Πόλη – Κράτος & Πολίτης στην Αρχαία Ελλάδα: Διαφορές – Ομοιότητες μεταξύ 8ου & 6ου - 5ου Αιώνα μ.Χ.

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 02, 2009 10:47:52 PM

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Από τη Αρχαία Ελλάδα έχουμε κληρονομήσει την έννοια της πολιτικής[1], του πολίτη, της πολιτείας και του πολιτεύματος. Όλες προέρχονται από την αρχαία Ελληνική έννοια της πόλεως, που τότε δεν σήμαινε απλά ένα οργανωμένο πολεοδομικό συγκρότημα με κάποιες χιλιάδες κατοίκους σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, αλλά μία οργανωμένη κρατική οντότητα (πόλις-κράτος), διοικούμενο από ένα καθορισμένο πολίτευμα. Στο πολίτευμα της πόλεως ενεργό ρόλο είχε ο πολίτης. Αυτός μετείχε στους μηχανισμούς λήψεως των αποφάσεων[2]. Ο βαθμός αυτής της συμμετοχής, το ποσοστό των πολιτών σε σχέση με το σύνολο των κατοίκων μια πόλεως, οι θεσμοί που καθόριζαν το πολίτευμα και οι όροι απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη ποικίλαν από πόλη σε πόλη, αλλά και στην ίδια πόλη από μία χρονική περίοδο σε μία άλλη[3].

Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τις ομοιότητες σε επίπεδο θεσμών της πόλεως του 8ου αιώνα σε σχέση με αυτήν του 6ου και 5ου αιώνα καθώς και την βασική διαφορά σχετικά με τον τρόπο αποκτήσεως της ιδιότητας του πολίτη κατά τις ίδιες χρονικές περιόδους. Και θα αναφερθούμε σε αυτά πού ίσχυαν για την πόλη της Αθήνας, για την οποία διαθέτουμε τα πλέον επαρκή στοιχεία ώστε να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα[4].

Στην πρώτη ενότητα θα περιγράψουμε τους θεσμούς της πόλεως - κράτους του 8ου αιώνα, εν συνεχεία του 6ου και 5ου αιώνα και στο τέλος θα αναφέρουμε τις ομοιότητές τους.

Στην δεύτερη θα αναφερθούμε στους όρους αποκτήσεως της ιδιότητας του πολίτη στην πόλη - κράτος του 8ου αιώνα, ακολούθως το ίδιο κατά τον 6ο και 5ο αιώνα και θα καταλήξουμε στην περιγραφή της βασικής διαφοράς τους.

Θα τελειώσουμε την παρούσα εργασία καταγράφοντας τα συνολικά συμπεράσματά μας.

Α. ΟΙ ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΛΗΣ –ΚΡΑΤΟΥΣ

(8ος & 6ος - 5ος Αιώνας)

α) Η Πόλη-Κράτος κατά τον 8ο αιώνα

Η σταθερή εγκατάσταση, η ολιγότητα της καλλιεργήσιμης γης, η δημογραφική αύξηση, η ανεργία και άλλοι παράγοντες προκάλεσαν στην Ελλάδα της προηγουμένης περιόδου (τέλη 9ου αιώνα) μία οικονομική κρίση. Η οικονομική αυτή κρίση επέφερε ως αποτέλεσμα κάποιες κοινωνικές μεταβολές. Η πόλις – κράτος που εμφανίζεται κατά τον 8ο αιώνα είναι το προϊόν αυτής της διαδικασίας κοινωνικών μεταβολών. Οι ζυμώσεις αυτές στον Οικονομικό, Στρατιωτικό και Πολιτικό τομέα της κοινωνίας συνετέλεσαν αποφασιστικά στην μετάβαση από την φυλετική οργάνωση στην διαμόρφωση της πόλεως – κράτους[5]. Οι βασικές επιδιώξεις των πολιτών είναι μέσω του νέου αυτού τρόπου της οργανώσεως να επιτύχουν την αυτάρκεια σε αγαθά, την ελευθερία από κάθε είδους ξένη εξάρτηση και την αυτονομία, δηλαδή την δυνατότητα να διοικούνται σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους. Ας εξετάσουμε όμως τους βασικούς κοινωνικούς θεσμούς της Πόλεως - Κράτους όταν αυτή πρωτοδιαμορφώθηκε τον 8ο αιώνα κατανεμημένους στους τρεις προαναφερθέντες τομείς.

