Ο Ρ Θ Ο Δ Ο Ξ Α Μ Η Ν Υ Μ Α Τ Α
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΝΗΣΤΕΥΩΜΕ;
Θα ειπούν οι πιστοί: Τί ερώτημα είναι αυτό; Το ότι πρέπει να νηστεύουμε είναι από τα αυτονόητα και δεν επιτρέπεται να τίθεται τέτοιο ερώτημα.
Ναι, το καθήκον της νηστείας είναι από τα αυτονόητα. ’Αλλ’ είναι από τα αυτονόητα για τούς πιστούς, τούς αληθινούς χριστιανούς, όχι και για τούς κατ’ όνομα χριστιανούς, τούς κοσμικούς, και μάλιστα τούς γαστρίμαργους και λαίμαργους, «ών ό Θεός ή κοιλία» (Φιλιπ. γ' 19). Κατ’ όνομα χριστιανοί και ιδίως κοιλιόδουλοι ρωτούν τούς πιστούς: Που βρήκατε τη νηστεία; Τη νηστεία, λέγουν, όρισαν οι παπάδες, για να μη τρώγει ό λαός και να περισσεύουν υλικά αγαθά, για να τρώγουν αυτοί! Παρερμηνεύοντας μάλιστα ένα λόγο του Χριστού λέγουν, ότι τα εισερχόμενα δεν βλάπτουν, τα εξερχόμενα βλάπτουν. Και συμφώνως προς τις αντιλήψεις τους δεν τηρούν τις νηστείες της Εκκλησίας. Πολλοί απ’ αυτούς και τη Μεγάλη Παρασκευή και το Μέγα Σάββατο κρεοφαγούν σαν τα σαρκοβόρα θηρία!
Στο ερώτημα των κοιλιόδουλων, «Που βρήκατε τη νηστεία;», οι συνειδητοί χριστιανοί απαντούν: Στο θεόπνευστο κείμενο της Θρησκείας μας, την ‘Αγία Γραφή, εκεί βρήκαμε τη νηστεία. ‘Αναφέρουμε μερικά μόνο διδάγματα και παραδείγματα νηστείας από την 'Αγία Γραφή.
Ό Κύριος έδωσε στους πρωτοπλάστους την εντολή να μη φάγουν από ένα δένδρο του παραδείσου. Και απείλησε, αν παραβούν την εντολή, θάνατο (Γεν. β' 16-17). Αυτή ή εντολή του Θεού ήταν εντολή νηστείας. Και όπως παρατηρεί ό Μέγας Βασίλειος, συμφώνως προς αυτή την εντολή ή νηστεία είναι συνηλικιώτης του ανθρώπου. Τόσο αρχαία ή νηστεία, όσο αρχαίο το ανθρώπινο γένος. Ή δε παράβαση εκείνης της νηστείας επέφερε το θάνατο, πρώτα τον πνευματικό και έπειτα τον σωματικό.
Ό Μωυσής και κατά τις δύο αναβάσεις του στο όρος Σινά νήστευσε τελείως και έτσι αξιώθηκε να παραλάβει από το Θεό τις δέκα εντολές (Δευτ. θ' 9, 18. Βλέπε και Έξόδ. λδ' 28).
Για την ημέρα του Εξιλασμού, που συμβόλιζε τη δική μας Μεγάλη Παρασκευή, ό Θεός διέταξε ταπείνωση των ψυχών διά νηστείας. Ό δε παραβάτης θα εξολοθρευόταν από το λαό διά θανάτου (Λευϊτ. κγ' 27, 29. Βλέπε και ιστ' 29 και Άριθ. κθ' 7).
«Τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ νηστεία ή τετράς και νηστεία ή πέμπτη και νηστεία ή έβδόμη και νηστεία ή δεκάτη έσονται τω οίκω Ιούδα εις χαράν και ευφροσύνην και είς έορτάς άγαθάς» (Ζαχ. η' 19. Πρβλ. ζ' 5). ‘Απ’ αυτό το χωρίο σαφώς φαίνεται, ότι οι Εβραίοι είχαν τακτές νηστείες.
«Και ήγετο έν τω Πνεύματι εις την έρημον ημέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ύπό του Διαβόλου, και ούκ έφαγεν ούδέν έν ταΐς ή μέραις έκείναις» (Λουκ. δ' 1-2. Βλέπε και Ματθ. δ' 2). Καίτοι ό Χρίστος δεν είχε ανάγκη νηστείας, νήστευσε τελείως επί σαράντα ήμερες για να διορθώσει το πταίσμα των πρωτοπλάστων και να μάς διδάξει να νηστεύουμε και εμείς, μάλιστα προς αντιμετώπιση των πειρασμών.
Στην επί τού Όρους Ομιλία του ό Κύριος περιέλαβε και τη νηστεία. Και δίδαξε να γίνεται χωρίς επίδειξη, όχι όπως γινόταν από τούς υποκριτές (Ματθ. στ' 16-18).
«Έλεύσονται ήμέραι, όταν άπαρθη απ’ αύτών ο νυμφίος, και τότε νηστεύσουσιν», είπε για τούς μαθητές του ό νυμφίος των ψυχών ό Χριστός (Ματθ. θ' 15. Βλέπε και Μάρκ. 6' 19-20 και Λουκ. ε' 34-35). 01 άνθρωποι του Χριστού νηστεύουν προς τιμήν του Χριστού.
Ή νηστεία, λοιπόν, είναι κατοχυρωμένη από την 'Αγία Γραφή. ’Αλλά που αφήνει ό Διάβολος να διαβάσουν οι άνθρωποι την Αγία Γραφή; ’Ολίγοι, πάρα πολύ ολίγοι, έχουν την αγία συνήθεια να διαβάζουν την 'Αγία Γ ραφή.
Ή νηστεία έχει πολλαπλή σημασία.
Ό Χριστιανισμός είναι Θρησκεία θυσιών. Ή δε νηστεία είναι μία από τις θυσίες, πού απαιτεί ό Θεός από τούς οπαδούς της Θρησκείας του.
Ό νηστεύων κάνει θυσία, διότι στερεί τον εαυτό του από ορισμένες γευστικές και ελκυστικές τροφές, των οποίων ορέγεται.
Στην Καινή Διαθήκη ή νηστεία λαμβάνει χριστοκεντρικό χαρακτήρα. Οι χριστιανοί νηστεύουμε, όπως ήδη είπαμε, προς τιμήν του Χριστού. Ειδικώς δε την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή και τη Μεγάλη Εβδομάδα νηστεύουμε πενθούντες για τα σεπτά πάθη, τα όποια υπέστη για μάς ό Χριστός (Μάρκ. β' 19-20, ιστ' 10).
'Η νηστεία είναι αρετή ταπεινώσεως· ταπεινώνει τη σάρκα, ή οποία με το πάθος της γαστριμαργίας επαναστατεί κατά του πνεύματος.
Ή νηστεία είναι όπλο καταπολεμήσεις των σαρκικών πειρασμών και κατευνασμού των σαρκικών παθών.
Ή νηστεία είναι πένθος για τις αμαρτίες μας.
Ή νηστεία δημιουργεί στον άνθρωπο καλή ψυχική διάθεση, και ιδίως διάθεση για προσευχή.
Ή νηστεία συντελεί σε οικονομία προς άσκηση ελεημοσύνης. Νηστεύσωμεν, ίνα έλεήσωμεν, έλεγαν οι πρώτοι χριστιανοί.
Ή νηστεία καταπολεμεί τον Διάβολο και εκβάλλει δαιμόνια. Για ιδιαιτέρως ισχυρά δαιμόνια ό Χριστός είπε: «Τούτο το γένος ούκ εκπορεύεται, εί μη έν προσευχή και νηστεία» (Ματθ. ιζ' 21). (Από τον "ΣΤΑΥΡΟ" τ.ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2000)
Γιατί αρνούμαι την νέα ηλεκτρονική ταυτότητα;
Οι Χριστιανοί γνωρίζουν μέσα από το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, την Αποκάλυψη του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (κεφάλαιο 13, 16-18), ότι κάποια στιγμή οι άνθρωποι-συνεργάτες του Αντίχριστου θα επιβάλουν σε όλους τους ανθρώπους του κόσμου το λεγόμενο «χάραγμα», δηλαδή ένα στοιχείο του Αντίχριστου, με το οποίο θα γίνονται όλες οι οικονομικές συναλλαγές.
Χωρίς το χάραγμα δεν θα μπορεί κανείς να πουλήσει ή να αγοράσει κάτι, ακόμη και αν είναι πλούσιος. Επίσης το χάραγμα θα είναι μέσα στο ανθρώπινο σώμα, στο χέρι ή στο μέτωπο. Ασφαλώς, στην εποχή που γράφτηκε η Αποκάλυψη (γύρω στο 95 μ.Χ.) κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητο, διότι δεν υπήρχε τέτοια τεχνολογία. Σήμερα υπάρχει η τεχνολογία και εντοπίζεται στα μικροτσίπ (ηλεκτρονικά πλινθία στα ελληνικά). Επίσης, υπάρχει και η τεχνολογία της μόνιμης εμφύτευσης των μικροτσίπ στα ζώα και τους ανθρώπους!
