Σε πόλη ξένη και συννεφιασμένη τυχαία στο µετρόσυνάντησα το φίλο µου, το Λάκη, συµφοιτητή παλιό.θυμήθηκα έναν άλλο ήλιο µες στην παγωνιά,σαν ήχο λύρας, σαν παλιό τραγούδι σ’ ακροθαλασσιά.Είχε µαλλιά ως τους ώμους γένια και µουστάκια κι µάτια γελαστάίδιος σαν τότε που αλλάζαμε τον κόσμο σαν όλα τα παιδιά.Πήρε βραβεία και πολλούς επαίνους, το µέλλον του λαµπρόνστη ζωή βγήκε, έμαθε το επ' ώμου, το εν δύο και πρηνηδόν.Υποτροφία έχει τρεις και εξήντα, ταλέντο κι όνειραφορούσε το ίδιο σκούρο µπλε σακάκι από το ’67.Πέντε πατώµατα ως τη σοφίτα κι εκεί στα αψηλάτα όνειρά του ζωγραφίζει, µα τα πόδια του πατούν στη γη τώρα πια.Δεν τον αλλάξαμε τον κόσμο φίλε Λάκη ούτε εσύ ούτε εγώ,µα βάλε εσύ ένα χρώμα, ένα πετραδάκι και ένα τραγούδι εγώκαι κράτα µέσα σου τον ίδιο ήλιο µες στην παγωνιά,σαν ήχο λύρας, σαν παλιό τραγούδι σ’ ακροθαλασσιά.
Αρλέτα, Ταξιδεύοντας, 1978.