Δημοκρατία ή Μοναρχία; Πολιτειακές αντιθέσεις και προβληματισμοί στην κλασική Αθήνα

Ημερομηνία δημοσίευσης: Sep 02, 2009 8:32:46 PM

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ο συγκεκριμένος αγώνας λόγων από τις «Ικέτιδες» του Ευριπίδη, μας απο­κα­λύ­πτει ότι στην κλασική Αθήνα γινόταν λόγος περί πολιτικής. Οι Έλληνες ήταν οι επινοη­τές αυτού του πρωτότυπου διοικητικού συστήματος που ονομάσθηκε πόλις. Η πόλις – κράτος, οι θεσμοί εξουσίας της, το πολίτευμα, και τρόπος άσκησης της εξου­σίας, η πολιτική, καθώς και η ενεργός συμμετοχή σ' αυτήν του πολίτη, είναι έννοιες που νοηματοδόθηκαν τότε και κληροδοτήθηκαν από τους Αρχαίους Έλληνες σε εμάς και αποτελούν πλέον παγκόσμια κληρονομιά. Περί πολιτεύματος, λοιπόν ο λόγος και μάλιστα περί του ποιο είναι το ιδανικότερο: η Μοναρχία ή η Δημοκρατία;

Το σκηνικό διαδραματίζεται στην αρχαία Αθήνα και η λογομαχία διεξάγεται με­ταξύ του Θησέα και ενός Θηβαίου κήρυκα (αγγελιαφόρου). Ο πρώτος εκ­προ­σω­πεί το δημοκρατικό πολίτευμα των Αθηνών. Ο δεύτερος το μοναρχικό πολίτευμα της Θή­βας. Ο συγγραφεύς παρουσιάζει τους δύο ήρωες του έργου του να δημη­γο­ρούν ο κα­θένας υπέρ των απόψεών του. Υπέρ της δημοκρατίας όμως συνηγορεί όχι μό­νον το περιεχόμενο των λόγων, αλλ' εμμέσως και το μέσον καταγραφής του: ο α­γώ­νας λό­γων, χαρακτηριστικό του Δημοκρατικού πολιτεύματος. Διότι μόνον στην Δη­μο­κρα­τία μπο­ρεί να γίνεται λόγος, άρα και αγώνας λόγων, ακόμη και αμφισβήτηση του εαυτού της. Ακόμη και η επιλογή των προσώπων των «συνηγόρων» γέρνει την πλάστιγγα προς την πλευρά της Δημοκρατίας, διότι τον ρόλο του υπερασπιστού του αθηναϊκού πολιτεύματος υπο­δύεται ένας ημίθεος, ο Θησέας, ενώ αυτόν του συνηγόρου της μοναρχίας ένα κοινός κήρυκας! Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι ο Θησέας είχε προβληθεί από του Αθηναίους της Κλασικής Αθήνας ως ένας από τους «πατέρες ιδρυτές της Δημοκρατίας[1]».

Η υπεροχή της δημοκρατίας είναι το μήνυμα που θέλει να περάσει ο Ευριπίδης. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία αν ληφθεί υπ' όψιν, ότι το δράμα, ήταν η πλέον προσβάσιμη μορφή λογοτεχνίας από το ευρύ κοινό της αρχαίας Αθήνας και συντελούσε σημαντικά στην διάδοση ιδεών και αξιών στην κοινή γνώμη.

Α.

Θετικές και αρνητικές όψεις της αθηναϊκής Δημοκρατίας

Στο δοθέν απόσπασμα των «Ικέτιδων» ο Θησέας επισημαίνει τα πλεονεκτήματα του αθηναϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος, ενώ ο κήρυκας ομοίως τα μειονεκτήματα αυτού, προβάλλοντας ως καλύτερο το μοναρχικό.

