Η θεωρία των Ιδεών στον Πλάτωνα και η κριτική πρόσληψή της από τον Ιερό Αυγουστίνο

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 13, 2009 5:8:31 PM

Εισαγωγη

Την θεωρία των ιδεών στον Πλάτωνα και την κριτική πρόσληψή της από τον Ιερό Αυγουστίνο πραγματευόμαστε αντιστοίχως στις δύο ενότητες που ακολουθούν. Εκ προοιμίου θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Ιερός Αυγουστίνος δεν είχε άμεση γνώση των πλατωνικών διδαχών. Κατ’ αρχήν είχε παντελή άγνοια της ελληνικής γλώσσας[1]. Έτσι του ήταν αδύνατον να ανατρέξει απευθείας στα έργα των Ελλήνων Φιλοσόφων. Αλλά και γενικότερα λόγω της αποκλειστικώς λατινικής παιδείας του θεωρείται ότι είχε πάντοτε κάποια δυσκολία στην μελέτη της ελληνικής σκέψεως[2]. Ήλθε σε επαφή με τις νεοπλατωνικές θεωρίες, χάρις κυρίως τις λατινικές μεταφράσεις έργων του Πλωτίνου και του Πορφυρίου από τον Μάριο Βικτωρίνο Άφερ. Όπως ο ίδιος γράφει στις Εξομολογήσεις του (VII, 2, 3): «είχα διαβάσει διάφορα πλατωνικά έργα μεταφρασμένα στην λατινική από τον Βικτωρίνο, που άλλοτε ήταν ρήτορας στη Ρώμη»[3].

Ο Ιερός Αυγουστίνος αρχικώς ήταν μανιχαίος. Όταν μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό πήγε στη Ρώμη και στη συνέχεια στα Μεδιόλανα. Εκεί άκουσε κηρύγματα του Αγίου Αμβροσίου Επισκόπου Μεδιολάνων, ο οποίος έκανε εκτεταμένη χρήση περικοπών του Πλάτωνα και του Πλωτίνου. Πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι ο Άγιος Αμβρόσιος ήταν γνώστης της ελληνικής παιδείας και της φιλοσοφίας και είχε μεγάλη ευχέρεια στην χρήση επιχειρημάτων και θέσεων της πλατωνικής φιλοσοφίας. Ο Ιερός Αυγουστίνος, στα Μεδιόλανα πείσθηκε τελείως για την σύνδεση χριστιανισμού – νεοπλατωνισμού[4]. Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, συνέδεσε εντελώς την φιλοσοφία με την θεολογία. Κατ’ αυτόν, οι δύο αυτές πνευματικές δραστηριότητες ταυτίζονται[5].

Αυτά που προαναφέραμε είναι αναγκαίο να τα έχουμε υπ’ όψη, για να κατανοήσουμε πώς εξέλαβε τις πλατωνικές ιδέες και τις προσάρμοσε στο χριστιανικό-φιλοσοφικό του μόρφωμα. Οι πηγές απ’ όπου άντλησε τις φιλοσοφικές θεωρίες, η παιδεία του, η «θητεία» στον Μανιχαϊσμό, σε συνδυασμό με την ιδιόμορφη ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα του συνετέλεσαν σε αυτή την σύνθεση.

