Σχολιασμός της διαπιστώσεως της νεοκλασικής θεωρίας ότι η εκπαίδευση δεν προσφέρει καμιά άλλη χρησιμότητα πέραν του να συμβάλλει στην απόκτηση εισοδήματος

Ημερομηνία δημοσίευσης: Aug 15, 2013 8:45:31 PM

Περίληψη

Η διαπίστωση της νεοκλασικής θεωρίας ότι η εκπαίδευση δεν προσφέρει καμιά άλλη χρησιμότητα πέραν του να συμβάλλει στην απόκτηση εισοδήματος δεν μας βρίσκει σύμφωνους, διότι η νεοκλασική θεώρηση της αγοράς εργασίας, παρά το ότι είναι ένα χρήσιμο θεωρητικό εργαλείο, βασίζεται σε αυθαίρετες παραδοχές. Μια από αυτές είναι η αποξένωση από τις έννοιες της εργασίας και της εκπαιδεύσεως από την κοινωνική τους διάσταση.

Η εκπαίδευση μπορεί να ικανοποιεί καί άλλες ανάγκες των εργαζομενων εκτός από τις βιοποριστικές μέσω της εργασίας. Μπορεί να συμβάλλει στην ικανοποίηση του αισθήματος ασφαλείας του εργαζομένου με την εύρεση μιας άλλης λιγότερο επικίνδυνης δουλειάς ακόμη και με μικρότερες αποδοχές. Συμβάλλει στην διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης με την μείωση των εντάσεων της κοινωνίας από την μείωση της ανεργίας. Τέλος συμβάλλει στην αύξηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου που δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήματα

1. Εισαγωγή

Αυτό που καλείται να σχολιασθεί στην παρούσα εργασία είναι η διαπίστωση της νεοκλασικής θεωρίας ότι η εκπαίδευση δεν προσφέρει καμιά άλλη χρησιμότητα εκτός από τη συμβολή στην απόκτηση εισοδήματος. Η άποψη αυτή, έτσι όπως διατυπώνεται, δεν μας βρίσκει συμφώνους για τους λόγους οι οποίοι κατατίθενται αναλυτικά στις αμέσως επόμενες ενότητες. Η διαπίστωση αυτή, βέβαια, ισχύει σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι απολύτως. Διότι πράγματι η εκπαίδευση μπορεί να παράγει πλούτο, κάτω από προϋποθέσεις, αλλά όχι μόνον αυτό. Ένας εργαζόμενος στην καθαριότητα του Δήμου ίσως δοκιμάσει να μάθει κινέζικα. Ίσως αυτό να ικανοποιεί μία ανάγκη του για επικοινωνία με κάποιον που έτυχε να γνωρίσει. Αυτό είναι ένα μη οικονομικό όφελος. Μπορεί, όμως, με τη γνώση αυτής της ξένης γλώσσας να προσληφθεί κάπου που θα του αποφέρει καλύτερο μισθό. Μπορεί, λ.χ. να προσληφθεί ως ξεναγός για Κινέζους τουρίστες. Αν ο μισθός του ξεναγού είναι μικρότερος από του εργαζομένου στην καθαριότητα –πράγμα όχι απίθανο, διότι στην δεύτερη περίπτωση θα είχε και επίδομα ανθυγιεινής εργασίας- τότε θα έχει μείωση του εισοδήματός του. Οι συνθήκες εργασίας στην πρώτη περίπτωση θα είναι πάντως καλύτερες. Συνεπώς δεν θα έχει οικονομικό, αλλά κάποιο άλλο όφελος. Από την άλλη πλευρά, μπορεί και το άλλο όφελος να αποτιμηθεί με οικονομικούς όρους. Διότι το υγιεινότερο εργασιακό περιβάλλον θα του εξασφαλίσει πιθανότατα καλύτερη υγεία και άρα λιγότερα έξοδα για ιατρική περίθαλψη. Και αυτό πάλι υπό την προϋπόθεση ότι ο ασφαλιστικός φορέας των οδοκαθαριστών δεν καλύπτει όλα τα έξοδα περιθάλψεως. Διότι στην περίπτωση που τα καλύπτει όλα, τότε η παραμονή του στο επάγγελμα του οδοκαθαριστού θα του αποφέρει περισσότερα έσοδα ακόμα και όταν ασθενεί συχνότερα. Η αλλαγή επαγγέλματος δεν θα του προσπορίσει περισσότερα έσοδα, αλλά λιγότερη ταλαιπωρία. Αλλά και οικονομική ζημία να έχει ως αποτέλεσμα της αλλαγής εργασίας, ο οδοκαθαριστής μπορεί να προτιμήσει το να γίνει ξεναγός για άλλους λόγους όπως, λ.χ. το ότι θα κάνει κάτι που τον ευχαριστεί. Ή για να έχει καλύτερη κοινωνική θέση.

