Το μέλλον του Ελληνισμού της Διασποράς

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 11, 2009 9:9:12 PM

Εισαγωγη

Αναφερόμενοι σε μελλοντικές καταστάσεις είναι αναπόφευκτο να προβούμε σε υποκειμενικές εκτιμήσεις βασιζόμενοι σε κάποιες προϋποθέσεις. Το μέλλον του Ελληνισμού της Διασποράς εξαρτάται από τρεις γενικούς παράγοντες: πρώτα απ’ όλα από την βούληση των ιδίων των Ελλήνων της Διασποράς, έπειτα από την πολιτική των εθνικών κέντρων (κυρίως της Ελλάδας) και τέλος από τις πολιτικές των χωρών φιλοξενίας. Θεωρώντας ως δεδομένο ότι η βούληση του εθνικού κέντρου και των Ελλήνων της Διασποράς γενικώς θα είναι η ενσωμάτωση των τελευταίων στις χώρες παραμονής με ταυτόχρονη διατήρηση μιας ισχυρής ελληνικής ταυτότητας και ότι η πολιτική του τρίτου παράγοντα θα παραμένει σταθερή όπως έχει σήμερα, δίχως να παρεμποδίζει γενικώς αυτήν την βούληση, θα διατυπώσουμε τις αισιόδοξες εκτιμήσεις μας για το μέλλον της Ελληνικής Διασποράς, αν γίνουν ορθές κινήσεις εκ μέρους των δύο πρώτων παραγόντων.

Εφ’ όσον το μέλλον του Ελληνισμού της Διασποράς έχει άμεση εξάρτηση από την διατήρηση μια ισχυρής ελληνικής ταυτότητας, το θέμα που πραγματευόμαστε στην πρώτη ενότητα είναι ακριβώς αυτό: σε τι συνίσταται η ισχυρή ελληνική ταυτότητα. Στην δεύτερη ενότητα αναζητούμε τρόπους διατηρήσεως αυτής της ελληνικής ταυτότητας. Πρόκειται για τις –καθ’ ημάς- «ορθές κινήσεις» που προαναφέραμε. Κατ’ ανάγκην ο λόγος μας θα είναι υποθετικός: αν γίνουν αυτές οι κινήσεις, τότε το μέλλον του Ελληνισμού της Διασποράς προβλέπεται ευοίωνο. Αν όχι, τότε οι Έλληνες της Διασποράς θα αφομοιωθούν από τις κοινωνίες υποδοχής και θα μειωθούν σημαντικά. Στην τελευταία ενότητα εξειδικεύουμε τις προβλέψεις μας κατά γεωγραφική περιοχή.

Α. Το Ζητουμενο: Ισχυρη Ελληνικη Ταυτοτητα

Τα χαρακτηριστικά από τα οποία προσδιορίζεται η εθνική ταυτότητα μπορεί να είναι υποκειμενικά ή αντικειμενικά. Υποκειμενικό κριτήριο είναι η εθνική συνείδηση και αντικειμενικά είναι η γλώσσα, η θρησκεία, η καταγωγή, οι παραδόσεις και ο πολιτισμός. Το εγκυρότερο κριτήριο το οποίο είναι διεθνώς αποδεκτό σήμερα είναι ο αυτοπροσδιορισμός μέσω της εθνικής συνειδήσεως. Αυτό το κριτήριο αναπληρώνει την έλλειψη κάποιων από τα αντικειμενικά κριτήρια (Ψαλλίδας Αντ., 2003, σελ. 206-207). Την άποψη αυτή είχε υιοθετήσει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος είχε δηλώσει στο συνέδριο της ειρήνης στις Βερσαλλίες: «Έλληνας είναι αυτός που θέλει να είναι Έλληνας, που νιώθει ότι είναι Έλληνας και λέει ότι είναι Έλληνας» (Clogg R., 2004, σελ. 57).

