ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΤΥΡΝΟΒΟΥ
Ό όσιος Θεοδόσιος Τυρνόβου
Ο όσιος Θεοδόσιος (βουλγάρικης καταγωγής) έζησε στα τέλη του 13ου αιώνος στην περιοχή του Τυρνόβου. Υπήρξε μια μεγάλη εκκλησιαστική
μορφή της εποχής του. Είναι εκείνος πού πρώτος έφερε στη Βουλγαρία τη διδασκαλία του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου και το ορθόδοξο ασκητικό ήθος του Αγίου Όρους.
Ό ισχυρός πόθος του να αφιερωθεί στόν Θεό από τη νεανική του ηλικία τον έκανε να απαρνηθεί τα εγκόσμια, πατρίδα, περιουσία και συγγενείς, και να πορευθεί στη Μονή του Αγίου Νικολάου του Άρτσάρ (περιοχή Βιδυνίου). Εκεί απορροφήθηκε από τη μελέτη των Αγίων Γραφών. Αποστήθισε το Ψαλτήριο και προσευχόταν απερίσπαστα καλλιεργώντας τις αρετές της νηστείας, της ταπεινοφροσύνης και της υπακοής. 'Όταν έκοιμήθη ό πνευματικός του καθοδηγός Ιώβ, αναχώρησε για την Ιερά Μονή της Θεοτόκου της Οδηγήτριας στο Τύρνοβο. Εκεί μέσα στην ησυχία των δασών του Σλίβεν με μια ομάδα ασκητών μοναχών απολάμβανε την παρουσία του Θεού και ζούσε πλημμυρισμένος από τη θεία Χάρη του.
Σύντομα όμως αναχώρησε για τη Μονή της Θεοτόκου Επικέρνους αναζητώντας νέο πνευματικό οδηγό. Ό Κύριος ικανοποίησε τον βαθύ πόθο του δούλου του. Εκεί στα σύνορα της Βουλγαρίας με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατέφθασε τότε από το Άγιον Όρος ό μεγάλος ασκητής και όσιος, ό Γρηγόριος ό Σιναΐτης με συνοδεία μαθητών. Οι ληστρικές επιδρομές Σαρακηνών πειρατών είχαν καταστήσει το Άγιον Όρος την εποχή εκείνη δύσκολο τόπο ασκήσεως. Συνάντησε λοιπόν ό όσιος Θεοδόσιος τον όσιο Γρηγόριο και συνέβη, όπως λέει ό βιογράφος του, να ελκυσθεί από αυτόν τόσο ισχυρά «όπως ό σίδηρος έλκεται από τον μαγνήτη».
Ό Θεοδόσιος ανακάλυψε στο πρόσωπο του όσιου Γρηγορίου πνευματικό θησαυρό. Αφοσιώθηκε στο νέο του γέροντα απορροφώντας με δίψα το ασκητικό του ήθος αλλά και τις σοφές διδαχές του. Σύντομα ό Θεοδόσιος αναδείχθηκε πρότυπο μοναχού, έγινε «υπόδειγμα υπακοής και ζηλωτής νοεράς προσευχής». Στη συνοδεία αυτή γνώρισε και συνεδέθη με πνευματική φιλία και με τον όσιο Ρωμύλο. Δυστυχώς όμως ό Θεοδόσιος δεν απόλαυσε για πολύ τη χαρά του Κοινοβίου, γιατί ό όσιος Γρηγόριος έκοιμήθη. Οι μοναχοί προέκριναν για νέο ηγούμενο τον όσιο και ευλαβή Θεοδόσιο. Αυτός όμως έντονα αρνήθηκε και αναχώρησε αμέσως με τον συμμοναστή του Ρωμύλο για την περιοχή του Σλίβεν και τον Άθωνα για μελέτη των έργων των άγιων Πατέρων. Επειδή όμως οι πειρατείες δεν είχαν κοπάσει, σύντομα αναχώρησε και από εδώ. Και μετά από επίπονη περιοδεία (Θεσσαλονίκη - Βέροια - Κωνσταντινούπολη - Παρόρια, Σλίβεν) κατέληξε στο όρος Κελιφάρεβο (κοντά στο σημερινό Μπουργκάς στη Μαύρη θάλασσα). Εκεί με τη συνδρομή του Βούλγαρου βασιλιά Ιωάννη Αλεξάνδρου (1331-1371), πού αγαπούσε και θαύμαζε πολύ τον Μοναχισμό και τον βυζαντινό πολιτισμό, έκτισε Μονή.