Στον Οικονομικό τομέα.

Ένα αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσεως που προαναφέραμε ήταν πολλοί πτωχοί αγρότες να περιπέσουν στην κατάσταση της δουλείας. Οι δούλοι προέρχονταν ακόμη και από κατακτητικούς πολέμους, όπως οι είλωτες της Σπάρτης ή από το δουλεμπόριο. Ο θεσμός της δουλείας επεκτάθηκε και στήριξε στη συνέχεια τα πολιτεύματα των πόλεων – κρατών καθώς με την εργασία των δούλων οι πολίτες μπορούσαν να ασχοληθούν απερίσπαστοι με τα κοινά[6].

Η αγροτική κρίση οδήγησε πολλούς να αναζητήσουν άλλους επαγγελματικούς προσανατολισμούς. Έτσι παρατηρούμε μία μερίδα του πληθυσμού να στρέφεται προς το εμπόριο την ναυτιλία και την βιοτεχνία. Αυτοί που απέκτησαν πλούτο, θα αρχίζουν αργότερα να διεκδικούν μία θέση πλησίον των αριστοκρατών[7].

Στον Στρατιωτικό τομέα.

Οι ευγενείς, αυτοί που κατάγονται από αριστοκρατικές οικογένειες, είναι κάτοχοι εκτάσεων γης και έχουν την δυνατότητα να εκτρέφουν άλογα (γι’ αυτό και η προσωνυμία «ιππείς») και είναι σε συνεχή πολεμική ετοιμότητα[8]. Πολεμούσαν έφιπποι φορώντας χάλκινη πανοπλία[9], σε αντίθεση με τους μη ευγενείς πολεμιστές που πολεμούσαν πεζοί και οπλισμένοι με ένα ακόντιο ή σφενδόνη[10]. Η άμυνα της πόλης βασίζεται κυρίως σε αυτούς - τους Ιππείς - γι’ αυτό και η εξουσία περνά από τους βασιλείς σε αυτούς[11]. Γράφει σχετικώς ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του: «Η πρώτη κυβέρνηση που διαδέχθηκε τη βασιλεία στους Έλληνες σχηματιζόταν από πολεμιστές· στην αρχή ήταν οι ιππείς, γιατί οι ιππείς ήταν η δύναμη του στρατού και εξασφάλιζαν τη νίκη»[12].

Στον Πολιτικό τομέα.

Οι ανωτέρω παράγοντες επέδρασαν καταλυτικά στην διαμόρφωση της πόλεως – κράτους, καθώς κατέστησαν αναγκαία την οργάνωση ενός διοικητικού μηχανισμού σε κάθε πόλη με την συμμετοχή των πολιτών. Ενός πολιτεύματος. Έτσι, λοιπόν την βασιλεία διαδέχεται η αριστοκρατία. Το τέλος της βασιλείας σηματοδοτεί τη γέννηση των πόλεων κρατών[13]. Στην αριστοκρατία, έχουμε την συμμετοχή στην διοίκηση των ευγενών. Των αρίστων. Η δύναμή τους προερχόταν από την καταγωγή τους και την κατοχή μεγάλων εκτάσεων γης και όπως είδαμε προηγουμένως σ’ αυτούς στηριζόταν η άμυνα της πόλεως. Αυτοί αποτελούσαν αρχικά την πολιτική κοινότητα[14]. Προς το τέλος του 8ου αιώνα η ομηρική μοναρχία αποτελούσε πλέον παρελθόν[15]. Βασιλείς βέβαια μπορεί να υπήρχαν σε πολλές πόλεις, αλλά μόνο κατ’ όνομα, και απογυμνωμένοι από κάθε πολιτική εξουσία την οποίαν μοιράστηκαν μεταξύ τους οι αριστοκρατικές οικογένειες[16].

Με την ίδρυση αποικιών έχουμε την συστηματική ίδρυση νέων πόλεων – κρατών. Πολλές φορές πολιτικές διαφωνίες σε μία πόλη κράτος οδηγούσαν τους αντιφρονούντες να φύγουν και να ιδρύσουν μία αποικία. Εκεί εφάρμοζαν τους νόμους και το πολίτευμα που αυτοί επιθυμούσαν. Στη νέα τους πατρίδα η καλλιεργήσιμη γη μοιραζόταν σε ίσους κλήρους σε όλους τους πολίτες[17]. Ο αποικισμός ως μέσο εκτόνωσης των εσωτερικών κρίσεων των πόλεων κρατών και δημογραφικής αποσυμφόρησης συνετέλεσε στην στήριξη και επέκταση του θεσμού τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε καμία αποικία δεν εγκαθιδρύθηκε μοναρχικό καθεστώς (κληρονομική βασιλεία)[18].

