Ο Γραπτός Λόγος του Ηροδότου. Συμπεράσματα από το Προοίμιο των συγγραμμάτων του Ηροδότου

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 02, 2009 8:23:10 PM

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

«Ἡροδότου Ἁλικαρνησσέως ἱστορίης ἀπόδεξις ἥδε, ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται, μήτε ἔργα μεγάλα τε καὶ θωμαστά, τὰ μὲν Ἕλλησι, τὰ δὲ βαρβάροισι ἀποδεχθέντα, ἀκλεᾶ γένηται, τά τε ἄλλα καὶ διù ἥν αἰτίην ἐπολέμησαν ἀλλήλοισι.

Περσέων μέν νυν οἱ λόγιοι Φοίνικας αἰτίους φασὶ γενέσθαι τῆς διαφορῆς»[1].

Από το ανωτέρω προοίμιο των συγγραμμάτων του Ηροδότου μπορούμε να αντλήσουμε πολύτιμα στοιχεία για την ελληνική γλώσσα, τόσο από τον τρόπο γραφής όσο και από το περιεχόμενό του.

Στις ενότητες που ακολουθούν θα εξετάσουμε α) τους λόγους του διαλεκτικού κατακερματισμού της ελληνικής γλώσσας, ποια διάλεκτο χρησιμοποιεί ο συγγραφέας και γιατί, β) την ιδεολογική χρήση της γραπτής αποτύπωσης του λόγου, όπως μας αποκαλύπτει το ανωτέρω απόσπασμα και γ) την συνέχεια της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, βάσει συγκεκριμένων λεξιλογικών και συντακτικών παραδειγμάτων, από το ίδιο κείμενο.

Α. Ο διαλεκτικός κατακερματισμός της αρχαίας ελληνικής γλώσσας

Οι λόγοι του διαλεκτικού κατακερματισμού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.

Η αρχαία Ελληνική γλώσσα δεν μιλιόταν από τους αρχαίους Έλληνες με τον ίδιο τρόπο. Κατά τόπους παρουσιάζονται διαφορές ως προς την προφορά κάποιων φθόγγων, ή την γραμματικο-συντακτική δομή, ή και ως προς τη σημασία των λέξεων. Αυτό παρατηρείται ήδη από τις πρώτες ελληνικές επιγραφές που ανήκουν στον 8ο αιώνα π.Χ.[2].

Μπορούμε να ταξινομήσουμε τις διάφορες ελληνικές διαλέκτους σε τρεις ομάδες με βάση τα κυριότερα γνωρίσματά τους:

α) την Ανατολική ομάδα με κύριο κορμό την ιωνική και την αττική διάλεκτο που μιλιόταν στην Χίο και την Σάμο και τις απέναντι πόλεις της Μικράς Ασίας (Ιωνία), στην Εύβοια, τις βόρειες Κυκλάδες και την Αττική,

β) την Κεντρική που αποτελούσαν κυρίως η αρκαδοκυπριακή (μιλόταν στην Αρκαδία της Πελοποννήσου και την Κύπρο) και η αιολική διάλεκτος (Θεσσαλία, Βοιωτία, Λέσβο και την απέναντί της Βορειοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας (Αιολία) και

γ) την Δυτική ομάδα κύριο κορμό την δωρική διάλεκτο η οποία μιλιόταν στην Ήπειρο, την Δυτική Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο (εκτός Αρκαδίας) τις Νότιες Κυκλάδες, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και τις απέναντί τους Νοτιοδυτικές ακτές της Μικράς Ασίας [3] (όπου και η Αλικαρνασσός, η πατρίδα του Ηροδότου).

Ο διαλεκτικός κατακερματισμός μια γλώσσας μπορεί να οφείλεται τόσο σε ιστορικούς, όσο και σε γεωγραφικούς λόγους. Γενικώς, προκαλείται από κάθε αιτία χαλαρώσεως των επαφών ανάμεσα στα μέλη μιας ομόγλωσσης κοινότητας. Αυτή μπορεί να προκύψει μέσα από εισβολές ξένων λαών και μετακινήσεις πληθυσμών (ιστορικοί λόγοι), ή λόγω της γεωγραφικής διαμορφώσεως του εδάφους. Μια χώρα με πολλά βουνά και πλήθος νησιών διασπά την γεωγραφική συνέχεια, εμποδίζει την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων και δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την διαλεκτική διαφοροποίηση[4]. Στην περίπτωση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, έχουμε ακριβώς μια τέτοια περίπτωση. Στους λόγους αυτούς πρέπει να προστεθεί και η διαδοχική εμφάνιση και διασπορά των ελληνικών φύλων στον Ελληνικό χώρο καθώς και η αρχική απομόνωση και διοικητική αυτοτέλεια των πρώτων οικιστικών κέντρων[5]. Διότι η αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για την πόλη – κράτος, που έδωσε την πολιτική αυτοτέλεια σε κάθε πόλη, ευνόησε την διαλεκτική διαφοροποίηση[6].