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει επίσημα ότι θα προχωρήσει στην έκδοση νέων ηλεκτρονικών ταυτοτήτων με μικροτσίπ, αλλά και ότι κάποια στιγμή το μικροτσίπ θα «φυτευτεί» μέσα στο σώμα των ανθρώπων (Υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Θεόδωρος Λιβάνιος).
Επομένως, ετοιμάζεται τώρα η νέα ταυτότητα, που δεν είναι απλή ταυτότητα, αλλά κάρτα που θα συμπεριλάβει όλα τα δεδομένα κάθε ανθρώπου, οικονομικά, ιατρικά, φορολογικά κλπ., και αργότερα το μικροτσίπ αυτής της κάρτας θα μπει μέσα στο σώμα μας.
Παράλληλα, έρχεται το ψηφιακό νόμισμα (ευρώ) και επιχειρείται η κατάργηση των χαρτονομισμάτων, ώστε αργά ή γρήγορα να μην υπάρχουν μετρητά, παρά μόνο ηλεκτρονικό χρήμα. Τελικά, ο συνδυασμός ηλεκτρονικής ταυτότητας και ηλεκτρονικού χρήματος θα θέσει τις βάσεις της παγκόσμιας ηλεκτρονικής δικτατορίας, όπου κυβέρνηση και τραπεζίτες θα έχουν απόλυτη εξουσία απέναντι στον πολίτη.
Το αποτέλεσμα θα είναι, με απλά λόγια, ότι οι άνθρωποι δεν θα μπορούν να αγοράζουν ή να πουλάνε τίποτα, αν δεν έχουν πάνω τους το μικροτσίπ της κρατικής εξουσίας. Αυτήν ακριβώς την κατάσταση (τον οικονομικό εκβιασμό) θα χρησιμοποιήσει ο Αντίχριστος, για να υποχρεώσει τους ανθρώπους να τον προσκυνήσουν, να τον λατρέψουν σαν θεό.
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ναι μεν η ηλεκτρονική ταυτότητα δεν είναι ακόμη το χάραγμα της Αποκάλυψης, αλλά με το να την δεχθούμε βοηθάμε το αντίχριστο σύστημα να φτάσει στον τελικό του σκοπό, στο χάραγμα της ηλεκτρονικής σκλαβιάς, γινόμαστε ακούσια συνεργοί στο κακό.
Γι αυτό πρέπει τώρα να αντισταθούμε. πριν ολοκληρωθεί το δαιμονικό σχέδιο. Διαφορετικά, αν κυριαρχήσει η νέα ταυτότητα (και κατόπιν το χάραγμα) δεν θα μπορούμε πια να αντιδράσουμε. Το μόνο που θα μπορούμε να κάνουμε είναι να φύγουμε για τα βουνά και τις ερήμους!
Πατήρ Διονύσιος Κατσούλης Ι.Ν. Αγίας Παρασκευής Νέας Σμύρνης
«ΑΝΑΙΣΧΥΝΤΙΑ, ΦΑΥΛΟΥ ΙΔΙΟΝ »
Ο φυσιολογικός άνθρωπος, ό αληθινά πολιτισμένος, έχει μέσα του έντονο το αίσθημα της ντροπής. Διαχρονική από την αρχαιότητα ως σήμερα είναι ή πεποίθηση για την άξια της αιδούς. «Αναισχυντία μεν φαύλου ίδιον, αιδώς δέ σπουδαίου», έγραφε ό Φίλων. Γνώρισμα του φαύλου, του διεφθαρμένου είναι ή αδιαντροπιά, ενώ ή ντροπή χαρακτηρίζει τον αξιοπρεπή, εκείνον πού διαθέτει αυτοσεβασμό. «Ανήρ χρηστός αίδεϊσθαι φιλεϊ» έλεγε και ό Ευριπίδης. Ό χρήσιμος, ό τίμιος, ό ευθύς, έχει την ντροπή κόσμημά του. «Θεωρώ χαμένον εκείνον πού έχασε την ντροπή» πρόσθετε ό Πλαΰτος. Οι μεγάλες προσωπικότητες, παλαιές και σύγχρονες, μίλησαν και μιλούν με θαυμασμό για την άξια της ντροπής.
Θα μπορούσαμε εδώ να χρησιμοποιήσουμε μια εικόνα από τη στρατιωτική ζωή για το τί είναι ή αιδώς. "Ενας καλά οργανωμένος στρατός διαθέτει τις λεγάμενες προφυλακές. Έχει ακοίμητους φρουρούς στα προκεχωρημένα φυλάκια. Χωρίς αυτά ό εχθρός τον πιάνει στον ύπνο. Ό,τι είναι για τον στρατό οι προφυλακές είναι για την ψυχή ή αιδώς. Ένας φυσικός προμαχώνας ιδιαίτερα της αγνότητας. Επαγρυπνεί στις επάλξεις της καρδιάς. Προωθημένος ακοίμητος φρουρός από τη στιγμή πού ό άνθρωπος θα λάβει συνείδηση του εαυτού του ως την ώρα πού θα κλείσει τα μάτια του. Αλίμονο σ’ εκείνον πού θα καταργήσει ένα τέτοιο πολύτιμο φύλακα. Θα αφήσει τον εαυτό του εκτεθειμένο στα πυρά της διαφθοράς και της ηθικής κατάρρευσης.
Ή αιδώς είναι φυτευμένη βαθιά στην ψυχή από τον ίδιο τον Δημιουργό. Είναι ένα θαύμα της αγάπης του Θεού. Προτού ακόμα να διδαχθεί ό άνθρωπος τον ηθικό νόμο, ή αιδώς τον προστατεύει σαν ασπίδα από τις παραπλανητικές δυνάμεις της φθαρμένης φύσης. Προτού μάθουμε άτι το σώμα μας είναι μέλος του σώματος του Χριστού, έμψυχος ναός του Αγίου Πνεύματος, έρχεται ή αιδώς να πορφυρώσει το πρόσωπο. Ξυπνάει αιώνιες αξίες από τα βάθη της ψυχής και κινητοποιεί ένα αληθινά θαυμάσιο προστατευτικό μηχανισμό.
Ό πιο σθεναρός υπερασπιστής της τιμής και της αξιοπρέπειας. ’Έχει γράψει όμορφους ηρωισμούς στις σελίδες της ιστορίας. Αρκεί να θυμηθούμε τις ηρωίδες της μαρτυρικής ’Εκκλησίας πού προτιμούσαν τον θάνατο από τον ηθικό εξευτελισμό.Στις πιο δραματικές ώρες του μαρτυρίου αδιαφορούσαν για τα βασανιστήρια και προσπαθούσαν να καλύψουν τα γυμνά μέλη του σώματός τους. Και υστέρα μάς λένε, πώς ή αιδώς είναι αδυναμία. Αδυναμία, αυτή πού ατσάλωσε τρυφερές παρθένες και νέες μητέρες να περιφρονούν και αυτόν τον μαρτυρικό θάνατο. Αδυναμία, να αδιαφορείς για το πληγωμένο σώμα προκειμένου να μη το αφήσεις να πληγωθεί και από τα λάγνα βλέμματα της διεφθαρμένης ειδωλολατρίας.
Πρέπει επιτέλους να αναγνωρίσουν οι αδιάντροποι, πώς δεν τούς παρακινεί κανένα «σύνδρομο αμφισβήτησης» και «απελευθέρωσης» ούτε ή «καταπίεση πολλών αιώνων» στον ηθικό κατήφορο της αναισχυντίας τους. Έκτος αν με τη λέξη «καταπίεση» εννοούν, πώς είναι καταπιεστικός ό πολιτισμός και πώς πρέπει, για να νιώσουμε ελεύθεροι, να γυρίσουμε πίσω στην κατάσταση του ζώου.
Ή αιδώς, είπαμε, είναι έμφυτη.
Είναι αίσθημα καθολικό και παγκόσμιο. Ριζωμένη βαθιά στα βάθη της ψυχής. Ή αγωγή την βοηθάει, την διαφωτίζει. Χωρίς να είναι προϊόν αγωγής, έχει ανάγκη σωστής, υγιούς, φωτισμένης αγωγής. Ή χριστιανική διδασκαλία μαζί με τη χάρη του Θεού την κάνουν πανίσχυρο φύλακα της αγνότητας. Ό σεβασμός στον θείο νόμο, ή προσεκτική και αγωνιστική ζωή, ή εγκράτεια, αναπτύσσουν την αιδώ σε σπάνια αρετή, γνώρισμα χαρακτηριστικό του υγιούς ανθρώπου, του αυτοκυριαρχούμενου.