Το θέμα, λοιπόν είναι πολύπλοκο, αλλά ενδιαφέρον. Ας το εξετάσουμε αναλυτικά.

2. Ζήτημα προτεραιοτήτων

Στο παράδειγμα που αναφέρθηκε στην εισαγωγή, ο οδοκαθαριστής -κατά πάσαν πιθανότητα- δεν θα επέλεγε τόσο εύκολα να ασχοληθεί με την κινεζική γλώσσα, όσο και αν τον ευχαριστούσε κάτι τέτοιο. Είναι ζήτημα προτεραιοτήτων. Θα προτιμούσε να ασχοληθεί με την απόκτηση κάποιας άλλης γνώσης ή δεξιότητας, αν γνώριζε ότι με αυτόν το τρόπο θα κάλυπτε τις βιοποριστικές του ανάγκες καλύτερα. Ενδεχομένως να μάθαινε τον χειρισμό κάποιου μηχανήματος. Ίσως να μην του άρεσε και τόσο, αλλά το ζητούμενο γι’ αυτόν θα ήταν το «ωφέλιμον» και όχι το «τερπνόν». Η εκπαίδευση είναι ένα μέσο που βοηθά στην κάλυψη κάποιας ανάγκης. Οι ανάγκες που έχει κάθε άνθρωπος δεν είναι ισοδύναμες, αλλά ιεραρχούνται.

Σύμφωνα με την πυραμίδα των αναγκών του Mazlow, αυτό που πρωτίστως επιδιώκει κανείς, είναι να καλύψει τις βιολογικές του ανάγκες: Πείνα, δίψα, ένδυση, υπόδηση, στέγη κ.λπ. καθώς και την ανάγκη της ασφάλειας. Αυτές οι ανάγκες βρίσκονται στη βάση της πυραμίδας και είναι αυτές που θεωρούνται οι πιο βασικές που όλοι επιδιώκουν να καλύψουν πάνω απ’ όλα. Αν αυτές του ανάγκες είναι καλυμμένες, τότε μπορεί να προχωρήσει στην επιδίωξη για την κάλυψη των κοινωνικών του αναγκών: την ανάγκη για κοινωνική ένταξη και αποδοχή και την δημιουργία κοινωνικών δεσμών. Η επόμενη βαθμίδα είναι η ανάγκη της αυτοεκτιμήσεως, του αυτοσεβασμού. Σε υψηλότερο επίπεδο είναι οι γνωστικές του ανάγκες. Ακόμη πιο ψηλά είναι οι αισθητικές ανάγκες, δηλαδή η αίσθηση της συμμετρίας, της τάξεως και της ομορφιάς. Στην κορυφή δε της πυραμίδας είναι οι ανάγκες αυτοπραγμάτωσης, η αξιοποίηση του εσωτερικού του δυναμικού. Δεν πρόκειται να ασχοληθεί με αυτές όσο έχει ανοικτές εκκρεμότητες σε κατώτερα –πιο κοντά στη βάση, πιο βασικά- επίπεδα αναγκών. Η κάλυψη των βιολογικών αναγκών και του παράγοντα της ασφαλείας είναι αναγκαία προϋπόθεση για να προχωρήσει κανείς στην κάλυψη των υπολοίπων (Βεργίδης 2008).

