσματα ορυκτών που βρέθηκε ότι υπάρχουν, αλλά δέν έχουν αξιοποιηθεί ακόμα.

Διάφορα είδη

Ακόμη, μερικά παραδείγματα φυσικών πόρων είναι τά ακόλουθα:

Ατμοσφαιρικός αέρας: Τά αέρια που τόν αποτελούν είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα καί από διάφορες βιομηχανίες. Επιπλέον ο άνεμος αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, αξιοποιήσιμη οικονομικά καί άρα καί φυσικός πόρος.

Νερό: Θάλασσα, ποτάμια, λίμνες, πηγές υπεδάφους:, ακόμη καί αποθέματα πάγου ή θερμοπίδακες. Τό ίδιο τό νερό καί τά διαλυμένα σ’ αυτό συστατικά είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα καί από διάφορες βιομηχανίες. Επίσης, τό κινούμενο νερό (υδατοπτώσεις, παλίρροιες) καί τό υπέρθερμο (θερμές πηγές) αποτελούν κι αυτά αξιοποιήσιμες οικονομικά ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καί άρα φυσικοί πόροι.

Έδαφος: Τά συστατικά τού εδάφους είναι καί άμεσα οικονομικά αξιοποιήσιμα, αλλά, αν είναι γόνιμα, χρησιμεύουν γιά τήν αγροτική καί τήν κτηνοτροφική παραγωγή, από τήν οποία προκύπτουν ένα σωρό πρώτες ύλες, που επίσης αποτελούν φυσικούς πόρους.

Φυσική χλωρίδα καί πανίδα: Πολλά είδη ζώων καί φυτών είναι οικονομικά αξιοποιήσιμα, τά ίδια ή κάποια προϊόντα που τυχόν παράγουν (π.χ. τό μέλι τών μελισσών).. Αποτελούν φυσικούς πόρους.

Ορυκτός πλούτος υπεδάφους. Τά αποθέματα οικονομικά αξιοποιήσιμων ορυκτών, αερίων, υγρών ή στερεών αποτελούν τούς κατεξοχήν φυσικούς πόρους. Συχνά μάλιστα αναφέρονται κυρίως ή καί μόνο αυτοί, γιατί είναι αυτοί που έχουν τήν πιό άνιση κατανομή ανάμεσα στίς χώρες ή περιοχές. Περιέχουν χρήσιμα συστατικά σέ μεγάλες συγκεντρώσεις, μέ αποτέλεσμα νά είναι οι οικονομικότερες άμεσες πηγές πολλών χρήσιμων πρώτων υλών καί πηγών ενέργειας, κυρίως βέβαια όταν δέν συνυπολογίζεται καί τό κόστος τών παρενεργειών τής μή ορθολογικής χρήσης τους. Ένα μικρό ποσοστό αυτών, οι πιό σημαντικές καί άνισα κατανεμημένες ονομάζεται μέ τόν τίτλο «στρατηγικές πρώτες ύλες» ή «στρατηγικής σημασίας φυσικοί πόροι» καί δυστυχώς η κατοχή τους αποτελεί τήν κύρια αιτία τών πολέμων, παγκοσμίως καί όλων τών εποχών, παρόλο που συνήθως όσοι τούς εξαπολύουν επικαλούνται άλλες αφορμές.

Ηλιακή ακτινοβολία. Αποτελεί οικονομικά αξιοποιήσιμη ανανεώσιμη πηγή ενέργειας καί άρα φυσικός πόρος.

Φυσική ομορφιά καί γενικά οτιδήποτε μή ανθρωπογενές είναι δυνατό νά τραβήξει τουρισμό είναι ένα είδος φυσικού πόρου, που συχνά δέν συνυπολογίζεται, ίσως γιατί ο τουρισμός αποδίδεται στόν τριτογενή τομέα τής οικονομίας, αλλά στήν πραγματικότητα εκτός από τήν παροχή υπηρεσιών «πουλάει» καί ότι όμορφο ή ενδιαφέρον έχει η ευρύτερη τουριστική περιοχή. Συχνά κάποιοι τό ξεχνούν αυτό καί φτιάχνουν τερατουργήματα που προσφέρουν πιθανότατα καλύτερες υπηρεσίες, αλλά συχνά υποβαθμίζοντας ή καί καταστρέφοντας τήν φυσική ή άλλη ομορφιά τής περιοχής, που έτσι πιθανότατα παύει πλέον νά πουλάει τουριστικά.

Προστασία

Η σωστή διαχείριση τών φυσικών πόρων, μαζί μέ τήν σωστή διαχείριση τού ανθρώπινου δυναμικού της καί τήν δίκαιη στήν συνέχεια κατανομή τού παραγόμενου πλούτου είναι τό άλφα καί τό ωμέγα γιά τήν οικονομία καί τήν ποιότητα ζωής κάθε χώρας καί περιοχής.