Έτσι ή φυσική αυτή αρετή γίνεται υπερφυσική, εξαγιάζεται μέσα στο σεβασμό και στην αγάπη του Θεού. Αυτή ή έμφυτη συστολή εξαγιασμένη και μεταμορφωμένη από τη χάρη και την παρουσία του Θεού, γίνεται δύναμη ακαταμάχητη. Αντιμετωπίζει νικηφόρα και τούς πιο ελκυστικούς και προκλητικούς πειρασμούς. Από τον αυτοσεβασμό και τον σεβασμό στην προσωπικότητα του άλλου, φθάνει στο κορύφωμά της, στον σεβασμό στο πρόσωπο του Θεού. «Πώς ποιήσω τo ρήμα το πονηρόν τούτο και άμαρτήσομαι εναντίον του Θεού;» επαναλαμβάνει μαζί με τον Ιωσήφ ό κάθε αγωνιστής. (Από την «ΖΩΗ»)
«ΕΛΠΙΣΟΝ ΕΠΙ ΤΟΝ ΘΕΟΝ»
ΓΙΑΤΙ λυπάσαι; Γιατί πικραίνεσαι; Γιατί αγωνιάς; Γιατί απογοητεύεσαι; Γιατί απελπίζεσαι και παραλύεις και καταθέτεις τα όπλα και επαναλαμβάνεις το κλαψοτράγουδο των δειλών: «Δεν γίνεται τίποτα»; Πράγματι δεν γίνεται τίποτα γι ’ αυτούς πού πιστεύουν στο τίποτα. Γι ’αυτούς πού οι ορίζοντες τους είναι κλειστοί. Γι ’αυτούς πού ζουν χωρίς ελπίδα. Και ζουν χωρίς ελπίδα όσοι ζουν χωρίς Θεό. Οι πιστοί όμως δεν έχουν κανένα λόγο να απελπίζονται, ενώ έχουν κάθε λόγο να ελπίζουν. Και ή ελπίδα τους δεν κυματίζει στο κενό. Δεν είναι ουτοπία. Είναι πραγματικότητα. Στηρίζεται στην πίστη τους, ότι ό Θεός είναι όλος αγάπη και στοργή, Πατέρας τους. Και τούς έχει δώσει ως τώρα τόσες αποδείξεις της αγάπης Του. Πώς, λοιπόν, να μην επαναλαμβάνουν μαζί με τον Ψαλμωδό:«Ίνατί περίλυπος ει ή ψυχή μου και ίνατί συνταράσσεις με; Έλπισον έπί τον Θεόν...»(Ψαλμός μα' 6).
«Ελπισον έπί τον Θεόν». Στήριξε την ελπίδα σου στον Θεό. Και δεν θα διαψευστείς. Οι αποδείξεις; Πολλές. Ή επιχειρηματολογία τού άποστόλου Παύλου πειστική: «Ος γε τοΰ ίδιου Υίοϋ ούκ έφείσατο, άλλ ’ ΰπέρ ήμών πάντων παρέδωκεν αυτόν, πώς ούχί και σύν αύτώ τα πάντα ήμϊν χαρίσηταί;» (Ρωμ. η' 32). Καμιά αμφιβολία. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την απέραντη αγάπη τού Θεού; Δεν λυπήθηκε τον μονογενή Υιό Του, άλλα για χάρη μας τον παρέδωσε στον σταυρικό θάνατο, πώς μαζί με Αυτόν δεν θα μας χαρίσει και ότι άλλο χρειαζόμαστε;
Γεμάτος θαυμασμό και ό ιερός Χρυσόστομος, μπροστά σ ’ αυτή την απέραντη αγάπη τού Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων, τονίζει: Σκέψου καλά το μέγεθος της αγαθότητας του Θεοί. Δεν υπολόγισε τον αγαπητό Υιό Του, άλλα τον παρέδωσε και τον παρέδωσε για τούς ευτελείς, τούς αχάριστους, τούς εχθρούς Του, εξ αιτίας των αμαρτιών τους. Ό Θεός, λοιπόν, πού έδωσε στους εχθρούς Του το πιο μεγάλο αγαθό, δεν θα δώσει τώρα στους ανθρώπους, πού με την σταυρική θυσία τού Υιού Του έγιναν φίλοι Του, άλλες μικρότερες ευεργεσίες πού ασφαλώς δεν συγκρίνονται σε μέγεθος με τις άλλες;
Να γιατί ή χριστιανική ελπίδα δεν κυματίζει στο κενό. Ό ουράνιος Πατέρας, πού μάς πρόσφερε την σωτηρία και την λύτρωση, με την θυσία του Υιού Του, δεν θα μάς συμπαρασταθεί σε κάθε δυσκολία μας; Μάς χάρισε την αθάνατη ψυχή, Εμείς την κηλιδώσαμε. Και ό Θεός δεν την άφησε στην λάσπη. Κατέβηκε στη γη. Την σήκωσε στους σταυροφόρους ώμους Του. Την έπλυνε με το τίμιο αίμα Του πού έχυσε πάνω στον Σταυρό. Λοιπόν, μπορούμε ύστερα από αυτά να αμφιβάλλουμε για την αγάπη Του; Αυτός πού τόσο φροντίζει για την ψυχή, δεν θα φροντίσει για την τροφή; Πώς είναι δυνατόν ένας τόσο στοργικός Πατέρας να αδιαφορήσει για τα παιδιά Του; Κάτι πού δεν κάνει και ό πιο κοινός πατέρας, θα το κάνει ό ουράνιος; Σε τελευταία ανάλυση ή απελπισία είναι απιστία. Όποιος δεν ελπίζει στον Θεό δείχνει πάνω στα πράγματα πώς δεν πιστεύει η τουλάχιστον όλιγοπιστεϊ στον Θεό. Ή απουσία της ελπίδας φανερώνει την απουσία της πίστης. Στην απιστία και στην ολιγοπιστία στηρίζεται ή απελπισία. Ενώ ή ψυχή, ή θωρακισμένη με την πίστη, δεν προσβάλλεται από την απελπισία. Ή απογοήτευση δεν βρίσκει θέση μέσα σ’ αυτή.
Αυτές τις πνευματικές εμπειρίες ζούσαν οι άγιοι, όλοι οι άνθρωποι του Θεοί. Και στις πιο μεγάλες δυσκολίες δεν τα έχαναν. Και όταν αλλεπάλληλες δοκιμασίες τούς χτυπούσαν ήξεραν που να καταφύγουν, από που να αντλήσουν ακαταμάχητη δύναμη. «Κύριος στερέωμά μου και καταφυγή μου και ρύστης μου» επαναλάμβανε ό πολυδοκιμασμένος βασιλιάς Δαβίδ και στις τραγικότερες στιγμές της ζωής του. Ή ελπίδα του στον Θεό τον έκανε να λέει σε αυτούς πού του συνιστούσαν την φυγή: «Πώς έρεΐτε τή ψυχή μου μεταναστεύου έπί τα όρη ώς στρουθίον;» Δεν είμαι εγώ έρημο σπουργιτάκι, για να φύγω απελπισμένο πάνω στα βουνά. «Τί ούν έροΰμεν προς ταϋτα; Εΐ ό Θεάς ύπέρ ήμών, τίς καθ ’ ημών;» (Ρωμ. η' 31) θα προσθέσει ό άπόστολος Παύλος. Ποιό, λοιπόν, είναι το συμπέρασμα, ύστερα από τις τόσες ευεργεσίες και την τόση αγάπη του Θεοί; Αν ό Θεός είναι μαζί μας, προστάτης και ύπε- ρασπιστής μας, ποιός θα είναι εναντίον μας; Κανένας. Και όποιος επιχειρεί θα ματαιοπονεί. Και ό Θεός είναι μαζί μας. Αρκεί κι εμείς να είμαστε μαζί με τον Θεό. (Από την «ΖΩΗ»)
ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ!
Ήταν υπόδουλοι, αλλά δεν ήταν δούλοι. Ήταν σκλαβωμένοι, μα δεν έγιναν σκλάβοι ποτέ. Ήταν ταπεινοί και καταφρονεμένοι, είχαν όμως ύπέροχο και υψηλό φρόνημα και αρχοντική καρδιά. Ήταν φτωχοί, μα πλούτιζαν τον κόσμο.Δεν είχαν πτυχία, διδακτορικές διατριβές, τίτλους καθηγεσίας- είχαν όμως την αληθινή θεολογία. Ήταν ζυμωμένοι με την Παράδοση. Ήταν φορείς της αλήθειας των Πατέρων, των Αποστόλων, τού Ευαγγελίου.Ήταν αληθινοί.
Οι Πατριάρχες και οι ’Επίσκοποι της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Της σκοτεινής περιόδου της δουλείας.Κι όταν δέχθηκαν τη μεγάλη πρόκληση, δεν δίστασαν! Οι μικροί, οι φτωχοί, οι αδύναμοι, οι διωγμένοι και περιφρονούμενοι και καταπιεζόμενοι είπαν το μεγάλο ΟΧΙ!
ΟΧΙ στον παποκράτορα, τον δίκερο γίγαντα της Ρώμης, όπως τον αποκαλεί ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης. Δίκερο, διότι διεκδικεί διπλή εξουσία: πολιτική και εκκλησιαστική. Αλλά δίκερο και διότι ενσαρκώνει το δίκερο θηρίο της «Αποκαλύψεως», πού εμφανίζεται με προσωπείο αρνιού, αλλά είναι δράκων, και το όποιο πείθει τούς λαούς να προσκυνήσουν τον Αντίχριστο ως Χριστό (Άποκ. ιγ' [13] 11-18).
