Δημοκρατία: τα Υπέρ και τα Κατά

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 10, 2009 5:33:38 PM

Εισαγωγη

Στις ενότητες που ακολουθούν θα μελετήσουμε τα επιχειρήματα υπέρ και κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως εκφράζονται από τρεις αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, μέσα από ισάριθμα αποσπάσματα από τα έργα τους.

Στην πρώτη θα εξετάσουμε το θέμα όπως το παρουσιάζει ο Ηρόδοτος στις Ιστορίες του. Στη δεύτερη, θα το προσεγγίσουμε μέσα από τα Ελληνικά του Ξενοφώντα. Στην τρίτη θα ερευνήσουμε το ζήτημα από την οπτική γωνία του Αισχύλου όπως αυτή καταγράφεται στις Ευμενίδες του.

Έγινε προσπάθεια να ληφθεί υπ΄ όψη στην κάθε περίπτωση το ιστορικό και ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εγράφη, καθώς και το γραμματειακό είδος του καθενός. Έγινε, ακόμη, προσπάθεια να παρουσιασθεί η ιδιαίτερη οπτική γωνία από την οποία ο κάθε συγγραφέας προσέγγισε το ζήτημα του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Α. Κατα τον Ηροδοτο

Το απόσπασμα από τις Ιστορίες του Ηροδότου (Ιστορίαι 3,80-82) γνωστό και ως «Περσικοί Διάλογοι», αναφέρεται σε μια συζήτηση για το ιδανικό πολίτευμα μεταξύ τριών Περσών ευγενών. Το περιστατικό διαδραματίζεται στην Περσία, μετά την ανατροπή ενός σφετεριστή του Περσικού θρόνου, του Σμέρδη (522 π.Χ.), από επτά Πέρσες ευγενείς. Τρεις απ΄ αυτούς, ο Οτάνης, ο Μεγάβυξος και ο Δαρείος συσκέπτονται για να αποφασίσουν ποιο πολιτικό καθεστώς θα έπρεπε να εγκαθιδρυθεί.

Ο Ηρόδοτος, ο ιστορικός των περσικών πολέμων, στον φανταστικό αυτό διάλογο, θέτει τις ανησυχίες που συνετάραζαν τον ελληνικό κόσμο στο στόμα τριών Περσών. Παρουσιάζει τον Οτάνη ως υπέρμαχο της δημοκρατίας, τον Μεγάβυξο ως υπερασπιστή της αριστοκρατίας και τον Δαρείο της Μοναρχίας. Τελικά υπερισχύει ο Δαρείος ο μετέπειτα βασιλιάς της Περσίας[1].

Το γραμματειακό είδος στο οποίο εντάσσεται το σύγγραμμα του Ηροδότου είναι η ιστοριογραφία. Όμως αυτό το απόσπασμα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια από τις πολλές παρεκβάσεις, τις μικρές ιστορίες που ο Ηρόδοτος παρεμβάλλει στον λόγο του και δια των οποίων διανθίζει το ιστορικό του σύγγραμμα, ώστε να καταστήσει την ανάγνωσή του πιο ευχάριστη.

Στον «περσικό διάλογο» λοιπόν, ο υπερασπιστής της δημοκρατίας Οτάνης, αφού κατηγορεί την μοναρχία, στην οποία ο ανεύθυνος άρχοντας κάνει αυτά που θέλει, θεωρεί καλύτερο πολίτευμα την ισονομία (δημοκρατία), κατά την οποία οι αρχές αποδίδονται με κλήρο και οι άρχοντες λογοδοτούν για τα πεπραγμένα τους ενώπιον του λαού, ενώ οι αποφάσεις ανακοινώνονται ενώπιον όλης της κοινότητας[2]. Αυτά τα στοιχεία κατατάσσονται στα θετικά της δημοκρατίας.