Α. Η Θεωρια των Ιδεων στον Πλατωνα

Στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία είναι σαφής ο διαχωρισμός του κόσμου των ιδεών από τον αισθητό κόσμο. Ο κάθε φιλόσοφος τηρεί μία διαφορετική στάση ως προς την γνώση των δύο αυτών κόσμων. Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι πραγματική γνώση μπορούμε να έχουμε μόνον για τον κόσμο των Ιδεών. Αυτόν που βρίσκεται στον υπερουράνιο τόπο που περιδιαβαίνουν οι θεοί με το φτερωτό τους άρμα και θεωρούν την ίδια τη δικαιοσύνη, και την σωφροσύνη και την αληθινή γνώση, αλλά και οι ψυχές προσπαθούν να προσεγγίσουν[6]. Ο βαθμός της επιτυχίας κάθε ψυχής κρίνει και τον τρόπο της ενσαρκώσεώς της. Η πλήρης αποτυχία στην θέαση της αληθινής γνώσης σημαίνει ενσάρκωση σε σώμα θηρίου. Απεναντίας, η μεγαλύτερη επιτυχία, συνεπάγεται την απόκτηση μορφής φιλοσόφου και γενικώς ο βαθμός επιτυχίας αντιστοιχεί στο είδος της ενσαρκώσεως που θα αποκτήσει η κάθε ψυχή[7]. Οι ψυχές που ενσαρκώνονται με ανθρώπινη μορφή έχουν την δυνατότητα της ανάμνησης. Μπορούν, δηλαδή, εξ αφορμής των εννοιών που δημιουργούνται από τις αισθήσεις, να ενθυμούνται τις Ιδέες που είδαν στον υπερουράνιο κόσμο πριν ενσαρκωθούν[8]. Ώστε κατά τον Πλάτωνα, η μάθηση είναι κατ' ουσίαν ανάμνηση μιας γνώσης που είχε η κάθε ψυχή πριν σαρκωθεί[9].

Τι είναι, όμως αυτές οι Ιδέες; Πρόκειται για νοητές οντότητες, οι οποίες είναι αυθύπαρκτες. Δεν είναι κατασκευάσματα της δικής μας νοήσεως. Έχουν δική τους οντολογική υπόσταση και θα υπήρχαν ακόμη και αν δεν υπήρχε νόηση. Η υφή τους είναι ακατανόητη από την ανθρώπινη νόηση. Και όχι μόνον υπάρχουν, αλλά αποτελούν και τις αιτίες των αισθητών[10]. Είναι εκ φύσεως αμετάβλητες και οντολογικά πλήρως επαρκείς και αποτελούν τα πραγματικά αντικείμενα της γνώσεως[11].

Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι η θεωρία των ιδεών δεν είναι απολύτως ξεκάθαρη στις λεπτομέρειές της στα έργα του Πλάτωνα. Συχνά παρατηρούμε αντιφάσεις. Για παράδειγμα, αλλού ο φιλόσοφος εμφανίζεται κατηγορηματικός στο ότι «η Ιδέα είναι ένα καθόλου, διακριτό από τα καθ' έκαστα», ενώ σε άλλα σημεία δεν είναι τόσο κατηγορηματικός[12]. Ή αλλού εισηγείται την άποψη ότι ο Θεός δημιουργεί τις Ιδέες, ενώ στα περισσότερα σημεία ο Πλάτωνας δέχεται ότι οι Ιδέες είναι αιώνιες και αδημιούργητες[13]. Γενικώς αναφέρεται με προχειρότητα στα χαρακτηριστικά των Ιδεών. Απ' ότι φαίνεται περισσότερο τον ενδιαφέρει να αναφερθεί στην ύπαρξη των Ιδεών παρά στο να δώσει σαφείς λεπτομέρειες για τα χαρακτηριστικά τους. Είναι αξιοσημείωτο το ότι οι Ιδέες εισάγονται σαν να είναι ήδη αποδεκτές απ' όλους τους συνομιλητές των διαλόγων του. Πουθενά δεν γίνεται προσπάθεια να μας αποδείξει την ύπαρξή τους[14]. Δηλαδή είναι μια άποψη η οποία προσφέρεται να γίνει αποδεκτή ως αξίωμα.

Στην φιλοσοφία του Πλάτωνα κυριαρχεί η έννοια της τάξεως. Στον Τίμαιο το σύμπαν παρουσιάζεται με τάξη και αρμονία. Ένας θεός Δημιουργός που είχε ως σημείο αναφοράς κάποιο ιδεατό πρότυπο, παρήγαγε το Σύμπαν. Ο θεός αυτός δεν δημιούργησε την ύλη, αλλά ενσωμάτωσε σ' αυτήν το σύστημα ορθολογικών αρχών που υπήρχε στο ιδεώδες πρότυπό του και έτσι δημιουργήθηκε τάξη και αρμονία από το χάος[15]. Το πρότυπο αυτό αποτελεί τον κόσμο των Ιδεών, ο οποίος για τον Πλάτωνα είναι ο πραγματικός κόσμος και όχι ο αισθητός. Γι’ αυτόν μόνον μπορούμε να έχουμε πραγματική γνώση.