Σ’ αυτό τον πανίσχυρο, επίδοξο θρησκευτικό πλανητάρχη είπαν το ΟΧΙ: στον πάπα Πίο τον Θ', ό όποιος το έτος 1848 εξέδωσε την ’Εγκύκλιο «In Suprema Petri ApostoliSede» (Εν τη Υπέρτατη Έδρα του Αποστόλου Πέτρου), μια ψευδοαγαπητική επιστολή, με την οποία τούς καλούσε όλους τούς Χριστιανούς - να υποταγούν στην εξουσία του. Ειδικά στους ’Ορθοδόξους πρότεινε ως τρόπο ενώσεως αύτόν των προβατόσχημων λύκων της Ούνίας: Να κρατήσουν όλη την παράδοσή τους, αρκεί να αναγνωρίσουν την εξουσία του.
ΟΧ!! τού απάντησαν.Και δεν τού είπαν μόνο ΟΧΙ! Αυτοί οι αδύναμοι στον πανίσχυρο είπαν: Τέλειωσες! Είσαι νεκρός! Το σύστημά σου, ή ψευδοεκκλησία σου ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ! Συντρίφθηκε, διαλύθηκε, εξαφανίστηκε. Του μίλησαν σε προφητικό Αόριστο, τον ισχυρότερο όλων των χρόνων. Όχι σε Μέλλοντα: Θα καταβληθεί! Ούτε καν σε Τετελεσμένο Μέλλοντα: Θα έχει καταβληθεί! Αλλά σε Αόριστο: ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ!
Δεν γνώριζαν διπλωματική γλώσσα οι μακάριοι. Ναι, μακάριοι. Οι ’Ορθόδοξοι Πατριάρχες της Ανατολής στην κατά το έτος 1848 άπάντησή τους. Δεν γνώριζαν από ψευδοαγαπολογία. Δεν τούς θάμπωναν ιδέες σαν αυτές πού κυκλοφορούν σήμερα περί «αδελφών ’Εκκλησιών», περί «δύο πνευμόνων», περί «βαπτισματικής θεολογίας».
Οι μικροί αυτοί κατά κόσμον - μεγάλοι κατά Θεόν - μια αλήθεια γνώριζαν, την απλή αλήθεια ότι ή ’Ορθοδοξία είναι ή μόνη αλήθεια! Ή Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Και αυτή την αλήθεια κατέθεσαν στην άπάντησή τους προς τον αυθάδη πάπα Πίο τον Θ'. Συμπύκνωσαν στις επιγραμματικές τους φράσεις τη θεολογία 19 αιώνων, τη διαχρονική μαρτυρία τού Πνεύματος. Και να θέλαμε, τού είπαν, δεν μπορούμε. Γιατί; Διότι την πίστη τη δική μας τη διαφεντεύει ό λαός: «Έπειτα παρ’ ήμΐν ούτε Πατριάρχαι ούτε Σύνοδοι έδυνήθησάν ποτε είσαγαγεΐν νέα, διότι ό υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το σώμα της ’Εκκλησίας, ήτοι αυτός ό λαός, όστις έθέλει το θρήσκευμα αύτοΰ αιωνίως άμετάβλητον και όμοειδές τώ τών Πατέρων αύτοΰ».
Και κατέληξαν, ασφαλίζοντας το ποίμνιό τους, τα παιδιά τους: «Ήν ποτε ό Αρειανισμός, έστι δέ την σήμερον και ό Παπισμός- αλλά και οϋτος (ώσπερ κάκεΐνος ό ήδη παντάπασιν έκλελοιπώς), καίτοι ακμαίος το γε νϋν, ούκ ϊσχύσει εις τέλος, αλλά διελεύσεται και καταβληθήσεται και ή ούράνιος μεγάλη φωνή ήχήσει “ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ” (Άποκ. ιβ [12] 10)». Μη φοβάστε, παιδιά μας! Το παπικό κακοήθες μόρφωμα είναι ήδη νεκρό. «ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ»! Όπως διαλύθηκε τότε ό Αρειανισμός, έτσι θα άφανισθεΐ και ό Παπισμός. Και το τέλος του θα το αναγγείλει ή ουράνια φωνή: «ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ»!
Σήμερα ό ηγέτης τού Παπισμού φαίνεται να κυριαρχεί στον θρησκευτικό χώρο. Θρησκευτικός πλανητάρχης. Κάθε κίνησή του καταγράφεται για να προβληθεί. Κάθε λόγος του σχολιάζεται. Μοιάζει να είναι ό πρώτος και μόνος. Ως πρόσωπο και ως θεσμός διαχρονικός. Μοιάζει, αλλά δεν είναι. Διότι ήδη χάθηκε, «ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ»! Ή Ορθοδοξία, ή μόνη αλήθεια, μένει. Όπως το δήλωσε σε όλο τον κόσμο στις 14 ’Ιουλίου τού 2000 ό κορυφαίος Βυζαντινολόγος - Προτεστάντης αυτός - σερ Στήβεν Ράνσιμαν: «Χαίρομαι με τη σκέψη ότι στα επόμενα 100 χρόνια ή ’Ορθοδοξία θα είναι ή μόνη ιστορική ’Εκκλησία πού θα υφίσταται»! Ή Ορθοδοξία θα μένει ακατάβλητη για πάντα! (Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")
Οι άνθρωποι λησμόνησαν τον Θεό
Quo vadis? (κβό βάντις;). Που πηγαίνεις, καημένη 'Ελλάδα; Απορία; Αγωνία; Προβληματισμός;Όλα αυτά μαζί κι ακόμη περισσότερα μπροστά στη συνεχιζόμενη τραγωδία του τόπου, μπροστά στα προβλήματα - στο πρόβλημα - της πατρίδας μας.Προσεγγίζοντας το πρόβλημα με βάση τα κριτήρια τού Ευαγγελίου, της ’Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας, πρωτίστως θα διαπιστώσουμε ότι ή σημερινή κρίση της Ελλάδας είναι πρωτοφανής! Διότι πρώτη φορά στην ιστορία της ή 'Ελλάδα πλήττεται σε όλα της τα επίπεδα. Πλήττεται, όπως το διετύπωσε ό μεγάλος μας συνθέτης Σταμάτης Σπανουδάκης, στην ψυχή της! Και γιατί πλήττεται; Τί φταίει; Ποιά είναι ή ουσιαστική αιτία του προβλήματος;
Δεκαετίες πριν, περιγράφοντας τη φοβερή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ή δική του πατρίδα, ή Ρωσία, ό μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας και ασυμβίβαστος αγωνιστής Αλέξανδρος Σολζενίτσιν έκανε την ακριβέστατη διάγνωση του προβλήματος της, διάγνωση πού ισχύει απολύτως και για την Ελλάδα. Ο λόγος του είναι ευθύς, σαφέστατος, κρυστάλλινος. ’Άς τον προσέξουμε:
«’Επάνω από μισό αιώνα, ενώ ήμουν παιδάκι ακόμη, άκουγα από διάφορους ηλικιωμένους ανθρώπους τα έξης λόγια, με τα όποια εξηγούσαν τις μεγάλες ταραχές και συμφορές στη Ρωσία: “Οι άνθρωποι λησμόνησαν τον Θεό από εκεί έρχονται όλα τα κακά”. Από τότε κόπιασα επάνω στην ιστορία της επαναστάσεως κάτι περισσότερο από μισό αιώνα- διάβασα σχετικώς εκατοντάδες βιβλία- συγκέντρωσα εκατοντάδες μαρτυρίες και έγραψα και ό ίδιος προς έκκαθάρισιν αυτής της καταστροφής οκτώ τόμους. Εν τούτοις σήμερα, αν κάποιος με παρακαλέσει να κατονομάσω όσο γίνεται συντομότερα τη βασική αιτία αυτής της εξολοθρευτικής επαναστάσεως πού καταβρόχθισε περίπου 60 εκατομμύρια ανθρώπους, δεν θα μπορούσα να εκφραστώ ακριβέστερα από το να επαναλάβω: “Οι άνθρωποι λησμόνησαν τον Θεό- από εκεί έρχονται όλα τα κακά".Αλλά και πέρ' από αυτό... αν θα απαιτούσε κάποιος από μένα να τού δώσω ένα γενικότερο χαρακτηρισμό τού 20ού αιώνος, δεν θα εύρισκα τίποτε ακριβέστερο και περιεκτικότερο από τα λόγια: Οι άνθρωποι λησμόνησαν τον Θεό».
Ποιός μπορεί να αμφιβάλλει ότι αυτή ή διάγνωση τού Σολζενίτσιν είναι πέρα ως πέρα σωστή; Αυτό ακριβώς δεν έχει συμβεί και στην 'Ελλάδα; Οι Έλληνες εγκαταλείψαμε τον Θεό. Αυτή είναι ή όντως αιτία των δεινών μας, εκεί βρίσκεται το πραγματικό πρόβλημά μας.