Ο Μεγάβυξος, καταγγέλλει την χωρίς φραγμό εξουσία του αμαθούς πλήθους, του όχλου που δεν έχει γνώση και αποφαίνεται υπέρ της άσκησης της εξουσίας από λίγους γνωστικούς πολίτες, τους αρίστους[3]. Εδώ φαίνεται ένα αρνητικό στοιχείο της δημοκρατίας: ο κίνδυνος της οχλοκρατίας.

Ο Δαρείος θεωρεί ότι στη δημοκρατία είναι αδύνατο να μη δημιουργηθεί φαυλότητα και καταχρήσεις στα δημόσια πράγματα. Ωσαύτως απορρίπτει και την ολιγαρχία ως αιτία διχοστασιών και συγκρούσεων Γι΄αυτό τάσσεται υπέρ της μοναρχίας, η οποία μπορεί να διασφαλίζει ευκολότερα την μυστικότητα των αποφάσεων από τους εχθρούς του κράτους και αποτελεί άλλωστε παράδοση στην Περσία[4]. Στην διήγηση αυτή ο Ηρόδοτος παρουσιάζει φαινομενικά ως νικητή του αγώνα λόγων τον Δαρείο. Παρουσιάζει όμως τον λόγο του Οτάνη ως τον καλύτερα δομημένο[5].

Ο διάλογος είναι ασφαλώς φανταστικός, καθώς, ας μας επιτραπεί η παρατήρηση, ότι ούτε στον πλέον ευφάνταστο περσικό νου δεν θα μπορούσε ποτέ να περάσει κατά διάνοιαν η σκέψη για εγκαθίδρυση δημοκρατικού, ή έστω αριστοκρατικού πολιτεύματος στην περσική αυτοκρατορία! Αλλά η επιλογή του Δαρείου ως το πρόσωπο που υπερασπίζεται την απόλυτη μοναρχία μπορεί να θεω­ρηθεί συμβολική. Διότι για τους Έλληνες, ο Πέρσης Βασιλέας ήταν το πρότυπο της απόλυτης μοναρχίας. Η πρόθεση του συγγραφέα είναι να αποδείξει την ανωτερότητα των Ελλήνων έναντι των βαρβάρων με το σκεπτικό ότι οι Έλληνες προτιμούν την δημοκρατία ως ελεύθεροι πολίτες, ενώ οι βάρβαροι είναι υποτεταγμένοι σε έναν δεσπότη[6]. Είναι, δηλαδή, μία με έντεχνο τρόπο, υποστήριξη της δημοκρατίας.

Β. Κατα τον Ξενοφωντα

Ο συνεχιστής του ιστορικού έργου του Θουκυδίδη στην περιγραφή του πελοποννησιακού πολέμου, Ξενοφώντας, στα Ελληνικά του (1, 7, 4-6, 34-35) περιγράφει ένα μελανό σημείο της Αθηναϊκής δημοκρατίας, την καταδίκη των έξι στρατηγών της νικηφόρου ναυμαχίας των Αργινουσών (406 π.Χ.), οι οποίοι κατηγορήθηκαν ότι δεν είχαν περισυλλέξει από τη θάλασσα τους Αθηναίους ναυαγούς[7].

Ο Αθηναίος Ξενοφώντας που γεννήθηκε από εύπορους γονείς περί το 430 π. Χ. Είχε πάρει μέρος ως μισθοφόρος στην Μικρά Ασία υπό τον Σπαρτιάτη Αγησίλαο που είχε γίνει το είδωλό του. Αργότερα πολέμησε στο πλευρό των Σπαρτιατών ακόμα και εναντίον των Αθηναίων, πράγμα που προεκάλεσε την απόφαση για εξορία του από την Αθήνα[8]. Ως αριστοκράτης και με φιλοσπαρτιατικές διαθέσεις ο Ξενοφώντας, παρά την σε γενικές γραμμές αντικειμενικότητά του στην περιγραφή των γεγονότων[9], δεν έχει κανένα ενδοιασμό να καταγράψει στο απόσπασμα αυτό ένα μειονέκτημα της δημοκρατίας: τον κίνδυνο από την δημαγωγία.

