ΦΩΝΗΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η παροχή πληροφοριών σχετικά με την προφορά ενός γλωσσικού ιδιώματος όπως το ιμβριακό, ως συνέπεια του μεγάλου αριθμού φωνητικών-φωνολογικών μεταβολών που παρατηρούνται εξαιτίας της αποβολής των ατόνων /i, u/. Για τον λόγο αυτό έχει δοθεί μεγάλη έμφαση στα πλαίσια του Λεξικού στην παροχή πληροφοριών που θα προσδιορίζουν λεπτομερώς την προφορά των λημμάτων. Έτσι, δίπλα ακριβώς (αμέσως μετά τις πληροφορίες σχετικά με το γένος των ονοματικών λημμάτων) στο κάθε (κυρίως) λήμμα εμφανίζεται η φωνητική του μεταγραφή εντός τετράγωνων αγκυλών ( […] ) με την χρήση των γραμμάτων του λατινικού (κυρίως) και του ελληνικού αλφαβήτου εμπλουτισμένο με το σύμβολο ^, το οποίο αποδίδει την ουρανική προφορά του συμφώνου πάνω στο οποίο βρίσκεται (π.χ.: [maráz.]). Το παραπάνω σύστημα φωνητικής μεταγραφής που υιοθετήσαμε (αντί για παράδειγμα του καθιερωμένου διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου) θεωρούμε ότι ανταποκρίνεται πληρέστερα στις απαιτήσεις ενός ιδιωματικού λεξικού καθώς αφενός καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες του ιδιώματος και αφετέρου είναι απλούστερο για τον χρήστη.Εκτός από την φωνητική μεταγραφή όλων των εξωτερικών λημμάτων, η ακριβής προφορά του συνόλου των λέξεων του ιμβριακού ιδιώματος (ενδολημμάτων, υπολημμάτων, παραδειγμάτων, παροιμιών, κ.λπ.) που χρησιμοποιούνται στο Λεξικό προσδιορίζεται περαιτέρω ως εξής: στα πλαίσια της ιστορικής ορθογραφίας χρησιμοποιείται το ίδιο (μοναδικό) σύμβολο - για δήλωση της ουρανικής προφοράς ενός συμφώνου, όταν αυτή δεν προκύπτει από τους γνωστούς φωνητικούς νόμους της ΝΕ.Κ. (π.χ.: μαράζ.’). Συγχρόνως, κάνουμε συνεπή χρήση της αποστρόφου ( ’ ) σε κάθε σημείο που έχει αποβληθεί κάποιο γράμμα-φθόγγος ώστε να μην συσκοτίζεται, κατά το δυνατό, η μορφή της λέξης και να διατηρείται το λεγόμενο ετυμολογικό της ίνδαλμα (π.χ.: τ’ς ανέμ’ς, φτ’ώ ‘φτύνω’ : φ’τώ ‘βουτώ’). Ακόμη, στην σπάνια περίπτωση διατήρησης έρρινου φθόγγου (μ, ν) πριν από τα ηχηρά κλειστά (μπ, ντ, γκ / γγ) αυτός δηλώνεται ορθογραφικά για την καλύτερη κατανόηση της προφοράς, αντίθετα με τους ορθογραφικούς κανόνες της ΝΕ.Κ. (π.χ.: τσαμμπάζους, Αλιξανντρούπουλ.’, γιανγκίν’) ενώ όταν τα άηχα κλειστά (π, τ, κ) βρίσκονται μετά από τα έρρινα (μ, ν) και δεν ηχηροποιούνται σε μπ, ντ, γκ / γγ αντίστοιχα, η διατήρηση της φωνητικής τους υπόστασης δηλώνεται οπτικά με μια ενδιάμεση οριζόντια παύλα (π.χ.: αν-τιρί). Όταν εξάλλου το άτονο φωνήεν /i/ (ι, η, υ, ει, οι) αποβάλλεται αφήνοντας ωστόσο πίσω του ένα ίχνος ίδιας φωνολογικής ποιότητας, αυτό δηλώνεται εκτός από την φωνητική – και στην ιστορική ορθογραφία με εκθετική μορφή (π.χ.: [δiftéri], θα πάρει). Τέλος, η μεταβολή του άηχου συριστικού -ς στο αντίστοιχο ηχηρό -ζ και η ακόλουθη ανάπτυξη του φωνήεντος -ου, κάθε φορά που ένα σιγμόληκτο όνομα βρίσκεται πριν από την κτητική αντωνυμία α΄ προσώπου (μου) δηλώνεται στο Λεξικό ως εξής: άντραζ-ουμ’ (< άντρας μου).

Γενικά, για τον προσδιορισμό του συνόλου των λημμάτων του Λεξικού, στα πλαίσια της ιστορικής ορθογραφίας, δόθηκε προτεραιότητα στην πιστή απόδοση της προφοράς (π.χ.: σταβ’διάζου, έφ’χι αντί σταφ’διάζου, έφ’γι) εκτός εάν υπάρχει κίνδυνος συσκότισης του ετυμολογικού ινδάλματος της λέξης (π.χ.: σντου, σ’ντιράλιτρου αντί ζντου, ζ.’ντιράλιτρου).