Τον εγκαταλείψαμε! Εκτροχιαστήκαμε, έχουμε χάσει τον πνευματικό προσανατολισμό μας. «’Επικατάρατος ό άνθρωπος, ός την έλπίδα έχει έπ’ άνθρωπον» (Ίερ. ιζ’ [17] 1). Αυτή είναι ή κατάρα μας. Πήραμε την ελπίδα μας από τον Θεό και την αποθέσαμε στην Ευρώπη. Επί δεκαετίες τώρα το υπέρτατο όραμα τού τόπου, όπως διαρκώς το διαφήμιζαν οι νάνοι και άπιστοι πολιτικοί μας, ήταν ή Ενωμένη Ευρώπη: «Άνήκομεν εις την δύσιν»... στην Ευρώπη. Και ή Ευρώπη τώρα μάς δείχνει εμπράκτως τί σημαίνει να εγκαταλείπεις τον Θεό και να εμπιστεύεσαι τούς ανθρώπους.
Αυτή ή Ευρώπη άλλαξε τούς νόμους μας, τα ήθη μας, τις ιερές μας Παραδόσεις. Από τότε πού ό τότε ηγέτης της χώρας μάς ενέταξε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, άρχισε και συνεχίζεται σαρωτική αλλαγή των νόμων της πατρίδας μας: αυτόματο διαζύγιο, συναινετικό διαζύγιο, πολιτικός γάμος, αποποινικοποίηση μοιχείας. Επιβλήθηκε νομιμοποίηση των εκτρώσεων, ένα έγκλημα πού βύθισε την Ελλάδα στο αίμα, κι αυτό το αδικοχαμένο αίμα άρχισε τώρα να παίρνει την εκδίκηση του. Κι ακόμη καθιερώθηκε «σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης»... και τελευταία «σύμφωνο συμβίωσης» για ομόφυλα ζευγάρια, πλήρης δηλαδή καταστροφή τού γάμου και της οικογένειας, ανατροπή των νόμων της φύσεως, χυδαία έκτροπή, σοδομοποίηση της κοινωνικής ζωής.
Παράλληλα ό λαός μας παρασύρθηκε σε άθλιο τρόπο ζωής: κοσμικότητα, μανία εύκολου πλουτισμού, ανηθικότητα φρικιαστική. Ήθη και παραδόσεις χιλιετιών μέσα σε μια - δύο γενιές τείνουν να εξαφανιστούν. Ή τρυφηλή ζωή μετέτρεψε τη συζυγική ζωή σε σχέση σαρκικής μόνο απολαύσεως, με αποτέλεσμα ή Ελλάδα να βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση της ιστορίας της από πλευράς αριθμοί γεννήσεων.
«Οι άνθρωποι λησμόνησαν τον Θεό- από εκεί έρχονται όλα τα κακά». Ό λόγος τού Σολζενίτσιν δεν είναι μόνο εξαιρετικά επίκαιρος, είναι ταυτόχρονα και λυτρωτικός. Λυτρωτικός, διότι υποδεικνύει και τη μόνη λύση στο σημερινό αδιέξοδο:Την επιστροφή σε Κείνον πού λησμονήσαμε και εγκαταλείψαμε.Για να βρούμε στο Πρόσωπο τού Κυρίου μας τη χαμένη χαρά της ζωής μας. (Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")
Τρία νέα χαρακτηριστικά της αμαρτίας
Από τότε πού ό άνθρωπος έπεσε στην πρώτη αμαρτία, από τότε ν' πού μέσα στον παράδεισο αθέτησε την εντολή του Θεού, εισήλθε στον κόσμο το κακό. Ό πρώτος άνθρωπος, πού πλάσθηκε από τον Δημιουργό του σε κατάσταση χάριτος και αναμαρτησίας, έριξε τον εαυτό του στην κατάσταση της αμαρτίας και της φθοράς και κατέληξε στο θάνατο. Και όλοι οι απόγονοι των Πρωτοπλάστων στη συνέχεια, όλοι οι άνθρωποι μέχρι σήμερα, κληρονομούμε τη δική τους ασθένεια και ζούμε υποταγμένοι στο νόμο της αμαρτίας- όλοι κυριαρχούμαστε από τη φθορά και καταλήγουμε στο θάνατο.
Αυτό γινόταν μέχρι τότε πού ήλθε στον κόσμο ό Υιός του Θεού, ό Κύριος Ιησούς Χριστός, ό μόνος αναμάρτητος, πού με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του νίκησε την αμαρτία και τη φθορά- πάτησε τον θάνατο και μάς έδωσε τη δυνατότητα να νικούμε και μείς την αμαρτία, να ζούμε σύμφωνα με το θέλημά Του και να πορευόμαστε προς τη μακαριότητα της αιωνίου ζωής στη Βασιλεία Του.
Αλλά ενώ έχει πλέον δοθεί αυτή ή υπέροχη δυνατότητα, δεν την εκμεταλλευόμαστε όλοι. Επιμένουμε και μετά τον ερχομό τού Χριστού στη ζωή της αμαρτίας και γινόμαστε έτσι εχθροί τού εαυτού μας, πού ζητούμε οι ’ίδιοι την καταστροφή και την αιώνια καταδίκη μας.
Το θλιβερό και παράδοξο είναι ότι την υποταγή μας στην αμαρτία στις μέρες μας την εργαζόμαστε συστηματικά και ανυποχώρητα και στην κατά παράδοσιν Ορθόδοξη Χριστιανική πατρίδα μας, με τρόπους μάλιστα πού δεν υπήρχαν στο παρελθόν.
Σήμερα νομιμοποιήθηκε ή αμαρτία με νόμους πού έρχονται σε μετωπική σύγκρουση με τον άγιο νόμο τού Θεού και ψηφίσθηκαν από τη Βουλή της χώρας μας, πού το Σύνταγμά της έχει ως προμετωπίδα την επίκληση τού φοβερού Ονόματος της Αγίας Τριάδος και παραδέχεται ότι «επικρατούσα θρησκεία είναι ή θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας τού Χριστού». Πώς τόλμησε ή Βουλή αυτής της χώρας να νομιμοποιήσει το φοβερό έγκλημα των εκτρώσεων, τον φόνο αθώων και ανυπεράσπιστων υπάρξεων μέσα στα σπλάχνα των μητέρων τους, ενώ ό νόμος τού Θεού δίνει ρητή την εντολή- «ού φονεύσεις»; Πώς αποποινικοποιεί ό νόμος μας το βαρύτατο αμάρτημα της μοιχείας, ενώ ό άγιος νόμος τού Θεού συνιστά- «ού μοιχεύσεις»;
Άλλα υπάρχει και κάτι ακόμη χειρότερο πού γίνεται τα τελευταία χρόνια στην πατρίδα μας. Με την ανοχή ή και με την ενίσχυση των αρχόντων μας, οι άνθρωποι πού παραβαίνουν όχι μόνο τον άγιο νόμο του Θεού, αλλά επιπλέον και αυτούς τούς νόμους της φύσεως και πέφτουν στο βδελυκτό αμάρτημα της ομοφυλοφιλίας, διαφημίζουν χωρίς ντροπή τη φοβερή εκτροπή τους, υπερηφανεύονται γι’ αυτήν και παρελαύνουν προκλητικά ατούς δρόμους των μεγάλων πόλεων μας. Αυτή ή έκτροπή, πού μέχρι το 1990 ό Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τη θεωρούσε ασθένεια, ενώ ακόμα και άνθρωποι χωρίς κάποια θρησκευτικότητα την καταδίκαζαν με αποτροπιασμό, τώρα όχι απλώς είναι ανεκτή, αλλά καλύπτεται και νομοθετικά και διδάσκεται στα παιδιά μας ως «μία άλλη επιτρεπτή και κατά πάντα αποδεκτή σεξουαλική κατεύθυνση, πού χαρακτηρίζει την ιδιαιτερότητα κάποιων συνανθρώπων μας». Επιπλέον δε επιτρέπεται ή οργάνωση δημοσίων εκδηλώσεων και «εορτών υπερηφάνειας» γι’ αυτό πού απαξιώνει τον άνθρωπο και καταρρακώνει την άξιοπρέπειά του.
Νομοθετική κάλυψη της αμαρτίας! Και υπερηφάνεια γι’ αυτήν!
Το δεύτερο είναι χειρότερο από το πρώτο. Υπάρχει και ένα τρίτο, πού είναι χειρότερο από το δεύτερο. Είναι το να αμαρτάνεις και να απαγορεύεις να σου πουν ότι αυτό πού κάνεις δεν είναι κατόρθωμα πού δικαιολογεί υπερηφάνεια, αλλά έκτροπή πού εγκυμονεί κινδύνους και καταστροφή! Όποιος δεν εγκρίνει τον τρόπο της ζωής σου, να λες ότι είναι ρατσιστής και πρέπει γι’ αυτό να καταδικαστεί. Να μην καταδικαστεί ή αμαρτία, να μην καταδικαστεί το κακό, αλλά να καταδικαστεί αυτός πού το ελέγχει.