β) Η Πόλη-Κράτος κατά τον 6ο - 5ο αιώνα

Στον Οικονομικό τομέα.

Ο θεσμός της δουλείας εξακολουθεί κατά την περίοδο αυτή να στηρίζει τα πολιτεύματα των πόλεων κρατών, όπως προανεφέραμε. Ακόμη και στην δημοκρατική Αθήνα, με μόνη διαφορά την δια της νομοθεσίας του Σόλωνος απαγόρευση του δανεισμού «επί σώμασι»[19], ενός τρόπου με τον οποίο οι πτωχοί βάζοντας ενέχυρο την ελευθερία τους περιέπιπταν στην κατάσταση της δουλείας. Διά της «σεισάχθειας» όσοι είχαν γίνει δούλοι με αυτόν τον τρόπο απελευθερώθηκαν. Ήσαν ελεύθεροι, αλλά ακτήμονες, όμως δεν ήταν υπόχρεοι σε φορολογία. Ανήκαν στη τάξη των θητών, την φτωχότερη τάξη των ελεύθερων πολιτών[20].

Η ανάπτυξη του εμπορίου και των συναλλαγών διευκολύνθηκε πολύ με την υιοθέτηση του νομισματικού συστήματος στις συναλλαγές[21]. Κάθε πόλη - κράτος έκοβε το δικό της νόμισμα, και αυτό κατέστη σύμβολο της πολιτικής της ανεξαρτησίας[22].Η οικονομική ανάπτυξη ευνόησε ιδιαίτερα την αστική τάξη. Τώρα στις πόλεις υπήρχε και μία ομάδα πλούσιων αστών. Πολλοί ήταν δευτερότοκοι ή νόθοι γιοί αριστοκρατικής ή μη καταγωγής[23]. Και αυτοί μπορούσαν να εκθρέψουν άλογα ή τουλάχιστον να αγοράσουν πανοπλία. Αυτοί διεκδίκησαν – όπως ήταν φυσικό - πολιτικά δικαιώματα, και απέκτησαν.

Στον Στρατιωτικό τομέα.

Εμφανίζεται η οπλιτική φάλαγγα. Ο θεσμός αυτός ήταν μία στρατιωτική καινοτομία. Οι οπλίτες, ήταν στρατιώτες εξοπλισμένοι με δικά τους έξοδα. Η προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας δεν ήταν πλέον προνόμιο των ευγενών που είχαν την δυνατότητα να τρέφουν άλογα και να εξοπλίζονται. Όλοι όσοι ήταν σε θέση να προμηθευθούν πανοπλία (οι τα όπλα παρεχόμενοι) μπορούσαν να γίνουν οπλίτες[24]. Η αποτίμηση των εισοδημάτων σε νόμισμα, η διευκόλυνση των συναλλαγών, σε συνδυασμό με την πρόοδο της βιοτεχνίας και την μείωση του κόστους αγοράς των όπλων διευκόλυνε κατά πολύ την δυνατότητα του να γίνει κάποιος οπλίτης[25]. Οι οπλίτες με την στρατιωτική τακτική της φάλαγγας, μπορούσαν να φέρουν σε δύσκολη θέση ακόμη και το ιππικό των αντιπάλων[26]. Αυτή λοιπόν η καινοτομία συνέτεινε στην προώθηση της ιδέας της ισότητας, αφού ανεξαρτήτως καταγωγής ή περιουσίας οι οπλίτες είχαν ίσα δικαιώματα στη διανομή των λαφύρων[27]. Οι οπλίτες δικαιωματικά, λοιπόν θα διεκδικήσουν μερίδιο και στη συμμετοχή στους μηχανισμούς λήψεως των αποφάσεων, δηλαδή πολιτικά δικαιώματα[28]. Βλέπουμε λοιπόν τους οπλίτες να θεωρούνται ως ιδανικοί πολίτες (κατά Αριστοτέλην)[29].