Πρώτα γίνεται λόγος για την έννοια της ισότητας. Ο κήρυκας αναζητεί δήθεν τον Δυνάστη των Αθηναίων (στιχ. 399). Ο Θησέας τον διορθώνει λέγοντας η Αθήνα δεν εξουσιάζεται από έναν άνδρα. Είναι ελεύθερη. Σ' αυτήν κυβερνούν οι πολλοί που εναλλάσσονται στα αξιώματα συνεχώς. Τόσο οι πλούσιοι, όσο και οι φτωχοί έχουν την ίδια δυνατότητα προσβάσεως στα δημόσια αξιώματα. (Στιχ. 403-408).

Αυτό γενικώς ήταν αλήθεια[2]. Βασική αρχή της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν η ισηγορία και η ισονομία[3]. Όλοι οι πολίτες είχαν δικαίωμα λόγου και είχαν ίση αντιμετώπιση από τον νόμο καθώς και δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά[4]. Κυρίως όμως ο Θησέας εδώ υπαινίσσεται την δυνατότητα συμμετοχής όλων των πολιτών στην Βουλή των πεντακοσίων. Στο σώμα αυτή η εκλογή γινόταν με κλήρο. Κανείς δεν μπορούσε να εκλεγεί για πάνω από δύο ετήσιες θητείες και αυτές όχι συνεχόμενες. Και αυτό εξυπηρετούσε την αρχή του ότι όλοι οι αφοσιωμένοι πολίτες όφειλαν να κυβερνούν και να κυβερνώνται εναλλάξ[5].

Ακριβώς αυτό το σημείο γίνεται σημείο κριτικής από τον Θηβαίο κήρυκα. Διότι χαρακτηρίζει τον θεσμό της κληρώσεως των Βουλευτών κάτι ανάλογο με τα ζάρια (στ. 409). Δηλαδή, θεωρεί ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο, η τύχη της πόλεως αφήνεται κυριολεκτικώς στην τύχη και είναι ουσιαστικά ακυβέρνητη, ενώ στην μο­ναρ­χική Θήβα δεν υπάρχει αυτή η αναρχία. Τονίζει το σημείο ότι δεν μπορεί να έχουν όλοι τον ίδιο βαθμό προσβάσεως στην εξουσία, διότι δεν έχουν όλοι τις ίδιες ικανότητες[6]. Κατ' αυτόν το τρόπο κυβερνούν οι φαύλοι με την δημαγωγία και όχι οι πραγματικά άξιοι. Στην μοναρχία ο άρχοντας ασχολείται αποκλειστικά με την εξουσία, την οποία μαθαίνει συνεχώς και καλύτερα από τους γεωργούς που πεινούν και η κύρια μέριμνά τους είναι τα δικά τους προβλήματα επιβιώσεως και όχι τα κοινά.

Αυτές οι επισημάνσεις του κήρυκα είναι οι αιτιάσεις των αντιπάλων της δημοκρατίας. Όμως δεν ευσταθούν, διότι δεν γινόταν κλήρωση για όλα τα αξιώματα. Γινόταν, βέβαια, για τους βουλευτές και τους δικαστές. Αλλά η Βουλή των πεντα­κοσίων ασκούσε μόνον συμβουλευτική εξουσία. Καθόριζε την ημερήσια διάταξη και προέτεινε σχέδια αποφάσεων στην Εκκλησία του Δήμου, δηλαδή την συνάθροιση όλων των πολιτών, η οποία ασκούσε και την πραγματική εξουσία, εγκρίνοντας ή απορ­ρίπτοντας αυτά[7]. Ακόμη, τα κληρωθέντα μέλη της Βουλής των πεντακοσίων περνού­σαν από έλεγχο από την απερχόμενη Βουλή. Τα κληρωθέντα άτομα έπρεπε να είναι όλα γνήσιοι πολίτες, έντιμοι, ευσεβείς, συνεπείς στις υποχρεώσεις τους[8], και δίχως χρέη[9]. Κλήρωση γινόταν και για την επιλογή των ενόρκων στα δικαστήρια. Το σύστημα αυτό όμως διασφάλιζε την αντικειμενικότητα, καθώς κανείς δεν γνώριζε, ούτε οι ίδιοι οι ένορκοι, πότε και σε ποιο δικαστήριο θα υπηρετούσε κάποιος, διότι τούτο θα το μάθαινε έπειτα από νέα κλήρωση λίγο πριν την δίκη[10]. Όμως, για τα αξιώματα που απαιτούσαν ειδικές ικανότητες γινόταν εκλογή με ψήφο. Αυτό γινόταν λ.χ. για την εκλογή των εννέα αρχόντων και των δέκα στρατηγών. Δηλαδή διασφαλιζόταν η άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας να γίνεται από τα ικανότερα (κατά την κρίση του λαού) άτομα. Αυτοί οι αιρετοί άρχοντες λογοδοτούσαν στην Εκκλησία του Δήμου[11].