Κατά την ναυμαχία των Αργινουσών οι Αθηναίοι δεν μπόρεσαν να περισυλλέξουν τους ναυαγούς λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής. Ο τριήραρχος Θηραμένης, ένας απ΄ αυτούς που ήταν επιφορτισμένοι με την περισυλλογή των ναυαγών, σπεύδει να επιρρίψει την ευθύνη στους στρατηγούς[10].

Οι στρατηγοί απολογήθηκαν ότι εκείνοι ήταν απασχολημένοι με την ναυμαχία, γιù αυτό ανέθεσαν σε κάποιους τριηράρχους -μεταξύ αυτών και τον Θηραμένη- με το καθήκον της περισυλλογής των ναυαγών. Όμως, δεικνύοντες ανωτερότητα, δεν επέστρεψαν την κατηγορία στον Θηραμένη και στους άλλους τριηράρχους. Κατέθεσαν ότι η μη περισυλλογή των ναυαγών οφειλόταν στην θαλασσοταραχή κι όχι σε ολιγωρία αξιωματικών του αθηναϊκού στόλου. Κάλεσαν δε, ως μάρτυρες τους πλοιάρχους και συμπολεμιστές που ήταν μαζί τους. Κι ενώ το δικαστικό σώμα έκλινε υπέρ της αθωώσεως των στρατηγών, λόγω του προκεχωρημένου της ημέρας, ανεβλήθη η λήψη αποφάσεως[11].

Κατά την συνέχιση της δίκης, άνθρωποι του Θηραμένη παριστάνοντας τους πενθούντες και θρηνούντες συγγενείς των ναυαγών και κάποιος φερόμενος ως διασωθείς επάνω σε βαρέλι ναυαγός, επηρέασαν ψυχολογικώς το δικαστικό σώμα[12]. Αφού κατά παράβαση των νόμων έγινε φανερή κι όχι μυστική ψηφοφορία, οι στρατηγοί καταδικάσθηκαν και εκτελέστηκαν.

Αργότερα οι Αθηναίοι μετενόησαν για την αδικία αυτή και καταδίκασαν τους δημαγωγούς που τους είχαν επηρεάσει στην άδικη απόφαση[13]. Ωστόσο, υπόθεση αυτή έμεινε για καιρό στη μνήμη των Αθηναίων και χρησίμευσε ως επιχείρημα σε όσους καταδίκαζαν το δημοκρατικό πολίτευμα[14].

Ώστε ένα μειονέκτημα της δημοκρατίας είναι ο κίνδυνος να παρασύρεται ο λαός από δημαγωγούς και να λαμβάνει εσφαλμένες αποφάσεις.

Γ. Κατα τον Αισχυλο

Ο υιός του ευγενούς Ευφορίωνα Αισχύλος[15] έζησε την εποχή που η Αθήνα βρισκόταν στο απόγειο της δόξας. Μέσα στα βιώματά του ήταν η δράση και η ανατροπή των Πεισιστρατιδών Τυράννων, η επικράτηση του Κλεισθένη, οι περσικοί πόλεμοι και η άνοδος στην εξουσία του Κίμωνα, του Ξανθίππου, του Εφιάλτη και του Περικλή. Ο ίδιος πολέμησε στη μάχη του Μαραθώνα και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας[16] και απ΄ό,τι φαίνεται αντιμετώπισε με θετικό τρόπο τις μεταρρυθμίσεις των δημοκρατικών. Ταξίδεψε δύο φορές στη Σικελία (όπου και τον βρήκε ο θάνατος)[17].