Άρα, ενώ η εκπαίδευση μπορεί να εξασφαλίσει κάποια εργασία, η οποία θα αποφέρει τα έσοδα για την κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών κάποιου, όταν αυτό εξασφαλισθεί, τότε η εκπαίδευση μπορεί να οδηγήσει τον εργαζόμενο στην κάλυψη άλλων αναγκών προχωρώντας σε κάποιο από τα ανώτερα επίπεδα της πυραμίδας των αναγκών του Maslow. Αφού, δηλαδή εξασφαλίσει το «ωφέλιμον», προχωρά και στο «τερπνόν».

Αλλά στην βάση της πυραμίδας είδαμε προηγουμένως ότι δεν βρίσκονται μόνον οι βιολογικές ανάγκες, αλλά και η ασφάλεια. Όταν κάποιος αισθάνεται ότι η υγεία του ή ακόμη και η ζωή του κινδυνεύει, επιδιώκει να βρεθεί σε συνθήκες μεγαλύτερης ασφάλειας. Άλλωστε, η έλλειψη αισθήματος ασφάλειας είναι κυρίως που δημιουργεί κύματα προσφύγων, οι οποίοι προτιμούν να ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες, αλλά δίχως τουλάχιστον να κινδυνεύει η ζωή τους. Γι’ αυτό, ο οδοκαθαριστής του παραδείγματός μας, θα μπορούσε κάλλιστα να επιλέξει την επιμόρφωση για αλλαγή επαγγέλματος, ακόμη και με λιγότερο εισόδημα, αλλά με περισσότερη ασφάλεια. Η εκπαίδευση γι’ αυτόν θα συμβάλει όχι στην απόκτηση, αλλά στη μείωση του εισοδήματός του. Παρ’ όλα ταύτα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να λάβει μία τέτοια απόφαση, αρκεί να έχει υπ’ όψη του όλους τους παράγοντες. Να έχει, δηλαδή, σωστή πληροφόρηση.

3. Ο παράγοντας της πληροφορήσεως

Προχωρώντας με το παράδειγμα που είχαμε αναφέρει στην εισαγωγή, ο υπάλληλος της υπηρεσίας καθαριότητος ενός Δήμου, πληροφορείται ότι η πόλη του πρόκειται να αποτελέσει πόλο έλξεως τουριστών από την Κίνα έπειτα από δύο χρόνια. Πληροφορείται ακόμη, ότι προσφέρονται επιδοτούμενα προγράμματα καταρτίσεως για την εκμάθηση της κινεζικής γλώσσας και ότι τουριστικές επιχειρήσεις σκοπεύουν προσλάβουν αυτούς που θα εκπαιδευτούν από τα προγράμματα αυτά ως ξεναγούς. Πληροφορείται επίσης ότι οι αποδοχές των ξεναγών είναι ίσες ή και μεγαλύτερες από αυτές του οδοκαθαριστού. Αναφέραμε τρεις φορές την λέξη «πληροφορείται» σκοπίμως. Διότι μόνον κάποιος που έχει πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες έχει την δυνατότητα της επιλογής, να συμμετάσχει ή μη σε κάποιο πρόγραμμα καταρτίσεως.