Η διάλεκτος που χρησιμοποιεί ο Ηρόδοτος.

Ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί την ιωνική διάλεκτο για την συγγραφή της Ιστορίας του και αυτό αποδεικνύεται από τα ακόλουθα παραδείγματα λέξεων της διαλέκτου αυτής στο εν λόγω απόσπασμα:

Ἁλικαρνησσέως (αντί Ἁλικαρνασσέως), ἱστορίης (αντί ἱστορίας), αἰτίην (αντί αἰτίαν), διαφορς (αντί διαφορς).

Βλέπουμε ότι στις λέξεις αυτές το μακρό α έχει μετατραπεί σε η, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ιωνικής διαλέκτου[7]. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι ο Ηρόδοτος, παρ’ ότι Δωριεύς ως από την Δωρική (η οποία ήταν αποικία των Τροιζηνίων[8]) Αλικαρνασσό καταγόμενος, γράφει σε μία άλλη διάλεκτο, την Ιωνική[9]. Και αυτό, διότι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι γράφουν, όχι στην διάλεκτο του τόπου τους, αλλά σ’ αυτήν που καλλιεργήθηκε το είδος του λόγου με το οποίο ασχολούνται[10]. Και η ιστοριογραφία καλλιεργήθηκε αρχικά από τους Ίωνες τον 6ο π.Χ. αιώνα[11], με κυριότερο εκπρόσωπο τον Εκαταίο τον Μιλήσιο[12], οι

Βεβαίως, δεν πρόκειται για καθαρή ιωνική διάλεκτο. Πρόκειται για «διαλεκτικό ψιμύθι που σκοπό έχει να θυμίζει απλώς τα πιο χτυπητά γνωρίσματα της διαλέκτου» του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους[13], δηλαδή της ιωνικής. Η διάλεκτος που χρησιμοποιεί ο Ηρόδοτος έχει χαρακτηριστεί από αρχαίο γραμματικό «μεμιγμένη και ποικίλη», και δανείζεται πολλά στοιχεία από την ποίηση και μάλιστα την επική (είδος το οποίο επίσης καλλιεργήθηκε από του Ίωνες και γραφόταν με τα χαρακτηριστικά της ιωνικής διαλέκτου). Πρόκειται για γλώσσα τεχνητή, φιλολογική που διαφέρει από την ομιλουμένη[14].

Β. Η ιδεολογική χρήση της γραπτής αποτύπωσης του λόγου

Στο προοίμιο της Ιστορίας του ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί για τον σκοπό του: Αποβλέπει στην καταγραφή των γεγονότων, ώστε να μη ξεθωριάσει από τον χρόνο ότι έγινε από τους ανθρώπους και ούτε τα μεγάλα και θαυμαστά έργα που πραγματοποίησαν οι Έλληνες ή οι βάρβαροι (δηλ. οι Πέρσες) να σβήσουν άδοξα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, η αιτία για την οποία πολέμησαν μεταξύ τους. Αξιοσημείωτο είναι το ότι χρησιμοποιεί για το έργο του τον όρο «ἱστορίης ἀπόδεξιν», δηλαδή έκθεση [ιστορικών] ερευνών[15]. Δηλαδή, πρόκειται για συγγραφή των αποτελεσμάτων της έρευνας στην οποία είχε επιδοθεί ο Ηρόδοτος κατά τα προηγούμενα χρόνια. Την έρευνα φανερώνει η λέξη ἱστορία, που προέρχεται από το ἵστωρ το οποίο παράγεται από το ρήμα οἷδα (γνωρίζω)[16]. Το προϊόν, λοιπόν, των επίπονων ερευνών του που αναφέρεται στις αξιόλογες πράξεις των ανθρώπων, αποτυπώνει δια του γραπτού λόγου ο Ηρόδοτος. Αυτό το είδος συγγραφής επικράτησε από τότε να λέγεται «Ιστορία».

Η επισταμένη έρευνα του Ηροδότου περιστρέφεται γύρω από τις ανθρώπινες πράξεις, «τά γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων». Όχι όμως οποιαδήποτε, αλλά τα μεγάλα και θαυμαστά. Εισάγει την αρχή της επιλογής των αξιομνημονεύτων γεγονότων[17]. Αυτά τα έργα, θεωρεί ότι είναι άδικο να λησμονηθούν, ανεξαρτήτως αν έγιναν από Έλληνες ή αλλόφυλους («βαρβάρους») και επιθυμεί να τα διασώσει στη μνήμη των ανθρώπων. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον ιδεολογικό κίνητρο που όπως παρουσιάζεται δεν έχει φυλετικά κριτήρια, αλλά διακρίνεται από την προσπάθεια για επιστημονική αντικειμενικότητα, όσο είναι δυνατόν βέβαια. Αυτό το κριτήριο, λοιπόν, τον ωθεί στην καταγραφή των επιστημονικών του παρατηρήσεων κατά την περιήγησή του σε ένα μεγάλο μέρος του τότε γνωστού κόσμου.

