ΚΑΤΑΚΟΜΒΗ
Β2΄
ΕΝΑ ΛΕΞΙΚΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ Β2΄ 2ου Π.Γ .Θ. ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ, 2021-2022
Β2΄
Ορολογία: Ο όρος «κατακόμβη» παράγεται από την ελληνική πρόθεση κατά και τη λατινική λέξη cumba, η οποία είναι δάνειο από την ελληνική κύμβη, που σημαίνει τύμβος, τάφος. Η ονομασία αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για το υπόγειο κοιμητήριο του Αγίου Σεβαστιανού στη Ρώμη:«cimeterium catecumbas ad St. Sebastianum Via Appia». Σ' αυτό απ' ό,τι πιστεύεται, φύλαξαν και τα λείψανα των αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Κατ' επέκταση χρησιμοποιήθηκε για όλα τα υπόγεια κοιμητήρια γύρω από τη Ρώμη .
ΠΥΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
κατακόμβη η [katakómvi] Ο30 : υπόγειο νεκροταφείο, με δαιδαλώδεις διαδρόμους και θαλάμους, που στις πλευρές του τοποθετούσαν τους νεκρούς τους οι πρώτοι χριστιανοί την εποχή των διωγμών και που χρησιμοποιήθηκε και ως τόπος προσευχής: Οι κατακόμβες της Ρώμης / της Mήλου. Είναι (σαν) ~, χαρακτηρισμός υπόγειου και δύσκολα προσπελάσιμου χώρου.
[λόγ. < ιταλ. catacomb(a) (ορθογρ. δαν.) -η < υστλατ. catacomba ίσως < φρ. cata (< αρχ. κατά) tumbas `κατά τους τάφους΄ (πρβ. ελνστ. κατακοῦμβαι (προφ. [mb] < υστλατ. catacumbae)]
ΣΤΑ ΙΤΑΛΙΚΑ: Le catacombe erano delle aree cimiteriali sotterranee utilizzate nell'antichità. Sono solitamente scavate in rocce facilmente lavorabili, e possono avere anche più livelli, con profondità che arrivano fino a trenta metri. L'etimologia della parola latina "catacumba", da cui in italiano "catacomba", è incerta; si pensa che derivi dalla locuzione greca "κατά κυμβής (katá kymbḗs)" o "κατά κύμβας (katá kýmbas)" (direttamente o attraverso la voce latina "cumba") che si può tradurre come "presso/sotto la cavità