Οι Ιδέες λειτουργούν ως φόρμες για τον δημιουργό, είναι τα πρότυπα, βάσει των οποίων δημιουργούνται τέσσερα βασικά στοιχεία του κόσμου (νερό, γη, αέρας και φωτιά) αλλά και όλα τα γένη, τα σύνολα ομοειδών πραγμάτων, και τα επί μέρους είδη του υλικού κόσμου. Οι Ιδέες υπάρχουν πραγματικά. Τα πράγματα είναι οι αντανακλάσεις των Ιδεών στον υλικό κόσμο[16].

Ο μύθος του σπηλαίου μας δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πως εννοούσε τις ιδέες του ο Πλάτων. Κάποιοι άνθρωποι βρίσκονται σιδηροδέσμιοι και έγκλειστοι στο βάθος ενός σπηλαίου. Δεν βλέπουν τίποτε από τον έξω κόσμο. Είναι δεμένοι με τέτοιον τρόπο ώστε να μη μπορούν να στραφούν προς το άνοιγμα του σπηλαίου αλλά μόνο προς το εσωτερικό. Δεν έχουν δει ποτέ αυτούς που περνούν πίσω από τις πλάτες τους. Βλέπουν τις σκιές τους και ακούν τις φωνές τους. Θεωρούν μάλιστα ότι αυτές οι σκιές είναι που μιλούν και κινούνται[17]. Οι πραγματικοί άνθρωποι που κινούνται και μιλούν αντιστοιχούν στις Ιδέες του Πλάτωνα. Οι σκιές τους, αντιστοιχούν στα πράγματα του αισθητού κόσμου που είναι σκιές των Ιδεών. Οι άνθρωποι βλέπουν τα αισθητά και πλανώνται νομίζοντας ότι αυτά πραγματικά υπάρχουν. Στην πραγματικότητα, όμως –κατά την πλατωνική θεώρηση- αυτές που πραγματικά υπάρχουν είναι οι Ιδέες.

Ιδέες, όμως, υπάρχουν μόνον για τις καλές έννοιες. Δεν υπάρχει λ.χ. η Ιδέα της αρρώστιας, ή της μοχθηρίας. Υπάρχει η Ιδέα της υγείας και της καλοσύνης. Οι ασθενείς και οι μοχθηροί άνθρωποι παρεκκλίνουν από τις Ιδέες που προαναφέραμε. Αρρώστια είναι η έλλειψη της υγείας. Το επιμέρους είναι μας τείνει προς τα πρότυπα των Ιδεών με τις οποίες μπορεί να γίνει γνωστό το απόλυτο Κάλλος[18].

Β. Η Κριτικη Προσληψη τησ Θεωριασ των Ιδεων απο τον Ιερο Αυγουστινο

Το 386 μ.Χ. μεταστρέφεται από τον Μανιχαϊσμό στον Χριστιανισμό και όπως ο ίδιος διηγείται, η μελέτη του Πλατωνισμού τον οδήγησε σε αυτήν την απόφαση. Ο Ιερός Αυγουστίνος διέκρινε στις ερμηνείες του Πλατωνισμού τις οποίες μελέτησε (σε λατινικές μεταφράσεις) την ύπαρξη δύο κόσμων: του νοητού (που είναι ο αληθινός) και του αισθητού ή υλικού που γίνεται αντιληπτός από τις αισθήσεις μας. Διέκρινε επίσης, ότι οι πλατωνικοί θεωρούσαν τον θεό ασώματο, αμετάβλητο και άπειρο λόγο[19]. Πρέπει να εντυπωσιάσθηκε από αυτά τα σημεία ομοιότητας μεταξύ Πλατωνισμού και Χριστιανισμού. Σημαντικές επιδράσεις έχει από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους Πλωτίνο και Πορφύριο. Απέρριψε βέβαια πολλά από όσα διάβασε «στα βιβλία των Πλατωνιστών» (όπως λ.χ. την μετεμψύχωση), αλλά προσάρμοσε πολλά στοιχεία τους στην χριστιανική διδασκαλία[20]. Η έννοια των Ιδεών, θεωρία της αναμνήσεως, η τάξη που χαρακτηρίζει την δημιουργία είναι ορισμένα από τα στοιχεία που υιοθέτησε ο Ιερός Αυγουστίνος.

