Όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια ακούμε την λέξη ενσυναίσθηση σχετιζόμενη κυρίως με θέματα κοινωνικά ή ψυχολογικά. Η λέξη δεν είναι καινούρια, απασχόλησε και απασχολεί ιδιαίτερα το πεδίο της Ψυχολογίας. Ειδικότερα, έγινε γνωστή από τον C. Rogers, θεμελιωτή της Προσωποκεντρικής - Πελατοκεντρικής προσέγγισης στην Ψυχοθεραπεία, ο οποίος μάλιστα υποστηρίζει πως είναι ένα από τα τρία βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να διαθέτει ο θεραπευτής κατά την θεραπευτική σχέση.
Ποια είναι όμως η διαφορά συμπάθειας και ενσυναίσθησης;
Συμπάθεια είναι μια αυθόρμητη, συναισθηματική κατά κύριο λόγο, έκφραση ή τοποθέτηση προς κάποια συγκεκριμένα άτομα. Εμπεριέχει πολλές φορές ανεπεξέργαστο το κομμάτι του συναισθήματος και μπορεί να προκύπτει αυτόματα. Τις περισσότερες φορές, όμως η συμπάθεια στρέφεται προς άτομα, τα οποία διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά με μας, εμφανή ή μη. Κι αυτά μπορεί να είναι, στοιχεία προσωπικότητας, κοινωνικά, πολιτισμικά, ή ακόμη και κοινά βιώματα ζωής.
Η έννοια της συμπάθειας μπορεί να εμπεριέχει επίσης στοιχεία, οίκτου, λύπης και συμφωνίας, τα οποία δεν χαρακτηρίζουν την ενσυναίσθηση και την διαφοροποιούν από αυτή.
Η ενσυναίσθηση είναι μια κατάσταση γνωσιακή και συναισθηματική όμως με όρια. Είναι η εκούσια προσπάθεια που κάνουμε προκειμένου να «μπούμε στο συναίσθημα του άλλου». Να νιώσουμε σαν να είμαστε ο άλλος. Να φύγουμε λίγο από τον δικό μας τρόπο σκέψης, αντίληψης και θεώρησης, να μετακινηθούμε, να αλλάξουμε θέση προκειμένου να μπούμε στο βίωμα του άλλου.
Όλοι οι άνθρωποι δεν διαθέτουν τον ίδιο βαθμό ενσυναίσθησης, και φυσικά υπάρχουν και ορισμένες ψυχικές διαταραχές ή χαρακτηριστικά προσωπικότητας που στερούν κάποια άτομα από αυτή την δυνατότητα-ιδιότητα. Όμως, για όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, η ενσυναίσθηση μπορεί να καλλιεργηθεί.
Όσο εμείς γνωρίζουμε και καλλιεργούμε τον εαυτό μας, όσο περισσότερο ερχόμαστε σε επαφή με τα δικά μας συναισθήματα, τόσο περισσότερο μπορούμε να έρθουμε και σε συναισθαντική επαφή και σχέση με τους άλλους, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω από αυτό της συμπάθειας.