Μάλιστα! Να μην πούμε ότι ή μοιχεία διαλύει την οικογένεια. Να μην πούμε ότι ή έκτρωση είναι φόνος. Τότε να μην πούμε ότι και ή κλοπή είναι αμαρτία, αλλά ότι για κάποιους είναι «τρόπος ζωής», πού πρέπει «να τον σεβασθούμε ως μια ιδιαιτερότητα» της προσωπικότητάς τους, και αν την καταδικάσουμε, θα πρέπει εμείς να καταδικασθούμε!
Μήπως με όλα αυτά ό αποστερημένος κόσμος μας προσπαθεί να κοιμίσει την ταραγμένη συνείδησή του; Μήπως μάς επιβάλλεται νέος τρόπος σκέψεως και ζωής; Διότι: Αν ή αμαρτία μας είναι «νόμιμη», δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε. Αν μάθουμε να τη διαπράττουμε με υπερηφάνεια, δεν θα ντρεπόμαστε πια γι αυτήν.
Και αν είμαστε έτοιμοι να καταδικάσουμε όποιον επιχειρήσει να μάς ξυπνήσει, νομίζουμε ότι θα καταφέρουμε να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας, ώστε να μη μάς ενοχλεί. Αλλά τότε δεν θα υπάρχει πια καμιά ελπίδα σωτηρίας.
Άς μην παρασυρόμαστε.
Ή αμαρτία είναι παρανομία.
Ή αμαρτία πρέπει να φέρνει ντροπή.
Ή αμαρτία πρέπει να ελέγχεται.
Για να ξυπνά, να οδηγείται στη μετάνοια και να έχει ελπίδα σωτηρίας ό αμαρτωλός άνθρωπος, για τον όποιο σταυρώθηκε ό Θεός. Για να έχει ελπίδα ή δύσμοιρη πατρίδα μας, πού δεν υπακούει πια σ’ Αυτόν πού μέχρις έσχατων τη δόξαζε, αλλά σ’ αυτούς πού μέχρι σήμερα την εκμεταλλεύονται, την ταπεινώνουν και την ποδοπατούν. (Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")
2024 ΕΤΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
ΕΡΩΤΩΜΕΝ" Τί είναι, αγαπητοί μου, τί είναι χρόνος; Το ερώτημα τούτο είναι ένα από τα σπουδαιότερα ερωτήματα εις τα όποια προσπαθεί ν’ απαντήσει ή σκέψις του ανθρώπου. Στον αιώνα μας ένας κορυφαίος μαθηματικός, ο ’Αϊνστάιν, απαντώντας στο ερώτημα προχώρησε σε βάθος, ανέπτυξε νέα θεωρία περί χρόνου και χώρου, άλλα πάλι δεν ικανοποίησε απόλυτα το ανθρώπινο πνεύμα.
Εμείς με την ανατολή του νέου έτους 2020 δεν θα θελήσουμε να αναπτύξουμε φιλοσοφικώς το θέμα, για να μπορέσουν όχι ολίγοι άλλα όλοι οι ακροάται και άναγνώσται μας να μάς παρακολουθήσουν. Θα διατυπώσουμε λίγες απλές και πρακτικές σκέψεις, στηριζόμενοι πάνω στο αθάνατο βιβλίο της αγίας Γραφής, και μάλιστα σε μια εκφώνηση της θείας Λειτουργίας, πού συνοψίζει τη διδασκαλία της αγίας Γραφής, εις το «Ευλογημένη ή βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του άγιου Πνεύματος νΰν και αεί και εις τούς αιώνας τών αιώνων». Την ακούμε σε κάθε λειτουργία, άλλα πόσοι είναι αυτοί πού εννοούν και αισθάνονται τη θεμελιώδη αυτή αλήθεια;
Ό χρόνος, αγαπητοί μου, διακρίνεται σε παρελθόν, παρόν και μέλλον. Και για μεν το παρελθόν έχουμε να παρατηρήσουμε ότι ως μέτρο χρόνου λαμβάνεται ή ανατολή και ή δύσι του ηλίου. Το φαινόμενο αυτό επί αιώνες και χιλιετίες επαναλαμβάνεται ομοιόμορφα. Είναι ό φυσικός χρόνος. Άλλ’ ενώ τα φυσικά φαινόμενα επαναλαμβάνονται και μπορούμε να πούμε «Ούδέν καινόν υπό τον ήλιον», όσα όμως συμβαίνουν στην ιστορία του ανθρώπου ως όντος προικισμένου με λογική και ελευθερία, παρουσιάζουν μια ποικιλία γεγονότων μικρών και μεγάλων. Είναι ό ιστορικός χρόνος. 'Όμως, όχι μόνο ό άνθρωπος άλλα και όλα τα φυσικά φαινόμενα και γεγονότα έχουν αρχή. Δεν υπήρχαν πάντα. 'Υπήρξε εποχή κατά την όποια τίποτε από όσα βλέπουμε και θαυμάζουμε στον φυσικό κόσμο δεν υπήρχε. Δεν υπήρχε ήλιος, δεν υπήρχε γη, δεν υπήρχε σελήνη, δεν υπήρχαν άστρα, δεν υπήρχαν φυτά, δεν υπήρχαν ζώα, δεν υπήρχε άνθρωπος. 'Όλα αυτά δεν βρέθηκαν τυχαίως- δημιουργήθηκαν εν χρόνω από τον παντοδύναμο, πάνσοφο και πανάγαθο Θεό. Από την άποψη αυτή ό Θεός μπορεί να όνομασθή άχρονος. Δεν έχει, δηλαδή, ούτε αρχή ούτε τέλος. «Κατ' άρχάς σύ, Κύριε, την γην εθεμελίωσας», λέει ό ψαλμωδός, «και εργα των χειρών σού είσιν οι ουρανοί- αυτοί άττολοΰνται, σύ δε διαμένεις, και πάντες ως ίμάτιον τταλαιωθησονται, και ωσεί περιβόλαιον έλίζεις αυτούς, και άλλαγήσονται- σύ δε ό αυτός ει, και τα έτη σου ούκ εκλείψουσιν» (Ψαλμ. 101, 26-28).
Άλλ’ ενώ ή αιωνιότητα υπό την απόλυτη έννοια ανήκει μόνο στον Θεό, ό άνθρωπος, ό κάθε άνθρωπος, πού πλάστηκε κατ’ εικόνα Θεού, όσο δυνατός, πλούσιος και μέγας κι αν είναι, ό άνθρωπος ανήκει στο νΰν. Το χρονικό, δηλαδή, διάστημα πού θα ζήση πάνω στη γη, όσο μεγάλο κι αν φαίνεται, κι αν υποτεθεί ότι θα ζήση χίλια χρόνια, είναι τούτο ελάχιστο εν συγκρίσει με την αιωνιότητα. Ναι! Ή διάρκεια της ζωής μας έδώ στον πλανήτη της γης είναι σαν ένας κόκκος άμμου εν συγκρίσει με την άμμο όλης της θαλάσσης. Είναι μια σταγόνα ύδατος εν συγκρίσει με τούς άπεράντους ωκεανούς.
Και όμως από τον ελάχιστο αυτό χρόνο της ζωής μας εξαρτώνται ύψιστα και αιώνια συμφέροντα. Θ’ αναφέρουμε ένα παράδειγμα' ας υποθέσουμε, ότι κάποιος επισκέπτεται την κόλαση, όπου βρίσκονται οι ψυχές όλων εκείνων πού δεν έκαναν καλή χρήση του χρόνου, άλλ’ έζησαν με αφροσύνη και ασωτία. Εάν, λοιπόν, άπηύθυνε προς όλους αυτούς το ερώτημα- «Τί θέλετε; τί ζητάτε; ποιά είναι ή επιθυμία σας;», ασφαλώς κανένας απ’ αυτούς δεν θα ζητούσε τα υλικά εκείνα αγαθά πού απήλαυσε στην επίγεια ζωή. Δεν θα ζητούσε πλούτη, ηδονές, δόξες, τιμές. ’Αλλά τί θα ζητούσε; Θα ζητούσε να επανέλθει στη ζωή για μια μόνο ημέρα. Διότι μία μόνο ημέρα —τί λέγω;—, ένα και μόνο λεπτό της ώρας φθάνει για να πει από τα βάθη της καρδιάς του ένα «ήμαρτον». Άλλ’ εκεί πλέον ή θύρα της μετανοίας έχει κλείσει για πάντα...
