Τρέμοντας μην ζήσει μόνος του ως τα 80, μελαγχολούσε στο παράθυροΣα να χε μείνει πάνω σε ένα τρένο μία στάση πέρα από τον προορισμό τουΗ νύχτα είναι δικιά μου και δικιά σου, μακρινή αγάπη, ολέθρια, που τώρα δεν ζω παρά για να σ αναστήσω. Μα να που τα λόγια δεν φτάνουν πιαΤα λόγια είναι φενάκη κι η αλήθεια εσύΕσύ μένεις να με οδηγείς με την σκοτεινή φωτοβολίδα σου στο χάος αυτό, το χάος μου, που φρόντισες να το γεμίσεις με την φωνή σουΤι ήρθα; Που πάω; Τι ζητώ; Γιατί χωρίς εσένα λιγόστεψε το φως μου;Μακρινή, μακρινή που μου φαίνεσαι αγάπη μουΜακρινή, μακρινή που είσαι τώρα. Μου άφησες τα σημάδια σου ανεξίτηλαΤόσα ρούχα, τόσες γραφές στον αέρα, τόσα αποτυπώματα στην σκιάΠως να πω ότι όλα αυτά ήταν ενέργεια κι εσύ ξαναγύρισες στην πηγή σου;Θέλω να έρθω να σε βρω. Είσαι γλυκιά και σ αγαπάωΜονάχα όταν έρχεσαι να σε δω να φοράς τα ρούχα που μ αυτά σε γνώρισα, έτσι σ αγάπησα, έτσι σε πίστεψαΣε αισθάνθηκα λίγο μακρινή όταν γύρισες από την ΑμερικήΜετά απόκτησες μία κρούστα ασάφειαςΑπ το να τα πνίγεις όλα μέσα σου, κόντευες να πνιγείς η ίδιαΣ αυτό το πολύ βιαστικό πέρασμά μας από την γη, καθένας μας αφήνει μιαν ανάσα, μια πνοή κι όλα μετά τα σβήνειΜην ζητάς να μάθεις πιο βαθιά τα μυστικά, δεν υπάρχουνΜα κι αν υπήρχαν, δεν τα ξέρουμε κι αυτά, δεν τα ξέρουμεΔεν έχω άλλα δάκρυα. Μισώ το γράψιμο που με εκτόνωσε, που μου δίνει την αίσθηση ότι κάνω το χρέος μου απέναντί σουΤο μόνο χρέος μου, γλυκιά μου αγάπη, για πάντα χαμένη, είναι να κλαίω για σένα, να κλαίω, να κλαίω. Κι όταν δεν το μπορώ, αρρωσταίνω...
Στίχοι: Β. Βασιλικός, Μουσική: Δ. Τσακνής (αφήγηση Γ. Κιμούλης)