Για να υπάρχει όμως αυτή η υποκειμενική αίσθηση κάποιου ότι είναι Έλληνας πρέπει να υφίσταται τουλάχιστον κάποιο αντικειμενικό χαρακτηριστικό. Στην περίπτωση της ελληνικής εθνικής συνειδήσεως το ισχυρότερο χαρακτηριστικό θεωρούμε ότι είναι η ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Ήδη στα επαναστατικά Συντάγματα της Επιδαύρου (1822) του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827), συναντάμε την πρώτη προσπάθεια προσδιορισμού της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο προσδιορισμός του Έλληνα γίνεται με κριτήριο όχι την εθνολογική καταγωγή ή την ελληνική γλώσσα, αλλά την χριστιανική πίστη: «όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες» (Κονδύλη Ι. 2002, σελ. 225-226). Η σύμπτωση εθνικής ταυτότητας και θρησκείας αντανακλά μία μακρά παράδοση από την Βυζαντινή εποχή και την περίοδο της Τουρκοκρατίας και είναι απόλυτα φυσιολογικό να αποτυπώνεται στα επαναστατικά Συντάγματα. Όσο πλησιάζουμε στην σύγχρονη εποχή διαπιστώνουμε ότι ο παράγοντας της γλώσσας αποκτά περισσότερη σημασία κυρίως υπό την επίδραση των ιδεών του Δυτικού διαφωτισμού, δίχως όμως να μειώνεται η αξία του θρησκευτικού παράγοντα (Hirson R., 2004, σελ. 292-294).

Τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά της ελληνικής ταυτότητας, και μάλιστα τα συγχρονικά διαπιστώσιμα στοιχεία, όπως η Ορθόδοξη χριστιανική πίστη, η ελληνική γλώσσα, η ελληνική ιστορία, τα ήθη, τα έθιμα και ο πολιτισμός, υπάρχουν στην ολότητά τους -ή, πάντως, σε μεγάλο βαθμό- στους Έλληνες των εθνικών κέντρων της Ελλάδας και της Κύπρου. Συνιστούν, δηλαδή αυτό που μπορεί να ονομαστεί ελλαδική ελληνικότητα. Συναντάται όμως και σε ένα μεγάλο μέρος της Ελληνικής Διασποράς, (κυρίως στην μεταναστευτική Διασπορά της Ευρώπης) και μπορεί να ονομασθεί ελλαδοκεντρική ελληνικότητα. Εκτός αυτής, όμως, υπάρχει και μία άλλη εξωελλαδική έκφανση της ελληνικότητας, η οποία συναντάται κυρίως στην ιστορική διασπορά, και βασίζεται στα υποκειμενικά χαρακτηριστικά της πεποιθήσεως στην ελληνική καταγωγή των μελών της, στην συναισθηματική σύνδεσή τους με κάθε τι ελληνικό, δίχως να συνοδεύεται από τα διαπιστώσιμα χαρακτηριστικά που προαναφέραμε. Σε αυτήν την περίπτωση η ελληνική εθνική συνείδηση τροφοδοτείται από την πίστη στην Ελληνική καταγωγή[1], ως ιδεολόγημα συναισθηματικά φορτισμένο και αυτοί που αισθάνονται Έλληνες με αυτόν το τρόπο, στην καλύτερη των περιπτώσεων διαθέτουν κάποια ψήγματα ελληνικής γλώσσας στο λεξιλόγιό τους ή ελληνογενή πολιτισμικά στοιχεία ως ένα «πολιτισμικό ελάχιστο», επάνω στο οποίο θεμελιώνεται μία συμβολική ελληνικότητα. Ανάμεσα στις δύο αυτές εκφάνσεις ελληνικότητας, την ελλαδοκεντρική και την συμβολική, εκτείνεται ολόκληρο το φάσμα της ελληνικής συνειδήσεως της Ελληνικής Διασποράς (Δαμανάκης Μιχάλης, 2007, σελ. 139-140).

Ο Ελληνισμός της Διασποράς, μετά το 1973-1974 έχει παύσει να τροφοδοτείται πλέον με νέο αίμα, καθώς το φαινόμενο της παλιννοστήσεως είναι μεγαλύτερο από αυτό της μεταναστεύσεως. Η μετανάστευση εξασθενεί και περιορίζεται προς τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Κόντης Α. - Φακιολάς Ρ., 2002, α, σελ. 276). Αυτό σημαίνει ότι η Ελληνική Διασπορά δεν τροφοδοτείται επαρκώς από νέα μέλη τα οποία διαθέτουν τα διαπιστώσιμα στοιχεία της ελλαδοκεντρικής ελληνικότητας που προαναφέραμε. Έτσι η ελληνική συνείδηση των μελών της Ελληνικής διασποράς θα μετακινείται προϊόντος του χρόνου όλο και περισσότερο από την ελλαδοκεντρική, προς την συμβολική ελληνικότητα. Οι απόγονοι των Ελλήνων μεταναστών στις χώρες της Διασποράς ομιλούν όλο και λιγότερο την ελληνική γλώσσα, ενώ και το κριτήριο της καταγωγής εξασθενεί δια των μικτών γάμων (Φακιολάς Ρ., 2002, σελ. 67-68). Για να διατηρηθεί, όμως και η συμβολική ελληνικότητα και να αποτραπεί η αφομοίωση των Ελλήνων της Διασποράς από τις τοπικές κοινωνίες θα πρέπει να εξευρεθούν τρόποι για την διατήρηση από αυτούς ενός «πολιτισμικού ελαχίστου» ικανού, ώστε να θεμελιωθεί επάνω σε αυτό μία ισχυρή ελληνική ταυτότητα.