Ο Θησέας αντιτάσσει ότι τίποτε δεν είναι απεχθέστερο για την πόλη από έναν δυνάστη. Αυτό καταργεί την ισονομία, αφού ο δυνάστης είναι πάνω από τους νόμους. Δεν υπάρχει λοιπόν ισονομία. Όταν δεν υπάρχει ισονομία οι φτωχοί και ανίσχυροι αδικούνται από τους πλουσίους και ισχυρούς. Στη δημοκρατία υπάρχει δικαιοκρατία. Εκθειάζει το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου (ισηγορία) κατά το οποίο όποιος έχει μία καλή πρόταση για το συμφέρον της πόλεως είναι ελεύθερος να το προτείνει και να κερδίσει δόξα από αυτό. Και τελειώνει με την διαπίστωση ότι η δημοκρατία δίδει το κίνητρο στους πολίτες της να αναδεικνύουν τις ικανότητές τους. Στην μοναρχία ο Βασιλιάς φθονεί τους ικανούς και γενναίους άνδρες διότι φοβάται μη τυχόν του πάρουν την εξουσία και τους θανατώνει. Κανείς δεν έχει διάθεση να αναπτύξει τη δράση του και να πλουτίσει, γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος του θανάτου και η περιουσία του να οικειοποιηθεί από τον δυνάστη.

Πράγματι, γενικώς οι Έλληνες, όσοι είχαν γευθεί την δημοκρατία, είχαν τόση δυσφορία για την μοναρχία (είτε βασιλεία, είτε τυραννία), ώστε η επιβολή τυραννικών καθεστώτων στις πόλεις της Ιωνίας από τους Πέρσες, αποτελεί την κυριότερη αιτία για το ξέσπασμα της Ιωνικής επαναστάσεως[12].

Β.

Προβληματική στον πολιτικό στοχασμό

της κλασικής Αθήνας

Ο διάλογος Θησέα – κήρυκα, ουσιαστικώς αντανακλά τον προβληματισμό που υπήρχε μεταξύ των Ελλήνων, και ιδιαίτερα των στοχαστών – φιλοσόφων, περί του καλύτερου πολιτεύματος. Κάτι παρόμοιο δεν συναντάμε στους άλλους αρχαίους λαούς της ίδιας εποχής, για τους οποίους η μοναδική μορφή πολιτεύματος που μπορούσαν να διανοηθούν ήταν η απόλυτη μοναρχία. Είναι και αυτός ο προβλη­ματισμός της πολιτικής σκέψης, ένα από στοιχεία που κληροδότησε στις επόμενες γενεές ο πολιτισμός των αρχαίων Ελλήνων.