'Έχοντας υπ όψιν αυτά, αγαπητοί μου, τώρα που μας αξιώνει ο Κύριος να χαιρετίσουμε νέο σωτήριο έτος, όπως ονομάζεται στη γλώσσα της Εκκλησίας, ας άναλογισθούμε ότι το νέο έτος είναι περίοδος άνεκτιμήτου αξίας. Αυτό ας το προσέξουμε πολύ. Το σήμερα είναι δικό μας. Το αύριο δεν είναι δικό μας. Ζούμε στο «νύν» , και κάθε λεπτό της επιγείου ζωής μάς παρέχει τη δυνατότητα να ζήσουμε «σωφρόνως» και «δικαίως» και «ευσεβώς» (Τίτ. 2,12). Δηλαδή, να εκτελέσουμε όλα τα καθήκοντα' τα καθήκοντα πού έχουμε απέναντι στον εαυτό μας («σωφρόνως»), τα καθήκοντα πού έχουμε απέναντι στους άλλους («δικαίως») και τα καθήκοντα πού έχουμε απέναντι στο Θεό («ευσεβώς»). Μακάριος είναι εκείνος πού ζει όχι όπως θέλουν τα πάθη, άλλ’ όπως θέλει ό Θεός. Λέγεται για κάποιον ευσεβή αυτοκράτορα της Ρώμης, ότι εξήταζε τον εαυτό του το βράδυ της κάθε ημέρας και αν από την επιμελή αυτή εξέταση προέκυπτε ότι δεν έκανε κάποιο καλό, έλυπείτο και έλεγε' «'Αλλοίμονο, έχασα την ήμερα μου!».
Αγαπητοί μου! Αν θελήσουμε κ’ εμείς, τώρα στην αρχή τού νέου έτους, να ρίξουμε ένα βλέμμα στο παρελθόν μας, θα βρούμε πολλές μέρες, πού, ενώ μάς δόθηκαν ευκαιρίες να κάνουμε το καλό, εν τούτοις σπαταλήσαμε τον πολύτιμο χρόνο της ζωής μας με αφροσύνη και ασωτία. Εάν εξετάσουμε το παρελθόν μας, θ’ αναστενάξουμε για την απώλεια πολυτίμου χρόνου και θα πούμε κ’ εμείς το λόγο του Ρωμαίου αύτοκράτορος' ’Αλλοίμονο, χάσαμε τον καιρό μας!
Και μετά την διαπίστωση αυτή το πρώτο πού έχουμε να πράξουμε είναι να ευχαριστήσουμε εκ βάθους καρδίας τον Κύριο, διότι, ενώ για τα αμαρτήματα πού έχουμε διαπράξει θα έπρεπε να τιμωρηθούμε, θα έπρεπε να σεισθεί ή γη και ν’ άνοιξη να μάς καταπιεί, εν τούτοις ό Θεός μακροθυμεί και μάς δίνει νέα προθεσμία για μετάνοια. Ό άγγελός μας περιμένει ν’ ακούσει το «ήμαρτον». 'Όλοι μας, άνδρες και γυναίκες, νέοι και νεάνιδες, μικροί και μεγάλοι, ας μη αναβάλουμε, άλλ’ ας σπεύσουμε στο άγιώτατο μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως και ας λάβουμε συγχώρηση αμαρτημάτων. Τότε το έτος 2024 θα είναι το πιο ευτυχισμένο έτος της επιγείου ζωής μας. Τότε θα αισθανθούμε εκείνο πού αισθάνθηκε ένας νεώτερος φιλόσοφος της Ρωσίας, ό Ντοστογέφσκι. 'Όταν έξωμολογήθη σ’ έναν πνευματικό πατέρα, είπε" «Παράδεισος φύτρωσε στην καρδιά μου!». "Αχ, αγαπητοί μου! Πόσο λυπούμαι και κλαίω και αναστενάζω, διότι, παρ’ όλες τις ταπεινές μας προσπάθειες, μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός ψυχών προσέρχονται στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως, ένας στους δέκα περίπου!
Ώ Κύριε ημών ’Ιησού Χριστέ! Σύ, πού ως άνθρωπος φάνηκες πάνω στη γη και βαπτίσθηκες στον ’Ιορδάνη ποταμό και σταυρώθηκες για να πλύνεις τις ψυχές μας και να καθαρίσεις τις συνειδήσεις μας από τα πολλά άμαρτήματά μας, σε παρακαλούμε, στείλε το άγιό σου Πνεύμα να μάς φώτιση για να βρούμε και πάλι το δρόμο της σωτηρίας, το δρόμο της ευτυχίας, πού εις μάτην ζητούμε μακριά από Σένα.
Είθε, αγαπητοί μου, να είναι το έτος τούτο έτος μετανοίας για όλο το λαό μας! (π.Αυγουστίνος Καντιώτης)
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
Μερικοί, κατά λαϊκή ρήση, επαινούν το σπίτι τους, για να μη πέσει και τούς πλάκωσει. Ομοίως και μερικοί επίσκοποι, ευκαίρως ακαίρως, συνεχώς και κατά κόρον, εκθειάζουν το επισκοπικό αξίωμά τους, για να μη πέφτει στη συνείδηση των ανθρώπων, ή μάλλον για να μη πέφτουν αυτοί στη συνείδηση των ανθρώπων. Συχνά δε και πυκνά αναφέρονται σε λόγους του άγιου Ιγνατίου του Θεοφόρου, διά των οποίων τονίζεται και εξαίρεται ή σημασία του επισκοπικού αξιώματος.
Βεβαίως ό επίσκοπος είναι ό ανώτερος βαθμός της Ιεροσύνης και το ανώτερο εκκλησιαστικό αξίωμα. Βεβαίως άνευ επισκόπου δεν νοείται Εκκλησία. Αλλά βεβαίως και άνευ πιστού λαού δεν νοείται Εκκλησία. Βεβαίως, επίσης, υπάρχει ό επίσκοπος για το λαό και όχι ό λαός για τον επίσκοπο. Και βεβαίως οι πιστοί πρέπει να υπακούουν στον επίσκοπο, αλλά και ό επίσκοπος ν' αγάπα το λαό και να εκδαπανάται γι' αυτόν. Ό απόστολος λέγει: «Πείθεσθε τοις ήγουμένοις υμών και ύπείκετε' αυτοί γάρ άγρυπνούσιν υπέρ τών ψυχών υμών» (Έβρ. ιγ' 17).
Άλλ' οι εξαίροντες και εκθειάζοντες το επισκοπικό αξίωμα πρέπει να λαμβάνουν υπ' όψιν και ορισμένα πράγματα ως προς τον επίσκοπο, για τα όποια όμως αποφεύγουν να ομιλούν. Ιδού μερικά μόνο από τα σχετικά προς το επισκοπικό αξίωμα πράγματα, για τα οποία οι λαλίστατοι επαινέτες του επισκόπου τηρούν σιγή ιχθύος:
Ό επίσκοπος είναι ό ανώτερος βαθμός της Ιεροσύνης, άλλ' ολίγο διαφέρει από το βαθμό του πρεσβυτέρου. Εν τούτοις το αξίωμα του επισκόπου έχει τόσο πολύ εξογκωθεί και εξυψωθεί, ώστε ή διαφορά μεταξύ επισκόπου και πρεσβυτέρου να είναι όσο ή διαφορά μεταξύ ουρανού και γης!
Ό επίσκοπος πρέπει να είναι ακενόδοξος, ταπεινόφρων, όχι υπερήφανος, όχι αυταρχικός, όχι δικτατορικός στον κατ' εξοχήν δημοκρατικό χώρο, όποιος είναι ή Εκκλησία του Χριστού.
Ό επίσκοπος πρέπει να είναι ανώτερος αμαρτωλών ηδονών, αγνός, όχι ανήθικος, όχι ήρωας σεξουαλικών σκανδάλων.
Ό επίσκοπος πρέπει να είναι δίκαιος, όχι άδικος, όχι ν' άδικη τον ευσεβή και να δικαιώνει τον άσεβη, και όχι να μην ελέγχει τον αδικούντα, επειδή είναι ισχυρός, και ν' αφήνει ανυπεράσπιστο τον αδικούμενο, επειδή είναι αδύνατος.
Ό επίσκοπος πρέπει προπάντων να είναι φύλαξ και υπερασπιστής της Πίστεως, ό ίδιος να ορθοτομεί το λόγο της αληθείας, και, όσους δεν ορθοτομούν, να ελέγχει αυστηρώς και να στηλιτεύει. Τούς αιρετικούς να πολεμεί, αλλά και τους φιλαιρετικούς, όπως είναι στην εποχή μας οι οικουμενιστές, επίσης να πολεμεί.
Ό επίσκοπος πρέπει να είναι άνδρας παρρησίας και γεναιότητος, να λέγει την αλήθεια, ακίνδυνη και επικίνδυνη, και ν' ασκεί έλεγχο προς κάθε κατεύθυνση, προπάντων προς τους εκκλησιαστικούς και τούς κοσμικούς άρχοντες, όσον υψηλά και αν ίστανται, και όσο και αν στοιχίζει ό έλεγχος.
Ό επίσκοπος δύναται βεβαίως ν' απαιτεί υπακοή άπα τον κλήρο και το λαό, αλλά πρώτος αυτός πρέπει να υπακούει στον Αρχηγό της Εκκλησίας, τον Κύριο και Θεό και Σωτήρα Ιησού Χριστό. Ή φωνή τού Θεού Πατρός, ή όποια ακούσθηκε στο όρος της Μεταμορφώσεως, συνιστούσε υπακοή στο Χριστό: «Ούτος εστίν ό Υιός μου ό αγαπητός, έν ώ ευδόκησα, αυτού άκούετε» (Ματθ. ιζ' 5).