Β. Τροποι Διατηρηρησεως Ισχυρησ Ελληνικησ Ταυτοτητασ

Β.1 Η Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη

Ένας πολύ ισχυρός παράγοντας επάνω στον οποίο μπορεί να θεμελιωθεί ισχυρή ελληνική ταυτότητα, είναι η ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Τουρκοφώνων ορθοδόξων κατοίκων της Καππαδοκίας που αισθάνονταν Έλληνες. Ο Άγγλος ιστορικός Arnold Toynbee, περιγράφει αυτό που είχε δηλώσει ένας Καραμανλής στο Ναζιλί της Μικράς Ασίας κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας: «αν και η γλώσσα μου είναι τουρκική η καρδιά μου είναι ελληνική» (Clogg R., 2004, σελ. 57).

Το έντονο θρησκευτικό συναίσθημα μπορεί να επιβραδύνει αποτελεσματικά την διαδικασία της αφομοιώσεως. Αυτό επιβεβαιώνει και το παράδειγμα της Εβραϊκής Διασποράς. Η θρησκευτική και εθνική ταυτότητα των Εβραίων, και μάλιστα των Ορθοδόξων Εβραίων παρέμεινε επί αιώνες αναλλοίωτη. Μετά τη ίδρυση του Εβραϊκού κράτους η εθνικο-θρησκευτική ταυτότητα των Εβραίων ενισχύεται από διάφορα προγράμματα όπως η δωρεάν μετάβαση και φιλοξενία για διακοπές Εβραιοπαίδων στο Ισραήλ (Φακιολάς Ρ., 2002, σελ. 67-68).

Αν, λοιπόν το Ελληνικό κράτος, οι οργανώσεις των Ελλήνων της Διασποράς και οι εκκλησιαστικοί φορείς υιοθετήσουν παρόμοιες πρωτοβουλίες με την διοργάνωση προσκυνηματικών επισκέψεων λ.χ. στους Αγίους Τόπους και τα Μοναστήρια της Ελλάδος για τους Ελληνόπαιδες, ώστε να ενισχύεται το θρησκευτικό τους συναίσθημα, αν οργανωθούν καλύτερα τα κατηχητικά σχολεία του εξωτερικού, και σταματήσουν οι ξένες προς την Ορθόδοξη παράδοση πρακτικές που έχουν εισαχθεί στις ενορίες του εξωτερικού (αρμόνια στις εκκλησίες χαμηλά ή καθόλου τέμπλα, πολυφωνικοί χοροί κ.λπ.), τότε θα επιβιώσει ένα ισχυρό στήριγμα της ελληνικής συνειδήσεως των Ελλήνων της Διασποράς, ακόμη και αν παύσουν να ομιλούν την ελληνική γλώσσα. Το φαινόμενο της απωλείας της ελληνική γλώσσης είναι πολύ κοινό στους ομογενείς από την τρίτη γενεά και μετά. Αυτοί χρειάζονται θρησκευτικά, ηθικά και πολιτιστικά στηρίγματα για την επιβίωση της ελληνικότητάς τους (Φακιολάς Ρ., 2002, σελ. 69).

Β.2 Η Ελληνική Παιδεία

Ο δεύτερος ισχυρός παράγοντας ελληνικότητας είναι η ελληνική γλώσσα. Το ελληνικό κράτος προσπαθεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων ελλείψεως ειδικού καταρτισμένου εκπαιδευτικού προσωπικού και διδακτικού υλικού καταλλήλου για τους Έλληνες της Διασποράς, με το πρόγραμμα «Παιδεία Ομογενών» από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Αυτό το μέτρο αναμένεται να αποδώσει καρπούς στο προσεχές μέλλον (Κωνσταντινίδης Στ., 2002, σελ. 106).