Η αποτελεσματικότητα του ναυτικού που κυρίως έφερε τη νίκη στους Αθηναίους κατά τους περσικούς πολέμους, και στήριξε την ηγεμονία των Αθηνών στις δεκαετίες που ακολούθησαν, βοήθησε ακόμη περισσότερο στην επέκταση της ιδέας της ισότητας των πολιτών διότι η κινητήρια δύναμη του στόλου ήταν η μυϊκή δύναμη των φτωχών πολιτών, των θητών. Οι κωπηλάτες της Μυκάλεως και του Ευρυμέδοντα είχαν αποδείξει ότι ήταν ισάξιοι των οπλιτών του Μαραθώνα και των Πλαταιών[30]. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση της πολιτικών δικαιωμάτων και στην τάξη των θητών[31].

Στον Πολιτικό τομέα.

Η βελτίωση του αλφαβητικού συστήματος γραφής των Φοινίκων από τους Έλληνες συνετέλεσε στην ευκολότερη καταγραφή των νόμων, στην ανάπτυξη της παιδείας και της λογοτεχνίας και στην εμφάνιση της κριτικής αμφισβήτησης[32]. Η γραφή, συνοδεύει και διευκολύνει τη σύσταση της πόλεως – κράτους, γίνεται το κίνητρο ακόμη μεγαλύτερης ανεξαρτησίας και στηρίζει την νέα έννοια του πολίτη στις πόλεις –κράτη[33].

Η άνοδος της αστικής τάξεως είχε ως αποτέλεσμα την μετάβαση από το αριστοκρατικό πολίτευμα στο ολιγαρχικό. Το κριτήριο για την συμμετοχή στην διοίκηση δεν είναι πλέον η καταγωγή αλλά το εισόδημα (Τίμημα γι’ αυτό και το πολίτευμα θα ονομασθεί και Τιμοκρατικό)[34]. Η δυσαρέσκεια των ακτημόνων ελευθέρων κατοίκων των πόλεων - κρατών προκάλεσε την εμφάνιση επαναστάσεων. Τα αριστοκρατικά και τιμοκρατικά καθεστώτα που δεν κατάφερναν να υπερβούν τις κοινωνικές κρίσεις έστω και αυτοκαταργούμενα άνοιγαν συχνά τον δρόμο στην επιβολή Τυραννίας[35]. Οι ηγέτες αυτών των φιλολαϊκών επαναστάσεων έπαιρναν στα χέρια τους την εξουσία από τους ολιγαρχικούς και ευεργετούσαν τα λαϊκά στρώματα. Αυτοί ήταν οι Τύραννοι[36]. Οι Τύραννοι, που κυβερνούσαν μοναρχικά, ανατρεπόντουσαν από δημοκρατικές επαναστάσεις. Στην δημοκρατία επικρατούσε ισηγορία και ισονομία[37]: όλοι οι ελεύθεροι πολίτες είχαν πολιτικά δικαιώματα· είχαν εξίσου δικαίωμα λόγου για τα κοινά και ήταν ίσοι απέναντι του νόμου[38].

Γενικώς τα τρία αυτά πολιτεύματα εναλλάσσονται στις Ελληνικές πόλεις αυτής της περιόδου, λόγω εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων των πόλεων – κρατών.

γ) Οι θεσμικές ομοιότητες

Η δυναμική που ξεκίνησε κατά τον 8ο αιώνα και οδήγησε στην δημιουργία των πόλεων – κρατών εξακολούθησε και στους μετέπειτα τρεις αιώνες.

Και στις δύο περιόδους που εξετάζουμε, ο θεσμός της δουλείας στήριζε την πόλη - κράτος, η δε ανάπτυξη της αστικής τάξεως επιδρούσε στην εξέλιξη των πολιτευμάτων από την αριστοκρατία προς την ολιγαρχία και την δημοκρατία (συχνά με την παρένθεση της τυραννίας), το ίδιο και η εμφάνιση νέων πολεμικών τακτικών όπως η φάλαγγα των οπλιτών και οι ναυμαχίες.

Β. Η ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

(8ος & 6ος - 5ος Αιώνας)

α) Η απόκτηση της ιδιότητας του Πολίτη κατά τον 8ο αιώνα

Όπως είδαμε στην προηγούμενη ενότητα, με την εμφάνιση της πόλεως – κράτους και την μετάβαση από την Βασιλεία στην Αριστοκρατία, οι πραγματικοί πολίτες, δηλαδή οι κάτοικοι της πόλεως με πολιτικά δικαιώματα, ήταν οι ευγενείς[39]. Η απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη ήταν κληρονομική. Το πρώτο, λοιπόν κριτήριο για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη είναι η καταγωγή. Οι ευγενείς είχαν μεγάλη ακίνητη περιουσία και έτρεφαν άλογα αποτελώντας την εγγύηση της πολεμικής ισχύος της πόλεως.

