Η συστηματική μεθοδολογική έρευνα, που περιλαμβάνει διάφορα γλωσσικά και πολιτιστικά στοιχεία, δρα θετικά στην όλη μεταφραστική διαδικασία αποτελώντας ερέθισμα και για τον ίδιο τον μεταφραστή, ο οποίος μέσα από αυτήν τη διαδικασία συνειδητοποιεί τον τρόπο με τον οποίο τα διάφορα γλωσσικά-πολιτιστικά στοιχεία μπορούν να λάβουν μέρος στις μεταφραστικές, γνωστικές διαδικασίες (όξυνση περιέργειας).
Οι εκτενείς έρευνες πάνω στον μεταφραστικό τομέα οξύνουν με τη σειρά τους το πνεύμα της ανάλυσης-σύνθεσης που θα πρέπει να διακρίνει τον κάθε μεταφραστή. Αν προχωρήσουμε σε μία αναλυτικότερη προσέγγιση των όρων θα δούμε ότι με την αναλυτική ικανότητα, από τα ασαφή και περίπλοκα δεδομένα η σκέψη προχωρά σταδιακά σε όλο και ειδικότερα, απλούστερα και σαφέστερα στοιχεία, φθάνοντας σε μια όσο το δυνατό πληρέστερη αποκωδικοποίηση του προς μελέτη τμήματος της πραγματικότητας και στη συγκεκριμένη περίπτωση μία πληρέστερη αποκωδικοποίηση της εκάστοτε ανατιθέμενης εργασίας (μετάφραση).
Με βάση τώρα υποθέσεις του ερευνητή που έχουν προκύψει από το συνδυασμό των δεδομένων της ανάλυσης και των οντολογικών αρχών του, συνδυάζονται τα στοιχεία που προκύπτουν από την ανάλυση οδηγώντας σταδιακά το μεταφραστή στο επιθυμητό αποτέλεσμα, στη μετάφραση δηλαδή του κειμένου-στόχου. Ουσιαστικά δεν υφίσταται μετάφραση χωρίς την καλλιέργεια του πνεύματος ανάλυσης-σύνθεσης από μέρους του μεταφραστή για τον απλούστατο λόγο ότι η μετάφραση αποτελεί από μόνη της προϊόν σύνθεσης-ανάλυσης. Η μεταφραστική διαδικασία είναι μια περίπλοκη διαδικασία, η οποία όμως ανάγεται αυτομάτως σε μία απλούστερη μέσω της επεξεργασίας των δεδομένων διαδικασία που οδηγεί σε ασφαλή και ορθά συμπεράσματα.