Οι έδρες νεοελληνικών σπουδών στα διάφορα Πανεπιστήμια κινδυνεύουν από τις οικονομικές περικοπές των κυβερνήσεων, γι’ αυτό επιβάλλεται η χρηματοδότησή τους. Αν το ελληνικό κράτος ή οι εύποροι ομογενείς επιδοτήσουν την ίδρυση και την διατήρηση προγραμμάτων ελληνικών σπουδών σε κολέγια και πανεπιστήμια του εξωτερικού, αν ενδυναμωθούν τα ομογενειακά σχολεία, αν οι εκκλησιαστικοί φορείς διατηρήσουν σε μεγάλο βαθμό την ελληνική γλώσσα στην θεία λειτουργία στις ενορίες της Διασποράς και αν διατηρηθούν στενοί δεσμοί των Ελλήνων της Διασποράς με τα εθνικά κέντρα, τότε θα μπορέσει να διατηρηθεί σε μεγάλο βαθμό η ελληνική γλώσσα (στο ίδιο, σελ. 115). Προγράμματα διακοπών νέων της Ελληνικής Διασποράς στην Ελλάδα και την Κύπρο, όπως εισηγούνται οι οργανώσεις του Κυπριακού Αποδήμου Ελληνισμού (Παυλάκης Α., 2002, σελ. 208), σε συνδυασμό με μορφωτικές εκδρομές σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδος θα βοηθούσε στην ενίσχυση της γλωσσικής και ιστορικής τους παιδείας.

Η παγκοσμιοποίηση των μέσων επικοινωνίας και η συνεχής τεχνολογική τους ανάπτυξη καθιστούν δυνατή την άμεση τροφοδοσία των Ελλήνων της Διασποράς με οπτικοακουστικό υλικό στα ελληνικά και την άνετη επικοινωνία μεταξύ τους με την αίσθηση της εγγύτητας (Δαμανάκης Μιχάλης, 2007, σελ. 139-140). Η δορυφορική και καλωδιακή τηλεόραση φέρνει την Ελληνική γλώσσα μέσα στα σπίτια των Ομογενών. Αν το Ελληνικό Κράτος, αξιοποιήσει τις σύγχρονες τεχνολογίες ώστε να παρέχεται εξ αποστάσεως μάθηση και σπουδή στην ελληνική γλώσσα και ιστορία από όποιον επιθυμεί και φρόντιζε για την παραγωγή διδακτικών και ιστορικών «ντοκυμαντέρ» θα μπορούσε να ενισχυθεί πολύ η γνώση της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας.

Με την καλύτερη οργάνωση της παιδείας των ομογενών και την χρήση των νέων τεχνολογιών θα μπορούσε να καλλιεργηθεί η σύνδεση των Ελλήνων της Διασποράς με τα οικουμενικά ιδανικά του ελληνισμού: την δημοκρατία, την φιλοσοφία και τις τέχνες. Τα ιδανικά αυτά μπορούν να αποτελέσουν ένα όραμα για τους Έλληνες της Διασποράς. Η αίσθηση ότι οι θεμελιώδεις αυτές αξίες του δυτικού πολιτισμού έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα και ότι εξακολουθούν να καλλιεργούνται επάξια από Έλληνες που διαπρέπουν παγκοσμίως στην πολιτική, τις επιστήμες και τις τέχνες και ότι και αυτοί ανήκουν στην ίδια οικογένεια, μπορεί να αποτελέσει από μόνη της ένα πολιτισμικό ελάχιστο ικανό να συντηρήσει ισχυρή ελληνική συνείδηση. Οι Έλληνες της Διασποράς προσδίδουν την διάσταση της οικουμενικότητας στον Ελληνισμό, και όταν εγκολπωθούν το αξιακό πλαίσιο του ελληνικού πολιτισμού, τότε το μέλλον τους και η συνοχή τους είναι εξασφαλισμένα (Κόντης Α. - Φακιολάς Ρ., 2002, β,.σελ.331).