Η συγγραφή των Ευμενίδων συμπίπτει χρονικώς με τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη (462/1) δια των οποίων ο Άρειος Πάγος στερήθηκε άλλων εξουσιών και περιορίστηκε σε εκδικάσεις σοβαρών δικαστικών υποθέσεων (φόνων, θρησκευτικών ζητημάτων). Ο Αισχύλος στις Ευμενίδες στηρίζει την μεταρρύθμιση, προβάλλοντάς την ως επαναφορά στην αρχαία τάξη, κατά την οποία ο Άρειος Πάγος είχε μόνο δικαστική εξουσία. Ουσιαστικώς, με τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη αφαιρέθηκαν από το αριστοκρατικό σώμα του Αρείου Πάγου (που αποτελούσαν ισοβίως όλοι οι διατελέσαντες άρχοντες) οι αρμοδιότητες του ελέγχου και της εποπτείας των αρχόντων[18].

Βεβαίως, ο Lesky γράφει ότι ο Αισχύλος στις Ευμενίδες δεν λαμβάνει άμεσα θέση στην πολιτική διαμάχη. Με το στόμα της Αθηνάς δεν ζητά για τον Άρειο Πάγο τίποτε περισσότερο απ΄ ό,τι του έμεινε ύστερα από την μεταρρύθμιση[19]. Αυτό ακριβώς, όμως, είναι μια έμμεση στήριξη της μεταρρύθμισης.

Ασφαλώς πρόκειται για μια σαφή στήριξη του θεσμού του Αρείου Πάγου, την στιγμή ακριβώς που αυτός αποδυναμώνεται[20]. Όμως είναι στήριξη του μεταρρυθμισμένου θεσμού, διότι ο Αισχύλος εξαίρει την σπουδαιότητα του ως δικαστηρίου στη λειτουργία της πόλης. Μπορεί λοιπόν να θεωρηθεί ως προσπάθεια συμφιλίωσης των ευγενών με την μεταρρύθμιση[21].

Πρέπει να ληφθεί υπ΄ όψη ότι με το γραμματειακό είδος της τραγωδίας ο συγγραφέας είχε άμεση πρόσβαση στο κοινό. Δηλαδή, λειτουργούσε κατά κάποιον τρόπο στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης όπως σήμερα τα Μ.Μ.Ε.. Κατά τον Αριστοφάνη οι τραγωδίες υπάρχουν για να διαπαιδαγωγούν και να διδάσκουν τους πολίτες[22]. Μάλιστα το είδος προσφέρεται ιδιαίτερα για την μυθολογική επένδυση ενός θεσμού όπως ο Άρειος Πάγος.

Στις Ευμενίδες ο Αισχύλος παρουσιάζει ένα μυθολογικό πλαίσιο για την ίδρυση του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Παρουσιάζει την Αθηνά να ιδρύει τον Άρειο Πάγο προκειμένου να δικάσει τον Ορέστη τον οποίο κατατρέχουν οι Ερινύες[23]. Στο απόσπασμα (στιχ. 681-710) που μας παραδόθηκε έχουμε την αγόρευση της Αθηνάς πριν την ψηφοφορία των ενόρκων για την αθώωση του Ορέστη[24].

Η θεϊκή ίδρυση του δικαστηρίου προβάλλεται ως τρόπος για να δοθεί περισσότερο κύρος στον θεσμό: «Λαέ της Αττικής… ακούστε το θεσμό που εγκαινιάζω» παρουσιάζεται να λέει η Αθηνά[25]. Ο Αισχύλος παρουσιάζει την περίπτωση ως την πρώτη δίκη για ανθρωποκτονία που έγινε ποτέ[26].

Στη συνέχεια ο Αισχύλος βρίσκει την ευκαιρία να διδάξει τους Αθηναίους μέσα από τα λόγια που θέτει στο στόμα της Αθηνάς που δημηγορεί: «...Ο σεβασμός των πολιτών και ο αδελφός του φόβος μέρα και νύκτα την αδικία θα συγκρατούν· φτάνει να μη νοθεύουν τη ροή των νόμων οι πολίτες…να μη ανέχονται την αναρχία και τον δεσποτισμό… αδέκαστο στήνω το βουλευτήριο τούτο… να πάρετε την ψήφο σας και να αποδώσετε δικαιοσύνη με σεβασμό στον όρκο σας»[27]. Με τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη ο Άρειος Πάγος απέκτησε την αποκλειστική δικαιοδοσία για εκδίκαση υποθέσεων φόνου και θρησκευτικών ζητημάτων[28]. Ήταν βουλευτήριο μόνον κατ' όνομα, κατ' ουσίαν δε δικαστήριο[29].

