Οδήγηση και κινητό

Κινητό, αυτοκίνητο και πικροί καφέδες

του Κωνσταντίνου Χρ. Σπίγγου, νευρολόγου*

Η συζήτηση περί της πιθανής ανθυγιεινής επίδρασης των κινητών τηλεφώνων στον άνθρωπο είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει να απασχολεί την επιστημονική κοινότητα και κατ’ επέκταση την κοινή γνώμη επί μακρόν. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι προβληματισμοί έχουν επικεντρωθεί περισσότερο στην «βιολογικά εύλογη» πιθανή επίδραση της ακτινοβολίας στα κύτταρα του σώματος, παραγνωρίζοντας κάποιες λιγότερο προφανείς, αλλά τεκμηριωμένες πλέον, συνέπειες. Αυτές σχετίζονται με την διατάραξη της προσοχής που προκαλεί μια συνομιλία στο κινητό ενώ οδηγούμε.

Είμαι πολυάσχολος, όπως μάλλον κι εσείς. Εκτός από το ότι ο ελεύθερος χρόνος μου είναι πάντα «πονεμένη ιστορία», στην πόλη βαριέμαι την οδήγηση, ιδίως στη διαδρομή που κάνω καθημερινά, σπίτι - γραφείο. Συνήθως εκμεταλλεύομαι λοιπόν αυτό το χρόνο για να τηλεφωνήσω, από το κινητό. Σε συνεργάτες, στη μάνα μου, σε φίλους. Αλλά ακόμη και στην εθνική, όπου θέλω να προσέχω παραπάνω την οδήγησή μου, είμαι πάντα διαθέσιμος, λόγω επαγγέλματος, σε οποιονδήποτε θέλει άμεσα να επικοινωνήσει μαζί μου. «Χρησιμοποιείς hands-free;» θα με ρωτήσετε. Κι εγώ θα σας απαντήσω, «ναι, φυσικά!». Αλλά πάντα είχα ένα ακαθόριστο αίσθημα ότι δεν είναι όλα εντάξει. Το αίσθημα αυτό φαίνεται ότι πήρε πρόσφατα σάρκα και οστά, όταν διάβασα τα αποτελέσματα μεγάλης και πολύ αξιόπιστης μελέτης. Οι επιστημονικές μελέτες έχουν γενικά την αξία ότι αποδεικνύουν συσχετίσεις που κάποιοι υποπτεύονται αλλά κάποιοι άλλοι τις αντιμετωπίζουν με δυσπιστία.

Ερευνητές στον Καναδά συνέλεξαν εθελοντές μη επαγγελματίες οδηγούς. Οι οδηγοί υποβλήθηκαν σε ποιοτική αξιολόγηση της αντίδρασής τους, υπό ελεγχόμενες συνθήκες οδήγησης, σε κυκλοφοριακό πάρκο. Αρχικά, καταγράφθηκε η ικανότητά καθενός να αντιληφθεί την κατάσταση του οδοστρώματος (βρεγμένο ή όχι σε κάποια εξαρχής άγνωστα σε αυτόν σημεία) ώστε να δράσει αναλόγως προκειμένου να φρενάρει χωρίς να γλιστρήσει το αυτοκίνητο πριν από ένα ξαφνικό εμπόδιο, ενώ είχε μια αδιάφορη συνομιλία με το συνεπιβάτη του ερευνητή της μελέτης. Ο ίδιος οδηγός υποβλήθηκε ακολούθως στην ίδια ακριβώς δοκιμασία, με την εξαίρεση ότι αυτή τη φορά τού γινόταν την κρίσιμη στιγμή μια σύνθετη ερώτηση, στην οποία είχε εκ των προτέρων λάβει την οδηγία να απαντήσει άμεσα και με ακρίβεια, αλλά δεν γνώριζε ποια θα ήταν, ούτε και το πότε θα του τεθεί, ενσωματωμένη μέσα στην αδιάφορη συνομιλία. Το αποτέλεσμα ήταν το αυτοκίνητο να γλιστρήσει σε πολύ περισσότερες περιπτώσεις.

Η ερώτηση αυτή κάλλιστα θα μπορούσε να έχει τεθεί από κάποιο συνομιλητή μας, στο κινητό. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ερωτήσεις δεν είχαν συναισθηματική αξία για τον ερωτώμενο, όπως θα μπορούσε να έχει π.χ. μια συνομιλία με έναν φίλο, η οποία είναι εύλογο να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη περίσπαση της προσοχής.