Β.3 Οι Ελληνικές Παραδόσεις

Οι εθνοτοπικές οργανώσεις καλλιεργούν την παραδοσιακή ελληνική μουσική και χορούς, ενώ στα ελληνικά πανηγύρια (Festivals) που οργανώνονται από τις κοινότητες προσφέρονται ελληνικά εδέσματα. Η διατήρηση των ελληνικών παραδόσεων, ακόμη και μόνης της ελληνικής μαγειρικής μπορεί να αποτελέσει επίσης ένα «πολιτισμικό ελάχιστο» για την διατήρηση ελληνικής συνειδήσεως (Clogg R., 2004, σελ. 56). Οι ελληνικές παραδόσεις μπορούν να καλλιεργηθούν και με την βοήθεια των νέων τεχνολογιών (τηλεόραση και διαδίκτυο).

Β.4 Η Προσαρμογή στις Νέες Συνθήκες

Οι ελληνικές κοινότητες της διασποράς θα πρέπει να κάνουν τις αναγκαίες θεσμικές προσαρμογές στις σύγχρονες συνθήκες, ώστε να μην παύσουν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων της Διασποράς (Κωνσταντινίδης Στ., 2002, σελ. 115). Οι νέες συνθήκες της παγκοσμιοποιήσεως δημιουργούν δυνατότητες τις οποίες μπορεί να εκμεταλλευτεί η Ελληνική Διασπορά προς όφελός της. Καθώς είναι γνώστες δύο ή και περισσοτέρων γλωσσών και πολιτισμών θα μπορέσουν να γίνουν γέφυρα μεταξύ ιδιαιτέρου και καθολικού, μεταξύ ατόμου και κοινωνίας, μεταξύ τοπικού και παγκοσμίου (Cohen R., 2003, σελ. 338). Τα συγγενικά και ομο-εθνικά επιχειρηματικά και εμπορικά δίκτυα θα βρουν πιο πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν, ενώ η παρουσία τους στις κοσμοπολίτικες παγκόσμιες πόλεις που θα αποτελέσουν τα μελλοντικά οικονομικά κέντρα θα ενισχύσει την σημασία τους (στο ίδιο, σελ.306-307).

Γ. Τα Μελλον του Ε.τ.Δ. ανα Γεωγραφικη Περιοχη

Γ.1 Στην Αμερική

Στις Η.Π.Α. παρά τις απώλειες από την αφομοίωση, ο Ελληνισμός προβλέπεται να παραμείνει ανθηρός καθώς η ελληνική συνείδηση των Ελληνοαμερικανών ενισχύεται από την συχνή επικοινωνία του με την Ελλάδα, καθώς διατηρούν ισχυρούς οικονομικούς, εκπαιδευτικούς και κοινωνικούς δεσμούς με το εθνικό κέντρο. Η ελληνική γλώσσα θα υποχωρήσει μεταξύ των ομογενών, αλλά ακόμη και μεταξύ αυτών που αφομοιώνονται στην αμερικανική κοινωνία παρουσιάζονται συχνά φαινόμενα αναζητήσεως της εθνική καταγωγής και αναπροσδιορισμού της εθνικής ταυτότητας, δηλαδή «επιστροφής στις ρίζες» (Φακιολάς Ρ., 2002, σελ. 77-79).

Στον Καναδά ο κύριος όγκος του Ελληνισμού είναι πιο πρόσφατος απ’ ότι στις Η.Π.Α και η ελληνική συνείδηση είναι αρκετά ισχυρή. Στο μέλλον όμως θα παρουσιασθούν παρόμοια προβλήματα με αυτά του Ελληνισμού των Η.Π.Α.. Ο Ελληνισμός θα επιβιώσει, αλλά για να αποτραπεί ο μεγάλος βαθμός της αφομοιώσεώς του απαιτούνται θεσμικές αναπροσαρμογές των ομογενειακών οργανώσεων και στρατηγική προσαρμοσμένη στην σύγχρονη πραγματικότητα (Κωνσταντινίδης Στ., 2002, σελ. 118-119)

Στην Λατινική Αμερική ο Ελληνισμός περίπου 50.000 ανθρώπων είναι διεσπαρμένος σε μία μεγάλη γεωγραφική έκταση, και είναι χαμηλού γενικώς εισοδήματος. Δεν είναι εύκολο να συντηρεί αρκετούς Ιερείς και ελληνικά σχολεία, γι’ αυτό η ελληνική γλώσσα δεν διδάσκεται επαρκώς και πολλοί δεν διατηρούν την Ορθόδοξη πίστη, ενώ και η επικοινωνία του με την Ελλάδα είναι δύσκολη, και έτσι ο κίνδυνος της αφομοιώσεώς του να είναι μεγάλος. Το μέλλον του προβλέπεται δυσοίωνο και μάλλον θα ακολουθήσει φθίνουσα πορεία, διότι η αναστροφή αυτής της πορείας απαιτεί πολλά έξοδα εκ μέρους της Ελληνικής Κυβερνήσεως πράγμα που δεν νομίζουμε ότι θα συμβεί (Τσαπαλιάρης Β., 2002, σελ. 139, 145-146).