Ο θεσμός του Αρείου Πάγου, παρά το ότι ήταν αριστοκρατικό κατάλοιπο, ήταν πολύ σημαντικός για την δημοκρατική Αθήνα, διότι η προστασία της ζωής των πολιτών είναι το υπέρτατο καθήκον της πολιτείας. Αν αποτύχει σε αυτόν τον τομέα, τότε επικρατεί ή δεσποτισμός (οι άρχοντες φονεύουν ατιμωρητί) ή αναρχία (ο οιοσδήποτε φονεύει ατιμωρητί)[30]. Ένα αριστοκρατικό στοιχείο αποβαίνει θετικό για την δημοκρατία.

Η φράση «ο σεβασμός των πολιτών και ο φόβος» σημαίνει ότι φόβος της τιμωρίας συγκρατεί τους πολίτες από παρεκτροπές ή/και ότι ο φόβος (σεβασμός) προς τον λαό αποτρέπει τους δικαστές από την αδικία. Είναι μία δημοκρατική προειδοποίηση, ότι ο Άρειος Πάγος πρέπει να τρέφει σεβασμό προς τον κυρίαρχο λαό[31]. Εδώ έχουμε ένα στοιχείο υπέρ της δημοκρατίας.

Παραλλήλως, προειδοποιεί τους πολίτες από την κατάχρηση του νομοθετικού τους δικαιώματος, αν υιοθετούν επικίνδυνες τροποποιήσεις νόμων[32]. Αυτό είναι μία προτροπή για την αποφυγή ενός μειονεκτήματος της δημοκρατίας.

Συμπερασματα

Μεταξύ των επιτευγμάτων των αρχαίων Ελλήνων είναι και η ανακάλυψη της πολιτικής θεωρίας[33], δηλαδή του προβληματισμού για το ποιό είναι το πλέον ιδανικό πολίτευμα.

Στον περίφημο «περσικό διάλογο» του Ηροδότου, ο Έλληνας διανοητής με λογοτεχνικό τρόπο παρουσιάζει τρεις Πέρσες άρχοντες, που μόλις έχουν φονεύσει έναν σφετεριστή του περσικού θρόνου να διαλέγονται περί του ιδανικού πολιτεύματος. Ο ένας υποστήριζε την δημοκρατία, ο δεύτερος την αριστο­κρατία και ο τρίτος, ο Δαρείος, την μοναρχία, ο οποίος και γίνεται ο Βασιλιάς της Περσίας. Έτσι ο Ηρόδοτος ερμηνεύει την επικράτηση της μοναρχίας στους Πέρσες και περνά το μήνυμα ότι αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο κυβερνώνται οι βάρβαροι και άρα είναι ακατάλληλος για τους Έλληνες[34].

Ο Ξενοφώντας περιγράφει μια χαρακτηριστική περίπτωση δημαγωγίας που οδήγησε τον λαό των Αθηνών στο να λάβει μια άδικη απόφαση και να καταδικάσει σε θάνατο τους έξι αθώους στρατηγούς της νικηφόρου (για τους Αθηναίους) ναυμαχίας των Αργινουσών.

Στο απόσπασμα από τις Ευμενίδες ο ευγενικής καταγωγής Αισχύλος στηρίζει τον αριστοκρατικό θεσμό του Αρείου Πάγου, εξαίροντας τη σημασία του στην λειτουργία μιας ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας. Προστατεύει την πόλη από την αναρχία και τον δεσποτισμό, αρκεί και οι πολίτες να χειρίζονται το νομοθετικό τους δικαίωμα με σύνεση.

Βιβλιογραφια

1. Αλεξίου Ε. κ.ά., Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμ. Α΄ (Αρχαϊκή και Κλασική Περίοδος), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001.