Ας εξετάσουμε ενδεικτικώς τις απόψεις περί του θέματος κάποιων από τους αρχαίους Έλληνες στοχαστές και φιλοσόφους:

Ιππόδαμος

Ο γνωστός αρχαίος πολεοδόμος, με τα σχέδια του οποίου κτίσθηκαν πολλές από τις αρχαίες πόλεις, ήταν από τους πρώτους που διατύπωσαν πολιτικές θεωρίες. Δεν τον απασχολούσε δηλαδή μόνο η καλύτερη διαρρύθμιση της ρυμοτομίας των πόλεων αλλά και ο καλύτερος τρόπος με τον οποίο η κάθε πόλη μπορούσε να κυβερνηθεί. Κατά την δική του σκέψη η ιδανική πολιτεία ήταν μυρίανδρος. Αυτοί οι μύριοι (δέκα χιλιάδες) πολίτες ανήκαν σε τρεις τάξεις: τεχνίτες, γεωργούς και πολεμιστές. Όλοι τους συμμετέχουν στην Εκκλησία τού Δήμου η οποία εκλέγει τους άρχοντες[13]. Αυτό το πολίτευμα ομοιάζει με αυτό που ίσχυε στην Σπάρτη, με την διαφορά ότι στο Σπαρτιατικό πολίτευμα στην Απέλλα, στη συνάθροιση του λαού μετείχαν μόνο οι πολεμιστές (πολίτες = οπλίτες)[14].

Ηρόδοτος

Στον περίφημο «περσικό διάλογο» του Ηροδότου, ο Έλληνας διανοητής με λογοτεχνικό τρόπο παρουσιάζει τρεις Πέρσες άρχοντες, που μόλις έχουν φονεύσει τον σφετεριστή του περσικού θρόνου Σμέρδη (το 522) να διαλέγονται περί του ιδανικού πολιτεύματος. Ο ένας υποστήριζε την δημοκρατία, ο δεύτερος την αριστο­κρατία και ο τρίτος την μοναρχία για να αποτραπεί η αναρχία και οι εμφύλιες διαμάχες, καταστάσεις στις οποίες μπορούν να οδηγήσουν οι άλλες δύο μορφές πολιτεύματος. Αυτός ο τρίτος ήταν ο Δαρείος που κυβέρνησε ως Μέγας Βασιλεύς την Περσία[15]. Ο διάλογος είναι ασφαλώς φανταστικός, καθώς, ας μας επιτραπεί η παρατήρηση, ότι ούτε στον πλέον ευφάνταστο περσικό νου δεν θα μπορούσε ποτέ να περάσει κατά διάνοιαν η σκέψη για εγκαθίδρυση δημοκρατικού, ή έστω αριστοκρατικού πολιτεύματος στην περσική αυτοκρατορία! αλλά η επιλογή του Δαρείου ως το πρόσωπο που υπερασπίζεται την απόλυτη μοναρχία μπορεί να θεω­ρηθεί συμβολική. Διότι για τους Έλληνες, ο Πέρσης Βασιλέας ήταν το πρότυπο της απόλυτης μοναρχίας.

Θουκυδίδης

Ο ιστορικός Θουκυδίδης, θεωρεί ως ιδανική μορφή πολιτε΄ύματος το λεγόμενο μεικτό. Το μείγμα μεταξύ ολιγαρχικού και δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο εξισορροπούσε τα δικαιώματα των ολίγων (πλουσίων) με αυτά των πολλών (φτωχών). Αυτό οδήγησε αργότερα σε σκέψεις για συνδυασμό και των τριών πολιτευμάτων (μοναρχικό, αριστοκρατικό και δημοκρατικό), εκ του οποίου προήλθε η θεωρία του διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων, ή της διάκρισης των εξουσιών[16].

Ισοκράτης

Ο Ισοκράτης, στον Αρεοπαγητικό του λόγο, αναφέρεται στη πάτριο πολιτεία και πάτριο δημοκρατία, στην οποία οι Αθηναίοι όφειλαν να επιστρέψουν. Αυτή ήταν η δημοκρατία που στηριζόταν μεν στην ισότητα των πολιτών, λάμβανε όμως υπόψη και την προσωπική αξία του καθενός. Αυτό σήμαινε ότι όλοι θα συμμετείχαν στη λήψη των αποφάσεων αλλά οι πλούσιοι θα λάμβαναν τα δημόσια αξιώματα, διότι είχαν την δυνατότητα να είναι απερίσπαστοι από τις βιωτικές μέριμνες. Ουσιαστικά πρότεινε την νομιμοποίηση αυτού που στην πράξη έτσι και αλλιώς συνέβαινε[17].