Είναι πολύ σημαντικός, λοιπόν, ο παράγοντας της πληροφορήσεως. Γι’ αυτό, όπως αναφέρει και ο Ζαρίφης (2011) γίνεται λόγος για «υπηρεσίες διαμεσολάβησης», δηλαδή, θεσμών πού με ευθύνη κρατική αναλαμβάνουν τον ρόλο του μεσάζοντα μεταξύ των εν δυνάμει εκπαιδευομένων και των δυνατοτήτων εκπαιδεύσεως που υπάρχουν, ή που πρέπει να υπάρχουν. Είπαμε, πρέπει να υπάρχουν, διότι πρέπει να έχουν την δυνατότητα να προβλέπουν τι εκπαιδευτικές ανάγκες υπάρχουν για να καλυφθούν ειδικότητες που στο μέλλον θα έχουν ζήτηση. Στο παράδειγμα που χρησιμοποιούμε, μία πρόβλεψη για μελλοντική εισροή Κινέζων τουριστών σε μία πόλη, πιθανότατα λόγω κάποιας διακρατικής συμφωνίας αεροπορικής συνδέσεως, παρέχει τις δυνατότητες στην ιδεατή μας υπηρεσία (που προφανώς δεν υφίσταται στην Ελλάδα), να οργανώσει προγράμματα καταρτίσεως ξεναγών για Κινέζους τουρίστες. Έπειτα, η υπηρεσία αυτή πρέπει να λάβει μέτρα ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των πιθανών καταρτιζομένων στην πληροφορία αυτή. Για να φθάσει στην αντίληψη του δημοτικού υπαλλήλου καθαριότητος που προαναφέραμε αυτή η είδηση θα πρέπει να δαπανηθούν χρήματα για να γίνει η σχετική διαφήμιση με διάφορα μέσα. Πρέπει ακόμη να δοθούν κίνητρα, όπως επί παραδείγματι η επιδότηση, για εκείνα τα προγράμματα καταρτίσεως που κρίνονται περισσότερο αναγκαία για την κάλυψη μελλοντικών αναγκών σε θέσεις εργασίας. Ακόμη, ο ιδεατός μας φορέας, θα μπορούσε να μεριμνήσει ώστε αυτά τα εκπαιδευτικά προγράμματα καταρτίσεως να μην παρακωλύουν παράλληλες δραστηριότητες των καταρτιζομένων, όπως λ.χ. το να εξακολουθούν απρόσκοπτα να ασκούν την εργασία τους, ή την αναζήτηση εργασίας – αν είναι άνεργοι (Ζαρίφης, 2011). Μία λύση γι’ αυτό θα μπορούσε να είναι η κατάρτιση να γίνει με την μέθοδο της ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαιδεύσεως.

Για να επανέλθουμε στο προσφιλές μας παράδειγμα του οδοκαθαριστού, αν αυτός λοιπόν είχε την κατάλληλη πληροφόρηση από έναν τέτοιο οργανισμό που θα λειτουργούσε με αρτιότητα και προοπτικές μέλλοντος, τότε πιθανότατα να λάμβανε την απόφαση να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα καταρτίσεως κινεζομαθών ξεναγών, ακόμα -ίσως- και αν οι αποδοχές του ως ξεναγού θα ήταν μικρότερες από αυτές του εργαζομένου στις υπηρεσίες καθαριότητος του Δήμου. Για να λάβει την απόφαση χρειάζεται σωστή ενημέρωση και για το ύψος των αποδοχών που θα έχει στην μελλοντικώς προσφερόμενη θέση εργασίας. Τότε, έχοντας πλήρη ενημέρωση για όλους τους παράγοντες, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο εργαζόμενος του παραδείγματος μας να επιλέξει την κατάρτιση και την αλλαγή επαγγέλματος, ακόμη και επί ζημία του εισοδήματός του, εφ’ όσον εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες εργασίας και περισσότερη ασφάλεια.

4. Ενεργητική πολιτική απασχολήσεως

Ο ιδεατός οργανισμός διαμεσολάβησης στον οποίο αναφερθήκαμε στην προηγούμενη ενότητα θα λειτουργούσε στα πλαίσια μιας ευρύτερης ενεργητικής πολιτικής απασχολήσεως εκ μέρους του κράτους. Με την οργάνωση προγραμμάτων επαγγελματικής καταρτίσεως εντεταγμένων σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό με προοπτικές μέλλοντος και με την δημιουργία μηχανισμών ενημερώσεως ή υπηρεσιών διαμεσολαβήσεως, το κράτος μπορεί να ασκεί ενεργητική πολιτική απασχολήσεως. Η κατάλληλη επιμόρφωση των εργαζομένων και η σωστή ενημέρωση, βοηθούν τους εργαζομένους να αναπτύξουν υψηλότερες δεξιότητες, να αυξήσουν την κινητικότητα τους ενθαρρύνονται ενεργητικότερη αναζήτηση απασχολήσεως (Ευστράτογλου & Νικολοπούλου, 2011γ). Ακόμη, με αυτόν τον τρόπο μειώνεται η ανεργία και ενισχύεται η κατανεμητική λειτουργία της αγοράς, δηλαδή ο μηχανισμός κατανομής του εργατικού δυναμικού στις θέσεις εργασίας, ενώ διευκολύνεται και η διαχείριση του ασφαλιστικού συστήματος για την κάλυψη των ανέργων (στο ίδιο). Η ανάπτυξη των ικανοτήτων των εργαζομένων καθιστά το εργατικό δυναμικό περισσότερο «εμπορεύσιμο», δηλαδή ικανό να μπορεί να ανταποκρίνεται καλύτερα στις συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες της αγοράς (στο ίδιο). Στο παράδειγμά μας, η μελλοντική «εισβολή» Κινέζων τουριστών στην πόλη μας, συνιστά μια μεταβολή στην αγορά εργασίας, εφ’ όσον θα δημιουργηθούν ανάγκες κινεζομαθών ξεναγών και ο ιδεατός οργανισμός της πόλης μας έσπευσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες πριν αυτές δημιουργηθούν με τα ειδικά προγράμματα καταρτίσεως. Αυτό ονομάζεται πολιτική σύζευξης, ή αντιστοίχησης, καθώς επιχειρεί να ταιριάξει τις ικανότητες του εργατικού δυναμικού με αυτές της αγοράς (στο ίδιο).