Το ιερό αυτό συγκρότημα από 50 περίπου μοναχούς πού διηύθυνε ό Θεοδόσιος θεμελιώθηκε στις πνευματικές αυστηρές βάσεις της ασκητικής διδασκαλίας του όσιου Γρηγορίου. Υπήρξε φάρος της Ορθοδοξίας πού εξέπεμπε το φως του γνήσιου ησυχασμού σ' όλη τη Βουλγαρία και έξω από το σύνορα της. Εκεί οι μοναχοί «αντέγραφαν χειρόγραφα και μετέφραζαν στο Σλαβονικό έργα μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας» μεταγγίζοντας στη χώρα τους την άγιοπνευματική εμπειρία της Ορθοδοξίας. Σ' αυτή τη Μονή έφθαναν μαθητές από τη Σερβία, Ουγγαρία και Βλαχία για να φωτισθούν και να ακούσουν την ορθόδοξη διδασκαλία. Ή Μονή υπήρξε ακόμη και κέντρο αντιαιρετικό πού αντιμετώπιζε με σθένος τούς οπαδούς των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακίνδυνου, τούς Βογομίλους και Ίουδαϊζοντες.
Μεγάλη υπήρξε ή συμβολή του όσιου Θεοδοσίου και στη Σύνοδο της Βουλγαρίας του 1359, πού συγκλήθηκε για θέματα αιρέσεων. Ό ίδιος ό Όσιος προήδρευσε σ' αυτήν και με τη δυναμική του συμβολή χάρισε νίκη στην Ορθοδοξία. Όμως επιδρομές αλλοθρήσκων ανάγκασαν τον Θεοδόσιο να αναχωρήσει από το Μοναστήρι. Αποσύρεται λοιπόν σε απρόσιτο σπήλαιο, όπου έζησε εκεί τρία χρόνια με αυστηρότερη άσκηση. Ασθένεια όμως βαριά τον καθήλωσε επί είκοσι μήνες. Αγόγγυστα υπέμενε τη νέα δοκιμασία ευρισκόμενος πάντα ξαπλωμένος με αχώριστα σύντροφο τη νοερά προσευχή και την ιερά μελέτη.
Επιθυμούσε όμως πολύ πριν πεθάνει να επισκεφθεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κάλλιστο τον Α', παλαιό φίλο και συμμαθητή του. Έφτασε λοιπόν στην Κωνσταντινούπολη και του υπέβαλε ευλαβικά τη «μετάνοια» του. Ζήτησε την ευλογία του και συζήτησε μαζί του με εγκαρδιότητα όχι μόνο θέματα πνευματικής ζωής άλλα και για προβλήματα της Εκκλησίας της Βουλγαρίας. Μέχρι το τέλος της ζωής του ό μακάριος όσιος Θεοδόσιος παρέμεινε στη Βασιλεύουσα στην Ιερά Μονή του Αγίου Μάμαντος.
Προαισθανόμενος το τέλος του κάλεσε γύρω του τούς μαθητές του αφήνοντας τους τις τελευταίες του υποθήκες. Τούς είπε: «Να είστε αυστηροί στα δόγματα, να μένετε προσηλωμένοι στο Θεό, να προσεύχεσθε, να αγνίζετε τα συναισθήματα σας και να ευαρεστείτε στον πανάγιο Θεό με τον αγώνα σας».
Οι μαθητές ασπάστηκαν με δάκρυα τα χέρια και τα πόδια του άγιου καθοδηγού τους. Και αφού ο Όσιος απήγγειλε το «Πιστεύω» και μετέλαβε με κατάνυξη τα Άχραντα Μυστήρια, παραδόθηκε σε έκσταση βλέποντας γύρω του φωτοειδείς Αγγέλους. Και με ειρηνικό μειδίαμα στα χείλη κλείνοντας τα βλέφαρα του παρέδωσε την ψυχή του στον Δημιουργό του, τον Κύριο και Θεό μας, στις 27 Νοεμβρίου του 1363. Τότε γέμισε το κελλί του από μια άρρητη ευωδία.
Ό Κύριος δόξασε τον δούλο του και πιστό του μαθητή Θεοδόσιο. Ή κηδεία του έγινε στην Κωνσταντινούπολη με μεγαλοπρέπεια με την παρουσία του Πατριάρχου και της Ιεράς Συνόδου. Το έργο του όσιου Θεοδοσίου δεν έσβησε. Δικά του πνευματικά αναστήματα είναι ό άγιος Κυπριανός Κιέβου (16/9) και ό άγιος Ευθύμιος Πατριάρχης Τυρνόβου (20/1).
Το αγνό, γνήσιο και αυθεντικό ήθος και δόγμα της Ορθοδοξίας μας, πού μάς χάρισε ό πανάγιος Θεός, ας το απολαμβάνουμε. Και ας το μεταλαμπαδεύουμε γύρω μας με καύχηση έν Κυρίω και με συναίσθηση ευθύνης όπως ό όσιος Θεοδόσιος ό έν Τυρνόβω.