Περί Ιδεών ήταν μάλιστα και ο τίτλος ενός βιβλίου του. Εκεί παρουσίαζε την θεωρία του Πλάτωνα με τα λόγια: «Οι λόγοι για όλα όσα δημιουργήθηκαν και όλα όσα θα δημιουργηθούν εμπεριέχονται στον θείο νου. Τίποτε άλλο εκτός από αυτό που είναι αιώνιο και αναλλοίωτο δεν μπορεί να περιέχεται στο θεϊκό νου. Ο Πλάτων, αυτούς τους κύριους λόγους ύπαρξης των πραγμάτων ονομάζει ιδέες. Δεν είναι μόνο ιδέες, είναι επίσης αληθείς, διότι είναι αιώνιες και αναλλοίωτες. οτιδήποτε υπάρχει είναι αυτό που είναι μέσω της συμμετοχής του σε αυτές τις ιδέες[21]».

Η αληθινή γνώση προκύπτει από την αναζήτηση αυτών των ιδεών που βρίσκονται στον θεϊκό νου. Αυτές ανακλώνται και φωτίζουν τον ανθρώπινο νου. Αυτή είναι η βάση της δοξασίας του Ιερού Αυγουστίνου περί φωτισμού του ανθρωπίνου νου από τον Θεό που κυριάρχησε κατά τον μεσαίωνα στην Δύση. Όπως με την όραση βλέπουμε τα αισθητά με την νόηση αντιλαμβανόμαστε τις ιδέες. Η νόηση είναι ουσιαστικά ενόραση ή έλλαμψη. Είναι ένα είδος «ακτινοβολήσεως» των πρώτων αρχών της γνώσεως που βρίσκονται μέσα στο νου του Θεού, προς τον νου του ανθρώπου[22].

Ό,τι στον Πλάτωνα ήταν η θεωρία της αναμνήσεως ή ενθυμήσεως, ήταν στον Ιερό Αυγουστίνο η θεωρία της ελλάμψεως. Η τελευταία συναντάται στα έργα του με δύο μορφές: την ισχυρή και την ασθενή. Κατά την ισχυρή εκδοχή, η έλλαμψη (θείος φωτισμός) απαιτείται για κάθε γνώση. Κατά την δεύτερη, έλλαμψη απαιτείται για ορισμένα είδη γνώσεως που δεν μπορούν να αποκτηθούν διαφορετικά[23]. Στον Ιερό Αυγουστίνο τη θέση της ενθυμήσεως λαμβάνει ο θείος φωτισμός.

Σύμφωνα με τον Ιερό Αυγουστίνο τα αντικείμενα της γνώσεως δεν είναι τα εφήμερα και μεταβλητά πράγματα του ορατού κόσμου, αλλά κάποια εξιδανικευμένα και ανώτερα, αντίστοιχα των Ιδεών του Πλάτωνα, με τα οποία ενίοτε ο ανθρώπινος νους έρχεται σε απευθείας επαφή[24]. Εφόσον αυτά τα ιδανικά αντικείμενα πρέπει να είναι αμετάβλητα και η μεταβλητότητα είναι χαρακτηριστικό των κτισμάτων, ο Ιερός Αυγουστίνος οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι αυτά είναι άκτιστα, θεϊκά. Ότι είναι σκέψεις μέσα στον νου του Θεού. Οι πλατωνικές Ιδέες, δηλαδή, μεταφυτεύονται μέσα στον θεϊκό νου. Γίνονται θεϊκές ιδέες. Αυτός ο ισχυρισμός, βέβαια, δημιουργεί ένα εύλογο ερώτημα: πώς συμβιβάζεται η απλότητα του Θεού με την πολλαπλότητα των θεϊκών αυτών ιδεών[25];