Αυτό σημαίνει ότι η εκπαίδευση δεν προσφέρει μόνον εισοδηματικά οφέλη στους εργαζομένους, προσφέρει πολύ περισσότερα στην ομαλή λειτουργία της αγοράς και στην συνολική ευημερία της κοινωνίας. Άρα συνεργεί στην διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης, αυξάνει το αίσθημα της ασφαλείας και επιστρέφει ως όφελος, μη χρηματικό πλέον, και στους ιδίους τους εργαζομένους.

5. Επένδυση στη γνώση

Ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να θεωρηθεί σαν ένας μικρός κεφαλαιούχος. Το κεφάλαιο που διαθέτει είναι ο εαυτός του. Μπορεί να αυξήσει το κεφάλαιο αυτό, αυξάνοντας τις ικανότητες, άρα και τις δυνατότητες του εαυτού του. Αυτό γίνεται με την εκπαίδευση. Όταν κάποιος αποφασίζει να ακολουθήσει κάποιο πρόγραμμα καταρτίσεως, ουσιαστικά επενδύει. Ξοδεύει κάποια χρήματα με την προσδοκία της αυξήσεως του εισοδήματός του στο μέλλον.

Το ίδιοι και οι εταιρίες που επενδύουν σε ανθρώπινο δυναμικό. Τα χρήματα που δαπανούν για την κατάρτιση των εργαζομένων τους, προσδοκούν να τα απολαύουν πίσω με κέρδος από την αύξηση των παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας των εργαζομένων. Τα προηγούμενα αποτελούν την διατύπωση της νεοκλασικής θεωρίας του ανθρωπίνου κεφαλαίου (Becker, 1964 όπ. αναφ. Ευστράτογλου & Νικολοπούλου, 2011β).

Αυτή η θεώρηση, σημαίνει ότι η επένδυση από την εκπαίδευση των εργαζομένων αυξάνει την αξία του ανθρωπίνου κεφαλαίου. Μπορεί όμως αυτή η αύξηση της αξίας να αποτιμηθεί με χρήματα; Στο παράδειγμα που χρησιμοποιούμε στην παρούσα εργασία, ένας ανειδίκευτος εργάτης, οδοκαθαριστής, αποφασίζει να εκπαιδευτεί μαθαίνοντας μια ξένη γλώσσα προσδοκώντας να αλλάξει επάγγελμα στο μέλλον. Ασφαλώς η ικανότητές του μετά το τέλος του προγράμματος καταρτίσεως θα είναι αυξημένες. Το κεφάλαιο των δυνατοτήτων που έχει αυτός ο άνθρωπος έχει αυξηθεί. Αν ενεργοποιήσει στο μέλλον τις ικανότητες που απέκτησε, πιθανόν η νέα εργασία του να έχει μικρότερο εισόδημα, παρ’ όλα ταύτα ενδεχομένως να το πράξει για τους λόγους που αναφέραμε σε προηγούμενες ενότητες. Αυτό σημαίνει ότι η ποιοτική αύξηση των ικανοτήτων του θα του επιφέρει μείωση των αποδοχών σε χρήματα. Συνεπώς αύξηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην και αύξηση εισοδημάτων. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, βέβαια, πράγματι θα επιφέρει και αύξηση εισοδημάτων.