Γ.2 Στην Ωκεανία

Οι εκτιμήσεις μας για το μέλλον του Ελληνισμού της Αυστραλίας και της Ν. Ζηλανδίας είναι παρόμοιες με αυτές για τον Καναδά.

Γ.3 Στην Δ. Ευρώπη

Η ισχυρή Ελληνική παρουσία στην Γερμανία, καθώς και στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Η ελληνική ταυτότητα του Ελληνισμού της Δυτικής Ευρώπης θα παραμείνει αρκετά ισχυρή, λόγω του πλεονεκτήματος της εγγύτητας με την Ελλάδα και της διατηρήσεως ισχυρών οικονομικών, κοινωνικών και συναισθηματικών δεσμών με αυτήν και η διαδικασία αφομοιώσεως αρκετά αργή, που θα μπορέσει να επιβραδυνθεί ακόμη περισσότερο με την εφαρμογή ορθής εκπαιδευτικής πολιτικής, ώστε η νέα γενεά να μαθαίνει ελληνικά διατηρώντας την δυνατότητα ενσωματώσεώς της στην Γερμανική κοινωνία (Κόντης Α., 2003, σελ. 74, 85).

Σε αντίθεση με αυτόν της Γερμανίας, ο Ελληνισμός της Γαλλίας θα εξακολουθήσει να βαίνει αφομοιούμενος στην γαλλική κοινωνία, ενώ ο Ελληνισμός της Αγγλίας (κυρίως Κύπριοι, αλλά και Ελλαδίτες επιχειρηματίες και φοιτητές) θα διατηρηθεί στην ενδιάμεση κατάσταση συντηρώντας σε αρκετό βαθμό την ελληνικότητά του και διατηρώντας την αριθμητική του δύναμη.

Γ.4 Στην Α. Ευρώπη και την πρ. Σοβιετική Ένωση

Οι Έλληνες της Ανατολικής Ευρώπης προβλέπεται ότι θα εξακολουθήσουν να παλιννοστούν στην Ελλάδα λόγω των κακών οικονομικών συνθηκών στις χώρες τους. Ο Ελληνισμός της πρ. Σοβιετικής Ενώσεως θα εξακολουθήσει και αυτός να παλιννοστεί, αν και η πολιτική της Ελλάδας τα τελευταία έτη είναι να λαμβάνει μέτρα ώστε να συγκρατηθούν εκεί (Κανδηλάπτη Κλ., 2003, σελ. 276) και αυτό ίσως επιφέρει μείωση του ρυθμού της παλιννοστήσεως.

Γ.5 Στην Αφρική

Ο Ελληνισμός έχει σχεδόν εξαλειφθεί από όλες τις χώρες της Αφρικής εκτός από την Νότια Αφρική όπου υπάρχει ανθηρή ελληνική παρουσία περίπου 80.000 μελών. Η βία και η εγκληματικότητα της χώρας είναι πιθανόν στο μέλλον να αυξήσουν τον ρυθμό της παλιννοστήσεως και να συρρικνώσουν και τον Ελληνισμό της Νοτίου Αφρικής (Μάντζαρης Ε, 2002, σελ. 257).

Γ.6 Στην Ασία

Η μικρή ελληνική παρουσία στις ασιατικές χώρες προβλέπεται ότι θα ακολουθήσει και στο μέλλον φθίνουσα πορεία. Η λήψη μέτρων για την διατήρηση των ελληνοφώνων εστιών της Συρίας και του Λιβάνου, μπορεί να συμβάλλει στην αφύπνιση της ελληνικής ταυτότητας σε αυτούς.