Μια άλλη προσομοίωση, με την οποία μπορείτε να πειραματιστείτε στο σπίτι σας, με ασφάλεια και χωρίς σοβαρές συνέπειες και που διαθέτει πολύ καλή αναλογία με το παραπάνω ζήτημα (της ακριβούς απόκρισης δηλαδή ενός μέσου ανθρώπου ταυτόχρονα σε δύο εξίσου σύνθετες προκλήσεις), είναι και η εξής: δοκιμάστε να παρασκευάσετε έναν ελληνικό καφέ ενώ κάποιος, σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, σας καλεί να αθροίσετε, όσο πιο γρήγορα μπορείτε, διψήφιους αριθμούς. Θα διαπιστώσετε ότι με το συνδυασμό αυτών των δύο απλών και καθημερινών ασχολιών, που σε μεγάλο βαθμό επιτελούνται αυτόματα και δεν κρύβουν εκπλήξεις, είτε οι απαντήσεις σας θα είναι λανθασμένες, είτε θα έρθουν καθυστερημένες ή, το πιθανότερο, ο καφές δεν θα έχει τη γεύση που θέλετε.

Το θέμα μου φάνηκε αρκετά σοβαρό και έκανα μια πρόχειρη αναζήτηση στην ιατρική βιβλιογραφία. Έτσι, πολύ εύκολα διαπίστωσα ότι για το θέμα υπάρχουν δεκάδες μελέτες, σε διάφορες συνθήκες και σε πολλές χώρες, εκ των οποίων όλες συμφωνούν ως προς τα παραπάνω συμπεράσματα. Μεγάλο κομμάτι της έρευνας που σχετίζεται με τη χρήση κινητού τηλεφώνου κατά την οδήγηση ασχολείται με την αξιολόγηση του χρόνου αντίδρασης μεταξύ εθελοντών οδηγών, ενώ άλλες μελέτες λαμβάνουν τα δεδομένα από τροχαία ατυχήματα και τα υποβάλλουν σε στατιστική ανάλυση.

Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, προσδιορίστηκαν 456 οδηγοί - κάτοχοι κινητού οι οποίοι είχαν εμπλακεί σε μη θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα που τους οδήγησε όμως στο νοσοκομείο και με την άδεια τους, αναλύθηκαν τα αρχεία των τηλεφωνικών τους κλήσεων από και προς τον αριθμό τους. Μεταξύ αυτών, το ποσοστό συνομιλίας στο κινητό κατά τη διάρκεια των 10 λεπτών πριν το ατύχημα ήταν 4-πλάσιο σε σχέση με την αντίστοιχη ώρα της προηγούμενης ημέρας και της ίδιας ημέρας μια εβδομάδα πριν, για το ίδιο άτομο και στην ίδια διαδρομή. Ο κίνδυνος δεν επηρεάστηκε από το φύλο, την ηλικία ή τον τύπο του κινητού που χρησιμοποιούσαν. Αυτό σημαίνει ότι τόσο εάν το κρατούσαν στο χέρι όσο και αν χρησιμοποιούσαν σύστημα hands-free, ο κίνδυνος για ατύχημα παρέμενε αυξημένος. Η μελέτη αυτή δημοσιεύθηκε κατά το προηγούμενο έτος, στο μεγάλης αξιοπιστίας ιατρικό περιοδικό British Medical Journal.

Σε άλλη ανάλυση που διενεργήθηκε από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Rochester στις ΗΠΑ, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε συσχέτιση, από τη μια μεταξύ της ύπαρξης και πολύ περισσότερο της χρήσης κινητού τηλεφώνου κατά την οδήγηση και από την άλλη, των σοβαρών εκ των τροχαίων ατυχημάτων. Στη μελέτη αναλύθηκαν οι συνθήκες 223.137 ατυχημάτων που συνέβησαν μεταξύ του 1992 και του 1995, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος. Εάν το ατύχημα ήταν θανατηφόρο, οι περιπτώσεις χρήσης κινητού τηλεφώνου κατά τη χρονική περίοδο στην οποία συνέβη ήταν 9-πλάσιες σε σχέση με τα μη θανατηφόρα ατυχήματα, ενώ η απλή παρουσία κινητού τηλεφώνου στο αυτοκίνητο αύξανε τον κίνδυνο στο διπλάσιο, για αδιευκρίνιστους λόγους! Κατά την ανάλυση είχαν ληφθεί υπόψιν όλοι οι άλλοι παράγοντες που πιθανώς έπαιξαν ρόλο, όπως η κατανάλωση αλκοόλ, η ηλικία, το φύλο, η ταχύτητα των οχημάτων, αλλά και άλλοι παράγοντες περίσπασης της προσοχής, όπως η παρουσία συνεπιβάτη ή οι διαφημιστικές πινακίδες.