Η θεωρία της ελλάμψεως δημιουργεί και άλλα προβλήματα. Αν τα αντικείμενα της γνώσεως είναι οι θεϊκές ιδέες, τότε για απόκτηση κάθε γνώσεως (σύμφωνα με την γενική ή ισχυρή θεωρία), ή τουλάχιστον μιας κατηγορίας γνώσεων (κατά την ειδική ή ασθενή εκδοχή της), η διαδικασία της γνώσεως είναι παθητική. Η ενεργητική διαδικασία της μελέτης, της μαθήσεως τότε τι ρόλο έχει; Ακόμη, αν η απόκτηση της γνώσεως σημαίνει την απευθείας θέαση των θεϊκών ιδεών από τον ανθρώπινο νου, τότε η διαδικασία της γνώσεως ταυτίζεται με την απευθείας θέαση του Θεού από τον ανθρώπινο νου; Οπότε και οι πλέον διεφθαρμένοι για να μάθουν λ.χ. λίγη γεωμετρία αποκτούν πρόσβαση στις θεϊκές ιδέες[26]; Όλα δείχνουν ότι ο Ιερός Αυγουστίνος δεν είχε επεξεργασθεί πλήρως την θεωρία της ελλάμψεως και άφησε αναπάντητα ερωτήματα[27].

Ακόμη, μία πλατωνική αντίληψη σχετική με την θεωρία των Ιδεών που υιοθέτησε ο Ιερός Αυγουστίνος είναι και αυτή της τάξεως. Το σύμπαν αναλύεται σε μία αλληλουχία κλιμακωτών πραγματικοτήτων. Τίποτε δεν ξεφεύγει από αυτήν την τάξη. Ο Θεός δημιούργησε τα πάντα από τα ανώτερα έως τα κατώτερα όντα. Η τάξη του κόσμου κατέρχεται από τα πρώτα έως τα δεύτερα. Κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι κάτι από αυτά δεν έπρεπε να υπάρχει, ή ότι έπρεπε να είναι διαφορετικό. Ο Θεός τα δημιούργησε και τα κυβερνά όλα ορθά και τίποτε δεν είναι αφημένο στην τύχη[28]. Όμως δεν αποδέχεται την άποψη των νεοπλατωνικών και ειδικότερα του Πλωτίνου, ότι ο δημιουργός της τάξεως δεν είναι η υπέρτατη αρχή αλλά η «ψυχή του κόσμου» και συνεπώς οργανωτής και τάξη ταυτίζονται. Ο Ιερός Αυγουστίνος θεωρεί ότι ο Θεός είναι υπεράνω των όντων και της τάξεως τους[29].

Συμπερασματα

Ο Πλάτωνας με την θεωρία των Ιδεών, εισήγαγε την έννοια του νοητού κόσμου που είναι ο μόνος πραγματικός, ενώ ο αισθητός είναι σκιά και αντανάκλαση του νοητού. Αυτό το στοιχείο γοήτευσε τον Ιερό Αυγουστίνο και βρήκε σε αυτό ομοιότητα με την χριστιανική διδασκαλία περί πνευματικού και υλικού κόσμου.

Οι Ιδέες κατά τον Πλάτωνα είναι αυθύπαρκτες οντότητες και αποτελούν τα πρότυπα βάσει των οποίων ο δημιουργός έπλασε τα όντα. Ο Ιερός Αυγουστίνος αποδέχθηκε αυτήν την θεωρία αλλά «μεταφύτευσε» τις Ιδέες μέσα στο νου του Θεού.

Η αληθινή γνώση –σύμφωνα με του πλατωνικούς- παρέρχεται από την ανάμνηση-ενθύμηση της θέασης των Ιδεών από τις ψυχές πριν αυτές σαρκωθούν. Κατά την αυγουστίνεια θεώρηση, η γνώση είναι αποτέλεσμα της ελλάμψεως, δηλαδή του φωτισμού από τον Θεό, μέσω των θεϊκών ιδεών που αντανακλώνται μέσα στον ανθρώπινο νου.

Το Σύμπαν –σύμφωνα με την πλατωνική φιλοσοφία- είναι πλασμένο με αρμονία και τελειότητα και έχει ιεραρχική δομή από τα ατελέστερα στα τελειότερα όντα. Πλάσθηκε από τον δημιουργό που είχε ως πρότυπα για την κατασκευή του τις Ιδέες. Δημιουργός και τάξη του Σύμπαντος ταυτίζονται. Κατά την αυγουστίνεια φιλοσοφία, πράγματι είναι τέλειο και αρμονικό, έχει ιεραρχική δομή και διέπεται από τάξη. Ο Θεός το έπλασε έχοντας ως πρότυπα τις ιδέες που βρίσκονταν μέσα στον νου του. Ο Θεός είναι υπεράνω του Σύμπαντος και της τάξεως η οποία το συνέχει.