Αν ό επίσκοπος ζητεί πράγματα σύμφωνα προς το θέλημα του Χριστού, οφείλουμε υπακοή. Άλλ' αν ζητεί πράγματα αντίθετα προς το θέλημα του Χριστού, οφείλουμε ανυπακοή.
Οι εκθειάζοντες το επισκοπικό αξίωμα και επικαλούμενοι τούς λόγους του άγιου Ιγνατίου του Θεοφόρου υπέρ του επισκόπου γιατί δεν ομιλούν και για τα προσόντα και τις αρετές, πού απαιτεί ή Γραφή και πρέπει να έχει ό φορέας του ανωτέρου εκκλησιαστικού αξιώματος, ώστε να είναι άξιος επίσκοπος; Επίσης, γιατί δεν λένε, ότι υπάρχουν και ανάξιοι επίσκοποι, κοσμικοί, εμπαθείς, μεγαλομανείς, κενόδοξοι, φιλάργυροι, άδικοι, διεφθαρμένοι, διεστραμμένοι, σύμμαχοι σκοτεινών δυνάμεων, προδότες της Πίστεως, μεγάλοι σκανδαλοποιοί, οι όποιοι με την αντίχριστη συμπεριφορά τους πολλούς, «δι' ους Χριστός απέθανε» (Α' Κορ. η' 11), αυτοί περιάγουν σε απιστία και αθεΐα; Οι εκθειάζοντες το επισκοπικό αξίωμα γιατί δεν διευκρινίζουν, ότι ό άγιος Ιγνάτιος εννοούσε τον καλό επίσκοπο, ό όποιος είναι μεγάλη ευλογία στην Εκκλησία, και όχι τον κακό επίσκοπο, ό όποιος είναι ή μεγαλύτερη συμφορά στην Εκκλησία; Γιατί ενθυμούνται 'Ιγνάτιο και δεν ενθυμούνται και Χρυσόστομο, ό οποίος για τούς επισκόπους είπε, «Ουδέν δέδοικα ώς επισκόπους πλήν ένίων»; Τίποτε δηλαδή δεν φοβήθηκα όπως τούς επισκόπους έκτος ολίγων.
Οι επίσκοποι εκείνοι, οι όποιοι ανυψώνουν τον επίσκοπο υπεράνω των γαλαξιών και συνανυψώνουν τούς εαυτούς των, ας προσγειωθούν. Διότι προκαλούν θυμηδία, για να μη ειπούμε αηδία.(Από τον «ΣΤΑΥΡΟ»)
Όλοι οι άνθρωποι κάνουμε λάθη. ’Άλλοι μικρά, άλλοι μεγάλα. Άλλοτε μεγαλύτερα, άλλοτε μικρότερα. Στα αρμόδια Δικαστήρια εκδικάζονται ως πταίσματα, πλημμελήματα ή κακουργήματα.Είναι όμως ένα λάθος για το οποίο δεν υπάρχει αντίστοιχο Δικαστήριο να το εκδικάσει. Οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν «ύβριν».
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΗΣ
Ο ευσεβής εφημέριος, αγαπητοί μου, δεν ενδιαφέρεται μόνον δια τους χριστιανούς, οί όποιοι παραμένουν μονίμως εις την ένορίαν του· ενδιαφέρεται και δια τους χριστιανούς εκείνους, οί όποιοι δια διαφόρους λόγους άνεχώρησαν εκ της ενορίας και παραμένουν ως μετανάσται εις τά μεγάλα αστικά κέντρα του Εξωτερικού. Και μέχρις αυτών των ενοριτών, τών ευρισκομένων εις τάς εσχατιάς της γης, επεκτείνεται τό ενδιαφέρον του καλού ποιμένος. Όχι μόνον μνημονεύει τών ονομάτων αυτών εν τή ίερα προθέσει, άλλά και δι' άλλων τρόπων, ως δι' αλληλογραφίας, αποστολής φυλλαδίων κ.τ.λ., εκδηλώνει το ενδιαφέρον του.
Θ' άναφέρωμεν εδώ εν συγκινητικόν παράδειγμα ποιμαντικής μερίμνης κληρικού, ό όποιος εφημερεύει εις όρθόδοξον ναόν τής πόλεως Νόργουωκ τής Αμερικής. Ό κληρικός αυτός ονομάζεται Γερμανός Σταυρόπουλος και είνε ιερομόναχος θεολόγος. Ένας έκ τών ενοριτών του έξέκλινε τής ευθείας οδού, έγκατέλειψεν έγκυον σύζυγον, έπέστρεψεν εις την Ελλάδα, εις μικρόν χωρίον τής περιφερείας Φλωρίνης, και μέ ψευδομάρτυρας, πού έπεστράτευσε, προσεπάθει νά έκδοθή διαζύγιον εις βάρος τής συζύγου του.
Ό π. Γερμανός απέναντι του δράματος μιας οικογενείας τής ενορίας του δέν έμεινεν αδιάφορος. Τό πάν έπραξε διά την συμφιλίωσιν τών διεστώτων συζύγων. Όταν δέ έπληροφορήθη, ότι ό σύζυγος άνεχώρησεν έξ Αμερικής διά ν' άποφύγη τάς οίκογενειακάς υποχρεώσεις, ό π. Γερμανός έλαβε την ήρωικήν άπόφασιν νά έλθη εις την Ελλάδα μόνον και μόνον διά νά συνάντηση αυτόν. Έζήτησε τετραήμερον άδειαν. Ήλθεν αεροπορικώς εις την Ελλάδα, μετέβη εις τό χωρίον και ανεζήτησε την οίκίαν, εις την οποίαν διέμενεν ό άσωτος σύζυγος. Έκτύπησε την θύραν. Όποία υπήρξεν ή έκπληξις του συζύγου, όταν ενώπιον του είδε τον π. Γερμανόν, τον έφημέριον τής ενορίας του Νόργουωκ! Ουδέποτε ήδύνατο νά φαντασθή, ότι ό ιερεύς θά πραγματοποίηση μακρινόν ταξίδιον, θά υποβληθή εις τόσους κόπους και έξοδα, διά νά εύρη πλανηθέν πρόβατον. Ό π. Γερμανός παρέμεινεν εκεί και δεν άνεχώρησε προτού απόσπαση άπ' αυτόν υπόσχεσιν, ότι θά έπιστρέψη πλησίον τής συζύγου του, ή όποία μετ' ολίγον θά φέρη νέον άνθρωπον εις την ζωήν.
(...) Πιστεύω, ότι τό παράδειγμα του π. Γερμανού, ό όποιος ήλθεν έξ Αμερικής μόνον και μόνον διά μίαν ποιμαντικήν έπίσκεψιν, σας έχει συγκινήσει και διδάξει. Ό π. Γερμανός διά τής επισκέψεως ταύτης ανεδείχθη μικρός μιμητής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ό όποιος έκ του ουρανού κατήλθεν εις την γήν και έπεσκέψατο τό πλάσμα τών χειρών του και προς σωτηρίαν αυτού έξέχεε τό τίμιόν του αίμα επί του φρικτού Γολγοθά. Μνημονεύωμεν τής θυσίας εκείνης. Ό,τι και αν πράξωμεν ημείς όπερ τής σωτηρίας του ποιμνίου είνε άπειροελάχιστον έναντι τής θυσίας Εκείνου. Έκ τών ελαχίστων είνε και τό νά βαδίσωμεν ολίγα βήματα εντός τής ενορίας μας, διά νά έπισκεφθώμεν τους ένορίτας, οί όποιοι έχουν ανάγκην τής ηθικής και πνευματικής συμπαραστάσεως του ιερέως εις τάς δύσκολους στιγμάς τής ατομικής και οικογενειακής των ζωής.
Ή κατ' οίκον επίσκεψις είνε ιερόν καθήκον εκάστου εφημερίου. Πάς δε εφημέριος, και ό πλέον ολιγογράμματος, έφ' όσον έχει καρδίαν καιομένην από την φλόγα του θείου ζήλου, δύναται νά εκτέλεση τό ιερόν τούτο καθήκον. Όλίγας λέξεις θερμάς, μεστάς θείων νοημάτων, δύναται κατά τάς κατ' οίκον επισκέψεις ν' άπευθύνη προς τους χριστιανούς του. Και αί όλίγαι αύται λέξεις, σύντομον και πρακτικόν κήρυγμα, δύνανται, βοηθούσης τής θείας χάριτος, νά φέρουν αποτελέσματα ίσως μεγαλύτερα άπό τά αποτελέσματα ρητορικών λόγων, τους οποίους εκφωνούν άπό τους άμβωνας διάσημοι ιεροκήρυκες. Έκ τής έπόψεως ταύτης πάς εφημέριος είνε ίεροκήρυξ, έστω και αν δεν έχη τό χάρισμα νά όμιλή έπ' εκκλησίας. Ούτω δέ πράττων, ώς τονίζει και ό άοίδιμος Νικηφόρος Θεοτόκης, δύναται νά είνε ένας έξ εκείνων, διά τους οποίους ό Κύριος είπεν: «Ός αν ποίηση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται έν τή βασιλεία τών ουρανών» (Ματθ. 5:19).
Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης, 1974