Αυτό είναι σαφώς ένα αποτέλεσμα της απλοποιήσεως της γραφής. Το παλαιό συλλαβικό σύστημα της γραμμικής γραφής Β, ήταν αρκετά δύσχρηστο και χρησιμοποιόταν κυρίως για την καταγραφή προϊόντων σε καταλόγους. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ανάπτυξη δεξιοτεχνίας στον χειρισμό του λόγου με ένα συλλαβικό σύστημα γραφής. Η βελτίωση του αλφαβητικού συστήματος γραφής των Φοινίκων από τους Έλληνες έφερε μία επανάσταση στον τομέα αυτό. Η γραφή έγινε τόσο απλή ώστε μπορούσε εύκολα κάποιος να καταγράφει ιδέες και συλλογισμούς και άρχισε να αναπτύσσεται η τέχνη του λόγου, η λογοτεχνία[18]. Ένα είδος αυτής της νέας τέχνης ήταν και η ιστοριογραφία, η οποία εξυπηρετούσε την ιδέα της καταγραφής των σημαντικών γεγονότων ώστε να παραμείνουν ζωντανά στη μνήμη των ανθρώπων. Αυτήν την αναγκαιότητα εξυπηρετεί ο γραπτός λόγος εν προκειμένω.

Γ. Η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας

Είναι πολύ χαρακτηριστική στο συγκεκριμένο απόσπασμα η διαπίστωση της αδιάκοπης συνέχειας της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Μπορούμε να διακρίνουμε ομοιότητες, τόσο ως προς το λεξιλόγιο, όσο και ως προς τη σύνταξη των λέξεων.

α) Λεξιλογικές ομοιότητες: Το κείμενο αυτό, παρ’ ότι εγράφη πριν από 25 αιώνες παραμένει κατανοητό σε μεγάλο βαθμό από έναν Νεοέλληνα. Από τις 42 λέξεις από τις οποίες αποτελείται οι 18 χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα με την ίδια έννοια και με τον ίδιο γραμματικό τύπο. Οι 19 χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα κάπως παραλλαγμένες ως προς τον γραμματικό τύπο και μόνο 5 δεν χρησιμοποιούνται πλέον.

Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι λέξεις: ὡς, μήτε, τά, γενόμενα, ἐξ, ἀνθρώπων, ἔργα, μεγάλα, καί, τά, μέν, δέ, ἄλλα, διά, ἐπολέμησαν, οἱ, λόγιοι, τῆς.

Στην δεύτερη ανήκουν οι λέξεις: Ἡροδότου, Ἁλικαρνησσέως, ἱστορίης, ἀπόδεξις, τῷ χρόνῳ, ἐξίτηλα, γένηται, θωμαστά, Ἕλλησι, βαρβάροισι, ἀποδεχθέντα, αἰτίην, ἀλλήλοισι, Περσέων, Φοίνικας, αἰτίους, γενέσθαι, διαφορῆς.

Η τρίτη περιλαμβάνει τις λέξεις: ἥδε, τέ, ἀκλεᾶ, νύν, φασί.

β) Ομοιότητες από συντακτικής απόψεως: διαπιστώνουμε ότι η σειρά των λέξεων είναι στις περισσότερες περιπτώσεις πανομοιότυπη με την διάταξη της νεοελληνικής, ή με πολύ μικρές διαφορές: μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ανθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται - ούτε αυτά που έκαναν οι άνθρωποι από τον χρόνο να ξεθωριάσουν, μήτε ἔργα μεγάλα τε καὶ θωμαστά, τὰ μὲν Ἕλλησι, τὰ δὲ βαρβάροισι ἀποδεχθέντα, ἀκλεᾶ γένηται - ούτε έργα μεγάλα και θαυμαστά, που Έλληνες ή βάρβαροι πραγματοποίησαν, να χαθούν άδοξα (η «αττική σύνταξη» που διακρίνουμε στο συγκεκριμένο σημείο - «ἀκλεᾶ γένηται» αντί «ἀκλεᾶ γένωνται» - ήταν κοινό χαρακτηριστικό όλων των ελληνικών διαλέκτων, αλλά με περισσότερη συχνότητα στους Αττικούς συγγραφείς[19]), διù ἥν αἰτίην ἐπολέμησαν ἀλλήλοισι - για ποιαν αιτία επολέμησαν μεταξύ τους, Περσέων μέν νυν οἱ λόγιοι Φοίνικας αἰτίους φασί γενέσθαι τῆς διαφορῆς - των Περσών τώρα οι λόγιοι, τους Φοίνικες λέγουν ότι έγιναν αίτιοι της διαφοράς.