Γ.7 Τα Μέλη της Ιστορικής Διασποράς

Οι Βορειοηπειρώτες θα συνεχίσουν να εγκαταλείπουν τις πατρογονικές τους εστίες και θα εγκαθίστανται στην Ελλάδα αν η Ελλάδα δεν λάβει μέτρα για την προστασία των ιδιοκτησιών τους από το αλβανικό δημόσιο, δεν συνεχισθούν οι ελληνικές επενδύσεις στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου, αν δεν κατασκευασθούν εκεί έργα υποδομής με ελληνική πρωτοβουλία, δεν διευκολυνθούν οικονομικώς ώστε να ασκήσουν εκεί ελεύθερα επαγγέλματα, δεν ληφθούν μέτρα για την επαγγελματική τους εκπαίδευση, για την ανέγερση σχολείων και εκκλησιών και την ενίσχυση της εμβελείας των ελληνικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων ώστε να καλύπτουν ολόκληρη την Βόρειο Ήπειρο (Ψαλλίδας Αντ., 2003, σελ. 214, 217).

Οι Έλληνες της ΠΓΔΜ θα εξακολουθήσουν να απολαμβάνουν της αδιαφορίας του ελληνικού κράτους και θα περιμένουν υπομονετικά κάποιο καλύτερο μέλλον κρύπτοντας την ελληνική τους καταγωγή, για να μη γίνονται θύματα βιαιοπραγίας από τους Σλαύους της περιοχής (στο ίδιο, σελ. 228). Το ίδιο και οι κρυπτοχριστιανοί που ζουν στην Μικρά Ασία. (Κανδηλάπτη Κλ., 2003, σελ. 258)

Συμπερασματα

Η ελληνική εθνική ταυτότητα κυμαίνεται μεταξύ της ελλαδοκεντρικής και της συμβολικής ελληνικότητας. Η πρώτη διαθέτει τα απτά χαρακτηριστικά της ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως, ελληνικής γλώσσας, ιστορίας και παραδόσεων. Η δεύτερη διαθέτει ένα πολιτισμικό ελάχιστο που συντηρεί την πεποίθηση της ελληνικής καταγωγής.

Ισχυρός παράγοντας διατηρήσεως της ελληνικότητας είναι η βαθειά ορθόδοξη χριστιανική πίστη, η οποία επιβραδύνει σημαντικά την διαδικασία της αφομοιώσεως. Σημαντικός παράγοντας είναι επίσης και η ελληνική γλώσσα, η οποία όμως δεν είναι τόσο εύκολο να διατηρηθεί μετά την τρίτη γενεά, καθώς και η γνώση της ελληνικής ιστορίας. Η ελληνική παιδεία μπορεί να διδάξει στους Έλληνες της Διασποράς τις διαχρονικές και οικουμενικές αξίες του Ελληνικού πολιτισμού, όπως η δημοκρατία, η φιλοσοφία και οι καλές τέχνες. Η υιοθέτηση αυτών των ιδανικών μπορεί να προσδώσει στους Έλληνες της Διασποράς το αναγκαίο όραμα προς το οποίο θα αποβλέπουν οδεύοντας την πορεία τους προς το μέλλον.

Ο Ελληνισμός της Διασποράς μπορεί να ωφεληθεί από τις ευκαιρίες που θα του δώσει η παγκοσμιοποίηση και η ορθή αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών.

Ως γενική παρατήρηση για το μέλλον του Ελληνισμού της Διασποράς στις διάφορες χώρες του κόσμου διαπιστώνουμε ότι πιο αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική παρουσία υπάρχουν στις αγγλοσαξονικές χώρες (Αγγλία, Η.Π.Α., Καναδά, Αυστραλία, Ν. Αφρική-σε σχέση με τις άλλες αφρικανικές χώρες ) και την Γερμανία.

Βιβλιογραφια

1. Δαμανάκης Μιχάλης: Ταυτότητες και εκπαίδευση στη διασπορά, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2007.

2. Κανδηλάπτη Κλ..: «Ο Ελληνισμός του Πόντου και των Χωρών της Κοινοπολιτείας ανεξαρτήτων Κρατών», στο Κλ. Κανδηλάπτη κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς τ. Β: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στην Ευρώπη, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2003, σελ. 247-283.

3. Κονδύλη Ι.: «Ελληνισμός της Διασποράς και Ελληνικό Κράτος» στο Βογαζιανός- Ρόυ Στ. κ..α., Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Α΄: Ιστορική αναδρομή –Εννοιολογικές Αποσαφηνήσεις, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 223-250.

