του Ερμήλιου Κυρίτση
Γράφτηκε μετά από ένα ατύχημα σε κατάβαση ορμητικού ποταμού, εις μνήμην εκείνων που έχασαν τη ζωή τους.
Συχνά στην τηλεόραση παρουσιάζονται άνθρωποι που επιδίδονται σε έντονες και επικίνδυνες δραστηριότητες, ακραία σπορ όπως συνηθίζεται να λέγονται και σε πολλές περιπτώσεις δημιουργείται το εύλογο ερώτημα, γιατί;
Γιατί κάποιος να θέτει σε κίνδυνο τη σωματική του ακεραιότητα, ή ακόμα και την ίδια τη ζωή του, στο όνομα της «διασκέδασης»; Όλοι δείχνουν τόσο ενθουσιώδεις για τις δραστηριότητες αυτές. Μπορεί να έχουν τραβήξει την ταλαιπωρία της ζωής τους, αλλά τους βλέπεις χαμογελαστούς στο «γυαλί», σαν να είναι όλα μέλι γάλα.
Φταίει μήπως η κάμερα που εξιδανικεύει συμβάντα και γεγονότα; Ακόμα και τη χειρότερη ταλαιπωρία μπορεί να τη μεταλλάσσει θαυματουργά σε «πραγματική απόλαυση»! Είναι άραγε αυτό που λέγανε παλιά: «Αφρίζει, ξαφρίζει, τον παρά μας δώσαμε»; Μήπως η καθημερινή μονότονη ζωή οδηγεί κάποιους στην ανάγκη έντονης εκτόνωσης, άσχετα με τις πιθανές συνέπειες; Ή μήπως είναι απλώς θέμα χημείας; Ανάγκη για περισσότερη αδρεναλίνη;
Τα ερωτήματα είναι πολλά και σίγουρα δεν υπάρχει μόνο μια απάντηση στο θέμα αυτό. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Ο καθένας μπορεί να έχει άλλη ανάγκη, διαφορετικό κίνητρο, ώστε ν’ αγνοεί τους ορατούς κινδύνους. Όμως το βασικό ερώτημα παραμένει: αξίζει πραγματικά να ρισκάρει κάποιος τόσο πολλά, για λίγα ψήγματα ευχαρίστησης;
Πώς υπολογίζεται το πολύ ή το λίγο; Ας πούμε, 100 Ευρώ είναι πολλά ή λίγα; Εξαρτάται φυσικά από το που αναφερόμαστε. Το ποσό αυτό, ας πούμε για ένα παστέλι, είναι υπερβολικό. Αλλά για ένα καλό κόσμημα είναι μάλλον ελάχιστο. Εν προκειμένω, πόσο τελικά αξίζει η ζωή μας ώστε να δικαιολογούνται τέτοια ρίσκα; Είναι η ζωή μας σαν παστέλι ή κόσμημα; Γιατί αν είναι κόσμημα… δεν αξίζει όλη την εκτίμηση και την προστασία μας;
Το κακό είναι ότι κάτι επικίνδυνο, αργά ή γρήγορα θα δικαιολογήσει απόλυτα αυτό τον χαρακτηρισμό. Κάποιος ή κάποιοι θα παίξουν και θα χάσουν το παιχνίδι της περιπέτειας. Αυτό είναι το λυπηρό κομμάτι, που ακολουθείται δυστυχώς από θρήνο και οδύνη. Και τα ίδια βασικά ερωτήματα: «Γιατί» και «ποιος φταίει»!
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει νόημα να ψάχνουμε ποιος φταίει, με την έννοια της τιμωρίας. Δηλαδή αν κάποιος ή κάποιοι τιμωρηθούν σαν υπαίτιοι για ένα ατύχημα, αυτό τι σημασία έχει; Κάποια άτομα έχασαν τη ζωή τους, κάνοντας κάτι που ήθελαν και γνώριζαν ότι έκρυβε κινδύνους. Αυτό μας λυπεί φυσικά, αλλά δεν δικαιολογεί το σχετικό «κυνήγι μαγισσών» που ακολουθεί, ιδίως από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
«Να βρεθούν οι φταίχτες».
Γιατί να ψάχνουμε τους υπαίτιους;
«Φυσικά για να τιμωρηθούν!»
Και γιατί να τιμωρηθούν;
«Γιατί κάποιος θα πρέπει να πληρώσει!»
Δεν φτάνει αυτοί που πλήρωσαν με τη ζωή τους; Και τι θα γίνει αν κάποιοι στιγματιστούν ή πάνε ακόμα και φυλακή γι αυτό το συμβάν;
«Μα, για παραδειγματισμό. Για να μην ξανασυμβεί κάτι τέτοιο».
Όμως, όσο υπάρχουν άτομα που θέτουν την περιπέτεια και τον κίνδυνο πάνω από τον σεβασμό για την ίδια τους τη ζωή, τέτοια δυσάρεστα συμβάντα είναι πάντα πιθανά. Αυτοί μήπως θα παραδειγματιστούν, αν κάποιοι τιμωρηθούν ως υπαίτιοι; Αν το ίδιο το γεγονός της απώλειας ζωής συνανθρώπων τους, δεν τους παραδειγματίζει, η τιμωρία κάποιων άλλων, δεν έχει να προσφέρει απολύτως τίποτα. Είναι απλώς για την «τάξη» του συστήματος της κοινωνίας μας: Κάποιος πρέπει να τιμωρηθεί, ώστε ν’ αποδοθεί δικαιοσύνη.