Βιβλιογραφια

1. Δήμας Πάνος, «Η φιλοσοφία του Πλάτωνα» στο Βισβιδάκης Σ., κ.ά, Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ό Αιώνα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σσ. 121-160.

2. Θεοδωρακόπουλος Ιωάννης, Πλάτωνος Φαίδρος, εκδ. Εστίας, ά.χ..

3. Annas Julia, Εισαγωγή στη Πολιτεία του Πλάτωνα, μτφρ. Χρυσούλα Γραμμένου εκδ. Καλέντης, Αθήνα 2006.

4. Annas Julia, Πλάτων, μτφρ. Ελένη Λεοντσίνη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006 (σελ.96-107).

5. Kenny Anthony (επιμ.), Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, μτφρ. Δέσποινα Ρισσάκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2005.

6. Luscombe David., Η μεσαιωνική σκέψη, μτφρ. Χρήστος Γεμελιάρης, εκδ. Πολύτροπον, Αθήνα 2007.

7. Franco Augustine, Ιστορία της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2006.

8. Pepin Jean, «Ο Άγιος Αυγουστίνος και η Αττική Πατερική Γραμματεία», στο Σατελέ Φρανσουά (επιμ.) Η Φιλοσοφία, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, εκδ. Γνώση, ά.χ..

9. Vegetti Mario, Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Γιάννης Δημητρακόπουλος, εκδ. Π. Τραυλός, Αθήνα 2003.

10. Windelband W. – Heimsoeth H., Εγχειρίδο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, τ. Β΄, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2003.

[1] Augustine Franco, Ιστορία της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας, εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2006, σελ. 45.

[2] David Luscombe, Η μεσαιωνική σκέψη, μτφρ. Χρήστος Γεμελιάρης, εκδ. Πολύτροπον, Αθήνα 2007, σελ. 23.

[3] Jean Pepin, «Ο Άγιος Αυγουστίνος και η Αττική Πατερική Γραμματεία», στο Σατελέ Φρανσουά (επιμ.) Η Φιλοσοφία, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, εκδ. Γνώση, ά.χ., σελ. 268-269.

[4] Στο ίδιο, σελ. 269.

[5] Στο ίδιο, σελ. 271.

[6] Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Πλάτωνος Φαίδρος, εκδ. Εστίας, ά.χ., σελ. 455-457.

[7] Στο ίδιο, σελ. 459-461.

[8] Στο ίδιο, σελ. 463.

[9] Πάνος Δήμας, «Η φιλοσοφία του Πλάτωνα» στο Βισβιδάκης Σ., κ.ά, Η Ελληνική Φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ό Αιώνα, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σελ. 136.

[10] Στο ίδιο, σελ. 141.

[11] Στο ίδιο, σελ. 146.

[12] Julia Annas, Εισαγωγή στη Πολιτεία του Πλάτωνα, μτφρ. Χρυσούλα Γραμμένου εκδ. Καλέντης, Αθήνα 2006, σελ. 290.

[13] Στο ίδιο, σελ. 291.

[14] Στο ίδιο, σελ. 297.

[15] Julia Annas, Πλάτων, μτφρ. Ελένη Λεοντσίνη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006, σελ. 96.

[16] Στο ίδιο, σελ. 105.

[17] Mario Vegetti, Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Γιάννης Δημητρακόπουλος, εκδ. Π. Τραυλός, Αθήνα 2003. σελ. 178.

[18] Anthony Kenny (επιμ.), Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, μτφρ. Δέσποινα Ρισσάκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2005, σελ. 49.

[19] David Luscombe, ό.π. σελ. 24.

[20] Στο ίδιο, σελ. 25.

[21] Στο ίδιο, ό.π., σελ. 25-26.

[22] Στο ίδιο.

[23] Anthony Kenny, ό.π., σελ. 103.

[24] Στο ίδιο.

[25] Στο ίδιο, σελ. 104.

[26] Στο ίδιο, σελ. 107.

[27] Στο ίδιο, σελ. 108.

[28] Jean Pepin, ό.π. σελ. 271-272.

[29] Στο ίδιο, σελ. 273