Ίδια είναι ενδεχομένως τα συμπεράσματα και ως προς άλλους κινδύνους περίσπασης της προσοχής κατά την οδήγηση, τους οποίους θέτει η σύγχρονη τεχνολογία και όχι μόνο. Τα κινητά τηλέφωνα συνιστούν έναν μόνο από αυτούς, συναγωνιζόμενα με τις διαφημιστικές πινακίδες, την ενασχόληση με το ραδιόφωνο ή το CD και με τα συστήματα δορυφορικής πλοήγησης ή με τις οθόνες υψηλής τεχνολογίας, που πρόσφατα έκαναν την εμφάνιση τους. Η συνομιλία στο κινητό όμως έχει την ιδιαιτερότητα ότι απαιτεί σχετικά πολύ πιο άμεση συμμετοχή, που δεν γίνεται να αναβληθεί, ενώ η αλλαγή του CD ή ένας συνομιλητής που επιβαίνει στο αυτοκίνητο μπορούν να περιμένουν.

Η παραπάνω λίστα είναι μεγάλη πλέον, αν και κάποτε θα περιλάμβανε αποκλειστικά πιο κλασσικές περισπάσεις: ένα συζυγικό καυγά, μια ωραία ύπαρξη με ενδιαφέρον καλοκαιρινό ντύσιμο που περπατά στο πεζοδρόμιο. Προφανώς, κατά τις στιγμές ακινησίας μέσα στην κυκλοφοριακή συμφόρηση δεν έχει και πολύ σημασία το πού ακριβώς προσέχουμε, αλλά πόσοι από εμάς έχουν την αυτοπειθαρχία να σταματούν την προηγούμενη ασχολία τους μόλις βάλουν την πρώτη;-

-----------------------

ΕΠΙΚΡΙΣΗ [10/6/2010]

Τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου, τα παραπάνω σχόλια διατυπώνονται και επισήμως πλέον από το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine!

Το hands-free μειώνει εκτός από την ακτινοβολία προς τον εγκέφαλο και τους κινδύνους ατυχημάτων, αλλά διόλου δεν μας απαλλάσσει από αυτούς, ανεξαρτήτως του εάν έχει καλώδιο ή είναι «blue-tooth».

Η προσοχή είναι μια σύνθετη λειτουργία του εγκεφάλου, η οποία όμως, αντίθετα με τον τρόπο λειτουργίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών, δεν μπορεί να επιμεριστεί σε διαφορετικά καθήκοντα. Έτσι, αυτό που ουσιαστικά κάνουμε όταν εκτελούμε παράλληλα δύο ενέργειες (κάτι που πολλοί νομίζουμε ότι είναι ευκολότατο) είναι το να παρεμβάλλουμε μικροκαθυστερήσεις εναλλάξ σε κάθε μία από τις ενέργειες, όποτε φαινομενικά τις εκτελούμε «ταυτόχρονα». Εάν η μία από τις δύο πράξεις είναι «αυτόματη» αποτελεί δηλαδή αποτέλεσμα μακροχρόνιας μάθησης, τα πράγματα είναι ευκολότερα. Η οδήγηση όμως συχνά δεν συγχωρεί καθυστερήσεις ούτε και της τάξης των κλασμάτων του δευτερόλεπτου, ενώ ακόμη και μέσα στο μποτιλιάρισμα, το πότε θα πεταχτεί ξαφνικά μπροστά μας ένας πεζός ή ένα δίκυκλο (καταστάσεις όπου δεν επαρκεί ο «αυτοματισμός» και απαιτείται «επεξεργασία» από τον εγκέφαλο της αντίδρασής μας) δεν το γνωρίζουμε. Εάν, από την άλλη, θέλουμε να συνεχίσουμε να οδηγούμε υπεύθυνα, μάλλον δεν θα συνεννοηθούμε σωστά με το συνομιλητή μας.

*Δημοσίευση στο περιοδικό Popular Medicine, 2007.