Σωκράτης

Ο Σωκράτης επέκρινε το δημοκρατικό πολίτευμα των Αθηναίων στο σημείο του ότι δίνει το δικαίωμα των αποφάσεων για σημαντικά ζητήματα στον οποιονδήποτε. Καθώς όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν τις ίδιες ικανότητες, δεν είναι λογικό όλοι να έχουν ισοδύναμη ψήφο στις συναθροίσεις της Εκκλησίας του Δήμου. Αυτό μας θυμίζει τις αιτιάσεις του κήρυκα στον διάλογο με τον Θησέα. Πράγματι, αυτό είναι ένα αδύνατο σημείο της δημοκρατίας, το οποίο όμως μπορούσε να περιοριστεί από κάποιους ελεγκτικούς μηχανισμούς που αναφέραμε στην πρώτη ενότητα. Φυσικά, αδυναμίες έχουν όλα τα είδη των πολιτευμάτων. Αυτές μπορούν να υπερνικηθούν όταν η πολιτική έχει ως στόχο την καλή και ενάρετη ζωή των πολιτών. Αυτή η θεώρηση είναι η συνεισφορά του Σωκράτη στην πολιτική σκέψη. Έκτοτε, η πολιτική θα εντάσσεται μέσα στα πλαίσια της ηθικής[18].

Πλάτωνας

Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του περιγράφει εκτός από αυτό που θεωρεί ως ιδανικό πολίτευμα και αυτά που θεωρεί κατώτερα του ιδανικού, δηλαδή το τιμοκρατικό, το ολιγαρχικό , το δημοκρατικό και το δεσποτικό πολίτευμα. Και για το τιμοκρατικό, ή τιμαρχικό, όπου η εξουσία των πολιτών είναι ανάλογη με το εισόδημά τους, λέγει ότι εύκολα μπορεί να εκτραπεί στην καλλιέργεια της φιλαργυρίας μεταξύ των πολιτών. Για το ολιγαρχικό, όπου κυβερνούν οι ολίγοι, δηλαδή οι πλούσιοι, θεωρεί ότι φέρνει διαίρεση στην κοινωνία της πόλεως και διαμάχη μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Στην δημοκρατία υπάρχει ελευθερία και ισότητα, αλλά εκτρέπεται σε ένα είδος ευχάριστης αναρχίας. Το δεσποτικό ή τυραννικό πολίτευμα, είναι για τον Πλάτωνα το χειρότερο από όλα καθώς η απόλυτη εξουσία του ενός εξαφανίζει την αίσθηση της ισότητας και της ελευθερίας, αλλά το αίσθημα ασφαλείας των πολιτών που κινδυνεύουν από την καχυποψία και την ανασφάλεια του δυνάστη για τον θρόνο του[19], όπως ακριβώς περιγράφει ο Θησέας στον διάλογο που σχολιάσαμε στην πρώτη ενότητα.