6. Συμπεράσματα

Κατά το βασικό νεοκλασικό υπόδειγμα, οι επιχειρήσεις λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, μπορούν να εξασφαλίζουν όση ποσότητα εργασίας χρειάζονται ανά πάσα στιγμή, η εργασία θεωρείται απολύτως ομοιογενής, οι εργασίες σε κάθε επίπεδο εξειδικεύσεως είναι ιδανικές, με το ίδιο ύψος αποδοχών, κ.λπ. παραδοχές οι οποίες είναι αυθαίρετες και ουσιαστικώς αποτελούν αφαίρεση από την πραγματικότητα (Ευστράτογλου, Α. & Νικολοπούλου Β. 2011α). Μπορεί να χρησιμοποιείται, βέβαια ως θεωρητικό εργαλείο, αλλά δεν σημαίνει ότι ερμηνεύει πλήρως τους μηχανισμούς της αγοράς εργασίας. Για παράδειγμα αφαιρεί από τις έννοιες της εργασίας και της εκπαιδεύσεως τα όποια κοινωνικά τους χαρακτηριστικά και τις αντιμετωπίζει μόνον ως παράγοντες εξασφαλίσεως εισοδήματος (στο ίδιο).

Η αντίθεσή μας στην θέση της νεοκλασικής θεωρίας ότι «η εκπαίδευση δεν προσφέρει καμιά άλλη χρησιμότητα πέραν του να συμβάλλει στην απόκτηση εισοδήματος», έγκειται στην απολυτότητα αυτής της διαπιστώσεως. Μπορεί να ικανοποιεί και άλλες ανάγκες των εργαζομένων εκτός από τις αμιγώς βιοποριστικές, όπως αποτυπώνεται στην πυραμίδα των αναγκών του Maslow. Διαπιστώσαμε ότι συμβάλλει στην ικανοποίηση του αισθήματος ασφαλείας του εργαζομένου με την εύρεση μιας άλλης λιγότερο επικίνδυνης δουλειάς έστω και με μικρότερες αποδοχές. Συμβάλλει στην διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης με την μείωση των εντάσεων της κοινωνίας από την μείωση της ανεργίας. Ακόμη συμβάλλει και στην αύξηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου που δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήματα.

7. Κατάλογος Βιβλιογραφικών ανaφορών

1. Βεργίδης, Δ. (2008), Σχεδιασμός και δόμηση προγραμμάτων εκπαίδευσης ενηλίκων. Στο Δ. Βεργίδης, Α. Καραλής (Επιμ.), Εισαγωγή στην Εκπαίδευση Ενηλίκων, τ. Γ, Σχεδιασμός, Οργάνωση και Αξιολόγηση Προγραμμάτων, (σσ. 15-66). Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

2. Ευστράτογλου, Α. & Νικολοπούλου Β. (2011α). Αγορά εργασίας: έννοια και βασικές προσεγγίσεις. Στο Μ. Γραβάνη (Επιμ.), Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (σσ. 71-104). Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.

3. Ευστράτογλου, Α. & Νικολοπούλου Β. (2011β). Βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις της επαγγελματικής κατάρτισης. Στο Μ. Γραβάνη (Επιμ.), Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (σσ. 55-70). Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.

4. Ευστράτογλου, Α. & Νικολοπούλου Β. (2011γ). Η επαγγελματική κατάρτιση ως εκπαιδευτική πολιτική και ως πολιτική απασχόλησης και αγοράς εργασίας. Στο Μ. Γραβάνη (Επιμ.), Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (σσ. 27-54). Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.

5. Ζαρίφης, Γ. (2011). Εκπαίδευση, κατάρτιση και επιμόρφωση: Εννοιολογικό πλαίσιο, πρόσφατες εξελίξεις, συγκλίσεις και αποκλισεις. Στο Μ. Γραβάνη (Επιμ.), Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (σσ. 1-26). Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.