2. Στεφανόπουλος Θ. Κ., Τσιτσιρίδης Στ., Αντζούλη, Λ. Κριτσελή Γ. (επιμ.) Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, τ. Β΄, έκδ. Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 2002.

3. Lesky Albin, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Α. Τσοπανάκης, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981.

4. Meier Christian, Η Πολιτική Τέχνη της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας, μτφρ. Φ. Μανακίδου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1997.

5. Mosse Claude, Αθήνα, Ιστορία μιας Δημοκρατίας, μτφρ. Δ. Αγγελίδου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2002.

6. Mosse Claude, Ιστορία των Πολιτικών Θεωριών στην Αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Φ. Αρβανίτης, εκδ. Δαίδαλος, Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα χ.χ..

7. Mosse Claude, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998.

8. Sinclair R.K., Δημοκρατία και Συμμετοχή στην Αρχαία Αθήνα, μτφρ. Ε. Ταμβάκη, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1997.

9. Sommerstein Allan H, Αισχύλου Ευμενίδες, μτφρ. Ν. Γεωργαντζόγλου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2000.

[1] Θ. Κ. Στεφανόπουλος, Στ. Τσιτσιρίδης, Λ. Αντζούλη, Γ. Κριτσελή (επιμ.), Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, τ. Β΄, έκδ. Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 2002, σελ. 58.

[2] Στο ίδιο, σελ. 58-59.

[3] Στο ίδιο, σελ. 60-61.

[4] Στο ίδιο, σελ. 62-63.

[5] Claude Mosse, Ιστορία των Πολιτικών Θεωριών στην Αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Φ. Αρβανίτης, εκδ. «Δαίδαλος», Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα χ.χ.,σελ. 6.

[6] Claude Mosse, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998, σελ. 108.

[7] Θ. Κ. Στεφανόπουλος, ό.π., σελ. 132-133.

[8] Albin Lesky, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Α. Τσοπανάκης, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 848-849.

[9] Θ. Κ. Στεφανόπουλος, ό.π., σελ. 132-133.

[10] Στο ίδιο.

[11] Στο ίδιο.

[12] Στο ίδιο, σελ, 134-135.

[13] Στο ίδιο, σελ, 136-137.

[14] Claude Mosse, Αθήνα, Ιστορία μιας Δημοκρατίας, μτφρ. Δ. Αγγελίδου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2002, σελ. 114.

[15] Albin Lesky, ό.π., σελ. 351.

[16] Στο ίδιο, σελ. 350.

[17] Ε. Αλεξίου κ.ά., Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμ. Α΄ (Αρχαϊκή και Κλασική Περίοδος), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2001, σελ. 208.

[18] R.K. Sinclair, Δημοκρατία και Συμμετοχή στην Αρχαία Αθήνα, μτφρ. Ε. Ταμβάκη, εκδ. «Δαίδαλος», Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα χ.χ.., σελ. 21.

[19] Albin Lesky, ό.π., σελ. 379.

[20] Christian Meier, Η Πολιτική Τέχνη της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας, μτφρ. Φ. Μανακίδου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1997, σελ 145.

[21] Στο ίδιο.

[22] Στο ίδιο, σελ. 87.

[23] Ε. Αλεξίου ό.π., σελ. 219.

[24] Στο ίδιο, σελ. 220.

[25] Στο ίδιο.

[26] Allan H Sommerstein, Αισχύλου Ευμενίδες, μτφρ. Ν. Γεωργαντζόγλου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2000, σελ. 27.

[27] Ε. Αλεξίου ό.π., σελ. 220.

[28] Ε. Αλεξίου ό.π., σελ. 226.

[29] Allan H Sommerstein, ό.π., σελ. 314.

[30] Στο ίδιο, σελ. 320.

[31] Στο ίδιο, σελ. 317-318.

[32] Στο ίδιο, σελ. 319.

[33] Claude Mosse, ό.π. χ.χ., σελ. 6.

[34] Claude Mosse, ό.π. 1998, σελ. 108.