Η ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα αποτελείται από τρεις τάξεις: παραγωγοί, φύλακες και άρχοντες. Οι παραγωγοί, είναι όλοι όσοι παράγουν προϊόντα, τα επεξεργάζονται, ή προσφέρουν υπηρεσίες στην κοινωνία. Ζουν με τις οικογένειές τους και εξειδικεύονται στις εργασίες του, έχουν ατομική περιουσία, δεν έχουν όμως πολιτικά δικαιώματα. Οι φύλακες, είναι η στρατιωτική τάξη που ασχολείται μόνο με την στρατιωτική εκπαίδευση ώστε να είναι πάντοτε έτοιμοι να προστατεύσουν την πόλη από κάθε επιβουλή. Συντηρούνται από του παραγωγούς, δεν έχουν οικογένειες και ατομική ιδιοκτησία, ζώντας μαζί με τις γυναίκες τους υπό συνθήκες κοινοκτημοσύνης και έχοντας με αυτές ελεγχόμενες επαφές ώστε να γεννηθούν όσο το δυνατόν καλύτερα παιδιά, κατά την ευγονική αντίληψη του Πλάτωνα. Την εξουσία στην ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα, την είχαν οι άρχοντες. Αυτοί ήταν οι καλύτερα εκπαιδευμένοι, ήταν φιλόσοφοι και έπαιρναν όλες τις αποφάσεις. Προέρχονταν από την τάξη των φυλάκων και επιλέγονταν έπειτα από αυστηρές εξετάσεις και δοκιμασίες, ακολουθώντας πολυετή εντατική εκπαίδευση. Τα παιδιά όλων των τάξεων κατατάσσονταν στις κοινωνικές τάξεις από τους άρχοντες ανάλογα με τις ικανότητες τους, ανεξαρτήτως της τάξεως των γονέων τους[20].

Αργότερα, ο Πλάτωνας στο έργο του Νόμοι, διαφοροποιείται από τις προηγούμενες θεωρίες υιοθετώντας την άποψη ενός κράτους οικοδομημένου με βάση την δικαιοσύνη και την λογική, λαμβάνοντας υπ' όψιν τις αδυναμίες του ανθρωπίνου γένους[21].

Αριστοτέλης

Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του περιγράφει την θεωρία του για το ιδανικό πολίτευμα, την πολιτεία, ως ένα κράμα δημοκρατίας και ολιγαρχίας. Τάσσεται δηλαδή υπέρ μιας μετριοπαθούς ολιγαρχίας ή μιας περιορισμένης δημοκρατίας. Το πρότυπό του παρουσιάζει ομοιότητες με το μεικτό σύστημα του Θουκυδίδη[22]. Στο έργο του αυτό ο Αριστοτέλης περιγράφει τα στάδια διαμόρφωσης της ελληνικής πόλεως. Από την οικογένεια, πέρασαν στο στάδιο της κώμης και από αυτό στο στάδιο της πόλεως. Ο άνθρωπος ο οποίος αρχίζει να ανπτύσσεται μέσα στην οικογένεια, μπορεί να φθάσει στην ολοκλήρωσή του μόνο μέσα στα πλαίσια της πόλεως, και άρα είναι «ον πολιτικόν»[23].

ΣΥΝΟΨΗ

Ο ημίθεος Θησέας και ο Θηβαίος κήρυκας στο έργο του Ευριπίδη Ικέτιδες στον αγώνα λόγων μεταξύ τους αντανακλούν τις συζητήσεις για την πολιτική θεωρία στην κλασική Αθήνα. Παρουσιάζουν τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της Αθηναϊκή δημοκρατίας και της μοναρχίας αντιστοίχως. Από τον διάλογο αυτό διαφαίνεται η υπεροχή της δημοκρατίας.

Οι στοχαστές και οι φιλόσοφοι στην Αθήνα της κλασικής περιόδου παρουσιάζουν στα διάφορα έργα τους τον προβληματισμό των ανθρώπων της εποχής τους για το ποιό είναι το ιδανικότερα πολίτευμα για τους ανθρώπους. Ο Ιπποδαμος, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Ισοκράτης, ο Σωκράτης και ιδίως, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης μας άφησαν σημαντικά έργα πολιτικής θεωρίας.

Η Ελληνική πόλις απεδείχθη το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη του λόγου και του διαλόγου περι πολιτικής θεωρίας. Τα πλαίσια που τέθηκαν στις τότε συζητήσεις παρέμειναν τα ίδια και στις μετέπειτα. Η Πολιτεία του Πλάτωνα και τα Πολιτικά του Αριστοτέλη παραμένουν μέχρι σήμερα ως βασικά κείμενα πολιτικής θεωρίας[24].

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Πανεπιστημίου του Cambridge, Ιστορία της Ελλάδος (Συλλογικό έργο), εκδ . Ελληνικά Γράμματα, τομ. 3, Αθήνα 2005.