4. Κόντης Α.: «Ο Ελληνισμός στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας», στο Κλ. Κανδηλάπτη κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς τ. Β: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στην Ευρώπη, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2003, σελ. 39-89.

5. Κόντης Α. - Φακιολάς Ρ. α: «Παλιννόστιση και Εγκατάσταση Ομογενών» στο Βογαζιανός- Ρόυ Στ. κ..α., Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Α΄: Ιστορική αναδρομή –Εννοιολογικές Αποσαφηνήσεις, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 257-284.

6. Κόντης Α. - Φακιολάς Ρ. β: «Συμπεράσματα και τελικές παρατηρήσεις» στο Γκ. Ελ Ταχίρ κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Γ΄: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στις υπερπόντιες χώρες, Αφρική και Μέση Ανατολή, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 313-331).

7. Κωνσταντινίδης Στ.: «Οι Έλληνες του Καναδά», στο Γκ. Ελ Ταχίρ κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Γ΄: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στις υπερπόντιες χώρες, Αφρική και Μέση Ανατολή, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 89-118.

8. Μάντζαρης Ε..: «Οι Έλληνες της Νότιας αφρικής και των Υπολοίπων Αφρικανικών χωρών», στο Γκ. Ελ Ταχίρ κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Γ΄: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στις υπερπόντιες χώρες, Αφρική και Μέση Ανατολή, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 247-279.

9. Παυλάκης Α.: «Κυπριακός Απόδημος Ελληνισμός» στο Βογαζιανός- Ρόυ Στ. κ..α., Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Α΄: Ιστορική αναδρομή –Εννοιολογικές Αποσαφηνήσεις, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 195-213.

10. Τσαπαλιάρης Β.: «Η Ελληνική Διασπορά στην Λατινική Αμερική», στο Γκ. Ελ Ταχίρ κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Γ΄:Ο Ελληνισμός της Διασποράς στις υπερπόντιες χώρες, Αφρική και Μέση Ανατολή, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 125-148.

11. Φακιολάς Ρ.: «Οι Έλληνες των ΗΠΑ», στο Γκ. Ελ Ταχίρ κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς, τ. Γ΄: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στις υπερπόντιες χώρες, Αφρική και Μέση Ανατολή, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 21-87

12. Ψαλλίδας Αντ.: «Η Ελληνική Διασπορά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», στο Κλ. Κανδηλάπτη κ.ά, Ελληνισμός της Διασποράς τ. Β: Ο Ελληνισμός της Διασποράς στην Ευρώπη, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2003, σελ. 201-241.

13. Clogg R.: «Η Ελληνική Διασπορά: Το ιστορικό πλαίσιο» στο Η Ελληνική Διασπορά στον 20ο αιώνα, Clogg R (επιμ.), Μετάφραση Μαρίνα Φράγκου, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σελ. 23-63.

14. Cohen R.: «Παγκόσμια Διασπορά», μτφρ. Τίνα Πλυτά, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα 2003.

15. Hirson R.: «Η Ταυτότητα και το Ελληνικό Κράτος: Μερικά Εννοιολογικά ζητήματα και παράδοξα» στο Η Ελληνική Διασπορά στον 20ο αιώνα, Clogg R (επιμ.), Μετάφραση Μαρίνα Φράγκου, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σελ. 287-323.

[1] Είναι αξιοσημείωτο ότι το χαρακτηριστικό το οποίο τροφοδοτεί την εθνική συνείδηση σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι η εθνική καταγωγή με αυστηρά φυλετικά κριτήρια, αλλά η πεποίθηση σε κάποια ελληνική καταγωγή. Από προσωπική πείρα γνωρίζω ότι υπάρχουν παραδείγματα Ορθοδόξων Παλαιστινίων που θέλουν να αισθάνονται Έλληνες, θεωρώντας ότι η καταγωγή των Παλαιστινίων από τους Φιλισταίους, οι οποίοι θεωρούνται κατά μία εκδοχή άποικοι από την Μινωική Κρήτη που είχαν εγκατασταθεί στα παράλια της Παλαιστίνης, είναι επαρκής απόδειξη της ελληνικής τους καταγωγής. Γι’ αυτό, πέραν της Ορθοδόξου πίστεως που ήδη έχουν, επιδιώκουν να μάθουν και ελληνικά.