Πρόκειται δηλαδή, για τη γνωστή μορφή δικαιοσύνης, του τύπου «οφθαλμόν αντί οφθαλμού», της οποίας η βάση και η ουσία αμφισβητείται έντονα στη εποχή μας, σαν αναχρονιστική και εντελώς αναποτελεσματική. Γιατί, ως γνωστόν, τιμωρία δεν σημαίνει απαραίτητα δικαιοσύνη. Σε πολλές περιπτώσεις υποδηλώνει απλώς την αδυναμία χειρισμού ενός συμβάντος, από το ισχύον σύστημα. Σαν ένα γονιό που φτάνει να χειροδικήσει στο παιδί του, επειδή αδυνατεί να το συνετίσει και να το καθοδηγήσει με επιχειρήματα και αγάπη.
Από την άλλη, το θέμα δεν είναι να φοβόμαστε να κάνουμε οτιδήποτε «επικίνδυνο», γιατί τότε θα έπρεπε να μένουμε κλεισμένοι σπίτι μας και να μην πηγαίνουμε πουθενά. Υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος από το να κυκλοφορείς στους δρόμους καθημερινά; Ο φόβος όμως δεν πρέπει ποτέ να ορίζει τη ζωή μας, αλλά γνώση και η σύνεση! Γιατί ποτέ δεν ξέρουμε τι μέλλει γενέσθαι! Έχουν κατά καιρούς ακουστεί εντελώς «παράλογες» περιπτώσεις. Ορειβάτης παραπάτησε σε μια χαράδρα, κατρακύλησε 63,5 μέτρα και βγήκε με μικρογρατζουνιές. Ενώ κάποιος γλίστρησε στο πεζοδρόμιο, κτύπησε τον αυχένα του και έμεινε στον τόπο!
Είναι μήπως «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον»; Ίσως, για όποιον νομίζει ότι «από κάπου αλλού» ορίζεται η ζωή και η μοίρα του. Όμως, είτε ισχύει αυτό είτε όχι, το σημαντικό είναι να θυμόμαστε κάθε μέρα, κάθε στιγμή, ότι η ζωή μας είναι τόσο πολύτιμη, μοναδική και ανεπανάληπτη.
Πάμε σε μουσεία να θαυμάσουμε πανάκριβους πίνακες και μοναδικούς θησαυρούς. Ο καθένας μας όμως είναι ένας μοναδικός θησαυρός, αμύθητης αξίας, που όμοιός του δεν έχει υπάρξει, ούτε θα υπάρξει ποτέ! Στον καθρέφτη όμως αντικρίζουμε μόνο το περιτύλιγμα του πακέτου, που φαίνεται πολύ κοινό και συνηθισμένο, οπότε δεν μας εμπνέει το ίδιο δέος, όπως όταν βλέπουμε ένα πίνακα του Μονέ ή του Ντα Βίντσι.
Αυτό όμως το αριστούργημα που αντικαθρεφτίζεται καθημερινά, για όσους επιλέγουν να δουν πέρα από τα φαινόμενα, είναι πραγματικά ανεκτίμητο! Ανεπανάληπτο! Ένα Θεϊκό κομμάτι, ενσαρκωμένο! Τι μπορεί αλήθεια ν’ αξίζει παραπάνω; Και όποιος μπορεί να διακρίνει πραγματικά τι πλούτος κρύβεται πίσω από αυτή τη φάτσα στον καθρέφτη, τότε αναγνωρίζει ότι και όλοι γύρω του είναι εξίσου ανεκτίμητοι.
Αν αυτό γινόταν συνείδηση όλων μας, ο κόσμος θα ήταν πολύ διαφορετικός. Και όχι ο κόσμος, γενικά και αόριστα. Ο κόσμος ΜΟΥ, ο δικός ΜΟΥ κόσμος, εμένα που διαβάζω τώρα αυτές τις γραμμές και νομίζω όμως ότι αφορούν σίγουρα κάποιον άλλον! Ίσως κάποιον ιδεαλιστή, ονειροπόλο, αναζητητή, κάποιον πιο νέο και όμορφο, πιο έξυπνο ή δραστήριο, πάντως σίγουρα όχι εμένα. Εγώ με ξέρω καλά! Και δε μου φαίνομαι και τόσο ανεκτίμητος! Αυτός είναι ο κόσμος της μάγια, της αυταπάτης, που ζούμε! Ω, πόσο καλά καταφέρνει να μας αποκρύβει την αληθινή μας φύση!
Τελικά είναι θέμα επιλογής. Αν επιλέγω να θεωρώ την αυταπάτη σαν αλήθεια, τότε αυτή ορίζω σαν πραγματικότητά μου. Τότε φυσικά αδυνατώ να δω ότι είμαι ένα μοναδικό κόσμημα. Αν επιλέγω την αλήθεια πίσω από την αυταπάτη, τότε αναγνωρίζω ότι κόσμος σημαίνει κόσμημα και το κάθε κόσμημα φοριέται από ένα και μόνο άτομο. Είναι μοναδικό για τον καθένα, όπως η κάθε ζωή!