Σύν τω χρόνω δόθηκαν πολιτικά δικαιώματα και σε όσους αστούς δεν είχαν μεν αριστοκρατική καταγωγή, αλλά απέκτησαν περιουσία. Διότι και αυτοί έχοντας αποκτήσει πλούτο από το εμπόριο, τη ναυτιλία ή την βιοτεχνία μπορούσαν να αγοράσουν πανοπλία[40] και να γίνουν και αυτοί εγγυητές της ελευθερίας του κράτους. Ίσχυε ακόμη και η προϋπόθεση της εγγείου ιδιοκτησίας και της μη ενασχόλησης με εμπορικές ή βιοτεχνικές δραστηριότητες[41]. Σε όλες τις περιπτώσεις πάντως μόνον οι πολίτες (οι έχοντες πολιτικά δικαιώματα κάτοικοι) της πόλεως κράτους μπορούσαν να είναι ιδιοκτήτες γης. Επίσης, σε όλες τις πόλεις δεν μπορούσαν να έχουν πολιτικά δικαιώματα οι δούλοι και οι γυναίκες.

β) Η απόκτηση της ιδιότητας του Πολίτη κατά τον 6ο - 5ο αιώνα

Το κριτήριο της καταγωγής εξακολούθησε να αποτελεί βασικό κριτήριο και μάλιστα στην Σπάρτη και σε άλλες πόλεις τα πλήρη πολιτικά δικαιώματα των πολιτών ήταν κληρονομικά[42]. Παντού πάντως, αναγκαία προϋπόθεση για την απόκτηση της ιδιότητας του πολίτη ήταν το να κατάγεται από γονείς πολίτες ή τουλάχιστον (σε ορισμένες εποχές) από πατέρα πολίτη ή μητέρα πολίτιδα. Οι γυναίκες δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, αλλά ήταν φορείς των πολιτικών δικαιωμάτων μεταδίδοντας αυτά στους άρρενες απογόνους τους[43].

Σε πολλές ολιγαρχικές πόλεις αναγκαία προϋπόθεση για να αποκτήσει κανείς τα δικαιώματα του πολίτη ήταν η στρατιωτική υπηρεσία. Στην Αθήνα αυτή η κοινωνική διάκριση είχε μικρότερη σημασία, αλλά απέκτησε μεγαλύτερη όταν η ανάπτυξη του στόλου παρέσχε πολιτικό βάρος στην κοινωνική τάξη των θητών οι οποίοι δεν είχαν την δυνατότητα να αγοράσουν οπλιτική πανοπλία. Οι ολιγαρχικοί της Αθήνας το 411 π.Χ. χρησιμοποίησαν πολύ το σύνθημα ότι τα πολιτικά δικαιώματα έπρεπε να αποτελούν προνόμιο μόνον εκείνων που μπορούν να υπηρετούν το κράτος προσωπικά ή με τα χρήματά τους.[44] Το κριτήριο αυτό λοιπόν εντάσσεται γενικότερα στα οικονομικά κριτήρια.

Ο Κλεισθένης με τη νομοθετική του μεταρρύθμιση, παραχώρησε πολιτικά δικαιώματα σε όλους τους ελεύθερους Αθηναίους, ανεξαρτήτως εισοδήματος[45]. Η αποδέσμευση της ιδιότητας του πολίτη από οικονομικά κριτήρια ήταν η σημαντική καινοτομία που χαρακτήριζε το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αθήνα κατά την εποχή που αναφερόμαστε.

γ) Η διαφορά

Και στις δύο περιόδους που εξετάζουμε οι προϋποθέσεις για την απόκτηση του δικαιώματος του πολίτη είναι κοινές πλην μίας: του οικονομικού κριτηρίου. Αυτό καταργείται στα δημοκρατικά καθεστώτα, όπως αυτό της Αθήνας κατά την Β΄ περίοδο που εξετάζουμε.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Σε αυτή τη σύντομη αναδρομή είδαμε στην Ελλάδα του 8ου π.Χ. αιώνα να αναπτύσσεται το διοικητικό πρότυπο της πόλεως – κράτους. Σε αυτά οι ελεύθεροι άρρενες κάτοικοι αρχίζουν να αποκτούν πολιτικά δικαιώματα. Αρχικώς είχαν μόνο οι ευγενείς (αριστοκρατικά πολιτεύματα). Έπειτα απέκτησαν οι πλουσιότεροι (στα ολιγαρχικά πολιτεύματα) και στο τέλος όλοι οι ελεύθεροι άνδρες που κατοικούσαν στην πόλη, ανεξαρτήτως καταγωγής, εγγείου ιδιοκτησίας ή περιουσίας[46].