ΣΥΝΟΨΗ

Η γεωγραφική ασυνέχεια της Ελλάδας με τους πολλούς ορεινούς όγκους και τα νησιά, η κατά κύματα εξάπλωση και εγκατάσταση των διαφόρων ελληνικών φύλων και η πολιτική αυτονομία των πόλεων[20], είχαν ως αποτέλεσμα την χαλάρωση των επαφών μεταξύ των εγκατεστημένων Ελλήνων, η ελληνική γλώσσα άρχισε να διαμορφώνει διαλέκτους: την ιωνική – αττική. Την αιολική – αρκαδοκυπριακή και την δωρική. Ο Δωριέας Ηρόδοτος χρησιμοποιεί την ιωνική διάλεκτο γιατί σε αυτήν είχε καλλιεργηθεί η ιστοριογραφία πριν από αυτόν.

Ο γραπτός λόγος χρησιμοποιείται από τον Ηρόδοτο για να απαθανατίσει τα θαυμαστά και μεγάλα έργα των ανθρώπων (Ελλήνων και μη) που θεωρεί ότι δεν πρέπει να σβήσουν από την πάροδο του χρόνου.

Η ελληνική γλώσσα παραμένει ενιαία από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Το μεγαλύτερο μέρος του λεξιλογίου της είναι κοινό και οι περισσότερες λέξεις της α–ρχαίας ελληνικής είναι σε χρήση και σήμερα, είτε αναλλοίωτες, είτε με μικρές προσαρμογές. Η σύνταξη παραμένει σε γενικές γραμμές η ίδια. Συνεπώς, η νέα ελληνική δεν είναι μία νέα γλώσσα που προέρχεται από την αρχαία, αλλά είναι η σύγχρονη μορφή της ενιαίας ελληνικής γλώσσας[21].

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Ανδριώτης Ν.Π. «Γλώσσα [αρχαία ελληνική]» στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Γ2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1972.

2. Ανδριώτης Ν.Π. «Η ελληνική γλώσσα στους μετακλασικούς χρόνους» στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ε, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1973.

3. Βούρτσης Ι., «Εξέλιξη και διάλεκτοι της ελληνικής γλώσσας» στο Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999.

4. Γεωργούλης Κ.Δ., «Ηρόδοτος» στο Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. 6, εκδ. Α. Μαρτίνος, Αθήναι 1965.

5. Τομπαΐδης Δ.Ε., Επιτομή της Ιστορίας της ελληνικής γλώσσας, εκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα 1982.

6. C. Mosse, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998.

[1] Ηροδότου «Ιστορίαι», Προοίμιο.

[2] Βούρτσης Ι., «Εξέλιξη και διάλεκτοι της ελληνικής γλώσσας» στο Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 270.

[3] Ανδριώτης Ν.Π. «Γλώσσα [αρχαία ελληνική]» στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Γ2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1972, σ. 567.

[4] Τομπαΐδης Δ.Ε., Επιτομή της Ιστορίας της ελληνικής γλώσσας, εκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα 1982, σ. 18.

[5] Βούρτσης Ι., ό.π., σ. 271.

[6] Τομπαΐδης Δ.Ε., ό.π., σ. 20

[7] Βούρτσης Ι., ό.π., σ. 272.

[8] Γεωργούλης Κ.Δ., «Ηρόδοτος» στο Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. 6, εκδ. Α. Μαρτίνος, Αθήναι 1965, στήλη 67.

[9] Στο ίδιο, σ. 275

[10] Τομπαΐδης Δ.Ε., ό.π., σ. 21.

[11] Βούρτσης Ι., ό.π., σ. 275.

[12] http://istoria.gr/oct01/2.htm

[13] Ανδριώτης Ν.Π., ό.π., σ. 568.

[14] Στο ίδιο, σ. 436.

[15] Στο ίδιο, σ. 433.

[16] Στο ίδιο, σ. 430.

[17] Γεωργούλης Κ.Δ., ό.π., στήλη 67

[18] C. Mosse, Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998, σ.17.

[19] Ανδριώτης Ν.Π., ό.π., σ. 567.

[20] Ανδριώτης Ν.Π. «Η ελληνική γλώσσα στους μετακλασικούς χρόνους» στο Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ε, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1973, σ. 258.

[21] Βούρτσης Ι., ό.π., σ. 248.