2. Καλογεροπούλου Α. «Η Αθήνα στον αιώνα του Περικλέους», στο συλλογικό έργο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εδοτικής Αθηνών, τομ. Γ1, σελ. 71- 122.

3. Κουκουζέλη Α., «Πολιτική και θεωρία της πολιτικής» στο Γιαννόπουλος Ι., Κατσιαμπούρας Γ. Κουκουζέλης Α.,Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Β΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σελ. 73-128.

4. Μαστραπάς Α. «Η πόλη – Κράτος» στο Θ. Βερέμης, Ι. Γιαννόπουλος, Σ. Ζουμπάκη, Ε. Ζυμή, Θ. Ιωάννου, Α. Μαστραπάς, Ελληνική Ιστορία, Τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 71-114.

5. Andrewes A., Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Α. Παπαδόπουλος, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999.

6. Glotz G., Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ. Α. Σακελλαρίου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994.

7. Irving C.G. Η ζωή εις την αρχαίαν Ελλάδα, μτφρ. Σ. Αντωνιάδου, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1995.

8. Mosse C., Ο πολίτης στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ι. Παπακωνσταντίνου, εκδ. Σαβάλλα, Αθήνα 1998.

9. Mosse C.– Schnapp – Gourbeillon A., Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1999.

[1] Mosse C.– Schnapp – Gourbeillon A., Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1999, σελ. 260.

[2] Βλ. Irving C.G. Η ζωή εις την αρχαίαν Ελλάδα, μτφρ. Σ. Αντωνιάδου, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1995 σελ.14

[3] Μαστραπάς Α. «Η πόλη – Κράτος» στο Θ. Βερέμης, Ι. Γιαννόπουλος, Σ. Ζουμπάκη, Ε. Ζυμή, Θ. Ιωάννου, Α. Μαστραπάς, Ελληνική Ιστορία, Τόμ. Α΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002, σελ. 87.

[4] Στο ίδιο.

[5] Κουκουζέλη Α., «Πολιτική και θεωρία της πολιτικής» στο Γιαννόπουλος Ι., Κατσιαμπούρας Γ. Κουκουζέλης Α.,Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμ. Β΄, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σελ. 86.

[6] Υπήρχε και η αρχαία παροιμία «ἀπό κώπης ἐπί βῆμα», δηλ. από κωπηλάτης καραβιού έγινε ρήτορας στην Πνύκα.

[7] Κουκουζέλη Α., ό.π., σ. 85.

[8] Καλογεροπούλου Α. «Η Αθήνα στον αιώνα του Περικλέους», στο συλλογικό έργο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εδοτικής Αθηνών, τομ. Γ1, σελ. 88.

[9] Irving C.G., ό.π., σ. 15

[10] Πανεπιστημίου του Cambridge, Ιστορία της Ελλάδος (Συλλογικό έργο), εκδ . Ελληνικά Γράμματα, τομ. 3, Αθήνα 2005, σελ. 132.

[11] Κουκουζέλη Α., ό.π., σελ. 86.

[12] Andrewes A., Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Α. Παπαδόπουλος, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1999, σελ. 100.

[13] Κουκουζέλη Α., ό.π., σελ. 89.

[14] Στο ίδιο, σελ. 82.

[15] Στο ίδιο, σελ. 89.

[16] Στο ίδιο, σελ. 89.

[17] Mosse C.– Schnapp – Gourbeillon A., Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1999. σελ 116-119.

[18] Κουκουζέλη Α., ό.π., σελ. 89.

[19] Στο ίδιο, σελ. 93-94.

[20] Στο ίδιο, σελ. 95-96.

[21] Στο ίδιο, σελ. 97.

[22] Στο ίδιο, σελ. 99.

[23] Glotz G., Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ. Α. Σακελλαρίου, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994, σελ 12-13.

[24] Κουκουζέλη Α., ό.π. σελ. 99.