Γενικώς πολίτες είναι όσοι μπορούν να εγγυηθούν την ακεραιότητα της πόλεως. Ακόμη και η επέκταση του δικαιώματος του πολίτη στους πτωχούς θήτες συνδέεται με την μεγάλη συμβολή των κωπηλατών στον αγώνα κατά των Περσών[47].

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Θ. Βερέμης, Ι. Γιαννόπουλος, Σ. Ζουμπάκη, Ε. Ζυμή, Θ. Ιωάννου, Α. Μαστραπάς, Ελληνική Ιστορία, Τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002.

2. C. Mosse – A. Schnapp – Gourbeillon, Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1999.

3. A. Andrewes, Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Α. Παπαδόπουλος, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999.

4. G. Glotz, Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ. Α. Σακελλαρίου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994.

5. C. Mosse, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998.

6. Ιστορία Ελληνικού Έθνους (ΙΕΕ), Συλλογικό έργο, εκδ. Εκδοτικής Αθηνών, τ. Β΄, Γ΄1, Γ΄2, Αθήνα 1980.

[1] C. Mosse, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998 σελ. 11

[2] Α. Μαστραπάς, «Ο Αρχαίος Ελληνικός κόσμος» στο Θ. Βερέμης, Ι. Γιαννόπουλος κ.λπ., Ελληνική Ιστορία, Τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002 σελ. 84

[3] C. Mosse – A. Schnapp – Gourbeillon, Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1999, σελ. 164

[4] C. Mosse, ό.π., σ. 137

[5] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 84-85

[6] Στό ίδιο, σ. 88

[7] Στό ίδιο, σ. 88

[8] C. Mosse, ό.π., σ. 27

[9] Αξιοσημείωτη στο σημείο αυτό η ομοιότητα με τους ιππότες του μεσαίωνα.

[10] G. Glotz, Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ. Α. Σακελλαρίου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994, σελ. 74.

[11] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 88

[12] G. Glotz, ό.π., σ. 75

[13] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 95

[14] C. Mosse, ό.π., σ. 21

[15] G. Glotz, ό.π., σ. 71

[16] A. Andrewes, Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Α. Παπαδόπουλος, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999, σελ. 93

[17] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 85

[18] Στό ίδιο, σ. 95

[19] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 88

[20] G. Glotz, ό.π., σ. 132.

[21] C. Mosse, ό.π., σ. 31

[22] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 94

[23] G. Glotz, ό.π., σ. 112.

[24] C. Mosse, ό.π., σ. 27

[25] G. Glotz, ό.π., σ. 113

[26] Στό ίδιο, σ. 76

[27] Στό ίδιο, σ. 70

[28] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 96

[29] Στό ίδιο, σ. 96

[30] G. Glotz, ό.π., σ. 135

[31] C. Mosse, ό.π., σ. 71

[32] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 85

[33] C. Mosse – A. Schnapp – Gourbeillon, ό.π., σελ. 159

[34] Α. Μαστραπάς, ό.π., σ. 96

[35] Ιστορία Ελληνικού Έθνους (ΙΕΕ), Συλλογικό έργο, εκδ. Εκδοτικής Αθηνών, τ. Β΄, Γ΄1, Γ΄2, Αθήνα 1980, σελ. 217

[36] Στό ίδιο., σ. 97

[37] Στό ίδιο, σ. 99

[38] G. Glotz, ό.π., σ. 141

[39] A. Andrewes, ό.π. σελ. 93

[40] C. Mosse, ό.π., σ. 70

[41] Στό ίδιο, σ. 63

[42] A. Andrewes, ό.π. σελ. 104

[43] C. Mosse, ό.π., σ. 47 – 48

[44] A. Andrewes, ό.π. σελ. 311

[45] Α. Μαστραπάς, ό.π., σελ. 102

[46] C. Mosse, ό.π., σ. 137

[47] Στό ίδιο, σελ. 71