Οδός Σανταρόζα

Δεν είν’ από επάγγελμα, δεν είν’ αυτός ο λόγοςΠου πάω και στριμώχνομαι στο κακουργοδικείοΔεν είμαι κάνας διάσημος δα ποινικολόγοςΚαλά καλά δεν πρόλαβα να πάρω και πτυχίο.Χωρίς κανένα έλεος τρέχω στην κάθε δίκηΗ τρίχα μου σηκώνεται στη θέα του φονιάΌχι από οίχτο ή ανθρωπιά μα με γεμίζει φρίκηΚαι σπρώχνω ψιθυρίζοντας “μια θέση ρε παιδιά!”
Αν έχεις σαν κι εμένανε απάνθρωπη καρδιάπου γουστάρει πτώματα και δικηγόρου πρόζαΝα σου πω πού βρίσκεται Σταδίου και γωνιάΕκείνο το ερείπιο της οδού Σανταρόζα.
Με συγκινούν οι συγγενείς που κλαίνε στους διαδρόμουςΚι η αδρεναλίνη μ’ ανεβάζει τους σφυγμούςΣα βλέπω αυτόν τον άθλιο κοντά στους αστυνόμουςΝα σπαρταράει σαν ψάρι απ’ τους λυγμούς!
Μου φαίνεται όμως κάποτε η μέρα πως θα 'ρθείΠου θ’ απονεμηθεί στον κόσμο η Θεία ΔίκηΕμένα θα δικάζουνε, Πολιτική ΑγωγήΘα είναι όσοι κοίταζα με φρίκη.
Οι λωποδύτες, μαστροποί, προπάντων οι φονιάδεςθα λένε συνωθούμενοι όλοι για να με δουν“Αυτός όταν μας δίκαζαν μας έφτιαχνε καντάδες”και δαχτυλοδειχτούμενο θα με περιφρονούν.
Αν έχεις σαν κι εμένανε απάνθρωπη καρδιάπου γουστάρει πτώματα και δικηγόρου πρόζαΝα σου πω πού βρίσκεται Σταδίου και γωνιάΕκείνο το ερείπιο της οδού Σανταρόζα.
Αν έχεις σαν κι εμένανε απάνθρωπη καρδιάΚαι κομμάτι διαστροφή στο σάπιο σου κρανίοΝα σου κρατήσω ρεζερβέ κι εσένα μια γωνιάΝα δεις τα όσα γίνονται στο Κακουργοδικείο.
Βασίλης Νικολαῒδης, 1981